Τετάρτη 15 Νοεμβρίου 2023



Ὁ κόσμος καὶ ἡ συνείδησή του:
Ἁπλὲς σκέψεις γιὰ ἕνα μεγάλο θέμα (2)
Ὁ Ντοστογιέφσκι στὸ ἔργο του «Ἔγκλημα καὶ Τιμωρία» περιγράφει σ’ ὅλες τὶς δραματικές του διαστάσεις τὸν ἀγώνα τοῦ ἐγκληματία νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὸ συνειδησιακὸ ἔλεγχο, ἀπὸ τὴν τυραννία τῶν τύψεων. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ἀνάλγητος καὶ ἀδιάφορος, ψυχικὰ πωρωμένος καὶ ἠθικὰ βουλιαγμένος, χρειάζεται ἕναν ἀντί-Ντοστογιέφσκι, γιὰ νὰ περιγράψει τὴν ἀντί-συνείδησή του.
Ἡ ἀνθρώπινη ἀδιαφορία ἔχει γίνει μετρήσιμο μέγεθος. Κάποτε στὴ Γερμανία σκηνοθέτησαν ὁδικὸ ἀτύχημα γιὰ νὰ μετρήσουν πόσοι ὁδηγοὶ θὰ σταματήσουν γιὰ νὰ προσφέρουν βοήθεια. Τὸ ἄθροισμα ἦταν μηδενικό. Καὶ τὸ ἀντίστροφο: μία ἔρευνα περιοδικοῦ ἀποκάλυψε πὼς πολλοὶ δὲν σπεύδουν —ἰδίως νύχτα— νὰ σηκώσουν, νὰ βοηθήσουν ἕναν πεσμένο ἄνθρωπο, γιατὶ φοβοῦνται μήπως εἶναι σκηνοθεσία ληστείας. Ὑπάρχει μία πρόοδος, λοιπόν, στὴν καταγραφὴ τῆς ἀπανθρωπιᾶς, τῆς ἀδιαφορίας, τῆς ἀνθρωποφοβίας. Οἱ στατιστικοὶ πίνακες καὶ οἱ ἠλεκτρονικοὶ ὑπολογιστὲς εἶναι σὲ θέση νὰ μᾶς ἀποκαλύψουν μὲ ἀκρίβεια ὅτι ἀπεμπολήσαμε τὸ μέσα, γιὰ νὰ κερδίσουμε τὸ ἔξω. Ὅμως, τελικὰ δὲν κερδίσαμε τίποτα. Γιατί, ὅποιος δὲ βρίσκει ἀνάπαυση στὴ συνείδησή του μάταια τὴν ἀναζητᾶ ἀλλοῦ. «Ἡ συνείδηση εἶναι τὸ πιὸ μαλακὸ μαξιλάρι, γιὰ νὰ κοιμηθεῖς», λέει μία ξένη παροιμία.
«Ντρέπομαι γιὰ τὴ ζέστα μου καὶ γιὰ τὴν ἀνθρωπιά μου», λέει ὁ Παλαμᾶς γιὰ τὴ δική του θαλπωρὴ τὴν ὥρα ποὺ ἡ παγωνιὰ δέρνει ἀλύπητα τὴν ἐργατιὰ καὶ τὴν ἀγροτιά. Ὁ σύγχρονος τεχνοκρατικὸς ἄνθρωπος δὲν ἔχει τέτοιες εὐαισθησίες. Φαίνεται πὼς τὰ τελευταία ὑπολείμματα ἀνθρωπιᾶς κάηκαν στοὺς φούρνους τοῦ Ἄουσβιτς μὲ τὸ σῆμα τῆς «Ζῆμενς», ποὺ ἐνδεχομένως φέρει κι ὁ δικός μας ἠλεκτρικὸς φοῦρνος. Ὅμως δὲ θέλουμε νὰ κάνουμε κάτι τέτοιους ἐνοχλητικοὺς συσχετισμούς. Δὲν θέλουμε ἐνοχλητικὲς μνῆμες καὶ ἠθικὰ ἐρωτηματικὰ νὰ ταράσσουν τὴ μακαριότητά μας. Στὸν κόσμο μας μόνο τὸ ὑλικὸ κεφάλαιο παραμένει ζωντανό. Ἡ συνείδηση ἔχει γίνει νεκρὸ κεφάλαιο. Τὰ ἠθικὰ κριτήρια ἔχουν ἀπονεκρωθεῖ, κάθε ἔξω-ὑλικὸ μέγεθος προβάλλεται ὡς ἀναχρονιστικό, ἡ τιμιότητα θεωρεῖται ἀφέλεια, ἡ ἀγαθότητα ἀνοησία, ἡ ἀνθρωπιὰ παράταιρο θεωρητικὸ σχῆμα.
Ἡ τιμωρία τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου εἶναι ὅτι φοβᾶται τὸν ἄνθρωπο. Κλειδώνεται – διπλοκλειδώνεται. Ἀσφαλίζεται — διπλασφαλίζεται. Ὅμως πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸ συνάνθρωπο ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται τὸν ἑαυτό του. Φοβᾶται νὰ μιλήσει μαζί του, νὰ κάνει ἕναν τίμιο ἀπολογισμό. Φοβᾶται τὶς εὐθύνες, ποὺ συνεπάγεται ὁ συνειδησιακὸς ἔλεγχος. Προτιμᾶ νὰ καταλαγιάζει τὴ φωνὴ τῆς συνείδησής του μὲ ὑποκατάστατα, ν’ ἀφήνεται στὰ πάθη του, ἐλπίζοντας ὅτι ἡ συνείδησή του θὰ πάψει νὰ τὸν ἐνοχλεῖ. Προτιμᾶ νὰ γίνει ἀπάνθρωπος, ποὺ κινεῖται στὸ λυκόφως τῆς συνείδησης, γιατὶ φοβᾶται τὸ φῶς της. Προτιμᾶ ν’ ἀπεμπολήσει τὴν ἀξιοπρέπειά του, παρὰ νὰ ζημιωθεῖ οἰκονομικά. Ἴσως ὁ τωρινὸς ἄνθρωπος νὰ ἐννοεῖ τὴ συνείδηση ὡς μία μοντέρνα Τράπεζα Συναλλαγῶν.
Ὅταν φτάνει ἡ μέρα ποὺ πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ πεῖ τὸ «μεγάλο ναὶ» ἢ τὸ «μεγάλο ὄχι», ὅταν πρέπει νὰ ἐπιλέξει ἀνάμεσα στὰ στενὰ μονοπάτια, ποὺ χαράζει ὁ αὐτοέλεγχος καὶ οἱ ἐσωτερικὲς ἀμφιβολίες, καὶ ἀνάμεσα στὴν πλατιὰ λεωφόρο ποὺ ἀνοίγει ἡ ἀναλγησία, τοποθετεῖται μπροστὰ σ’ ἕνα δίλημμα, ὅμοιο μ’ ἐκεῖνο τοῦ Ἡρακλῆ. Καὶ τότε καλεῖται νὰ δώσει μίαν ἀπάντηση ποὺ θὰ σημαδέψει ὁλόκληρη τὴ ζωή του, ποὺ θὰ ἐξασφαλίσει τὴν ἐσωτερικὴ ἰσορροπία καὶ εὐδαιμονία ἢ θὰ ἐπιφέρει τὸν ἐσωτερικὸ διχασμό, τὴ δισυπόστατη ψυχικὴ δράση, ποὺ ἐνεργεῖ καταλυτικὰ γιὰ τὴν ψυχικὴ ἁρμονία, δημιουργώντας μιὰ βούληση δύο ταχυτήτων: ἀργὴ γιὰ τὸ καλὸ καὶ γρήγορη γιὰ τὸ κακό.
Τελικὰ μὲ τὶς ἐπιλογές μας φέραμε τὴ ζωή μας ξανὰ στὴν ἐποχὴ τῶν παγετώνων. Ἡ ἀφροσύνη ἔφερε τὴν παραφροσύνη. Προσπαθώντας, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος νὰ ζήσει σ’ ἕναν παράλογο κόσμο, κλείνεται ἑρμητικὰ στὸ καβούκι τῆς μοναξιᾶς του, ἀρνεῖται τὸ συναισθηματικὸ δέσιμο μὲ τὸν κόσμο, μετατρέπεται σ’ ἕναν κοινωνικὸ ἀναχωρητή, ποὺ ζεῖ μέσα στὴν κοινωνία, γιὰ νὰ μὴ βρίσκεται σ’ ἐπικοινωνία μὲ τὸν ἑαυτό του, ποὺ μπορεῖ νὰ τοῦ θέσει κάποια ἐνοχλητικὰ ἐρωτήματα ἢ νὰ τὸν τοποθετήσει σὲ βασανιστικὰ διλήμματα. Κλεισμένος σ’ ἕνα «ἀποστειρωμένο δωμάτιο», καλὰ ἠχομονωμένο, στηρίζει τὴν ὕπαρξή του σ’ ἕνα κενὸ σχῆμα, ποὺ ὑπηρετεῖ μόνο τὸν ἐγωισμό του, χωρὶς νὰ συμβάλλει προωθητικὰ στὴν ἐπίτευξη μίας νέας ἠθικῆς ποιότητας. «Ὄμορφο κόσμο, ἠθικό, ἀγγελικὰ πλασμένο», ὁραματίστηκε ὁ ποιητής. Ἂς εἴμαστε περισσότερο προσγειωμένοι. Ἡ ἀπαίτηση γιὰ ἕναν κόσμο ἀγγέλων προβάλλει σὰν ἄπιαστο ὄνειρο, ποὺ ἐλάχιστα προσεγγίζει τὰ ἀνθρώπινα μέτρα, ὅπως διαμορφώνονται σήμερα. Ἄν ὅμως δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τὴ ζωή μας παράδεισο, μποροῦμε, τουλάχιστον, νὰ μὴν τὴν κάνουμε κόλαση. Ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας περνάει μέσα ἀπὸ τὴν ψυχή. Ὁ Βλαδίμηρος Λένιν, ἕνας ἐλάχιστα ὡραιολόγος ὁραματιστὴς ἔχει πεῖ: «Ἡ ἀνθρώπινη συνείδηση δὲν ἀντανακλᾶ μόνο τὸν ἀντικειμενικὸ κόσμο, μὰ καὶ τὸν διαμορφώνει». Ἄν δώσουμε προτεραιότητα στὴν ποιότητα τῆς συνείδησης (κι αὐτὸ εἶναι εὐθύνη τῆς παιδείας), μποροῦμε νὰ κάνουμε τὸν κόσμο καλύτερο. Ἂς προσπαθήσουμε νὰ εὐαισθητοποιηθοῦμε σὲ ἠθικὰ θέματα, ν’ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν ἀποστασιοποίηση ἀπέναντι στοὺς ἠθικοὺς κραδασμοὺς τοῦ κόσμου, ἐλπίζοντας νὰ τὸν κάνουμε ὄχι βέβαια ἀγγελικότερο ἀλλὰ ἀνθρωπινότερο.
Σαράντος Καργάκος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου