Παρασκευή 30 Ιουνίου 2023


Ταχυδρόμοι
Οι ἱερεῖς εἶναι ταχυδρόμοι τοῦ οὐρανοῦ. Ἐμεῖς τί κάνουμε; Ὅταν ὁ ταχυδρόμος φέρνει τὸ γράμμα, βλέπουμε τὸν ταχυδρόμο ἢ τὸ γράμμα; Ὁ ἱερέας εἶναι φωτιὰ ποὺ καίει.
Γέρων Εὐσέβιος Γιαννακάκης

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2023

 


Ἡ βίωση τοῦ ἄλλου ὡς οἰκείου μέλους

Ὑπάρχουν δύο διαφορετικές ἀσκητικές τάσεις.

Ἡ μία ἐκφράζεται μέ τόν διαλογισμό καί κατά κάποιον τρόπο τή χαλάρωση, γιά τήν εἴσοδο τοῦ νοῦ στόν κόσμο τῆς καθαρῆς σκέψεως.

Ἡ ὁδός ὅμως τοῦ Χριστοῦ εἶναι διαφορετική. Ἀπό τούς δύο αὐτούς δρόμους -τή χαλάρωση καί τήν ἔνταση- ἡ ἔνταση εἶναι ὁ δικός μας δρόμος. Στή μοναχική μας βιοτή δέν διδασκόμαστε νά βρισκόμαστε σέ κατάσταση χαλαρώσεως καί νά στοχαζόμαστε μέ τόν νοῦ. Ὄχι!

Ἀλλά εἴμαστε διαρκῶς σέ ἄκρα ἔνταση, σάν τεταμένη χορδή. Προσπαθῆστε λοιπόν νά διατηρεῖτε τή χορδή αὐτή πάντοτε τεταμένη.

Στήν προσευχή μας, ὅταν στεκόμαστε στήν ἐκκλησία, ὅλοι οἱ μύες μᾶς εἶναι τεταμένοι, καί ταυτόχρονα ἡ προσοχή μας. Ἡ προσευχή μας λοιπόν δέν ἀποτελεῖ ἀνάπαυση ἀπαθοῦς σκέψεως πού ξεφεύγει ἀπό τά ὅρια τῶν παθημάτων τῆς γής. Ὄχι! Ἐμεῖς ζοῦμε τά παθήματα ὅλου του Ἀδάμ. Καί αὐτό εἶναι ἡ ζωή μας.

Ἐξωτερικά ἡ μοναχική ζωή φαίνεται ἥσυχη. Μπορῶ ὅμως νά τήν παρομοιάσω μέ ἠλεκτροφόρο καλώδιο ὑψηλῆς τάσεως, ἀπό τό ὁποῖο διέρχεται ἐνέργεια πού κινεῖ τραῖνα, ἐργοστάσια, θερμαίνει σπίτια. ὡστόσο τό μικρό πουλί μπορεῖ νά κάθεται ἐπάνω στό σύρμα αὐτό.Ἔτσι καί ὁ χριστιανός εἶναι παρόμοιο καλώδιο, ἐπάνω στό ὁποῖο μπορεῖ νά καθίσει ἕνα πουλί, χωρίς νά κινδυνεύσει.

Ταυτόχρονα ὅμως ἐμφορεῖται ἀπό τέτοια ἐνέργεια, πού μπορεῖ πραγματικά νά ἀναστατώσει ὅλο τόν κόσμο. Συνεπῶς, στή ζωή μᾶς ἐξωτερικά δέν ὑπάρχει τίποτε τό ἰδιαίτερο, ἐσωτερικά ὅμως, μέ τήν ἑτοιμότητα γιά τήν ὑπακοή βρισκόμαστε ἀκατάπαυστα σέ ἔνταση, ἀγωνιζόμενοι πῶς νά παραμείνουμε ἀμετακίνητοι στήν αἰώνια σκέψη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Καί αὐτό εἶναι σπουδαῖο, ἀποτελεῖ πραγματικά τή σχολή τοῦ μοναχισμοῦ.

Μέ τή μικρή ἄσκηση τῆς ὑπακοῆς ὁ ἄνθρωπος μεταβαίνει στό Ἄναρχο Εἶναι τοῦ Θεοῦ μας, γιά τό ὁποῖο εἶναι ἀδύνατον νά μιλήσουμε χρησιμοποιώντας τή λογική.

Διατηρῆστε, λοιπόν, τή θέση αὐτή: ἐξωτερικά τίποτε νά μή φαίνεται, ἐσωτερικά ὅμως νά ὑπάρχει ἔνταση στή ζωή μας.

Καί τότε θά καταστοῦμε πιό εὔθετοι γιά νά εἰσέλθουμε στήν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. 

Γέρων Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023


Παραδείγματα σπουδαίων πράξεων
Ὅσα, λοιπόν, λόγια ὁδηγοῦν πρὸς τὸ καλό, πρέπει νὰ τὰ ἀφομοιώνουμε, ὅπως εἴπαμε παραπάνω. Ἀλλὰ καὶ σπουδαῖες πράξεις τῶν ἀρχαίων σώθηκαν στὴ μνήμη ὡς τὶς ἡμέρες μας ἢ καταγραμμένες στὶς σελίδες τῶν ποιητῶν καὶ τῶν πεζογράφων. Ἂς μὴ παραμελήσουμε καὶ τὴ δική τους ὠφέλεια. Κάποτε, λόγου χάρη, ἕνας χυδαῖος ἄνθρωπος ἔβριζε τὸν Περικλῆ, ἐνῷ ὁ μεγάλος πολιτικὸς δὲν ἔδινε καμιὰ σημασία. Ὅλη τὴν ἡμέρα ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος περιέλουζε μὲ βρισιὲς τὸν Περικλῆ, ἀλλ᾿ αὐτὸς ἔμενε ἀδιάφορος. Ὅταν, λοιπόν, ἔπεσε τὸ βράδυ καὶ σκοτείνιασε κι ἐκεῖνος ἀποκαμωμένος ἀπομακρυνόταν, ὁ Περικλῆς, πιστὸς στὴν ἄσκηση τῆς φιλοσοφίας, πρόσταξε νὰ τοῦ φωτίσουν τὸ δρόμο ποὺ περπατοῦσε. Μιὰ ἄλλη φορά, πάλι, ἕνας ἄνθρωπος ὀργισμένος ἐναντίον τοῦ Εὐκλείδη, τοῦ φιλοσόφου ἀπὸ τὰ Μέγαρα, τὸν ἀπείλησε, καὶ μάλιστα μὲ ὅρκο, ὅτι θὰ τὸν σκότωνε. Ἀλλὰ κι ὁ Εὐκλείδης τοῦ ὁρκίσθηκε ὅτι θὰ τὸν ἱκανοποιοῦσε καὶ θὰ τὸν ἔβγαζε ἀπὸ τὴν ὀργή του. Τί σπουδαῖο θὰ ἦταν ἂν ὅσοι παρασύρονται στὸ πάθος τοῦ θυμοῦ ἔφερναν στὸν νοῦ τους τέτοια περιστατικά! Διότι δὲν πρέπει νὰ πιστεύουμε στὴν τραγῳδία, ποὺ διδάσκει ὅτι ἡ ὀργὴ ὁπωσδήποτε ἀρματώνει τὸ χέρι ἐναντίον τοῦ ἐχθροῦ μας καὶ νὰ ἐρεθιζόμαστε ἀπ᾿ αὐτή. Κι ἂν αὐτὸ εἶναι δύσκολο, πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦμε τὴ λογικὴ ἐναντίον της καὶ νὰ τῆς κόβουμε τὰ φτερά.
Ἂς γυρίσουμε πάλι στὰ παραδείγματα σπουδαίων πράξεων. Ὅρμησε κάποιος ἐναντίον τοῦ φιλοσόφου Σωκράτη καὶ τὸν χτυποῦσε ἀλύπητα στὸ πρόσωπο. Ἀλλὰ ἐκεῖνος δὲν ἔφερε ἀντίσταση. Ἄφησε τὸν μεθυσμένο νὰ χορτάσει τὴν ὀργή του, ἕως ὅτου ἡ ὄψη του εἶχε μελανιάσει καὶ πρησθεῖ ἀπὸ τὰ χτυπήματα. Ὅταν τὸ ξύλο σταμάτησε καμιὰ φορά, ὁ Σωκράτης ἔκανε μονάχα αὐτό: ἔγραψε στὸ μέτωπό του «ὁ τάδε τό ῾κανε», ὅπως ἐπιγράφουν στοὺς ἀνδριάντες τὸ ὄνομα τοῦ γλύπτη. Ἦταν ἡ μόνη του ἐκδίκηση. Τὰ παραδείγματα αὐτὰ ἔχουν σχεδὸν τὴν ἴδια ἐπιδίωξη μὲ τὴν Ἁγία Γραφή μας. Γι᾿ αὐτὸ εἶπα ὅτι εἶναι γιὰ τὴν ἡλικία σας πολὺ ἀξιομίμητα. Λόγου χάρη, τὸ τελευταῖο περιστατικό, ἐκεῖνο τοῦ Σωκράτη, μοιάζει μὲ ὅ,τι παραγγέλλει ὁ Κύριος: ἂν σὲ χτυπήσει κανεὶς στὸ ἕνα μάγουλο, στρέψε του καὶ τὸ ἄλλο, ἀντὶ νὰ ὑπερασπίσεις τὸν ἑαυτό σου. Ὅσο γιὰ τὰ περιστατικὰ τοῦ Περικλῆ ἢ τοῦ Εὐκλείδη, θυμίζουν τὴν ἐντολὴ νὰ ὑπομένουμε ὅποιους μᾶς κάνουν κακὸ καὶ νὰ βαστᾶμε μὲ πραότητα τὴν ὀργή τους, νὰ μὴν καταριόμαστε ἀλλὰ νὰ ἀπαντᾶμε μὲ εὐχὲς στοὺς ἐχθρούς μας.
Ὅποιος προγυμνασθεῖ στὰ ἀρχαῖα ἐκεῖνα παραδείγματα, δὲν θὰ δυσπιστήσει στὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου σὰν ἀκατόρθωτες. Δὲν θὰ λησμονήσω καὶ τὴν πράξη τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, ποὺ ἀφοῦ ἔπιασε αἰχμάλωτες τὶς πανέμορφες, ὅπως λέγεται, κόρες τοῦ Δαρείου, δὲν καταδέχθηκε οὔτε νὰ τὶς κοιτάξῃ, θαρρώντας ντροπὴ γιὰ τὸν νικητὴ ἀνδρῶν νὰ νικηθεῖ ἀπὸ γυναῖκες. Αὐτὸ συμπίπτει μὲ τὸ εὐαγγελικό: ὅποιος ρίξει βλέμμα ἐπιθυμίας σὲ γυναίκα, ἔστω κι ἂν δὲν κάνει μοιχεία στὴν πράξη, μὲ τὸ νὰ δεχθεῖ ὅμως τὴ μοιχεία στὴν ψυχή του, εἶναι ἔνοχος. Ὅσο γιὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Κλεινία, μαθητῆ τοῦ φιλοσόφου καὶ μαθηματικοῦ Πυθαγόρα, εἶναι δύσκολο νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι τυχαίως συμπίπτει μὲ αὐτὴ τοῦ φιλοσόφου καὶ μαθηματικοῦ Πυθαγόρα. Τί ἔκανε ὁ Κλεινίας; Ἂν ὁρκιζόταν, θὰ γλίτωνε πρόστιμο τριῶν ταλάντων. Ἀλλὰ προτίμησε νὰ πληρώσει αὐτὸ τὸ ὑπέρογκο ποσὸ γιὰ νὰ μὴ πάρει ὅρκο, ἔστω κι ἂν ὁ ὅρκος θὰ ἦταν ἀληθινός. Κι αὐτὸ τὸ ἔκανε, ἴσως διότι ἄκουσε τὴν ἐντολή, ποὺ ἀπαγορεύει τὸν ὅρκο.
Μέγας Βασίλειος

Τρίτη 27 Ιουνίου 2023


Ὁ Θεὸς μόνο τὴν Ἐκκλησία ἐμπιστεύθηκε (α)
Ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς ξεκίνησε ὁ πειρασμὸς στὴ Δύση, ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς ξεκίνησε ἡ καταστροφὴ τῆς Δύσης. Ἀπὸ ἐκείνους τοὺς ἱερεῖς ποὺ χαλᾶνε κάθε τί ἱερὸ καὶ ἀναποδογυρίζουνε τὸν νόμο.
Ὁ ἀρχιερέας Ἀαρὼν δὲν σφυρηλάτησε τὸν χρυσὸ μόσχο στὴν ἔρημο καὶ ἄφησε τὸν λαὸ νὰ τὸν προσκυνᾶ ἀντὶ τὸν ἀληθινὸ Θεό;
Γιὰ χίλια χρόνια περίπου ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἀνατολὴ καὶ στὴ Δύση ἦταν μία Ἐκκλησία, μὲ τὸν ἴδιο νοῦ, μὲ τὴν ἴδια καρδιὰ καὶ μὲ τὴν ἴδια αἴσθηση καθήκοντος. Ἀλλά, στὸ τέλος τῆς χιλιετίας ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ Σωτήρα τοῦ κόσμου, ὁ ἁλυσοδεμένος σατανᾶς ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὴν κόλαση, γιὰ νὰ ἐξαπατήσει αὐτὸν τὸν κόσμο. Καὶ ὁ τρόπος τοῦ σατανᾶ δὲν εἶναι ὅπως ὁ τρόπος τοῦ Χριστοῦ. Ὅ Χριστός, ὅταν ἄρχισε νὰ χτίζει τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, ἐπέλεξε τοὺς πιὸ ἁπλοὺς καὶ πιὸ ἀσήμαντους ἀνθρώπους. Ὁ σατανᾶς ὅμως πάντα περιφρονοῦσε τοὺς μικροὺς καὶ ἀσήμαντους καὶ ἐνεργοῦσε διὰ μέσου τῶν ἀρχηγῶν, τῶν ἀρχιερέων, τῶν φιλοσόφων, τῶν βασιλιάδων, τῶν κυβερνητῶν, τῶν ἐπιστημόνων, τῶν καλλιτεχνῶν.
Στὸ τέλος τῆς πρώτης χιλιετίας ὁ σατανᾶς χτύπησε διὰ μέσου τοῦ ἀρχιερέα τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ἔβαλε τὴν ἰδέα νὰ χωρίσει ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐμφυσώντας μέσα του τὸ πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας. Ὁ σατανᾶς τὸν ἔβαλε νὰ συγκρουστεῖ μὲ τοὺς βασιλιάδες καὶ τοὺς ἡγεμόνες ὅλων τῶν χριστιανικῶν λαῶν χωρὶς ἰδιαίτερο λόγο: λόγω ἀξιωμάτων, λόγω ἐξουσίας. Δηλαδὴ γιὰ ὅλα ἐκεῖνα, γιὰ τὰ ὁποῖα ὁ Σωτήρας δὲν ἔδινε ἰδιαίτερη σημασία, ἀντίθετα τὰ ἔβαζε στὴν τελευταία θέση, στὴ χαμηλότερη βαθμίδα τῆς ἀξιολόγησής Του.
Ὁ ἀρχιερέας τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδὴ ἀποσχίστηκε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ξεκίνησε νὰ καταστρέφει κάθε τί ἱερὸ καὶ νὰ ἀνατρέπει τὸν νόμο. Κατέστρεψε κάθε τί ἱερό, ἐπειδὴ ἀρνήθηκε τὴ νηστεία, τὴ θεώρησε ἀνώφελη καὶ ξεκίνησε μία καθαρὰ αὐλικὴ ζωὴ στὸ σπίτι του. Ἀνέτρεψε τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν νόμο τῆς πίστης, τὸν νόμο τῆς καλῆς συμπεριφορᾶς. Ἄλλαξε τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ ἔκανε πιὸ εὔκολο τὸν ἀγώνα τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴ σωτηρία μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο: Μὲ δωρεές, μὲ λίγες καὶ σύντομες προσευχές. Σὰν νὰ ἔλεγε, ὅσο περνοῦσαν τὰ χρόνια, στὸν Χριστό:
-Πρέπει νὰ ξέρουμε ποιός εἶναι πρῶτος στὴν αὐτοκρατορία Σου.
-Δὲν ἀπάντησες σωστὰ στὴν ἐρώτηση ποὺ σοῦ ἔκαναν οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, ὅταν εἶπες πώς, ὅποιος θέλει νὰ γίνει πρῶτος, πρέπει νὰ γίνει δοῦλος σὲ ὅλους. Δὲν ἀπάντησες σωστά, ὅταν εἶπες πὼς ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἦρθε ὄχι γιὰ νὰ Τὸν ὑπηρετοῦν, ἀλλὰ Αὐτὸς νὰ ὑπηρετεῖ. Καὶ στὸ τέλος γιὰ νὰ γίνει ἀκόμα μεγαλύτερη σύγχυση, ἔπλυνες τὰ βρώμικα πόδια τῶν ψαράδων.
-Ἡ ἱστορία ἀπέδειξε πὼς ἔκανες λάθος, καὶ πὼς οἱ λαοὶ εἶναι σὰν τὰ πρόβατα. Πριν ἀπὸ ὅλα ζητοῦν ἀρχηγὸ καὶ κυρίως ζητοῦν ἕναν ἀρχηγὸ ἀλάνθαστο. Αὐτὸ εἶναι βασικὸ καὶ κύριο σὲ κάθε κοινωνία καὶ σὲ κάθε λαό. Ἐσὺ δὲν μποροῦσες νὰ τὸ ξέρεις αὐτό, ἐπειδὴ λίγα χρόνια ἔζησες σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο.
-Πέθανες νέος καὶ δὲν μελέτησες τὴ ψυχολογία τῆς μάζας. Ἀλλά, ἐμεῖς οἱ ἀρχιερεῖς τελειώσαμε μεγάλες σχολές, ταξιδέψαμε πολὺ στὸν κόσμο καὶ ζήσαμε δύο φορὲς περισσότερο ἀπὸ ἐσένα. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο εἶναι σωστὸ νὰ ἀφήσεις ἐμᾶς ποὺ ἔχουμε μεγαλύτερη ἐμπειρία νὰ λύσουμε αὐτὸ τὸ ζήτημα. Ἐσύ, ἂς εἶσαι στὸν οὐρανὸ ὅ,τι ἐπιθυμεῖς, ἄσε σὲ μᾶς τὴ γῆ. Γίνε ὁ Θεὸς στὸν οὐρανὸ καὶ ἐμεῖς Θεὸς στὴ γῆ. Ἂς εἶσαι ἐσὺ ἀλάνθαστος στὸν οὐρανὸ καὶ ἐμεῖς ἀλάνθαστοι στὴ γῆ. Θὰ δεῖς πὼς αὐτὸ τὸ πρακτικὸ πρόγραμμα εἶναι πολὺ καλύτερο ἀπὸ τὸ δικό Σου, τὸ ὁποῖο εἶναι ἰδεαλιστικό, νεανικὸ πρόγραμμα. Ἄκουσε ἐμᾶς, τοὺς γέρους, οἱ ὁποῖοι ἐδῶ καὶ χίλια χρόνια παλεύουμε μὲ τὸ ὄνομά Σου καὶ μ’ αὐτὸν τὸν ἀνήθικο κόσμο. Ἂν ἄκουγες ἐμᾶς, τοὺς ἡλικιωμένους, οὔτε ποὺ θὰ σταυρωνόσουν.
Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023


Ὁ ἱππότης καὶ ὁ θάνατος
Καθὼς σὲ βλέπω ἀκίνητο
Μὲ τοῦ Ἀκρίτα τ᾿ ἄλογο καὶ τὸ κοντάρι τοῦ Ἅη-Γιωργιοῦ νὰ ταξιδεύεις στὰ χρόνια
Μπορῶ νὰ βάλω κοντά σου
Σ᾿ αὐτὲς τiς σκοτεινὲς μορφὲς ποὺ θὰ σὲ παραστέκουν αἰώνια
Ὥσπου μιά μέρα νὰ σβηστεῖς κι ἐσὺ παντοτινὰ μαζί τους
Ὥσπου νὰ γίνεις πάλι μιά φωτιὰ μὲς στὴ μεγάλη Τύχη ποὺ σὲ γέννησε
Μπορῶ νὰ βάλω κοντά σου
Μιὰ νεραντζιὰ στοῦ φεγγαριοῦ τοὺς χιονισμένους κάμπους
Καὶ τὸ μαγνάδι μιᾶς βραδιᾶς νὰ ξεδιπλώσω μπροστά σου
Μὲ τὸν Ἀντάρη κόκκινο νὰ τραγουδάει τὰ νιάτα
Μὲ τὸ Ποτάμι τ᾿ Οὐρανοῦ νὰ χύνεται στὸν Αὔγουστο
Καὶ μὲ τ᾿ Ἀστέρι τοῦ Βοριᾶ νὰ κλαίει καὶ νὰ παγώνει—
Μπορῶ νὰ βάλω λιβάδια
Νερὰ ποὺ κάποτε πότισαν τὰ κρῖνα τῆς Γερμανίας
Κι αὐτὰ τὰ σίδερα ποὺ φορεῖς μπορῶ νὰ σοῦ τὰ στολίσω
Μ᾿ ἕνα κλωνὶ βασιλικὸ κι ἕνα ματσάκι δυόσμο
Μὲ τοῦ Πλαπούτα τ᾿ ἄρματα καὶ τοῦ Νικηταρᾶ τὶς πάλλες.
Μὰ ἐγὼ ποὺ εἶδα τοὺς ἀπογόνους σου σὰν πουλιὰ
Νὰ σκίζουν μιάν ἀνοιξιάτικη αὐγὴ τὸν οὐρανὸ τῆς πατρίδας μου
Κι εἶδα τὰ κυπαρίσσια τοῦ Μοριᾶ νὰ σωπαίνουν
Ἐκεῖ στὸν κάμπο τοῦ Ἀναπλιοῦ
Μπροστὰ στὴν πρόθυμη ἀγκαλιὰ τοῦ πληγωμένου πελάγου
Ὅπου οἱ αἰῶνες πάλευαν μὲ τοὺς σταυροὺς τῆς παλληκαριᾶς
Θὰ βάλω τώρα κοντά σου
Τὰ πικραμένα μάτια ἑνὸς παιδιοῦ
Καὶ τὰ κλεισμένα βλέφαρα
Μέσα στὴ λάσπη καὶ τὸ αἷμα τῆς Ὀλλανδίας.
Αὐτὸς ὁ μαῦρος τόπος
Θὰ πρασινίσει κάποτε.
Τὸ σιδερένιο χέρι τοῦ Γκὲτς θ᾿ ἀναποδογυρίσει τ᾿ ἁμάξια
Θὰ τὰ φορτώσει θημωνιὲς ἀπὸ κριθάρι καὶ σίκαλη
Καὶ μὲς στοὺς σκοτεινοὺς δρυμοὺς μὲ τὶς νεκρὲς ἀγάπες
Ἐκεῖ ποὺ πέτρωσε ὁ καιρὸς ἕνα παρθένο φύλλο
Στὰ στήθια ποὺ σιγότρεμε μιά δακρυσμένη τριανταφυλλιὰ
Θὰ λάμπει ἕνα ἄστρο σιωπηλὸ σὰν ἀνοιξιάτικη μαργαρίτα.

Μὰ σὺ θὰ μένεις ἀκίνητος
Μὲ τοῦ Ἀκρίτα τ᾿ ἄλογο καὶ τὸ κοντάρι τ᾿ Ἅη-Γιωργιοῦ θὰ ταξιδεύεις στὰ χρόνια
Ἕνας ἀνήσυχος κυνηγὸς ἀπ᾿ τὴ γενιὰ τῶν ἡρῴων
Μ᾿ αὐτὲς τὶς σκοτεινὲς μορφὲς ποὺ θὰ σὲ παραστέκουν αἰώνια
Ὥσπου μιὰ μέρα νὰ σβηστεῖς καὶ σὺ παντοτεινὰ μαζί τους
Ὥσπου νὰ γίνεις πάλι μιὰ φωτιὰ μὲς στὴ μεγάλη Τύχη ποὺ σὲ γέννησε
Ὥσπου καὶ πάλι στὶς σπηλιὲς τῶν ποταμιῶν ν᾿ ἀντηχήσουν
Βαριὰ σφυριὰ τῆς ὑπομονῆς
Ὄχι γιὰ δαχτυλίδια καὶ σπαθιὰ
Ἀλλὰ γιὰ κλαδευτήρια κι ἀλέτρια.
Νίκος Γκάτσος

Κυριακή 25 Ιουνίου 2023

 


Σὲ τί θὰ καταντήσωμεν ὅταν ἀδικῆται τὸ δίκιον

Οἱ Ἐκλαμπρότητές σας ἤσασταν ἅγιοι εἰς τὸν Ἀγώνα καὶ λευτερώσετε τὴν πατρίδα, καὶ τὸ στρατιωτικὸν ὅλοι λησταὶ καὶ θερία ἀνήμερα! Καὶ πῶς ὑποφέρετε μ᾿ αὐτούς; Ἦταν τὰ πατριωτικά σας αἰστήματα καὶ οἱ γενναῖες σας θυσίες πρὸς ὄφελον αὐτῆς τῆς πατρίδας! Αὐτὸ ἐφάνη κι᾿ ἀπὸ τὸν διορισμὸν εἰς τὰ τάματα τῶν συντρόφωνέ σας. Καὶ πῆγα κ᾿ ἔβαλα μὲ δάκρυα εἰς τὸν Ἀϊντὲκ αὐτὰ ὑπόψει του καὶ σὲ τί θὰ καταντήσωμεν ὅταν ἀδικῆται τὸ δίκιον. Καὶ τὰ χάλασε ὅλα αὐτά. Μίλησα καὶ τοῦ Βασιλέως, ὅταν παρουσιάστηκα. Καὶ μπῆκε σὲ συμπάθειον ὁ Βασιλέας καὶ ἡ Ἀντιβασιλεία. Τότε μὲ βάλετε ῾στὴν ὀργὴ τῆς Ἀντιβασιλείας. Τότε ἔφυγα καὶ ἦρθα ἐδῶ· καὶ ἦρθε κι᾿ ὁ Ψύλλας καὶ μοῦ εἶπε τὰ ἴδια ὡς ὑπουργὸς τοῦ Ἐσωτερκοῦ. Μοῦ εἶπε ὅτ᾿ ἤμαστε ὅλοι λησταί. Τότε ἐστείλετε ἄνθρωπον νὰ μὲ ῾ρεθίση καὶ τὸν πλάκωσα μὲ τὸ δαυλί. Κι᾿ ὁ Κωλέτης μό ῾στειλε τὸν Κλεομένη του. Τότε φυλακώσετε ὅλους τοὺς ὁπλαρχηγοὺς εἰς τ᾿ Ἀνάπλι. Κ᾿ ἔπαθαν τόσοι ἀγωνισταί. Καὶ χάθηκαν ἀπὸ τὴν τζελατίνα κι᾿ ἀπὸ τὸ ντουφέκι. Ἀπὸ αὐτόν σας τὸν πατριωτισμὸν καὶ θυσίες μπήκετε σὲ σημαντικὲς θέσες, γίνετε πρέσβες μὲ χοντροὺς μιστοὺς καὶ μὲ πλῆθος σταυρούς. Ὅποτε σᾶς λένε οἱ ξένοι σας φίλοι ντύνεστε τὸ πουκάμισο τῆς ἀρετῆς· κλαῖτε τὴν πατρίδα καὶ τοὺς ἀγωνιστᾶς καθὼς κλαίγει ἡ φώκια τὸν πνιμένον – εἶναι τὰ δάκρυά της καυτερά, σαπίζει τὸν πνιμένον καὶ κάθεται καὶ τὸν τρώγει.

Εἰς τὴν Ἀθήνα μὲ δυὸ χιλιάδες ἱππικό του Κιουτάγια καὶ μὲ πλῆθος πεζικὸν σκοτώθηκαν Ἕλληνες ἑφτακόσοι ἢ ὀχτακόσοι· σὲ μιὰ ἐκλογὴ τοῦ Ἐκλαμπρότατου Μαυροκορδάτου καὶ συντροφιᾶς του εἰς τὴν Μεσσηνίαν καὶ Σπάρτη οἱ σκοτωμοὶ πέρασαν αὐτὸν τὸν ἀριθμόν. Καὶ οἱ κάτοικοι καταφανίστηκαν κι᾿ ἀπὸ κατάστασιν κι᾿ ἀπὸ ζωντανὰ κι᾿ ἀπὸ δενδροφυτεῖες. Ἄσε τοῦ Κωλέτη – οὔτε γράφονται, οὔτε θέλουν γραφτοῦνε οἱ προκοπές του. Ὅμως αὐτὸς δικαιολογέται, ὅτι ἡ ἐδική σου ἡ συντροφιά, κύριε Μαυροκορδᾶτε, ἄνοιξε αὐτείνη τὴν στράτα. Καὶ πόσοι χάθηκαν καὶ χάνονται ὡς τὴν σήμερον καὶ πόσοι θὰ χαθοῦμεν ἀκόμα κ᾿ ἐμεῖς δὲν ξέρομεν. Ὅτι τὰ φῶτα κι᾿ ὁ πατριωτισμὸς φαίνεται ὡς τὴν σήμερον ὁλουνῶν.

Δείξατε τί πατριωτισμὸν καὶ τί ἐθνικὰ φρονήματα εἴχετε κ᾿ ἐσεῖς καὶ οἱ συντρόφοι σας, οἱ ρήτορές σας οἱ φιλελεύτεροι, οἱ φόρτζα Σεπτεβριανοὶ καὶ Συνταματικοί, ὁποῦ ἄφριζαν εἰς τὸ βῆμα κ᾿ ἐνθουσιάζαν γενικῶς τοὺς Ἕλληνες – μὲ λόγια παχιὰ καὶ μ᾿ ἀσκιὰ μ᾿ ἀγέρα. Τώρα αὐτεῖνοι οἱ ρήτορες, οἱ φιλελεύτεροι, εἶναι ὅλοι σήμερον βουλευταὶ μ᾿ ἔλεος τῆς Αὐλῆς καὶ τῶν ὑπουργῶν. Τί κάνουν σήμερα αὐτεῖνοι; Ὅ,τι κάμετε κ᾿ ἐσεῖς οἱ ἀρχηγοί τους. Ἤσασταν πρῶτα φιλελεύτεροι; Εἰς τὸ ὑπουργεῖον τοῦτο, ὁποῦ ῾ναι ὁ Χρηστίδης ὑπουργός, ὁποῦ ῾ναι ὁ Γιωργαντᾶς ὁ γνωστός, ὁποῦ ῾ναι τέλος πάντων τὸ χτεσινὸ παιδὶ ὁ Ντεληγιάννης, προσκυνήσετε, ἀρνηθήκετε ὅλα ὅσα κάμετε· ὅσα εἴπετέ σας βάλαν καὶ τὰ γλύψετε σὰ νὰ μὴν τὰ εἴπετε, καὶ τότε κάμαν ἔλεος καὶ σᾶς βγάλαν βουλευτάς· καὶ λάβετε τὴν διαταγὴ κι᾿ ὁδηγίες τοῦ Ντεληγιάννη καὶ πᾶτε πρέσβες οἱ Ἐκλαμπρότητές σας. Καὶ οἱ ρήτορές σας ρητορεύουν εἰς τὸ βῆμα κι᾿ ὅ,τι νομοσκέδια δίνουν οἱ ὑπουργοί, «σοί, Κύριε». Τέτοιοι εἶστε ἐσεῖς, τέτοιοι εἶναι κ᾿ οἱ ὀπαδοί σας. Φανήκετε ὅλοι τί ἀξίζετε καὶ τί κάμετε εἰς τὴν πατρίδα ἀρχὴ καὶ τέλος. Σᾶς θεωροῦσαν οἱ μέσα καὶ οἱ ἔξω πὼς κάτι ἤσασταν· κ᾿ εἶστε ὅ,τι εἶστε. Ἤσασταν ὅ,τι θεωροῦσαν οἱ Εὐρωπαῖοι τὸν Σουλτάνο καὶ δὲν τολμοῦσαν νὰ τοῦ ἀφαιρέσουν τὸν τίτλο τοῦ «Γκρανσινιόρη». Ὅσο ἔλεπαν τὸ τζαμὶ εἰς τὴν Βγιέννα σκιάζονταν κ᾿ ἔτρεμαν νὰ μὴν πάγη καὶ παραμέσα καὶ φκειάση κι᾿ ἄλλα τζαμιά. Κι᾿ ἀπὸ αὐτὸν τὸν φόβον κάποτε τοῦ πλέρωναν καὶ φόρον. Κι᾿ ὅταν βήκαν μιὰ χούφτα ἄνθρωποι καὶ τοὺς ἀπόδειξαν ὅτι δὲν ἔχει πλέον ὁ Γκρανσινιόρης μαστόρους νὰ χτίση τζαμιά, ὅτι θὰ πέσουν κι᾿ αὐτὰ ὁποῦ ἔχει, ἀπὸ τότε τὸν λένε «ὁ Τοῦρκος». Καὶ δι᾿ αὐτὸ οἱ εὐεργέτες μας βάνουν τὰ φῶτα τους νὰ μᾶς προκόψουν. Ὅμως καὶ χωρὶς κανένας ἀπὸ αὐτοὺς νὰ μᾶς πειράξη μ᾿ ἔργα, ἂς εἶστε καλὰ ἐσεῖς ὁποῦ δὲν ἀφήσετε κανένα κουσούρι καὶ μᾶς καταντήσετε τέτοιους ὁποῦ εἴμαστε.

Στρατηγὸς Μακρυγιάννης

Σάββατο 24 Ιουνίου 2023

 


Τῆς νύχτας οἱ ἀρματωλοὶ καὶ τῆς αὐγῆς οἱ κλέφταις

Τὸ ἑπόμενον ἄσμα συνέδεσεν ὁ Κολοκοτρώνης πρὸς ἀνδραγάθημά του, κατὰ τὴν ἐποχὴν ποὺ ἦτο κλέφτης ‘ς τὰ βουνά. Τὸ γεγονὸς διηγεῖτο ὁ ἴδιος, καὶ τὴν διήγησιν αὐτοῦ κατέγραψεν ὁ Τερτσέτης, ἀκούσας παρὰ γραίας ἐκ τῆς οἰκογενείας τῶν Κολοκοτρωναίων.

Ἔχει ὡς ἑξῆς:

Ἦταν Λαμπρὴ ἀνήμερα, ἦταν ὀγδοήντα σύντροφοι, καὶ ἦτον εἰς τὸ μεγαλύτερο βουνὸ τῆς Πελοποννήσου. Ἀπὸ ἡμέραις τοὺς εἶχαν εἴδηση δωσμένη, ὅτι θὰ πᾶνε ἁλυσοδεμένους ἑκατὸν πενήντα ἀνθρώπους. Ἐδιαμοίρασα, ἔλεγεν ὁ Κολοκοτρώνης, τοὺς μισοὺς συντρόφους εἰς τὸ ἄλλο βουνό, ἔβαλα τὰ καραούλια μὲ μεγάλη πρόβλεψη, διὰ νὰ κάμωμε τὴ Λαμπρή μας ἀσφαλισμένοι. Ἐδιαμοιρασθήκαμε λοιπὸν καὶ τοὺς εἶπα: Ἒ, ἀδελφοὶ χριστιανοί, νὰ εἴμασθε συγκεντρωμένοι, ὄχι, ὄχι ποὺ μᾶς ὀνομάζουν οἱ ἄρχοντες καὶ τὸ γουναρικὸ κλέφταις, νὰ ἐλευθερώσουμε τοὺς ζωντανούς. Ἂν θέλετε νὰ μ' ἀκούσετε, νὰ κρεμάσωμε τὰ χαμαλιά μας εἰς τὰ ἔλατα. Αὐτὰ εἶναι ἡ ἐκκλησία μας, ἡ Λαμπρή μας, καὶ νὰ ἀσπασθοῦμεν καὶ νὰ ἐλευθερώσουμε τοὺς ἀδελφούς μας, ποὺ πᾶνε νὰ τοὺς φυλακίσουν διὰ παντὸς εἰς τὰ δεσμά. Ἀπάνω ποὺ καθήσαμε νὰ φᾶμε, εἶπα πάλε: Ἂν εἴμαστε ἀδελφοί, νὰ χύσωμε τὸ αἷμα μας διὰ τοὺς ἀδελφούς μας. Πρῶτα τους ὠρμήνευσα μιλητά, ἔπειτα τὸ ἔκαμα καὶ τραγούδι καὶ τοὺς τὸ ἐτραγούδησα.

Ἀπάνω ποὺ ἐκόψανε τ’ ἀρνιὰ τὰ ψημένα, ὁ Θεὸς τοὺς ἐπῆγε τοὺς Τούρκους καὶ τοὺς ἐκτύπησαν, ἐλαβώθηκε ἕνας πρῶτος ἀπὸ τὰ παλληκάρια, ἐσκοτώθη ἕνας πρῶτος ἐξάδελφος τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ πῆραν τὸ κεφάλι του. Ἔκαμαν πόλεμο. Ἤσαν δύο χιλιάδες στρατιῶται. Ἀπὸ τοὺς Τούρκους ἐσκοτώθησαν ὀγδοήντα ἑπτά. Μᾶς βοήθησε, ἔλεγεν ὁ Κολοκοτρώνης, ἡ Παναγία ἡ Θεοτόκος καὶ ἡ καθαριότητά μας, ὅπου ἐπήγαμε νὰ ἐλευθερώσωμε τοὺς ἀδελφούς μας".

Τῆς νύχτας οἱ ἀρματωλοὶ καὶ τῆς αὐγῆς οἱ κλέφταις

ὁλονυχτὶς κουρσεύανε καὶ ταῖς αὐγαῖς κοιμῶνται.

Κοιμῶνται 'ς τὰ δασὰ κλαριὰ καὶ 'ς τοὺς παχιοὺς τοὺς ἤσκιους.

Εἶχαν ἀρνιὰ καὶ ψήνανε, κριάρια σουβλισμένα,

μὰ εἶχαν κ' ἕνα γλυκὸ κρασί, ποὺ πίν' τὰ παλληκάρια.

Κ’ ἕνας τὸν ἄλλον ἔλεγαν, κ' ἕνας τὸν ἄλλον λέει.

"Καλὰ τρῶμε καὶ πίνουμε καὶ λιανοτραγουδᾶμε,

δὲν κάνουμε κ’ ἕνα καλό, καλὸ γιὰ τὴν ψυχήν μας;

-ὁ κόσμος φκειάνουν ἐκκλησιαῖς, φκειάνουν καὶ μοναστήρια,

- νὰ πᾶμε νὰ φυλάξουμε 'ς τῆς Τρίχας τὸ γεφύρι,

ποῦ θὰ περάση ὁ βόϊβοντας μὲ τοὺς ἁλυσωμένους

-νὰ κόψουμε τοὺς ἅλυσους νὰ βγοῦν οἱ σκλαβωμένοι,

νὰ βγῆ τῆς χήρας τὸ παιδί, π' ἄλλο παιδὶ δὲν ἔχει,

π' αὐτὴ τὸ 'χει μονάκριβο 'ς τὸν κόσμο ξακουσμένο".

Παρασκευή 23 Ιουνίου 2023

 


Βιαία πνοὴ

Στὸ Εὐαγγέλιο ἡ ὁδὸς τοῦ Κυρίου προπαρασκευάζεται συχνὰ μὲ «σκληροὺς λόγους». Γιὰ παράδειγμα, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἀποκαλοῦσε τὰ τέκνα τῶν Ἑβραίων «γεννήματα ἐχιδνῶν». Ἡ φράση αὐτὴ ἑρμηνευόταν ἀπὸ τὸν Γέροντα Σωφρόνιο ὡς ἑξῆς: Μὲ τὸν βαρὺ αὐτὸ χαρακτηρισμὸ ὁ Τίμιος Πρόδρομος παρηγοροῦσε τὸν λαὸ μέσα ἀπὸ τὴ συντριβὴ ποὺ τοῦ προξενοῦσε. Ἡ συντριβὴ ταπεινώνει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ἡ ταπείνωση τὴν διευρύνει, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, τὴ χάρη τοῦ Παρακλήτου, ποὺ εἶναι καὶ ἡ μόνη ἀληθινὴ παρηγοριά.

Ὅλοι οἱ σκληροὶ λόγοι, τότε, μποροῦν νὰ ἐννοηθοῦν μέσω τῶν λόγων τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Τὶς ἐστιν ὁ εὐφραίνων με, εἰ μὴ ὁ λυπούμενος ἐξ ἐμοῦ;» Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ὁ Ἀπόστολος φέρνει τὰ πνευματικά του τέκνα σὲ συντριβή, προκαλώντας μέσα τους τὴ συναίσθηση ὅτι ἡ ζωή τους δὲν εἶναι, ὅπως θὰ ὄφειλε. Τοὺς ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση, καί, μὲ τὴ βοήθειά της, στὴ χάρη. Γιατὶ ὁ Θεὸς «ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Στὴ συνέχεια, ὅπως λέγεται στὴν πρώτη εὐχὴ τῆς χειροτονίας πρεσβυτέρου, ἀκολουθεῖ «ἡ θεία χάρις, ἡ πάντοτε τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα».

Στὴ ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ ἕνας σκληρὸς λόγος ἰσοδυναμεῖ μὲ τὴ «βιαία πνοή». Ἐκδιηγεῖται τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ καὶ προξενεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου βαθειὰ μεταμέλεια. Ἡ συντριβὴ αὐτὴ εἶναι ὁ πρόδρομος τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Οἱ «σκληροὶ λόγοι» τῶν ἁγίων Γραφῶν προκαλοῦν στὴν καρδιὰ προφητικὸ «συσσεισμό». Ὅπως κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔπνευσε πρῶτα ἡ βίαιη πνοὴ καὶ ὕστερα ξεχύθηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «ἐπὶ πᾶσαν σάρκα», ἔτσι καὶ τώρα ὁ πνευματικὸς συσσεισμὸς κάνει νὰ ἀναφανεῖ ἡ καινὴ καρδιά, ὄχι ἡ λίθινη, ἀλλὰ ἡ εὐαίσθητη ποὺ εἶναι ἱκανὴ νὰ προσλάβει τὸ χάρισμα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἡ καρδιὰ αὐτὴ εἶναι τόσο πολύτιμη ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ὥστε κάθε κραυγὴ ἢ ἐπίκλησή της συγκεντρώνει ὅλη τὴν προσοχή Του καὶ ἑλκύει τὴ χάρη Του.

Ἱερομόναχος Ζαχαρίας Ζάχαρου

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023


Στοὺς τρεῖς γιούς μου, τὴν κόρη μου, τὰ ἐγγόνια καὶ δισέγγονά μου
Ἡ πνευματικὴ διαθήκη μου (Α)
Εἶμαι πλέον 79 χρονῶν. Ἡ καρδιά μου ἐξασθενεῖ καὶ οἱ δυνάμεις μου μὲ ἐγκαταλείπουν καὶ εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι πλησιάζει ἡ ὥρα τῆς ἀναχώρησής μου ἀπὸ τούτη τὴ γῆ.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἄφησε διαθήκη σὲ ὅλους τοὺς Χριστιανούς. «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ».
Δὲν τολμῶ βέβαια νὰ πῶ πρὸς ὅλους τους Χριστιανούς, ἀλλὰ σὲ σᾶς, τὰ παιδιά μου, μπορῶ νὰ πῶ: Μιμηθεῖτε ἐμένα, ὅπως καὶ ἐγὼ τὸν Ἀπ. Παῦλο. Ἦταν σκληρὴ καὶ δύσκολη ἡ ζωή μου, ἀλλὰ οὐδέποτε προσευχήθηκα στὸν Θεὸ νὰ γίνει εὔκολη.
Διότι εἶναι «στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωὴν καὶ ὀλίγοι εἰσιν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν».
Καὶ ἀκόμη, «διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».
Διαβάστε ἀκόμη τὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου. «Τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι».
Γιὰ περισσότερα ἀπὸ 25 χρόνια ἡ ζωή μου ἦταν συνυφασμένη μὲ τὴν ἐργασία τοῦ ἀγροτικοῦ χειρουργοῦ καὶ καθηγητῆ τῆς χειρουργικῆς, καὶ μετὰ ἕνδεκα χρόνια διώξεων γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μέσα στὶς φυλακὲς καὶ στὶς σκληρὲς ἐξορίες.
Ἀπὸ τὸ 1944 συνδύαζα τὴν ἐπίπονη διακονία τοῦ Ἐπισκόπου μὲ τὴν θεραπεία τῶν τραυματιῶν στὸ Ταμπὼφ καὶ μόλις τὸ 1946 ὁλοκληρώθηκε ἡ χειρουργική μου δραστηριότητα καὶ παρέμεινε μόνον ἡ Ἀρχιερατική.
Στὸν πολὺ κόσμο ἦταν ἀκατανόητο πῶς μποροῦσε ἕνας μεγάλος χειρουργός, ποὺ τιμήθηκε μὲ τὸ Α' βραβεῖο Στάλιν, νὰ ἀφήσει τὴ χειρουργικὴ καὶ νὰ γίνει Ἐπίσκοπος. Ὅμως δὲν ὑπάρχει τίποτα τὸ περίεργο σ' αὐτό, γιατὶ ἀπὸ τὰ νεανικά μου κιόλας χρόνια, ὁ Κύριος μὲ προόρισε γιὰ τὴν ὑπέρτατη μορφὴ διακονίας σ’ Αὐτὸν καὶ τοὺς ἀνθρώπους.
Ὅταν τελείωσα τὸ Γυμνάσιο, στὴν τελετὴ ἀποφοίτησης, ἔλαβα ἀπὸ τὸν Διευθυντὴ τοῦ σχολείου τὸ ἀπολυτήριο Γυμνασίου, τὸ ὁποῖο τὸ εἶχε βάλει στὸ Ἱερὸ βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης. Τὸ εἶχα διαβάσει καὶ πρίν, ἀλλὰ τώρα, ὅταν διάβασα ἐκ νέου τὰ λόγια του Χριστοῦ ἀπευθυνόμενα στοὺς Ἀποστόλους: «ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι», ἡ καρδιά μου σκίρτησε καὶ ἀναφώνησα σιωπηλά: «Ὤ, Κύριε! Σοῦ λείπουν οἱ ἐργάτες;».
Πέρασαν χρόνια. Ἔγινα διδάκτωρ τῆς Ἰατρικῆς καὶ σκέφθηκα νὰ γράφω τὸ βιβλίο «Δοκίμια γιὰ τὴ χειρουργικὴ τῶν πυογόνων λοιμώξεων». Ὅταν πῆρα τὴν ἀπόφαση αὐτή, μοῦ ἦρθε στὸ μυαλὸ ἡ ἑξῆς περίεργη σκέψη: «Ὅταν θὰ ὁλοκληρωθῆ τὸ βιβλίο αὐτό, θὰ τὸ ὑπογράφει τὸ ὄνομα ἑνὸς ἐπισκόπου». Δὲν μποροῦσα νὰ καταλάβω ἀπὸ ποῦ προερχόταν αὐτὴ ἡ σκέψη. Λίγα χρόνια ἀργότερα, ὅμως, κατάλαβα ὅτι ἦταν μία σκέψη ποὺ μοῦ εἶχε ὑποβληθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, διότι μετὰ τὴν πρώτη μου σύλληψη, στὸ γραφεῖο τοῦ διοικητῆ τῶν φυλακῶν, ὁλοκλήρωσα τὴν πρώτη ἔκδοση τοῦ βιβλίου μου καὶ στὸ ἐξώφυλλο ἔγραφα: «Ἐπίσκοπος Λουκᾶς, Δοκίμια γιὰ τὴν χειρουργικὴ τῶν πυογόνων λοιμώξεων».
Πέρασαν ἀκόμη δύο χρόνια. Ἤμουν στὴν πρώτη ἐξορία στὴ Σιβηρία, στὴν πόλη Γενισέισκ. Ἦρθε τότε ἐντελῶς ξαφνικὰ νὰ μὲ συναντήσει ἕνας μοναχὸς ἀπ' τὸ Κρασνογιάρσκ. Στὴν πόλη αὐτὴ ὅλοι οἱ ἱερεῖς εἶχαν προσχωρήσει στοὺς «νεωτεριστές», καὶ ὁ πιστὸς στὴν κανονικὴ Ἐκκλησία λαὸς ἔστειλε αὐτὸν τὸν μοναχὸ νὰ χειροτονηθεῖ ἱερέας, ὄχι σὲ μένα στὸ Γενισέισκ, ἀλλὰ στὸ Μινουσὶνσκ σὲ ἕναν ἄλλο ὀρθόδοξο ἐπίσκοπο. Μία ἀνεξήγητη ὅμως δύναμη τὸν καθοδήγησε σὲ μένα στὸ Γενισέισκ. Ὅταν μὲ ἀντικρυσε, ξαφνιάστηκε, πάγωσε καὶ βουβάθηκε. Ἀποδείχθηκε πώς, ὅταν μὲ εἶδε, ἀναγνώρισε ξεκάθαρα ἐκεῖνον τὸν ἀρχιερέα ποὺ εἶχε δεῖ σὲ ἕνα ἀξέχαστο ὄνειρο, νὰ τὸν χειροτονεῖ ἱερέα δέκα χρόνια πρίν, ἐνῶ ἐγὼ ἐκεῖνον τὸν καιρὸ ἤμουν δημογιατρὸς στὴν πόλη Περεζλάβλ, Ζαλέσκι.
Ὁ Κύριος ὁ Θεὸς μὲ προίκισε μὲ διάφορα ταλέντα. Ταυτόχρονα μὲ τὸ Γυμνάσιο, τελείωσα καὶ τὴ Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Κιέβου. Εἶχα μεγάλο ταλέντο στὴ ζωγραφικὴ καὶ ἀποφάσισα νὰ δώσω στὴν Ἀκαδημία Καλῶν Τεχνῶν στὴν Ἁγία Πετρούπολη. Στὰ μισὰ τῶν ἐξετάσεων ὅμως τὶς ἐγκατέλειψα, γιατὶ θεώρησα πὼς πρέπει νὰ ὑπηρετήσω τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους μὲ ἔργο πιὸ ὠφέλιμο ἀπ' ὅ,τι ἡ ζωγραφική. Ἂν καὶ κεῖνο τὸ διάστημα εἶχε ξεκαθαρίσει μέσα μου ἡ κατεύθυνση τῆς ζωγραφικῆς δραστηριότητας τὴν ὁποία θὰ ἀκολουθοῦσα, ἐὰν δὲν ἐγκατέλειπα τὴ ζωγραφική: θὰ ἦταν καθαρὰ θρησκευτικὴ κατεύθυνση, ἢ θὰ ἀκολουθοῦσα τὰ ἴχνη τῶν Β. Βασνετσὼφ καὶ Νέστερωφ.
Ἀπὸ τότε μὲ ἀπασχολοῦσαν πολὺ καὶ ἐπίμονα τὰ δύσκολα ζητήματα τῆς θεολογίας. Τὸ βασικὸ στοιχεῖο τοῦ χαρακτήρα μου ἦταν ἡ ἔντονα ἔκδηλη ἐπιθυμία νὰ ὑπηρετῶ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ μόνο χάρη σ' αὐτό, παρὰ τὴν μεγάλη ἀντιπάθειά μου πρὸς τὶς φυσικὲς ἐπιστῆμες, ἔδωσα ἐξετάσεις στὴν Ἰατρικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Κιέβου καὶ τελείωσα μὲ ἄριστα.
Ἀπὸ τὸ Πανεπιστήμιο κιόλας ἐκδηλώθηκε τὸ μεγάλο μου ταλέντο τοῦ ἀνατόμου καὶ χειρουργοῦ καὶ οἱ συμφοιτητές μου δὲν ἤθελαν κὰν νὰ ἀκούσουν πὼς προτίθεμαι νὰ γίνω δημογιατρός. Εἶχαν ἀποφασίσει ὁμόφωνα πὼς θὰ γίνω καθηγητὴς ἀνατομίας ἢ χειρουργικῆς. Ἀπ' ὅ,τι γνωρίζετε, εἶχαν μαντέψει σωστὰ τὸ μέλλον μου.
Ὡς δημογιατρὸς ἐργάστηκα γιὰ δεκατρία χρόνια ἀπὸ 12 ἕως 14 ὧρες τὴν ἡμέρα. Σκεφτόμουν σοβαρὰ νὰ ἐγκαταλείψω τὸ δημοτικὸ νοσοκομεῖο καὶ νὰ πάω σὲ ἀπομακρυσμένα χωριὰ ὅπου οἱ δύστυχοι ἄνθρωποι πεθαίνουν δίχως νάχουν καμμιὰ ἰατρικὴ βοήθεια. Ὁ Κύριος, ὅμως, εἶχε ἀποφασίσει διαφορετικὰ γιὰ μένα. Μὲ ἔστειλε στὴν Τασκένδη, ὅπου ἤμουν ἕνας ἀπὸ τοὺς διοργανωτὲς τοῦ Πανεπιστημίου Μέσης Ἀσίας καὶ καθηγητὴς τῆς τοπογραφικῆς ἀνατομίας καὶ ἄμεσης χειρουργικῆς. Ἦταν οἱ ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 1920.
Στὰ χρόνια τῆς πλήρους ἀσυδοσίας τῶν ἀντιθρησκευτικῶν διαδηλώσεων καὶ καρνάβαλων, ὅπου χλεύαζαν τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ἡ καρδιά μου φώναξε: «Δὲν μπορῶ νὰ σιωπῶ».
Στὴν Τασκένδη γινόταν τότε κληρικολαϊκὸ συνέδριο. Ἤμουν παρὼν καὶ γιὰ κάποιο σημαντικὸ πρόβλημα εἶχα κάνει μία ἐνθουσιώδη ὁμιλία. Αὐτὴ ἡ ὁμιλία εἶχε κάνει μεγάλη ἐντύπωση στὸν Ἐπίσκοπο Τασκένδης Ἰννοκέντιο καὶ στὸ τέλος τοῦ συνεδρίου μοῦ εἶπε ξαφνικά: «Γιατρὲ πρέπει νὰ γίνετε ἱερέας».
Ἦταν ἐντελῶς ἀπροσδόκητο γιὰ μένα, ἀλλὰ τὰ λόγια τοῦ Ἀρχιερέα τὰ ἐξέλαβα ὡς κλήση τοῦ Θεοῦ διὰ τῶν χειλέων του, καὶ χωρὶς νὰ ταλαντευτῶ οὔτε ἕνα λεπτό, ἀπάντησα: «Ἐντάξει, Σεβασμιώτατε, ἂν εἶναι θέλημα Θεοῦ, νὰ γίνω ἱερέας».
Καὶ τὴν ἑπόμενη Κυριακή, ἐγώ, ὁ καθηγητὴς τῆς ἰατρικῆς, μὲ ξενοδανεικὸ ράσο παρουσιάστηκα στὸν Ἐπίσκοπο ποὺ στεκόταν στὸν θρόνο καὶ χειροτονήθηκα ὑποδιάκονος καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Θ. Λειτουργίας διάκονος. Μετὰ ἀπὸ δύο ἑβδομάδες ἤμουν ἤδη ἱερέας - ἐφημέριος στὸν καθεδρικὸ ναό.
Ἕνα χρόνο καὶ δύο μῆνες πρὶν ἀπὸ αὐτὸ τὸ μεγάλο γεγονὸς στὴ ζωή μου, πέθανε ἡ σύζυγός μου καὶ μητέρα σας. Ὁ μικρότερος ἀπὸ σᾶς, ὁ Βαλεντίνος, ἦταν τότε ἕξι χρονῶν καὶ ὁ μεγαλύτερος, ὁ Μιχαήλ, δεκατεσσάρων.
Ἅγιος Λουκᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως

Τετάρτη 21 Ιουνίου 2023



Τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία;
Δέν εἶναι πολιτισμός ἡ Ὀρθοδοξία, καί ἄς τήν ὀνομάζη ὁ Toynbee Ὀρθόδοξο πολιτισμό. Γιατί; Διότι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἐπιστήμη καί μάλιστα ἰατρική ἐπιστήμη σύμφωνα μέ τά σημερινά κριτήρια. Ὄχι πολιτισμός. Δέν εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία πολιτικό ἤ κοινωνικό σύστημα. Διότι ἀναφέρεται στήν προσωπική σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή στήν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἡ Ὀρθοδοξία βασίζεται σ' αὐτά τά δύο: Στό «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο» καί στό «ἐν τῷ Ἅδῃ οὐκ ἔστι μετάνοια». Βέβαια μέσα στήν Ὀρθοδοξία ὑπάρχουν προϋποθέσεις γιά νά δημιουργήση πολιτισμό. Ὅμως ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι πολιτισμός. Ἀλλά ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι οὔτε θρησκεία. Δέν εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία μία θρησκεία ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες. Ἡ Ὀρθοδοξία ξεχωρίζει ἀπό ἕνα μοναδικό φαινόμενο, πού δέν ὑπάρχει στίς ἄλλες θρησκεῖες. Αὐτό εἶναι ἀνθρωπολογικό καί θεραπευτικό. Σ' αὐτό διαφέρει. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μία θεραπευτική ἀγωγή πού θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα.
Ὁ σωστός γιατρός μεριμνᾶ γιά τήν θεραπεία ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν ἀσθενῶν χωρίς διακρίσεις. Δέν ξεχωρίζει μερικούς μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, γιά νά τούς θεραπεύση. Δέν τόν ἐνδιαφέρει ἡ κοινωνική τους τάξις ἤ τό μορφωτικό τους ἐπίπεδο ἤ ἡ οἰκονομική τους κατάστασις ἤ ἡ θρησκεία τους ἤ ἡ ἠθική τους συμπεριφορά. Ὁ σωστός γιατρός βλέπει μόνο ἄν ἕνας ἄνθρωπος, πού τόν πλησιάζει, εἶναι ἄρρωστος ἤ ὄχι. Καί, ἄν εἶναι ἄρρωστος, ἐνδιαφέρεται καί προσπαθεῖ νά τόν θεραπεύση. Νά θεραπεύση τήν πάθησι τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ὑποχρεωμένος νά τόν θεραπεύση. Στήν Ὀρθόδοξη παράδοσι, ἔχομε κάτι παραπάνω ἀπό αὐτό. Καί σ' αὐτό ἀκριβῶς συνίσταται ἡ «ἀντεπίθεσί» μας.
Ὁ Θεός ἀγαπάει ὄχι μόνο τούς ἁγίους, ἀλλά ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἀνεξαιρέτως. Ὅλους τοὺς ἁμαρτωλούς, ὅλους τοὺς κολασμένους, ἀκόμη καί τόν ἴδιο τόν διάβολο. Καί θέλει νά σώση, νά θεραπεύση τούς πάντας. Θέλει, ἀλλά δέν μπορεῖ νά θεραπεύση τούς πάντας, διότι δέν θέλουν ὅλοι νά θεραπευθοῦν. Αὐτό, τό ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί θέλει νά θεραπεύση τούς πάντας καί ὅτι ἀγαπᾶ τούς πάντας ἐξ ἴσου, διαπιστώθηκε καί διαπιστώνεται ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν θεουμένων, ὅσων δηλαδή ἔφθασαν σέ θέωση, δηλαδή σέ θεοπτία καί εἶδαν τόν Θεόν.
Δέν μπορεῖ ὅμως ὁ Θεός νά θεραπεύση τούς πάντας, διότι δέν ἐκβιάζει τήν θέλησι τοῦ ἀνθρώπου. Σέβεται ὁ Θεός, τόν ἄνθρωπο καί τόν ἀγαπᾶ. Δέν μπορεῖ ὅμως νά θεραπεύση κάποιον μέ τό ζόρι. Θεραπεύει μόνο ὅσους θέλουν νά θεραπευθοῦν καί τοῦ ζητοῦν νά τούς θεραπεύση. Φυσιολογικά κάποιος, πού ἔχει σωματική ἀρρώστεια ἤ καί ψυχική, πηγαίνει μέ τήν θέλησί του καί ὄχι μέ τό ζόρι στόν γιατρό, γιά νά γίνη καλά, ἄν ἀκόμη ἔχη τά λογικά του. Ἔτσι καί στήν Ὀρθόδοξη θεραπευτική ἀγωγή. Πρέπει κάποιος ἀπό μόνος του, χωρίς καταναγκασμό, χωρίς καταπίεσι, ἐλεύθερα νά προσέλθη στήν Ἐκκλησία, στούς κατάλληλους ἀνθρώπους, πού ἔχουν τήν φώτισι καί τήν ἐμπειρία καί κατέχουν τήν θεραπευτική μέθοδο τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως, καί σ' ἐκείνους νά κάνη ὑπακοή γιά νά βρῆ θεραπεία.
Πρωτ. Ἰωάννης Ρωμανίδης

Τρίτη 20 Ιουνίου 2023

 


Στὸ Μέγα-Γιαλό

Πῶς ἐκλείσθη μοναχός του, ὁ ἔρμος, ὁ καλόγερος τοῦ Ἁϊ-Δημητριοῦ, μὲ τέτοιον καιρόν, ὁλομόναχος, εἰς τὸ μοναστηράκι;

Κάτω ἐβρυχᾶτο ἄγριος ὁ βορρᾶς, ὀργώνων τὰ κύματα, θολὰ καὶ ἀνταριασμένα, πλήττοντα μανιωδῶς τοὺς βράχους. Ἡ λευκὴ ἀδελφή του, παρθένα ἀπάτητη ἐπάνω εἰς τὰ βουνά, ἅπλωνε τὰ ἀτελείωτα σινδόνια της. Ἐκεῖνος τὰ ἔσφιγγε μὲ τὸ φύσημά του, καὶ ὁ ἥλιος δὲν τὰ ἐστέγνωνε μὲ τὰς ἀκτῖνάς του. Ἐπάνω εἰς τὴν ράχιν, σύρριζα εἰς τὸν κρημνόν, ἦτο κτισμένον τὸ παλαιόν, μισοφαγωμένον ἀπὸ τὸν βορρᾶν, μαυρισμένον ἀπὸ τὰς καταιγίδας, μοναστηράκι. Μισῆς ὥρας δρόμος μὲ πολὺν κόπον καὶ ἆσθμα, ἤρκει διὰ νὰ ἀναβῇ κανεὶς ἀπὸ τὴν ἄμμον κάτω τοῦ αἰγιαλοῦ εἰς τὴν μικρὰν κορυφὴν ἐπάνω.

Κάτω ἡπλώνετο ὁ Μέγας Γιαλός, μὲ τὴν μακρὰν ἀτελείωτον πλατεῖαν λωρίδα τῆς ἄμμου καὶ τῶν χαλίκων του, μὲ τὴν βαθεῖαν γαλανὴν καὶ πρασινίζουσαν θάλασσάν του. Ἐδῶθεν κ᾿ ἐκεῖθεν δύο μικροὶ κάβοι μὲ κρημνώδεις καὶ ἀποτόμους προεξοχὰς τῶν βράχων ὡροθετοῦσαν τὸν Μέγαν Γιαλόν, χωρὶς νὰ τὸν φράττωσι, χωρὶς νὰ σχηματίζωσι μικρὰν καμπύλην, χωρὶς ν᾿ ἀποτελῶσιν ὅρμον ἢ μικρὰν ἀγκάλην. Ὁ Μέγας Γιαλὸς ἦτο ὅλος ἀνοικτὸς εἰς τὸν κὺρ Βορηᾶν, τὸν αὐθέντην του. Ὅσον καὶ ἂν παρακαλέσῃ τις μὲ τραγούδια τὸν κὺρ Βορηᾶν νὰ μετριάσῃ τὸ ἄγριον φύσημά του, ὁ σκληρὸς δὲν εἶναι φιλόμουσος, καὶ δὲν συγκινεῖται ἀπὸ τραγούδια. Καὶ ὅσον καὶ ἂν ἐπεθύμει τις νὰ ὀνομάσῃ τὸν Μέγα Γιαλὸν ὅρμον, ὁ Μέγας Γιαλὸς ἦτο ἀναπεπταμένη θάλασσα, ἦτο ἀδελφὸς τοῦ πελάγους, καὶ ἦτο ἁπλοῦς σταθμὸς τοῦ σκληροῦ Βορηᾶ, τοῦ αὐθέντου του.

Ἔκλινεν ὀλίγον τι πρὸς τὸν Καικίαν, τὸν Γραῖον ἄνεμον, ὡς νὰ ἐπροκάλει δι᾿ ἀκκισμάτων τὰς θωπείας τοῦ καθ᾿ αὑτὸ Βορρᾶ, τοῦ αὐθέντου του. Ὑπῆρχε βωβὴ καὶ φοβερὰ συμμαχία μεταξὺ τοῦ αἰγιαλοῦ καὶ τοῦ ἀνέμου. Ὅσα πλοῖα δὲν ἤρκει μόνη ἡ πνοή του ν᾿ ἀνατρέψῃ εἰς τὸ πέλαγος, τὰ παρέπεμπε πρὸς τὸν ὑποτελῆ του. Ἐκεῖ ἐθραύοντο ἀσφαλῶς ἐπάνω εἰς τοὺς βράχους. Μία ὕφαλος βαθεῖα, κρυμμένη κάπου ἀντικρὺ εἰς τὸ πέλαγος, ἡ ὁποία μὲ τὸ ἀνάστημά της δὲν ἔφθανε τὰς τρόπιδας τῶν μικρῶν πλοίων, ἐτέντωνε τὸν λαιμόν, ὕψωνε τὴν κεφαλήν, κ᾿ ἔβλεπε μακρόθεν μὲ πικρὰν ζήλειαν τὰς καταστροφάς, τὰς ὁποίας ἐπροξενοῦσαν συχνὰ οἱ δύο ἀκρινοὶ ὄρθιοι καὶ ὀδοντωτοὶ βράχοι τοῦ κάβου, εἰς τοὺς ἐλεεινοὺς φελλοὺς τοὺς ὁποίους ἡ ριψοκίνδυνος φιλοπαιγμοσύνη τῶν ἀνθρώπων ἐτόλμα ν᾿ ἀπολύῃ εἰς τὸ πέλαγος. Φιλοπαιγμοσύνη ἀνοήτων παιδίων πρὸς πολύπειρον καὶ πονηρὸν γέροντα.

Ἔρημα γιαλόξυλα, λεῖα, ἀσπρουδερὰ καὶ σαπρά, λείψανα παλαιῶν ἀγνώστων ναυαγίων, πλανώμενα ἐδῶ κ᾿ ἐκεῖ εἰς τὸν ἀφρὸν ἢ κείμενα κάπου εἰς τὸν πάτον, τὰ ἔρριπτε τὸ πέλαγος, ἐπάνω εἰς τὴν ἄμμον· ἔκειντο διεσπαρμένα ἐκεῖ, διηγούμενα ἀφώνους ἱστορίας συμφορῶν καὶ πνιγμῶν καὶ ὀλέθρου. Τὴν ἡμέραν εὕρισκον οἱ βοσκοὶ πρόχειρα καυσόξυλα σωρευμένα εἰς τὴν ἄμμον καὶ τὴν νύκτα ἀγρίευεν ὁ βορρᾶς καὶ τὰ κύματα, ραγδαῖα, ἀλλεπάλληλα, ἀκούραστα, κατεκάλυπτον ὅλην τὴν ἄμμον, καὶ ἔτρωγαν ― ἔτρωγαν τὸν κρημνὸν καθ᾿ ὅλον τὸ μῆκος τοῦ αἰγιαλοῦ, καὶ ἡ γῆ ἐσμικρύνετο καὶ ἡ θάλασσα ἐμεγάλωνε. Καὶ ὅσον ἐπερνοῦσαν οἱ χρόνοι, καὶ ἐπανήρχοντο οἱ χειμῶνες, τόσον ὁ μέγας κρημνὸς ἐγίνετο κατωφερέστερος, καὶ τὸ κῦμα ὑπέσκαπτε τοὺς πόδας του, παντοῦ ὅπου δὲν ἔφτανε νὰ φάγῃ τὸ μέτωπον καὶ τὰς ὀφρῦς του.

Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

 


Τὸ μέλλον μου στὰ χέρια Σου

Ἔχεις ἀκόμη ἀνησυχίες. Πές μου, ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ προέρχονται; «Ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ πᾶνε καλά» ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ τὰ ἔχεις ἐπανεξετάσει καὶ τακτοποιήσει- τὴν ἀπόφασή σου τὴν ἔχεις πάρει. Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχονται αὐτὲς οἱ ἀνησυχίες; Ὅλες εἶναι ἀπὸ τὸν ἐχθρό. Ὅλες. Ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ.

Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνει; Μήπως σκέφτεσαι νὰ φτιάξεις τὴ ζωή σου μόνη σου, μὲ τὶς δικές σου ἱκανότητες καὶ προσπάθειες; Ἂν πραγματικὰ αὐτὸ σκέφτεσαι, σὲ συμβουλεύω νὰ ἀλλάξεις ἀμέσως γνώμη, ἀλλιῶς δὲν θὰ ἀπαλλαγεῖς ἀπό τη σύγχυση καὶ τὴν ταραχή. Ἐξέτασε πάλι τὸν ἑαυτό σου ἤ θυμήσου ὅ,τι σοῦ ἔχω ὑποδείξει καὶ ὅ,τι ἔχει συμβεῖ μέσα σου σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀλληλογραφίας μας. Θυμήσου, ἐπίσης, ποιὰ ἦταν ἡ ἔκβαση τῶν προβληματισμῶν σου γιὰ τὴ ζωή. Τέλος, δῶσε στὴν αὐτοεξέτασή σου τέτοια κατεύθυνση, ὥστε νὰ καταλήξει σὲ μιὰ σταθερὴ ἀπόφαση ἀμετάκλητης ἐναποθέσεως τοῦ μέλλοντός σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.

Ἀφοῦ, λοιπόν, πάρεις αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, προσευχήσου στὸν Κύριο ὁλόθερμα. «Τὸ μέλλον μου», πές Του, «τὸ ἀφήνω μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου. Ὅπως ξέρεις καὶ ὅπως θέλεις, Κύριε, κατεύθυνε τὴ ζωή μου, μ’ ὅλα τὰ ἀπρόοπτα καὶ μ’ ὅλες τὶς δυσκολίες της. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς δὲν θὰ μεριμνῶ καὶ δὲν θ’ ἀνησυχῶ πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Μία φροντίδα μόνο θὰ ἔχω, νὰ κάνω πάντα ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ’ Ἐσένα». Ἔτσι νὰ Τοῦ μιλήσεις, ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτα νὰ Τοῦ ἀποδείξεις ὅτι ἔχεις ὁλοκληρωτικὰ ἀφεθεῖ στὰ χέρια Του, ὅτι δὲν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτα, ὅτι ἀποδέχεσαι ἤρεμα καὶ ἀγόγγυστα ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη ἤ δυσάρεστη, μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπό τὴ θεία πρόνοια. Μοναδική σου μέριμνα ἂς εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ θεοῦ σὲ κάθε περίσταση.

Ὕστερα ἀπὸ μία τέτοια ἐσωτερικὴ τοποθέτηση, ὅλες οἱ ἀνησυχίες σου θὰ ἐξανεμιστοῦν. Ἀνησυχεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τώρα, καθὼς θέλεις ὅλες οἱ περιστάσεις νὰ συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τοῦ δικοῦ σου σκοποῦ. Καὶ ἐπειδή, φυσικά, ὅλα δὲν γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά σου, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι – «Αὐτὸ δὲν ἔγινε ἔτσι, ἐκεῖνο δὲν ἔγινε ἀλλιῶς». Ἄν, ὅμως, ἀναθέσεις τὰ πάντα στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ δεχθεῖς πὼς ὅ,τι συμβαίνει προέρχεται ἀπ’ Αὐτὸν γιὰ τὸ καλό σου, τότε δὲν θ’ ἀνησυχεῖς πιὰ καθόλου. Θὰ κοιτᾶς μόνο γύρω σου, γιὰ νὰ δεῖς τί σοῦ στέλνει ὁ Θεός, καὶ θὰ ἐνεργεῖς σύμφωνα μ’ αὐτὸ ποὺ στέλνει. Κάθε κατάσταση μπορεῖ νὰ ὑπαχθεῖ σὲ κάποια θεία ἐντολή. Νὰ ἐνεργεῖς, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὴ σχετικὴ ἐντολή, ἐπιδιώκοντας τὴν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν σου ἐπιθυμιῶν. Προσπάθησε νὰ καταλάβεις τί λέω καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸ ἐφαρμόσεις. Δὲν θὰ τὸ κατορθώσεις, βέβαια, ἀπό τη μία στιγμὴ στὴν ἄλλη. Χρειάζεται ἀγώνας γι’ αὐτό, ἀλλὰ καὶ προσευχή.

Ζητῶ ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ σὲ λυτρώσει ἀπὸ τὴν κατάθλιψη, ποὺ θεωρεῖς ἀφόρητη, ἀλλὰ μόνο ἂν αὐτὸ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του καὶ ἀπαραίτητο γιὰ τὴ σωτηρία σου. Θὰ σὲ λυτρώσει, δίχως ἄλλο, στὴν ὥρα ποὺ πρέπει. Ὁπλίσου μὲ πίστη καὶ ὑπομονή. Βλέπουμε πόσο γρήγορα μεταβάλλονται οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς μας. Ὅλα ἀλλάζουν ἀκατάπαυστα. Ἔτσι θὰ ἀλλάξει καὶ ἡ ψυχική σου κατάσταση. Θὰ ἔρθει μία μέρα πού, ἀπαλλαγμένη πιὰ ἀπὸ τὸ πλάκωμα, θὰ ἀναπνέεις ἐλεύθερα καὶ θὰ φτεροκοπᾶς ὅπως ἡ πεταλούδα πάνω ἀπὸ τὰ λουλούδια. Πρέπει μόνο νὰ σηκώσεις μὲ ὑπομονὴ τὴν τωρινὴ δυσκολία γιὰ ὅσον καιρὸ παραχωρήσει ὁ Θεός.

Ὅταν ἡ νοικοκυρὰ βάλει μία πίτα στὸ φοῦρνο, δὲν τὴ βγάζει ὥσπου νὰ βεβαιωθεῖ πὼς εἶναι ψημένη. Ὁ Νοικοκύρης τοῦ σύμπαντος σ’ ἔχει βάλει μέσα σ’ ἕνα φοῦρνο καὶ σὲ κρατάει ἐκεῖ ὥσπου νὰ ψηθεῖς. Κάνε ὑπομονή, λοιπόν, καὶ περίμενε. Δὲν θὰ μείνεις στὸ φοῦρνο οὒτε ἕνα λεπτὸ περισσότερο ἀπ’ ὅσο χρειάζεται. Μόλις εἶσαι ἕτοιμη, θὰ σὲ βγάλει ὁ Κύριος ἔξω. Ἄν, ὅμως, μόνη σου πεταχτεῖς ἔξω, θὰ εἶσαι σὰν τὴ μισοψημένη πίτα.

Πρέπει ἐπίσης νὰ σοῦ πῶ, ὅτι, σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μας, ὅποιος ὑπομένει ἀγόγγυστα τὶς δυσκολίες, πιστεύοντας ὅτι τὶς παραχωρεῖ ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό του, εἶναι ἰσότιμος μὲ τοὺς μάρτυρες. Αὐτὸ νὰ τὸ θυμᾶσαι πάντα, γιὰ νὰ παρηγοριέσαι.

Εἶναι ἀδύνατο νὰ ζήσεις χωρὶς συναισθήματα καὶ συγκινήσεις, ἀλλὰ δὲν εἶναι σωστὸ νὰ ὑποκύπτεις σ’ αὐτά. Πρέπει νὰ τὰ συγκρατεῖς μὲ τὴ λογικὴ καὶ νὰ τοὺς δίνεις τὴ σωστὴ κατεύθυνση. Εἶσαι εὐαίσθητη καὶ εὐσυγκίνητη. Ἡ καρδιά σου ξεχειλίζει καὶ χύνεται μέσα στὸ κεφάλι σου. Προσπάθησε νὰ ἀποκτήσεις αὐτοκυριαρχία. Σοῦ ἔχω γράψει ἤδη τί νὰ κάνεις: Νὰ σκέφτεσαι προκαταβολικὰ ποῦ βρίσκεται τὸ πιθανὸ ἐρέθισμα γιὰ κάθε συναίσθημα. Καί, ὅταν τὸ ἐντοπίζεις, νὰ εἶσαι σὲ ἐπιφυλακή, γιὰ νὰ ἀντιλαμβάνεσαι ὁποιαδήποτε συναισθηματικὴ ταραχὴ τῆς καρδιᾶς, ἤ νὰ κρατᾶς τὴν καρδιά σου κάτω ἀπὸ τὸν σταθερὸ ἔλεγχο τοῦ νοῦ. Χρειάζεται ν’ ἀσκηθεῖς σ’ αὐτό. Μὲ τὴν ἐξάσκηση εἶναι δυνατὸ νὰ ἀποκτήσεις πλήρη αὐτοκυριαρχία.

Ὅλα πάντως προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ ἂς στρεφόμαστε σ’ Ἐκεῖνον μὲ τὴν προσευχή. Καὶ ὅμως, γράφεις ὅτι δὲν προσεύχεσαι. Τί εἶναι τοῦτο πάλι; Μήπως ἔγινες ἄθεη; Τί πάει νὰ πεῖ δὲν προσεύχεσαι; Μπορεῖ νὰ μὴ λὲς τὶς τυπικὲς προσευχές, ἀλλὰ ν’ ἀπευθύνεσαι στὸν Θεὸ μὲ δικά σου λόγια καὶ νὰ Τοῦ ζητᾶς βοήθεια. Κοίτα, Κύριε, τί συμβαίνει μ’ ἐμένα. Ἐτοῦτο κι ἐκεῖνο… Δὲν μπορῶ νὰ τὰ βγάλω πέρα μόνη μου. Βοήθησέ με, πολυεύσπλαχνε!. Νὰ Τοῦ μιλᾶς γιὰ κάθε σου ἀνάγκη, ἀκόμα καὶ τὴν πιὸ μικρή, καὶ νὰ Τὸν παρακαλᾶς γιὰ διαρκῆ ἐνίσχυση. Αὐτὴ ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ πιὸ γνήσια.

Γιατί ἀκοῦς ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἀποτρέπει ἀπὸ τὴν προσευχή; Δὲν καταλαβαίνεις ὅτι κι αὐτὸ εἶναι δουλειὰ τοῦ ἐχθροῦ; Ναί, ἀναμφίβολα εἶναι. Ψιθυρίζει στὸ αὐτί σου: «Μὴν προσεύχεσαι!» Καὶ μερικὲς φορές, ἀφοῦ κυριαρχήσει σ’ ὁλόκληρο τὸ σῶμα σου, σὲ ρίχνει στὸ κρεβάτι καὶ σὲ ἀποκοιμίζει. Δικά του τεχνάσματα εἶναι ὅλα τοῦτα. Μὰ ἐνῶ ὁ πονηρὸς κάνει τὴ δουλειά του, πασχίζοντας νὰ σὲ ἀποσπάσει ἀπὸ τὸ καλό σου ἔργο, πρέπει κι ἐσὺ νὰ κάνεις τὴ δική σου δουλειά, ἐπιμένοντας σ’ αὐτὸ τὸ ἔργο ὥς τὸ τέλος.

Ὁπλίσου, ὅπως τόσες φορὲς σοῦ ἔχω πεῖ, μὲ θάρρος καὶ μὴν ἀκοῦς τὸν ἐχθρό. Καμιὰ προσοχὴ μὴ δίνεις στοὺς ψιθυρισμούς του. Καὶ ἐπιπλέον, θύμωσε! Θυμώνοντας ἐναντίον του, εἶναι σὰν νὰ τὸν χτυπᾶς κατάστηθα. Ἀμέσως γίνεται καπνός.

Σοῦ εὔχομαι μ’ ὅλη μου τὴν καρδιὰ νὰ βρεῖς τελικὰ τὴν εἰρήνη.

Ὁ Θεὸς βοηθός!

Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος

Κυριακή 18 Ιουνίου 2023


Ὁ ἐδικός μας πόλεμος
Ἡ ἐπανάστασις ἡ ἐδική μας δὲν ὁμοιάζει μὲ καμμιὰν ἀπ᾿ ὅσες γίνονται τὴν σήμερον εἰς τὴν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης αἱ ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῶν διοικήσεών των εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος. Ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦτον ὁ πλέον δίκαιος, ἦτον ἔθνος μὲ ἄλλο ἔθνος, ἦτον μὲ ἕνα λαόν, ὁποὺ ποτὲ δὲν ἠθέλησε νὰ ἀναγνωρισθεῖ ὡς τοιοῦτος, οὔτε νὰ ὁρκισθεῖ, παρὰ μόνο ὅ,τι ἔκαμνε ἡ βία. Οὔτε ὁ Σουλτάνος ἠθέλησε ποτὲ νὰ θεωρήσει τὸν Ἑλληνικὸν λαὸν ὡς λαόν, ἀλλ᾿ ὡς σκλάβους. Μίαν φοράν, ὅταν ἐπήραμεν τὸ Ναύπλιον, ἦλθε ὁ Ἅμιλτον νὰ μὲ ἰδεῖ· μοῦ εἶπε ὅτι: «πρέπει οἱ Ἕλληνες νὰ ζητήσουν συμβιβασμόν, καὶ ἡ Ἀγγλία νὰ μεσιτεύσει». Ἐγὼ τοῦ ἀποκρίθηκα, ὅτι: «Αὐτὸ δὲν γίνεται ποτέ, ἐλευθερία ἢ θάνατος. Ἐμεῖς, Καπετὰν Ἅμιλτον, ποτὲ συμβιβασμὸν δὲν ἐκάμαμεν μὲ τοὺς Τούρκους. Ἄλλους ἔκοψε, ἄλλους ἐσκλάβωσε μὲ τὸ σπαθί καὶ ἄλλοι, καθὼς ἡμεῖς, ἐζούσαμεν ἐλεύθεροι ἀπὸ γενεὰ εἰς γενεά. Ὁ βασιλεὺς μας ἐσκοτώθη, καμμία συνθήκη δὲν ἔκαμε· ἡ φρουρά του εἶχε παντοτινὸν πόλεμον μὲ τοὺς Τούρκους καὶ δύο φρούρια ἦτον πάντοτε ἀνυπότακτα». Μὲ εἶπε: «Ποία εἶναι ἡ βασιλικὴ φρουρά του, ποῖα εἶναι τὰ φρούρια;» - «Ἡ φρουρὰ τοῦ Βασιλέως μας εἶναι οἱ λεγόμενοι Κλέφται, τὰ φρούρια ἡ Μάνη καὶ τὸ Σούλι καὶ τὰ βουνά». Ἔτζι δὲν μὲ ὁμίλησε πλέον. Ὁ κόσμος μᾶς ἔλεγε τρελλούς. Ἡμεῖς, ἂν δὲν εἴμεθα τρελλοί, δὲν ἐκάναμεν τὴν ἐπανάστασιν, διατὶ ἠθέλαμεν συλλογισθεῖ πρῶτον διὰ πολεμοφόδια, καβαλλαρία μας, πυροβολικό μας, πυροτοθῆκες μας, τὰ μαγαζιά μας, ἠθέλαμεν λογαριάσει τὴν δύναμιν τὴν ἐδικήν μας, τὴν τούρκικη δύναμη. Τώρα ὁποὺ ἐνικήσαμεν, ὁποὺ ἐτελειώσαμεν μὲ καλὸ τὸν πόλεμόν μας, μακαριζόμεθα, ἐπαινόμεθα. Ἂν δὲν εὐτυχούσαμεν, ἠθέλαμεν τρώγει κατάρες, ἀναθέματα. Ὁμοιάζαμεν σὰν νὰ εἶναι εἰς ἕνα λιμένα 50 - 60 καράβια φορτωμένα, ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ξεκόβει, κάνει πανιά, πηγαίνει εἰς τὴν δουλειά του καὶ μὲ μιὰ μεγάλη φουρτούνα, μὲ μεγάλο ἄνεμο, πηγαίνει, πουλεῖ, κερδίζει, γυρίζει ὀπίσω σῶον. Τότε ἀκοῦς ὅλα τὰ ἐπίλοιπα καράβια καὶ λέγουν: «Ἰδοὺ ἄνθρωπος, ἰδοὺ παλληκάρια, ἰδοὺ φρόνιμος, καὶ ὄχι σὰν ἐμεῖς ὁποὺ καθόμεθα ἔτζι δειλοί, χαϊμένοι», καὶ κατηγοροῦνται οἱ καπεταναῖοι ὡς ἀνάξιοι. Ἂν δὲν εὐδοκιμοῦσε τὸ καράβι, ἤθελε εἰποῦν: «Μὰ τί τρελλὸς νὰ σηκωθεῖ μὲ τέτοια φουρτούνα, μὲ τέτοιο ἄνεμο, νὰ χαθεῖ ὁ παλιάνθρωπος, ἐπῆρε τὸν κόσμον εἰς τὸν λαιμόν του». - Ἡ ἀρχηγία ἑνὸς στρατεύματος Ἑλληνικοῦ ἦτον μία τυραννία, διατὶ ἔκαμνε καὶ τὸν ἀρχηγό, καὶ τὸν κριτή, καὶ τὸν φροντιστή, καὶ νὰ τοῦ φεύγουν κάθε ἡμέρα καὶ πάλιν νὰ ἔρχονται· νὰ βαστάει ἕνα στρατόπεδον μὲ ψέμματα, μὲ κολακεῖες, μὲ παραμύθια· νὰ τοῦ λείπουν καὶ ζωοτροφίες καὶ πολεμοφόδια, καὶ νὰ μὴν ἀκοῦν καὶ νὰ φωνάζει ὁ ἀρχηγός· ἐνῶ εἰς τὴν Εὐρώπην ὁ Ἀρχιστράτηγος διατάττει τοὺς στρατηγούς, οἱ στρατηγοὶ τοὺς συνταγματάρχας, οἱ συνταγματάρχαι τοὺς ταγματάρχας καὶ οὕτω καθεξῆς. Ἔκανε τὸ σχέδιόν του καὶ ἐξεμπέρδευε. Νὰ μοῦ δώσει ὁ Βελιγκτὼν 40.000 στράτευμα τὸ ἐδιοικοῦσα, ἀλλ᾿ αὐτουνοῦ νὰ τοῦ δώσουν 500 Ἕλληνας δὲν ἠμποροῦσε οὔτε μιὰ ὥρα νὰ τοὺς διοικήσει. Κάθε Ἕλληνας εἶχε τὰ καπρίτσια του, τὸ θεό του, καὶ ἔπρεπε νὰ κάμει κανεὶς δουλειὰ μὲ αὐτούς, ἄλλον νὰ φοβερίζει, ἄλλον νὰ κολακεύει, κατὰ τοὺς ἀνθρώπους.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Παρασκευή 16 Ιουνίου 2023



Τὸν Θεό τὸν βάζουν σήμερα στὴν ἄκρη
Ὁ Καλός Θεὸς μᾶς δίνει πλούσιες τὶς εὐλογίες Του. Νὰ μή δείχνουμε ἀχαριστία καὶ Τὸν παροργίζουμε, γιατί ἔρχεται «ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἐπί τούς υἱούς τῆς ἀπειθείας» – μή γένοιτο. Στὴν ἐποχή μας δὲν πέρασαν οἱ ἄνθρωποι οὔτε πολέμους οὔτε πείνα καὶ λένε ὅτι δὲν ἔχουν ἀνάγκη καὶ ἀπὸ τὸν Θεό. Τὰ ἔχουν ὅλα καὶ γι' αὐτὸ δὲν ἐκτιμοῦν τίποτε. Ἄν ὅμως ἔρθη δύσκολος καιρός, πείνα κ.λπ., καὶ δὲν ἔχουν τί νὰ φᾶνε, τότε θὰ ἐκτιμήσουν καὶ τὸ ψωμί καὶ τὴν μαρμελάδα καὶ ὅσα θὰ στερηθοῦν. Ἅμα δὲν δοξάζουμε τὸν Θεό, ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ ἔρθη μία δοκιμασία, γιὰ νὰ ἐκτιμήσουμε τὰ πράγματα. Ἐνῶ, ὅταν τὰ ἐκτιμοῦμε, δὲν ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ συμβῆ τίποτε τὸ κακό.
Παλιότερα ποὺ δὲν ὑπῆρχαν αὐτές οἱ μεγάλες εὐκολίες, καὶ ἡ ἐπιστήμη δὲν εἶχεπροχωρήσει τόσο, ἀναγκάζονταν οἱ ἄνθρωποι σὲ ὅλες τὶς δυσκολίες νὰ καταφεύγουν στὸν Θεό, καὶ ὁ Θεὸς βοηθοῦσε. Τώρα, ἐπειδή ἡ ἐπιστήμη προχώρησε, τὸν Θεό Τὸν βάζουν στὴν ἄκρη. Πᾶνε χωρίς Θεό σήμερα. Ὑπολογίζουν: «Θὰ κάνουμε τοῦτο, θὰ κάνουμε ἐκεῖνο». Σκέφτονται τὴν πυροσβεστική, σκέφτονται τὶς γεωτρήσεις, τὸ ἕνα, τὸ ἄλλο... Ἀλλά χωρίς Θεό τί θὰ κάνουν οἱ ἄνθρωποι; Ὀργή Θεοῦ θὰ φέρουν. Βλέπεις, ὅταν δὲν βρέχη, δὲν λένε: «Θὰ κάνουμε προσευχή», ἀλλὰ «θὰ κάνουμε γεώτρηση». Καὶ τὸ κακό εἶναι ὅτι μὲ αὐτὰ τὰ μέσα ποὺ ὑπάρχουν, σιγά-σιγὰ ὄχι μόνον οἱ ἄπιστοι σκέφτονται ἔτσι, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ οἱ πιστοί ἀρχίζουν νὰ ξεχνοῦν τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Τὸ καλό εἶναι ποὺ μᾶς ἀνέχεται ὁ Θεός. Ἀλλά τὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ οὔτε κἄν τὴν καταλαβαίνουν οἱ ἄνθρωποι.
Μία παρέα ἔλεγε: «Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὸν Θεό, ἔχουμε γεωτρήσεις». Ἐνῶ τώρα πρέπει νὰ παρακαλέσουμε πιὸ πολύ τὸν Θεό νὰ κάνη διπλό θαῦμα, γιατί ἔχουν ἀλλοιώσει τὴν φύση οἱ ἄνθρωποι μὲ αὐτὰ ποὺ κάνουν. Παρατηροῦσα τὰ σύννεφα, πήγαιναν ἀλέ-ρετούρ. Μαζεύονταν ἀπὸ ἐδῶ, πήγαιναν ἐκεῖ, μία πάνω-μία κάτω. Φυσάει καὶ τὰ παίρνει ὁ ἀέρας τὰ σύννεφα καὶ ἀντί οἱ ἄνθρωποι νὰ ποῦν, «τώρα πρέπει νὰ κάνη διπλό θαῦμα ὁ Θεός, γιὰ νὰ κρατήση τὰ σύννεφα», λένε, «δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὸν Θεό». Εὐτυχῶς ποὺ ὁ Θεὸς δὲν παίρνει τοῖς μετρητοῖς ὅ,τι λέμε, ἀλλιῶς θὰ μᾶς ἔκανε...
Χτυποῦν σὲ βάθος ἑκατό-ἑκατόν πενήντα μέτρα κάτω γιὰ νερό καὶ δὲν βρίσκουν νερό. Στὸ Ναύπλιο χτύπησαν μέχρι ἑκατόν ὀγδόντα μέτρα κάτω καὶ ἔβγαλαν θαλασσινό νερό. Ἄλλοι πάλι εἶπαν τὸν Ἔλενο ποταμό νὰ τὸν πάνε στὴν Ἀθήνα. Δέκα χρόνια θέλουν νὰ τὸν πάνε στὴν Ἀθήνα καὶ τί ἔξοδα! Καὶ πάλι θὰ τελειώση τὸ νερό. Δὲν λένε ἕνα «ἤμαρτον» οἱ ἄνθρωποι. Σὲ ἕνα κουσοχώρι, τώρα μὲ τὴν ἀνομβρία, πῆγε ἕνας πολιτικός καὶ τούς εἶπε ὅτι μὲ ἕνα σύστημα θὰ καθαρίσουν τὰ νερά ἀπὸ τούς βόθρους, γιὰ νὰ ἔχουν νερό νὰ πίνουν. Καὶ τὸ θεώρησαν σπουδαία ἰδέα! Αὐτὸ καὶ μόνο σάν λογισμός δὲν στέκει. Δῆτε ποῦ φθάνουν, νὰ πίνουν – μὲ συγχωρῆτε – τὰ οὖρα τους οἱ ἄνθρωποι! Νὰ τὸ κάνουν αὐτὸ σὲ μία πόλη ποὺ ἔχουν ξεφύγει οἱ ἄνθρωποι, δικαιολογεῖται κάπως, γιατί ἔχουν παρασυρθῆ ἀπὸ τὸ κοσμικό πνεῦμα. Ἀλλά σὲ ἕνα κουτσοχώρι τὸ νὰ τούς βρῆ ἕνας σάν λύση νὰ καθαρίζουν τὰ οὖρα τους καὶ νὰ τὰ πίνουν, νὰ τὸ θεωροῦν σπουδαῖο καὶ νὰ μή στρέφουν λίγο τὸ βλέμμα τους στὸν Θεό, νὰ ποῦν ἕνα «ἤμαρτον», γιὰ νὰ ρίξη ὁ Θεὸς νερό, εἶναι φοβερό! Καὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος πῆγαν ἀπὸ ἕνα Μοναστήρι νὰ φυτέψουν πεῦκα, γιὰ νὰ τὰ ἐκμεταλλευθοῦν μετά καὶ νὰ κάνουν χαρτί! Ξεράθηκαν ὅλα, ἦρθε ἡ τιμωρία ἀπὸ τὸν Θεό. Καλά, βρέ παιδί, χαρτοπετσέτες καὶ χαρτί ὑγείας θὰ βγάζει τὸ Ἅγιον Ὅρος; Καταλάβατε; Ἔκαναν τὸν κόπο τὰ φύτεψαν καὶ ὅσα φύτεψαν –ὀργή Θεοῦ! – ξεράθηκαν ὅλα!
Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2023

 


Μπορεῖ νὰ ἰσχύει αὐτὸ τὸ παράδοξο;

Ἂν γυρίσεις τὸν κόσμο, θὰ δεῖς πὼς δὲν θὰ βρεῖς παρὰ σπάνια εὐτυχισμένους ἀνθρώπους καὶ ἐκείνους μὲ λιγόχρονη καὶ ἄστατη εὐτυχία, πικραμένους ὅμως θὰ βρεῖς πολλοὺς σὲ κάθε σου πάτημα. Ἀδέρφια σου στὴν χαρὰ δὲ θὰ βρεῖς πολλά, μὰ ἀδέρφια στὴν πίκρα θὰ βρεῖς πάρα πολλά. Αὐτὸ φανερώνει πὼς τοῦτος ὁ κόσμος εἶναι ἕνας τόπος ποὺ ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ δοκιμαστεῖ, ὅπως τὸ χρυσάφι στὴν φωτιά. Ἀφήνω πὼς εὐτυχία δὲν εἶναι ἡ καλοπέραση τοῦ κορμιοῦ, κι αὐτὸ φαίνεται τρανότατα ἀπὸ τὸ ὅτι οἱ καλοπερασμένοι καὶ οἱ πλούσιοι δὲν εἶναι εὐτυχισμένοι, ἀλλὰ κάνουνε τὸν εὐτυχισμένο καὶ στὸ τέλος βαριοῦνται τὴν ζωή τους. Ἡ εὐτυχία τους εἶναι μᾶλλον ρηχὴ καὶ ψεύτικη, κι ὁλοένα ζητᾶνε νὰ βροῦνε τὴν ἀληθινὴ εὐτυχία, κ  ἐπιχειροῦνε κάθε τόσο ν’ ἀλλάξουνε τὴν ζωή τους. Μπορεῖ ἡ ψυχὴ νὰ εἶναι εὐτυχισμένη καὶ μέσα σὲ ἕνα κορμὶ δυστυχισμένο; Μπορεῖ νὰ ἰσχύει αὐτὸ τὸ παράδοξο;

Μία ἀπὸ τοῦτες τὶς ἡμέρες βρέθηκα σ’ ἕνα βουνὸ πυκνοδασωμένο καὶ μοσχοβολημένο καὶ σὰν νὰ ξαναγεννήθηκα. Περπατοῦσα σ’ ἕνα ἔρημο μονοπάτι, κι ἀνάσαινα τὸ δροσερὸ ἀεράκι ποὺ κατέβαινε ἀπὸ τὶς ραχοῦλες, μακριὰ ἀπὸ τὴν πνικτικὴ βρόμα τῆς ἀλεποφωλιᾶς ποὺ τὴν λένε πολιτεία, καὶ ποὺ βγάζει μέσα της κάθε λογῆς κακία, πονηριὰ καὶ ἀσχήμια, μ’ ὅλα τὰ ψεύτικα στολίδια ποὺ στολίσανε τὴν πόρνη οἱ ἐραστές της.

Ἐκεῖ ποὺ περπατοῦσα, βλέπω νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ δάσος μία μικροκαμωμένη γυναίκα, μ’ ἕνα σακὶ στὸν ὦμο. Ἤτανε ξυπόλυτη, μ’ ἕνα τσεμπέρι καὶ κρατοῦσε στὸ χέρι της ραβδί. Σὰν ἦρθε κοντά μου μὲ χαιρέτησε μ’ ἕναν ἔμορφον χαιρετισμό. Τὸ πρόσωπό της ἤτανε πολὺ ἐκφραστικὸ καὶ συμπαθητικό, ἀλλιώτικο ἀπὸ τὰ πρόσωπα ποὺ βλέπουμε στὴν πολιτεία, ποὺ εἶναι γεμάτα ἀφηρημάδα, ἀδιαφορία, ἀνέκφραστες μάσκες. Μὲ κοίταζε μὲ προσοχὴ σὰν μιλοῦσε καὶ μὲ περισσότερη προσοχὴ μ’ ἄκουγε ὅταν τῆς ἀπαντοῦσα. Ἡ ὄψη της ἤτανε βασανισμένη, μὰ γεμάτη ἀξιοπρέπεια, ἁπλότητα καὶ σεμνότητα. Τὸ μικρὸ πρόσωπό της ἤτανε ψημένο ἀπὸ τὸν ἀγέρα καὶ τὸν ἥλιο. Τὰ μάτια της ἤτανε τόσο ἐκφραστικὰ καὶ ἡ ὁμιλία της τόσο σπουδαία, ἀπονήρευτη καὶ συμπαθητική, ποὺ τραβοῦσε τὸν ἄνθρωπο σὰν μαγνήτης. Τὸ σῶμα της ἤτανε κοκκαλιάρικο καὶ πολὺ σβέλτο, καὶ μ’ ὅλο ποὺ ἤτανε κακοντυμένη καὶ ξυπόλυτη, εἶχε ἐπάνω της κάποιο ἀνεξήγητο μεγαλεῖο, τόσο ποὺ ν’ ἀπορεῖ κανεὶς καὶ νὰ συλλογίζεται γιατί δὲν βρίσκονται πιὰ τέτοιοι ἄνθρωποι ἀνάμεσά μας.

Μοῦ μίλησε γιὰ τὰ πρόβατα ποὺ τὰ φύλαγε ὁ γιός της καὶ ἐκείνη ἡ ἴδια, μοῦ μίλησε γιὰ τὰ βάσανα ποὺ τραβᾶνε μὲ τοὺς βαριοὺς χειμῶνες καὶ γιὰ κάποιους «ἐπίσημους ἀνθρώπους» ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ἀθήνα μὲ συνοδεία καὶ ποὺ τοὺς φοβερίζουνε πὼς θὰ πάρουνε τὶς βοσκὲς καὶ ποὺ λένε πὼς δὲν χρειάζονται τὰ πρόβατα καὶ πὼς θὰ τὰ διώξουνε, ἐπειδὴ στὰ βουνὰ κάνουνε περίπατο οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὰ ξένα μέρη, καὶ ποὺ δὲν θέλουνε νὰ βλέπουνε πρόβατα ποὺ κοπρίζουνε, μηδὲ γιδερά, ἀλλὰ μοναχὰ δένδρα. «Ἔλα Χριστὲ καὶ Παναγία» μοῦ λέγει. Ἡ κοπριὰ ποὺ κάνουνε τὰ πρόβατα, μοσχοβολᾶ. Ἡ δική μας κοπριὰ βρωμᾶ, ἡ ἀνθρώπινη. Ἐμένα ὁ παππούς μου κι ὁ προπάππους μου, ὁ πατέρας μου κι ὁ ἄνδρας μου κι ὅλοι οἱ συγγενεῖς μου, αὐτὴ τὴν δουλειὰ κάνανε, μὲ τὰ ζωντανὰ ζούσανε. Ἄ! τὸ γάλα καὶ τὸ μαλλὶ τὸ θέλουνε οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ἀθήνα! Τὰ κακόμοιρα πρόβατα δὲν θέλουνε!

Ἀκουμπισμένη στὸ ραβδί, μὲ κοίταζε σὰν νὰ μὲ ἤξερε ἀπὸ χρόνια. Ἤτανε σὰν τὸ ἀγριολούλουδο ποὺ κρύβεται ντροπαλὰ κάτω ἀπὸ τὴν πέτρα. Καὶ οἱ σοφοὶ καὶ ἐπίσημοι ἀπὸ τὴν Ἀθήνα δὲν θέλουνε νὰ βλέπουνε μήτε πρόβατα μήτε τσοπάνηδες! Γιατί ἄραγε νὰ βρίσκονται πάντα ὑπὸ διωγμὸ οἱ ἁπλοϊκοὶ καὶ καθαροὶ ἄνθρωποι; Αὐτοὺς ποὺ δὲν πειράζουνε κανένα, γιατί τοὺς πειράζουν ὅλοι; Γιατί νὰ κινδυνεύουνε νὰ ἐξοντωθοῦνε οἱ ἁπλοὶ καὶ ἄβλαβοι ἄνθρωποι;

Φώτης Κόντογλου

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2023



Ἡ οἰκουμενική διάσταση καί προοπτική (α)
Ὅταν λειτουργεῖ κανείς στήν Ἀθήνα, αὐθόρμητα ἡ σκέψη στρέφεται στόν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν ὁ ὁποῖος, μέ τόν πιό συνεκτικό τρόπο, μίλησε γιά τό μυστήριον τοῦ Χριστοῦ στόν Ἄρειο Πάγο. Ἐκεῖ, ὄχι ἁπλῶς ἔθιξε, ἀλλά καί καθόρισε αἰώνια κριτήρια γιά τή λύση θεμάτων πού ἐξακολουθοῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε καί σήμερα. Ἐπισημαίνω τρία:
Πρῶτον, τό θέμα ἔθνος καί οἰκουμένη.
Δεύτερον, πολιτιστική παράδοση καί συνεχής ἀνανέωση.
Τρίτον, παρόν καί ἔσχατα γιά κάθε ἄνθρωπο καί γιά ὅλο τόν κόσμο.
1. Ἡ οἰκουμενική διάσταση καί προοπτική δέν εἶναι κάτι πού σήμερα ἀνακαλύφθηκε μέ τίς πολλές συζητήσεις περί παγκοσμιoποιήσεως. Ἤδη, στό σύντομο κείμενο πού περιεκτικά μᾶς διέσωσε ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀναφέρεται μέ σαφήνεια, καί ὡς ἔννοια καί ὡς λέξη, τό ἔθνος καί ἡ οἰκουμένη. Ὁ Θεός «ἐποίησέ τε ἐξ ἑνός αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπί πᾶν τό πρόσωπον τῆς γῆς, ὁρίσας προστεταγμένους καιρούς καί τάς ὁροθεσίας τῆς κατοικίας αὐτῶν»
Σέ μεταγενέστερες ἐποχές δέν ἔλειψαν διάφορες παρερμηνεῖες αὐτῆς τῆς πρωταρχικῆς ἀλήθειας. Ἡ παλαιά βιβλική ἀρχή, «μακάριον τό ἔθνος οὗ ἐστι Κύριος ὁ Θεός αὐτοῦ» , ἑρμηνεύθηκε μέ ἐθνικιστικά κριτήρια πού ἀναδύθηκαν στόν 19ο αἰώνα.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ καί ἱδρυτής τῶν εὐχαριστιακῶν κοινοτήτων στίς περιοχές τῆς Ἑλλάδος, ἐπανέλαβε ὅτι «ὁ Θεός, ὁ ποιήσας τόν κόσμον καί πάντα τά ἐν αὐτῷ», αὐτός δίδει «πᾶσι ζωήν καί πνοήν καί τά πάντα. Ἐποίησε ἐξ ἑνός αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων». Ὅλα τά ἔθνη ἀνήκουν στήν ἴδια ἀνθρωπότητα, πού πλάστηκε ἀπό τόν ἴδιο Δημιουργό. Κανένα ἔθνος, ἀνεξάρτητα ἀπό τό πόσο θρησκεύεται, δέν ἔχει ἀποκλειστικότητα στήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μετά μάλιστα τή σταυρική θυσία καί τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, κάθε διαχωρισμός μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καταργεῖται καί ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας Του ἀποβλέπει στό νά «εἶναι τά ἔθνη συγκληρονόμα καί σύσσωμα καί συμμέτοχα τῆς ἐπαγyελίας αὐτοῦ ἐν Χριστῷ διά τοῦ εὐαγγελίου». Ἡ Ἐκκλησία λοιπόν, «ἥτις ἐστί τό σῶμα αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ), τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου», ἔχει ἀνέκαθεν παγκόσμιο ὁρίζοντα καί αὐτό καλούμεθα ἰδιαίτερα, τόσο οἱ ποιμένες ὅσο καί οἱ θεολόγοι, νά τό ἐνισχύσουμε στή συνείδηση κάθε πιστοῦ καί κάθε λαοῦ. Ὅ,τι συμβάλλει στήν οὐσιαστική ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων πρέπει νά ἐνισχυθεῖ.
Ἡ παγκοσμιότητα δέν ἔρχεται στίς μέρες μας ἀπ' ἔξω. Βλάστησε μέσα στόν χῶρο τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος ὡς οἰκουμενικότητα καί ἀναπτύχθηκε κάτω ἀπό τό φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία στό δρόμο της ὑπῆρξε οἰκουμενική. «Ὁ Θεός τά νῦν (καί αὐτό ἀρχίζει ἀπό τούς ἀποστολικούς χρόνους καί φθάνει μέχρι σήμερα γιά νά συνεχισθεῖ στόν αἰώνα) παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν». Ἡ προοπτική εἶναι παγκόσμια. Δέν ἀφορᾶ μόνο ἕναν λαό, μερικούς ἀνθρώπους ἐκλεκτούς. «ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τήν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ». Δέν αἰφνιδιαζόμαστε λοιπόν σήμερα μέ τή διαδικασία αὐτή τῆς προσεγγίσεως τῶν λαῶν καί τῶν ἀνθρώπων. Ἀνησυχοῦμε βεβαίως γιά τίς κατευθύνσεις πού μπορεῖ νά λάβει καί τήν ἐκμετάλλευση ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος ἀπό ὁμάδες ἰδιοτελῶν ἀτόμων, αἰχμαλώτων στά ἐγωκεντρικά τους κίνητρα. Πρόκειται γιά μία πιθανή καταιγίδα. Ἀλλά δέν ἔχει νόημα νά πεῖ κανείς ὅτι εἶναι ἐναντίον τῆς θυέλλης. Τό ζητούμενο εἶναι, πῶς θά προετοιμασθεῖ γιά νά ἀντιμετωπίσει τή θύελλα πού ἔρχεται καί νά ὁδηγήσει σωστά τό πλοῖο μέσα στά ἐπικίνδυνα κύματα καί ρεύματα.
Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος