Τρίτη 31 Μαρτίου 2015


Ἐμπιστοσύνη
Ἔχεις ἀκόμη ἀνησυχίες. Πές μου, ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ προέρχονται; «Ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ πᾶνε καλά» ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ τὰ ἔχεις ἐπανεξετάσει καὶ τακτοποιήσει- τὴν ἀπόφασή σου τὴν ἔχεις πάρει. Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχονται αὐτὲς οἱ ἀνησυχίες; Ὅλες εἶναι ἀπὸ τὸν ἐχθρό. Ὅλες. Ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ.
Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνει; Μήπως σκέφτεσαι νὰ φτιάξεις τὴ ζωή σου μόνη σου, μὲ τὶς δικές σου ἱκανότητες καὶ προσπάθειες; Ἂν πραγματικὰ αὐτὸ σκέφτεσαι, σὲ συμβουλεύω ν' ἀλλάξεις ἀμέσως γνώμη, ἀλλιῶς δὲν θ' ἀπαλλαγεῖς ἀπό τη σύγχυση καὶ τὴν ταραχή. Ἐξέτασε πάλι τὸν ἑαυτό σου ἤ θυμήσου ὅ,τι σοῦ ἔχω ὑποδείξει καὶ ὅ,τι ἔχει συμβεῖ μέσα σου σ' ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀλληλογραφίας μας. Θυμήσου, ἐπίσης, ποιὰ ἦταν ἡ ἔκβαση τῶν προβληματισμῶν σου γιὰ τὴ ζωή. Τέλος, δῶσε στὴν αὐτοεξέτασή σου τέτοια κατεύθυνση, ὥστε νὰ καταλήξει σὲ μιὰ σταθερὴ ἀπόφαση ἀμετάκλητης ἐναποθέσεως τοῦ μέλλοντός σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
Ἀφοῦ, λοιπόν, πάρεις αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, προσευχήσου στὸν Κύριο ὁλόθερμα. «Τὸ μέλλον μου», πές Του, «τὸ ἀφήνω μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου. Ὅπως ξέρεις καὶ ὅπως θέλεις, Κύριε, κατεύθυνε τὴ ζωή μου, μ' ὅλα τὰ ἀπρόοπτα καὶ μ' ὅλες τὶς δυσκολίες της. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς δὲν θὰ μεριμνῶ καὶ δὲν θ' ἀνησυχῶ πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Μία φροντίδα μόνο θὰ ἔχω, νὰ κάνω πάντα ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ' Ἐσένα». Ἔτσι νὰ Τοῦ μιλήσεις, ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτα νὰ Τοῦ ἀποδείξεις ὅτι ἔχεις ὁλοκληρωτικὰ ἀφεθεῖ στὰ χέρια Του, ὅτι δὲν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτα, ὅτι ἀποδέχεσαι ἤρεμα καὶ ἀγόγγυστα ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη ἤ δυσάρεστη, μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπό τὴ θεία πρόνοια. Μοναδική σου μέριμνα ἂς εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ θεοῦ σὲ κάθε περίσταση.
Ὕστερ' ἀπὸ μία τέτοια ἐσωτερικὴ τοποθέτηση, ὅλες οἱ ἀνησυχίες σου θὰ ἐξανεμιστοῦν. Ἀνησυχεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τώρα, καθὼς θέλεις ὅλες οἱ περιστάσεις νὰ συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τοῦ δικοῦ σου σκοποῦ. Καὶ ἐπειδή, φυσικά, ὅλα δὲν γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά σου, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι – «Αὐτὸ δὲν ἔγινε ἔτσι, ἐκεῖνο δὲν ἔγινε ἀλλιῶς». Ἄν, ὅμως, ἀναθέσεις τὰ πάντα στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ δεχθεῖς πὼς ὅ,τι συμβαίνει προέρχεται ἀπ' Αὐτὸν γιὰ τὸ καλό σου, τότε δὲν θ' ἀνησυχεῖς πιὰ καθόλου. Θὰ κοιτᾶς μόνο γύρω σου, γιὰ νὰ δεῖς τί σοῦ στέλνει ὁ Θεός, καὶ θὰ ἐνεργεῖς σύμφωνα μ' αὐτὸ ποὺ στέλνει. Κάθε κατάσταση μπορεῖ νὰ ὑπαχθεῖ σὲ κάποια θεία ἐντολή. Νὰ ἐνεργεῖς, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὴ σχετικὴ ἐντολή, ἐπιδιώκοντας τὴν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν σου ἐπιθυμιῶν. Προσπάθησε νὰ καταλάβεις τί λέω καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸ ἐφαρμόσεις. Δὲν θὰ τὸ κατορθώσεις, βέβαια, ἀπό τη μία στιγμὴ στὴν ἄλλη. Χρειάζεται ἀγώνας γι' αὐτό, ἀλλὰ καὶ προσευχή.

Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015


Στῆβεν Ράνσιμαν
-Πῶς βλέπετε τὴν Ὀρθοδοξία;
-Ἔχω μεγάλο σεβασμὸ γιὰ τὰ χριστιανικὰ δόγματα, καὶ κυρίως γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, διότι μόνον ἡ Ὀρθοδοξία ἀναγνωρίζει πὼς ἡ θρησκεία εἶναι μυστήριο. Οἱ ρωμαιοκαθολικοὶ κι οἱ προτεστάντες θέλουν νὰ τὰ ἐξηγήσουν ὅλα. Εἶναι ἄσκοπο νὰ πιστεύεις σὲ μία θρησκεία, θεωρώντας ὅτι αὐτὴ ἡ θρησκεία θὰ σὲ βοηθήσει νὰ τὰ καταλάβεις ὅλα. Ὁ σκοπὸς τῆς θρησκείας εἶναι ἀκριβῶς γιὰ νὰ μᾶς βοηθάει νὰ κατανοήσουμε τὸ γεγονὸς ὅτι δὲ μποροῦμε νὰ τὰ ἐξηγήσουμε ὅλα. Νομίζω πὼς ἡ Ὀρθοδοξία συντηρεῖ αὐτὸ τὸ πολύτιμο αἴσθημα τοῦ μυστηρίου.
-Μά, χρειαζόμαστε τὸ μυστήριο;
-Τὸ χρειαζόμαστε, χρειαζόμαστε αὐτὴν τὴ γνώση ποὺ λέει πὼς στὸ σύμπαν ὑπάρχουν πολὺ περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε. Χρειαζόμαστε τὴν διανοητικὴ μετριοφροσύνη, κι αὐτὴ ἀπουσιάζει, εἰδικὰ μεταξὺ τῶν Δυτικῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν.
-Αὐτὸ εἶναι χαρακτηριστικό τῆς σχέσης τῶν ὀρθοδόξων μὲ τοὺς ἁγίους τους -ὁ σεβασμὸς τῆς ταπεινότητας. Πῶς σχολιάζετε τὸ γεγονὸς ὅτι ἀρκετοὶ ἅγιοι ἀνακατεύτηκαν στὴν πολιτικὴ ἤ ἄσκησαν πολιτική;
-Ὅλοι ὅσοι θέλουν νὰ ἐπηρεάσουν ἄλλους ἀνθρώπους ἀσκοῦν πολιτική, καὶ εἶναι πολιτικοί. Πολιτικὴ σημαίνει νὰ προσπαθεῖς νὰ ὀργανώσεις τὴν Πόλιν μὲ ἕνα νέο τρόπο σκέψης. Οἱ ἅγιοι εἶναι πολιτικοί. Ποτὲ δὲν πίστεψα ὅτι μπορεῖς νὰ διαχωρίσεις τὴν πίστη πρὸς τοὺς Ἁγίους ἀπὸ τὴ διανόηση. Ἐπιστρέφω σὲ ὅσα εἶπα γιὰ τὶς Ἐκκλησίες. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ προσπαθεῖς νὰ ἐξηγήσεις τὰ πάντα, καταστρέφεις οὐσιαστικὰ αὐτὸ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποτελεῖ τὴν ἀνθρώπινη διαίσθηση, αὐτὴ ποὺ συνδέει τὴ διανόηση μὲ τοὺς ἁγίους καὶ τὴν αἴσθηση τοῦ Θεοῦ.
-Διανόηση, πολιτικὴ καὶ πίστη στὰ Θεῖα, λοιπόν, μποροῦν νὰ βαδίζουν μαζί;
-Ἀποτελεῖ παράδειγμα ἡ πόλη σας, ἡ Θεσσαλονίκη. Ἦταν πολὺ φημισμένη γιὰ τοὺς διανοητές της, εἰδικὰ στὰ ὕστερα βυζαντινὰ χρόνια. Ἀλλὰ εἶχε καὶ βοήθεια ἀπὸ τοὺς στρατιωτικούς της πού, ὅπως ὁ Ἅγιος Δημήτριος, ποὺ ἔρχονταν νὰ τὴ σώσουν στὴ σωστὴ στιγμή. Ἡ πίστη στοὺς Ἁγίους σοῦ δίνει κουράγιο νὰ ὑπερασπιστεῖς τὴν πόλη ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις, ὅπως ἔκανε κι ὁ Ἁη-Δημήτρης.
-Πῶς βλέπετε τὶς ἄλλες ἐκκλησίες;
-Ἡ ρωμαιοκαθολικὴ ἐκκλησία ἦταν πάντα καὶ πολιτικὸ ἵδρυμα, ἐκτὸς ἀπὸ θρησκευτικό, καὶ πάντα ἐνδιαφερόταν γιὰ τὸ νόμο. Πρέπει νὰ θυμόμαστε πώς, ὅταν ἡ ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία κατέρρευσε στὴ Δύση καὶ ἦρθαν τὰ βαρβαρικὰ βασίλεια, οἱ ρωμαῖοι ἄρχοντες χάθηκαν ἀλλὰ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἄνδρες παρέμειναν, κι ἦταν κι οἱ μόνοι μὲ ρωμαϊκὴ μόρφωση. Ὁπότε, αὐτοὶ χρησιμοποιήθηκαν ἀπὸ τοὺς βάρβαρους βασιλεῖς γιὰ νὰ ἐφαρμόσουν τὸ νόμο. Ἔτσι, ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία «ἀνακατεύτηκε» μὲ τὸ νόμο. Τὸν βλέπεις τὸ νόμο στὴ ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία: θέλει νὰ εἶναι ὅλα νομικὰ κατοχυρωμένα. Στὸ Βυζάντιο -καὶ εἶναι ἐνδιαφέρον πὼς μετὰ τὴν τουρκικὴ κατάκτηση τὰ ὑποστρώματα παραμένουν- ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται μόνον γιὰ τὸν Κανόνα, τὸ νόμο τῶν γραφῶν. Δὲν ἔχει τὴν ἐπιθυμία νὰ καθορίσει τὰ πάντα. Στὶς δυτικὲς Ἐκκλησίες ποὺ ἀποσχίστηκαν ἀπὸ τὴ ρωμαιοκαθολική, ἡ ἀνάγκη τοῦ νόμου, τοῦ ἀπόλυτου καθορισμοῦ, ἔχει κληρονομηθεῖ. Ἔχει πολὺ ἐνδιαφέρον νὰ μελετήσει κανεὶς -καὶ μελετῶ ἐδῶ καὶ καιρὸ- τὸ διάλογο ἀνάμεσα στὴν Ἀγγλικανικὴ Ἐκκλησία τοῦ 17ου αἰῶνα καὶ τὴν Ὀρθόδοξη. Οἱ Ἀγγλικανοὶ ἦταν ἰδιαίτερα ἀνάστατοι διότι δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τί πίστευαν οἱ Ὀρθόδοξοι σχετικὰ μὲ τὴν μεταβολὴ τοῦ οἴνου καὶ τοῦ ἄρτου σὲ αἷμα καὶ σῶμα. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἔλεγαν «εἶναι μυστήριο, ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε. Πιστεύουμε ὅτι γίνεται, ἀλλὰ τὸ πῶς δὲν τὸ γνωρίζουμε». Οἱ Ἀγγλικανοὶ -ὅπως κι οἱ ρωμαιοκαθολικοὶ- ἤθελαν μία καθαρὴ ἐξήγηση. Αὐτὴ εἶναι ἡ τυπικὴ διαφορὰ τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ γι'αὐτὸ ἀκριβῶς ἀγαπῶ τοὺς Ὀρθοδόξους.

(ἀπόσπασμα συνέντευξης)

Κυριακή 29 Μαρτίου 2015


Τοῦ γάμου
Ὢ Παναγία Δέσποινα 
μὲ τὸν Μονογενῆ Σου
 
στ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνεται
 
νὰ δώσεις τὴν εὐχή Σου.
Ἀπόψε λάμπει ὁ οὐρανός, 
ἀπόψε λάμπει ἡ σφαῖρα,
 
ἀπόψε στεφανώνεται
 
ἀητὸς τὴν περιστέρα.
Γειτόνοι καὶ γειτόνισσες 
προβάλετε νὰ δεῖτε,
 
τ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνεται,
 
νὰ τὸ ὑποδεχθεῖτε.
Παντρεύεται ὁ αὐγερινὸς 
καὶ παίρνει τὸ φεγγάρι,
ἂς εἶναι καλορίζικοι
 
μὲ τοῦ Θεοῦ τὴ χάρη.
Χελιδονάκια καὶ πουλιὰ 
λαλοῦν στὰ δώματά σας
 
καὶ λένε καλορίζικα
 
στὰ στεφανώματά σας.
Ἐγύρανε τὰ στέφανα 
σὲ ἀσημένιο τάσι,
 
τ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνεται
 
νὰ ζήσει νὰ γεράσει.
Ὅσ᾿ ἄστρα ἔχει ὁ οὐρανὸς 
καὶ ὁ χειμώνας χιόνια,
 
τόσα σᾶς εὔχομαι νὰ ζήσετε
 
εὐτυχισμένα χρόνια.
Ἅγια νὰ εἶναι ἡ στιγμή, 
κάνουμε τὸ σταυρό μας
 
καὶ στέλνουμε τὶς προσευχὲς
 
γιὰ νύφη καὶ γαμπρό μας.
Ἅγια νὰ εἶναι ἡ στιγμή, 
Θεὸς θέλει βοηθήσει,
 
ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλονε
 
νὰ μὴ βαρυγκομήσει.
Νὰ ζήσει ἡ νύφη κι ὁ γαμπρός, 
χωρὶς καημὸ καὶ βάρη,
 
ὁ πεθερός, ἡ πεθερά,
 
οἱ φίλοι, κι οἱ
 κουμπάροι.
Νὰ ζήσει ἡ νύφη κι ὁ γαμπρὸς 
εὐτυχισμένα χρόνια
 
νὰ τοὺς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ δοῦν
 
παιδιὰ μὰ καὶ ἐγγόνια.

Προχώρει γλῶσσα μου, ἄρχισε 
τραγούδια ν᾿ ἀραδιάζεις,
 
τ᾿ ἀντρόγυνο ποὺ γίνεται
 

νὰ τὸ καλοτυχιάζεις.

Σάββατο 28 Μαρτίου 2015


Ἡ εὐχὴ
Τώρα ἔχομεν ἓν πρόβλημα, προκειμένου νὰ ἀφιερωθῶμεν εἰς τὴν εὐχήν. Εἴμεθα κεκλεισμένοι μέσα εἰς τὰς ἀπασχολήσεις μας, βιαζόμεθα, κουραζόμεθα, ἀπογοητευόμεθα, ζῶμεν μὲ τὸ ἄγχος, δὲν κατορθώνομεν νὰ εἴμεθα ἐλεύθεροι ἀπὸ λογισμούς, ἀπὸ πάθη, ἀπὸ τρικυμίας. Διὰ νὰ ὑπνώσωμεν ταλαιπωρούμεθα, διὰ νὰ εἴμεθα χαρούμενοι πρέπει νὰ παίζωμεν κιθάρα ἢ νὰ εὕρωμεν μίαν διασκέδασιν. Δὲν εἶναι ζωὴ αὐτή! Μᾶς κουράζει καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ προσευχώμεθα ὅσον καὶ ὅπως θέλομεν.
Δι᾿ αὐτὸ βεβαιοῦν οἱ Πατέρες, ὅτι οἱ λόγοι τοῦ Θεοῦ εἶναι ποὺ δροσίζουν τὴν ψυχὴν καὶ ὁ λόγος τοῦ θεοῦ «ῥώννυσι τὴν ψυχήν, καθὼς ὁ οἶνος τὸ σῶμα».
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει εἰς τὴν Γραφὴν καὶ εἰς τοὺς ἁγίους Πατέρας. Ὅταν μελετῶμεν τοιαῦτα βιβλία, καὶ μάλιστα, ἀσκητικῶν Πατέρων, ὅταν εἴμεθα εἰς τὴν ἐργασίαν μας προσεκτικοί, ὅταν κοπιάζωμεν εἰς τὴν ζωὴν μὴ σπαταλῶντες τὰς δυνάμεις μας, ἀλλὰ δίδοντες αὐτὰ εἰς τὸ καθημερινόν μας καθῆκον, ὅταν οὕτω πὼς ἡ ζωὴ ἡμῶν εἶναι μία ἄσκησις καθημερινή, τότε αὐτὴ ἡ ἄσκησις καὶ ἡ μελέτη προλειαίνουν τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς, ὥστε νὰ καθίσταται ἱκανὴ νὰ ἀναβαίνῃ πρὸς τὰ ἄνω.
Διὰ νὰ προσεύχεσαι πρέπει νὰ ἔχῃς ἓν στοιχεῖον, τὸ ὁποῖον εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸ καλλιεργῇς. Ὅπως προσέχωμεν τὴν ὑγείαν τοῦ σώματός μας, ἔτσι νὰ προσέχωμεν καὶ τὴν ὑγείαν τῆς ψυχῆς. Εἶναι ἀνάγκη νὰ εἴμεθα χαρούμενοι. Ὅταν συνηθίζωμεν νὰ προσευχώμεθα, μᾶς χαρίζεται ἡ χαρὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ περισσότερον ἀκόμη. Ἂν προσευχόμενος θλίβεσαι, ἂν βαρυθυμῇς, κάτι μέσα σου δὲν πηγαίνει καλά. Νὰ τὸ κυττάξης, νὰ δώσης προσοχήν, διότι ὁ χαρακτὴρ τοῦ ἀνθρώπου ἐπιδρᾷ πολύ.
Ἴδετε τί ὡραία ποὺ λέγεται περὶ τοῦ ἁγίου Σάββα τοῦ Βατοπαιδινοῦ, ὅστις ὑπέστη τὰ πάνδεινα- ὅτι οὗτος «ἦν τὴν ἔντευξιν ἱλαρώτατος καὶ τὴν ὄψιν ἤδιστος καὶ χαριέστατος». Εἰς τὰς συναναστροφάς του τὸ χαμόγελόν του ἦτο φαιδρότατον, γλυκύτατον τὸ πρόσωπόν του καὶ ὁλόκληρος πλήρης χάριτος. Πόσον μᾶλλον ἦτο εἰς τὴν ἀναστροφήν του μὲ τὸν Θεόν, εἰς τὴν προσευχήν του ὡς ἥλιος φωτεινός!
Ἕνας ἄλλος δὲ ἀσκητικὸς Πατήρ, ὁ ὅσιος Νεῖλος, σημειώνει πολὺ ὄμορφα: «Προσευχὴ ἐστι χαρᾶς καὶ εὐχαριστίας πρόβλημα». Θέλεις νὰ γνωρίσῃς, ἐὰν ἡ προσευχή σου εἶναι ἀληθινὴ καὶ ταπεινή; Παρατήρησε- προβάλλει ἡ ἀγαλλίασις, ἀναδίδεται εὐχαριστία ἐκ καρδίας; Καὶ «ὅταν παριστάμενος εἰς προσευχήν, ὑπὲρ πᾶσαν ἄλλην χαρὰν γενήσῃ, τότε ἀληθῶς εὕρηκας προσευχήν».
Ἡ προσευχή, ἑπομένως, εἶναι χαροποιός. Ὁπωσδήποτε ὅμως θὰ ἔχωμεν καὶ τὸν ἀγῶνά μας κατὰ τῆς ἁμαρτίας, κατὰ τῶν παθῶν. Οὔτε αὐτὸ νὰ μᾶς καταθλίβῃ, ἀφοῦ παρεδώσαμεν εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν τὴν ζωήν μας. Ὅμως ὁ ἀγὼν εἶναι ἀναγκαῖος, διὰ νὰ εὐλογῆται ἡ ζωή μας. Ἂν θέλωμεν νὰ τὸ ἐπιτύχωμεν, νὰ μὴ κρατῶμεν ἐντὸς ἡμῶν καμμίαν πικρίαν ἐναντίον ἑτέρου, νὰ μὴ ἀναμειγνυώμεθα εἰς τὴν ζωὴν κανενὸς ἀνθρώπου, νὰ μὴ ἐξαναγκάζωμεν κανένα, νὰ μὴ πληγώνωμεν, νὰ μὴ τὸν στενοχωρῶμεν, οὔτε νὰ στενοχωρούμεθα ἀπὸ τὸν ἄλλον. Νὰ εἶναι αἱ κοινωνικαὶ σχέσεις μας φυσικαὶ καὶ ἀπλαί. Νὰ νιώθωμεν ὅτι οἱ ἄλλοι, πάντες καὶ ἐγώ, εἴμεθα ἓν καὶ τὸ αὐτό, θεωροῦντες «ἕνα ἑαυτὸν μετὰ πάντων», χωρίς, βεβαίως, νὰ ἀλλοιούμεθα εἰς τὸ φρόνημα ἢ νὰ ἐκτρεπώμεθᾳ εἰς τὴν ζωήν μας καὶ τὰς ἀναστροφάς. Τότε ἡ προσευχὴ εἶναι εὔκολος. Ἀρκεῖ νὰ ἀφήσωμεν τὸν Θεὸν νὰ ἐργάζεται μέσα μας, ὅπως ὁ χωρικὸς ποὺ σπέρνει καὶ περιμένει τὴν βροχούλα τοῦ Θεοῦ.

Γέρων Αἰμιλιανὸς Σιμωνοπετρίτης

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015


Μῆλο μυρωδάτο
Ἄ! αὐτὴ ἡ οἰκειότητα τῆς θρησκείας μας ἀνάμεσα στὸν ἄνθρωπο καὶ στὸ Θεό, ποὺ ἡ πρωτόγεννη μάνα του ἡ Παναγιὰ εἶναι ταυτόχρονα μάνα τοῦ κόσμου, πλατύτερη ἀπὸ τοὺς οὐρανούς (πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν). Ἄ! ἡ ἄτρεπτη ἐνανθρώπηση τοῦ μονογενῆ της (ἀτρέπτως ἐνανθρωπήσας). Ἄ! ἡ οἰκειότητα ἀνάμεσα στὴ γῆ καὶ στὸν οὐράνιο κόσμο. Ποιά ἄλλη θρησκεία ὀνομάζει τὸ Θεὸ μῆλο μυρωδάτο;
Τὸ μῆλον τὸ εὔοσμον,
Χαῖρε, ἡ τέξασα.

Ζήσιμος Λορεντζᾶτος

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015


Ἡ ἀπάντησις
Λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Ἐπανάσταση ὁ ἀπροσκύνητος Κλέφτης, Θεόδωρος Γρίβας, συλλαμβάνεται ἀπὸ τὸ «θηρίο» τῶν Ἰωαννίνων, τὸν περιβόητο Ἀλὴ πασὰ καὶ καταδικάζεται σὲ θάνατο δι᾽ ἀπαγχονισμοῦ. Ὁ σπουδαῖος ἀθηναιογράφος Δημ. Καμπούρογλου, στὸ Βιογραφικὸν Σχεδίασμα γιὰ τὸν ἀγωνιστὴ τοῦ ᾽21 Θ. Γρίβα, διασώζει ἕνα χαρακτηριστικὸ ἐπεισόδιο:

«Ὅταν δήμιος ἐπλησίασε κρατῶν τὸ σχοινίον, Γρίβας ἐκάλυψε τὴν κεφαλήν του διὰ τοῦ ἐνδύματός του. Ὁ σατράπης διέταξε τότε τὸν δήμιον νὰ σταθῆ, τὸν δὲ Θεόδωρον νὰ πλησιάση· καὶ τῷ εἶπε: Γιατί σκέπασες τὸ κεφάλι σου, φοβήθηκες τὸν θάνατον; Δὲν ἤξερες ὅτι ἀφοῦ ἀκολούθησες τὴ δουλειὰ τοῦ πατέρα σου, αὐτὴ θὰ ἦταν ἡ τύχη σου; Δὲν φοβήθηκα τὸν θάνατο, ἀπεκρίθη ὁ Θεόδωρος, τὸν φόβο τὸν ἄφησα στὴν κοιλιὰ τῆς μάνας μου, οὔτε θὰ μείνω χωρὶς ἐκδίκησι· καὶ πατέρα ἔχω καὶ τέσσερεις ἀδελφούς· μὰ ντρέπομαι τὸν κόσμο ποὺ θὰ μὲ ἰδῆ νὰ πεθάνω ἔτσι καὶ ἀπὸ τὰ χέρια τέτοιων παληανθρώπων (καὶ ἔδειξε τοὺς Γύφτους, οἵτινες συνήθως μετήρχοντο τὸ ἐπάγγελμα τοῦ δημίου). Ἐζήτησα τὸν θάνατο, ὅπου ἔπρεπε, ἀλλ᾽ αὐτὸς μὲ ἀρνήθηκε. Ἡ ἀπάντησις αὕτη τόσην ἐντύπωσιν ἔκαμεν εἰς τὸν Ἀλή, ὥστε διέταξε νὰ μὴν τὸν ἀπαγχονίσωσι, ἀλλὰ νὰ τὸν ρίψωσιν εἰς τὰς φυλακάς».

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015


Ἐλπίδες
...Τί νά εἴπω διά τό παρόν; Ἡ διαφθορά εἶναι τόσον γενική καί ἔχει τόσας βαθείας ρίζας, ὥστε προξενεῖ κατάπληξιν. Ὅταν οἱ αἴτιοι αὐτῆς παταχθοῦν ἐντελῶς εἶναι δυνατή μία ἠθική ἀναγέννησις. Τότε τό μέλλον μας θά εἶναι μεγάλο, ἄν ὅλα στηριχθοῦν εἰς τήν ἠθικήν, ἄν ἡ δικαιοσύνη θριαμβεύσῃ, ἄν τά γράμματα καλλιεργηθοῦν, ὄχι πρός ματαίαν ἐπίδειξιν, ἀλλά πρός ὠφέλειαν τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀνάγκην ἀπό ἀνατροφήν καί ἀπό μόρφωσιν ὄχι σχολαστικήν. Θά ἔχωμεν -ἤ μᾶλλον θά ἔχουν τά παιδιά μας- μίαν ἠθικήν ἀναγέννησιν τότε καί τό μέλλον θά εἶναι μεγάλο.

Διονύσιος Σολωμὸς

Τρίτη 24 Μαρτίου 2015


Πίθηκοι
Σύγχρονος πολιτισμός. Γενικὸ σχῆμα: ζητᾶμε νὰ ἐπιβάλομε λογικὰ συστήματα σὲ ἔναν κόσμο ποὺ μᾶς ξεφεύγει ἡ λογική του. Δὲν καταλαβαίνομε πὼς ἠ λογική μας εἶναι, μπροστὰ στὴ λογικὴ τοῦ κόσμου, ὅπως ἡ ρήση τοῦ Ἡράκλειτου: ἀνθρώπων ὁ σοφώτατος πρὸς θεὸν πίθηκος φανεῖται ἤ ὅπως τὸ ἀντίστοιχο τοῦ Παύλου: ὅτι τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί. Δὲν τὸ καταλαβαίνομε. Καὶ ἐπιμένομε νὰ ἐπιβάλομε σώνει καὶ καλὰ τὴ λογική μας στὴ λογικὴ τοῦ κόσμου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γινόμαστε κάθε μέρα, μὲ τὴ νοητὴ λογική μας, μπροστὰ στὴν ἀπερινόητη λογικὴ τοῦ κόσμου, ὀλοένα περισσότερο πίθηκοι καὶ ὁλοένα περισσότερο μωροί. Τοῦ κάκου ὁ Ἡράκλειτος, τοῦ κάκου ὁ Παῦλος. Σύγχρονος πολιτισμός.

Ζήσιμος Λορεντζᾶτος

Κυριακή 22 Μαρτίου 2015


Ἂς ρωτήσουμε τὴν καρδιά μας
Ἤτανε βέβαια ἀπ᾿ τὸ Θεὸ γραμμένο νὰ δράξομε τὰ ἄρματα μία μέρα καὶ νὰ χυθοῦμε κατεπάνω στοὺς τυράννους μας, ποὺ τόσα χρόνια ἀνελεήμονα μᾶς τυραγνεύουν. Τί τὴ θέλουμε, βρὲ ἀδέλφια, τούτη τὴν πολυπικραμένη τὴ ζωή, νὰ ζοῦμε ἀποκάτω στὴ σκλαβιὰ καὶ τὸ σπαθὶ τῶν Τούρκων ν᾿ ἀκονιέται εἰς τὰ κεφάλια μας; Δὲν τηρᾶτε ποὺ τίποτα δὲν μᾶς ἀπόμεινε; Οἱ ἐκκλησιές μας γινήκανε τζαμιὰ καὶ ἀχούρια τῶν Τούρκων. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ πὼς τάχα ἔχει τίποτα ἐδικό του, γιατὶ τὸ ταχὺ βρίσκεται φτωχὸς σὰ διακονιάρης στὴ στράτα. Οἱ φαμελιές μας καὶ τὰ παιδιά μας εἶναι στὰ χέρια καὶ στὴ διάκριση τῶν Τούρκων. Τίποτα, ἀδέρφια, δὲ μᾶς ἔμεινε.
Δὲν εἶναι πρέπον νὰ σταυρώσουμε τὰ χέρια καὶ νὰ τηρᾶμε τὸν οὐρανό. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε χέρια, γνώση καὶ νοῦ. Ἂς ρωτήσουμε τὴν καρδιά μας καὶ ὅ,τι μᾶς ἀπανταχαίνει, ἂς τὸ βάλομεν γρήγορα σὲ πράξη καὶ ἂς εἴμεθα, ἀδέλφια, βέβαιοι, πὼς ὁ Χριστός μας, ὁ πολυαγαπημένος, θὰ βάλει τὸ χέρι ἀπάνω μας.

Ὀδυσσέας Ἀνδροῦτσος

Σάββατο 21 Μαρτίου 2015


Γιὰ τὴ Σαρακοστὴ
Ἂν ὁ Χριστιανὸς τοῦ παρελθόντος ζοῦσε κατὰ ἕνα μεγάλο βαθμὸ σ᾿ ἕνα σιωπηλὸ κόσμο ποὺ τοῦ ἔδινε πλούσιες εὐκαιρίες γιὰ αὐτοσυγκέντρωση στὸν ἐσωτερικό του κόσμο, ὁ σημερινὸς χριστιανὸς εἶναι ἀναγκασμένος νὰ κάνει εἰδικὴ προσπάθεια γιὰ νὰ καλύψει αὐτὴ τὴν ἀναγκαία διάσταση τῆς σιωπῆς, ἡ ὁποία αὐτὴ μόνο μπορεῖ νὰ μᾶς φέρει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὶς ὑψηλὲς πραγματικότητες. Ἔτσι, λοιπόν, τὸ πρόβλημα τοῦ ῥαδιοφώνου καὶ τῆς τηλεόρασης στὴ διάρκεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς δὲν εἶναι περιθωριακὴ ὑπόθεση, ἀλλὰ μὲ πολλοὺς τρόπους εἶναι ἕνα θέμα πνευματικῆς ζωῆς ἢ θανάτου.
Πρέπει κανεὶς νὰ συνειδητοποιήσει ὅτι εἶναι ἀδύνατο νὰ μοιράσουμε τὴ ζωή μας ἀνάμεσα στὴ «χαρμολύπη» τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καὶ στὸ τελευταῖο σήριαλ. Αὐτὰ τὰ δυὸ βιώματα εἶναι ἀσυμβίβαστα καὶ τὸ ἕνα, σίγουρα, θὰ σκοτώσει τὸ ἄλλο. Καὶ εἶναι πολὺ πιθανό, ἐκτὸς ἂν γίνεται μία ἔντονη προσπάθεια, ὅτι τὸ τελευταῖο σήριαλ ἔχει πολὺ μεγαλύτερες ἐλπίδες σὲ βάρος τῆς «χαρμολύπης» – παρὰ τὸ ἀντίθετο.
Μία πρώτη «συνήθεια» ποὺ προτείνεται εἶναι νὰ μειωθεῖ δραστικὰ ἡ παρακολούθηση τοῦ ῥαδιοφώνου καὶ τῆς τηλεόρασης στὴν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς. Δὲν τολμοῦμε νὰ ἐλπίζουμε ὅτι θὰ ὑπάρξει μία «γενικὴ» νηστεία, ἀλλὰ μόνο ἡ «ἀσκητικὴ» ἡ ὁποία, ὅπως ξέρουμε, σημαίνει, πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ἀλλαγὴ τροφῆς καὶ μειώσή της. Φυσικὰ τίποτε τὸ κακὸ δὲν ὑπάρχει, λόγου χάρη, στὸ νὰ συνεχίσει κανεὶς νὰ παρακολουθεῖ στὸ ῥαδιόφωνο καὶ στὴν τηλεόραση εἰδήσεις, ἐκλεκτὲς σειρές, ἐνδιαφέροντα καὶ πνευματικὰ ἢ διανοητικὰ ἐμπλουτισμένα προγράμματα. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ σταματήσει στὴν διάρκεια τῆς Σαρακοστῆς εἶναι ἡ πλήρης «παράδοση» στὴν τηλεόραση – ἡ μετατροπὴ δηλαδὴ τοῦ ἀνθρώπου σὲ «λάχανο» πάνω σὲ μία πολυθρόνα κολλημένο στὴν ὀθόνη ποὺ παθητικὰ δέχεται ὅ,τι βγαίνει ἀπ᾿ αὐτή.
Ὅταν ἤμουνα παιδὶ (ἦταν τότε ἡ προτηλεοπτικὴ ἐποχὴ) ἡ μητέρα μου συνήθιζε νὰ κλειδώνει τὸ πιάνο τὴν πρώτη, τὴν τετάρτη καὶ τὴν ἑβδόμη ἑβδομάδα τῆς Σαρακοστῆς. Αὐτὴ ἡ ἀνάμνηση εἶναι μέσα μου ζωηρότερη ἀπὸ τὶς μακρινὲς ἀκολουθίες τῆς Σαρακοστῆς καὶ ἀκόμα καὶ σήμερα ὅταν παίζει τὸ ῥαδιόφωνο αὐτὲς τὶς μέρες μὲ ταράζει σχεδὸν ὅσο καὶ μία βλαστήμια. Ἀναφέρω αὐτὴ τὴν προσωπική μου ἀνάμνηση μόνο σὰν μία διευκρίνηση τῆς ἐπίδρασης ποὺ μποροῦν νὰ ἔχουν μερικὲς ἐξωτερικὲς ἐνέργειες στὴν ψυχὴ ἑνὸς παιδιοῦ. Καὶ αὐτὸ ποὺ κρύβεται ἐδῶ δὲν εἶναι ἕνα ἁπλὸ ἀπομονωμένο ἔθιμο ἢ ἕνας κανόνας ἀλλὰ εἶναι μία ἐμπειρία τῆς Σαρακοστῆς σὰν μιᾶς εἰδικῆς χρονικῆς περιόδου, σὰν κάποιου πράγματος ποὺ εἶναι παρὸν ὅλο τὸ χρόνο καὶ ποὺ δὲν πρέπει νὰ χαθεῖ, νὰ ἀκρωτηριαστεῖ, νὰ καταστραφεῖ. Ἐδῶ ἀκόμα, ὅσον ἀφορᾶ τὴ νηστεία, μία ἁπλὴ ἀπουσία ἢ ἀποχὴ ἀπὸ τὴν τροφὴ δὲν εἶναι ἐπαρκής, πρέπει νὰ ἔχει τὸ θετικό της συμπλήρωμα.

π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015


Λακωνικὸν
Ὁ καημὸς τοῦ θανάτου τόσο μὲ πυρπόλησε, ποὺ ἡ λάμψη
μου ἐπέστρεψε στὸν ἥλιο.
Κεῖνος μὲ πέμπει τώρα μέσα στὴν τέλεια σύνταξη τῆς
πέτρας καὶ τοῦ αἰθέρος,
Λοιπόν, αὐτὸς ποὺ γύρευα, ε ἶ μ α ι.
Ὢ λινὸ καλοκαίρι, συνετὸ φθινόπωρο,
Χειμώνα ἐλάχιστε,
Ἡ ζωὴ καταβάλλει τὸν ὀβολὸ τοῦ φύλλου τῆς ἐλιᾶς
Καὶ στὴ νύχτα μέσα τῶν ἀφρόνων μ' ἕνα μικρὸ τριζόνι
κατακυρώνει πάλι τὸ νόμιμο τοῦ Ἀνέλπιστου.

Ὀδυσσέας Ἐλύτης

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015


Ὁ Σουλιώτης ἀγωνιστὴς
Θαῦμα ἀκόμα μοῦ φαίνεται, τὸν σταυρό μου κάμω, πῶς πάντα τόσον ὀλίγοι ἀπὸ μᾶς ἐσκοτώνοντο! Ὁ Θεός, βέβαια, μᾶς προστάτευεε. Εἴμαστε τόσον ὀλίγοι, ὅπου ἂν ὁ Θεὸς δὲν ἔκαμνε ἔλεος, εἰς ὀλίγον καιρὸ οὔτε ἕνας ἀπὸ μᾶς θὰ ἔμενε ζωντανός... Πόσα τουφέκια εἶχε τὸ Σούλι; Τὸ εἴπαμε, χίλια ἀπάνω-κάτω. Ἀλλὰ ἐμεῖς ἐπολεμήσαμε γιὰ τὴν πατρίδα καὶ ὁ Παντοδύναμος Θεὸς μᾶς ἐφύλαγε, μᾶς προστάτευε.
Ὅταν ἥσυχος τώρα κάθομαι στὸν ἴσκιο, ἀπὸ κάτω ἀπὸ μίαν ἐλιὰ καὶ ἐνθυμοῦμαι ἐκείνους τοὺς καιρούς, ἀπορῶ πῶς μπορέσαμε ν᾿ ἀνθέξουμε, νὰ πολεμήσουμε τέτοιον ἐχθρό! Βέβαια, δὲν ἐστάθηκε μονάχα ἡ παλληκαριά, δὲν ἐστάθηκε ἡ ἀνδρεία τῶν Σουλιωτῶν, ἐστάθηκε ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ ὁποῦ μᾶς ἔκανε ἐκείνους ὁποῦ εἴμαστε. Ἐστάθηκε ἡ δύναμις τοῦ μεγάλου Θεοῦ, ἐστάθηκε τὸ θέλημά του, γιὰ νὰ ἐλευθερωθεῖ τὸ ἔθνος ἔπειτα ἀπὸ τόσα χρόνια σκλαβιᾶς. Ἔπρεπε ὅμως νὰ ὑποφέρουμε ἡμεῖς, ἔπρεπε νὰ πέσουν πολλοὶ μάρτυρες, ἔπρεπε νὰ ποτισθεῖ ἡ γῆ μὲ τὸ αἷμα τους διὰ τὸ καλὸ τοῦ κόσμου; Ἂς μὴν παραπονούμεθα λοιπόν. Τὸ Σούλι μας ἔμεινε εἰς τὴν σκλαβιάν... ναί, ἀλλὰ τὴν ὥραν τοῦ καλοῦ ἢ τοῦ κακοῦ ὁ Θεὸς μονάχα τὴ γνωρίζει....

Σπύρος Τζίπης

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015


Κοινωνία
Πέρα ἀπὸ τὸ ὅτι εἴμαστε ἐλεύθερα καὶ εὐχαριστιακὰ ὄντα, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐπίσης κοινωνικὸ ὄν. Αὐτὸ εἶναι τὸ τρίτο χαρακτηριστικό του στοιχεῖο. Εἶναι, σύμφωνα μὲ τὸ χαρακτηρισμὸ τοῦ Ἀριστοτέλη, ἕνα «πολιτικὸ ζῶο», γιατί ὄντως πραγματώνει τὸν ἑαυτό του, γίνεται ὄντως ἄνθρωπος, ἐφόσον ζεῖ σὲ μία πόλη, σ᾿ ἕνα κοινωνικὰ ὀργανωμένο χῶρο. Ἀκόμη καὶ οἱ ἐρημίτες πρέπει νὰ προετοιμάσουν τὸν ἑαυτό τους γιὰ τὴ μόνωση, ἀφοῦ ζήσουν ἀρχικὰ στὴν κοινωνικὴ ζωὴ μιᾶς μοναχικῆς ἀδελφότητας. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι διαλογικός. Γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε τὰ λόγια του John Macmurray «δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἄνθρωπος μέχρι ποὺ νὰ βρεθοῦν δυὸ τουλάχιστον σὲ κοινωνία».
«Καὶ εἶπεν ὁ Θεός, ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν». Αὐτὸ τὸ «ποιήσωμεν ἄνθρωπον», ὅπως παρατηροῦν οἱ Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, δείχνει ὅτι τὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἔκαναν συμβούλιο μεταξύ τους. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος - δηλαδὴ σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνας, ἀλλὰ ἕνας ἐν τρισὶν ὑποστάσεσι. Ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν καλεῖται νὰ πραγματώσει τὸν ἑαυτό του καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ, σὲ κοινότητα ἢ κοινωνία. Ὅπως ἀκριβῶς ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μία ἀπομονωμένη μονάδα, ἀλλὰ μία ἕνωση τριῶν προσώπων ποὺ ἀλληλοπεριχωροῦνται μέσῳ μιᾶς ἀκατάπαυστης ἀμοιβαίας ἀγάπης, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, πραγματώνει πλήρως τὸν ἑαυτό του - γίνεται ὁλοκληρωμένος ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὴ θεία εἰκόνα - μόνο ὅταν ζεῖ μέσα στοὺς ἄλλους καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους. Γίνεται ἄνθρωπος ὅταν ξέρει νὰ μοιράζεται.
Ὁ Ντοστογιέφσκι μᾶς προσφέρει ἀκόμη μιὰ πετυχημένη εἰκόνα αὐτῆς τῆς πραγματικότητας. Στοὺς Ἀδελφοὺς Καραμάζωφ περιλαμβάνεται, μιὰ λαϊκὴ ἱστορία ποὺ ἄκουσε κάποτε, σχετικα μὲ μία ἡλικιωμένη γυναίκα ποὺ δὲν ἔζησε σωστὰ καὶ μετὰ θάνατο βρέθηκε σὲ μία λίμνη ἀπὸ φωτιά. Ὁ φύλακας Ἄγγελός της προσπαθοῦσε νὰ κάνει ὅ,τι μποροῦσε γιὰ νὰ βοηθήσει. Ἡ μόνη καλὴ πράξη ὅμως ποὺ θυμόταν ὅτι ἔκανε αὐτὴ ἡ γυναίκα ὅταν ζοῦσε, ἦταν ποὺ εἶχε δώσει κάποτε ἀπὸ τὸν κῆπο της ἕνα κρεμμύδι, σὲ μιὰ ζητιάνα. Πῆρε λοιπὸν ὁ ἄγγελος τὸ κρεμμύδι, εἶπε στὴ γυναίκα νὰ πιαστεῖ ἀπ᾿ αὐτὸ κι ἄρχισε νὰ τὴν τραβᾷ ἔξω ἀπὸ τὴ λίμνη. Μέσα στὴ λίμνη ὅμως δὲν ἦταν μόνη της. Ὅταν οἱ ἄλλοι εἶδαν τί συνέβαινε, μαζεύτηκαν τριγύρω καὶ κρεμάστηκαν πάνω της μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ συρθοῦν κι αὐτοὶ ἔξω μαζί της. Τότε ὅμως ἡ γυναίκα, μὲ τρόμο καὶ ἀγανάκτηση, ἄρχισε νὰ τοὺς κλωτσᾷ. «Ἀφῆστε με», φώναξε. «Ἔμενα τραβᾷ ἔξω, ὄχι ἐσᾶς. Δικό μου εἶναι τὸ κρεμμύδι, ὄχι δικό σας». Τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ εἶπε αὐτό, τὸ κρεμμύδι ἔσπασε στὰ δυὸ καὶ ἡ γυναίκα ἔπεσε πίσω, μέσα στὴ λίμνη. Καὶ ἐκεῖ μέσα καίγεται μέχρι σήμερα.
Ἐὰν ἡ ἡλικιωμένη γυναίκα ἔλεγε μόνο, «αὐτὸ εἶναι τὸ κρεμμύδι μας», δὲν θὰ ἀποδεικνυόταν ἄραγε ἀρκετὰ δυνατὸ γιὰ νὰ τοὺς τραβήξει ὅλους ἔξω ἀπὸ τὴ φωτιά; Μόλις ὅμως εἶπε «εἶναι δικό μου, ὄχι δικό σας», ἔγινε κάτι λιγότερο ἀπὸ ἄνθρωπος. Μὲ τὸ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ μοίρασμα, ἀρνήθηκε τὴν προσωπικότητά της. Ὁ γνήσιος ἄνθρωπος, πιστὸς στὴν εἰκόνα τῆς τρισυπόστατης Θεότητας, εἶναι αὐτὸς ποὺ πάντοτε λέει ὄχι «ἐγώ», ἀλλὰ «ἐμεῖς», ὄχι «δικό μου» ἀλλὰ «δικό μας». Ἡ προσευχὴ ποὺ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ μας δίδαξε ἀρχίζει μὲ τὸ «Πάτερ ἡμῶν» κι ὄχι «Πάτερ μου». Αὐτὸ ποὺ ἔκανε τὴν πρώτη ἀποστολικὴ κοινότητα τῶν Χριστιανῶν στὰ Ἱεροσόλυμα νὰ ξεχωρίσει, ἦταν ἀκριβῶς ἡ πράξη τῆς μοιρασιᾶς. «Ἦσαν δὲ προσκατεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων καὶ τῇ κοινωνίᾳ καὶ τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καὶ ταῖς προσευχαῖς (...) πάντες δὲ οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ εἶχον ἅπαντα κοινά». Ὡς Χριστιανοὶ δεκαεννιὰ αἰῶνες ἀργότερα, πόσο ἀπεγνωσμένα χρειαζόμαστε νὰ ἀνακτήσουμε αὐτὴ τὴν αἴσθηση τῆς κοινωνίας, νὰ ξαναμάθουμε πῶς νὰ μοιραζόμαστε τὸ κρεμμύδι.
Τὸ πρότυπό μας σ᾿ αὐτὸ τὸ μοίρασμα εἶναι καὶ πάλι ἡ Παναγία. Ὅταν δέχθηκε τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἡ ἄμεση ἀντίδρασή της ἦταν νὰ πορευθεῖ «εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς» γιὰ νὰ μοιραστεῖ τὴν καλὴν εἴδηση μὲ τὴν ἐξαδέλφη της Ἐλισάβετ. Μὲ σπουδὴ καὶ αἴσθημα βιασύνης: ἔνιωθε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ κρατήσει τὴ χαρὰ γιὰ τὸν ἑαυτό της.

Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Ware

Τρίτη 17 Μαρτίου 2015


Προσευχὴ τῶν συζύγων καὶ τῆς οἰκογενείας
Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, ὁ τῇ σῇ ἀναβάσει ἐπὶ τὸν Γολγοθᾶν ἐξαγοράσας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου καὶ ἀποκαταστήσας τὴν πεπτωκυῖαν εἰκόνα σου, ὁ ἐκτείνας ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τὰς ἀχράντους χεῖράς Σου, ἵνα τὰ ἐσκορπισμένα τέκνα τοῦ Θεοῦ ἐπισυναγάγῃς εἰς ἕν, καὶ καλέσας τῇ ἐπιφοιτήσει τοῦ Παναγίου Πνεύματος εἰς ἑνότητα πάντας, Σύ, ὁ Ὤν, τοῦ Πατρὸς τὸ ἀπαύγασμα, πρὸ τῆς ἐξόδου Σου ἐπὶ τὴν μεγάλην ταύτην καὶ κοσμοσωτήριον ἱερουργίαν ἐδεήθης τοῦ Πατρός Σου, ἵνα πάντες ἓν ὦμεν, καθὼς Σὺ εἶ μετὰ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου.
Παράσχου τοίνυν ἡμῖν χάριν και σοφίαν τοῦ ἐκπληροῦν τὴν ἐντολὴν ταύτην καθ᾿ ἑκάστην, καὶ ἐνίσχυσον ἡμᾶς εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς ἀγάπης, ἣν Σὺ ἐνετείλω ἡμῖν εἰπών· Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς.
Δώρησαι ἡμῖν διὰ τοῦ Ἁγίου Σου Πνεύματος τὴν δύναμιν τοῦ ταπεινοῦν ἑαυτοὺς ὁ εἷς ἐνώπιον τοῦ ἑτέρου, ἐν τῷ κατανοεῖν ὅτι, ἐάν τις πλεῖον ἀγαπᾷ, πλεῖον καὶ ταπεινοῦται.
Δίδαξον ἡμᾶς εὔχεσθαι ὁ εἷς ὑπὲρ τοῦ ἄλλου, ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζειν ἐν ὑπομονῇ καὶ ἕνωσον ἡμᾶς τῷ συνδέσμῳ τῆς ἀκαταλύτου ἀγάπης ἐν τῷ Ὀνόματί Σου τῷ Ἁγίῳ, χαριζόμενος ἡμῖν ὡσαύτως τοῦ ὁρᾶν ἐν ἑκάστῳ ἀδελφῷ καὶ ἑκάστῃ ἀδελφῇ ἡμῶν τὴν εἰκόνα τῆς ἀῤῥήτου δόξης Σου καὶ μὴ ἐπιλανθάνεσθαι ὅτι «ὁ ἀδελφὸς ἡμῶν ἡ ζωὴ ἡμῶν ἐστι».
Ναί, Κύριε, ὁ τῇ Σῇ εὐδοκίᾳ ἐπισυναγαγὼν ἡμᾶς ἐπὶ τὸ αὐτό, ποίησον ἡμᾶς γενέσθαι ἐν ἀληθείᾳ μίαν οἰκογένειαν, ζῶσαν ἐν μιᾷ καρδίᾳ, μιᾷ θελήσει, μιᾷ ἀγάπῃ, ὡς εἷς ἄνθρωπος, κατὰ τὴν περὶ τοῦ προπάτορος Ἀδὰμ προαιώνιον βουλήν Σου. Ἐπισκίασον τὸν οἶκον ἡμῶν τῷ τοῦ φόβου Σου πνεύματι καὶ σκέπασον αὐτὸν τῇ σκέπῃ τῆς Παναχράντου Σου Μητρός, (τῶν ἁγίων ὧν φέρομεν τὰ ὀνόματα καὶ ὧν εὐλαβούμεθα) καὶ πάντων τῶν Ἁγίων Σου, εὐλογῶν καὶ ὑπερασπιζόμενος ἕνα ἕκαστον τῶν ἐνθάδε διαμενόντων(μνημονεύομεν τὰ ὀνόματα τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας), διαφυλάττων ἡμᾶς ἐκ φθοροποιῶν λογισμῶν, ἀναρμόστων λόγων ἢ κινήσεων καρδίας, ἐπιβλαπτόντων τὴν εἰρήνην καὶ τὴν ὁμόνοιαν, ὅπως οἰκοδομηθῇ ὁ οἶκος οὗτος ἐπὶ τὴν πέτραν τῶν εὐαγγελικῶν Σου ἐντολῶν, εἰς τόπον προσευχῆς, ἁγιασμοῦ καὶ σωτηρίας δι᾿ ἡμᾶς αὐτοὺς καὶ διὰ πάντας τοὺς ἐπισκεπτομένους ἡμᾶς, τοὺς κοπιῶντας καὶ πεφορτισμένους ἀδελφοὺς καὶ ἀδελφὰς ἡμῶν, ἵνα πάντες εὕρωμεν ἀνάπαυσιν ἐν Σοί, τῷ πράῳ καὶ ταπεινῷ Βασιλεῖ ἡμῶν, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Γέρων Σωφρόνιος

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015


Νά γίνουν ὅλα Χριστός
Ἡ ἁμαρτία δημιουργεῖ μέσα μας δικό της κόσμο, δημιουργεῖ μέσα μας δική της φιλοσοφία, δική της ἀντίληψι γιά τόν κόσμο. Ἡ ἁμαρτία ἐπιδιώκει νά καταλάβῃ τήν θέσι τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή σου, τήν θέσι τοῦ Προσώπου τοῦ Θεοῦ. Αὐτό θέλει νά κάνῃ ἡ ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία στήν πραγματικότητα θέλει νά στερήσῃ τόν ἄνθρωπο ἀπό ἐκεῖνες τίς θεϊκές ὡραιότητες πού ἔχει στήν ψυχή του. Ναί, αὐτός ὁ διάβολος ἀγωνίζεται διά μέσου τῆς ἁμαρτίας νά δημιουργήσῃ μέσα σου καί μέσα μου τήν δική του εἰκόνα. Διότι ἡ ἁμαρτία πάντοτε ὁμοιάζει στόν διάβολο. Πάντοτε, ὅταν τήν ἐναγκαλιζώμαστε, τυπώνει σιγά-σιγά στήν ψυχή μας τήν δική του σκοτισμένη μορφή. Ἔτσι, μέ τήν ἁμαρτία, μέ τήν ἕξι στήν ἁμαρτία, μορφώνεται μέσα μας ἕνα ἄλλο ἐγώ, μία ἄλλη ψυχή, ἕνας ἄλλος ἑαυτός, ἐκεῖνος ὁ ἑαυτός, τόν ὁποῖο ζητεῖ ὁ Κύριος νά ἀπαρνηθοῦμε: «οὐ γάρ ὅ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ’ ὅ οὐ θέλω κακόν τοῦτο πράσσω». Τό κακό τό δημιουργήσαμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ἐνῶ τό καλό εἶναι ἀπό τόν Θεό, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἐγώ θέλω νά ζῶ σωστά, ἀλλά τήν δύναμι νά τό κάνω δέν τήν ἔχω. Δέν βρίσκω τήν δύναμι γι’ αὐτό, δέν βρίσκω τήν δύναμι μέσα μου.
Νά, τό σημερινό Εὐαγγέλιο μᾶς ἀποκαλύπτει τόν τρόπο, γιά νά πραγματοποιήσουμε στήν ζωή μας τό καλό πού ἐπιθυμοῦμε. Αὐτός εἶναι ἡ ἀπάρνησι τοῦ ἑαυτοῦ σου, τῆς ἁμαρτίας σου, αὐτῆς τῆς ἁμαρτωλῆς ψυχῆς πού δημιουργήθηκε, χτίστηκε, μορφώθηκε μέσα σου. Μέ τήν νηστεία στήν πραγματικότητα ἀπωθοῦμε τήν ἁμαρτωλότητα πού εἶναι μέσα μας. Ἀντικαθιστοῦμε σταδιακά τόν ἑαυτό μας μέ τόν Χριστό, μέχρις ὅτου φθάσουμε στήν τελειότητα πού ἔφθασε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος λέγει: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγῶ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός». Νά τί σημαίνει «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν»: Σημαίνει νά ἀπαλείψουμε ὅλες τίς (κακές) μας ἐπιθυμίες, κάθετι ἀνθρώπινο, ἐφάμαρτο, καί νά τά ἀντικαταστήσουμε μέ τόν Χριστό. Νά ἀλλάξουν, νά γίνουν ὅλα Χριστός!
«Ὅς γάρ ἐάν θέλῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι ἀπολέσει αὐτήν· ὅς δ᾽ ἄν ἀπολέσει τήν ψυχήν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ εὐαγγελίου, σώσει αὐτήν». Ἐάν, βεβαίως, ἀπαρνηθοῦμε κάθε ἁμαρτία μας, κάθε πάθος μας· καί ἄν ξέρουμε, ἄν αἰσθανόμαστε καί ἄν θέλουμε νά γίνῃ ὁ Χριστός ψυχή μέσα στήν ψυχή μας, καρδιά μέσα στήν καρδιά μας, νά ἀντικαταστήσῃ τόν ἑαυτό μας, τό ἐγώ μας μέ τόν Ἑαυτό Του. Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ὁδός γιά νά φυλάξουμε ἐγώ καί ἐσύ καί κάθε ἄνθρωπος τήν ψυχή μας ἀπό τήν κόλαση, ἀπό τήν καταστροφή, ἀπό τόν διάβολο, ἀπό κάθε κακό, ἀπό τά αἰώνια βάσανα, νά βροῦμε μέσα μας ἐκείνη τήν θεοειδῆ ψυχή, ἐκείνη τήν θεϊκή ψυχή, τήν ὁποία ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε.

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

Κυριακή 15 Μαρτίου 2015


Nηστεύεις;
Nηστεύεις;
Δεῖξε τό μου μέ τά ἔργα σου.
― Ἄν δεῖς φτωχό, βοήθησέ τον.
― Ἄν δεῖς ἐχθρό, νά συμφιλιωθεῖς μ᾽ αὐτόν.
― Ἄν δεῖς φίλο νά προκόβει, μή τόν φθονήσεις.
― Ἄν δεῖς ὄμορφη γυναίκα στό δρόμο, μή στέκεσαι καί τήν περιεργάζεσαι.
Ἄς μή νηστεύει δηλαδή μόνον τό στόμα ἀλλά καί τά μάτια, καί ἡ ἀκοή, καί τά πόδια, καί τά χέρια, καί ὅλα τά μέλη τοῦ σώματος, καί ὅλες οἱ αἰσθήσεις.
― Δέν τρῶμε ψάρια ἢ κοτόπουλα. Δαγκώνουμε ὅμως καί κατατρῶμε τούς ἀνθρώπους.
― Tό στόμα μας πρέπει νά νηστεύει ἀπό λόγια ἄπρεπα καί ὑβριστικά.
― Nά νηστεύουν τά χέρια ἀπό τήν πλεονεξία καί τήν ἁρπαγή.
― Δέν τρῶς κρέας; Δέν πρέπει ὅμως νά τρῶς καί ἀκολασία μέ τά μάτια σου.
― Nά νηστεύουν τά μάτια ἀπό θεάματα ἄπρεπα.
― Nά νηστεύει καί ἡ ἀκοή σου μέ τό νά μή δέχεσαι κατηγορίες καί διαβολές. Kαί τό στόμα, ἀπό λόγια ἄπρεπα καί ὑβριστικά ἢ συκοφαντικά. Διότι, αὐτά πού βγαίνουν ἀπό τό στόμα, αὐτά εἶναι πού κάνουν ἀκάθαρτη τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου· «οὐ τὸ εἰσερχόμενον εἰς τὸ στόμα… ἀλλὰ τὸ ἐκπορευόμενον ἐκ τοῦ στόματος τοῦτο κοινοῖ (μολύνει) τὸν ἄνθρωπον».

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015


Γιὰ τὴ νηστεία
Ὅλα τὰ πατερικὰ βιβλία μιλούν γιὰ τὴ νηστεία. Οἱ Πατέρες τονίζουν να μὴν τρώμε δυσκολοχώνευτα φαγητὰ ἢ λιπαρά καὶ παχιά, γιατὶ κάνουν κακό στὸ σώμα αλλά και στην ψυχή... Γι’ αυτό οἱ Πατέρες μιλούν γιὰ νηστεία καὶ κατακρίνουν τὴν πολυφαγία καὶ τὴν ἡδονὴ ποὺ αἰσθάνεται κανεὶς μὲ τὰ φαγητὰ τὰ πλούσια. Νὰ εἶναι πιὸ ἁπλὰ τὰ φαγητά μας. Νὰ μὴν ἀσχολούμαστε τόσο πολὺ μ’ αὐτά.
Δὲν εἶναι τὸ φαγητό, δὲν εἶναι οἱ καλὲς συνθῆκες διαβίωσης, ποὺ ἐξασφαλίζουν τὴν καλὴ ὑγεία. Εἶναι ἡ ἁγία ζωή, ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Ξέρω γιὰ ἀσκητὲς ποὺ νηστεύανε πολὺ καὶ δὲν εἴχανε καμιὰ ἀρρώστια. Δὲν κινδυνεύει νὰ πάθει κανεὶς τίποτε ἀπ’ τὴ νηστεία. Κανεὶς δὲν ἔχει ἀρρωστήσει ἀπ’ τὴ νηστεία...
Για να τα κάνετε όμως αὐτά, πρέπει νὰ ἔχετε πίστη. Ἀλλιῶς σας πιάνει λιγούρα.
Ἡ νηστεία εἶναι καὶ ζήτημα πίστεως. Δὲν παθαίνετε μ’ αὐτὴν κακό, ὅταν τὸ χωνέψετε καλὰ τὸ φαγητό σας. Οἱ ἀσκητὲς μεταποιοῦν τὸν αέρα σὲ λεύκωμα καὶ δὲν τοὺς πειράζει ἡ νηστεία. Ὅταν ἔχετε τὸν ἔρωτα στὸ θεῖον, μπορεῖτε νὰ νηστεύετε μὲ εὐχαρίστηση κι ὅλα εἶναι εὔκολα· ἀλλιῶς σᾶς φαίνονται ὅλα βουνό.
Ὅποιοι ἔδωσαν τὴν καρδιά τους στὸν Χριστὸ καὶ μὲ θερμὴ ἀγάπη ἔλεγαν τὴν εὐχὴ κυριάρχησαν καὶ νίκησαν τὴ λαιμαργία καὶ τὴν ἔλλειψη ἐγκράτειας.

Ἅγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015


Ὅταν ὁ γάμος γίνῃ «Μυστήριον»
Ὁ γάμος ὡς φυσικὸν καὶ κοινωνικὸν γεγονὸς ἀνήκει εἰς τὸν κόσμον ποὺ ὑπάρχει ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε ὅτι ὁ ἔξω τῆς Ἐκκλησίας κόσμος, ζωή, ἄνθρωπος, φύσις, κοινωνία, εἶναι ἀλύτρωτα. Εἶναι ὄψεις τοῦ πεσόντος κόσμου, ποὺ λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἔχει δηλητηριασθῆ, ἔχει ἀρρωστήσει θανάσιμα. Ἔτσι καὶ ὁ γάμος ὡς γεγονὸς φυσικὸν ἢ κοινωνικὸν εἶναι ἄρρωστος καὶ ἀδύνατος ἀπὸ τὴν ἰδίαν του τὴν φύσιν νὰ λυτρώσῃ τὸν ἄνθρωπον καὶ νὰ τοῦ χαρίσῃ ἀκεραίαν καὶ ὠλοκληρωμένην ζωήν.
Ὅταν ὁ γάμος γίνῃ «Μυστήριον» μεταθέτει τοὺς συζύγους καὶ τὸν φυσικόν των γάμον ἀπὸ τὸν παλαιόν, ἀλύτρωτον καὶ χωρὶς Θεὸν κόσμον τοῦ ἐγωισμοῦ, τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου, εἰς τὸν καινόν, θεανθρώπινον κόσμον τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀγάπης, τῆς Ἐκκλησίας.
Κάθε Μυστήριον, ἄλλως τέ, εἶναι μία μετάβασις καὶ μία μεταμόρφωσις τοῦ παλαιοῦ κόσμου καὶ τῆς παλαιᾶς ζωῆς εἰς καινὸν κόσμον καὶ καινὴν ἐν Χριστῷ ζωήν, ποὺ προσφέρεται ὡς δῶρον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἰδιαιτέρως μὲ τὸ Ἅγιον Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος ἀφήνει τὸν παλαιὸν κόσμον διὰ νὰ εἰσέλθῃ ὁριστικῶς εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν θείαν Εὐχαριστίαν ἑνοῦται διὰ τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Ἁγίαν Τριάδα καὶ ὅλους τοὺς λελυτρωμένους πιστούς. Χωρὶς τὴν θείαν Εὐχαριστίαν δὲν θὰ ὑπῆρχεν ἡ Ἐκκλησία, διότι οἱ πιστοὶ δὲν θὰ ἠδύναντο νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Θεὸν καὶ νὰ γίνουν ἓν νέον θεανθρώπινον σῶμα.
Αὐτὸ ποὺ γίνεται εἰς τὴν θείαν Εὐχαριστίαν γίνεται καὶ εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Γάμου. Οἱ σύζυγοι ἑνοῦνται μὲ τὸν Χριστὸν καὶ διὰ τοῦ Χριστοῦ μεταξύ των εἰς μίαν αἰωνίαν καὶ θεανθρωπίνην ἕνωσιν. Ἀπὸ μίαν ἕνωσιν τοῦ παλαιοῦ, ἀρρωστημένου κόσμου μεταμορφοῦται εἰς μίαν ὑγιᾶ ἐν Χριστῷ ἕνωσιν μέσα εἰς τὴν καινὴν κτίσιν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἁπλούστερον: Μὲ τὸ Μυστήριον τοῦ Γάμου δὲν ἐνοῦται μόνον ὁ γαμβρὸς καὶ ἡ νύμφη, ἀλλ᾿ ἐνοῦται μαζύ των καὶ ὁ Χριστὸς ἢ μᾶλλον ἀμφότεροι ἑνοῦνται ἐν τῷ Χριστῷ, ὁ ὁποῖος καθιστᾶ ἔτσι τὴν ἕνωσίν των ἁγίαν, τελείαν, ὑγιᾶ, θεανθρωπίνην. Ἐννοεῖται ὅτι διὰ νὰ εἶναι ὁ γάμος ἓν γεγονὸς μεταμορφώσεως εἰς τᾶς διαστάσεις τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, δὲν ἀρκεῖ ἐκ μέρους τῶν μελλονύμφων τυπικὴ παρακολούθησις τῆς ἱερολογίας τοῦ Γάμου χωρὶς καμμίαν συνειδητὴν συμμετοχὴν εἰς τὸ τελούμενον Μυστήριον.

Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2015


Αὐτὴ εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία
α) Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ, λειτουργεῖ ὡς θεραπευτήριο-Νοσοκομεῖο. Διαφορετικὰ δὲν εἶναι Ἐκκλησία ἀλλὰ θρησκεία. Οἱ κληρικοί, ἐκλεγόταν ἀρχικὰ ἀπὸ τοὺς θεραπευμένους, γιὰ νὰ λειτουργοῦν ὡς θεραπευτές. Ἡ θεραπευτικὴ λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας σῴζεται σήμερα κυρίως στὶς Μονές, ποὺ ἀντέχοντας ἀκόμη στὴν ἐκκοσμίκευση (secularism) συνεχίζουν τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων.
β) Οἱ ἐπιστήμονες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς θεραπείας εἶναι ἤδη θεραπευμένοι. Ὅποιος δὲν ἔχει ἐμπειρία τῆς θεραπείας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι θεραπευτής. Αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσιαστικὴ διαφορὰ μεταξὺ ποιμαντικῆς θεραπευτικῆς καὶ ἰατρικῆς ἐπιστήμης. Οἱ ἐπιστήμονες τῆς ἰατρικῆς θεραπευτικῆς (Πατέρες καὶ Μητέρες) ἀναδεικνύουν ἄλλους θεραπευτές, ὅπως οἱ Καθηγητὲς τῆς Ἰατρικῆς ἀναδεικνύουν τοὺς διαδόχους τους.
γ) Ὁ περιορισμὸς της Ἐκκλησίας στὴν ἁπλὴ συγχώρηση ἁμαρτιῶν γιὰ τὴν εἴσοδο μετὰ θάνατον στον παράδεισο συνιστᾷ ἀλλοτρίωση καὶ ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ νὰ συγχωρεῖ ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη τὸν ἀσθενῆ, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ μετὰ θάνατον! Ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ στείλει κάποιον στὸν παράδεισο ἢ στὴν κόλαση. Παράδεισος καὶ κόλαση, ἄλλωστε, δὲν εἶναι τόποι, ἀλλὰ τρόποι ὑπάρξεως. Ἡ Ἐκκλησία, θεραπεύοντας τὸν ἄνθρωπο, τὸν προετοιμάζει νὰ βλέπει τὸν Χριστὸ αἰώνια μέσα στὸ ἄκτιστο Φῶς Του ὡς παράδεισος καὶ ὄχι ὡς κόλαση, δηλαδὴ «πῦρ καταναλίσκον». Καὶ αὐτό, φυσικά, ἀφορᾷ σὲ κάθε ἄνθρωπο, διότι ΟΛΟΙ οἱ ἄνθρωποι θὰ βλέπουν αἰώνια τὸν Χριστό, ὡς «Κριτή» τοῦ κόσμου.
δ) Ἡ ἐγκυρότητα τῆς ἐπιστήμης τεκμηριώνεται ἀπὸ τὴν ἐπίτευξη τῶν στόχων της (π.χ. στὴν ἰατρική, ἀπὸ τὴ θεραπεία τοῦ ἀσθενοῦς). Ἔτσι, διαφοροποιεῖται ἡ αὐθεντικὴ ἐπιστημονικὴ ἰατρικὴ ἀπὸ τὸν κομπογιαννιτισμό. Κριτήριο τῆς ποιμαντικῆς θεραπευτικῆς της Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἐπίτευξη τῆς πνευματικῆς θεραπείας, μὲ τὸ ἄνοιγμα τῆς πορείας πρὸς τὴν θέωση. Ἡ θεραπεία δὲν μετατίθεται στὴν μεταθανάτια ζωή, ἀλλὰ συντελεῖται στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου σ᾿ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο (hinc et nunc). Αὐτὸ διαπιστώνεται ἀπὸ τὰ ἄφθαρτα λείψανα τῶν Ἁγίων, ποὺ νικοῦν τὴν βιολογικὴ φθορά, ὅπως αὐτὰ τῶν Ἁγίων τῆς Ἑπτανήσου: Σπυρίδωνος, Γερασίμου, Διονυσίου καὶ Θεοδώρας τῆς Αὐγούστας. Τὰ ἄφθαρτα ἱερὰ λείψανα εἶναι στὴ παράδοσή μας οἱ ἀδιαφιλονείκητες τεκμηριώσεις τῆς θεώσεως, τῆς ὁλοκληρώσεως δηλαδὴ τῆς ἀσκητικῆς θεραπευτικῆς τῆς Ἐκκλησίας. Θὰ παρακαλοῦσα δὲ τὸν ἰατρικὸ κόσμο τῆς Χώρας μας νὰ προσέξει ἰδιαίτερα τὴν περίπτωση τῶν ἀκεραίων ἱερῶν λειψάνων, διότι ὄχι μόνο δὲν ἔχουν δεχτεῖ ἐπιστημονικὴ ἐπέμβαση, ἀλλὰ φανερώνεται σ᾿ αὐτὰ ἡ ἐνέργεια τῆς θεϊκῆς Χάρης, διότι τὴ στιγμὴ ἀκριβῶς ποὺ ἀρχίζει ἡ διάλυση τοῦ κυτταρικοῦ συστήματος, σταματᾷ αὐτόματα καὶ ἀντὶ δυσοσμίας ἐκπέμπεται εὐωδία. Περιορίζομαι στὰ ἰατρικὰ συμπτώματα, καὶ δὲν ἐπεκτείνομαι στὰ θαύματα ὡς ἀποδείξεις τῆς θεώσεως διότι ἀνήκουν σὲ ἄλλη σφαῖρα.
ε) Τὰ ἱερὰ κείμενα τῆς Ἐκκλησίας (Γραφή, συνοδικὰ καὶ πατερικὰ κείμενα) δὲν κωδικοποιοῦν κάποια Χριστιανικὴ ἰδεολογία, ἀλλὰ ἔχουν θεραπευτικὸ χαρακτῆρα λειτουργώντας ὅπως τὰ πανεπιστημιακὰ συγγράμματα στὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ λειτουργικὰ κείμενα, λ.χ. τὶς Εὐχές. Ἡ ἁπλὴ ἀνάγνωση μιᾶς Εὐχῆς (προσευχῆς), χωρὶς παράλληλη ἔνταξη τοῦ πιστοῦ στὴ θεραπευτικὴ διαδικασία τῆς Ἐκκλησίας, δὲν θὰ διέφερε ἀπὸ τὴν περίπτωση ποὺ ὁ ἀσθενὴς καταφεύγει στὸν γιατρὸ μὲ ἰσχυροὺς πόνους, καὶ ἐκεῖνος ἀντὶ νὰ ἐπέμβει δραστικά, περιορίζεται στὸ νὰ τὸν ξαπλώσει στὸ χειρουργικὸ κρεβάτι καὶ νὰ τοῦ διαβάσει τὸ σχετικὸ μὲ τὴ νόσο του κεφάλαιο.
Αὐτὴ μὲ λίγα λόγια εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Δὲν ἔχει σημασία ἂν τὴν ἀποδέχεται κανεὶς ἢ ὄχι. Ἀναφερόμενος ὅμως σὲ ἐπιστήμονες προσπάθησα, ὡς ἐν ἐπιστήμῃ συνάδελφος, νὰ ἀπαντήσω ἐπιστημονικὰ στὸ ἐρώτημα «τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία». Κάθε ἄλλη ἐκδοχὴ γιὰ τὸν Χριστιανισμὸ συνιστᾷ παραποίηση καὶ διαστροφή του, ἔστω καὶ ἂν θέλει νὰ προβάλλεται σὰν Ὀρθοδοξία.

π. Γεώργιος Μεταλληνός

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015


Βυζαντινή Ζωγραφική
Γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες ὑπάρχει ζωντανὴ καὶ ἡ ἄλλη πλευρά: Ἡ Βυζαντινὴ παράδοση. Ἐκείνη ἀκριβῶς ποὺ ὀνειδίζεται, λοιδορεῖται ἀπὸ τοὺς «νέους» σὰν τὸν Σαβέττα ἢ τὸν Τζιόττο. Στὴν βυζαντινὴ ζωγραφικὴ δὲν θὰ συναντήσουμε τὰ νατουραλιστικὰ στοιχεῖα ποὺ παρατηρήσαμε στὴν Ἰταλικὴ Πρῶτο-Ἀναγέννηση καὶ ἀκόμη λιγότερο τὶς αἰσθησιακὲς προεκτάσεις της. Ἀκόμη καὶ ἡ ἀφηγηματικότης εἶναι περιορισμένη στὸ ἐλάχιστον. Δὲν ὑπάρχουν ἐγκόσμιοι ἅγιο, οὔτε ἐγκόσμιες πράξεις ἢ σκηνές, οὔτε προσωπογραφίες, ἰδιωτικὲς κατοικίες, παλάτια μεγιστάνων, πόλεις, ἀρχιτεκτονικὰ τοπία, ἐρείπια καὶ φυτὰ μὲ τὰ ὁποῖα βρίθει ἡ Ἰταλικὴ Ἀναγέννησις. Ἂν φαίνεται κάπου ἕνα κτήριο εἶναι πάντοτε τὸ ἴδιο συμβατικὸ σχῆμα μὲ τὴν ἴδια πάντα ἀνεστραμμένη προοπτική, μὲ τὸ ἴδιο πάντα ἁπλωμένο παραπέτασμα. Ἂν ἀναπαραστῶνται βράχοι παίρνουν μορφὴ ὑπερκαθημένων, τραπεζοειδῶν καὶ πολυεδρικῶν στερεῶν ποὺ ἀγνοοῦν τὴν προοπτική του τόνου καὶ τοῦ χρώματος. Οὐσιαστικὰ ἡ «φύσις» δὲν ὑπάρχει.
Τὸ φόντο εἶναι οὐδέτερο, χρυσὸ ἢ μονόχρωμο. Ἂν πρόκειται γιὰ δάσος, ἕνα δένδρο ἀρκεῖ. Ἔτσι, ποτὲ δὲν θὰ μᾶς δώσει ὁ βυζαντινὸς τεχνίτης ἕνα ρομαντικὸ τοπίο ὅπως τοῦ Κλὼντ ἢ τοῦ Πουσσέν. Καὶ ὅμως στὸν Ἅγιο Μάρκο τῆς Βενετίας, στὸ ψηφιδωτὸ ἐκεῖνο ὅπου ὁ Χριστὸς προσεύχεται μόνος ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ἐλαιῶν, ὑπάρχουν βράχοι ἐξαίσιοι, «ἀληθινοί» καὶ ἀγκάθια τόσο ξερὰ καὶ μυρωδάτα ποὺ σὲ κάνουν νὰ ἀπορεῖς καὶ νὰ ἀναλογιστεῖς τί ἄρα γὲ θὰ ἔκαναν, τί θαύματα, ἂν οἱ βυζαντινοὶ τεχνίται ἐπέτρεπαν στὸν ἑαυτό τους τὴν ἀναπαράσταση τῆς φύσεως. Ἀλλ᾿ οὔτε οἱ ἴδιοι τὸ ἐπέτρεπαν στὸν ἑαυτό τους, οὔτε ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἐξουσία. Ἄλλες εἶναι οἱ ἐπιδιώξεις τῆς βυζαντινῆς τέχνης. Ἄλλος ὁ προορισμός της.
Ἡ βυζαντινὴ τέχνη εἶναι μοναδικὴ καὶ ἄφθαστη στὸ ὅτι ἐπενόησε σχήματα ταυτόσημα μὲ σύμβολα ὑπερβατικὰ τῶν ἀχράντων μυστηρίων, λειτουργικοὺς αἴνους ποὺ βασίζονται σὲ μίαν ὑπερκόσμια γεωμετρία, κατοπτρισμοὺς οὐρανίων ἐνοράσεων, νοητὰ ἀρχέτυπα – κάτι σὰν ἄλλου εἴδους Ἰνδικὰ ἢ Θιβετιανὰ «μάνταλα». Δὲν ὑπάρχει τέχνη πιὸ αὐστηρή. Κοιτάζοντας τὴν περίτεχνη ἀλληλουχία, διαβάθμιση καὶ ἀλληλοεξάρτηση τῶν σχημάτων, ἄγεται κανεὶς στὸ συμπέρασμα ὅτι πρόκειται περὶ τέχνης ποὺ ἐφήρμοσε τὴν ἄτεγκτη ἀναγκαιότητα τῆς μηχανικῆς ἐπιστήμης στὴν ἔκφραση τοῦ θρησκευτικοῦ συναισθήματος. Δὲν ὑπάρχει ἐδῶ ὁ λυρισμὸς τοῦ Σασσέτα, οὔτε αἰσθηματολογία οὔτε κἂν αἴσθημα, ἀλλὰ μία κρύα, παγερὴ κατασκευὴ ποὺ δὲν ἐπιδέχεται οὔτε προσθήκη οὔτε τελειοποίηση. Ἂν τελειοποιηθεῖ, θὰ ἀλλάξει ἀναγκαστικὰ εἶδος καὶ θὰ προσλάβει ἄλλη μορφή. Τὰ πάντα ἔχουν τυποποιηθεῖ. Τὰ σχήματα, τὰ φῶτα, τὰ ἡμιτόνια, οἱ σκιές. Στὴν βάση ὑπάρχει ἡ γραμμική-γεωμετρικὴ σύνθεσις ποὺ συνεχῶς θυμίζει τὸν μαθηματικὸ γνώμονα. Κάθε σχῆμα ἐντάσσεται καὶ προέρχεται ἀπὸ τὰ προηγούμενα. Εἶναι ἕνας Ἀριστοτελικὸς συλλογισμός, μία ἀλγεβρικὴ ἐξίσωσις ἀλάνθαστη.
Ὁ καλλιτέχνης δὲν ὑπάρχει. Ἔχει ἀφομοιωθεῖ μὲ τὴν ἀπόδοση μιᾶς ὀντότητας ποὺ τὸν ἀπορροφᾶ καὶ τὸν ἐξουθενώνει ὁλοκληρωτικά. Τὰ ὑπερφυσικὰ ὄντα ποὺ εἰκονίζει ἔχουν τὴν πληρότητα καὶ τὴν στιλπνότητα τοῦ ἀτσαλιοῦ. Ἡ σοφὴ τοποθέτησις τῶν τριγωνικῶν ἢ γωνιακῶν φώτων, οἱ λεπτότατες γραμμικὲς ψιμυθιές, οἱ γραμμικὲς σκιὲς καὶ ὅλος ὁ ρυθμὸς τῆς ἀφηρημένης αὐτῆς φωτοσκιάσεως μεταμορφώνει τὰ ὄντα τοῦτα σὲ κινητὲς πανοπλίες ποὺ ἀντανακλοῦν ἢ ἀπορροφοῦν τὸ φῶς μὲ τὶς ἀκμὲς καὶ τὶς ὑπέρ-λεῖες τους ἐπιφάνειες. Οἱ στάσεις τους εἶναι μετωπικὲς καὶ ἱεραρχικές, τὰ πρόσωπα μὲ ὑποτυπώδη ἔκφραση, αὐστηρὴ καὶ κάποτε, σχεδὸν βλοσυρή, οἱ πτυχώσεις σχεδιασμένες μὲ εὐθεῖες γραμμὲς καὶ λιγοστὲς καμπύλες προσεκτικὰ ζυγισμένες, ἔτσι ποὺ δίνουν τὴν ἐντύπωση σὰν νὰ εἶναι τραβηγμένες μὲ τὸν χάρακα. Τεντωμένες σὰν τὴν νευρὴ τοῦ δοξαριοῦ, σὰν ὑποτείνουσες τριγώνων, σὰν χορδὲς κύκλων, σὰν παραβολὲς καὶ ὑπερβολές, γραμμένες, χαραγμένες, καρφωμένες στὴν σανίδα ἢ τὸ σοβά, ἔτσι, ποὺ νὰ μὴ μποροῦν νὰ ξεφύγουν, νὰ χαλαρώσουν, νὰ ξετεντωθοῦν, νὰ λυγίσουν καὶ νὰ μαραθοῦν.

Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας

Τρίτη 10 Μαρτίου 2015


Ἀνθούλα
Ἀγάπησέ με, Ἀνθούλα μου, γλυκειὰ χρυσή μου ἐλπίδα 
Καθὼς κ´ ἐγὼ σ´ ἀγάπησα τὴν ὥρα ποὺ σὲ εἶδα
Εἶχες τὰ μάτια σου γυρτᾶ ῾ς τὰ πράσινα χορτάρια,
Κ´ ἡ λύπη σου τὰ στόλιζε μὲ δυὸ μαργαριτάρια.
Τὴ μάνα σου θυμούμενη ἐδάκρυζες, Ἀνθούλα,
Γιατὶ ῾ς τὸν κόσμο σ᾿ ἄφησε μονάχη κι ὀρφανούλα.
Ἄ, ναί, φυλάξου, ἀγάπη μου, τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν πλάνη,
Ὅπου μὲ λόγια δολερὰ τόσα κοράσια χάνει.
Ποῦ πᾶς μονάχη κι ἔρημη, ἀθώα περιστερούλα;
Βρόχια πολλά σου σταίνουνε· ἔλα μαζί μου, Ἀνθούλα.

Διονύσιος Σολωμός

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015


Δὲν τρώω κρέας
Στὰ μέσα Φεβρουαρίου ὁ τσάρος Ἰβὰν ὁ Τρομερὸς ἔφτασε μπροστὰ στὸ Πσκὼβ καὶ σταμάτησε στὸ χωριὸ Λιουμπιατίνο, πέντε βέρστια ἀπὸ τὴν πόλη. Δὲν ἐρχόταν ἀπὸ τὴν Λιθουανία ἀλλὰ ἀπὸ τὸ Νόβγκοροντ, τὸ Μεγάλο, ποὺ πέρασε διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου ἀπὸ τὰ στρατεύματά του. Ἡ ἴδια μοίρα περίμενε καὶ τὸ Πσκώβ, «τὸν δευτερότοκο ἀδελφὸ τοῦ Νόβγκοροντ», ποὺ ἦταν ἐπίσης ὕποπτος προδοσίας.
Ὁ πανικὸς κυρίευσε τοὺς κατοίκους. Μερικοὶ ἤθελαν νὰ τὸ βάλουν στὰ πόδια. Ἄλλοι μιλοῦσαν γιὰ ἀντίσταση. Ὅταν τὴν Κυριακὴ τὸ πρωὶ -δεύτερη Κυριακὴ τῆς μεγάλης Σαρακοστῆς- ὁ τσάρος, ὑπὸ τοὺς ἤχους τῆς καμπάνας, μπῆκε στὴν πόλη, βρῆκε τὸν πληθυσμὸ μὲ γιορτινὰ ροῦχα καὶ κάθε μία οἰκογένεια γονατισμένη μπροστὰ στὴν κατοικία της νὰ τοῦ προσφέρει τὸ ψωμὶ καὶ τὸ ἁλάτι, ὅπως ἦταν ἡ συνήθεια.
Ξαφνικά, κουνώντας ἕνα μπαστούνι, ὅπως ἕνα παιδὶ ποὺ μιμεῖται τὸν καβαλάρη, ἐμφανίζεται ἕνας ἄνθρωπος, πηγαίνει ἀπέναντι ἀπὸ τὸν τσάρο καὶ στὴν συνέχεια ἀρχίζει νὰ φωνάζει: «Ἰβάνουσκα! Ἰβάνουσκα! Εἶναι καλύτερο νὰ φᾶς τὸ ψωμὶ καὶ τὸ ἁλάτι παρὰ νὰ πίνεις ἀνθρώπινο αἷμα». Ὁ τσάρος ἔδωσε διαταγὴ νὰ τὸν συλλάβουν. Ἀλλὰ αὐτὸς ἐξαφανίστηκε.
ἡγεμόνας παρέστη στὴ Δοξολογία μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα, ποὺ ὑψώνεται εὐέλικτη καὶ ἄσπρη πάνω ἀπὸ τὸν ποταμὸ Βελικάγια, προσκύνησε τὰ λείψανα τοῦ πρίγκιπα Βσέβολοντ Γαβριήλ, ποὺ ἦταν ἐκεῖ, καὶ ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία νὰ δεχτεῖ τὴν εὐλογία τοῦ Νικολάου τοῦ Σαλοῦ, γιὰ τὸν ὁποῖον εἶχε ἀκούσει νὰ μιλοῦν. Αὐτὸς ἔμενε σὲ μία γωνία κάτω ἀπὸ τὸ καμπαναριό. Ὁ τσάρος βρῆκε ἐκεῖ ἕνα γιορτινὸ τραπέζι, ποὺ εἶχε ἑτοιμαστεῖ γι’αὐτὸν: ἕνα κομμάτι ὠμὸ κρέας πάνω σ’ ἕνα ἄσπρο τραπεζομάντιλο.
– «Φάε», εἶπε ὁ γιουροντίβυ (ὁ σαλὸς).
– «Εἶμαι χριστιανός», ἀπάντησε ὁ Τσάρος, «καὶ δὲν τρώω κρέας τὴν Σαρακοστή».
– Ἀλλὰ ὅμως πίνεις τὸ αἷμα τῶν χριστιανῶν, τοῦ ἀντεῖπε ὁ σαλός.
Καὶ ἀπείλησε τὸν Ἰβάν, ἐπιτάσσοντας νὰ σταματήσει τοὺς σκοτωμοὺς καὶ τὶς διαρπαγὲς τῶν ἐκκλησιῶν χρησιμοποιώντας γι᾽ αὐτὸν φρικτὰ λόγια, ὅπως ἀναφέρει τὸ Χρονικόν.

Εἰρήνη Γκοραΐνωφ