Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2021

 


Ἥλιος ὁ πρῶτος

 IV

Πίνοντας ἥλιο κορινθιακὸ

Διαβάζοντας τὰ μάρμαρα

Δρασκελίζοντας ἀμπέλια θάλασσες

Σημαδεύοντας μὲ τὸ καμάκι

Ἕνα τάμα ψάρι ποὺ γλιστρᾶ

 

Βρῆκα τὰ φύλλα ποὺ ὁ ψαλμὸς τοῦ ἥλιου ἀποστηθίζει

Τὴ ζωντανὴ στεριὰ ποὺ ὁ πόθος χαίρεται

Ν' ἀνοίγει.

 

Πίνω νερὸ κόβω καρπὸ

Χώνω τὸ χέρι μου στὶς φυλλωσιὲς τοῦ ἀνέμου

Οἱ λεμονιὲς ἀρδεύουνε τὴ γύρη τῆς καλοκαιριᾶς

Τὰ πράσινα πουλιὰ σκίζουν τὰ ὄνειρά μου

Φεύγω μὲ μιὰ ματιὰ

 

Ματιὰ πλατιὰ ὅπου ὁ κόσμος ξαναγίνεται

Ὄμορφος ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὰ μέτρα τῆς καρδιᾶς.

Ὀδυσσέας Ἐλύτης

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

 


Ἕνα κομμάτι τοῦ Παραδείσου

-Καὶ μόνος του νὰ εἶναι κανεὶς ἀνάμεσα στοὺς κοσμικούς, ἂν εἶναι σωστὸς χριστιανός, μεταβάλλει τὸ κοσμικὸ αὐτὸ περιβάλλον σ’ ἕνα κομμάτι τοῦ Παραδείσου.

-Δὲν εἶναι ἡ ζωὴ καρναβάλι καὶ ἐπιπολαιότης. Εἶναι ζωὴ τὴν ὁποία περιμένει ὁ οὐρανός.

-Ἡ μεγαλύτερη μορφὴ ἀγάπης εἶναι νὰ προσεύχεσαι γιὰ κάποιον ποὺ δὲν τὸ ξέρει... 

Γέρων Εὐσέβιος Γιαννακάκης

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2021

 


Ἐρεθίζαμε τὴν περιέργεια τοῦ κοινοῦ!

Ὁ καημένος ὁ Ἀλέξανδρος! Καινούργιες ἀνησυχίες θὰ εἶχε πάλι ἡ ἀσκητική του ψυχὴ μὲ τὴ συρροὴ τόσων ξένων καὶ δικῶν μας μουσαφιρέων στὸ ταπεινό του σπιτάκι τοῦ ὡραίου νησιοῦ. Τὸν ἐτρόμαζε τόσο πολὺ «ἡ περιέργεια τοῦ Κοινοῦ».

Εἶχα διηγηθεῖ ἄλλοτε τὴν ἀνησυχία του αὐτή, ὅταν πῆγα, κλέφτικα, μὲ χίλιες προφάσεις, νὰ τὸν φωτογραφίσω ἀπάνω στὸ καφενεδάκι τῆς Δεξαμενῆς. Δὲν ὑπῆρχε ὡς τότε φωτογραφία τοῦ Παπαδιαμάντη. Καὶ συλλογιζόμουν ὅτι ἀπ᾿ τὴ μιὰ μέρα στὴν ἄλλη μποροῦσε νὰ πεθάνει ὁ μεγάλος Σκιαθίτης, καὶ μαζί του νὰ σβύσῃ γιὰ πάντα ἡ ὁσία μορφή του. Καὶ πότε αὐτό; Σὲ μία ἐποχὴ ποὺ δὲν ὑπάρχει ἀσημότητα ποὺ νὰ μὴν ἔχει λάβει τὶς τιμὲς τοῦ φωτογραφικοῦ φακοῦ. Καὶ πῶς θὰ μποροῦσε νὰ δικαιολογηθεῖ μία τέτοια παράλειψη τῆς γενεᾶς μας σ᾿ ἐκείνους ποὺ θὰ ῾ρθοῦν κατόπι μας νὰ συνεχίσουν τὸ θαυμασμό μας γιὰ τὸν ἀπαράμιλλο λυρικὸ ψυχογράφο τῶν καλῶν καὶ τῶν ταπεινῶν καὶ τὸν ἁγνότατο ποιητὴ τῶν νησιώτικων γιαλῶν; Ἀλλὰ ὁ ἁγνὸς αὐτὸς χριστιανός, μὲ τὴ ψυχὴ τοῦ ἀναχωρητῆ, δὲν ἐννοοῦσε, μὲ κανένα τρόπο, νὰ ἐπιτρέψη στὸν ἑαυτό του μιὰ τέτοια εἰδωλολατρικὴ ματαιότητα. «Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα» ἦταν ἡ ἄρνησή του καὶ ἡ ἀπολογία του. Ἀποφάσισα ὅμως νὰ πάρω τὴν ἁμαρτία του στὸ λαιμό μου. Ὁ Θεὸς καὶ ἡ μακαρία ψυχή του ἂς μοῦ συχωρέσουν τὸ κρῖμα μου. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ὡραιότερους τίτλους ποὺ ἀναγνωρίζω στὴ ζωή μου, εἶναι ὅτι παρέδωκα στοὺς μεταγενέστερους τὴ μορφὴ τοῦ Παπαδιαμάντη.

Μὲ τί δόλια καὶ ἁμαρτωλὰ μέσα ἐπραγματοποίησα τὸν ἆθλο μου αὐτό, τὸ διηγήθηκα, ὅπως εἶπα, ἀλλοῦ. Ἐκεῖνο ποὺ μοῦ θυμίζουν ζωηρότερα τώρα οἱ εὐλαβητικὲς γιορτὲς τῆς Σκιάθου, εἶναι ἡ ἀνησυχία του τὴ στιγμὴ ποὺ τὸν ἀποτράβηξα ὡς τὴν προσήλια γωνίτσα τοῦ μικροῦ καφενείου, γιὰ νὰ ποζάρῃ μπροστὰ στὸν φακό μου. Νὰ «ποζάρῃ» εἶναι ἕνας λεκτικὸς τρόπος. Εἶχε πάρει μόνος του τὴ φυσική του στάση ἀπάνω σὲ μιὰ πρόστυχη καρέκλα, μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα στὸ στῆθος, μὲ τὸ κεφάλι σκυφτό, μὲ τὰ μάτια χαμηλωμένα, στάση βυζαντινοῦ ἁγίου, σὰν ξεσηκωμένη ἀπὸ κάποιο καπνισμένο παλιὸ τέμπλο ἐρημοκλησιοῦ τοῦ νησιοῦ του. Αὐτὴ δὲν ἦταν στάση γιὰ μία πεζὴ φωτογραφία. Ἦταν μία καλλιτεχνικὴ σύνθεση, καὶ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἕνα ἔργο τοῦ Πανσελήνου ἢ τοῦ Θεοτοκοπούλου. Ἀμφιβάλλω ἂν φωτογραφικὸς φακὸς ἔλαβε ποτὲ μιὰ τέτοια εὐτυχία.

Ἀλλὰ ὁ Ἀλέξανδρος ἦταν βιαστικὸς νὰ τελειώνουμε. Γιατί; Μοῦ τὸ ψιθύρισε, ἀνήσυχα στὸ αὐτί, καὶ ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ τὸν εἶχα ἀκούσει - οὔτε φαντάζομαι πὼς θὰ τὸν ἄκουσε ποτὲ κανένας ἄλλος - νὰ μιλεῖ γαλλικά:

- Nous excitons la curiosité du public.

Ἀκούσατε; Ἐρεθίζαμε τὴν περιέργεια τοῦ ...Κοινοῦ! Ποιοῦ Κοινοῦ; Δὲν ἦταν ἐκεῖ κοντά μας παρὰ ἕνα κοιμισμένο γκαρσόνι τοῦ καφενείου, ἕνας γεροντάκος ποὺ λιαζότανε στὴν ἄλλη γωνία τοῦ μαγαζιοῦ, καὶ δυὸ λουστράκια ποὺ παίζανε παράμερα. Αὐτὸ ἦταν τὸ Κοινό, ποὺ ἀνησυχοῦσε τὸν Παπαδιαμάντη ἡ «περιέργειά» του. Κι᾿ αὐτὴ ἦταν ἡ διαπόμπευσή του, ποὺ βιαζότανε νὰ τῆς δώσῃ ἕνα τέλος, - Ἡ φιλία ἐνίκησε τὸ ζορμπαλίκι... μοῦ εἶπε - ἀντιγράφω τὰ ἴδια του τὰ λόγια - στὸ τέλος τοῦ μαρτυρίου του.

Μήπως δὲν ἦταν, στ᾿ ἀλήθεια, μιὰ πραγματικὴ θυσία ποὺ εἶχε κάνει στὴ φιλία μου; Μιὰ θυσία τῆς ἁγιότητάς του στὴν εἰδωλολατρικὴ ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων.

Καὶ συλλογίζομαι τώρα τὶς ἑκατοντάδες τῶν Γάλλων προσκυνητῶν τῆς ἑταιρείας Μπυντέ, καὶ τῶν δικῶν μας τοῦ «Ὁδοιπορικοῦ Συνδέσμου», ποὺ πέρασαν τὸ κατώφλι τοῦ ταπεινοῦ του ἐρημητηρίου, ὅπου πλανᾶται τώρα ἡ σκιά του στὰ γνώριμα καὶ ἀγαπητά της κατατόπια τῆς ζωῆς του καὶ τῆς ἐργασίας του. Συλλογίζομαι τὴν παράταξη τῶν ναυτικῶν ἀγημάτων, ποὺ παρουσίασαν ὅπλα μπροστὰ στὸ μνημεῖο του. Συλλογίζομαι τὶς στολές, τὰ ξίφη, τὶς χρυσὲς ἐπωμίδες ποὺ ἔλαμπαν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο τοῦ νησιοῦ του, γιὰ τὴ δόξα του. Συλλογίζομαι τοὺς λόγους τῶν ἐπισήμων, τοὺς ἐθνικοὺς ὕμνους, τὰ στεφάνια τῆς δάφνης, τὶς πανηγυρικὲς κωδωνοκρουσίες, ποὺ ἔπλεξαν μὲ ἤχους καὶ χρώματα τὸ ἐγκώμιό του.

Συλλογίζομαι ὅλα αὐτὸ τὸ δοξαστικὸ πανηγύρι, καὶ ἡ σκέψη μου πετάει στὸ «Κοινὸν» τοῦ ἐρημικοῦ καφενείου τῆς Δεξαμενῆς - ἕνα γκαρσόνι, ἕνας γεροντάκος, δυὸ λουστράκια - ποὺ ἀνησυχοῦσε, τὴ μακρυνὴ ἐκείνη μέρα ὁ μακαρίτης μήπως «ἐρεθίσῃ τὴν περιέργειά των». Τί ἀνησυχία θὰ εἶχε νοιώσει τώρα, στὰ βάθη τοῦ ταπεινοῦ τάφου ὅπου «ἀναπαύεται ἐν Χριστῷ» ὁ χριστιανὸς ποιητὴς τῶν ταπεινῶν, ἀπὸ τὸ δοξαστικὸ αὐτὸ θόρυβο; Καὶ πόσο θὰ βιαζότανε πάλι νὰ τελειώσῃ; Ἂν σάλεψαν, ἀπὸ μυστικὲς αὖρες, αὐτὴ τὴ στιγμή, τὰ κυπαρίσσια τοῦ τάφου του, ἕνας στεναγμὸς θὰ βγῆκε ἀπὸ τὸ θρόϊσμά τους. Ἕνας ἦχος, ποὺ θὰ ξαναψιθύριζε τὰ παλιά του ἐκεῖνα ἀνήσυχα καὶ τόσο συμπαθητικὰ λόγια, σὲ μιὰ γλῶσσα ποὺ τὴν ἐννοοῦσαν τώρα, γιατὶ ἦταν δική τους, οἱ εὐλαβητικοὶ προσκυνητές του τῆς γαλλικῆς γῆς:

- Nous excitons la curiosité du public.

Παῦλος Νιρβάνας

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2021

 


Οἰκουμενικότητα καὶ Οἰκουμενισμὸς (Β)

Ἐδῶ βρίσκεται καὶ ἡ βασικὴ διαφορὰ τοῦ σύγχρονου οἰκουμενισμοῦ ἀπὸ τὴν οἰκουμενικότητα τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας. Ἡ συμβολὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ποὺ πρωτοστάτησε μάλιστα στὴν σύναψη τοῦ οἰκουμενικοῦ διαλόγου, δὲν εἶχε οὐσιαστικὰ ἀποτελέσματα. Παρὰ τοὺς ἐπιμέρους θετικοὺς καρπούς, ἰδίως στὸ ἐπίπεδο τῆς ἀμοιβαίας κατανοήσεως καὶ τῆς ἐπιλύσεως πρακτικῶν προβλημάτων τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, δὲν φαίνεται νὰ σημειώθηκε ὡς τώρα οὐσιαστικὴ θεολογικὴ προσέγγιση. Θὰ μποροῦσε μάλιστα νὰ λεχθεῖ ὅτι καλλιεργήθηκε ἀκόμα καὶ σὲ ὀρθόδοξους κύκλους κάποιος θεολογικὸς μινιμαλισμὸς ἤ σχετικισμὸς στὸ ὄνομα τῆς οἰκουμενικῆς συνεργασίας καὶ προσεγγίσεως.

Τὰ θέματα ὅμως τῆς πίστεως, κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δὲν μποροῦν νὰ σχετικοποιοῦνται γιὰ λόγους εὐγένειας καὶ κακῶς νοούμενης χριστιανικῆς ἀγάπης ἤ φιλαλληλίας. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν διέθεταν λιγότερη ἀγάπη καὶ φιλαλληλία ἀπὸ τὴν δική μας, ὅταν προέβαιναν στὴν ἀποκοπὴ τῶν αἱρετικῶν ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν χαίρονταν οὔτε θριαμβολογοῦσαν, ὅταν ἀναθεμάτιζαν τοὺς Ἀρειανούς, τοὺς Νεστοριανοὺς ἢ τοὺς Μονοφυσίτες. Ἀντίθετα προέβαιναν στὰ διαβήματα αὐτὰ μὲ πόνο ψυχῆς γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς ὑγείας τοῦ ὅλου σώματος. Καὶ οἱ διάλογοί τους μὲ ὅσους ἀπομακρύνονταν ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας δὲν διαπνέονταν ἀπὸ ὑπεροψία ἤ ἀντιπαλότητα, ἀλλὰ ἀπὸ βαθιὰ ὀδύνη.

Ἡ ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν θεμελιώνεται στὴν ἑνότητα τῆς πίστεως. «Ὅταν πάντες ὁμοίως πιστεύωμεν, τότε ἑνότης ἐστί». Καὶ τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεως αὐτῆς φανερώνεται στὸν κόσμο ἐν Χριστῷ καὶ παραμένει στὴν Ἐκκλησία μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅταν ὅμως ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ἀντιμετωπίζεται ὡς συμβατικὴ θρησκευτικὴ διδασκαλία, ὅταν ἡ κίνηση τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο ἀντικαθίσταται μὲ τὴν κίνηση τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν θεὸ ἡ τοὺς θεοὺς ποὺ δημιουργεῖ ἡ φαντασία του, ὅταν τέλος ἡ ἄκτιστη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀντικαθίσταται μὲ τὶς ἀνθρώπινες ἐνέργειες, ὁ Χριστιανισμὸς μεταφέρεται στὸ ἐπίπεδο τῶν ἀνθρώπινων θρησκειῶν, θρησκειοποιεῖται.

Ἡ οἰκουμενικότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἰκουμενικότητα χαρισματική· ἀπορρέει ἀπὸ τὴν καθολικότητά της. Ὁ σύγχρονος οἰκουμενισμὸς εἶναι κίνηση εὐγενικῶν ἀνθρώπινων διαθέσεων. Ἡ πρώτη ἑνοποιεῖ ὅσους τὴν ζοῦν. Ὁ δεύτερος κρατεῖ χωρισμένους καὶ ὅσους τὸν ἀκολουθοῦν. Ἡ μεθοδολογία τοῦ σύγχρονου οἰκουμενισμοῦ ὁδηγεῖ φυσιολογικὰ ὄχι μόνο στὸν ὁμολογιακὸ ἀλλὰ καὶ στὸν θρησκευτικὸ συγκρητισμό. Ἡ ἐγκατάλειψη τῆς καθολικῆς ἀλήθειας τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ἄλλη ὄψη τῆς ἀναζητήσεώς της μέσω τῆς συνθέσεως τῶν ἐπιμέρους ὁμολογιῶν, εἶναι φυσικὸ νὰ ἐπεκτείνεται σὲ εὐρύτερο θρησκευτικὸ συγκρητισμὸ γιὰ τὴν κατὰ τὸ δυνατὸ πληρέστερη θρησκευτικὴ σύνθεση. Καὶ αὐτὸ διαφαίνεται σαφῶς στὸν σύγχρονο παπισμὸ μὲ τὴν προσπάθεια συγκερασμοῦ χριστιανικῶν καὶ μὴ χριστιανικῶν διδασκαλιῶν.

Τὸ λάθος, ποὺ γίνεται συνήθως σήμερα, εἶναι ὅτι ζητοῦμε τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας παραμένοντας οἱ ἴδιοι διαιρεμένοι ἤ κλεισμένοι στὸν ἑαυτό μας. Καὶ κάνουμε τὸ λάθος αὐτό, εἴτε ἐπιχειρώντας νὰ ἑνοποιήσουμε τὴν ἀπὸ τὴν φύση της ἀδιαίρετη Ἐκκλησία μὲ τὴν συμφωνία σὲ κάποιο συμβατικὸ ἐπίπεδο, εἴτε διατηρώντας θεωρητικὰ τὴν πίστη στὴν ἀδιαίρετη Ἐκκλησία καὶ ἀδιαφορώντας γιὰ τὴν πραγματική της ἀποστολή. Θέλουμε νὰ ζοῦμε ὡς Χριστιανοὶ τῆς ἐποχῆς μας εἴτε συσχηματιζόμενοι μὲ τὸν κόσμο, εἴτε παραμένοντας προσκολλημένοι σὲ ἐξωτερικὰ σχήματα.

Οἱ προκλήσεις τῆς ἐποχῆς μας καὶ οἱ ἐπιτακτικὲς ἀνάγκες γιὰ μεγαλύτερη συνεργασία καὶ προσέγγιση ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὅλων τῶν ἀνθρώπων καλῆς θελήσεως, πρέπει νὰ ἐκλαμβάνονται ὄχι μόνο ὡς ἀφορμὲς γιὰ ἐξωτερικὴ δραστηριοποίηση, ἀλλὰ καὶ ὡς προκλήσεις γιὰ ἐσωτερικὴ ἐνεργοποίηση καὶ πληρέστερη βίωση τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἂν αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ὅλους τους Χριστιανούς, πολὺ περισσότερο ἰσχύει γιὰ ὅσους πιστεύουν ὅτι ἀκολουθοῦν σταθερὰ τὴν πορεία τῆς μίας καὶ ἀδιαίρετης καθολικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας δὲν προβάλλεται στὴν οἰκουμένη μὲ τὴν ἀνάλυση τῆς ἔννοιάς της, ἀλλὰ μὲ τὴν βίωση καὶ φανέρωση τοῦ περιεχομένου της.

Γεώργιος Μαντζαρίδης

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

 


Οἰκουμενικότητα καὶ Οἰκουμενισμὸς (Α)

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ τόπος φανερώσεως τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν κόσμο. Αὐτὴ ἐκτείνεται «πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης» καὶ «πανταχοῦ τῶν χρόνων». Ἡ οἰκουμενικότητα καὶ ἡ διαχρονικότητα τῆς Ἐκκλησίας θεμελιώνονται στὸν Χριστό, ποὺ προσέλαβε στὴν ὑπόστασή του ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν ἄκτιστη ἀνακαινιστικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος οἰκοδομεῖ τὴν οἰκουμενικότητά της.

Ἡ οἰκουμενικότητητα τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐξαντλεῖται στὴν παγκοσμιότητα, ἀλλὰ συμπεριλαμβάνει καὶ τὴν διαχρονικότητα. Ἔτσι ἄλλωστε ὁλοκληρώνεται καὶ ἡ ἔννοια τῆς καθολικότητας, ποὺ ἀποτελεῖ βασικὸ γνώρισμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀποσύνδεση τῆς οἰκουμενικότητας τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν διαχρονικότητα φαλκιδεύει τὴν καθολικότητά της.

Ἡ καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔχει κοινωνιολογικὲς ἀλλὰ θεολογικὲς ρίζες. Δὲν ἀνάγεται στὶς πολιτισμικές, πολιτικὲς ἢ κοινωνικὲς διαφοροποιήσεις μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν, ὅσο καὶ ἂν συνέβαλαν καὶ αὐτὲς στὴν διαφοροποίηση τῆς πίστεώς τους. Ἡ καθολικότητα, ποὺ ὑπάρχει ὡς ὀντολογικὸ δεδομένο στὴν μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, φαλκιδεύεται ὡς ζητούμενο μὲ τὶς θεολογικὲς διαφοροποιήσεις, τὶς ἐξουσιαστικὲς διεκδικήσεις καὶ τὶς ἐθνικὲς ἀντιθέσεις, ποὺ δημιουργήθηκαν μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν.

Ἡ θεολογία μὲ τὴν στενότερη καὶ τὴν εὐρύτερη ἔννοιά της εἶναι τὸ ἔνδυμα τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὁ χιτώνας τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἡ αἵρεση εἶναι πράξη ρήξεως τοῦ χιτώνα αὐτοῦ καὶ διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἐφόσον ὅμως ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀπὸ τὴν φύση του παραμένει ἕνα καὶ ἀδιαίρετο, ἡ αἵρεση δὲν διαιρεῖ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἀποσπᾶ μέλη ἀπὸ τὸ σῶμα της. Ἐκτρέπεται ἀπὸ τὴν διαχρονικότητα καὶ ἐγκαταλείπει τὴν καθολικότητά της.

Ὁ σύγχρονος οἰκουμενισμὸς πάσχει ἀπὸ ἔλλειψη διαχρονικότητας, ποὺ ἀποτελεῖ ὅρο τῆς καθολικότητας. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πάσχει σὲ ἐκκλησιολογικὸ ἐπίπεδο. Καὶ αὐτὸ ἰσχύει ὄχι μόνο γιὰ τὸν οἰκουμενισμὸ ποὺ προωθεῖται ἀπὸ τὸν Προτεσταντισμό, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν οἰκουμενισμὸ ποὺ προωθεῖται ἀπὸ τὸν Ρωμαιοκαθολικισμό. Ἄλλωστε αὐτὸς πρῶτος προσέβαλε τὴν ἐκκλησιολογικὴ διαχρονικότητα, ἀντιμετωπίζοντας τὴν καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὁριζόντια παγκοσμιότητα μὲ γεωγραφικὴ ἔννοια καὶ μὲ ὁρατὸ γεωγραφικὸ κέντρο τὴν Ρώμη. Ἔτσι συμπιέστηκε μέσα στὸν χῶρο καὶ παραμέρισε τὴν χαρισματικὴ διάσταση καὶ τὴν ἐσχατολογικὴ προοπτική της Ἐκκλησίας, καθιερώνοντας θεσμικὰ τὴν ἐκκοσμίκευση τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «κοινωνία τῆς θεώσεως». Καὶ ὅταν παύει νὰ λειτουργεῖ ὡς κοινωνία τῆς θεώσεως, δηλαδὴ ὡς κοινωνία ποὺ συγκροτεῖται μὲ τὴν μετοχὴ τῶν ἀνθρώπων στὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, παύει καὶ νὰ λειτουργεῖ καὶ ὡς Ἐκκλησία. Ὁ δυτικὸς Χριστιανισμὸς ἀρνεῖται τὴν ὕπαρξη ἄκτιστης ἐνέργειας ἤ ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ὅμως ἀρνεῖται καὶ τὴν ἴδια τὴν ὀντολογία τῆς Ἐκκλησίας καὶ βλέπει τὴν ἑνότητά της σὲ κοσμικὸ ἐπίπεδο.

Στὸν Ρωμαιοκαθολικισμὸ ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας προβλήθηκε ὡς θεσμικὴ ἑνότητα στὸ ἐπίπεδο τῆς διοικητικῆς ὀργανώσεως. Λησμονήθηκε ἡ διαχρονικὴ συμφωνία μὲ τὴν παράδοση καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ καθιερώθηκε ἡ συγχρονικὴ συμφωνία μὲ τὸν Πάπα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ συμφωνία μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας παραμένει ἄνευ νοήματος, ἂν δὲν ἀποτελεῖ καὶ συμφωνία μὲ τὸν Πάπα. Ὅταν ὅμως ὁ Πάπας βεβαιώνει μὲ προσωπική του ἀπόφανση τὴν δογματικὴ ἀλήθεια, τότε ὑποκαθιστᾶ τὴν λειτουργία τῆς ἄκτιστης ἐνέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ συγκροτεῖ τὸν θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ σύγχρονος οἰκουμενισμὸς ἐπιδιώκει πρωτίστως τὴν ἐξωτερικὴ ἑνοποίηση τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καὶ ὄχι τὴν διατήρηση τῆς ὀντολογικῆς ἑνότητας καὶ ταυτότητάς του. Ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ σῶμα τῶν Χριστιανῶν καὶ ὄχι γιὰ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅσα ἀφοροῦν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, τὰ τοποθετεῖ σὲ δεύτερη θέση.

Γεώργιος Μαντζαρίδης

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2021

 


Ἡ ζωὴ εἶναι δῶρο

Ὅταν ἀναπολῶ τὸ παρελθόν μου καὶ σκέφτομαι πόσο χρόνο ἔχω χάσει σὲ τιποτένια πράγματα, πόσο χρόνο ἔχω σπαταλήσει σὲ λάθη, τεμπελιά, σὲ ἀνικανότητα γιὰ νὰ ζήσω - πόσο λίγο ἐκτιμοῦσα τὴ ζωή, πόσες φορὲς ἁμάρτησα ἐνάντια στὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχή μου -τότε ἡ καρδιά μου ματώνει.

Ἡ ζωὴ εἶναι δῶρο, ἡ ζωὴ εἶναι εὐτυχία, κάθε λεπτὸ μπορεῖ νὰ εἶναι μία αἰωνιότητα εὐτυχίας.

Θὰ βρίσκομαι ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπινα πλάσματα, θὰ εἶμαι ἕνας ἄνθρωπος μεταξὺ ἀνθρώπων, κι ἔτσι θὰ παραμείνω γιὰ πάντα.

Δὲν θὰ χάσω τὸ κουράγιο μου, δὲν θὰ ἀποκαρδιωθῶ, καὶ δὲν θὰ τὰ παρατήσω ὅ,τι κι ἂν συμβεῖ.

Αὐτὸ εἶναι ἡ ζωή, αὐτὸ εἶναι τὸ νόημά της, αὐτὸ εἶναι τὸ καθῆκον μας.

Τώρα τὸ ἀντιλαμβάνομαι καὶ θὰ τὸ θυμᾶμαι γιὰ πάντα.

Φιόντορ Ντοστογιέσφκι

(Γράμμα στὸν ἀδελφό του, μετὰ τὴν χάρη ποὺ τοῦ δόθηκε λίγο πρὶν τὴν ἐκτέλεση)

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2021

 


Μὲ ποιό δικαίωμα νὰ τὰ καταργήσουμε;

Πρίν ἀπὸ λίγα χρόνια μαζεύτηκαν στὴν Γενεύη θεολόγοι, καθηγητές Πανεπιστημίου κ.λπ. καὶ ἔκαναν Προσύνοδο. Εἶπαν νὰ καταργήσουν τὴν νηστεία τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ ἀπὸ τὴν νηστεία τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς νὰ κόψουν κάνα‐δυὸ ἑβδομάδες, ἀφοῦ ὁ κόσμος δὲν τὶς κρατάει. Πῆγαν καὶ καθηγητὲς ἀπὸ ’δῶ.

Τόσο πολύ ἀγανάκτησα, ὅταν ἦρθαν καὶ μοῦ τὸ εἶπαν, ποὺ ἔβαλα τὶς φωνές: «Δὲν καταλαβαίνετε τί κάνετε; Ἄν ἕνας εἶναι ἄρρωστος, δικαιοῦται νὰ φάη∙ δὲν ἔχει κανόνα. Ἄν ἕνας δὲν εἶναι ἄρρωστος, ἀλλὰ ἀπὸ ἀδυναμία ἔφαγε, νὰ πῆ: «Θεέ μου, νὰ μὲ συγχωρέσης», νὰ ταπεινωθῆ, νὰ πῆ ἕνα «ἥμαρτον». Δὲν θὰ τὸν κρεμάση ὁ Χριστός. Ἄν ὅμως δὲν εἶναι ἄρρωστος, τότε νὰ κρατήση τὴν νηστεία. Ὁ ἀδιάφορος πάλι τρώει καὶ δὲν τὸν νοιάζει. Ὁπότε τὸ πράγμα πάει κανονικά.

Ἄν οἱ περισσότεροι δὲν κρατοῦν τὶς νηστεῖες, καὶ μάλιστα χωρίς σοβαρό λόγο, καὶ πᾶμε νὰ ἀναπαύσουμε τοὺς περισσότερους καὶ νὰ τὶς καταργήσουμε, ποῦ νὰ ξέρουμε πῶς θὰ εἶναι ἡ ἄλλη γενιά; Μπορεῖ νὰ εἶναι πιὸ καλὴ καὶ νὰ μπορῆ νὰ κρατήση τέτοια ἀκρίβεια! Μὲ ποιό δικαίωμα νὰ τὰ καταργήσουμε ὅλα αὐτά, ἀφοῦ τὸ πράγμα εἶναι ἁπλό;»

Οἱ Δυτικοί ἔχουν μία ὥρα νηστεία πρίν ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία. Θὰ πᾶμε κι ἐμεῖς μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα; Νὰ εὐλογοῦμε τὶς ἀδυναμίες μας, τὶς πτώσεις μας; Δὲν ἔχουμε δικαίωμα γιὰ τὶς ἀδυναμίες μας νὰ κάνουμε ἕναν Χριστιανισμό στὰ μέτρα μας. Καὶ λίγοι νὰ εἶναι ποὺ μποροῦν, πρέπει γι’ αὐτούς νὰ κρατηθῆ ἡ τάξη.

Ὁ ἄρρωστος, ἄν βρίσκεται σὲ ξένο περιβάλλον, νὰ φάη χωρίς νὰ τὸν δοῦν οἱ ἄλλοι, καὶ σκανδαλισθοῦν. Ἄς πάρη λ.χ. τὸ γιαούρτι νὰ τὸ φάη στὸ σπίτι του. Μοῦ εἶπε ἕνας: «Αὐτὸ εἶναι ὑποκρισία». «Γιατί δὲν πᾶς, τοῦ λέω, νὰ ἁμαρτήσης στὴν πλατεία, γιὰ νὰ εἶσαι πιὸ εἰλικρινής;»

Πῶς τούς τὰ παρουσιάζει ὁ διάβολος! Κάνουμε μία Ὀρθοδοξία δική μας καὶ ἑρμηνεύουμε ἔτσι καὶ τὰ Πατερικά καὶ τὸ Εὐαγγέλιο! Στὴν ἐποχή μας ποὺ ὑπάρχουν τόσοι μορφωμένοι ἔπρεπε νὰ λάμπη ἡ Ὀρθοδοξία. Ἐδῶ ἕνας Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης τί ἔκανε! πόσους λόγους ἔγραψε, πόσα βιβλία, ὅλα τὰ Συναξάρια∙ ὅλες τὶς βιβλιοθῆκες ἀπ’ ἔξω τὶς ἤξερε! Οὔτε φωτοτυπικό εἶχε οὔτε κομπιοῦτερ!

Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2021

 


Ἀγάπη καί Ἐλευθερία

Λέγεται ὅτι οἱ μάρτυρες ἔπασχαν ὡς ἐν ἑτέρῳ σώματι. Ἡ ἀγάπη τους εἶχε μεταστεῖ στὸν Χριστὸ καὶ ὅταν οἱ δήμιοι κατέσφαζαν τὸ σῶμα, αὐτοὶ τὸ ἔβλεπαν τὸ σῶμα καὶ ἔπασχον «ὡς ἐν ἑτέρῳ σώματι». Ἤτανε σὰν νὰ ἤτανε τὸ σπίτι τους ἐγκαταλελειμμένο, γιατὶ ἡ ἀγάπη τους εἶχε μεταστεῖ στὸν Χριστό. Ὅταν νιώθεις ὅτι ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ὁ ἑαυτός σου, τότε εἶσαι ὀχυρωμένος καὶ δὲν φοβᾶσαι τίποτα. Τότε μπῆκες στὴν αἰώνια ζωὴ ἀπὸ σήμερα.

Γνωρίζουμε ὅτι ἔχουμε μεταβεῖ ἀπὸ τὸ θάνατο στὴ ζωὴ γιατί ἀγαποῦμε τοὺς ἀδελφούς μας, γιατί δὲ ζοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ γιὰ τὸν ὑπὲρ ὑμῶν Ἀποθανόντα καὶ Ἀναστάντα καὶ γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὶς ἀδελφές μας. Νιώθουμε ὅτι ἡ αἰώνια ζωὴ γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι κάτι μαγικὸ ποὺ πιθανῶς θὰ ἔρθει μετὰ τὸ θάνατό μας, ἀλλὰ εἶναι μία αἴσθηση καὶ μία πραγματικότητα, ἡ ὁποία συγκροτεῖ τὸ «εἶναι» μας ἀπὸ σήμερα.

Ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη καὶ ἡ ἀγάπη εἶναι αἰωνιότης. Εἴδαμε ὅτι ζοῦμε γιατί ἀγαπᾶμε τοὺς ἀδελφούς μας. Εἴδαμε ὅτι αὐτοὶ ποὺ μᾶς βοηθᾶνε εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῆς ἀγάπης, δηλαδὴ εἶναι οἱ ταπεινοί, εἶναι οἱ ἅγιοι. Ἀκόμη κι ὅταν φύγουν ἀπ΄ αὐτὴ τὴ ζωή, ὁ ταπεινός, ποὺ προσεγγίζει καὶ ἀσπάζεται τὸ λείψανο, νιώθει αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὅτι ἡ ὕλη εἶναι ἔμβιος θείας χάριτος. Καὶ ἀκουμπώντας ἕνας συντετριμμένος στὴν ὕλη αὐτή, γεμίζει ἀπὸ χάρη.

Ὅταν ἐμεῖς ἀποτραβιόμαστε διακριτικὰ γιὰ νὰ δώσουμε χῶρο στὸν ἄλλο, ὅταν δίνουμε τὴ δυνατότητα στὸν ἄλλο νὰ κινηθεῖ ἐλεύθερα, νὰ κάνει τὴ ζωή του, ἂν θέλετε καὶ νὰ σφάλλει κάποτε, γιὰ νὰ βρεῖ τὴν ἰσορροπία του, τότε νιώθουμε ὅτι ἀρχίζουμε νὰ ὑπάρχουμε. Ο ἀληθινὸς ἄνθρωπος γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, ἔχει τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ μέσα του, νιώθει ὅτι τρέφεται ἀπὸ ἄλλους καὶ δὲν θέλει νὰ σταματήσει νὰ δίνεται στοὺς ἄλλους καὶ μάλιστα ἀθόρυβα καὶ ἀθέατα, διότι φαίνεται πὼς αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Ἠράκλειτος γιὰ τὴν φύση, ἡ ὁποία «κρύπτεσθαι φιλεῖν», ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη. Η ἀγάπη ἐπιθυμεῖ νὰ κρύβεται, ὅπως αὐτὸ ἐπεθύμησε ὁ Χριστὸς καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό Του, τὰ λίγα χρόνια ποὺ ντύθηκε τὴν ἀνθρώπινη φύση.

Ἡ δύναμη νὰ ζήσω, νὰ κινηθῶ, νὰ χορέψω, νὰ μάθω γλῶσσες, νὰ σπουδάσω, νὰ ἀναπτύξω αὐτὸ ποὺ μοῦ ἔχει δώσει ὁ Θεός, πρέπει ὅλα μέσα στὴν ἐκκλησία να ἐμβαπτιστοῦν, νὰ νοηματοδοτηθοῦν καὶ νὰ χάσουν μία ἐγωιστικὴ κεντρομόλο φορά, βρίσκοντας μία ἀντίστοιχη ἀγαπητικὴ φυγόκεντρο. Νὰ βροῦμε τὰ πάντα καὶ στὴ συνέχεια νὰ τὰ δώσουμε στὸν ἄλλο κρυφά, ἀθέατα, χωρὶς κὰν τὴν ἀνάγκη εὐχαριστίας. Ἄς ξεχαστοῦμε, ἂς χαρεῖ ὁ κάθε εὐεργετημένος ἀπὸ τὰ ἀσήμαντα δῶρα μου, ἂς ζήσει εὐτυχισμένος, χωρὶς νὰ μὲ ξαναφέρει στὸ μυαλό του κι ἂς νιώσει ὅτι ἡ φύση του καὶ ἡ φύση ὅλων τῶν ἀνθρώπων εἶναι φύση καλὴ καὶ μάλιστα «καλὴ λίαν». Κι αὐτὴ ἡ ἐπίγνωση ἂς γίνει τρεῖς λέξεις: «Δόξα τῷ Θεῷ».

Εἶναι ἡ ὥρα ποὺ κι ὁ εὐεργετημένος καὶ ἐγὼ καὶ ὅλοι μας, ἀνοιχτήκαμε στὸ ἄπειρο. Καὶ ἴσως ἀφήσει ὁ Θεὸς κάποιες ἀναμνήσεις μίας περασμένης ζωῆς, βυθισμένης στὸν φόβο καὶ στὴν τσιγγουνιά, τὴν κάθε εἴδους τσιγγουνιά, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀναρωτιόμαστε στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων πῶς ἀντέχαμε νὰ ζοῦμε μακριά Του.

Ἀρχιμανδρίτης Βασίλειος Γοντικάκης

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2021

 


Θέλω νὰ χτίσω ἕνα σπιτάκι

Θέλω νὰ χτίσω ἕνα σπιτάκι
στὴ μοναξιὰ καὶ στὴ σιωπή. 
Ξέρω μιὰ πράσινη ραχούλα... 
Δὲ θὰ τὸ χτίσω ἐκεῖ.

Ξέρω στὴ χώρα τὴ μεγάλη
τὸν πλούσιο δρόμο τὸν πλατύ, 
μὲ τὰ παλάτια καὶ τοὺς κήπους... 
Δὲ θὰ τὸ χτίσω ἐκεῖ.

Ξέρω τὸ πρόσχαρο ἀκρογιάλι, 
ὅλο τὸ κῦμα τὸ φιλεῖ, 
κρινόσπαρτη εἶναι ἡ ἀμμουδιά του... 
Δὲ θὰ τὸ χτίσω ἐκεῖ.

Ἀτέλειωτη τραβάει μιὰ στράτα, 
σκίζει μιὰ χέρσα ἁπλοχωριά, 
σκληρὰ τὴ δέρνει τὸ ἀγριοκαίρι
κι ὁ λίβας τὴ χτυπᾶ.

Μιὰ στράτα χιλιοπατημένη, 
τὸν καβαλλάρη νηστικό, 
τὸν πεζοδρόμο διψασμένο
θάφτει στὸν κουρνιαχτό.

Ἐκεῖ τὸ σπίτι μου θὰ χτίσω
μὲ μιὰ βρυσούλα στὴν αὐλή, 
πάντα ἡ γωνιά του θὰ καπνίζει
κι ἡ θύρα του θἆναι ἀνοιχτή.

Κωστὴς Παλαμᾶς

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2021

 


Φεβρουάριος

Κι οἱ μέρες ποὺ σοῦ λείπουν,

ὦ Φεβρουάριε,

ἴσως μᾶς ἀποδοθοῦν

στὸν Παράδεισο.

Τάσος Λειβαδίτης

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2021

 


Πλούσιοι καὶ φτωχοὶ

Μοῦ λένε· πάλι μὲ τοὺς πλουσίους; Ἀπαντῶ· πάλι καὶ σεῖς μὲ τοὺς φτωχούς; Ἐσεῖς δὲν χορταίνετε νὰ κατατρῶτε καὶ νὰ καταδαγκώνετε τοὺς φτωχούς. Ἔτσι κι ἐγὼ δὲν χορταίνω στὴν προσπάθειά μου νὰ σᾶς διορθώνω. Μοῦ ξαναλένε· συνέχεια ἐσὺ θὰ κολλᾶς στοὺς πλουσίους; Μὰ κι ἐσὺ συνέχεια κολλᾶς στὸν φτωχό...

Πάντοτε λέω ὅτι δὲν καταφέρομαι ἐναντίον τοῦ πλουσίου, ἀλλὰ κατὰ τοῦ ἅρπαγα. Ἄλλο πλούσιος καὶ ἄλλο ἅρπαγας. Ἄλλο εὔπορος κι ἄλλο πλεονέκτης. Ξεχώριζε τὰ πράγματα καὶ μὴ συγχέεις τὰ ἀσύγχυτα. Εἶσαι πλούσιος; Δὲν σὲ ἐμποδίζω. Εἶσαι ἅρπαγας; Σὲ κατηγορῶ...

Θέλεις νὰ μὲ λιθοβολήσεις; Εἶμαι ἕτοιμος νὰ χύσω τὸ αἷμα μου, γιατὶ προσπάθειά μου εἶναι νὰ σὲ ἐμποδίσω νὰ ἁμαρτάνεις... Καὶ οἱ πλούσιοι εἶναι παιδιά μου καὶ οἱ φτωχοὶ εἶναι παιδιά μου.

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

 


Τὸ πικρὸ καὶ τὸ γλυκὸ

Ἡ ζωὴ αὐτὴ εἶναι ψεύτικη καὶ σύντομη· λίγα εἶναι τὰ χρόνια της. Καὶ εὐτυχῶς ποὺ εἶναι λίγα, γιατὶ γρήγορα θὰ περάσουν οἱ πίκρες, οἱ ὁποῖες θὰ θεραπεύσουν τὶς ψυχές μας σὰν τὰ πικροφάρμακα.

Βλέπεις, οἱ γιατροί, ἐνῶ οἱ καημένοι οἱ ἄρρωστοι πονοῦν, τοὺς δίνουν πικρὸ φάρμακο, γιατὶ μὲ τὸ πικρὸ θὰ γίνουν καλά, ὄχι μὲ τὸ γλυκό.

Θέλω νὰ πῶ ὅτι καὶ ἡ ὑγεία ἀπὸ τὸ πικρὸ βγαίνει, καὶ ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ πικρὸ βγαίνει.

Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2021

 


Συνάντηση σὲ ἁγιορείτικη τράπεζα

Πρὸς τὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 90.

Ἀκολουθώντας τὴν γνωστὴ διαδρομή, ἐπισκεφτήκαμε στὴ Νέα Σκήτη τὸν γέροντα Γεράσιμο τὸν Μυτιληνιό , καὶ ξεκινήσαμε παίρνοντας τὸ μονοπάτι νὰ πᾶμε γιὰ διανυκτέρευση στὴν Ι.Μ. Ἁγίου Παύλου.

Καθυστερήσαμε ὅμως στὸν δρόμο καὶ φτάσαμε ἀργὰ τὸ ἀπόγευμα στὸν προορισμό μας.

Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ δὲν χρειαζόταν νὰ πάρεις τηλέφωνο.

Ὁ ἀρχοντάρης μᾶς πληροφόρησε ὅτι ἡ τράπεζα εἶχε γίνει καὶ μᾶς ρώτησε ἂν πεινᾶμε.

Μᾶς ὁδήγησε ἀπὸ ἕνα μικρὸ πορτάκι μέσα στὴν τράπεζα.

Λίγο πρὶν πέσουμε μὲ τὰ μοῦτρα στὸ λιτὸ ἀλλὰ νοστιμότατο φαγητὸ ξαναεμφανίστηκε ὁδηγώντας ἕναν μικροσκοπικὸ καὶ ἀδύνατο παπὰ στὸ ἀπέναντι τραπέζι.

Ράσα παμπάλαια καὶ τριμμένα.

Στὰ χέρια του κρατοῦσε ἕνα μικρὸ μαῦρο παμπάλαιο βαλιτσάκι σὰν αὐτὰ ποὺ βλέπουμε σὲ παλιὲς ταινίες.

Εἴχαμε τελειώσει τὸ φαγητὸ καὶ σιγομουρμουρίζαμε.

Πρὶν κἄν τελειώσει τὸ δεῖπνο του ὁ παπὰς ξαναεμφανίζεται γιὰ τρίτη φορὰ ὁ ἀρχοντάρης .

-Πάτερ, φάγατε ;

-Ναὶ τελείωσα, ἀπάντησε ὁ παπάς.

-Νὰ σᾶς ὁδηγήσουμε στὸ κελί. Πρέπει νὰ καθαρίσουμε τὴν τράπεζα. Περιμένουμε τὸν δεσπότη.

-Ἐγὼ εἶμαι ὁ δεσπότης.

Ἔμεινε ἔκπληκτος ὁ ἀρχοντάρης .

-Περιμένετε λίγο σας παρακαλῶ.

Σὲ τρία λεπτὰ ἐμφανίζεται μία ὁμάδα ἀπὸ ψαλτάδες μοναχούς: «Τὸν δεσπότην καὶ ἀρχιερέαν ἡμῶν...»"

Ρωτήσαμε.

Ἦταν ὁ μητροπολίτης Σισανίου καὶ Σιατίστης Ἀντώνιος Κόμπος.

Ὁ ἀσκητὴς δεσπότης.

Αὐτὸς ποὺ γιὰ νὰ μετακινηθεῖ ἔπαιρνε τὸ λεωφορεῖο τῆς γραμμῆς ἢ ἔβγαινε μὲ τὰ πόδια στὸν δρόμο καὶ ἔκανε ὠτοστόπ.

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2021

 


Nὰ μὴν κρίνω κανένα

Θυμᾶμαι ὅτι ἤμουν στὸν Ναὸ τῆς Ἁγίας Σκέπης γιὰ τὸν Ἑσπερινό, καὶ ὁ πνευματικὸς πατὴρ Ν. διάβαζε τὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο. Βλέποντάς τον σκέφτηκα:

«Ὁ ἱερομόναχος εἶναι παχύς, δὲν μπορεῖ νὰ κάνει βαθιὲς μετάνοιες».

Τὴν ἴδια στιγμὴ προσπάθησα ἐγὼ νὰ κάνω μετάνοια καὶ παρευθὺς κάποιος μὲ χτύπησε ἀοράτως στὴν μέση. Ἤθελα νὰ φωνάξω «βοήθεια», ἀλλὰ ἀπὸ τὸν δυνατὸ πόνο δὲν μποροῦσα...

Ἔτσι ὁ Κύριος μὲ τιμώρησε μὲ τὸ Ἔλεος Του καὶ μὲ νουθέτησε νὰ μὴν κρίνω κανένα.

Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης