Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2018



Ἀγροτικό
Στὸ στάβλο ἦρθ᾿ ἀπόψε τὸ φεγγάρι...
Ἐκοίταξεν ἀπ᾿ τὸ παράθυρό του,
εἶδε τὴν ἀγελάδα, τὸ μοσκάρι,
τὸ βόδι ποὺ μασοῦσε τὸ σανό του.
Στὸ κῆπο μας ἀνήσυχα γλιστροῦσε,
ἀνέβηκεν ἐπάνω στὴ συκιά μας,
ἐμέτρησε τὰ λίγα πρόβατά μας,
εἶδε τὸ γάϊδαρό μας καὶ γελοῦσε.
Πῆγε στ᾿ ἀμπέλι, πῆγε στὸ λιοστάσι,
ἄκουσε τὰ κουδούνια ἀπ᾿ τὸ κοπάδι,
χωρὶς κουβᾶ κατέβη στὸ πηγάδι
κι ἤπιε πολὺ νερὸ νὰ ξεδιψάσει.
Στῆς λεύκας μας τὰ φύλλα παιχνιδίζει,
στὸν οὐρανὸ τὸ καθαρὸ ἀνεβαίνει.
Μιὰ χήνα τὸ κοιτάζει σαστισμένη
κι ὁ σκύλος μας ἀκόμα τὸ γαβγίζει.
Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018


Εἰς τὰ θεμέλια τοῦ φρενοκομείου
(Τὸ φρενοκομεῖο χτίστηκε μὲ κληροδότημα τοῦ Χίου φιλάνθρωπου Τζωρτζῆ Δρομοκαΐτη (ποὺ πέθανε τὸ 1880) ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, κοντὰ στὴ Μονὴ Δαφνίου, γι᾿ αὐτὸ πολλοὶ τὸ λένε καὶ «Δαφνί». Ὁ Σουρῆς δὲν ἄφησε τὴν εὐκαιρία ποὺ τοῦ ῾δινε τὸ γεγονὸς καὶ τὸ...καυτηρίασε δεόντως... Ἀπρίλης 1884)
Ὢ Ἑορτὴ τῶν Ἑορτῶν... Ὢ εὐτυχὴς ἡμέρα!
Ὤ! τώρα πρέπει ὁ καθεὶς τοῦ Ἄστεως πολίτης
νὰ βάλει στὸ μπαλκόνι τοῦ μιὰ κόκκινη παντιέρα
μὲ μιὰ χρυσὴν ἐπιγραφὴ «Ζωρζὴς Δρομοκαΐτης».
Ναί! τώρα πρέπει στολισμὸς μὲ δάφνες καὶ μυρσίνες,
ναί! τώρα πρέπουν κανονιές, φανάρια καὶ ρετσίνες.
Φρενοκομεῖο κτίζεται καὶ στὴ σοφὴν Ἑλλάδα!
ἄ! ὁ Θεὸς ἐφώτισε τὸν Χιώτη τὸν Ζωρζὴ
καὶ τώρα μέσα στοῦ Δαφνιοῦ τὴ τόση πρασινάδα
θὰ βρίσκουμε παρηγοριὰ κι ἡ μνήμη του θὰ ζεῖ.
Ὢ μέγα εὐεργέτημα τῶν εὐεργετημάτων!
Ὢ μόνον οἰκοδόμημα τῶν οἰκοδομημάτων!
Θέλει λαμπρὸν Μαυσώλειον αὐτὸς ὁ κληροδότης,
παιάνας κι ἀποθέωσιν εἰς τρίτους οὐρανούς!...
Εὑρέθη μὲς στοὺς Χιώτηδες, μὲ γνώση κι ἕνας Χιώτης,
κι ἐσκέφθη ὁ μεγάλος του καὶ πρακτικός του νοῦς
πῶς μέσα στὴν Ἑλλάδα μας ποὺ πλημμυροῦν τὰ φῶτα,
Φρενοκομεῖον ἔπρεπε νὰ γίνει πρῶτα-πρῶτα.
Γεώργιος Σουρῆς

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018

Πνευματικὰ κεφάλαια
«Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος». Χωρὶς Αὐτὸν τίποτε δὲν ὑπάρχει. Κάθε μέρα γευόμαστε τὴν ὀδυνηρὴ καὶ ἄθλια ζωὴ μέσα στὸ σῶμα μας. Καὶ ὅμως δημιουργηθήκαμε κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ἀπολύτου. Τὸ πρόβλημα, τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς μας, εἶναι τὸ πέρασμα ἀπὸ τὸ σχετικὸ στὸ Ἀπόλυτο. Ἂν τὸ εἶναι δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, δὲν πρέπει νὰ πεθάνει. Ὁ Θεὸς δημιούργησε τὴ ζωή, δὲν δημιούργησε τὸ θάνατο. Σκοπὸς μας εἶναι ἡ ζωὴ μὲ τὸν Χριστὸ-Θεό, ἡ ἀθανασία, ἡ αἰωνιότητα. Σύμφωνα μὲ τὴν Ἀποκάλυψη, ἡ αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ μᾶς μεταδοθεῖ.
Ὀφείλουμε νὰ μάθουμε νὰ ζοῦμε τὴν αἰώνια ζωὴ τοῦ Ἰδίου τοῦ Θεοῦ. Τί σημαίνει «θέωση» τοῦ ἀνθρώπου; Νὰ ζήσουμε ὅπως ἔζησε ὁ Κύριος, νὰ ἀφομοιώσουμε τὸ φρόνημα καὶ τὰ αἰσθήματα τοῦ Χριστοῦ, προπαντὸς τῶν τελευταίων στιγμῶν τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του.
Τὸ σπέρμα ποὺ ἔρριξε ὁ Σατανᾶς στὴν καρδιὰ καὶ τὸν νοῦ τοῦ Ἀδὰμ –τὸ λογισμὸ νὰ γίνει θεὸς χωρὶς τὸν Θεὸ– σφηνώθηκε τόσο βαθιὰ στὸ εἶναι μας, ὥστε νὰ βρισκόμαστε ἀδιάκοπα ὑπὸ τὸ κράτος τῆς ἁμαρτίας.
Ἤδη ἀπὸ τὴ γέννησή μας γινόμαστε κληρονόμοι τοῦ Ἀδάμ. Μποροῦμε νὰ ζήσουμε τὴν κατάσταση τῆς πτώσεως, ποὺ εἶναι μία φοβερὴ ἀπόκλιση ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Πατρός, ὡς τὴν μόνη πραγματικότητα τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι. Στὸν κόσμο ζοῦμε στὴν ἀτμόσφαιρα καὶ τὴ λατρεία τῆς πτώσεως. Ζοῦμε στὴν ἄνεση καὶ συχνὰ ντρεπόμαστε νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πίστη μας, νὰ ποῦμε ὅτι εἴμαστε χριστιανοί.
Μὴν ἔχετε ὑπερβολικὴ ἐμπιστοσύνη στὴν ἀνώτερη μόρφωση ποὺ ἀποκτήσατε στὸν κόσμο. Ὁ πολιτισμὸς στὸν ὁποῖο ζοῦμε εἶναι κουλτούρα τῆς πτώσεως.
Μετὰ ἀπὸ δύο παγκόσμιους πολέμους –οἱ πόλεμοι εἶναι ἡ κατεξοχὴν ἁμαρτία–, ὁ σύγχρονος κόσμος ἔχασε τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ ἐννοήσει τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ χωρὶς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Νὰ πιστέψουμε ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι ἀληθινὸς ἄνθρωπος, εἶναι ὁ Δημιουργός του κόσμου, αὐτὸ μᾶς ξεπερνᾶ. Νὰ πιστέψουμε ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς σαρκώθηκε, ὅτι μᾶς κάλεσε νὰ εἴμαστε αἰώνια μαζί Του, νά, αὐτὸ εἶναι ποὺ λείπει ἀπὸ πολλοὺς ἀνθρώπους τοῦ καιροῦ μας, κυρίως ἀπὸ ἐπιστήμονες.
Γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018


Πέσε καὶ σήκω
Ἂς μὴ σὲ πλανέσει ὅμως ὁ λογισμός, ἀδελφέ, λέγοντάς σου: «Νὰ ποὺ οἱ Πατέρες λένε «Πίπτ᾿ ἔγειραι». Δηλαδὴ ὅσες φορὲς πέσεις, σήκω καὶ σῴζεσαι».
Λοιπὸν αὐτὴ εἶναι ἡ μετάνοια, τὸ νὰ πέφτει κάποιος καὶ πάλι νὰ σηκώνεται, καὶ τὸ νὰ σηκώνεται καὶ πάλι νὰ πέφτει; Πλενεμένη, ἀδελφὲ καὶ κακὴ ἐξήγηση εἶναι αὐτή, ὅπου κάνεις ἐσὺ σὲ αὐτὸ τὸ ρητό. Διότι οἱ Πατέρες τὸ εἶπαν αὐτό, γιὰ νὰ βγάλουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τὸν φόβο τῆς ἀπόγνωσης καὶ ὄχι γιὰ νὰ τοὺς κάνουν νὰ ἁμαρτάνουν μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἐξομολόγησης καὶ μετάνοιας. Μακριὰ ἀπὸ μᾶς! Γι᾿ αὐτὸ λέγει ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ. «Τὴν ἀνδρίαν ἣν οἱ Πατέρες ἐν ταῖς θείαις Γραφαῖς αὐτῶν τεθείκασι... περὶ τῆς μετανοίας, οὐ χρῆ ἡμᾶς ἐκλαμβάνειν πρὸς βοήθειαν τοῦ ἁμαρτάνειν... Ἵνα γὰρ ἐλπίδα μετανοίας σχῶμεν, ἐμηχανήσαντο ὑποκλέπτειν ἐκ τῆς αἰσθήσεως τὸν φόβον τῆς ἀπογνώσεως».
Ἔπειτα οἱ Πατέρες εἶπαν «Πίπτ᾿ ἔγειραι». Πέσε καὶ σήκω, καὶ ὄχι σήκω καὶ πέσε, καθὼς ἀντιστρόφως τὸ ἑρμηνεύεις ἐσύ. Γιατὶ πολὺ διαφέρει τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο· ὥστε τὸ νὰ πέφτει κάποιος καὶ νὰ σηκώνεται, καὶ ἔπειτα, ἀφοῦ σηκωθεῖ, πάλι νὰ πέφτει, αὐτὴ οὔτε εἶναι, οὔτε ὀνομάζεται μετάνοια, καθὼς τὴν ὀνομάζεις ἐσύ, ἀλλὰ εἶναι καὶ ὀνομάζεται ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο, «σκύλος ὅπου γυρίζει στὸν ἐμετό του, καὶ γουρούνι ποὺ κυλιέται πάλι στὴν προηγούμενη λάσπη του». «Κύων ἐπιστρέψας ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα, καὶ ὓς λουσάμενη εἰς κύλισμα βορβόρου».
Τὸ ἀληθινὸ ὅμως νόημα τοῦ «Πίπτ᾿ ἔγειραι» εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρέπει μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις νὰ ἀπέχει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ φυλάγεται νὰ μὴν πέσει. Ἐὰν ὅμως ἀπὸ ἀσθένεια ἀνθρώπινη, τύχει καὶ πέσει καὶ ὄχι μὲ τέλεια προαίρεσή του, πρέπει νὰ μὴν ἀπελπίζεται, ἀλλὰ νὰ σηκώνεται ἀμέσως καὶ νὰ ἐξομολογεῖται καὶ νὰ μετανοεῖ χωρὶς νὰ χάσει καιρό. Ἐπειδὴ κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος: «Ἀγγέλων ἐστὶ τὸ μὴ πίπτειν, ἴσως οὐδὲ δυναμένων... ἀνθρώπων δὲ τὸ πίπτειν, καὶ θάττον ἀνίστασθαι ὁσάκις ἂν τοῦτο συμβαίνῃ».
Λοιπὸν καὶ ἐσύ, ἀδελφέ, ἂν ἴσως καὶ γιὰ μεγάλη σου δυσυχία καὶ ἀσθένεια ἔπεσες, μὴ γελαστεῖς καὶ πεῖς στὸν ἑαυτό σου: «Ἐγὼ τώρα ἔπεσα καὶ ἔπεσα, λοιπὸν ἂς ξαναπέσω ἀκόμη μία φορὰ καὶ ἂς πράξω πάλι καὶ πάλι τὴν ἁμαρτία, ἐπειδὴ καὶ μία φορὰ λασπώθηκα. Καὶ ὕστερα ἐξομολογοῦμαι καὶ μετανοῶ γιὰ ὅλα καὶ κάνω ἀποχὴ ἀπὸ τὸ κακὸ πλέον». Μὴ ἀδελφέ, γιὰ τὸν Κύριο, μὴν ἀκούσεις τὸν λογισμὸ αὐτό, διότι φανερά, φανερὰ εἶναι τοῦ διαβόλου, ποὺ ζητᾷ τὴν ἀπώλειά σου. Ἀλλὰ ἀμέσως ποὺ μία φορὰ ἁμάρτησες, μὴ κάνεις δεύτερη, μὴν ἀργοπορήσεις, μήτε νὰ ὑπομένεις καὶ νὰ περιστρέφεσαι καὶ νὰ κυλιέσαι μέσα στὴν λάσπη. «Μὴ ἀνάμενε ἐπιστρέψαι πρὸς Κύριον. Καὶ μὴ ὑπερβάλου ἡμέραν ἐξ ἡμέρας». Ἀλλὰ σήκω καὶ πήγαινε στὸν Πνευματικὸ καὶ ἐξομολογήσου. Διότι ὅσο εἶναι νεαρὴ ἡ πληγή, τόσο εὐκολότερα γιατρεύεται. Ὅσο ὅμως παλιώνει, τόσο καὶ δύσκολα θεραπεύεται, κατὰ τὸν Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. «Ὡς ἔτι νεαρὸν καὶ ζέον ἐστὶ τὸ τραῦμα, εὐΐατον εἶναι πέφυκε. Τὰ γὰρ ὡς ἠμελημένα καὶ κεχερσωμένα δυσίατά ἐστι».
Ἂν ὅμως καὶ δὲν βρεῖς καιρὸ πρὸς τὸ παρόν, μετανόησε στὸν Θεὸ χωρὶς νὰ προσμένεις τὸν καιρὸ τῆς Ἐξομολόγησης, καὶ γύρευε νὰ κάνεις καταλλαγὴ καὶ εἰρήνη μὲ τὸν Θεό, διὰ μέσου πολλῶν πράξεων πόνου καὶ συντριβῆς, καὶ μετανοώντας σύμφωνα πρὸς τὴν δύναμή σου.
Καὶ μὴν εὐχαριστηθεῖς μήτε μία μόνο νύκτα νὰ κοιμηθεῖς χωρὶς νὰ πέσεις καὶ νὰ μετανοήσεις στὸν Θεὸ ἕως ὅτου νὰ πᾶς νὰ τὴν ἐξομολογηθεῖς στὸν Πνευματικό σου. Γιατὶ αὐτὴ εἶναι μιὰ ἀνυπόφορη αὐθάδεια, ἐνῶ εἶσαι ἐκτεθειμένος κάθε ὥρα στὸν θάνατο, νὰ σταθεῖς ἔστω καὶ μία μόνη στιγμὴ σὲ θανάσιμη ἁμαρτία καὶ νὰ κρεμαστεῖς ἀπὸ μία κλωστή, ὅπως εἶναι ἡ ζωή σου, πάνω στὴν ἄβυσσο ὅλων τῶν κακῶν, ὅπως εἶναι ὁ Ἅδης. Ἄχ! ἀλλὰ ἐσύ, ταλαίπωρε, ὄχι μόνο μία στιγμὴ στέκεις στὴν ἁμαρτία ἀμετανόητος, ἀλλὰ στέκεις μῆνες καὶ καιρούς· καὶ γιὰ νὰ βγεῖς ἀπὸ τέτοιο κίνδυνο, περιμένεις τὴν ἡμέρα τῆς Λαμπρῆς ἢ τῶν Ἀποστόλων ἢ τῶν Χριστουγέννων, γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖς, καὶ παίζεις καὶ γελᾷς καὶ κοιμᾶσαι ἀμέριμνος, σὰν νὰ ἤθελες νὰ βλάψεις ὄχι τὴν λογικὴ καὶ ἀθάνατη ψυχή σου, ἀλλὰ ἕνα ἀναίσθητο δαυλό, ποὺ δὲν αἰσθάνεται τὴν βλάβη ποὺ τοῦ κάνεις, οὔτε μπορεῖ νὰ σὲ ἐκδικηθεῖ. Λοιπὸν ἄκουσε τὸ φοβερὸ αὐτὸ παράδειγμα, ποὺ διαβάζεται στὶς ἱστορίες.
Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018



Τί νά κάνω;
Ἕνας ἀδελφός ποὺ εἶχε κυριευθεῖ ἀπό λύπη, ρώτησε κάποιον γέροντα: «Τί νά κάνω; Οἱ λογισμοί μου λένε ὅτι ἄδικα ἀπαρνήθηκα τόν κόσμο καί ὅτι δέν μπορῶ νά σωθῶ».
Καί ὁ γέροντας ἀποκρίθηκε: «Ἀκόμη καί ἄν δέν μποροῦμε νά μποῦμε στή Γῆ τῆς ἐπαγγελίας, μᾶς συμφέρει νά ἀφήσουμε τά κόκκαλά μας στήν ἔρημο παρά νά γυρίσουμε πίσω στή Αἴγυπτο».

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018


Νὰ θυμᾶσαι πιὸ πολύ τοὺς κεκοιμημένους
Πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, βρέθηκα στὸ Ἅγιον Ὅρος παρακολουθώντας μία ἀξέχαστη Θεία Λειτουργία σὲ ἕνα ταπεινὸ κελλάκι, μὲ λειτουργό, εὐλαβῆ Ἱερομόναχο, ἁγιασμένη ψυχὴ ποὺ πλέον αὐλίζεται εἰς τόπους, ἔνθα τῶν δικαίων τὰ πνεύματα ἀναπαύονται…
Νέος παπὰς ὁ γράφων, ἄγευστος ἀκόμα τῆς μεταμορφωτικῆς ἐμπειρίας τοῦ πολιοῦ καὶ σεβασμίου λειτουργοῦ, ποὺ κρυμμένος σχεδὸν μέσα στὸ μισοσκόταδο, στέκονταν εὐθυτενὴς παρὰ τὸ βάρος τοῦ χρόνου ποὺ ἀγόγγυστα στοὺς ὤμους του κουβαλοῦσε καὶ τὸν ἔβλεπα νὰ μνημονεύει ψυχές, μὲ ἕνα χαμόγελο νὰ διαγράφεται στὰ χείλη του ποὺ ἔτρεμαν προφέροντας σχεδὸν μυστικὰ τὰ ὀνόματα τῶν ἀνθρώπων.
Τὸ μοναδικὸ κερὶ ποὺ εἶχε κοντά του, τοῦ προσέφερε μία ὁριακὴ ματιὰ σὲ αὐτὸ ποὺ μποροῦσε ὁ καθένας μας νὰ δεῖ, ὅσο τὸ φῶς τοῦ κεριοῦ ποὺ τρεμόπαιζε πολεμοῦσε νὰ ἀποδιώξει τὸ μεταμεσονύκτιο σκοτάδι.
Ἐκεῖνος, κυπαρίσσι ποὺ ὁ ἀγέρας τῆς ζωῆς δὲν κατάφερε νὰ ρίξει στὴν γῆ, ἔστεκε κοιτώντας τὸ δισκάριο καὶ μνημόνευε γιὰ ὧρες, διακόπτοντας μόνο ὅπου ἡ ἀκολουθία ἐπέβαλλε τὴν διακοπὴ γιὰ τὶς ἐκφωνήσεις. Τὸν κοίταζα μὲ προσοχή, νὰ διαβάζει ἀτέλειωτα ὀνόματα καὶ κάπου κάπου ἔβλεπα δάκρυα νὰ κυλοῦν ἀπὸ τὰ μάτια του. Πλησίασα ἀθόρυβα κοντά του, ἀπὸ τὴν μία νὰ καταστῶ κοινωνὸς αὐτῆς τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ, μνημονεύοντας ὀνόματα δικά μου καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ παρακολουθήσω αὐτὸ ποὺ ἐκεῖνος τὴν στιγμὴ αὐτὴ ζοῦσε. Μὲ κοίταξε σὲ κάποια στιγμὴ καὶ μοῦ εἶπε:
-Παπα-Θωμᾶ, καλύτερα νὰ θυμᾶσαι πιὸ πολύ τοὺς κεκοιμημένους παρὰ τοὺς ζωντανούς...
Δὲν πολυκατάλαβα τὸ νόημα τοῦ λόγου του, συνέχισα νὰ μνημονεύω, χωρὶς νὰ μπορῶ νὰ ἀντιληφθῶ τί ζοῦσε ἐκεῖνος! Σὲ κάποια στιγμή, ἡ μνημόνευση ὁλοκληρώθηκε, ἔτσι νόμιζα τουλάχιστον. Πῆγα, δειλά δειλὰ κοντά του, μὲ τὴν ἀναζήτηση τοῦ ἀρχαρίου ποὺ ἀποζητᾶ νὰ μάθει καὶ τὸν ρώτησα:
-Γιατί γέροντα περισσότερο τοὺς κεκοιμημένους;
Τὴν ὥρα ἐκείνη δὲν μοῦ ἀπάντησε. Καὶ αὐτὸ ἦταν μία ἐπιβεβαίωση τῆς δικῆς μου ἀπειρίας, νὰ τὸν ρωτήσω πράγματα ποὺ βλέποντάς τα δὲν μπορεῖς νὰ τὰ καταλάβεις. Ὡστόσο, τελειώνοντας ἡ Θεία Λειτουργία, ὁ σεβάσμιος Γέροντας μὲ πλησίασε καὶ μοῦ εἶπε:
«Ὅταν πρωτόρθα στ’ Ἁγιονόρος, πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, μικρότερος ἀπὸ σένα στὴν ἡλικία, εἶχα τὴν εὐλογία νὰ ἔρθω κοντὰ στὸν μακαριστὸ Πνευματικὸ παπα-Τύχωνα. Ἔτυχε, κάποια στιγμή, ἕνας ἀπὸ τοὺς πατέρες ἑνὸς διπλανοῦ κελλίου νὰ κοιμηθεῖ αἰφνιδίως. Ὁ παπα-Τύχωνας, θέλησε νὰ τὸν σαρανταλειτουργήσει. Κάθε μέρα τελοῦσε τὴν Θεία Λειτουργία μνημονεύοντας ὀνόματα, χιλιάδες ὀνόματα, ἰδιαίτερα ὅσων δὲν εἶχαν πλέον κανέναν νὰ τοὺς θυμᾶται, ἀλλὰ πρῶτα τοῦ ἀδελφοῦ ποὺ πέρασε τὴν πύλη τοῦ Οὐρανοῦ.
Τελειώνοντας τὸ σαρανταλείτουργο, στὴν τελευταία λειτουργία, τὸ εἶδα αὐτὸ ποὺ σοῦ λέω, λίγο πρὶν βάλει τὸ «δι’ εὐχῶν» στάθηκε κοιτώντας τὴν προσκομιδή. Ἡ περιέργεια μὲ ὁδήγησε νὰ κοιτάξω καὶ ἐγὼ μὲ τρόπο, νὰ δῶ τί κοιτοῦσε. Καὶ εἶδα ξεκάθαρα τὸν κοιμηθέντα νὰ στέκει γονατιστὸς μπροστὰ στὸν παπα-Τύχωνα, νὰ βάζει μετάνοια, σὰν νὰ τοῦ λέει εὐχαριστῶ καὶ ξάφνου νὰ χάνεται ἀπὸ μπροστά του… Τὸ εἶδα, παιδί μου, καὶ αὐτὸ δὲν ἔφυγε ποτὲ ἀπὸ τὴν μνήμη μου. Κάθε φορὰ ποὺ στέκω μπρὸς στὴν προσκομιδή, θυμᾶμαι τὸν Γέροντα καὶ τὴν ψυχὴ ποὺ ἦρθε νὰ τὸν εὐχαριστήσει…»
Πέρασαν χρόνια ἀπὸ τότε. Καὶ στὴν σειρὰ τῶν παλαιῶν ποὺ ὁλοκλήρωσαν τὴν ἀποστολή τους στὸ Ἅγιο Βῆμα, μπήκαμε οἱ νεότεροι…
Καὶ ὅταν στέκω μπρὸς στὴν προσκομιδή, θυμᾶμαι τὸν εὐλαβῆ λειτουργὸ τοῦ Θεοῦ, θυμᾶμαι τὴν ἀπέριττη Θεία Λειτουργία στὸ Ἁγιορείτικο Κελλὶ καὶ εὐχαριστῶ τὸν Θεὸ γιατί, μέσα στὶς πολλὲς δωρεές, ἔδωσε καὶ τούτη τὴ Χάρη. Νὰ στέκεις μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ νὰ ἑνώνεις δύο κόσμους, τῶν φθαρτῶν καὶ τῶν αἰωνίων…
π. Θωμᾶς Ἀνδρέου

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018


Ἡ ἀγάπη τῆς Παναγίας
Ἡ Θεοτόκος δὲν παρέδωσε στὴ Γραφὴ οὔτε τὶς σκέψεις Tης οὔτε τὴν ἀγάπη Tης γιὰ τὸν Υἱὸ καὶ Θεό Tης οὔτε τὶς θλίψεις τῆς ψυχῆς Tης, κατὰ τὴν ὥρα τῆς σταυρώσεως, γιατὶ οὔτε καὶ τότε θὰ μπορούσαμε νὰ τὰ συλλάβωμε. Ἡ ἀγάπη Tης γιὰ τὸ Θεὸ ἦταν ἰσχυρότερη καὶ φλογερότερη ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῶν Χερουβεὶμ καὶ τῶν Σεραφεὶμ κι ὅλες οἱ Δυνάμεις τῶν Ἀγγέλων καὶ Ἀρχαγγέλων ἐκπλήσσονται μ᾿ Αὐτήν.
Παρ᾿ ὅλο ὅμως ποὺ ἡ ζωὴ τῆς Θεοτόκου σκεπαζόταν, θὰ λέγαμε, ἀπὸ τὴν ἅγια σιγή, ὁ Κύριος ὅμως φανέρωσε στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας πὼς ἡ Παναγία μας ἀγκαλιάζει μὲ τὴν ἀγάπη Tης ὅλο τὸν κόσμο καὶ βλέπει μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅλους τοὺς λαοὺς τῆς γῆς καί, ὅπως καὶ ὁ Υἱὸς Tης, ἔτσι κι Ἐκείνη σπλαγχνίζεται καὶ ἐλεεῖ τοὺς πάντες.
Ὢ, καὶ νὰ γνωρίζαμε πόσο ἀγαπᾶ ἡ Παναγία ὅλους, ὅσους τηροῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, καὶ πόσο λυπᾶται καὶ στενοχωριέται γιὰ κείνους ποὺ δὲν μετανοοῦν! Αὐτὸ τὸ δοκίμασα μὲ τὴν πείρα μου.
Δὲν ψεύδομαι, λέγω τὴν ἀλήθεια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πὼς γνωρίζω πνευματικὰ τὴν Ἄχραντη Παρθένο. Δὲν Τὴν εἶδα, ἀλλὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νὰ γνωρίσω Αὐτὴν καὶ τὴν ἀγάπη Tης γιὰ μᾶς. Χωρὶς τὴν εὐσπλαγχνία Tης ἡ ψυχὴ θὰ εἶχε χαθῆ ἀπὸ πολὺν καιρό. Ἐκείνη ὅμως εὐδόκησε νὰ μ᾿ ἐπισκεφθῇ καὶ νὰ μὲ νουθετήσῃ, γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτάνω. Μοῦ εἶπε: Δὲν μ᾿ ἀρέσει νὰ βλέπω τὰ ἔργα σου». Τὰ λόγια Της ἦταν εὐχάριστα, ἤρεμα, μὲ πραότητα καὶ συγκίνησαν τὴν ψυχή. Πέρασαν πάνω ἀπὸ σαράντα χρόνια, μὰ ἡ ψυχή μου δὲν μπορεῖ νὰ λησμονήσῃ ἐκείνη τὴ γλυκειὰ φωνὴ καὶ δὲν ξέρω πῶς νὰ εὐχαριστήσω τὴν ἀγαθὴ καὶ σπλαγχνικὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ.
Ἀληθινά, Αὐτὴ εἶναι ἡ βοήθειά μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ μόνο τ᾿ ὄνομά Της χαροποιεῖ τὴν ψυχή. Ἀλλὰ κι ὅλος ὁ οὐρανὸς κι ὅλη ἡ γῆ χαίρονται μὲ τὴν ἀγάπη Tης.
Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018


Ἡ ἐπανάσταση τῆς ὀλιγάρκειας
Ὅτι μὲ τὰ ἀπολύτως ἀπαραίτητα περνάει κανεὶς ἐξίσου καλὰ ὅπως μὲ τὰ πολλά, δὲν χρειάζονται ἄλλες ἀποδείξεις ἀπὸ τὰ σπίτια τριῶν σπουδαίων ποιητῶν. Τοῦ Τάσου Λειβαδίτη, τοῦ Νίκου Καρούζου καὶ τοῦ Μίλτου Σαχτούρη. Σ' ἕνα μικροαστικὸ διαμέρισμα τῆς γωνίας Ἀχαρνῶν καὶ Ἠπείρου ὁ πρῶτος, σ' ἕνα ἡμιυπόγειο ἑνάμισι δωματίου τῆς ὁδοῦ Σούτσου ὁ δεύτερος καὶ σ' ἕνα δυαράκι τῆς ὁδοῦ Μηθύμνης, ποὺ ἔβλεπε μάλιστα στὸν «ἀκάλυπτο», ὁ τρίτος.
Ὅπως ἀναλογίζεται κανεὶς τὴ ζωή τους, δὲν θὰ συμπέραινε πὼς ὑπῆρξαν ἄνθρωποι δυστυχισμένοι γιατί ἔμεναν σὲ ταπεινά, ταπεινότατα σπίτια.
Ἐπιπλέον στὶς κουβέντες τους δὲν θὰ διέκρινε κανεὶς τὴν ἐλαχιστότερη ἐπιθυμία γιὰ νὰ ἀλλάξει, μετακομίζοντας, ἡ ζωή τους. Ἀντίθετα αἰσθανόσουν τὰ σπίτια αὐτὰ νὰ εἶναι ἡ εὐτυχία τους καὶ ἂν δυστυχήσανε ἦταν γιατί τὸ εἶχαν ἐπιλέξει οἱ ἴδιοι νὰ δυστυχήσουν. Ἔτσι ὥστε μόνο δυστυχεῖς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς χαρακτηρίσει κανείς.
Μὲ σπίτια μάλιστα ποὺ κανεὶς δὲν θὰ ζήλευε νὰ μένει σὲ ἀντίστοιχά τους, θὰ προσθέταμε πὼς εἶχαν ἐπαναστατήσει ὡς συνειδήσεις πολὺ πρὶν ἐκφραστοῦν ἐπαναστατικὰ μὲ τὴν ποίησή τους.
Ὁ Καροῦζος, μάλιστα, ὅταν θέλησε νὰ τοῦ χαρίσει κάποιος ἕνα ἠλεκτρικὸ ψυγεῖο τὸν ἀποπῆρε λέγοντάς του πὼς: «Δὲν μ' ἐνδιαφέρει ἡ ἄνεση, μ' ἐνδιαφέρει νὰ βλέπω τὴν πραγματικότητα τῆς ζωῆς».
Ἐνῶ ὁ Ἐλύτης σὲ ὅποιον τὸν ρωτοῦσε «Πῶς βολεύεται σὲ ἕνα διαμέρισμα δυὸ δωματίων» ἀπαντοῦσε: «Μὰ τί νὰ τὰ κάνω τ' ἄλλα δωμάτια, γιὰ νὰ βάλω μέσα μπουφέδες;».
Ὁ Ἐλύτης συνειδητοποιοῦσε ἀπόλυτα τὴ σημασία τῆς ἐπιλογῆς του καὶ τῶν λόγων του, ποὺ σὲ ἐλεύθερη ἀπόδοση θὰ μποροῦσε νὰ διαβαστοῦν «Ὅταν οἱ μνῆμες τῆς ἐσωτερικῆς περιπέτειας εἶναι συγκλονιστικές, δὲν χρειάζονται τὰ ἀντικείμενα καὶ ἡ ἄνεση γιὰ νὰ θυμᾶται κανεὶς ποιὸς ὑπῆρξε ἀλλὰ καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἔζησε πραγματικὰ στὰ γεμάτα».
Στὸν κατάλογο θὰ πρόσθετε κανεὶς καὶ τὸ σπίτι τοῦ Γιάννη Τσαρούχη ποὺ ἡ ἀκαταστασία του ὅπως κορυφωνόταν σὲ λόφο, τὸ μετέβαλλε σὲ μίαν ἐκκρεμότητα ποὺ ἡ τακτοποίησή της, ὡστόσο, ἀναβαλλόταν συνεχῶς, γιατί δὲν γινόταν μὲ τίποτα στὸν κόσμο νὰ ἀναβληθεῖ ἡ ἐκκρεμότης τοῦ ἔργου ποὺ ἔπρεπε νὰ πραγματοποιηθεῖ. Ἡ μιᾶς σκέψης ποὺ ἀπαιτοῦσε πάραυτα νὰ ὁλοκληρωθεῖ, ἡ ἑνὸς φίλου ποὺ ἔπρεπε νὰ τὸν ἀκούσει ὁ ζωγράφος. Θὰ πρόσθετε κανεὶς πὼς ἀφοῦ ἡ ἀκαταστασία αὐτὴ δὲν ἔπνιγε, ἀλλὰ ἀντίθετα βοηθοῦσε ἕναν καλλιτέχνη νὰ ἐργασθεῖ, ὡς πνιγηρὴ θὰ ἔπρεπε νὰ εἰσπράττεται ἡ ὑπογραμμισμένη ὡς πλεονέκτημα ἀποστειρωμένη τάξη ἑνὸς μεγαλοαστικοῦ σπιτιοῦ.
Ἡ γιὰ νὰ τὸ γράψουμε διαφορετικά, ἀφοῦ τὸ πλαστικὸ τραπεζομάντιλο πάνω στὸ τραπέζι ποὺ ἔγραφε, δὲν ἐμπόδιζε σὲ τίποτα τὸν Σαχτούρη νὰ γράφει τὰ ποιήματά του, ἡ πισίνα ποὺ διαθέτει ὁ ἀξιωματοῦχος τῆς πολιτικῆς ζωῆς πρέπει νὰ τὸν χαρακτηρίζει ὡς ἐντελῶς ἀκατάλληλο, ἡ μᾶλλον ἐπιζήμιο, γιὰ τὸ «ἐπάγγελμά» του.
«Τὸ νὰ φιλοσοφεῖ κανεὶς σημαίνει ὅτι μαθαίνει τὸν τρόπο γιὰ νὰ πεθάνει», γράφει ὁ Μοντένιος καὶ τὸ ἴδιο φαίνεται νὰ ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν ποίηση. Ἕνας κόσμος ποὺ γίνεται συναρπαστικὸς χάρη στὰ πράγματα ποὺ δὲν σταματάει νὰ θέλει κανείς, κάνει ἀδιανόητη τὴν ἀποκόλληση ἀπὸ μέσα του.
Κάτι χειρότερο ποὺ εἶναι μιᾶς ἀσύλληπτης κοινωνικῆς καὶ ἠθικῆς τάξεως παραχάραξη τοῦ κόσμου: Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ζεῖ μέσα στὴν εὐμάρεια πιστεύει πὼς ἀφοῦ ἀπολαμβάνει, δὲν τοῦ ἀξίζει ὁ θάνατος, ἐνῶ δικαιολογημένα μποροῦν νὰ πεθάνουν ὅσοι πένονται, ἀφοῦ δὲν ἔχουν τίποτα νὰ χάσουν.
Τώρα ὅμως ποὺ οἱ καμπάνες γιὰ τὴν ἐπικείμενη καταστροφὴ ἀκούγονται τὸ ἴδιο ἀπειλητικὲς τόσο γιὰ ἐκείνους ποὺ εὐημεροῦν ὅσο καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ γυμνητεύουν καὶ ἡ ὀλιγάρκεια πού φαντάζει ὡς κάτι μισητό, χρειάζεται πλέον νὰ συνειδητοποιηθεῖ ὡς ἐπαναστατικὴ πράξη, ἡ ποίηση θὰ κατορθώσει νὰ σώσει γιὰ μία ἀκόμα φορά τὸν κόσμο; Καὶ οἱ παμπόνηροι γεννήτορες πού εἶχαν ἐξοπλίσει τὰ χέρια τῶν κανακάρηδών τους μὲ τὰ «κινητά», θὰ ἀντιληφθοῦν πώς εἴτε τοὺς ἀρέσει εἴτε δὲν τοὺς ἀρέσει θὰ πρέπει νὰ τὰ ἀντικαταστήσουν μὲ τὰ ποιήματα;
Θανάσης Νιάρχος

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018



Ἄν δέν λειτουργῆ σωστά ἡ Σύνοδος
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πάντα λειτουργοῦσε μέ Συνόδους. Τό ὀρθόδοξο πνεῦμα εἶναι νά λειτουργῆ ἡ Σύνοδος στήν Ἐκκλησία καί ἡ Γεροντική Σύναξη στά Μοναστήρια. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος καί ἡ Σύνοδος νά ἀποφασίζουν μαζί. Ὁ ἡγούμενος ἤ ἡ ἡγουμένη καί τό ἡγουμενοσυμβούλιο νά ἀποφασίζουν μαζί. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος εἶναι πρῶτος μεταξύ ἴσων. Καί ὁ πατριάρχης δέν εἶναι πάπας· ἔχει τόν ἴδιο βαθμό μέ τούς ὑπόλοιπους ἱεράρχες. Ἐνῶ ὁ πάπας ἔχει ἄλλο βαθμό —κάθεται ψηλά καί τοῦ φιλοῦν τό πόδι!— ὁ πατριάρχης κάθεται μαζί μέ τούς ἄλλους ἱεράρχες καί συντονίζει. Καί ἕνας ἡγούμενος ἤ μία ἡγουμένη σέ σχέση μέ τούς προϊσταμένους εἶναι πάλι πρῶτοι μεταξύ ἴσων.
Δέν μπορεῖ ὁ ἀρχιεπίσκοπος ἤ ἕνας ἡγούμενος νά κάνη ὅ,τι θέλει. Φωτίζει ὁ Θεός τόν ἕναν ἱεράρχη ἤ προϊστάμενο γιά τό ἕνα θέμα, τόν ἄλλον γιά τό ἄλλο. Βλέπεις, καί οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές συμπληρώνουν ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Ἔτσι καί ἐδῶ λέει τήν γνώμη του ὁ καθένας, καί ὅταν ὑπάρχη ἀντίθετη γνώμη, καταχωρίζεται στά πρακτικά. Γιατί, ὅταν πρόκειται γιά μιά ἀπόφαση ἀντίθετη μέ τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου καί ἕνας δέν συμφωνῆ, ἄν δέν ζητήση νά καταχωριστῆ ἡ γνώμη του, θά φαίνεται ὅτι συμφωνεῖ.
Ἄν δέν συμφωνῆ καί ὑπογράψη, χωρίς νά καταχωριστῆ ἡ γνώμη του, κάνει κακό καί φέρει εὐθύνη· εἶναι ἔνοχος. Ἐνῶ, ἄν πῆ τήν γνώμη του, καί ἡ πλειοψηφία νά εἶναι ἀντίθετη, αὐτός εἶναι ἐντάξει ἀπέναντι στόν Θεό. Ἄν στήν Ἐκκλησία δέν λειτουργῆ σωστά ἡ Σύνοδος ἤ στά Μοναστήρια ἡ Σύναξη, τότε, ἐνῶ μιλοῦμε γιά ὀρθόδοξο πνεῦμα, ἔχουμε παπικό. Τό ὀρθόδοξο πνεῦμα εἶναι νά λέη καί νά καταχωρίζη ὁ καθένας τήν γνώμη του, ὄχι νά μή μιλάη, γιατί φοβᾶται, ἤ νά κολακεύη, γιά νά τά ἔχη καλά μέ τόν ἀρχιεπίσκοπο ἤ μέ τόν ἡγούμενο.
Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018



Ἡ καρδιὰ καὶ ὁ Θεὸς
Ὁ Θεὸς βρίσκεται παντοῦ. Καὶ σὰν βρεῖ καρδιὰ ποὺ δὲν Τοῦ ἐναντιώνεται, καρδιὰ ταπεινή, μπαίνει μέσα της καὶ τὴ γεμίζει χαρά. Τόση εἶναι ἡ χαρὰ τῆς καρδιᾶς ποὺ ἔχει μέσα της τὸν Θεό, ὥστε κολλάει πάνω Του καὶ δὲν θέλει ποτὲ νὰ Τὸν ἀποχωριστεῖ. Σὲ καρδιὰ φουσκωμένη ἀπὸ ἐγωισμὸ δὲν πλησιάζει ὁ Κύριος.
Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018



Τὸ κερὶ
Ἦταν σούρουπο. Ὁ γερο-Σωφρόνιος κι ὁ ἐγγονός του, ὁ ὀκτάχρονος Πετράκης, προχωροῦσαν μέσα στὸ δάσος. Ὁ παπποὺς εἶναι τυλιγμένος μὲ τὴ ζεστὴ κάπα του. Τὸν ἔχουν πάρει πιὰ τὰ χρόνια. Καμπούριασε. Τὰ γένια του γίνανε κάτασπρα — τοῦ τ᾿ ἀνακατώνει τώρα ὁ ἀνοιξιάτικος ἄνεμος. Ὁ Πέτρος βαδίζει πίσω ἀπ᾿ τὸν παπποῦ. Φοράει κι αὐτὸς κάπα. Τὸ κεφαλάκι του εἶναι καλυμμένο μὲ τὸ γούνινο σκοῦφο τοῦ πατέρα του, ποὺ τοῦ πέφτει πολὺ μεγάλος καὶ τοῦ κρύβει σχεδὸν τὰ μάτια. Στὸ χέρι του κρατάει ἕνα κλαδὶ ἰτιᾶς, ποὺ εὐωδιάζει. Τὸ δάσος βουίζει παράξενα. Ὁ μικρὸς σταματάει κι ἀφουγκράζεται:
— Παππού!... Ἀκοῦς;... Χτυπᾶνε καμπάνες!...
— Ἔτσι κάνει τὸ δάσος, παιδί μου, τώρα τὴν ἄνοιξη, μὲ τὸν ἀέρα. Χτυπάει ἡ καμπάνα τοῦ Κυρίου...
— Στὴν ἐκκλησία πᾶμε, παππού;
— Στὴν ἐκκλησία, ἀγάπη μου, στὸν πασχαλινὸ ὄρθρο!
— Μὰ ἀφοῦ κάηκε, παππού! Δὲν τὴν κάψανε τὸ καλοκαίρι; Μόνο τοῦβλα καὶ καμένα ξύλα ἀπομείνανε...
— Αὐτὸ δὲν ἔχει σημασία! ἀποκρίθηκε σοβαρὰ-σοβαρὰ ὁ Σωφρόνιος.
— Ἄλλο καὶ τοῦτο!... μονολογεῖ ἀπορημένος ὁ μικρός. Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει, κι ἐμεῖς πᾶμε στὴν ἐκκλησία! Μήπως ἔπαθε τίποτα ὁ παππούς; Τσάμπα χαλᾶμε τὰ παπούτσια μας...
Ἡ μαυρισμένη καὶ ἐρειπωμένη ἐκκλησία φάνηκε ἀνάμεσα σὲ καμένες σημύδες. Παπποὺς κι ἐγγονὸς σταυροκοπήθηκαν.
— Νὰ λοιπόν, ἤρθαμε... μουρμούρισε ὁ Σωφρόνιος καὶ ξέσπασε σὲ λυγμούς. Γιὰ πολλὴ ὥρα στεκόταν μὲ κατεβασμένο τὸ κεφάλι καὶ κρεμασμένα τὰ χέρια. Εἶχε πέσει πιὰ ἡ νύχτα — ἡ κρύα ἀλλὰ ἥσυχη πασχαλιάτικη νύχτα. Ὁ Σωφρόνιος ἔβγαλε ἀπὸ τὸ σακοῦλι του ἕνα χοντρὸ κερί, τὸ ἄναψε, τὸ στερέωσε πάνω σὲ μιὰ μεγάλη πέτρα, ἐκεῖ, στὰ χαλάσματα... καὶ προσευχήθηκε γιὰ λίγο νοερά. Μετὰ ἔψαλε μὲ τὴ σπασμένη του φωνή:
— Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν...
Ἀντάλλαξε μὲ τὸν ἐγγονό του τὸν ἀναστάσιμο ἀσπασμό. Ἀναστέναξε καὶ κάθισε σ᾿ ἕνα καμένο κούτσουρο.
— Ναί... Ἑξήντα χρόνια ἐρχόμουν ἐδῶ, σ᾿ αὐτὴ τὴν ἐκκλησία... μαζὶ μὲ τὸν πατέρα μου, ὅσο ζοῦσε, καὶ μετὰ μόνος... Νά, ἐδῶ ὑπῆρχε ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Νικολάου... Στὸ ἕνα του χέρι ὁ ἅγιος Ἱεράρχης κρατοῦσε μία ἐκκλησούλα, καὶ στὸ ἄλλο ἕνα ξίφος... θαυματουργός! Ὅ,τι κι ἂν τοῦ ζητοῦσες, θὰ σοῦ τὸ ἔκανε!... Καλὸς ὁ Ἱεράρχης μας, γρήγορος στὴ βοήθεια, ταχὺς στὶς πρεσβεῖες!... Τώρα... τί νὰ πεῖ κανείς... Ἐδῶ, ἀγάπη μου, ἦταν ἡ ἁγία Τράπεζα... Ἔλα, γονάτισε καὶ προσκύνησε, καλό μου παιδί... Ἔτσι λοιπόν... Ἄχ, Πετράκη, Πετράκη μου!...
Ἄρχισε πάλι νὰ κλαίει ὁ Σωφρόνιος. Δὲν εἶπε τίποτε ἄλλο. Ἔμεινε ἐκεῖ καθισμένος καὶ ἀμίλητος ὥς ἀργὰ — τόσο, ποὺ ὁ Πετράκης νύσταξε καὶ θέλησε νὰ κοιμηθεῖ. Κάθισε δίπλα στὸν παππού, ἔγειρε τὸ κεφαλάκι στὰ γεροντικά του γόνατα κι ἔκλεισε τὰ μάτια. Κι ὁ παπποὺς τράβηξε τὴν κάπα του καὶ τὸν σκέπασε...
Βασίλειος Νικηφόρωφ-Βόλγιν

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018


Ποιὸς ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος;
Ἡ μεγάλη εἴδηση ποὺ καθημερινὰ εὐαγγελίζεται στὸν κόσμο ὁ χριστιανισμός, εἶναι ὅτι ἕνα πράγμα ἀξιολογεῖται πλήρως ὡς πρὸς τὴν ἀξία του, ἂν κρίνεται ὄχι κατὰ τὰ ἐξωτερικὰ φαινόμενα, ἀλλὰ κατὰ τὴν οὐσία του.
Νὰ ἀξιολογεῖτε τὰ πράγματα, ὄχι ἀνάλογα μὲ τὸ χρῶμα καὶ τὸ σχῆμα τους, ἀλλὰ ἀνάλογα μὲ τὸ νόημά τους. Νὰ ἀξιολογεῖτε τὸν κάθε ἄνθρωπο ὄχι κατὰ τὴν ἰδιότητα καὶ τὴν περιουσία του, κατ’ ὄψιν δηλαδή, ἀλλὰ κατὰ τὴν καρδιὰ του – ἐκεῖ, ὅπου τὰ αἰσθήματα, ὁ νοῦς καὶ ἡ βούλησή του ἑνώνονται.
Μὲ αὐτὸ τὸ μέτρο (ποὺ ἀποτελεῖ πάντοτε ἕνα νέο δίδαγμα γιὰ τὸν κόσμο), ἐκεῖνος ποὺ ἐξωτερικὰ εἶναι ὑποδουλωμένος δὲν εἶναι δοῦλος, καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἐξωτερικὴ -σωματικὴ- ἐλευθερία, δὲν εἶναι ἐλεύθερος. Ἀνάλογα μὲ τὴν κοσμικὴ κατανόηση, δοῦλος εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἀπολαμβάνει ἐλάχιστα τὸν κόσμο καὶ ἐλεύθερος αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἀπολαμβάνει πολὺ τὸν κόσμο.
Ὅμως, κατὰ τὴ χριστιανικὴ ἀντίληψη, δοῦλος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀπολαμβάνει ἐλάχιστα ἀπὸ τὸν ζῶντα Χριστό, ἐνῶ ἐλεύθερος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀπολαμβάνει ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο τὸν ζῶντα Χριστό.
Ἐπίσης, σύμφωνα μὲ τὴν κοσμικὴ κατανόηση τῶν ὅρων, δοῦλος εἶναι ὅποιος συνήθως δὲν κάνει τὸ δικό του θέλημα, ἀλλὰ κάνει τὸ θέλημα τῶν ἄλλων· ἐνῶ ἐλεύθερος εἶναι ὅποιος συνήθως κάνει τὸ δικό του θέλημα καὶ σπανιότερα τὸ θέλημα τῶν ἄλλων.
Κατὰ τὴ χριστιανικὴ ἀντίληψη, δοῦλος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ συνήθως κάνει τὸ δικό του θέλημα καὶ λιγότερο συχνὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ· ἐνῶ ἐλεύθερος ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ πιὸ συχνὰ ἀπ’ ὅ,τι τὸ δικό του.
Τὸ νὰ εἶσαι δοῦλος Κυρίου εἶναι ἡ μόνη ἐλευθερία ποὺ ἀξίζει γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἡ μόνη ἀληθινή· ἐνῶ τὸ νὰ εἶσαι δοῦλος τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἑαυτοῦ σου, δοῦλος τῶν παθῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας, εἶναι ἡ μόνη μοιραία σκλαβιά.
Ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ, ἀναλογιζόμενος τοὺς βασιλιάδες στὸ θρόνο τους, νὰ σκεφθεῖ: ἄραγε ὑπάρχουν ἄλλοι ἄνθρωποι πιὸ ἐλεύθεροι ἀπ’ αὐτοὺς σ’ ὅλη τὴ γῆ; Κι ὅμως, πολλοὶ βασιλιάδες ἦταν οἱ πιὸ ποταποὶ καὶ οἱ πιὸ ἀνάξιοι δοῦλοι στὴ γῆ!
Γιὰ τοὺς ἁλυσοδέσμιους χριστιανοὺς στὰ μπουντρούμια, μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ σκεφθεῖ: ἄραγε ὑπάρχουν σκλάβοι πιὸ δυστυχισμένοι ἀπ’ αὐτοὺς σὲ ὅλη τὴ γῆ; Κι ὅμως, οἱ χριστιανοὶ μάρτυρες στὶς φυλακὲς ἔνιωθαν ἐλεύθεροι ἄνθρωποι καὶ ἔσφυζαν ἀπὸ πνευματικὴ χαρά! Ἔψαλλαν ψαλμοὺς καὶ ἀνέπεμπαν προσευχὲς δοξολογίας κι εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸ Θεό.
Ἡ ἐλευθερία ποὺ εἶναι συνυφασμένη, μὲ τὴ λύπη, καὶ τὴ δυστυχία, δὲν εἶναι ἐλευθερία, ἀλλὰ δουλεία. Μόνον ἡ ἐλευθερία ἐν Χριστῷ συνυφαίνεται μὲ τὴν ἀνεκλάλητη χαρά. Ἡ ἄληκτη χαρά: αὐτὴ εἶναι ἡ σφραγίδα τῆς ἀληθινῆς ἐλευθερίας.
Κύριε Ἰησοῦ, ὁ Μόνος Ἀγαθὸς Κύριος, ποὺ χορηγεῖς τὴν ἐλευθερία ὅταν μᾶς κάνεις δέσμιους σὲ Σένα, κάνε μας δούλους Σου τὸ ταχύτερο δυνατόν, ὥστε νὰ πάψουμε νὰ εἴμαστε δοῦλοι σὲ ἀδυσώπητους καὶ ἀνελεήμονες ἀφέντες.
Γιατί σὲ σένα ἀνήκει ὅλη ἡ δόξα καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνηση στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2018


Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν πιστεύω
Συζήτησις π. Ἰωὴλ μετά τινος φίλου αὐτοῦ:
-Διὰ τὸ θέμα αὐτό, πάτερ Ἰωήλ, νομίζω ὅτι δύνασθε νὰ βασισθῆτε εἰς τὸ δεῖνα πρόσωπον.
-Τὸ πρόσωπον αὐτὸ καλὸ εἶναι, δὲν ἀντιλέγω. Καὶ εἶναι ὁλοψύχως ἀφιερωμένο εἰς ἐμὲ καὶ τὸ ἔργον μου. Ὅμως αὐτὰ γιὰ σήμερα. Αὔριο δὲν ξεύρομε τι γίνεται. Οἱ ἄνθρωποι ἀλλάζουν.
-Αἴ, ὄχι! Αὐτὸ τὸ πρόσωπο εἶναι ἄξιο πάσης ἐμπιστοσύνης. Δὲν πρόκειται νὰ ἀλλάξη ποτὲ διαθέσεις ἀπέναντί σας. Ἐγὼ πιστεύω εἰς τὴν σταθερότητα αὐτοῦ τοῦ προσώπου.
-Ἐγὼ ὅμως πιστεύω μόνον εἰς ἕνα Θεὸν Πατέρα, Παντοκράτορα… Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν πιστεύω.
π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος
Ἀνέκδοτα Ἀρχιμανδρίτου Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018



Λακωνικὸν
Κεῖνο ποὺ σοῦ προσάπτουνε τὰ χελιδόνια εἶναι ἡ ἄνοιξη ποὺ δὲν ἔφερες.
Ὀδυσσέας Ἐλύτης

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018



Καὶ τί μπορεῖ νὰ κάνει κανείς;
῾Η ἀπιστία προέρχεται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. ῾Ο ὑπερήφανος ἰσχυρίζεται πὼς θὰ γνωρίση τὰ πάντα μὲ τὸ νοῦ του καὶ τὴν ἐπιστήμη, ἀλλὰ ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ παραμένει ἀνέφικτη γι᾿ αὐτόν, γιατὶ ὁ Θεὸς γνωρίζεται μόνο μὲ ἀποκάλυψη τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. ῾Ο Κύριος ἀποκαλύπτεται στὶς ταπεινὲς ψυχές. Σ᾿ αὐτὲς δείχνει ὁ Κύριος τὰ ἔργα Του, ποὺ εἶναι ἀκατάληπτα γιὰ τὸν νοῦ μας. Μὲ τὸν φυσικό μας νοῦ μποροῦμε νὰ γνωρίσωμε μόνο τὰ γήϊνα πράγματα, κι αὐτὰ μερικῶς, ἐνῶ ὁ Θεὸς καὶ ὅλα τὰ οὐράνια γνωρίζονται μὲ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα.
Μερικοὶ μοχθοῦν ὅλη τὴ ζωή τους γιὰ νὰ μάθουν τὶ ὑπάρχει στὸν ἥλιο ἢ στὴ σελήνη ἢ κάτι παρόμοιο, ἀλλ᾿ αὐτὰ δὲν ὠφελοῦν τὴν ψυχή. ῎Αν ὅμως προσπαθούσαμε νὰ γνωρίσωμε τὶ ὑπάρχει μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά, τότε θὰ βλέπαμε στὴν ψυχὴ τοῦ ἁγίου τὴν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ στὴν ψυχὴ τοῦ ἁμαρτωλοῦ σκοτάδι καὶ κόλαση. Κι εἶναι ὠφέλιμο νὰ τὸ ξέρωμε, γιατὶ θὰ εἴμαστε αἰώνια εἴτε στὴ Βασιλεία εἴτε στὴν κόλαση.
῾Ο νωθρὸς στὴν προσευχὴ ἐξετάζει μὲ περιέργεια πάντα ὅσα βλέπει στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό, ἀλλὰ δὲν γνωρίζει ποιὸς εἶναι ὁ Κύριος οὔτε προσπαθεῖ νὰ τὸ μάθη καὶ ὅταν ἀκούη διδασκαλία γιὰ τὸν Θεὸ λέει·
«Μὰ πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ γνωρίσωμε τὸν Θεό; Καὶ σὺ ἀπὸ ποῦ Τὸν γνωρίζεις;»
Θὰ σοῦ πῶ.Μαρτυρεῖ τὸ ῞Αγιο Πνεῦμα. Αὐτὸ γνωρίζει καὶ μᾶς διδάσκει.
Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018



Καὶ τί μπορεῖ νὰ κάνει κανείς;
Εἶπε ὁ ἀδελφός: «Ἀλήθεια γέροντα, θὰ ἀλλάξουν οἱ συνήθειες καὶ οἱ παραδόσεις τῶν χριστιανῶν στὰ ἔσχατα χρόνια καὶ δὲν θὰ ὑπάρχουν Ἱερεῖς στὶς ἐκκλησίες;»
Καὶ ὁ Ἀββὰς Παμβὼ ἀπάντησε:
«Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ θὰ ψυχραθεῖ ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν καὶ θὰ πέσει μεγάλη θλίψη. Θὰ γίνουν ἐπιδρομὲς ἐθνῶν. Μετακινήσεις λαῶν, ἀστάθεια στοὺς βασιλεῖς, ἀνωμαλία στοὺς κυβερνῆτες, οἱ Ἱερεῖς θὰ γίνουν ἄσωτοι καὶ οἱ μοναχοὶ θὰ ζοῦν μὲ ἀμέλεια.
Οἱ ἡγούμενοι θὰ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴ δική τους σωτηρία ἀλλὰ καὶ τοῦ ποιμνίου τους. Θὰ εἶναι ὅλοι τους πρόθυμοι καὶ πρῶτοι στὰ τραπέζια καὶ ἐριστικοί. Ὀκνηροὶ στὶς προσευχὲς ἀλλὰ πρόθυμοι στὴν καταλαλιά, ἕτοιμοι γιὰ κατηγορία. Δὲν θὰ θέλουν οὔτε νὰ μιμοῦνται οὔτε νὰ ἀκοῦνε βίους καὶ λόγους Γερόντων, ἀλλὰ κυρίως θὰ φλυαροῦν καὶ θὰ λένε «ἂν ζούσαμε κι ἐμεῖς στὶς μέρες τους, θὰ ἀγωνιζόμασταν καὶ ἐμεῖς».
Οἱ ἐπίσκοποι πάλι τῶν καιρῶν ἐκείνων θὰ δείχνουν δουλικότητα πρὸς τοὺς ἰσχυρούς, θὰ βγάζουν τὶς ἀποφάσεις ἀνάλογα μὲ τὰ δῶρα ποὺ θὰ παίρνουν καὶ δὲν θὰ ὑπερασπίζονται τοὺς φτωχούς, ὅταν θὰ κρίνονται. Θὰ θλίβουν τὶς χῆρες καὶ θὰ καταταλαιπωροῦν τὰ ὀρφανά.
Ἀκόμη θὰ εἰσχωρήσει καὶ στὸν λαὸ ἀπιστία, ἀσωτία, μίσος, ἔχθρα, ζήλεια, φιλονικία, κλεψιά, μέθη, ἔξαλλες διασκεδάσεις, μοιχεία, πορνεία, φόνοι καὶ διαρπαγές».
Εἶπε τότε ὁ ἀδελφός:
«Καὶ τί θὰ μπορεῖ νὰ κάνει κανεὶς σὲ τέτοιους δύσκολους καιρούς;»
Καὶ ὁ Γέροντας ἀπάντησε:
«Παιδί μου, σὲ τέτοιες ἡμέρες θὰ σωθεῖ ἐκεῖνος ποὺ θέλει καὶ προσπαθεῖ νὰ σώσει τὴν ψυχή του καὶ αὐτὸς θὰ ὀνομαστεῖ μέγας στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2018


Θὰ τοὺς βομβαρδίζαμε μὲ τὰ λόγια μας
"Πνεῦμα... περιεργείας καὶ ἀργολογίας μὴ μοὶ δῶς". Βάλαμε ποτὲ κανένα βράδυ τὸν ἑαυτό μας, ἀδελφοί μου, στὸ σκαμνὶ νὰ τὸν ἐξετάσουμε γι’ αὐτὰ τὰ δύο;
Περιέργεια: Προσπαθοῦμε νὰ δοῦμε, ν’ ἀκούσουμε τί κάνει ὁ α, πῶς κινεῖται ὁ β, κ.λπ. Καὶ ὕστερα ἀπ’ αὐτὸ σχηματίζονται στὸ μυαλό μας τόσες ἄσχημες εἰκόνες, ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ προσευχηθοῦμε.
Ἀργολογία: "Πᾶν ρῆμα ἀργὸν ὅ ἐὰν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι λόγον ἐν ἡμέρα κρίσεως". Ἡ ἀργολογία συνορεύει μὲ τὴν κατάκριση, μὲ τὴ συκοφαντία. Λέμε - λέμε, ἀραδιάζουμε, ψάχνουμε νὰ βροῦμε τὸ κουσούρι τοῦ καθενὸς καὶ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἐξαπολύσουμε φαρμακερές, καυτές, δαγκωτὲς κουβέντες ἐναντίον του.
Ἀπὸ κάθε γωνιὰ τῆς γῆς τόσες ἄσχημες ἀναθυμιάσεις ἀνεβαίνουν στὸ θρόνο Του... Κι ὅμως ὁ Θεὸς ἀγαπάει, ἀνέχεται, μακροθυμεῖ. Μὲ τὸν πόνο, μὲ τὴ δοκιμασία ἐπισκέπτεται τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ὅσοι ἔχουν καλὴ διάθεση ὁμολογοῦν τὰ σφάλματά τους ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ, χύνουν δάκρυα, γίνονται ἄλλοι ἄνθρωποι. Αὐτοί, πού, ἂν τοὺς γνωρίζαμε λίγα χρόνια πρίν, θὰ τοὺς βομβαρδίζαμε μὲ τὰ λόγια μας.
Γέρων Εὐσέβιος Γιαννακάκης

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018



Ἔτσι τό θέλησε ὁ Κύριος
Ἄκουσα ὅτι ἡ οἰκογενειακή σας ζωή, τό σπίτι σας, δέν εἶναι ἔξω ἀπό ἀρρώστιες καί ἀπό ἄλλες λυπηρές καταστάσεις, καί λυπήθηκα πολύ. Καί παρακάλεσα τόν Κύριο, νά σᾶς ἐπισκεφθῆ μέ εὐσπλαχνία καί ἔλεος· καί νά θεραπεύσει τίς ἀσθένειές σας.
Τί νά κάμωμε; Ἔτσι τό θέλησε ὁ Κύριος: νά μή περνάει ἡ πρόσκαιρη αὐτή ζωή χωρίς πίκρες καί θλίψεις.
Ἡ ἁγία Γραφή λέγει: «πᾶσα κεφαλή εἰς πόνον καί πᾶσα καρδία εἰς λύπην». Δηλαδή: Δέν θά βρεῖς στόν κόσμο κεφάλι χωρίς σκοτοῦρες- καρδιά χωρίς πόνο καί στενοχώριες. Καί αὐτό ἰσχύει ὄχι ἁπλά γιά κάθε ἄνθρωπο· ἀλλά καί γιά τούς ἁγίους! Δέν ὑπάρχει ἅγιος, ποὺ - ὅσο ἅγιος καί τέλειος καί ἄν ἦταν - νά πέρασε στή ζωή του χωρίς πόνο καί θλίψη, χωρίς νά ὑποφέρει.
Γιατί ὅμως; γιατί; Ἀπαντάει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἵνα μή ὑπεραίρομαι». Γιά νά μή πάρουν τά μυαλά μου ἀέρα! Γιατί, ὁ ἄνθρωπος, ὅταν τά ἔχει ὅλα καλά, μεγαλοπιάνεται. Καί ὅποιος μεγαλοπιάνεται, σκέφτεται ἀπάνθρωπα· καί μιλάει καί ἐνεργεῖ ἀπάνθρωπα!
Ἄν λοιπόν ἅγιοι σάν τόν ἀπόστολο Παῦλο ὑπόφεραν πολλά, γιά νά μήν πάρουν τά μυαλά τους ἀέρα, πόσο πιό πολύ εἶναι γιά μᾶς εὐεργεσία θεϊκή, ὅταν ὑποφέρουμε!
Πότε εἶναι γιά μᾶς ὁ πόνος εὐεργεσία; Ὅταν μᾶς κάνει καί ψάχνουμε νά ἰδοῦμε, πῶς περπατᾶμε. Ὅταν αὐτό δέν τό κάνουμε, ἀπό μόνοι μας, μᾶς χρειάζονται οἱ θλίψεις· γιατί εἶναι ὁ μόνος τρόπος ποὺ μπορεῖ νά μᾶς κάμει νά ξυπνήσουμε.
Ἅγιος Ἀντώνιος τῆς Ὄπτινα

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018


Φανερώνουν τὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς τους
Περισσότερο κι ἀπὸ παράθυρο φωτεινό, πρέπει νὰ κυνηγάει κανεὶς τὶς συναναστροφὲς ἐνάρετων ἀνθρώπων, γιατὶ μὲ τὴ βοήθειά τους θὰ μπορέσει νὰ δεῖ τὴν καρδιά του σὰν ἕνα καθαρογραμμένο βιβλίο καί, συγκρίνοντας τὴ ζωή του μὲ τὴ ζωὴ ἐκείνων, νὰ διαπιστώσει τὴ δική του ρᾳθυμία ἢ ἐπιμέλεια.
Γιατὶ στοὺς ἐνάρετους ὑπάρχουν πολλά, καὶ ἐξωτερικὰ ἀκόμα στοιχεῖα, ποὺ φανερώνουν τὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς τους: τὸ χρῶμα, ποὺ ἁπλώνεται στὸ πρόσωπο μὲ τὴ θεάρεστη πολιτεία, ὁ τρόπος τῆς ἐνδυμασίας, ἡ ἁπλότητα τοῦ ἤθους, ἡ σεμνότητα στὰ λόγια, τὸ ἀπέριττο στὶς λέξεις, ἡ σύνεση στὶς σκέψεις, ἡ προσοχὴ στὶς ἐκδηλώσεις.
Ὅλα τοῦτα ὠφελοῦν ὑπερβολικὰ ὅσους τὰ παρατηροῦν, καὶ ἀποτυπώνουν στὶς ψυχές τους ἀναλλοίωτα πρότυπα ἀρετῆς.
Ἀββᾶς Παλλάδιος

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018



Ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλὴμ
Ἄγγλος ἢ Γερμανὸς ἢ Γάλλος δύναται νὰ εἶναι κοσμοπολίτης ἢ ἀναρχικὸς ἢ ἄθεος ἢ ὁ,τιδήποτε. Ἔκαμε τὸ πατριωτικὸν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐπαγγέλλεται, χάριν πολυτελείας, τὴν ἀπιστίαν καὶ τὴν ἀπαισιοδοξίαν. Ἀλλὰ Γραικύλος τῆς σήμερον, ὅστις θέλει νὰ κάμῃ δημοσίᾳ τὸν ἄθεον ἢ τὸν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μὲ νᾶνον ἀνορθούμενον ἐπ᾿ ἄκρων ὀνύχων καὶ τανυόμενον νὰ φθάσῃ εἰς ὕψος καὶ φανῇ καὶ αὐτὸς γίγας. Τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος, τὸ δοῦλον, ἀλλ᾿ οὐδὲν ἧττον καὶ τὸ ἐλεύθερον, ἔχει καὶ θὰ ἔχῃ διὰ παντὸς ἀνάγκην τῆς θρησκείας του.
Τὸ ἐπ᾿ ἐμοί, ἐνόσω ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δὲν θὰ παύσω πάντοτε, ἰδίως δὲ κατὰ τὰς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, νὰ ὑμνῶ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου, νὰ περιγράφω μετ᾿ ἔρωτος τὴν φύσιν καὶ νὰ ζωγραφῶ μετὰ στοργῆς τὰ γνήσια ἑλληνικὰ ἤθη. Ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου, κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου, ἐὰν οὐ μὴ σοῦ μνησθῶ.
Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2018



Βάζει ἄλλους σοφοὺς νὰ κρίνουν
Ὅπως οἱ κατὰ σάρκα γονεῖς ἔχουν ἰδιαίτερη φυσικὴ ἀγάπη στὰ παιδιά τους, ἔτσι καὶ ὁ νοῦς ἔχει φυσικὸ σύνδεσμο μὲ τοὺς λόγους του. Καὶ ὅπως ὅσοι γονεῖς ἀγαποῦν παθολογικὰ τὰ παιδιά τους, τὰ θεωροῦν πὼς εἶναι τὰ πιὸ ἱκανὰ καὶ τὰ πιὸ ὡραῖα, ἀκόμα κι ἂν εἶναι σὲ ὅλα τὰ πιὸ καταγέλαστα, ἔτσι καὶ στὸν ἄφρονα νοῦ οἱ λόγοι του, ἀκόμα κι ἂν εἶναι οἱ χειρότεροι ἀπ᾿ ὅλους, τοῦ φαίνονται φρονιμότατοι.
Στὸν σοφὸ ὅμως νοῦ δὲν φαίνονται ἔτσι οἱ λόγοι του, ἀπεναντίας, ὅταν νομίσει ὅτι εἶναι ἀντικειμενικοὶ καὶ καλοί, τότε προπαντὸς δὲν πιστεύει στὴν κρίση του, ἀλλὰ βάζει ἄλλους σοφοὺς νὰ κρίνουν τοὺς λόγους καὶ τοὺς λογισμούς του, «μήπως εἰς κενὸν τρέχῃ ἢ ἔδραμε», καὶ ἀπ᾿ αὐτοὺς βεβαιώνεται.
Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητὴς