Πέμπτη 29 Απριλίου 2021

 


Ἀπὸ φιλότιμο καὶ μόνον

Ὁ Θεὸς εἶναι καλός· θέλει ὅλοι νὰ σωθοῦμε. Ἂν ἦταν νὰ σωθοῦν μόνο λίγοι, τότε γιατί σταυρώθηκε ὁ Χριστός; Δὲν εἶναι στενὴ ἡ πύλη τοῦ Παραδείσου. Χωράει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σκύβουν ταπεινὰ καὶ δὲν εἶναι φουσκωμένοι ἀπὸ ὑπερηφάνεια, ἀρκεῖ νὰ μετανοήσουν, νὰ δώσουν δηλαδὴ τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν τους στὸν Χριστό, καὶ τότε χωροῦν νὰ περάσουν εὔκολα ἀπὸ τὴν πύλη. Ἔπειτα, ἔχουμε καὶ τὸ δικαιολογητικὸ ὅτι εἴμαστε χωματένιοι· δὲν εἴμαστε μόνον πνεῦμα ὅπως οἱ Ἄγγελοι. Εἴμαστε ὅμως ἀδικαιολόγητοι, ὅταν δὲν μετανοοῦμε καὶ δὲν πλησιάζουμε τὸν Σωτήρα μας ταπεινά. Ὁ ληστὴς στὸν σταυρὸ ἕνα «εὐλόγησον» εἶπε καὶ σώθηκε. Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ δευτερόλεπτο, ὄχι ἀπὸ τὸ λεπτό. Ὁ ἄνθρωπος μὲ ἕναν ταπεινὸ λογισμὸ σώζεται, ἐνῶ, ἂν φέρη ἕναν ὑπερήφανο λογισμό, τὰ χάνει ὅλα.

Ἀπὸ φιλότιμο καὶ μόνον πρέπει νὰ σωθοῦμε. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος πόνος γιὰ τὸν Θεὸ ἀπὸ τὸ νὰ δῆ τὸν ἄνθρωπο στὴν κόλαση. Νομίζω ὅτι καὶ μόνον ἡ εὐγνωμοσύνη στὸν Θεὸ γιὰ τὶς πολλές Του εὐλογίες καὶ ἡ ταπεινὴ συμπεριφορὰ μὲ ἀγάπη πρὸς τὶς εἰκόνες Του, τοὺς συνανθρώπους μας, μὲ λίγο φιλότιμο ἀγώνα, εἶναι ἀρκετά, γιὰ νὰ ἔχουμε ἀναπαυμένη τὴν ψυχή μας καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ στὴν ἄλλη

Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

 


Νουθεσίες

* Ἡ ἀπόγνωσις εἶναι θανάσιμος ἁμαρτία, καὶ χαίρει ἐν αὐτῇ ὑπὲρ ἅπαντα ὁ διάβολος. Διαλύεται δὲ εὐθὺς μὲ τὴν ἐξαγόρευσιν.

* Τὸ ἁμάρτημα τὸ μικρὸν ἢ τὸ μέγα διὰ τῆς ἀληθοῦς μετανοίας ἐξαφανίζεται.

* Μόνον τὴν μετάνοιαν τοῦ ἀνθρώπου, ἐὰν λάβῃ εἰς χεῖράς Του ὁ Φιλάνθρωπος, ὅλα τὰ ἄλλα γνωρίζει Αὐτὸς νὰ οἰκονομῇ πανσόφως εἰς σωτηρίαν... Ὁ ἐλεήμων Θεὸς αἰτίαν γυρεύει καὶ ἀφορμὴν διὰ νὰ σώσῃ ψυχήν.

* Ἐπειδὴ ἐμολύναμε τὸν νοῦν μας, τὴν καρδίαν μας καὶ τὸ σῶμα μας, μὲ λόγον, μὲ ἔργον, κατὰ διάνοιαν, τώρα δὲν ἔχομεν παρρησίαν. Δὲν ἔχομεν ἔνδυμα γάμου. Δι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ καθαρισθῶμεν μὲ ἐξομολόγησιν, μὲ δάκρυα, μὲ πόνον ψυχῆς· καὶ τὸ πάντων ἀνώτερον, μὲ προσευχήν, ὅπου καθαρίζει καὶ τελειοποιεῖ τὸν ἄνθρωπον.

* Καί, ὅσον ἐσὺ καθαρίζεις ἀπὸ τὰ πάθη, τόσον εἰρηνεύεις καὶ σωφρονεῖς καὶ ἐννοεῖς τὸν Θεόν.

Ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς

Τρίτη 27 Απριλίου 2021

 


Μεγάλη Τρίτη - Ἡ Μυροφόρος

«Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,..., μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει». Τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς δεσπόζει στὴν ἀκολουθία τῆς Μ. Τρίτης. Μία γυναίκα ἁμαρτωλή, πόρνη σώματι, καταλαβαίνοντας τὴν κατάσταση στὴν ὁποία βρίσκεται, ἀναλαμβάνει τὸ ρόλο τῆς Μυροφόρου, καὶ φέρνει στὸν Χριστὸ μύρα, πρὶν ἀπὸ τὸν ἐνταφιασμό Του. Μὲ μία συγκλονιστικὴ χειρονομία ἀγάπης, σιωπηλή, ἀλείφει μὲ μύρο τὰ πόδια τοῦ Κυρίου, καὶ τὰ σκουπίζει μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὰ μαλλιά της, δείχνοντας μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο τὴν ἔμπρακτη μετάνοιά της, τὴν ὁποία ὁ Κύριος κάνει ἀποδεκτή!

Μυροφόρος ἡ πόρνη γυναίκα, στὴν ψυχὴ τῆς ὁποίας παρέμεινε ἡ εὐαισθησία καὶ ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας. Δάκρυα, μύρα, ταπείνωση, ἀνακατεύονται μὲ τὰ αἰσθήματα ἀγάπης πρὸς Αὐτόν, ὁ ὁποῖος τὴν λυτρώνει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Δὲν μιλᾶ, μονάχα πράττει. Δὲ φωνάζει ὅτι ἀγαπᾶ, μονάχα προσφέρει, δὲν δηλώνει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλή, μονάχα μετανοεῖ, δὲν φοβᾶται τὴν κατακραυγή, προέχει ἡ σωτηρία, δὲν μένει νὰ χαρεῖ γιὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μόνο εἰσέρχεται στὸ ταμιεῖον της, γιὰ νὰ συνειδητοποιήσει ὅτι ἐφ᾿ ὅρου ζωῆς ἔχει ἕνα ἀβάσταχτο χρέος ἀγάπης, συναίσθησης τῆς εὐεργεσίας καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν Κύριο!

Μυροφόρος εἶναι καὶ ἡ στάση κάθε ψυχῆς ποὺ νιώθει ὅτι δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ γι᾿ αὐτήν. Κάθε ἄνθρωπος ἄλλωστε ζεῖ μὲ ἄλλες ἀγάπες, ἔξω ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Τὶς περισσότερες φορὲς μάλιστα θεωρεῖ πὼς αὐτὴ ἡ ἀγάπη εἶναι φυλακή, καταναγκασμός, περιορισμός! Ἐπαναστατεῖ ἐναντίον Του καὶ ζητᾶ τὴν ἐλευθερία Του, ὅπως τὸ παιδὶ ποὺ στρέφεται ἐναντίον τοῦ γονιοῦ του. Βρίσκει ἄλλες ἀγάπες, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ βρεῖ τὴ γνήσια καὶ μοναδικὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ!

Ὅταν λοιπὸν νιώθει ὅτι αὐτὴ τοῦ λείπει, ξεκινᾶ τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Σιωπηλά, διότι τὰ θαύματα γίνονται στὴ σιωπή· μυστικά, διότι ἡ ἐλπίδα μυστικὰ κυοφορεῖται· μὲ τόλμη, ἐνώπιον ὅλων, διότι γνωρίζει ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀπορρίπτει, ἀλλὰ χαίρεται μὲ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὁ ἄνθρωπος ποὺ νιώθει αὐτὴ τὴν ἀκρότατη ἐπιθυμία νὰ ξαναβρεῖ τὴ ζωή, ἀναλαμβάνει μυροφόρου τάξιν καὶ φέρνει τὰ δικά του μύρα στὸ Χριστό!

Ἀρνεῖται τὴν κακία καὶ προσφέρει τὴ θυσία, ἀρνεῖται τὴ σκληρότητα καὶ προσφέρει τὸ δάκρυ, ἀρνεῖται τὸν ἐγωισμὸ καὶ προσφέρει τὴν ταπείνωση, ἀρνεῖται τὰ πάθη καὶ προσφέρει τὴν ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς γιὰ κοινωνία μὲ τὸ Χριστό, ἀρνεῖται ὅ,τι ψεύτικο ἀγαποῦσε καὶ σιωπηλὰ ὁμολογεῖ ὅτι ὁ Λυτρωτὴς εἶναι Αὐτὸς πού, χωρὶς νὰ τὸν ἀποκόψει ἀπὸ τὴ ζωή του, θὰ τοῦ δώσει νέο νόημα σ᾿ αὐτήν!

Ἡ ἀντίδραση τοῦ Χριστοῦ στὴν πράξη τῆς μυροφόρου εἶναι ἡ ἴδια ὅπως καὶ σὲ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή. Εἶναι ἡ σιωπηλὴ ἀποδοχὴ τοῦ μύρου, τῆς πράξης, τοῦ ἀδειάσματος τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς εὐωδίας τῆς ἀγάπης! Ὁ Χριστὸς μάλιστα δὲν δέχεται τὴν ἀντίδραση τῶν ἄλλων -ἀνάμεσά τους καὶ τῶν μαθητῶν του-, οἱ ὁποῖοι διαμαρτύρονται ὑποκριτικὰ γιὰ τὴν ἀξία τοῦ μύρου ποὺ σπατάλησε ἡ μυροφόρος. Ἔτσι ἄλλωστε διαμαρτύρονται ὅσοι θεωροῦν ὅτι μόνο ἡ ἐξωτερικὴ καθαρότητα ἀποτελεῖ τὴν ἀπόδειξη τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς, ὅμως ὁ Χριστὸς δέχεται τὴν ὁλοπρόθυμη καρδιακὴ ἀλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι τὴν ἐπίπλαστη ἀποδοχὴ τῶν λόγων Του!

Οἱ σύγχρονοι καιροὶ μᾶς μιλοῦν μὲ λόγια, μὲ ψέματα, μὲ ἐπιφάνειες. Ὁ Χριστὸς προσφέρει ἀγάπη, οὐσία, σωτηρία. Ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀναλάβουμε μυροφόροι στὸ πρόσωπό Του. Τότε τὰ δάκρυα τῆς λύπης θὰ μεταμορφωθοῦν στὴν πιὸ γλυκιὰ χαρά, αὐτὴ τῆς ἀποδοχῆς μας ὅπως εἴμαστε, αὐτὴ τῆς εὕρεσης τῆς γνήσιας κοινωνίας καὶ τῆς ἀγάπης ἀπὸ ἕναν Θεὸ ποὺ δὲν ἀπορρίπτει, ἀλλὰ σῴζει ἄνθρωπο καὶ κοινωνία!

π. Ν.

Σάββατο 24 Απριλίου 2021

 


Στὴν ἀγαπητὴ δόκιμη Ν.

·       Ὅταν σηκώνεσαι ἀπὸ τὸν ὕπνο ἡ πρώτη σου σκέψη πρέπει νὰ στραφεῖ στὸ Θεό, ὁ πρῶτος σου λόγος πρέπει νά ῾ναι προσευχὴ στὸ Θεὸ – τὸν Πατέρα καὶ Δημιουργό σου.

·       Νὰ μετανοεῖς καὶ νὰ δοξολογεῖς τὸ Θεὸ ποὺ δὲν ἐπέτρεψε ν᾿ ἀπωλεστεῖς ἀπὸ τὶς ἀδυναμίες σου.

·       Βάλε ἀρχὴ νὰ κάνεις ὅ,τι εἶναι ἄριστο. Κανένας δὲ θὰ ὁλοκληρώσει τὴν πορεία πρὸς τὸν οὐρανό, ἐκτὸς ἀπὸ κεῖνον ποὺ ξεκινάει τὴν ἡμέρα του καλά.

·       Νὰ ξεκινᾷς τὴν ἡμέρα σου σὰν σεραφεὶμ στὴν προσευχή, σὰν χερουβὶμ στὶς πράξεις καὶ σὰν ἄγγελος στὴ συμπεριφορά σου.

·       Μὴν περνᾷς τὸν καιρό σου ἀργή.

·       Σὲ ὅλες τὶς πράξεις, τὰ λόγια καὶ τὶς σκέψεις σου ὁ νοῦς σου νἆναι στὸ Θεό.

·       Ὁ λόγος σου νἆναι ἤρεμος, ταπεινός, σοβαρὸς κι ὠφέλιμος. Ἡ σιωπὴ θὰ σὲ βοηθήσει νὰ λὲς μόνο τ᾿ ἀπαραίτητα λόγια, μὲ διάκριση. «Λόγος σαθρὸς ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μὴ ἐκπορευέσθω».

·       Μὴ γελᾷς μὲ θόρυβο, ἀλλὰ μόνο νὰ χαμογελᾷς. Κι αὐτὸ ὄχι συχνά.

·       Ν᾿ ἀποφεύγεις τὴν ἀντιλογία καὶ τὴ φιλονικία.

·       Ν᾿ ἀγαπᾷς πάντα τὴν ταπείνωση καὶ ν᾿ ἀποφεύγεις πάντα τὴν ὑπερηφάνεια.

·       Μὴ μισήσεις κανένα, γιὰ ὁποιοδήποτε λόγο.

·       Νἆσαι ἐγκρατὴς στὸ φαγητό, τὸ ποτὸ καὶ τὰ γλυκά.

·       Νἆσαι καταδεχτικὴ μὲ ὅλους· ἔτσι ὁ Θεὸς θὰ σ᾿ εὐλογεῖ κι οἱ καλοὶ ἄνθρωποι θὰ σ᾿ ἐπαινοῦν.

·       Ὁ θάνατος δίνει τέλος σ᾿ ὅλα τὰ πράγματα. Αὐτὸ πρέπει νὰ τὄχει πάντα στὸ νοῦ του ὁ ἄνθρωπος.

·       Πράξεις σὰν κι αὐτὲς εἶναι εὐάρεστες στὸ θεό, ὡς «ὀσμὴ εὐωδίας πνευματικῆς».

·       Σὲ παρακαλῶ νὰ μνημονεύεις στὶς προσευχές σου τὸν ἀνάξιο μοναχὸ Ἀντώνιο ποὔχει ἁμαρτήσει πολὺ σὲ ὅλους καὶ σὲ σένα, κι ὁ Θεὸς νὰ σοῦ μνησθεῖ στὴ βασιλεία Του.

·       «Σὲ παρακαλῶ νὰ ματαιώσεις πρὸς τὸ παρὸν τὸ ταξίδι σου. Τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει νὰ τὴν ἀναζητήσουμε κάπου ἀλλοῦ ἀλλὰ μέσα μας, στὴν καρδιά μας. Θὰ μὲ ρωτήσεις: Τί εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Σοῦ ἀπαντῶ: Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἐνάρετη ἐν Χριστῷ ζωή. Τὸ νἄχει ἡ ψυχή σου ταπείνωση καὶ ὑπομονή, εἰρήνη. Ἂν ζεῖς ἔτσι, θὰ δεῖς τὴν εἰρήνη (δηλ. Τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ) μέσα σου ὅσο ζεῖς καί, μετὰ τὴν κοίμησή σου, θὰ ζεῖς πάλι μαζί της».

Στάρετς Ἀντώνιος τῆς Ὄπτινα

Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

 


Μὲ παιδικὴ ὑποταγὴ

«Ἂν δὲν θεραπεύτηκες ἀκόμα δὲν σημαίνει πὼς ὁ Θεὸς δὲν ἄκουσε τὶς προσευχὲς ποὺ γίνονται γιὰ σένα, ἀλλὰ πὼς δὲν θεραπεύει ἀμέσως μερικοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν περισσότερο. Μὲ τὰ πρόσκαιρα βάσανα ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὰ αἰώνια βάσανα καὶ ταυτόχρονα κερδίζει τὴ σωτηρία του, γίνεται κληρονόμος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.

Ὁ Κύριος καὶ Θεὸς μὲ τὴν ἄπειρη σοφία Του τὰ ρυθμίζει ὅλα σύμφωνα μὲ τὴν ἀγάπη Του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ χαρίζει σὲ ὅλους αὐτὸ ποὺ τοὺς ὠφελεῖ. Ἐμᾶς δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ γιατὶ τὸ ἕνα γίνεται ἔτσι καὶ τὸ ἄλλο ἀλλιῶς, ἀλλὰ ν᾿ ἀφοσιωνόμαστε μὲ παιδικὴ ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου πατέρα μας καὶ νὰ λέμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας: «Πάτερ ἡμῶν... γεννηθήτω τὸ θέλημά Σου».

«Ἂν θέλεις νὰ δεῖς καλύτερες μέρες, ν᾿ ἀγαπήσεις τὴν ἁγία ταπείνωση μ᾿ ὅλη σου τὴν ψυχὴ καὶ θὰ βρεῖς τὴν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ».

«Ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει τόσο τὶς καλὲς ὅσο καὶ τὶς σκληρὲς ἐξουσίες γιὰ μᾶς. Τὶς πρῶτες γιὰ νὰ μᾶς παρηγοροῦν, τὶς δεύτερες γιὰ νὰ μᾶς προκαλέσουν συντριβὴ καὶ ταπείνωση.»

«Τὴν ψυχική σου ὠφέλεια θὰ τὴ βρεῖς ἐκεῖ ποὺ δὲν γίνεται τὸ θέλημά σου».

Στάρετς Ἀντώνιος τῆς Ὄπτινα

Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

 


Κατὰ τὸ μέτρο ποὺ ζοῦμε

Ἡ ἀπελπισία εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς συνειδήσεως ὅτι ὁ Θεὸς θέλει νὰ μᾶς δώσει τὴν αἰώνια ζωή. Ὁ κόσμος ζεῖ στὴν ἀπελπισία. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν καταδικάσει οἱ ἴδιοι τὸν ἑαυτό τους στὸν θάνατο. Πρέπει νὰ παλέψουμε σῶμα πρὸς σῶμα μὲ τὴν ἀκηδία.

«Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς». Πολλὲς φορὲς ἐπανέλαβα αὐτὴ τὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐπὶ γῆς ἀναμάρτητη ζωὴ μᾶς ἀνοίγει τὶς πύλες τοῦ Οὐρανοῦ. Δὲν εἶναι ὁ πλοῦτος τῶν γνώσεων ποὺ σῴζει τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ ἀναμάρτητη ζωὴ ποὺ μᾶς προετοιμάζει γιὰ τὴ ζωὴ μὲ τὸν Θεὸ στὸ μέλλοντα αἰῶνα. Ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μᾶς διδάσκει τὶς αἰώνιες ἀλήθειες κατὰ τὸ μέτρο ποὺ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές: «Ἀγαπήσεις τὸν Θεό σου, τὸν Δημιουργό σου, μὲ ὅλο τὸ εἶναι σου καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Ναί, κρατεῖτε πάντοτε αὐτὲς τὶς ἐντολές.

Γέρων Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ

Κυριακή 18 Απριλίου 2021

 


Μνήμη τῆς ὁσίας Μητρὸς ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας

Κατὰ τὴν ἡμέραν αὐτὴν τιμῶμεν τὴν μνήμην τῆς ὁσίας Μητρὸς ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ἡ ὁποία ἑορτάζεται καὶ κατὰ τὴν 1ην Ἀπριλίου. «Ἐτάχθη δὲ αὕτη καὶ σήμερον, ἐγγίζοντος ἤδη τοῦ τέλους τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, πρὸς διέγερσιν τῶν ραθύμων καὶ ἁμαρτωλῶν εἰς μετάνοιαν, ἐχόντων ὑπόδειγμα τὴν ἑορταζομένην ἁγίαν», ὡς γράφει τὸ «Ὡρολόγιον».

Ἀπὸ τὸ ἐν λόγῳ βιβλίον ἀντιγράφομεν τὰ ἑξῆς περὶ τῆς ἁγίας αὐτῆς γυναικός: «Αὕτη δωδεκαέτις ἔτι οὖσα ἔλαθε τοὺς γονεῖς αὐτῆς καί, ἀπελθοῦσα εἰς Ἀλεξάνδρειαν, ἔζησε βίον ἄσωτον 17 ἔτη. Εἶτα ὑπὸ περιεργείας κινουμένη ἀπῆλθε μετὰ πολλῶν προσκυνητῶν εἰς Ἱεροσόλυμα, ἵνα παρευρεθῇ εἰς τὴν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ὕψωσιν, ὅπου ἐδόθη εἰς πᾶν εἶδος ἀκολασίας καὶ πολλοὺς ἔσυρεν εἰς τῆς ἀπωλείας τὸν βυθόν. Θέλουσα δὲ εἰσελθεῖν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καθ᾿ ἣν ἡμέραν ὑψοῦται ὁ Σταυρός, ἠσθάνθη τρὶς καὶ τετράκις δύναμίν τινα ἀόρατον κωλύουσαν αὐτὴν τῆς εἰσόδου, ἐνῷ τὸ μετ᾿ αὐτῆς πλῆθος τοῦ λαοῦ ἀνεμποδίστως εἰσήρχετο. Πληγεῖσα οὖν τὴν καρδίαν ἐκ τούτου, ἀπεφάσισεν ἵνα μεταβάλῃ ζωὴν καὶ ἐξιλεώσῃ τὸν Θεὸν διὰ μετανοίας· καὶ οὕτως ἐπιστρέψασα πάλιν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν εἰσῆλθεν εὐκόλως εἰς αὐτήν. Προσκυνήσασα δὲ τὸ Τίμιον Ξύλον ἀνεχώρησε τὴν αὐτὴν ἡμέραν ἀπὸ τῆς Ἱερουσαλήμ, διέβη τὸν Ἰορδάνην, εἰσῆλθεν εἰς τὰ ἐνδότερα τῆς ἐρήμου καὶ ἔζησεν ἐν αὐτῇ 47 ἔτη ζωὴν σκληροτάτην καὶ ὑπὲρ ἄνθρωπον, μόνη μόνῳ Θεῷ προσευχομένη. Περὶ δὲ τὰ τέλη τῆς ζωῆς συναντήσασα ἐρημίτῃ τινὶ Ζωσιμᾷ τὸ ὄνομα καὶ τὸν ἀπ᾿ ἀρχῆς βίον αὐτῆς διηγηθεῖσα, παρεκάλεσεν αὐτὸν ἵνα κομίσῃ αὐτῇ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια πρὸς κοινωνίαν· ὃ καὶ ἐποίησεν ἐκεῖνος τὸ ἑπόμενον ἔτος κατὰ τὴν Μεγάλην Πέμπτην. Τὸ δὲ ἐφεξῆς ἔτος ἐπανελθὼν πάλιν ὁ Ζωσιμᾶς εὗρεν αὐτὴν νεκρὰν ἐπὶ γῆς ἡπλωμένην καὶ γράμματα πλησίον αὐτῆς ταῦτα λέγοντα· «Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, θάψον ὧδε τὸ σῶμα τῆς ἀθλίας Μαρίας. Ἀπέθανον τὴν αὐτὴν ἡμέραν, καθ᾿ ἣν ἐκοινώνησα τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Εὔχου ὑπὲρ ἐμοῦ». Τάττεται δὲ ὁ θάνατος αὐτῆς τῷ 378 ἔτει ἢ τῷ 437 κατ᾿ ἄλλους».

Ἡ ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, μαζὶ μὲ τὴν ὁσίαν Πελαγίαν, τὸν ὅσιον Μωυσῆ τὸν Αἰθίοπα, τὸν ἱερὸν Αῦγουστῖνον καὶ ἀλλους, εἶνε ζωντανὰ ὑποδείγματα τῆς δυνάμεως τῆς μετανοίας. Ἄνθρωποι ποὺ ἐβυθίσθησαν εἰς τὸν βόρβορον τῆς ἁμαρτίας μέχρι κεφαλῆς, ἔφθασαν ἔπειτα τὴν καθαρότητα τῶν Ἀγγέλων! Πόση ἡ δύναμις τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ! Ἄς μὴ ἀπελπιζώμεθα, ὅσον πολὺ καὶ ἂν ἔχωμεν βυθισθῆ εἰς τὴν ἁμαρτίαν. Δυνάμεθα καὶ πάλιν νὰ γίνωμεν κατάλευκοι, ὅπως ἤμεθα μετὰ τὸ Βάπτισμα. Ἀρκεῖ νὰ μετανοήσωμεν!

Ἡ Ἐκκλησία μας ψάλλει σήμερον:

«Τῆς ἁμαρτίας τὴν ἀχλὺν ἐκφυγοῦσα, τῆς μετανοίας τῷ φωτὶ αὐγασθεῖσα, τὴν σὴν καρδίαν ἔνδοξε προσῆξας τῷ Χριστῷ, τούτου τὴν πανάμωμον καὶ ἁγίαν Μητέρα, πρέσβυν συμπαθέστατον προσενέγκασα· ὅθεν καὶ τῶν πταισμάτων εὗρες ἀποχὴν καὶ σὺν ἀγγέλοις ἀεὶ ἐπαγγέλλεσαι».

Δηλαδή: Ἀφοῦ διέφυγες ἀπὸ τὸ σκότος τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐφωτίσθης ἀπὸ τὸ φῶς τῆς μετανοίας, προσέφερες, ὦ δοξασμένη ἁγία Μαρία, τὴν καρδίαν σου εἰς τὸν Χριστόν. Ἐκεῖνος δὲ τὴν ἐδέχθη, διότι σὺ ἔβαλες νὰ μεσιτεύσῃ πρὸς Αὐτὸν ἡ ἀκηλίδωτος καὶ ἁγία Μήτηρ Του, ἡ γεμάτη ἀπὸ συμπάθειαν. Δι᾿ αὐτὸ ὄχι μόνον ἀπηλλάγης ἀπὸ τὰς ἀμαρτίας σου, ἀλλὰ καὶ εὐφραίνεσαι αἰωνίως μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους.

Ἀρχιμ. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος

Πέμπτη 15 Απριλίου 2021

 


Δέκα μόνον χρόνια

Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρις (1627) θεωροῦσε τὴν ὕπαρξη χριστιανῶν στὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ὡς θαῦμα, ἀφοῦ, ὅπως ἔλεγε στοὺς Εὐρωπαίους, ἂν βρίσκονταν ἐκεῖνοι δέκα μόνον χρόνια κάτω ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγό, θὰ εἶχαν γίνει ὅλοι μουσουλμάνοι.

Τὴν ἄποψη τοῦ Πατριάρχη ἔρχεται νὰ ἐπιβεβαιώσει ἕνας ἰησουΐτης, ὁ Francois Richard, ὁ ὁποῖος τὸ 1650 ἀποροῦσε:

«Πολλὲς φορὲς ἀπορῶ πῶς κατόρθωσε νὰ ἐπιβιώσει τόσο καιρὸ ἡ χριστιανικὴ πίστη στὴν Τουρκία καὶ πῶς ὑπάρχουν στὴν Ἑλλάδα Ὀρθόδοξοι. Καὶ νὰ σκεφτεῖ κανεὶς ὅτι ποτὲ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Νέρωνα, τοῦ Δομητιανοῦ καὶ τοῦ Διοκλητιανοῦ οἱ διωγμοὶ δὲν ἦταν τόσο σκληροί, ὅσο αὐτοὶ ποὺ ὑποφέρει σήμερα ἡ ἀνατολικὴ Ἐκκλησία. Καὶ ὅμως, οἱ Ἕλληνες εἶναι εὐτυχισμένοι ποὺ παραμένουν χριστιανοί».

Τετάρτη 14 Απριλίου 2021

 


Ἄλλαξε κάτι;

«Ὦ γενεὰ ἄπιστος». Ὅταν ἀκούω κάθε χρόνο τὰ λόγια αὐτὰ μὲ πιάνει δέος κι ἀνησυχία. Γιατὶ αὐτὰ δὲν ὑπῆρξαν ἔλεγχος μόνο τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Μεταφερόμενα στὴ σημερινὴ ἐποχὴ εἶναι ἔλεγχος καὶ τῆς δικῆς μας ἐποχῆς, εἶναι ἔλεγχος καὶ τῆς δικῆς μας γενεᾶς. Φοβᾶμαι ὅτι ἁρμόζουν καὶ σ’ ἐμᾶς. Ἐὰν ὁ Κύριος ἐρχόταν πάλι στὴ Γῆ, θὰ ἔκρινε ὅλους μὲ δικαιοσύνη, ἀλλὰ δύο λαοὺς νομίζω θὰ τοὺς ἔκρινε ἀυστηρότερα. 

Ὁ ἕνας εἶναι ὁ Ἰουδαϊκός, ὁ ὁποῖος, ὕστερα ἀπὸ τὰ θαύματα ποὺ εἶδε καὶ τὴν ἱστορία 20 αἰώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ, αὐτὸς ἀρνεῖται νὰ προσκυνήσῃ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Καὶ ὁ δεύτερος εἶναι ὁ Ἑλληνικὸς λαός, ὁ ὁποῖος δέχτηκε ἐξαιρετικὲς εὐλογίες (στὴ γλῶσσα του γράφτηκε τὸ Εὐαγγέλιο, στὴ γῆ του περιώδευσαν ἀπόστολοι καὶ τὴν ἁγίασαν πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅσιοι καὶ μάρτυρες). Καὶ ὕστερα ἀπ’ ὅλα αὐτά, ἐνῷ δὲν θά ‘πρεπε νὰ ὑπάρχῃ οὔτε ἕνας ἄπιστος, δυστυχῶς «κύκλῳ οἱ ἀσεβεῖς περιπατοῦσι», καὶ ἡ γλῶσσα τους, «ὡσεὶ ξυρὸν ἠκονημένον», γλῶσσα «ὡσεὶ ὄφεως», σκορπίζει παντοῦ τὸ δηλητήριο τῆς ἀπιστίας.

Μητρ. Αὐγουστίνος Καντιώτης

Κυριακὴ Δ’ Νηστειῶν 1966

Τρίτη 13 Απριλίου 2021

 


Μυστικὰ

Ἂν καταλάβη κανεὶς τὰ μυστικὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ τὸν μυστικὸ τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἐργάζεται ὁ Θεός, παύει νὰ στενοχωριέται γιὰ ὅ,τι τοῦ συμβαίνει, γιατὶ δέχεται μὲ χαρὰ τὰ πικρὰ φάρμακα ποὺ τοῦ δίνει ὁ Θεὸς γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς του. Ὅλα τὰ θεωρεῖ ἀποτελέσματα τῆς προσευχῆς του, ἀφοῦ ζητάει συνέχεια ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ τοῦ λευκάνη τὴν ψυχή. Ὅταν ὅμως οἱ ἄνθρωποι ἀντιμετωπίζουν τὶς δοκιμασίες κοσμικά, βασανίζονται. Ἀφοῦ ὁ Θεὸς ὅλους μᾶς παρακολουθεῖ, πρέπει νὰ παραδίνεται κανεὶς ἐν λευκῷ σ᾿ Αὐτόν. Ἀλλιῶς εἶναι βάσανο· ζητάει νὰ τοῦ ἔρθουν ὅλα, ὅπως ἐκεῖνος θέλει, ἀλλὰ δὲν τοῦ ἔρχονται ὅλα, ὅπως τὰ θέλει, καὶ ἀνάπαυση δὲν βρίσκει.

Εἴτε χορτάτος εἶναι κανεὶς εἴτε νηστικός, εἴτε τὸν ἐπαινοῦν, εἴτε τὸν ἀδικοῦν, πρέπει νὰ χαίρεται καὶ νὰ τὰ ἀντιμετωπίζη ὅλα ταπεινὰ καὶ μὲ ὑπομονή. Τότε ὁ Θεὸς συνέχεια θὰ τοῦ δίνη εὐλογίες, ὥσπου νὰ φθάση ἡ ψυχή του σὲ σημεῖο νὰ μὴ χωράη, νὰ μὴν ἀντέχη τὴν καλωσύνη τοῦ Θεοῦ. Καί, ὅσο θὰ προχωράη πνευματικά, τόσο θὰ βλέπη τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σὲ μεγαλύτερο βαθμὸ καὶ θὰ λειώνη ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του.

Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Δευτέρα 12 Απριλίου 2021

 


Ὁ ἰατρός καί τά φάρμακα μᾶς ταπεινώνουν

Ὅταν λοιπόν κάποιος δέν θέλη νά πάρη φάρμακα, ἤ δέν θέλη νά πάη σέ ἰατρό, οἱαδήποτε καί ἄν εἶναι ἡ ἀσθένειά του, δείχνει πώς διέπεται ἀπό ἀτομοκεντρικό σύστημα ζωῆς, ἤ δείχνει πώς εἶναι ἔνοχος, καί ἑπομένως κρύβεται. Ὅπως, ὅταν ζητᾶς κάποιον καί αὐτός δέν παρουσιάζεται, τόν ξαναζητᾶς καί δέν παρουσιάζεται, λές, κάτι ἔκανε αὐτός, κάτι συμβαίνει, ἔτσι ἀκριβῶς καί ὅποιος ἀπεχθάνεται τόν ἰατρό ἤ τά φάρμακα, εἶναι βαριά ἄρρωστος σωματικῶς, πρό πάντων ψυχικῶς. Εἶναι ἄφρων ἀνήρ, διότι λέγει «ἀνήρ φρόνιμος οὐ προσοχθιεῖ αὐτοῖς». Εἶναι ἄφρων ἀνήρ, ἄφρων γυνή, εἶναι ὁ ἀδιόρθωτος, ὁ ἀμετανόητος, εἶναι αὐτός πού δέν τόν νοιάζει ὁ Θεός, παρά μόνον τόν νοιάζει νά κατευθύνη τό σαρακοφαγωμένο κορμάκι του καί τήν σαρακοφαγωμένη ψυχή του ὅπως αὐτός νομίζει, μή τυχόν καί μπορέση νά βγῆ σέ κάποια ἀκροθαλασσιά. Ἀλλά τό φάρμακο καί ὁ ἰατρός δείχνουν ὅτι καθιστοῦμε διαχειριστήν τῆς ὑπάρξεώς μας τόν Θεόν, ὅτι δέν εἴμαστε ἐμεῖς οἱ κυβερνῆτες τοῦ ἑαυτοῦ μας.

Ἐπί πλέον, ὁ ἰατρός καί τά φάρμακα μᾶς ταπεινώνουν, διότι πραγματικά εἶναι ταπείνωσις νά πᾶμε στόν ἰατρό ἤ νά πάρωμε φάρμακο. Ὅλοι μας θέλομε νά ἔχωμε τήν ὑγεία μας, νά εἴμαστε καλά, νά εἴμαστε βολεμένες ὑπάρξεις. Τό βόλεμα δέν εἶναι στοιχεῖο ὑγείας, ἀλλά στοιχεῖο θανατηφόρου ἀσθενείας. Βολεύομαι μέ λεφτά, βολεύομαι μέ ἄνετη καρέκλα, βολεύομαι μέ κρεββάτι καλό, μαλακό, μαλθακό, βολεύομαι μέ ἕνα σπίτι ἀεράτο. Ὅλα αὐτά εἶναι στοιχεῖα ὅτι δέν ζῶ γνήσια καί ζωντανά. Ἀκόμη, τά φάρμακα καί ὁ ἰατρός μαρτυροῦν τήν ὑπακοή μου, ὅτι ὑποτάσσομαι στόν ἄλλον. Ὅ,τι μοῦ πῆ ὁ ἄλλος. Ξέρετε τί μεγάλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ἀρρώστια, ὅταν μᾶς ὁδηγῆ στήν ὑπακοή; Μᾶς ἀνοίγει τά μάτια.

Μήν ἐμπιστεύεσθε ποτέ τόν ἑαυτό σας σέ κάποιον ἄνθρωπο πού δέν ἔχει ἀρρωστήσει ἤ πού δέν εἶναι ἄρρωστος, διότι αὐτός δέν ἔχει ἀκόμη ταπεινωθῆ. Σέ ἄνθρωπο ἀταπείνωτον μήν ἐμπιστεύεσθε οὔτε μία τρίχα πού ἔπεσε ἀπό τήν κεφαλή σας, πολλῷ μᾶλλον μήν ἐμπιστεύεσθε τόν ἑαυτό σας. Πάντοτε νά ἔχετε ἕνα ἐρωτηματικό γιά τόν ἄνθρωπο πού ἔχει ἀκμαία τήν ὑγεία του. Ἀντιθέτως ἡ ἀρρώστια, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό τήν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ καί μᾶς ταπεινώνει, δηλώνει ὅτι μέσα μας δουλεύει ὁ Θεός. Καί πράγματι, ἡ ἀρρώστια εἶναι δούλεμα ἀπό τόν Θεόν. Ὅπως πιάνεις καί δουλεύεις τό ζυμάρι, ὅπως πιάνεις τήν πέτρα καί τήν δουλεύεις καί βγάζεις ἕναν Χριστόν, ὅπως πιάνεις τό ξύλο καί τό δουλεύεις καί βγάζεις μία ὡραιότατη Παναγία, ἔτσι ἀκριβῶς μᾶς πιάνει ὁ Χριστός μέ τήν ἀρρώστια καί μέ τόν ἰατρό καί μέ τά φάρμακα καί μέ τήν ὑπομονή –πρό πάντων μέ τήν ὀδύνη πού ἔχομε- καί δουλεύει τήν ψυχή μας.

Ἡ ἀσθένεια λοιπόν εἶναι μέν ἀπόρροια τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ ἐγωισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά τήν χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός, ὁ «ἀπό κακῶν ἐξάγων ἀγαθόν», γιά νά βγάλη ἀρετή καί αἰωνιότητα.

Γέρων Αἰμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

Πέμπτη 8 Απριλίου 2021

 


Ὁ Ἅγιος Παΐσιος καὶ ἡ πολιτικὴ

Βλέποντας τὸν ἀπὸ Ἀνατολὰς κίνδυνο γιὰ τὴν Θράκη, μετέβη στὴν Κομοτηνὴ γιὰ νὰ στηρίξη ἐκχριστιανισθέντες Μουσουλμάνους. Ἤθελε νὰ παραμείνη μαζί τους γιὰ ἕνα διάστημα γιὰ νὰ βοηθήση.

Στὰ θέματα τῆς Πατρίδος δὲν ἤθελε οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἶναι ἀδιάφοροι. Πολὺ λυπόταν ποὺ ἔβλεπε πνευματικοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐπιζητοῦν νὰ βολευθοῦν οἱ ἴδιοι καὶ νὰ μὴν ἐνδιαφέρωνται γιὰ τὴν Πατρίδα.

Ὁ καημός του καὶ ἡ ἀπορία του ἦταν πῶς οἱ ὑπεύθυνοι δὲν ἀντιλαμβάνονται ποῦ ὁδηγούμαστε. Ὁ ἴδιος ἀπὸ παλαιὰ διέβλεπε τὴν σημερινὴ κατάσταση καὶ ἀνησυχοῦσε, ἀλλὰ δὲν διέσπειρε τὶς ἀνησυχίες του στὸν κόσμο. Ἔλεγε: «Ἀπὸ τὸ κακὸ ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα θὰ βγεῖ μεγάλο καλό».

Λυπόταν γιὰ τὴν πνευματικὴ κατάπτωση τῶν πολιτῶν. Μιλοῦσε αὐστηρὰ γι΄ αὐτοὺς ποὺ ψήφιζαν ἀντιχριστιανικοὺς νόμους. Λυπήθηκε γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῆς γλώσσας καὶ εἶπε: «Ἡ ἑπόμενη γενεὰ θὰ φέρει Γερμανοὺς νὰ μᾶς μάθουν τὴν γλώσσα μας, καὶ τὰ παιδιά μας θὰ μᾶς φτύνουν».

Ἔγραφε σὲ ἐπιστολή του: «Αὐτοὶ ποὺ κατάργησαν τὰ Ἀρχαῖα πάλι θὰ τὰ ξαναφέρουν».Δημοσίευσε ἕνα σύντομο κείμενο ὑποστηρίζοντας τὸν ἁγνότατο πατριώτη καὶ εὐλαβέστατο ἥρωα Μακρυγιάννη ἀπὸ τὶς ἐναντίον του ἄδικες καὶ ψευδεῖς κατηγορίες.

Πέρα ἀπὸ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ἀληθείας, ὑπῆρχε τότε, ὅπως καὶ σήμερα, ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη προβολῆς ἑνὸς ἰδανικοῦ προτύπου πρὸς μίμηση γιὰ τοὺς πολιτικοὺς ἡγέτες, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὑποβοήθηση τοῦ λαοῦ νὰ ἀπόκτηση ὀρθὰ πολιτικὰ κριτήρια στὴν ἐπιλογὴ τῶν κυβερνητῶν τοῦ Ἔθνους μας.

Κάποιος Πρωθυπουργός, τοῦ ὁποίου κατέκρινε δημοσίως ἐνέργειες ἐπιζήμιες γιὰ τὸ Ἔθνος καὶ τὴν Ἐκκλησία, ζήτησε νὰ τὸν συνάντηση στὴν Σουρωτή. Ὁ Γέροντας ἀπάντησε: «Ἂς ἔρθη, θὰ τοῦ τὰ ψάλω καὶ μπροστά του». Εἶχε τὸ ψυχικὸ σθένος αὐτὸς ὁ πτωχὸς καλυβίτης νὰ ὑψώνη τὴν φωνὴ του ἄφοβα μπροστὰ στοὺς ἰσχυρούς τῆς ἡμέρας.

Ὅταν κάποιος πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας ἐπισκέφθηκε τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὁ Γέροντας συνέστησε στὰ μοναστήρια νὰ μὴν τὸν δεχθοῦν, γιατί εἶχε ὑπογράψει τὸν νόμο περὶ τῶν ἀμβλώσεων.

Ἀπὸ Ὑπουργὸ ποὺ θέλησε νὰ βοηθήση γνωστό του Μοναστήρι δὲν δέχθηκε τίποτε, γιατί ἀνῆκε σὲ κόμμα ποὺ εἶχε ὑπογράψει ἀντιχριστιανικοὺς νόμους. Ὁ Γέροντας ἦταν ἄνθρωπος τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἑνότητος. Δὲν ἀνῆκε σὲ κανένα κόμμα. Ἦταν ὑπεράνω κομμάτων.

Ἀπέρριπτε ἄθεα πολιτικὰ κόμματα καὶ πολιτικοὺς ποὺ εἶχαν σχέση μὲ τὴν Μασωνία, γιὰ τὴν ἀθεΐα τους καὶ τὴν πολεμική τους πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Ἔλεγε: «Τί νὰ τὸ κάνω τὸ δεξὶ ἢ τὸ ἀριστερὸ χέρι, ἂν δὲν κάνη σταυρό;», ἀπορρίπτοντας ἔτσι τοὺς ἄθεους πολιτικοὺς ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν πολιτικὴ τους τοποθέτηση. Κάποια κόμματα, γνωρίζοντας τὴν ἐπιρροή του στὸν λαό, ζήτησαν νὰ τὸν προσεταιρισθοῦν χάριν ψηφοθηρίας, ἀλλὰ ματαίως.

Τὸν ἐπισκέπτονταν πολιτικὰ πρόσωπα, βουλευτές, ὑπουργοί, γερουσιαστὲς ἀπὸ τὶς Η.Π.Α. καὶ ὁ βασιλιὰς Κωνσταντῖνος τοῦ ἔστελνε κάρτες. Ἀπὸ κανέναν ὅμως δὲν ζήτησε τίποτε γιὰ τὸν ἑαυτό του ἢ γιὰ γνωστά του μοναστήρια. Μόνο ζητοῦσε νὰ ἐνεργοῦν γιὰ τὸ καλό τῆς Πατρίδος καὶ τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀκόμη βοήθησε πολλοὺς κρατικοὺς ὑπαλλήλους μὲ τὶς συμβουλές του νὰ εἶναι τίμιοι καὶ εὐσυνείδητοι στὴν ἐργασία τους. Ἐκτιμοῦσε τοὺς καλοὺς παιδαγωγοὺς γιὰ τὸ οὐσιαστικὸ ἔργο ποὺ προσφέρουν, καὶ τοὺς εὐλαβεῖς στρατιωτικούς, ποὺ ἔχουν ἰδανικά.

Πολλοὺς νέους ἀναρχικούς τοὺς ἔπεισε νὰ ὑπηρετήσουν στρατιῶτες. Γενικῶς συμβούλευε ὅλους νὰ ἔχουν σεβασμὸ καὶ ἀγάπη πρὸς τὴν Πατρίδα, νὰ ἐνεργοῦν γιὰ τὸ κοινὸ καλὸ εὐσυνείδητα καὶ νὰ μὴν παρασύρωνται ἀπὸ τὸ γενικὸ πνεῦμα τῆς ἀδιαφορίας, τῆς ἰσοπεδώσεως τῶν πάντων, τοῦ βολέματος καὶ τῆς καταχρήσεως. Κυρίως ὅμως ὁ Γέροντας βοήθησε τὴν Πατρίδα ἀφανῶς μὲ τὴν προσευχή του. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ τυπικὸ ποὺ ἀναφέρθηκε, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ ποίημα ποὺ ἔστειλε στὴν μητέρα του. Στὸ τέλος γράφει ὅτι γίνεται καλόγηρος, γιὰ νὰ προσεύχεται «καὶ γιὰ ὅλη τὴν Πολιτεία».

Ἔδινε πρῶτος τὸ παράδειγμα καὶ παρακινοῦσε, λέγοντας: «Νὰ κάνουμε προσευχὴ ὁ Θεὸς νὰ φωτίζη τοὺς ὑπευθύνους ποὺ ἔχουν θέσεις μεγάλες στὴν Πολιτεία, γιατί αὐτοὶ μποροῦν νὰ κάνουν μεγάλο καλό». Ὅταν ὑπῆρχε ἔνταση στὶς Ἑλληνοτουρκικὲς σχέσεις, ἔλεγε: «Πολλὰ σύννεφα μαζεύτηκαν. Ἂν μπορέσουμε νὰ τὰ διώξουμε» (μὲ τὴν προσευχή). 

Σὲ παρόμοια περίπτωση ἔκανε Θεία Λειτουργία στὸ Καλύβι του. Στοὺς Μακαρισμοὺς δὲν ἔψαλλε ὅ,τι προέβλεπε τὸ τυπικό, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν κανόνα τοῦ ὁσίου Νικολάου τοῦ Κατασκεπηνοῦ, γιατί ἦταν κατάλληλο γιὰ τὴν περίπτωση αὐτή: «Ἀθέων Ἀγαρηνῶν τὰ βέλη σύντριψον Δέσποινα, καὶ πᾶσαν ἐπιβουλὴν δαιμόνων ματαίωσον, λαὸν χριστεπώνυμον σκέπων καὶ φυλάττων, ἵνα πόθῳ σὲ δοξάζωμεν».

Ἱερομόναχος Ἰσαὰκ Ἁγιορείτης

Τρίτη 6 Απριλίου 2021

 


Μετάνοια

Στήν Μονή Ἰβήρων στό Ἅγιο Ὄρος, ἀνάμεσα στά 320 ἱερά λείψανα πού ὑπάρχουν, ὑπάρχει ἄφθαρτο τό ἀριστερό πόδι τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς τῆς Σαμαρείτιδας.

Τῆς Ἁγίας πού πρίν τήν μετάνοιά της εἶχε 6 ἄνδρες. Αὐτό τό «ἁμαρτωλό» πόδι εἶναι ὁλοζώντανο, μέ τό δέρμα, μέ τά νύχια μέ τά πάντα, ὡς ἔνδειξη τῆς δυνάμεως πού ἔχει ἡ μετάνοια στόν ἄνθρωπο.

Πού ἐμεῖς, ἄν τήν βλέπαμε, θά λέγαμε: Ἄντε ἀπό ἐδῶ... Ποιά Ἁγία, αὐτή εἶχε 6 ἄνδρες! Θά μοῦ πεῖς ἐμένα!

Καταλάβατε; Σᾶς τά λέω αὐτά νά σᾶς βοηθήσω καί νά σᾶς παρηγορήσω, ὅτι ἐάν ὁ σατανᾶς σᾶς ἔβαλε στό χέρι, ὅσο ἁμαρτωλοί καί νά εἶστε, νά μήν ἀπογοητευτεῖτε. Ἡ μετάνοια τακτοποιεῖ τά πάντα, ἀρκεῖ νά συνοδεύεται μέ τήν ἐξομολόγηση.

Δημήτριος Παναγόπουλος

Κυριακή 4 Απριλίου 2021

 


Τί ἑνώνει περισσότερο τὸν ἄνδρα μὲ τὴν γυναίκα

– Ἔγραψες, Γερόντισσα, εὐχὲς στὸν Δημήτρη ποὺ παντρεύεται;

– Ἔγραψα, Γέροντα.

– Φέρε τὴν κάρτα νὰ συμπληρώσω κι ἐγώ: «Ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Παναγία μαζί σας. Σοῦ δίνω εὐλογία, Δημήτρη, νὰ μαλώνης μὲ ὅλον τὸν κόσμο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Μαρία! Τὸ ἴδιο καὶ στὴν Μαρία!». Γιά νὰ δῶ, θὰ καταλάβουν τί ἐννοῶ; Μὲ ρώτησε κάποιος: «Γέροντα, τί ἑνώνει περισσότερο τὸν ἄνδρα μὲ τὴν γυναίκα;». «Ἡ εὐγνωμοσύνη», τοῦ λέω. Ὁ ἕνας ἀγαπάει τὸν ἄλλον γι᾿ αὐτὸ ποὺ τοῦ χαρίζει. Ἡ γυναίκα δίνει στὸν ἄνδρα τὴν ἐμπιστοσύνη, τὴν ἀφοσίωση, τὴν ὑπακοή. Ὁ ἄνδρας δίνει στὴν γυναίκα τὴν σιγουριὰ ὅτι μπορεῖ νὰ τὴν προστατέψη. Ἡ γυναίκα εἶναι ἡ ἀρχόντισσα τοῦ σπιτιοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ μεγάλη ὑπηρέτρια. Ὁ ἄνδρας εἶναι ὁ κυβερνήτης τοῦ σπιτιοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁ χαμάλης.

Μεταξύ τους τὰ ἀνδρόγυνα πρέπει νὰ ἔχουν τὴν ἐξαγνισμένη ἀγάπη, γιὰ νὰ ἔχουν ἀλληλοπαρηγοριὰ καὶ νὰ μποροῦν νὰ κάνουν καὶ τὰ πνευματικά τους καθήκοντα. Γιὰ νὰ ζήσουν ἁρμονικά, χρειάζεται νὰ βάλουν ἐξαρχῆς ὡς θεμέλιο τῆς ζωῆς τους τὴν ἀγάπη, τὴν ἀκριβὴ ἀγάπη, ποὺ βρίσκεται μέσα στὴν πνευματικὴ ἀρχοντιά, στὴν θυσία, καὶ ὄχι τὴν ψεύτικη, τὴν κοσμική, τὴν σαρκική. Ἂν ὑπάρχη ἀγάπη, θυσία, πάντα ἔρχεται ὁ ἕνας στὴν θέση τοῦ ἄλλου, τὸν καταλαβαίνει, τὸν πονάει. Καὶ ὅταν παίρνη κανεὶς τὸν πλησίον του στὴν πονεμένη του καρδιά, παίρνει τότε μέσα του τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος τὸν γεμίζει καὶ πάλι μὲ τὴν ἀνέκφραστη ἀγαλλίασή Του.

Ὅταν ὑπάρχη ἀγάπη, καὶ μακριὰ νὰ βρεθῆ ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον, ἂν οἱ περιστάσεις τὸ ἀπαιτήσουν, κοντὰ θὰ βρίσκεται, γιατὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δὲν τὴν χωρίζουν ἀποστάσεις. Ὅταν ὅμως, Θεὸς φυλάξοι, τὰ ἀνδρόγυνα δὲν ἔχουν ἀγάπη μεταξύ τους, μπορεῖ νὰ βρίσκωνται κοντά, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα βρίσκονται μακριά. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ προσπαθήσουν νὰ διατηρήσουν σὲ ὅλη τὴν ζωή τους τὴν ἀγάπη, νὰ θυσιάζεται ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον.

Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Σάββατο 3 Απριλίου 2021



Τὰ Ρόδιν᾿ ἀκρογιάλια

Ἀκόμη δὲν ἤνοιξαν αἱ πύλαι τῆς Ἀνατολῆς νὰ εἰσέλθῃ παμβασιλεὺς ὁ ἥλιος, κι ὁ γερο-Γατζῖνος ἐσηκώθη, ἤνοιξε τὸ καφενεδάκι, καὶ ὑπηρετεῖ τοὺς πρωινοὺς πελάτας. Πῶς νὰ χορτάσῃ τις τὸν ὕπνον ἐκεῖ, εἰς τὰ ὡραῖα λυκαυγῆ, εἰς τὰς γλυκείας ἠοὺς τοῦ φθινοπώρου… Ἐξύπνησα τρεῖς ὥρας πρὶν φέξῃ, ἐξῆλθα, καὶ κάμψας ἕνα δρομίσκον, ἔφθασα εἰς τὸν αἰγιαλόν.

Ὁ αὐγερινὸς τώρα εἶχεν ἀνατείλει. Ἀνήρχετο ὑψηλά, ὑψηλά, ἀκολουθούμενος ἀπὸ ἓν ἀστεράκι, τὸ ὁποῖον ἔτρεχεν ὡς μαγευμένον κοντά του. Ἐπάνω στὴν ράχιν, ἀντικρύ, ἄνωθεν τοῦ σκοτεινοῦ ἄλσους, ἐχόρευον δύο ἄλλα ἄστρα· φλοῖσβος καὶ ἦχος ἔπληττε τὴν ἀκτήν· πρὸς τὰ βορειανατολικὰ ἐστρώνετο ρηχὸν τὸ κῦμα, καὶ οἱ βράχοι ἀριστερὰ μὲ τὰς λευκὰς οἰκίας, ὡς φωλεὰς γλάρων χυτὰς κτισμένας ἐπάνω των, ἐδέχοντο εἰς τοὺς πόδας τὸ προσκύνημα τῶν θωπευτικῶν κυμάτων.

Ὁ γερο-Γατζῖνος μοῦ ἔκαμε καφέν, χωρὶς νὰ τοῦ παραγγείλω. Δὲν ἦτο ἡ ὥρα τώρα δι᾿ ὁμιλίαν. Εἰς τὰς ὥρας τοῦ ροδίνου λυκαυγοῦς κανὲν τοιοῦτον δὲν ἔχει τὸν τόπον του. Δὲν εἶχε σκάσει ἀκόμη τ᾿ ἀφιόνι. Ἦτο ἡ ὥρα διὰ μαχμουρλίκι τουρκικόν. Ἄλλως θὰ μοῦ διηγεῖτο πολλὰς ἱστορίας· πῶς ὁ γερο-Ἀκούκατος, τὸν παλαιὸν καιρόν, εἶχε λάβει τὸ ἐπώνυμον τοῦτο, καθότι ὅταν ἔκαμνε τὸν διαλαλητήν, εἰς τὰς δημοπρασίας, ἐπανελάμβανε συχνὰ ἐρωτηματικῶς πρὸς τὸ κοινὸν «τ᾿ ἀκούκατε, βρὲ παιδιά;», ἐπειδὴ κατήγετο ἀπὸ τὰς Ἀθήνας, ὅπου ἐπροφέρετο οὕτω, ἀντὶ ἀκούσατε· αὐτὸς λοιπὸν ὁ Ἀκούκατος, ὅταν εἶχε τὸ καφενεδάκι, εἰς τὸν ἄλλον γιαλόν, πρὸ χρόνων, ἔρημος καὶ μοναχὸς στὰ ξένα, εἶχεν ὡς κατοικίαν αὐτὸ τὸ μαγαζάκι του, κ᾿ ἐκοιμᾶτο ἐπὶ τῆς σανίδος τοῦ καναπέ, δύο σπιθαμῶν τὸ πλάτος, μὲ δύο προσκέφαλα εἰς τὰς δύο ἄκρας· ὥστε, ὅταν ἤθελε νὰ γυρίσῃ ἀπὸ τὸ ἄλλο πλευρόν, ἀνεκάθιζε, κ᾿ ἐπλάγιαζε τὴν κεφαλὴν πρὸς τὰ ἐκεῖ ὅπου εἶχε πρὶν τοὺς πόδας. Ἀλλ᾿ ἦτο τόσον πρόθυμος νὰ περιποιῆται τοὺς πελάτας, ὥστε ποτὲ δὲν ἐχόρταινε τὸν ὕπνον, καὶ ἅμα τοῦ ἔκρουέ τις τὴν θύραν, ξένος, πτωχὸς ἢ ἄστεγος, πάραυτα ἐσηκώνετο καὶ τοῦ ἤνοιγε· καὶ τοῦ ἔκαμνε καφὲν ἢ φασκομηλιάν, καὶ ἂν εἶχε καὶ ἂν δὲν εἶχε πεντάλεπτον.

*
* *

Τὰ ἐλαιοτριβεῖα εἶχον ἀνοίξει ἤδη, τρεῖς ὥρας πρὶν φέξῃ. Ἓν τούτων μ᾿ ἐξυπνοῦσε κάθε πρωί, δίπλα εἰς τὴν πατρικήν μας οἰκίαν. Ἄλλα δύο ἦσαν ἀντικρύ, πέραν τοῦ μικροῦ ποταμίσκου τῆς μούργας. Ἓν ἄλλο ἔκειτο ἐκεῖθεν τοῦ δρόμου, καὶ ἄλλα ὀκτὼ ἢ δέκα εὑρίσκοντο εἰς τὰς ἄκρας τοῦ χωρίου, ὁλόγυρα εἰς τοὺς κήπους.

Πολλοὶ ἄνθρωποι ἐκυκλοφόρουν, πρωινοί. Κρότοι εὐάρεστοι ἔπληττον τὰς ἀκοάς. Ἠκούοντο πανταχόθεν ὁμιλίαι, γέλωτες καὶ ᾄσματα· μᾶλλον κελεύσματα ἀρχαιοπρεπῆ, συνοδεύοντα τὴν βαρεῖαν ἀγγαρείαν τοῦ ἀδρακτιοῦ μὲ τὴν μακρὰν ὀγκώδη μανέλαν, τοῦ ἐργάτου, καὶ τοῦ ἐλαιοτρίπτου. Τηγανίτες ἐμοσχοβολοῦσαν παντοῦ. Οἱ ἐλαιοτριβεῖς ἐκαλοπερνοῦσαν καθημερινῶς ἀπὸ τὰ φιλεύματα καὶ τὰ κεράσματα τῶν οἰκοκυράδων.

Δὲν ἔλειπαν καὶ οἱ νεωτερισμοί.

Ἐσχάτως, ὡς καὶ ἕνας σαλεπτζὴς ἀκόμη μᾶς ἦλθεν εἰς τὸ χωρίον. Οἱ ὀλίγοι ὅμως πελάται του ἀριθμοῦνται μεταξὺ τοῦ κινητοῦ καὶ ἀγοραίου πληθυσμοῦ, καμμία δὲ οἰκοκυρὰ δὲν θὰ ἐπέτρεπεν εἰς τὸν υἱὸν ἢ τὸν σύζυγόν της κατ᾿ οἶκον νὰ ζητήσῃ σαλέπι νὰ πιῇ ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ πλανοδίου ξένου… Ἐὰν ἔλειπε τὸ μαχμουρλίκι, ὁ μπαρμπα-Δημήτρης ὁ Γατζῖνος θὰ μοὶ διηγεῖτο καὶ πάλιν πῶς, τὸν παλαιὸν καιρόν, ὅταν αὐτὸς ἦτο καραβοκύρης, μᾶς ἔφερνεν εἰς τὴν οἰκίαν ὡς δῶρον χαλβὰν πολίτικον, ὅταν ἐγύριζεν ἀπὸ τὰ ταξίδια, καὶ πῶς, ὅταν ὁ ἴδιος εἶχε γίνει μπακάλης, ἐπωλοῦσε τὸ μαῦρο χαβιάρι μὲ τὸ βαρελάκι ὡς ταραμάν, πρὸς ἓξ δραχμὰς τὴν ὀκάν. Πλὴν αἱ ὧραι τοῦ λυκαυγοῦς δὲν ἐπιτρέπουσιν ἐκμυστηρεύσεις.

Ὤ, αἱ ὧραι τοῦ λυκαυγοῦς!… Ἰδοὺ αὐτόμαται ἦξαν πύλαι οὐρανοῦ, ἃς ἔχον Ὧραι· πλὴν ἂς ἀφήσωμεν τοὺς παλαιούς, καὶ ἂς ψάλωμεν μετὰ τοῦ Κοσμᾶ τοῦ θεσπεσίου: «Προσενωπίῳ σοι ὧραι, ὑπεκλίθησαν· φῶς γάρ, καὶ πρὸ ποδῶν ὑψίδρομον σέλας, Χριστέ…»

Ἰδοὺ ἀριστερά μας, μεταξὺ τῶν βράχων, ἓν λείψανον σεσαθρωμένης ξυλίνης ἀποβάθρας, καὶ δύο βαθμίδες κάτω ὑποβρύχιοι. Μία βάρκα φαίνεται ἐκεῖ δεμένη. Δύο μορφαὶ πλησιάζουν, ὁ εἷς φορτωμένος μέγα ζεμπίλι, ὁ ἄλλος μὲ ἐλευθέρας τὰς χεῖρας, κύπτων καὶ ἀνασηκώνων τὴν περισκελίδα του. Ὁ Γιάννης τῆς Σοφούλας ὑπάγει διὰ τὸν ἀρσανάν. Ὁ υἱός του, ὁ Νικολός, λύει τὴν μπαρούμα*, ὁ πατέρας βάζει τὰ κουπιά· ὁ μικρὸς πηδᾷ μέσα, ἡ πλώρη στρέφεται πρὸς τὸ πέλαγος. Τόσον πρωινὸς ἤδη ὁ Γιάννης τῆς Σοφούλας! Μὲ τὰ ρόδα τῆς αὐγῆς τρέχει εἰς τὴν ἰσόβιον καθημερινὴν ἀγγαρείαν του. Ἐργασία ὁλοήμερος ἐκεῖ, καὶ κρότος, καὶ «ὠδῖνες ὡς τικτούσης». Ἀλλ᾿ ὅσον καὶ ἂν κοιλοπονοῦν, ὅσον καὶ ἂν καταπονοῦνται οἱ ἄνθρωποι διὰ νὰ κατασκευάζωσι «τείχη Τριτογενεῖ», ἡ θάλασσα θὰ καταφάγῃ μίαν ἡμέραν ὅλους τοὺς δρυΐνους δράκοντας, «δὴ ὦκ λεβάιαθανς», ὅπως λέγει ὁ Μπάυρων. «Ἐν πνεύματι βιαίῳ συντρίψεις πλοῖα Θαρσείς».

*
* *

Ὦ αὐγή, γλυκεῖα αὐγή, ποὺ ἀνθεῖς καὶ ροδίζεις ἐκεῖ εἰς ὕψος, ἀλλὰ καὶ τόσον χαμηλὰ ἐπάνω ἀπὸ ἐκείνην τὴν ράχιν τὴν ἀντικρινήν ― τῆς ἀκτῆς ποὺ κλείει τὸν λιμένα. Εὐτυχῆ τ᾿ ἀρνάκια τὰ βόσκοντα ἐκεῖ στὰ πλάγια τοῦ βουνοῦ, ποὺ φθάνουν ἕως τὴν κορυφὴν τῆς ράχης καὶ πηδοῦν καὶ χορεύουν, καὶ σὲ ἀπολαύουν ἐγγύθεν, καὶ μεθύουν, ὦ αὐγή, ἀπὸ τ᾿ ἀρώματά σου. Πλέον εὐτυχῆ τὰ πουλάκια, ποὺ πετοῦν ἀπὸ κλῶνα εἰς κλῶνα, καὶ σκιρτοῦν καὶ ἀναγαλλιάζουν εἰς τὴν θείαν ἐπαφήν σου… Εὐτυχὴς κι ὁ βοσκός, ποὺ τὸν ἐξύπνησες τώρα ναρκωμένον ἀπὸ τὴν δροσιάν σου, καὶ πετᾷ τὴν κάπαν του, κι ἁρπάζει τὴν μαγκούραν του καὶ τρέχει νὰ σαλαγήσῃ τὰ πρόβατα, νὰ ἐνεργήσῃ τὸν πρωινὸν ἀμολγόν, σφυρίζων καὶ ἄφροντις, καὶ τόσον πολὺ εὐτυχής, ὥστε οὔτε τὸ ὑποπτεύει.

Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης