Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2019



Ποιός εἶναι πραγματικά ἐλεύθερος καί εὐτυχισμένος;
Πραγματικά ἐλεύθερος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τόν φόβο τοῦ θανάτου, ἀπό τήν ἐπιρροή τοῦ πονηροῦ καί ἀπό τά πάθη του. Τότε μόνο μπορεῖ νά ζεῖ σύμφωνα μέ τίς προδιαγραφές τῆς δημιουργίας του καί μόνο τότε μπορεῖ νά πραγματοποιεῖ τόν σκοπό, γιά τόν ὁποῖο τόν δημιούργησε ὁ Θεός, ἐπειδή μόνο τότε μπορεῖ νά ἀξιοποιεῖ ὅλες τίς δυνατότητες, πού ἔλαβε μέ τή δημιουργία του «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν» Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί μόνο τότε μπορεῖ νά εἶναι πραγματικά καί ἐξολοκλήρου εὐτυχισμένος.
Ἡ πραγματική ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ὅμως, παρέχεται μυστηριακά, ὡς δωρεά, μόνο μέσα στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου βιώνεται ἐμπειρικά καί ὐπαρξιακά «ἐν πάσῃ αἰσθήσει». Καί τοῦτο, ἐπειδή μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία ὑπερβαίνεται ὁ θάνατος, ὡς χωρισμός τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν Θεό, καί καταλύεται ὁ φόβος τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος προσδιορίζει ἀποφασιστικά ὅλες τίς ἐνέργειες τοῦ ἀνθρώπου, στόν ὁποῖο κυριαρχεῖ. Ὁ Χριστός, μέ τόν σταυρικό θάνατό του, κατήργησε τήν κυριαρχική ἐξουσία τοῦ διαβόλου στόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἐντάσσεται στό μυστηριακό του σῶμα, τήν Ἐκκλησία, ἐνῷ μέ τήν ἀνάστασή του νίκησε τόν θάνατο, παρέχοντας τήν ἀναστημένη ζωή στά μυστηριακά του μέλη, τούς πιστούς, τόσο στήν παροῦσα ὅσο καί στήν μέλλουσα αἰώνια ζωή. Ὅταν ὁ πιστός παραβιάζει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, περνᾶ στήν ὑπαρξιακή περιοχή τοῦ θανάτου καί στόν χῶρο ἐπιρροῆς τοῦ πονηροῦ. Τότε ἐμφανίζονται καί ριζώνουν τά πάθη. Ὅλα αὐτά, ὅμως, καταλύονται τελείως μέ τήν εἰλικρινῆ μετάνοια καί ἐξομολόγηση τοῦ πιστοῦ, ἐνῷ μέ τή Θεία Κοινωνία τρέφεται πνευματικά κάι ἑνώνεται χαρισματικά μέ τόν ἴδιο τόν Θεό. Τότε, ἄλλωστε, ὑποτασσόμενο τό θέλημά του στό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ἀποκτᾶ καί τή χαρισματική ἐλευθερία του. Χαρισματική ἐλευθερία εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία τοῦ συγκεκριμένου πιστοῦ, ἡ ὁποία ἐμπλουτίζεται μέ τήν ἄκτιστη θεοποιό Χάρη τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε καί ἀποκτᾶ, χαρισματικῶς, προοπτικές ἄκτιστης ἐλευθερίας.
Δημήτριος Τσελεγγίδης

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2019


Σὰν τὴν ἀνοιξιάτικη λιακάδα
Ἡ καλωσύνη μαλακώνει καὶ ἀνοίγει τὴν καρδιά, σὰν τὸ λάδι τὴν σκουριασμένη κλειδαριά. Ἡ καλωσύνη εἶναι μία ἀπὸ τὶς πολλὲς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ, γιὰ αὐτὸ πάντα σκορπάει χαρά, διώχνει σύννεφα, ἀνοίγει καρδιές. Σὰν τὴν ἀνοιξιάτικη λιακάδα ποὺ βγάζει ἄνθη ἀπὸ τὴν γῆ, θερμαίνει ἀκόμα καὶ τὰ φίδια καὶ τὰ βγάζει ἀπὸ τὶς παγωμένες τους τρύπες γιὰ νὰ χαροῦν καὶ αὐτὰ τὴν καλωσύνη τοῦ Θεοῦ.
Οἱ κακότροποι ἄνθρωποι εἶναι πάντα πνιγμένοι ἀπὸ λογισμοὺς καὶ μὲ τὴν παγωμένη τους καρδιὰ παγώνουν καὶ πνίγουν μὲ λογισμοὺς τοὺς πονεμένους ἀνθρώπους ποὺ καταφεύγουν σ’ αὐτοὺς γιὰ νὰ παρηγορηθοῦν, ἐνῶ οἱ καλοκάγαθοι μὲ τὴν πνευματική τους (ἀρχοντική) ἀγάπη, τὴν σφιχτὴ μὲ πόνο, πνίγουν δαίμονες, ἐλευθερώνουν ψυχὲς καὶ σκορπᾶνε θεϊκὴ παρηγοριὰ στοὺς συνανθρώπους τους
Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2019



Κάνε τους λίγο κουρκούτι
Πῆγαν κάποιοι στὸν ἀββᾶ Ἀντώνιο καὶ τοῦ εἶπαν:
«Πές μας κάποιο λόγο πῶς νὰ σωθοῦμε».
Καὶ ὁ Γέροντας τοὺς λέει: «Ἀκούσατε τί λέει ἡ Γραφή; Σᾶς ἀρκεῖ αὐτή».
Ἀλλὰ αὐτοὶ εἶπαν: «Θέλουμε καὶ ἀπὸ σένα, πάτερ, νὰ ἀκούσουμε».
Καὶ ὁ Γέροντας τοὺς εἶπε: «Τὸ Εὐαγγέλιο λέει: Ἂν κάποιος σὲ χτυπήσει στὸ δεξὶ μάγουλο, γύρισέ του καὶ τὸ ἄλλο».
«Δεν μποροῦμε -τοῦ λένε- νὰ τὸ κάνουμε αὐτό».
«Ἐὰν δὲν μπορεῖτε νὰ στρέψετε καὶ τὸ ἄλλο -λέει ὁ Γέροντας-ὑπομείνετε τουλάχιστον τὸ ράπισμα στὸ ἕνα».
«Οὔτε αὐτὸ μποροῦμε», τοῦ ἀπαντοῦν.
Ξαναμιλάει ὁ Γέροντας:
«Ἐὰν οὔτε αὐτὸ μπορεῖτε, μὴν ἀνταποδίδετε τὰ ἴσα».
Λένε πάλι: «Οὔτε αὐτὸ μποροῦμε».
Τότε ὁ Γέροντας γυρνάει καὶ λέει στὸν μαθητή του:
«Κάνε τους λίγο κουρκούτι, γιατὶ εἶναι ἄρρωστοι. Ἐὰν τὸ ἕνα δὲν μπορεῖτε καὶ τὸ ἄλλο δὲν θέλετε, τί νὰ σᾶς κάνω;»

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019



Nὰ μετρήσω τὰ βήματά σου
Ἕνας Γέροντας μόναζε στὴν ἔρημο καὶ τὸ διάστημα ποὺ περπατοῦσε γιὰ νὰ προμηθεύεται τὸ νερὸ ἦταν δώδεκα μίλια.
Κάποια φορὰ λοιπὸν ποὺ πῆγε νὰ πάρει νερό, βαρέθηκε καὶ εἶπε:
«Τί χρειάζεται αὐτὸς ὁ κόπος; Θά ᾿ρθω νὰ μείνω κοντὰ στὸ νερό».
Μόλις τό ᾿πε αὐτό, στρέφει τὸ κεφάλι καὶ βλέπει κάποιον νὰ τὸν ἀκολουθεῖ καὶ νὰ μετράει τὰ βήματά του.
Τὸν ρωτάει εὐθύς: «Ποιὸς εἶσαι ἐσύ;»
«Ἄγγελος Κυρίου -τοῦ ἀπαντᾷ- σταλμένος νὰ μετρήσω τὰ βήματά σου γιὰ νὰ σοῦ δώσω τὸν μισθό σου».
Μόλις τ᾿ ἄκουσε αὐτὸ ὁ Γέροντας, ἐνθαρρύνθηκε, ἔγινε προθυμότερος καὶ πῆγε ἄλλα πέντε μίλια πιὸ βαθιὰ στὴν ἔρημο.

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019



Ποιὸς εἶμαι ἐγώ;
Κάποιος ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Ποιμένα:
«Πές μου, πῶς θὰ γίνω μοναχός;»
Καὶ ὁ Γέροντας εἶπε: «Ἐὰν θέλεις νὰ βρεῖς ἀνάπαυση καὶ σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ στὴ μέλλουσα ζωή, νὰ λὲς σὲ κάθε περίπτωση: Ποιὸς εἶμαι ἐγώ; Καὶ νὰ μὴν κατακρίνεις κανένα».
Εἶπε ἐπίσης:
«Μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ φαίνεται ὅτι σιωπᾷ ἐνῷ ἡ καρδιά του κατακρίνει τοὺς ἄλλους, ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος πάντοτε λαλεῖ.
Καὶ μπορεῖ ἕνας ἄλλος νὰ μιλάει ἀπὸ τὸ πρωὶ ὡς τὸ βράδυ καὶ ὅμως κρατάει σιωπὴ γιατὶ δὲν λέει τίποτε περισσότερο ἀπ᾿ ὅσα ὠφελοῦν».

Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019



Ἡ ἐλευθερία
Ἡ ἐλευθερία κατὰ τὴν χριστιανικὴ διδασκαλία δὲν ἔγκειται στὴν ἀπεριόριστη δυνατότητα ἱκανοποήσεως τῶν ἀτομικῶν ἐπιθυμιῶν. Ἡ ἐλευθερία αὐτὴ εἶναι ἐμπαθὴς ὑποδούλωση στὴ φιλαυτία. Καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶναι ριζικῶς ἀντίθετη πρὸς τὴν χριστιανικὴ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας. Ἡ πραγματικὴ ἐλευθερία συνυφαίνεται μὲ τὴν ὑπέρβαση τῆς φιλαυτίας. Ἄλλωστε ἔτσι μόνο ἡ ἐλευθερία τοῦ ἑνὸς δὲν προσβάλλει τὴν ἐλευθερία τοῦ ἄλλου. Ἡ πραγματικὴ ἐλευθερία πηγάζει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ βιώνεται ἐν κοινωνίᾳ μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἄλλους. Ἡ ἀπόκτηση τῆς ἐλευθερίας αὐτῆς προϋποθέτει τὴν πλήρη αὐταπάρνηση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Μόνο μὲ τὴν ἐλεύθερη καὶ πλήρη αὐτοπροσφορά του στὸ θεῖο θέλημα καὶ μὲ τὴν μετοχή του στὴν θεία ζωὴ κερδίζει ὁ ἄνθρωπος τὴν πραγματικὴ ἐλευθερία του, ἀλλὰ καὶ κάνει πάντοτε τὸ κατὰ φύση θέλημά του. Ὅπως χαρακτηριστικὰ σημειώνει ὁ Ἀββὰς Δωρόθεος, μὴ ἔχοντας δικό του θέλημα, κάνει πάντοτε τὸ δικό του θέλημα, γιατί ὅ,τι καὶ ἂν γίνεται τὸν ἀναπαύει, ἀφοῦ δὲν γίνεται ὅπως τὸ θέλει, ἀλλὰ τὸ θέλει ὅπως γίνεται[20].

Ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι αἴτιος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ καὶ ἀκόμα περισσότερο ἐφόσον εἶναι δοῦλος τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι πραγματικὰ ἐλεύθερος. Ἡ ἐλευθερία ποὺ περιορίζεται στὸν φθαρτὸ κόσμο καὶ ἀπειλεῖται ἀπὸ τὸν θάνατο δὲν εἶναι ἀληθινή. Ἡ καθήλωση στὴν ἐγκοσμιότητα δὲν περιορίζει μόνο, ἀλλὰ καὶ ἀφανίζει τελικὰ τὴν ἐλευθερία. Ἡ ἀληθινὴ ἐλευθερία ἔχει ἀπεριόριστους ὁρίζοντες. Ἔρχεται ὡς καρπὸς νίκης ἐναντίον τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου καὶ μετοχῆς στὴν ἄφθαρτη καὶ αἰώνια ζωή. Μὲ τὴν ἐλευθερία αὐτὴ διασκελίζει ὁ ἄνθρωπος ὅλους τοὺς περιορισμοὺς τοῦ κόσμου καὶ ἐπεκτείνεται στὴν αἰωνιότητα καὶ τὴν ἀπειρότητα. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ τῆς εἰσόδου του στὴν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος τοποθετεῖται σὲ μία παράδοξη προοπτική. Καλεῖται νὰ γνωρίσει τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη μισώντας καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. Καλεῖται νὰ βρεῖ τὴν ἐλευθερία περνώντας μέσα ἀπὸ μία τέλεια δουλεία. Καλεῖται τέλος νὰ κατακτήσει τὴν ζωὴ παραδιδόμενος στὸν θάνατο. Στὸ Γεροντικὸ διαβάζουμε: «Ἀδελφὸς ἠρώτησε τὸν Ἀββᾶ Μωυσέα λέγων· ὁρῶ ἐνώπιόν μου πρᾶγμα, καὶ οὐ δύναμαι αὐτὸ κατασχεῖν. Λέγει αὐτῷ ὁ γέρων· ἐὰν μὴ γίνῃ νεκρὸς ὡς οἱ ταφέντες, οὐ δύνασαι αὐτὸ κατασχεῖν». Ἡ νέκρωση αὐτὴ γίνεται πηγὴ ἀκατάλυτης ζωῆς. Μὲ τὴν ἀποδοχὴ τῆς νεκρώσεως, στὴν ὁποία κορυφώνεται ἡ παραδοξότητα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, δὲν φαλκιδεύεται ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἀλλὰ ἀντιθέτως ὁδηγεῖται στὴν τελείωσή της. Πεθαίνει σὰν τὸ σιτάρι, γιὰ νὰ φέρει «πολὺν καρπὸν».
Γεώργιος Μαντζαρίδης

Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2019


Εἰκόνες ποὺ κάμνουν θαύματα;
Ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν λατρεύομεν τὰς Εἰκόνας, οὔτε τοὺς Ἁγίους, οὔτε τοὺς Ἀγγέλους, οὔτε αὐτὴν τὴν Παναγίαν Μητέρα τοῦ Κυρίου. Μόνον τὸν ἐν Τριάδι Θεὸν λατρεύομεν. Τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸν καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
Τιμῶμεν καὶ δοξάζομεν τοὺς Ἁγίους, τοὺς Ἀγγέλους, καὶ περισσότερον πάντων τὴν «Τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ», τὴν Ἀειπάρθενον καὶ Παναγίαν Μητέρα τοῦ Σωτῆρος μας, ἀλλὰ λατρείαν δὲν ἀπονέμομεν οὔτε εἰς τὰ πρόσωπά των οὔτε εἰς τὰς Εἰκόνας των. Ἄλλο ἡ τιμὴ καὶ ὁ σεβασμὸς καὶ ἄλλο ἡ λατρεία.
Ὁ λαός μας, καθὼς καὶ ἄλλοι Ὀρθόδοξοι λαοί, θεωροῦν μερικὰς Εἰκόνας ὡς θαυματουργούς. Εἶναι αὐτὸ ἀλήθεια; Ὑπάρχουν ὅμως θαυματουργοὶ Εἰκόνες; Ἤ μᾶλλον: Εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν Εἰκόνες θαυματουργοί, Εἰκόνες ποὺ κάμνουν θαύματα;
Πολλοὶ Ὀρθόδοξοι Θεολόγοι ἀποδίδουν τὰ θαύματα μερικῶν Εἰκόνων ὄχι εἰς τὰς Εἰκόνας αὐτὰς καθ’ ἑαυτάς, ἀλλ’ εἰς τὴν Πίστιν τῶν ἀνθρώπων ποὺ προσεύχονται ἐνώπιον αὐτῶν. Ὅτι ἡ Πίστις θαυματουργεῖ, ὅτι ἡ θερμὴ προσευχὴ θαυματουργεῖ, εἴτε γίνεται αὐτὴ ἐνώπιον Εἰκόνος εἴτε ὄχι, αὐτὸ εἶναι ἔξω πάσης ἀμφιβολίας.
Τοῦτο ὅμως δὲν εἶναι λόγος νὰ ἀρνηθῶμεν ὅτι μερικαὶ Εἰκόνες δύνανται νὰ ἔχουν αὐταὶ αἱ ἴδιοι θαυματουργικὴν χάριν. Θὰ φανῆ παράδοξον τοῦτο, ἀλλὰ δὲν εἶναι καθόλου παράδοξον. Εἶναι πολὺ φυσικόν. (Διὰ τοὺς πιστοὺς ἐννοεῖται. Διὰ τοὺς ἀπίστους ὅλα εἶναι ὄχι μόνον παράδοξα, ἀλλ’ ἀνύπαρκτα...).
Εἰς τοὺς Ἀποστόλους Του ὁ Κύριος εἶχε δώσει τὸ θαυματουργικὸν χάρισμα. Βλέπομεν ὅμως ὅτι τὸ χάρισμα αὐτὸ δὲν περιωρίζετο εἰς τοὺς ἰδίους τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλ’ ἐπεξετείνετο καὶ εἰς τὴν σκιὰν των! Τὸ Εὐαγγέλιον ρητῶς μᾶς λέγει ὄχι μόνον ὅτι «διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά», ἀλλὰ καὶ ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἔφερον ἐπὶ φορείων τοὺς ἀσθενεῖς των εἰς τὰς πλατείας, ἀναμένοντες τὸ πέρασμα τοῦ Πέτρου, ὥστε ἔστω καὶ ἡ σκιά του νὰ πέσῃ εἰς αὐτοὺς διὰ νὰ τοὺς θεραπεύσῃ! Καὶ κάτι περισσότερον: Καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ μανδήλια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ριπτόμενα ἐπάνω εἰς τοὺς ἀσθενεῖς ἤ τοὺς δαιμονιζομένους, τοὺς ἐθεράπευον! 
Ὥστε ὄχι μόνον οἱ ἴδιοι οἱ Ἀπόστολοι εἶχον χάρισμα θαυματουργικόν, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ ἀντικείμενα τῆς προσωπικῆς των χρήσεως! Τοῦτο βεβαίως ἀπετέλει μίαν εὔνοιαν τοῦ Θεοῦ ὄχι πρὸς αὐτὰ ταῦτα τὰ μανδήλια, ἀλλὰ πρὸς τοὺς Ἀποστόλους Του. Χάριν αὐτῶν ἡ θαυματουργικὴ δύναμις ἔφθανε μέχρι τῶν μανδηλίων των.
Διατὶ λοιπὸν ἀποκλείεται νὰ ὑπάρχουν Εἰκόνες ἔχουσαι χάρισμα θαυματουργικόν; Ὄχι σπανίως ἐκεῖνοι ποὺ ἔκαμαν τὰς Εἰκόνας, καὶ μάλιστα τὰς παλαιάς, ἦσαν ἄνθρωποι ἅγιοι, ἄνθρωποι βαθείας ταπεινώσεως, ἄνθρωποι νηστείας καὶ προσευχῆς, ἄνθρωποι πυρπολούμενοι ἀπὸ θεῖον ἔρωτα.
Τί τὸ παράδοξον νὰ εὐλογήσῃ Θεὸς καὶ τοὺς ἰδίους καὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν των; Καὶ τί τὸ ἀφύσικον, ἂν μέσα εἰς αὐτὰς τὰς εὐλογίας ὑπῆρξε καὶ τὸ θαυματουργικὸν χάρισμα;
Ἀρχιμ. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος

Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2019



Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου - 2
Ἡ περιέργεια
«Πνεῦμα», ἐπίσης, «περιεργίας». Ἐὰν ἡ ἀργία εἶναι τὸ νὰ χαθεῖ κάνεις μέσα στὸ τίποτα, ἡ περιέργεια εἶναι τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο: νὰ σκορπίζεται μέσα στὸ παντοῦ, νὰ χώνεται παντοῦ καὶ πάντα. Νὰ θέλει νὰ τὰ μάθει κανεὶς ὅλα. Λέει ἕνας ἀπὸ τοὺς Πατέρες: «μισῶ τὸ χαμερπὲς πάθος τῆς περιεργίας». Αὐτὸ τὸ πάθος τῆς περιεργίας ποὺ μὲ κάνει νὰ σέρνομαι χαμηλά. Αὐτὸ θὰ πεῖ χαμερπές· σημαίνει νὰ ἕρπω χάμω. Αὐτὸ τὸ πάθος ἐνδημεῖ μεταξὺ τῶν χριστιανῶν. Διαβάζουμε πιὸ εὔκολα ἕνα κουτσομπολίστικο θρησκευτικὸ περιοδικὸ παρὰ τὴν Κλίμακα. Παρακολουθοῦμε πιὸ εὔκολα μία σκανδαλιστικὴ ἐκπομπὴ στὴν τηλεόραση παρὰ συμμετέχουμε σὲ μία ἀγρυπνία. Αὐτὴ εἶναι ἡ περιέργεια· νὰ ξέρεις, νὰ ψάχνεις τὴ ζωὴ τοῦ διπλανοῦ σου. Σὰν νὰ τὸν βλέπεις μὲ τὶς πιτζάμες τῆς ὑποστάσεώς του. Νὰ ἀνακαλύπτεις τὰ μυστικά του, χωρὶς κανέναν λόγο. Νὰ ἀφήνεις στὴν ἄκρη τὸν θησαυρὸ καὶ νὰ μπερδεύεσαι μὲ τὰ σκουπίδια.
Αὐτὸ δημιουργεῖ ἕναν σκορπισμό, μία διάχυση καὶ ἔτσι δὲν συγκροτεῖται ἡ ψυχή. Ζητοῦμε, λοιπόν, αὐτὸ τὸ πάθος, τὸ ὁποῖο, πάλι κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, ἀποψύχει τὴ θερμότητα τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ ρίχνει τὴ θερμοκρασία της καὶ δὲν μπορεῖ νὰ θερμανθεῖ, ὥστε νὰ λειτουργήσει μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ βάθος, νὰ μὴν ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ φωλιάσει μέσα μας.
Ἡ φιλαρχία
Τρίτο πάθος ἡ «φιλαρχία», ἡ φιλοπρωτία. Τὴν ἐρχόμενη Κυριακὴ θὰ τὸ ἀκούσουμε στὸ Εὐαγγέλιο. Κοινὴ ἀρρώστια. Ὅλοι τὴν ἔχουμε μέσα μας. Θέλουμε νὰ εἴμαστε οἱ πρῶτοι. Θέλουμε νὰ εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἀποδέκτες, ὄχι ἁπλῶς τιμῶν, ἀλλὰ τῶν καλυτέρων τιμῶν. Στὴ σύγκριση νὰ εἴμαστε ἐμεῖς ἀπὸ τὸν δεύτερο πιὸ μπροστὰ καὶ μάλιστα μὲ σαφήνεια. Αὐτὸ τὸ πρόβλημα τὸ ἔχουμε καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Τόσο συχνὰ τσακωνόμαστε ποιὸς θὰ εἶναι πρῶτος. Μὰ τί σημασία ἔχει αὐτό; Μπορεῖ νὰ εἶσαι ἱερέας καὶ νὰ ἐπιδιώκεις ἐσὺ νὰ διαβάσεις τὸ πρῶτο Εὐαγγέλιο τῆς Μεγάλης Πέμπτης καὶ ὄχι ὁ συνεφημέριός σου. Μπορεῖ νὰ εἶσαι ψάλτης καὶ νὰ διεκδικεῖς ἐσὺ νὰ ψάλεις τὰ καλὰ κομμάτια καὶ ὄχι ὁ ἄλλος, ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ ἔχει καλύτερη φωνὴ ἢ περισσότερες γνώσεις ψαλτικῆς. Πῶς μᾶς κυβερνάει ὁ διάβολος! Μὲ ἀνόητα πράγματα!
Βλέπετε καὶ τοὺς Μαθητές, ἐνῶ ὁ Κύριος τοὺς ἀναγγέλλει περὶ τοῦ πάθους Του, τὴν ἴδια ὥρα, ἀρχίζουν οἱ δύο, ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος, νὰ ζητοῦν πρωτοκαθεδρίες στὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Προσέξτε το στὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ τὸ φοβερὸ ποιὸ εἶναι; Ὅτι δὲν ἔμειναν μόνοι αὐτοὶ οἱ δύο νὰ διεκδικοῦν τὰ πρωτεῖα, ἀλλὰ ἐνοχλήθηκαν καὶ οἱ ὑπόλοιποι καὶ στράφηκαν ἐναντίον τους. Προφανῶς γιατὶ καὶ αὐτοὶ ἤθελαν ἀπὸ μέσα τους νὰ εἶναι πρῶτοι. Οἱ ἥρωες αὐτοὶ τῆς πίστεως, αὐτοὶ ποὺ διώχθηκαν καὶ μετὰ μαρτύρησαν, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἀρνήθηκαν, οἱ ἴδιοι ἐγκατέλειψαν, οἱ ἴδιοι τσακώθηκαν λίγο πρὸ τοῦ πάθους ποιὸς θὰ εἶναι πρῶτος. Ὁ Κύριος ὅμως τοὺς δίνει τὸ μάθημα τὴ νύχτα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου λέγοντας ὅτι πρῶτος πρέπει νὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐπιλέγει μετὰ ἐσωτερικῆς ἐλευθερίας καὶ ἀνέσεως τὴ θέση τοῦ τελευταίου. Τί ὡραῖο πράγμα! Νὰ μπεῖς σὲ ἕναν χῶρο ποὺ θὰ διαδραματιστεῖ μία ἐκπληκτικὴ σκηνή, ὅπου ἀπὸ μέσα σου νὰ θέλεις νὰ βλέπεις καὶ νὰ ἀκοῦς. Καὶ ἐκεῖ νὰ σοῦ προτείνουν νὰ διαλέξεις ὅποια θέση θέλεις, ἀκόμη καὶ τὴν καλύτερη. Κι ἐσὺ νὰ ἐπιλέγεις εὔκολα τὴν τελευταία. Νὰ εἶσαι μέσα ἀλλὰ κρυμμένος στὴν ἄκρη. Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ μποῦν οἱ ἄλλοι πρὶν ἀπὸ ἐσένα, γιὰ νὰ ἀπολαύσουν αὐτοὶ πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο ἐσύ. Γιὰ νὰ εἶναι μεγαλύτερη χαρά σου ἀπὸ τὴν ἀπόλαυση τῆς παραστάσεως ἡ χαρά τους.
«Τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι», λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὄχι φιλοπρωτία, ὄχι πρωτοκαθεδρία. Ὄχι αὐτὸ τὸ φίλαρχο φρόνημα, νὰ εἶμαι ὁ πρῶτος, ἀλλὰ νὰ θέλω νὰ τιμήσω τὸν ἄλλο, νὰ θέλω νὰ τιμηθεῖ ὁ ἄλλος. Νὰ τοῦ ἐκχωρήσω τὰ δικαιώματα, νὰ εἶμαι ὁ διακονῶν, νὰ εἶμαι ὁ εὐτυχισμένος ἔσχατος, ὁ εὐλογημένος οὐραγός, ἀναπαυμένος στὴ θέση μου, στὴν ἄκρη τῆς οὐρᾶς. Αὐτὸς ὅμως ποὺ θὰ εἶναι μέσα στὴν ἀγκαλιά, ὅπου ὅλοι οἱ ἄλλοι θὰ εἶναι καλύτεροί μου. Τί ὡραῖο πράγμα! Νὰ χαίρομαι τὴν εὐλογία τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀρετῶν τῶν ἀδελφῶν. «Πνεῦμα», λοιπόν, «φιλαρχίας», νὰ θέλω νὰ ὑπερέχω ἐγώ, καὶ φιλοπρωτίας, «μή μοι δῶς».
Ἡ ἀργολογία
«Πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας» καὶ τέταρτον «ἀργολογίας». Τί θὰ πεῖ ἀργολογία; Κουτσομπολιό. Ἀχρηστολογία. Ὑπάρχει κάτι ποὺ λέγεται περιαυτολογία· νὰ μιλᾶς γιὰ τὸν ἑαυτό σου. Κακὸ πράγμα! Ὑπάρχει κάτι ἄλλο ποὺ λέγεται καυχησιολογία· νὰ ἀρχίσεις νὰ καυχᾶσαι γιὰ τὸν ἑαυτό σου. Ἄλλη ἀρρώστια! Ὑπάρχει ἄλλο ἕνα πάθος ποὺ λέγεται πολυλογία· νὰ μιλᾶς ἀκατάσχετα καὶ ὁ ἄλλος νὰ μὴν μπορεῖ νὰ πάρει σειρὰ νὰ πεῖ κάτι. Καὶ ὑπάρχει καὶ αὐτὸ ποὺ λέγεται ἀργολογία, τὸ ὁποῖο σημαίνει νὰ λὲς ἀνοησίες ἢ ἄχρηστα πράγματα. Λόγια ποὺ δὲν χρειάζονται, ποὺ δὲν προσφέρουν τίποτα. Συχνὰ ὁμολογοῦμε ὅτι «πῆγα καὶ σκότωσα τὴν ὥρα μου. Εἴπαμε καὶ κανένα χαζό». Ὄχι τέτοιο πράγμα. Ἀπὸ τὸ στόμα μας «λόγος ἀργός», δηλαδὴ μὴ ζωντανός, μὴ οὐσιαστικὸς «μὴ ἐκπορευέσθω», νὰ μὴν βγαίνει, μᾶς προτρέπει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ οἱ ἅγιοί μας. Γιὰ φαντασθεῖτε πάλι τὴ ζωή μας νὰ οἰκοδομεῖται πάνω σε περιεκτικούς, οὐσιαστικοὺς λόγους. Νὰ μὴν ἔχει, λοιπόν, οὔτε τὸ ἀγκάθι τοῦ ἄχρηστου, ἀνόητου λόγου, οὔτε τοῦ περίεργου λόγου, οὔτε τοῦ κατακριτικοῦ λόγου, οὔτε τοῦ ὑπεροχικοῦ λόγου, ἀλλὰ νὰ εἶναι στόμα καθαρό, λόγος παστρικός, πεντακάθαρος. «Εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ», λέει στὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἰακώβου. Αὐτὸς ποὺ ἔχει καθαρὸ στόμα καὶ δὲν φταίει μὲ τὸ στόμα του αὐτὸς ἐγγίζει πλέον τὴν κατάσταση τῆς τελειότητος.
Καθώς, λοιπόν, ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μὴν ἐπιτρέψει στὴν ψυχή μας τὴν παρουσία αὐτῶν τῶν τεσσάρων ἀδυναμιῶν, στὴν οὐσία, μὲ τὴν προσευχὴ αὐτή, ζητοῦμε τὴν ὑποκατάστασή τους ἀπὸ τέσσερις ἀρετές: ἀντὶ τῆς ἀργίας, τὸ φιλότιμο καὶ τὸν ἅγιο ζῆλο. Στὴ θέση τῆς περιέργειας, τὸ ἀπερίεργον, τὸ ἀπερίσπαστον καὶ τὴ σύνεση. Ἀντὶ τῆς φιλαρχίας, τὴν ὑποχωρητικότητα καὶ τὴν εὐγενῆ συστολὴ. Καί, τέλος, ἀντὶ τῆς ἀργολογίας, τὴ σιωπὴ καὶ τὸν «ἅλατι ἠρτυμένον λόγον».
ΜητροπολίτηςΜεσογαίας Νικόλαος

Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2019


Περὶ τῆς δόξης τῶν δικαίων
Κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον καθ᾿ ὃν ὁ ὑπέρτατος Κριτὴς ἀξιοῖ νὰ ἀπονείμει τοῖς δικαίοις μετὰ θάνατον ἀπαρχήν τινα τῆς δόξης αὐτῶν ἐν τῷ Οὐρανῷ, ἤτοι τῇ Ἐκκλησίᾳ τῇ θριαμβευούσῃ, ἀπονέμει αὐτοῖς μίαν δόξαν καὶ ἐν τῇ ἐπὶ τῆς γῆς συγχρόνως στρατευομένῃ Ἐκκλησίᾳ. Αὕτη ἡ δόξα ἐκδηλοῦται ἐν τούτῳ ὅτι ἡ ἐπίγειος Ἐκκλησία σέβεται τοὺς δικαίους ὡς ἁγίους καὶ φίλους τοῦ Θεοῦ. Ἐπικαλεῖται αὐτοὺς ἐν ταῖς προσευχαῖς αὐτῆς ὡς μεσίτας παρ᾿ αὐτῷ, τιμᾷ ἐπίσης τὰ αὐτῶν λείψανα καὶ πᾶν ὅ,τι ἀνῆκεν αὐτοῖς, ὡς καὶ τὰς εἰκόνας αὐτῶν.
Ἡ χριστιανικὴ Ἐκκλησία τιμᾶ τοὺς ἁγίους οὐχὶ ὡς θεούς, ἀλλ᾿ ὡς πιστοὺς δούλους, ὡς ἁγίους καὶ φίλους τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἐκθειάζει τοὺς ἀγῶνας καὶ τὰ ἔργα τὰ τετελεσθέντα ὑπ᾿ αὐτῶν πρὸς δόξαν Θεοῦ τῇ ἐνεργείᾳ τῆς χάριτος αὐτοῦ, εἰς τρόπον ὥστε ἅπασα ἡ τιμὴ ἣν αὐτοῖς ἔδωκεν ἡ Ἐκκλησία, νὰ ἀναφέρηται πρὸς τὴν Ὑψίστην Μεγαλειότητα τὴν ἐπιβλέψασαν μετ᾿ εὐχαριστήσεως ἐπὶ τὸν ἐπὶ γῆς βίον αὐτῶν. Αὕτη τιμᾷ αὐτοὺς δι᾿ ἐτησίας μνήμης, δι᾿ ἑορτῶν δημοτελῶν ἢ πανηγύρεων, καὶ δι᾿ ἀνιδρύσεως ναῶν εἰς τιμὴν τοῦ ὀνόματος αὐτῶν. Οὕτω νοητέα ἡ τιμὴ πρὸς τοὺς ἁγίους.
Οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι οἱ θαυμαστωθέντες ἐν τῇ γῇ ὑπὸ τοῦ Κυρίου, διότι «τοὺς ἁγίους τοὺς ἐν τῇ γῇ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος», ἐτιμήθησαν ὑπὸ τῆς τοῦ Θεοῦ ἁγίας Ἐκκλησίας εὐθὺς ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως αὐτῆς ὑπὸ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἑκάστη τῶν ἐκασταχοῦ χριστιανικῶν κοινοτήτων τῶν ἀνὰ τὴν Οἰκουμένην ἱδρυθεισῶν καθῆκον ἑαυτῆς ἀπαραίτητον ἡγεῖτο ἅμα δὲ καὶ κλέος καὶ καύχημα τὸ τελεῖν ἐτησίως μνήμας τῶν ἀθλητικῶς ἐν Χριστῷ τελειωθέντων καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ στεφάνου ἀξιωθέντων ἵνα νεαρὸς εἰς τὸ διηνεκὲς τὰς πράξεις αὐτῶν διασώσῃ. Ἐκαλεῖτο δὲ ἡ ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Μαρτύρων γενέθλια Μαρτύρων (dies natalis), διότι κατ᾿ αὐτὴν εἰσῆλθoν στεφανηφόροι εἰς τὴν αἰώνιον ζωὴν τὴν ἐν οὐρανῷ, ὅπως ζήσωσιν αἰωνίως ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. Τούτου δὲ ἕνεκα ἀπὸ ταύτης τῆς ἡμέρας αἰωνίως ἤρχετο καὶ ἡ κατάταξις αὐτῶν εἰς τὴν χορείαν τῶν τῷ Θεῷ εὐαρεστησάντων ἁγίων καὶ κεκλημένων εἰς τὴν αἰώνιον ζωήν.
Τὰ τίμια τῶν ἁγίων Μαρτύρων λείψανα θεωρούμενα παρὰ τῶν χριστιανικῶν κοινοτήτων τιμιότερα λίθων πολυτελῶν κατετίθεντο ἐντὸς τῶν Ἱερῶν Ναῶν καὶ ἐξησφαλίζοντο ὡς θησαυρὸς πολύτιμος· κατὰ δὲ τὴν ἐπέτειον μνήμην τῆς ἀθλήσεως αὐτῶν οἱ πιστοὶ ἦγον ἑορτὴν καὶ πανήγυριν εἰς τιμὴν τοῦ ἀθλητοῦ καὶ Μάρτυρος τοῦ Κυρίου, ἀνεγινώσκοντο τὰ ἆθλα τῶν μαρτύρων, λόγοι δὲ πανηγυρικοὶ καὶ ἐγκωμιαστικοὶ ἐξεφωνοῦντο παρὰ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ῥητόρων τῶν χριστιανικῶν κοινοτήτων.
Πολλάκις ἐπὶ τῶν τάφων τῶν μαρτύρων ἠγείροντο Ἱεροὶ Ναοὶ Μαρτύρια καλούμενοι, οἷς ἐδίδετο τὸ ὄνομα τοῦ Μάρτυρος πρὸς τιμὴν αὐτοῦ· κατὰ δὲ τὴν ἐπέτειον τῆς ἑορτῆς Μάρτυρος συνέτρεχαν πάντες οἱ πιστοὶ ἐν τῷ Ναῷ πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ τιμὴν τοῦ Μάρτυρος τοῦ δοξασθέντος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ.
Οἱ χριστιανοὶ ἠσπάζοντο τὴν ἱερὰν λάρνακα τοῦ τιμίου λειψάνου τοῦ Μάρτυρος καὶ ἐλάμβαναν ἔλαιον ἐκ τῆς κανδήλας τοῦ ἁγίου πρὸς καθαρισμὸν καὶ θεραπείαν ἀπὸ τῶν ἀσθενειῶν αὐτῶν.
Οἱ Χριστιανοὶ ἐτίμων πλὴν τῶν ἁγίων λειψάνων καὶ τὴν γῆν τοῦ Ἁγίου Τάφου ἐν ᾧ κατετέθη τὸ Πανάγιον τοῦ Κυρίου σῶμα, καὶ τὸ σουδάριον ὃ ἦν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ὀθόνια ἤτοι τὴν σινδόνα ἐν ᾗ ἐτυλίχθη τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Ἐπίσης ἐτίμων καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου τὴν ἀποτυπωθεῖσαν θείᾳ εὐδοκίᾳ ἐν μάκτρῳ καὶ ἀποπεμφθεῖσαν τῷ Αὐγάρῳ ποθοῦντι νὰ ἵδῃ αὐτόν.
Ἐπίσης ἐτίμων καὶ τὴν τιμίαν ἐσθῆτα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τὴν ζώνην αὐτῆς.
Ἡ πρὸς τοὺς ἁγίους τιμὴ εἶναι ὑπαγόρευσις ὑψηλοῦ θρησκευτικοῦ συναισθήματος καὶ ἐνθέου ζήλου πιστῆς καὶ ἀγαπώσης τὸν Θεὸν καρδίας καὶ ἐκδήλωσις τοῦ διακατέχοντος αὐτὴν πόθου πρὸς δόξαν τοῦ Θεοῦ τοῦ δοξάζοντος τὴν στρατευομένην αὐτοῦ Ἐκκλησίαν. Ἡ πρὸς τοὺς ἁγίους τιμὴ εἶναι ἔκφρασις τῆς ἀγάπης τῶν πιστῶν πρὸς αὐτοὺς διὰ τὰς ὑψηλὰς αὐτῶν ἀρετὰς καὶ τοὺς μεγάλους ἀγῶνας καθ᾿ οὖς γενναίως ἀγωνισάμενοι ἔλαβον τὸν τῆς δόξης ἀμαράντινον στέφανον. Ἡ πρὸς τοὺς ἁγίους τιμὴ εἶναι ἔνδειξις σεβασμοῦ ἡμῶν πρὸς αὐτοὺς διὰ τὴν ἐθελούσιον αὐτῶν θυσίαν ὑπὲρ τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ, ἣν διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος καὶ τῆς τελείας αὐταπαρνήσεως ὁμολόγησαν καὶ ἐστήριξαν. Ἡ πρὸς τοὺς ἁγίους τιμὴ εἶναι ἔκφρασις ἀϊδίου εὐγνωμοσύνης πρὸς τοὺς ἀθλητὰς τοῦ Χριστοῦ τοὺς πολεμήσαντας τὰς πλάνας τῶν πολεμίων τῆς ἀληθείας καὶ διαφυλάξαντας τὴν πίστιν ἁγνήν, καὶ μεταδόντας ἡμῖν ἀλώβητον τὴν Ἱερὰν παρακαταθήκην καὶ ἀκεραίαν καὶ ἀμίωτον τὴν ἀποκαλυφθεῖσαν ἀλήθειαν.
Ἅγιος Νεκτάριος

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019


Πρὸς μετανοοῦντα
Ὁ Πανάγαθος Θεός, καθὼς εἰς τὴν τάξιν τῆς φύσεως, δὲν ἐπρονόησε νὰ γινόμεθα μόνον εἰς τὴν ζωὴν ὑγιεῖς, ἀλλ᾿ ἐπρονόησεν ἀκόμη καὶ τὸ νὰ ἀναλαμβάνωμεν πάλιν τὴν Ὑγείαν, ὅταν σωματικῶς ἀσθενήσωμεν, μὲ ἰαματικὰ λουτρά, καὶ διάφορα ἰατρικά. Τοιουτοτρόπως δέ, καὶ διὰ τὴν πνευματικὴν ὑγείαν, δὲν ἐπρονόησε τὸ νὰ ἀναγεννώμεθα μόνον πνευματικῶς διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, ἀλλ᾿ ἐπρονόησεν, εἰς τὸ νὰ ἀναλαμβάνωμεν καὶ πάλιν τὴν πνευματικὴν ὑγείαν, ὅταν ψυχικῶς ἀσθενήσωμεν, μὲ ἕνα καθαρτικὸν λουτρόν, καὶ ἰατρικὸν θαυμάσιον. Καὶ τοῦτο δὲν εἶναι ἄλλο, ἀπὸ τὸ Μυστήριον τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.
Διότι ἡ Ἐξομολόγησις, εἶναι πράγματι ἕνα λουτρόν, μέσα εἰς τὸ ὁποῖον ὅσαι ψυχαὶ λούονται, ἐξέρχονται παρευθὺς ἐλαφρόμεναι ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας ποῦ σηκώνουν. Εἶναι ἕνα λουτρόν, μέσα εἰς τὸ ὁποῖον ἐκπλύνονται καὶ ἀφανίζονται ὅλοι οἱ μολυσμοὶ τῶν πλημμελημάτων, κατὰ τὸν θεῖον Χρυσόστομον: «Ἡ ὁμολογία τῶν ἡμαρτημένων, ἀφανισμὸς γίνεται τῶν πλημμελημάτων». Καὶ ἕνα λουτρόν, ποῦ γίνεται διὰ τοὺς μετανοοῦντας, εἶναι ἕνα ἄλλο Βάπτισμα, δυσκολότερον μὲν ἀπὸ τὸ πρῶτον Βάπτισμα, ἀναγκαῖον ὅμως διὰ τὴν σωτηρίαν, ὡς καὶ ἐκεῖνο, κατὰ τὸν Θεολόγον Γρηγόριον: «Οἷδα καὶ δεύτερον ἔτι (Βάπτισμα) τὸ διὰ δακρύων, ἀλλ᾿ ἐπιπονώτερον».
Ἀπὸ δὲ τὸ ἄλλο μέρος, ἡ Ἐξομολόγησις εἶναι ἕνα ἰατρικὸν τόσον δραστικόν, εἰς τρόπον ὧστε, ἐν τῷ ἄμᾳ ἐξαλειφθῇ κάθε δηλητήριον τῆς θανασίμου ἁμαρτίας, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα κακὸν ἄπειρον. Καὶ ἀφανίζει μὲν κάθε ἀόρατον ἀσθένειαν, ἐπαναγυρίζει δὲ εἰς τὴν ψυχὴν τὴν προτέραν ὑγείαν καὶ χάριν. Εἶναι ἕνα ἰατρικὸν ποὺ μεταβάλλει αὐτοστιγμεὶ τὸν ἁμαρτωλὸν εἰς ἕνα ὡραιόμορφον Ἄγγελον, ἐκεῖ ποὺ ἦτον πρὸ τῆς ἁμαρτίας, καὶ οὐχὶ μεταμορφωμένον ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν, ὡς ἕνα διάβολον ὡσὰν τὸν Ἰούδαν. «Καὶ ἐξ ὑμῶν εἷς διάβολος ἐστί». Καὶ ἐν συντομίᾳ, ὅπου μεταβάλλει τὸν ἁμαρτωλὸν ἀπὸ κατάδικον εἰς ἐλεύθερον, ἀπὸ σαρκικὸν εἰς πνευματικόν, ἀπὸ δοῦλον τῆς ἁμαρτίας, εἰς υἱὸν τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπὸ ἔνοχον τῆς αἰωνίου κολάσεως, εἰς κληρονόμον τῆς οὐρανίου Βασιλείας Του. Δηλαδή, εἶναι ἕνα ἰατρικόν, ποὺ διὰ τὰ ὑπερφυσικὰ ἀποτελέσματα ποὺ ἐνεργεῖ, ὑπερβαίνει ὅλα μαζὶ τὰ ἔργα τῆς φύσεως. Ἐπειδή, ἡ δικαίωσις ποὺ χαρίζει εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ ἁμαρτωλοῦ, εἶναι ἔργον ἀπείρως μεγαλύτερον, ἀπὸ τὸ ἐὰν ἤθελε νὰ δημιουργήσῃ ὁ Θεός, ἕναν ἄλλον νέον κόσμον.
Ἀλλ᾿ ὢ τῆς δυστυχίας! Τὸ καθαρτικὸν τοῦτο λουτρόν, καὶ τὸ θαυμαστὸν τοῦτο ἰατρικόν, ἡ ψυχοφελεστάτη λέγω Ἐξομολόγησις, ἔγινε σήμερον εἰς τοὺς Χριστιανούς, ἕνα Μυστήριον λίαν ἐπουσιῶδες ἤ καὶ ἐκ περισσοῦ, οἱ ὁποῖοι νομίζοντες ὅτι δὲν καθαρίζονται εἰς αὐτὸ τὸ λουτρόν, ἄλλοι μὲν ἀπὸ αὐτούς, ἤ δὲν ἐξομολογοῦνται τελείως, ἢ ἐξομολογοῦνται σπανίως, ἀγαπῶντες οἱ ταλαίπωροι καλύτερα νὰ κυλίωνται ὡσὰν τὰ ζῶα μέσα εἰς τὴν ἁμαρτίαν, παρὰ νὰ τρέξουν εἰς τοῦτο τὸ λουτρόν, καὶ νὰ καθαρισθοῦν· ἕτεροι δὲ, οὕτε μὲ τὴν πρέπουσαν ἐξέτασιν τῆς συνειδήσεως καὶ τῶν ἁμαρτιῶν τους ἐξομολογοῦνται, οὕτε μὲ τὴν πρέπουσαν συντριβὴν καὶ κατάνυξιν, οὕτε μὲ μίαν ἀποφασιστικὴν γνώμην εἰς τὸ νὰ προσέχουν νὰ μὴν ἁμαρτήσουν πλέον, εἰς τὰ ὁποῖα, μία τοιαύτης ἑτοιμασίας εἶναι καὶ τὰ συστατικὰ τῆς Θεαρέστου ἐξομολογήσεως. Ἀλλὰ ἐξομολογοῦνται ἀνεξετάστως, ἄνευ κατανύξεως, χωρὶς ἀπόφασιν τοῦ νὰ γίνουν καλύτεροι, καὶ ἀπλῶς, κατὰ συνήθειαν καὶ μόνον, διότι ἔρχεται τὸ Πάσχα, Χριστούγεννα, ἢ Θεοφάνεια. Τοιουτοτρόπως δὲ ἐξομολογούμενοι οἱ ταλαίπωροι, καὶ νομίζοντες ὅτι καλῶς ἐξομολογοῦνται, μεγάλως ζημιώνονται καὶ ἁμαρτάνουν.
Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης

Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2019


Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς ἐμπιστοσύνη, ἀλλά μέ ἄγχος, ἀγωνία, κατάθλιψη, ἀπελπισία, ἀποκτάει ἀσθένειες σωματικές καί ψυχικές. Ἡ ψυχασθένεια, ἡ νευρασθένεια, ὁ διχασμός εἶναι δαιμονικές καταστάσεις. Δαιμόνιο εἶναι ἐπίσης καί ἡ ταπεινολογία. Τό λένε αἴσθημα κατωτερότητος. Ἡ ἀληθινή ταπείνωση δέν μιλάει, δέν λέει ταπεινολογίες, δηλαδή, «εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀνάξιος, ἐλάχιστος πάντων…». Φοβᾶται ὁ ταπεινός μήπως μέ τίς ταπεινολογίες πέσει στήν κενοδοξία. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δέν πλησιάζει ἐδῶ. Ἀντίθετα, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ βρίσκεται ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἡ θεία ταπείνωση, ἡ τέλεια ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Ἡ ἐξάρτηση ἀπό Ἐκεῖνον.
Ἅγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019

Οἷος κρημνός!
Φίλε κ. Γαβριηλίδη,
Ὀφείλων νὰ γράψω τι εἰς ἀπάντησιν τοῦ «Λόγου» - ἐπειδὴ ὁ ἕτερος τῶν καταγγελθέντων ἱερέων εἶναι ὁ ἐμὸς γεννήτωρ - ἐπερίμενα νὰ λάβω λεπτομερεστέρας πληροφορίας ἐκ Σκιάθου, περὶ τοῦ τί ἀκριβῶς συνέβη· ἀντὶ ὅμως πληροφοριῶν, μοῦ ἦλθεν ἡ ἑπομένη διατριβή, ἡ ὁποία εἶναι ὡς νὰ τὴν ἔγραψα ἐγώ, καὶ διὰ τοῦτο προθύμως ἀναλαμβάνω τὴν ἐπ᾿ αὐτῇ εὐθύνην, παρακαλῶν σε νὰ τὴν δημοσιεύσῃς.
Ἐν Ἀθήναις, 22 Ἰουλίου 91.
Ὅλος σὸς
Ἀλέξ. Παπαδιαμάντης

Ὀρθῶς εἴκασεν ὁ «Λόγος» ὅτι οἱ δύο ἱερεῖς, οὓς κατήγγειλεν εἰς τὴν Εἰσαγγελίαν Βόλου ὁ κ. Μακράκης, δὲν ἔπραξαν ἐξ ἀμαθείας ὅ,τι ἔπραξαν· οἱ δύο ἐκεῖνοι ἱερεῖς δὲν εἶναι βεβαίως ἐκ τῶν ἀμαθεστέρων τοῦ ἐν Ἑλλάδι κατωτέρου κλήρου· τούτων ὁ μὲν Σακελλάριος Ἰωάννης Μανιώτης ἐβούλευσε δὶς ἐπὶ Ὄθωνος, ὁ δὲ Οἰκονόμος Ἀδαμάντιος Ἐμμανουὴλ ἐπὶ ἔτη ἐδίδαξεν ἐν Ἑλληνικῷ σχολείῳ.
Ἀλλ᾿ ὁ κ. Μακράκης δὲν ὀκνεῖ νὰ σύρῃ πρὸ τοῦ ποινικοῦ δικαστηρίου δύο γηραιοὺς κληρικούς, τὸν ἕνα ὀγδοηκοντούτην καὶ βαρήκοον, τὸν ἕτερον ἑβδομηκοντούτην, ἀπὸ πεντηκονταετίας ἱερατεύοντα καὶ ποδαλγόν, διατί; Διότι ἔκαμαν τὸ καθῆκόν των καὶ ὑπέμνησαν εἰς τὸ ποίμνιόν των ὅτι ἐλεύθεροι μὲν εἶναι ν᾿ ἀκούσωσι τὸν κ. Μακράκην, ἐὰν θέλωσιν, ἀλλὰ νὰ μὴ λησμονῶσιν, ὅτι ὁ κ. Μακράκης ἔχει ἀποκηρυχθῆ ὑπὸ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὡς κακόδοξος καὶ ἀπειθής.
Καὶ οὐ μόνον ἡ Ἱερὰ ἡμῶν Σύνοδος τὸν ἀπεκήρυξεν, ἀλλὰ καὶ ἡ Μ. τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ἐκύρωσε τὴν τοιαύτην ἀποκήρυξιν, δι᾿ ἐγγράφου της, ὡς ἐμάθομεν. Ἀλλὰ καὶ ἂν εἶχε σιωπήσει ἡ Μ. Ἐκκλησία, πάλιν τὸ αὐτὸ θὰ ἦτο, διότι ἡ τοιαύτη σιωπὴ θὰ ἦτο ὡς παραδοχή, ἀφοῦ ἡ ἡμετέρα ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησία, δὲν ἔπαυσεν ἔκτοτε νὰ εἶναι ἡνωμένη ὡς πάντοτε μετ᾿ Αὐτῆς.
Ὁ κ. Μακράκης εἶναι ἔκπτωτος δι᾿ ὅλην τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Τὸ ἠξεύρει καὶ προσποιεῖται ὅτι τὸ ἀγνοεῖ.
Δὲν ἤμην παρὼν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, καὶ δὲν ἠξεύρω ἂν οἱ δύο ἱερεῖς μας ἀνέγνωσαν ἄλλην ἀντ᾿ ἄλλης ἐγκύκλιον. Ἀλλὰ καὶ ἂν τυχὸν ἀνέγνωσαν τὴν τελευταίαν κατὰ τῶν ἑτεροδόξων προσηλυτιστῶν ἐγκύκλιον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τὸ αὐτὸ κατ᾿ οὐσίαν εἶναι.
Ἡ καινοδοξία δὲν εἶναι ἐν χώρῳ καὶ χρόνῳ, δὲν ὁρμᾶται ἀποκλειστικῶς ἐξ Ἀμερικῆς ἢ ἐξ Ἀγγλίας· ἡ καινοδοξία εἶναι ἐν τῇ γνώμῃ καὶ ἐν τῇ φρενί. Ὅσον θέλει ἂς εἰδικεύῃ ὁ στωμύλος σοφιστής, καὶ ἂς διαμαρτύρηται, ὅτι δὲν εἶναι διαμαρτυρόμενος, λέγων πολλὰ καὶ σοφά. Ἡ οὐσία τοῦ προτεσταντισμοῦ δὲν ἔγκειται τόσον ἐν τῇ μὴ τιμῇ τῶν εἰκόνων καὶ τῶν λειψάνων, ὅσον ἐν τῇ ἀπορρίψει τοῦ κύρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τῶν Πατέρων καὶ τῆς παραδόσεως, ἐν τῇ ἀπολύτῳ ἐλευθερίᾳ τοῦ ἑρμηνεύειν ἕκαστον τὰς Γραφάς, ὅπως ἂν αὐτῷ ἀρέσκῃ. Τοῦτο δὲ ἀκριβῶς πράττει καὶ ὁ κ. Μακράκης, ὅστις περιέρχεται τὰς πόλεις καὶ τὰ χωρία ἑρμηνεύων κατὰ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ φαντασίαν τὰς Ἱερὰς Γραφάς, ἄνευ κύρους, ἄνευ ἀδείας καὶ ἐγκρίσεως ἐκκλησιαστικῆς. Ὁ Λόγος διαβάλλει τὸν πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τὸ ὀλιγώτερον ἐπὶ ἐλαφρότητι καὶ παλιμβουλίᾳ, καὶ τοῦτο προκειμένου περὶ δογματικῶν πραγμάτων, γράφων ὅτι ὁ Σ. Μητροπολίτης Γερμανὸς ὑπεσχέθη εἰς τὸν κ. Μακράκην ν᾿ ἀνακαλέσῃ τὴν κατ᾿ αὐτοῦ ἀποκήρυξιν, καὶ εἶτα δὲν τὸ ἔπραξεν, ἐνδοὺς εἰς ἄλλας εἰσηγήσεις.
Τί τοῦ ψιθυρίζουν εἰς τὸ οὖς, τοῦ κ. Μακράκη, τὰ ἀρχοντικὰ δαιμόνια, τὰ πονηρότατα καὶ πεισμονέστατα τῶν δαιμονίων! Ποῖος Μητροπολίτης, ποία Σύνοδος, δύναταί ποτε ν᾿ ἀναγνωρίσῃ τὸν κ. Μακράκην ὡς ὀρθόδοξον, ἐὰν οὗτος δὲν προσέλθῃ ἁπλῶς καὶ καθαρῶς, ἐν ταπεινώσει, ἄνευ σοφισμάτων καὶ ἄνευ ὑστεροβουλίας, ἐὰν δὲν προσπέσῃ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν νὰ εἴπῃ τὸ ἥμαρτον, ν᾿ ἀποπτύσῃ τὸ τρισύνθετον καὶ πᾶσαν ἄλλην κακοδοξίαν, καὶ νὰ εἴπῃ ὅτι μετανοεῖ εἰλικρινῶς; Ὡς ἴσος πρὸς ἴσην τολμᾷ νὰ διαπραγματεύηται πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν, ἢ ἔτι θρασύτερον, ὡς θεραπαινίδα θέλει νὰ τὴν μεταχειρισθῇ ὁ ἀγχίστροφος διαλεκτικός, ὁ πολύπλαγκτος ἀγορητής, ἀξιῶν, ἵνα ἡ Ἐκκλησία αὐτὴ καὶ ὄχι ὁ Μακράκης ὁμολογήσῃ ὅτι ἔσφαλε νὰ τὸν ἀποκηρύξῃ! Οἷον ἐξαίσιον πτῶμα! Οἷος κρημνός!
Ἓν ὅμως λησμονεῖ ὁ πολύστροφος λογοκόπος, τὸ ὅτι οἱ Ἄρειοι καὶ οἱ Ἀπολλινάριοι καὶ οἱ Ὠριγένεις ἦσαν πολὺ αὐτοῦ εὐφραδέστεροι καὶ λογιώτεροι καὶ ἐπιφανέστεροι.
Ἀλλ᾿ ἀφοῦ ἐπὶ τέλους ἡ Ἐκκλησία τὸν ἔχει ἀποκήρυκτον, τί τοῦ πταίουν οἱ δύο πτωχοὶ ἱερεῖς, καὶ ζητεῖ νὰ τοὺς σύρῃ εἰς τὸ δικαστήριον, ἁπλῶς διότι ἔπραξαν τὸ καθῆκόν των; Ἀλλ᾿ ἐσυλλογίσθη κἂν ὅτι οἱ ἱερεῖς, ἐπ᾿ ἐκκλησίας ἱερουργοῦντες ἢ νουθετοῦντες ἢ διδάσκοντες, εἶναι τοὐλάχιστον τόσον ἥσυχοι καὶ ἀνεύθυνοι ὅσον καὶ οἱ δικασταὶ ἐπὶ τῆς ἕδρας των;
Τὸ πάλαι πολιτικοὶ ἐγκληματίαι εὕρισκον ἄσυλον μόνον, διότι ἥπτοντο τοῦ θυσιαστηρίου· καὶ σήμερον ὁ κ. Μακράκης, ἄνθρωπος ἐξ ἐπαγγέλματος κηρύττων ἑαυτὸν εὐσεβῆ, θέλει νὰ σύρῃ δύο γηραιοὺς θύτας ἀπὸ τοῦ θυσιαστηρίου εἰς τὸ πολιτικὸν δικαστήριον!
Ἠκούσατε σεῖς ποτὲ Ἀπόστολον νὰ ζητῇ ἐκδίκησιν καὶ νὰ καταγγέλλῃ εἰς τὰ δικαστήρια τοὺς ἁρμοδίους, διότι προέτρεψαν τὸ πλῆθος νὰ μὴ τὸν ἀκούσῃ; Ἀλλ᾿ ὁ Χριστὸς παρήγγειλεν εἰς τοὺς Ἀποστόλους, ὅπου δὲν τοὺς θέλουν νὰ φεύγουν, τινάσσοντες καὶ τῶν ποδῶν των τὸν κονιορτόν.
Ἠξεύρω τί θὰ εἴπωσιν οἱ περὶ τὸν Μακράκην, «Παιδεύετε τοὺς ἀτάκτους» κτλ. Ἀλλ᾿ εἰς τὴν περίπτωσιν αὐτὴν ἄτακτος εἶναι ὁ κ. Μακράκης, ὅστις δὲν πείθεται εἰς τὴν Ἐκκλησίαν.
(1891)

Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2019

Δοξολογία Θεοῦ
Λέει ὁ Γέροντας στὸν ὑποτακτικό: «Ἐξεγερθέντες τοῦ ὕπνου προσπίπτομέν σοι, ἀγαθέ, καὶ τῶν ἀγγέλων τὸν ὕμνον βοῶμέν σοι, δυνατέ· ἅγιος, ἅγιος» κτλ.
«Κουά, κουά, κουά, κουὰ» τὰ βατράχια, κοάζουν, πῶς λέγεται, ξεχάσαμε καὶ τὰ ἑλληνικὰ τώρα.
- Βρὲ παιδί μου, λέει, πήγαινε στὰ βατράχια καὶ πές τα: Ἄ, νὰ σᾶς πῶ, ὁ Γέροντας λέει, σταματῆστε τώρα γιατὶ θέλουμε νὰ διαβάσουμε ἐμεῖς τὴν ἀκολουθία.
- Νά ῾ναι εὐλογημένο, Γέροντα.
Αὐτὸς ἦταν ὑποτακτικός! Βλέπεις; Δὲν εἶπε, «ἔ, Γέροντα, τὰ βατράχια θὰ πάω νὰ πῶ ἐγώ;» Ὄχι, ὑπακοή.
- Ἀκοῦστε ἐδῶ, βατράχια, εἶπε ὁ Γέροντας νὰ σταματήσετε τώρα, γιατὶ θέλουμε νὰ διαβάσουμε ἐμεῖς τὴν ἀκολουθία.
Μίλησε τὸ βατράχι ἐκεῖ! Λέει:
- Πὲς τοῦ Γέροντα, τώρα τελειώνουμε κι ἐμεῖς τὴν δοξολογία τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ πᾶμε κι ἐμεῖς νὰ ξεκουραστοῦμε.
Καὶ τὰ βατράχια ὑμνολογοῦν τὸν Θεό! Ὅλη ἡ φύση, νὰ ποῦμε, ὑμνολογεῖ, δοξολογεῖ τὸν Θεό, καὶ κατὰ τὴν καθαρότητά μας ἀκοῦμε κι ἐμεῖς αὐτὴν τὴ μυστικὴ δοξολογία, τὴ μυστική, τὴν ἄφωνο ὑμνολογία ποὺ κάνουνε καὶ οἱ πέτρες ἀκόμη. Αὐτὸ πῶς τὸ λένε, κάτι στίχους ποὺ ἔχει ἡ μεγάλη δοξολογία, δὲν ξέρω πῶς τὰ λένε, γιατὶ ἐγὼ ἔχω χρόνια νὰ πάω πάνω στὴν ἀκολουθία.
Μοναχοί: Πῦρ, χάλαζα, χιών, πνεῦμα καταιγίδος...
Γέροντας: Πῦρ, χάλαζα, πῦρ καταιγίδος κτλ., ὅλα, τότε ἀρχίζει ἡ μεγάλη δοξολογία. Βλέπετε; Καὶ τὰ ὄρη καὶ τὰ βουνὰ καὶ τὰ δέντρα καὶ ἡ θάλασσα καὶ τὰ ψάρια, ὅλα ὑμνολογοῦν τὸν Θεό. Ἀλλὰ ἐμεῖς, ἐπειδὴ ἔχουμε ἀμαυρώσει, δηλαδή, τὸ νοερὸν τῆς ψυχῆς μας, γι᾿ αὐτὸ λίγο τὸ καταλαμβάνουμε, λίγο. Ὅσο καθαρίζεσαι μέσα σου, τόσο καὶ περισσότερο λαμβάνεις ἕναν φωτισμό, λαμβάνεις μίαν αἴσθηση ὅτι κανένα κτίσμα τοῦ Θεοῦ δὲν μένει ἀργό, ἀλλὰ ὅλα δοξολογοῦν τὸν Θεό. Καὶ ἡ μύγα καὶ τὸ κουνούπι, καὶ τὸ βόδι καὶ τὸ ζῶο, ὅλα δοξολογοῦν τὸν Θεό. Ὅταν καθαριστεῖς μέσα σου, θὰ τὴν δεῖς αὐτὴν τὴ μυστικὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Ὅσο καθαρίζεσαι μέσα σου, θὰ τὸ δεῖς καὶ λές: Ταλαίπωρε ἄνθρωπε, ἐσὺ μόνο δὲν δοξολογεῖς τὸν Θεό. Ὅλα δοξολογοῦν τὸν Θεό!
Γέρων Ἐφραὶμ Κατουνακιώτης

Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2019



Μεγάλο πρᾶγμα
Ἀλλοίμονο σέ ἐμᾶς! διότι δέν γνωρίζουμε τήν ἀξία τῶν ψυχῶν μας, οὔτε σέ ποιά πολιτεία προσκληθήκαμε, ἀλλά νομίζουμε, ὅτι ἡ ζωή αὐτή καί οἱ ἀσθένειές της καί ἡ κατάστασις τῶν ζώντων καί οἱ θλίψεις τοῦ κόσμου καί αὐτός ὁ κόσμος καί οἱ κακίες καί οἱ ἀναπαύσεις του, εἶναι κάποιο μεγάλο πρᾶγμα.
Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος