Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023


Πρωτοχρονιάτικα παινέματα Χίου
Καλησπερίζω φέρνοντας ἀγέρα μυρωμένο
ἀπ᾿ τ᾿ ἀφρισμένα κύματα χιλιοτραγουδισμένο.
Σ᾿ αὐτὸ τὸ σπίτι πού ᾿ρθαμε πέτρα νὰ μὴ ραγίσῃ
κι ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ χρόνια πολλὰ νὰ ζήσῃ.
Ἅγιε μου Βασιλάκη μου καὶ Ἅγιε μου Νικόλα,
προστάτευε τοὺς ναυτικοὺς τὴν ὥρα τοῦ κυκλῶνα.
Χρόνια πολλά, νά ᾿στε καλὰ κι ἐσεῖς καὶ οἱ δικοί σας,
νὰ ᾿ρθοῦνε τὰ ξενάκια σας κι ὅλοι οἱ ναυτικοί σας.
Σὲ ὅλους σας εὐχόμαστε ἀγάπη, εἰρήνη, ὑγεία,
καλὴ καρδιά, χαμόγελο καὶ Θεία εὐλογία.
Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιά, ψιλή μου δεντρολιβανιά,
κι ἀρχὴ κι ἀρχὴ τοῦ Γεναρίου τοῦ μεγά- του μεγάλου Βασιλείου.
Βασίλη μ᾿ ἀπὸ ποῦ ᾿ρχεσαι, κι ἀπὸ κι ἀπὸ ποῦ κατεβαίνεις
καὶ βαστᾶς, καὶ βαστᾶς ρόδα καὶ ραίνεις.
Κάτσε νὰ φᾷς, κάτσε νὰ πιῇς, κάτσε τὸν πόνο σου νὰ πῇς·
κάτσε, κάτσε νὰ τραγουδήσῃς καὶ νὰ μᾶς καλῶς ὁρίσῃς.
Κι ἔβγα, κι ἔβγα νὰ μᾶς κεράσῃς,
ποὺ νὰ ζῇς, ποὺ νὰ ζῇς καὶ νὰ γεράσῃς.

Καὶ τοῦ χρόνου!

Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023

 


Ὁ πιὸ τρανὸς καημός μου

Τὴν ὥρα τὴν ὑπέρτατη ποὺ θὰ τὸ σβῇ τὸ φῶς μου
ἀγάλια-ἀγάλια ὁ θάνατος, ἕνας θὲ νὰ εἶν᾿ ἐμένα
ὁ πιὸ τρανὸς καημός μου.

Δὲ θὰ εἶν᾿ οἱ κούφιοι λογισμοί, τὰ χρόνια τὰ χαμένα,
τῆς φτώχειας ἡ ἔγνοια, τοῦ ἔρωτα ἡ ἀκοίμητη λαχτάρα,
μιὰ δίψα μέσ᾿ στὸ αἷμα μου, προγονικὴ κατάρα,
μήτε ἡ ζωή μου ἡ ἀδειανὴ συρμένη ἀπ᾿ τὸ μαγνήτη
πάντα τῆς Μούσας, μήτ᾿ ἐσύ, χιλιάκριβό μου σπίτι.

Ὁ πιὸ τρανὸς καημός μου
θὰ εἶναι πῶς δὲ δυνήθηκα μ᾿ ἐσὲ νὰ ζήσω, ὦ πλάση,
πράσινη ἀπάνου στὰ βουνά, στὰ πέλαγα, στὰ δάση,
θὰ εἶναι πὼς δὲ χάρηκα σκυφτὸς μέσ᾿ στὰ βιβλία,
ὦ φύση, ὁλάκερη ζωή, κι ὁλάκερη σοφία!

Κωστὴς Παλαμᾶς

Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2023



Μιά μεγάλη γιορτή
Γιά τά γνήσια τέκνα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ὁ θάνατος εἶναι μιά μεγάλη γιορτή, γιά τήν προετοιμασία τῆς ὁποίας ἀγωνίζεται κανείς καί κοπιάζει σέ ὁλόκληρη τή ζωή του. ῾Ο ἀγώνας γιά τήν προετοιμασία αὐτῆς τῆς ἑορτῆς συνδαυλίζει τό πνεῦμα τῆς μετάνοιας, τῆς νήψης καί τῆς ἑτοιμότητας τῶν φρονίμων Παρθένων τῆς Παραβολῆς. ᾿Επιπλέον, καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο δοξολογικό καί εὐχαριστιακό ὄν καί μάλιστα, κατά τίς ὧρες τοῦ πόνου καί τῶν ποικίλων πειρασμῶν τῆς ζωῆς. ῎Ετσι προγεύεται ὁ πιστός τήν ἐρχομένη Βασιλεία, χαίρεται τή δική του «ἐν Χριστῷ» αἰώνια διάσταση καί ὁμολογεῖ ὅτι ὄντως «ἔρχεται ὥρα καί νῦν ἐστιν». ᾿Επιπλέον, αὐτή ἡ στάση ζωῆς μεταμορφώνει τόν παρόντα αἰώνα σέ γεφύρι στερεό, γιά νά περάσει ἀκίνδυνα ὁ χριστιανός στό αἰώνιο περιβόλι τῶν παιδιῶν Του, τῶν «ἐλθόντων ἐκ τῆς θλίψεως τῆς μεγάλης».
Στό ἀνέσπερο φῶς τῆς αἰωνιότητας θά ἀποκαλυφθεῖ ἡ ζωγραφιά τῆς ζωῆς μας. ᾿Εκεῖ θά λάμψει ἡ ἐργασία καί ὁ μόχθος πού καθένας ἔχει καταβάλλει γιά νά κρατήσει ἀκέραιη τήν πίστη καί τήν ἀγάπη πρός ᾿Εκεῖνον καί πρός τόν ἀδελφό. ᾿Εκεῖ θά ἀναδειχθεῖ τό μέγεθος τῆς ὑπομονῆς μας. Τότε θά φανεῖ τό ἄν ἔχει κανείς ἐργασθεῖ «ὡς πιστός οἰκονόμος» στόν καμβά τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα», μέ τόν ὁποῖο ἔχει προικισθεῖ ἀπό τόν Πανάγαθο Πατέρα καί Δημιουργό μας, ὅταν ἔλαβε ἀπό ᾿Εκεῖνον τήν ὕπαρξη καί τήν αἰώνια προοπτική τῶν «τέκνων τοῦ Θεοῦ».
῞Ολα λοιπόν, ἑρμηνεύονται μέ τήν πέραν τοῦ τάφου προοπτική. ῞Οπως στήν πνευματική ζωή ἡ γλύκα τῶν καρπῶν τῶν ἀγώνων μας ἀρχίζει νά γίνεται αἰσθητή, ὅταν ἔχει ἤδη προηγηθεῖ ἡ ἀποδοχή τοῦ προσωπικοῦ σταυροῦ μας καί ἡ κατάθεση «τοῦ ἰδίου θελήματος», ἔτσι καί ἡ τερπνότης τῶν αἰωνίων καί ἀθανάτων γίνεται οὐσιαστικά ὁρατή, ὅταν ἔχουμε πλέον καταθέσει καί τό τελευταῖο ὀχυρό τοῦ ἐγώ μας. ῞Οταν ἀποθέσουμε δηλαδή, «κατά πάντα καί διά πάντα» τό σῶμα καί τήν ψυχή μας στά χέρια Του, ὡς τελική εὐχαριστιακή προσφορά πρός ᾿Εκεῖνον, ὁ ῾Οποῖος μᾶς ἔχει προκαταβάλει τή Ζωή καί τήν ἐλευθερία, ὡς δῶρα πολύτιμα καί ὡς «ἀμεταμέλητα χαρίσματα».
῎Αν, μέ αὐτά τά βιώματα ζεῖ καί πορεύεται ὁ πιστός, τότε μπορεῖ νά ἀντιπαρέρχεται τή σκληρότητα καί τά ἀδιέξοδα αὐτῆς τῆς ζωῆς, ὄχι προσπαθώντας νά τά ἀποφύγει, ἀλλά προσκυνώντας τό σταυρό του καί ἐγγίζοντας ὅλα τά λυπηρά τῆς ζωῆς, «ὡς κράσπεδα τῶν ἱματίων Του».
῎Ετσι, προγεύεται ὁ πιστός τό «μεγάλο ἐπουράνιο πανηγύρι»· καί, ὄχι μόνο ὑπομένει κάθε λυπηρό καί ἀντίξοο μέ καρτερία καί ὑπομονή, ἀλλά καί ἐπιθυμεῖ ἤ μᾶλλον, «ἐπείγεται νά φθάσει» στήν αἰώνια πατρίδα του (ἅγιος ᾿Ιγνάτιος ὁ Θεοφόρος).
῾Ο σωματικός θάνατος μ᾿ ἄλλα λόγια, δέν εἶναι τό τέλος, ἀλλά ἡ ἀρχή. Εἶναι ἡ γέννα σέ μιά καινούργια ζωή, ζωή πού μᾶς χάρισε ὁ Χριστός, μέ τό Σταυρό καί τή δική Του ἁγία ᾿Ανάσταση.
Μετά τήν ᾿Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὁ πιστός δέν λυπᾶται πιά γι᾿ αὐτούς ποὺ ἔχουν ἤδη φύγει ἀπό αὐτή τή ζωή, οὔτε ἀγωνιᾶ γιά τό τί θά συμβεῖ μετά τή δική του ἔξοδο ἀπό τά ἐφήμερα, ἀλλά μόνο ζεῖ καί ἁγιάζεται, γιά χάρη τοῦ «Παθόντος καί ᾿Αναστάντος Κυρίου του», ψάλλοντας χαρμόσυνα «ἐν παντί καιρῷ»,
Χριστός ᾿Ανέστη!
Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

 


Νὰ εἶσαι σεμνὸς

Τὸ ποίημα τοῦ Κώστα Κρυστάλλη «Στὸ Σταυραητό», δὲν θὰ φύγει ποτὲ ἀπὸ τὴ μνήμη μου:

Ἀπὸ μικρὸ κι ἀπ᾿ ἄφαντο πουλάκι, σταυραητέ μου,

παίρνεις κορμὶ μὲ τὸν καιρὸ καὶ δύναμη κι ἀγέρα

κι ἁπλώνεις πῆχες τὰ φτερὰ καὶ πιθαμὲς τὰ νύχια

καὶ μὲσ᾿ στὰ σύγνεφα πετᾶς, μὲσ᾿ στὰ βουνὰ ἀνεμίζεις

Τὸ διάβαζα στὸν Ὀρέστη Μακρή, στὸ καμαρίνι, κι ἔκλαιγε.

Διάβασέ μου το, ἄλλη μία φορά, μοῦ ἔλεγε.

Ὁ Μακρὴς δὲν ἦταν μόνο σπουδαῖος ἠθοποιός, ἀλλὰ καὶ ἰδιαίτερα διαβασμένος. Τοῦ ἄρεσε νὰ μὲ συμβουλεύει. Μοῦ ἔλεγε συνέχεια:

«Τὸ στάχυ... Νὰ εἶσαι σεμνός. Ὅσο ψηλὰ κι ἂν φτάσεις, ποτὲ μὴ φουσκώσεις. Οἱ μεγάλοι ἄνθρωποι εἶναι σεμνοί. Δὲν κάνουν ἐπίδειξη. Τὸ μεστωμένο στάχυ, ποὺ εἶναι γεμάτο ἀπὸ καρπό, εἶναι γυρτό. Τὸ γυρτὸ σημαίνει σεμνότητα. Τὸ ἀδειανὸ στάχυ πάει ὅπου φυσᾶ ὁ ἀέρας γιατὶ δὲν ἔχει τίποτα μέσα.»

Νίκος Ρίζος

 

Στὸ Σταυραητό

Ἀπὸ μικρὸ κι ἀπ᾿ ἄφαντο πουλάκι, σταυραητέ μου,
παίρνεις κορμὶ μὲ τὸν καιρὸ καὶ δύναμη κι ἀγέρα
κι ἁπλώνεις πῆχες τὰ φτερὰ καὶ πιθαμὲς τὰ νύχια
καὶ μέσ᾿ στὰ σύγνεφα πετᾶς, μέσ᾿ στὰ βουνὰ ἀνεμίζεις
φωλιάζεις μέσ᾿ στὰ κράκουρα, συχνομιλᾶς μὲ τἄστρα,
μὲ τὴν βροντὴ ἐρωτεύεσαι, κι ἀπιδρομᾶς καὶ παίζεις
μὲ τἄγρια ἀστροπέλεκα καὶ βασιλιᾶ σὲ κράζουν
τοῦ κάμπου τὰ πετούμενα καὶ τοῦ βουνοῦ οἱ πετρίτες.

Ἔτσι ἐγεννήθηκε μικρὸς κι ὁ πόθος μου στὰ στήθη,
κι ἀπ᾿ ἄφαντο κι ἀπ᾿ ἄπλερο πουλάκι σταυραητέ μου,
μεγάλωσε, πῆρε φτερά, πῆρε κορμὶ καὶ νύχια
καὶ μοῦ ματώνει τὴν καρδιά, τὰ σωθικά μου σκίζει
κι ἔγινε τώρα ὁ πόθος μου ἀητός, στοιχειὸ καὶ δράκος
κι ἐφώλιασε βαθιὰ - βαθιὰ μέσ᾿ στ᾿ ἄσαρκο κορμί μου
καὶ τρώει κρυφὰ τὰ σπλάγχνα μου, κουφοβοσκάει τὴν νιότη.

Μπεζέρισα νὰ περπατῶ στοῦ κάμπου τὰ λιοβόρια.
Θέλω τ᾿ ἀψήλου ν᾿ ἀνεβῶ ν᾿ ἀράξω θέλω, ἀητέ μου,
μέσ᾿ στὴν παλιά μου κατοικιά, στὴν πρώτη τὴ φωλιά μου,
Θέλω ν᾿ ἀράξω στὰ βουνά, θέλω νὰ ζάω μ᾿ ἐσένα.
Θέλω τ᾿ ἀνήμερο καπρί, τ᾿ ἀρκούδι, τὸ πλατόνι,
καθημερνή μου κι ἀκριβὴ νὰ τἄχω συντροφιά μου.
Κάθε βραδούλα, κάθε αὐγή, θέλω τὸ κρύο τ᾿ ἀγέρι
νἄρχεται ἀπὸ τὴν λαγκαδιά, σὰν μάνα, σὰν ἀδέρφι
νὰ μοῦ χαϊδεύει τὰ μαλλιὰ καὶ τ᾿ ἀνοιχτά μου στήθη.

Θέλω ἡ βρυσούλα, ἡ ρεματιά, παλιὲς γλυκές μου ἀγάπες
νὰ μοῦ προσφέρνουν γιατρικὸ τ᾿ ἀθάνατα νερά τους.
Θέλω τοῦ λόγγου τὰ πουλιὰ μὲ τὸν κελαϊδισμό τους
νὰ μὲ κοιμίζουν τὸ βραδύ, νὰ μὲ ξυπνοῦν τὸ τάχυ.
Καὶ θέλω νἄχω στρῶμα μου, νἄχω καὶ σκέπασμά μου
τὸ καλοκαίρι τὰ κλαδιὰ καὶ τὸν χειμώ᾿ τὰ χιόνια.

Κλωνάρια ἀπ᾿ ἀγριοπρίναρα, φουρκάλες ἀπὸ ἐλάτια
θέλω νὰ στρώνω στοιβανιὲς κι ἀπάνου νὰ πλαγιάζω,
ν᾿ ἀκούω τὸν ἦχο τῆς βροχῆς καὶ νὰ γλυκοκοιμιέμαι.

Ἀπὸ ἡμερόδεντρον ἀητέ, θέλω νὰ τρώω βαλάνια,
θέλω νὰ τρώω τυρὶ ἀλαφιοῦ καὶ γάλα ἀπ᾿ ἄγριο γίδι.
Θέλω ν᾿ ἀκούω τριγύρω μου πεῦκα κι ὀξιὲς νὰ σκούζουν,
θέλω νὰ περπατῶ γκρεμούς, ῥαϊδιά, ψηλὰ στεφάνια,
θέλω κρεμάμενα νερὰ δεξιὰ ζερβιὰ νὰ βλέπω.
Θέλω ν᾿ ἀκούω τὰ νύχια σου νὰ τὰ τροχᾶς στὰ βράχια,
ν᾿ ἀκούω τὴν ἄγρια σου κραυγή, τὸν ἴσκιο σου νὰ βλέπω.
Θέλω, μὰ δὲν ἔχω φτερά, δὲν ἔχω κλαπατάρια,
καὶ τυραννιέμαι, καὶ πονῶ, καὶ σβυιέμαι νύχτα μέρα.

Παρακαλῶ σε, σταυραητέ, γιὰ χαμηλώσου ὀλίγο
καὶ δῶσ᾿ μου τὲς φτεροῦγες σου καὶ πάρε με μαζί σου,
πάρε με ἀπάνου στὰ βουνά, τὶ θὰ μὲ φάῃ ὁ κάμπος!

Κώστας Κρυστάλλης

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2023


Τὰ δανεικὰ
Ἐκεῖνο πού θά ἔπρεπε νά μᾶς ἀπασχολεῖ ὅλους καί πού δέν ἀπασχολεῖ κανέναν (κανέναν ἀπό τούς διανοούμενους), εἶναι πώς ζοῦμε μέ δανεικά στήν κυριολεξία, πώς δέν κερδίζουμε τή ζωή μας. Μᾶς ζοῦν. Ἄν δέν τό καταλάβομε αὐτό, δέν κάνομε τίποτα, Ἀπό ἐκεῖ πρέπει νά ἀρχίσει ὁποιαδήποτε κίνηση γιά ἐνδεχόμενη γενικότερη ἀλλαγή στήν Ἑλλάδα. Ὅσο ζοῦμε μέ δανεικά, ὅσο χρωστᾶμε στούς ἄλλους τή ζωή μας, δέν εἶναι δυνατό νά ἀλλάξομε νοοτροπία. Κανένας ἄνθρωπος πού ζεῖ μέ δανεικά δέν εἶναι τῆς προκοπῆς. Τό ἴδιο κανένας λαός ἤ κράτος. Προπαντός μέ αἰώνια δανεικά σάν ἐμᾶς· (γιατί κάποτε μπορεῖ νά παρουσιαστεῖ μεγάλη ἀνάγκη, ἄν καί μία μοναχά φορά μπορεῖ νά σημάνει κακή ἀρχή).
Πρέπει νά πληρώσομε κάποτε τά χρωστούμενα –τά χρωστουμέικα, ὅπως λέν οἱ Μανιάτες– ἤ νά βάλομε σοβαρά πλώρη γιά τήν πληρωμή τους καί νά ξαναρχίσομε ἀπό τήν ἀρχή, δίχως χρέη. Γιά νά μπορεῖ νά ἔχει ὁ λόγος μας πέραση καί ἡ ὑπογραφή μας τιμή, δηλαδή κάποια ἀξία. Πρέπει νά καταλάβομε πώς οἱ ἄλλοι δέν χρωστοῦν τίποτα νά μᾶς ζοῦν ἐμᾶς, καί πώς κάθε φορά πού προσφέρεται ἡ λύση αὐτή, νά μᾶς ζοῦν ἤ νά μᾶς δανείζουν, κάθε φορά θάβεται τό ἐνδεχόμενο νά βγοῦμε ἀπό τόν φαῦλο κύκλο στό φῶς μίας ἔντιμης καί σχετικά ἀνεξάρτητης ζωῆς (λέω σχετικά ἀνεξάρτητης, μιά καί εἴμαστε πολύ μικρό κράτος).
Δέν μποροῦμε ad infinitum νά καταναλώνομε περισσότερα ἀπό ὅσα παράγομε, νά μπάζομε περισσότερα ἀπό ὅσα βγάζομε. Πρέπει νά πουλᾶμε ἀρκετά στούς ἄλλους, ὥστε νά ἀγοράζομε ἀρκετά –αὐτά πού μᾶς χρειάζονται ἤ πού μᾶς ἐπιτρέπουν τά οἰκονομικά μας– ἀπό τούς ἄλλους. Εἶναι κακή συνήθεια τά δανεικά. Καί σχετίζεται ἄμεσα μέ τό πρόσωπο τοῦ κάθε λαοῦ, τοῦ κάθε ἀτόμου, ὅπως τό τόνισε μιά φορά ὁ Καβάφης στόν E.M. Forster.
Κάποια μέρα οἱ δανειστάδες τῆς Ἑλλάδας πού δέν παίρνουν πίσω τά λεφτά τους, ἀλλά πάντα μοναχά ἕνα ποσοστό ἀπό τό χρέος –δανειζόμαστε ἀκόμα καί γιά τούς τόκους ἀπό τά δάνεια– μπορεῖ νά μᾶς ποῦν (ἄν καί αὐτό εἶναι ἀμφίβολο –γιά ἄλλους πάλι λόγους) πώς πρέπει νά σταματήσει αὐτή ἡ ὡραία μηχανή καί πώς νά φροντίσομε ἐμεῖς γιά τή σωτηρία μας (ὅπως καί πρέπει νά φροντίσομε). Ἐμεῖς δέν χρειάζεται νά περιμένομε τούς δανειστάδες νά μᾶς τό ποῦν αὐτό (αὐτοί ἔχουν τό χαβά τους). Πρέπει ἐμεῖς νά τό διακηρύξομε ὡς ἄμεσο σκοπό μας, διαφορετικά θά πηγαίνομε στόν φοῦντο. Ἡ σωτηρία μας θά γίνει ἀπό ἐμᾶς, δέ θά γίνει ἀπό τούς ἄλλους. Ἄν ποτέ γίνει.

Ζήσιμος Λορεντζᾶτος

Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2023



Χριστούγεννα
Στὴ γωνιά μας κόκκινο
τ᾿ ἀναμμένο τζάκι.
Τοῦφες χιόνι πέφτουνε
στὸ παραθυράκι.
Ὅλο ἀπόψε ξάγρυπνο
μένει τὸ χωριό,
καὶ κτυπᾶ Χριστούγεννα
τὸ καμπαναριό.
Ἔλα, Ἐσὺ ποὺ Ἀρχάγγελοι
σ᾿ ἀνυμνοῦνε ἀπόψε,
πάρε ἀπὸ τὴν πίττα μας,
ποὺ εὐωδιᾶ καὶ κόψε.
Ἔλα, κι ἡ γωνίτσα μας
καρτερεῖ νὰ ῾ρθεῖς.
Σοὔστρωσα, Χριστούλη μου,
γιὰ νὰ ζεσταθεῖς.
Στέλιος Σπεράντσας

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023


Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο
Αὐτὲς τὶς ἡμέρες ὁ ὀρθόδοξος χριστιανικὸς κόσμος καλεῖται νὰ γιορτάσει ἢ μᾶλλον νὰ ζήσει ἀληθινὰ τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς σωτηρίας καὶ τῆς λυτρώσεως τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῦ κόσμου ἀπὸ τὰ δεινὰ τῶν κακῶν καὶ τοῦ διαβόλου. Καλεῖται νὰ δεχθεῖ τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας καὶ νὰ γεμίσει θεία χάρη καὶ εὐλογία.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς καλοῦν νὰ ἀνοίξουμε τὰ μάτια τῆς καρδιᾶς καὶ νὰ μελετήσουμε τὸ μεγάλο αὐτὸ μυστήριο, ποὺ κυριολεκτικὰ ἄλλαξε τὴ μορφὴ τοῦ κόσμου.
Ποιὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου; Ὅλη ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων, γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου περιέχεται στὴ φράση τοῦ Μεγ. Ἀθανασίου : «Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο, ἵνα τὸν ἄνθρωπον δεκτικὸν θεότητος ποιήσῃ». Ὁ Χριστὸς δὲν ἦρθε στὴ γῆ, γιὰ νὰ μᾶς φέρει ἁπλὰ μιὰ νέα διδασκαλία, ἀλλὰ νὰ μεταδώσει σὲ μᾶς τὴ θεία ζωή, τὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Νὰ μᾶς κάνει μετόχους θείας Ζωῆς κατὰ χάρη. Ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος Θεὸς κατὰ χάρη. Αὐτὸ εἶναι τὸ κεντρικὸ καὶ οὐσιῶδες νόημα τῆς μεγάλης αὐτῆς καὶ σημαντικῆς γιορτῆς.
Πρὶν ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ὁ κόσμος ζοῦσε στὸ σκοτάδι τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς εἰδωλολατρίας μὲ φωτεινὲς ἑξαιρέσεις.
Ἡ ἀπομάκρυνση τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸν Δημιουργό του εἶχε δυσάρεστες συνέπειες στὴ ζωή του. Ὅμως ὁ Θεὸς δὲν ἐγκατέλειψε τὸ πλάσμα του. Στὸν κατάλληλο χρόνο στέλνει στὴ γῆ τὸν μονογενῆ του Υἱὸ, γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο. «Ὁ Θεὸς ἐπὶ γῆς ὤφθη καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη».
Ὁ ἀόρατος γίνεται ὁρατός, ὁ ἀπρόσιτος προσιτός, ὁ Θεὸς μαζὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Μέγα καὶ παράδοξον τὸ μυστήριον. Ἦλθε στὴ γῆ ὄχι ὅπως αὐτὸς μποροῦσε, ἀλλὰ ὅπως ἐμεῖς μπορούσαμε νὰ τὸν δοῦμε καὶ νὰ τὸν καταλάβουμε. Γι᾿ αὐτὸ ἔγινε ἄνθρωπος μὲ σάρκα γιὰ νὰ ἐπικοινωνήσει καλύτερα μὲ μᾶς.
Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος τονίζει χαρακτηριστικὰ : «Πῶς ἔγινε τοῦτο τὸ ἐκπληκτικὸ καὶ ἀξιοθαύμαστο; Ἕνεκα τῆς δικῆς Του ἀγαθότητος καὶ ὅπως ἕνας βασιλέας βγάζει τὴν βασιλικὴ στολὴ καὶ σὰν ἁπλὸς στρατιώτης ρίχνεται στὴ μάχη, γιὰ νὰ μὴ ἀναγνωρισθεῖ ἀπὸ τὸν ἐχθρὸ καὶ ἔτσι πετύχει τὴ νίκη, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς ἦρθε μὲ ἀνθρώπινη μορφή, γιὰ νὰ μὴν ἀναγνωρισθεῖ καὶ ἀποφύγει ὁ ἐχθρός τη σύγκρουση μαζί του, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴ φοβίσει τοὺς ἀνθρώπους, γιατὶ ἦρθε γιὰ νὰ τοὺς σώσει καὶ λυτρώσει».
Τελικὰ μία εἶναι ἡ οὐσιαστικὴ ἐξήγηση τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διατυπώνει πολὺ καθαρὰ αὐτὴ τὴν ἐξήγηση. «Διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην, ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς», «ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη». Μαζὶ μὲ τὸν μεγάλο Ἀπόστολο κάθε πιστὸς βλέπει πίσω ἀπὸ τὸ ἱστορικὸ καὶ κοσμοσωτήριο γεγονὸς τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου τὴν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο. Ἀγάπη ποὺ ἔφθασε μέχρι τὸ Σταυρό.
Περιμένουμε τὴ μεγάλη γιορτὴ τῆς γεννήσεως. Καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀναμένει τὴν ἀνταπόκριση τῆς δικῆς μας ἀγάπης. Μᾶς ἀγάπησε, νὰ τὸν ἀγαπήσουμε καὶ μεῖς. Νὰ τοῦ ἀνοίξουμε τὴν καρδιὰ καὶ τὴ ζωή μας. Νὰ συνδεθοῦμε μαζί του. Εἶναι ἀσφαλῶς ἡ μεγαλύτερη δωρεὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Τὰ φετεινὰ Χριστούγεννα ἂς εἶναι ἡ ἀπαρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς γεμάτη ἀπὸ τὴ Χάρη καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης

Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2023

 


Νύχτα Χριστουγεννιάτικη

Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη
λυγοῦν τὰ πόδια
καὶ προσκυνοῦν γονατιστὰ τὴ φάτνη τους
τ᾿ ἄδολα βώδια.

Κι᾿ ὁ ζευγολάτης ξάγρυπνος θωρώντας τα
σταυροκοπιέται
καὶ λέει μὲ πίστη ἀπ᾿ τῆς ψυχῆς τ᾿ ἀπόβαθα,
Χριστὸς γεννιέται!

Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη
κάποιοι ποιμένες
ξυπνοῦν ἀπὸ φωνὲς ὕμνων μεσούρανες
στὴ γῆ σταλμένες.

Κι᾿ ἀκούοντας τὰ Ὡσαννὰ ἀπ᾿ ἀγγέλων στόματα
στὸ σκόρπιο ἀέρα,
τὰ διαλαλοῦν σὲ χειμαδιὰ λιοφώτιστα
μὲ τὴ φλογέρα.

Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη
- ποιὸς δὲν τὸ ξέρει; -
τῶν Μάγων κάθε χρόνο τὰ μεσάνυχτα
λάμπει τ᾿ ἀστέρι.

Κι᾿ ὅποιος τὸ βρεῖ μέσ᾿ στ᾿ ἄλλα ἀστέρια ἀνάμεσα
καὶ δὲν τὸ χάσει
σὲ μιὰ ἄλλη Βηθλεὲμ ἀκολουθῶντας το
μπορεῖ νὰ φτάσει.

Γεώργιος Δροσίνης

Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2023


Χριστούγεννα στὸ μέτωπο
Ἐβέσντα, 24 Δεκεμβρίου 1940
Ἡ ἐκκλησία ἦτο ἕνας σταῦλος καὶ ἡ θεία λειτουργία ἐγένετο σὰν παραμονὴ Χριστουγέννων ἐντός τοῦ σταύλου. Ἡ Ἁγία Τράπεζα, ἀποτελεῖτο ἀπὸ μίαν κάσσαν, τὰ δὲ κηροπήγια ἦσαν μία λάμπα ἐκστρατείας, δύο κηρία καὶ ἕνα λυχνάρι. Ἡ δὲ πρόθεσις ἀπὸ ἕνα τραπεζάκι καὶ ἕνα κερί. Ἡ θεία λειτουργία ἦτο σύντομος, καλλίφωνοι δὲ ψάλται (στρατιῶται) ἔψαλον. Μετὰ τὸ τέλος τῆς θείας λειτουργίας, ἐκοινώνησα, ἀξιωθεὶς πρὸς τοῦτο τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Μετὰ τὸ τέλος τῆς θείας λειτουργίας καὶ πρὶν ἀκόμα μεταλάβουν οἱ ἄνδρες ὅλοι, ἕνας στρατιώτης, νομίσας ὅτι ἐτελείωσεν ἡ θεία λειτουργία ἤ δὲν θὰ ἐγνώριζεν ὅτι θὰ ἐτελεῖτο εἰς τὸν σταῦλον λειτουργία, ἔφερεν δύο ἡμιόνους διὰ νὰ τοὺς βάλει εἰς τὸν σταῦλον. Ἀλλὰ κατόπιν συστάσεως, ἀνέμενεν ἔξω τοῦ σταύλου, προσωρινῶς, μέχρις ὅτου τελειώσει τὸ ἔργον τοῦ ἱερέως.
Εὐαγγελίας Γεωργ. Κουτσοδόντη, Τὸ ἡμερολόγιο ἑνὸς στρατιώτου
*****
Ὕψωμα Μάλι Σπάτ, 24 Δεκεμβρίου 1940
Ὁ τραγικὸς σύντροφος τῆς βραδυᾶς, Ἔφεδρος Ἀνθυπολοχαγὸς Γιάννης Δούβρης, ἡ λεπτὴ κι εὐγενικιὰ αὐτὴ φυσιογνωμία, κάνει τὶς ἴδιες σκέψεις. Μέσα στὸν πυρετὸ ποὺ τὸν καίει, δύο μέρες τώρα, νοιώθει τὴν ψυχολογικὴ κατάστασι στὴν ὁποία βρίσκομαι. Θέλει κι αὐτὸς νὰ ξεσπάσει. Μὲ τὴν ἀδύνατη καὶ γλυκειὰ φωνὴ του ἀρχίζει νὰ ψέλνει τὸ τροπάρι «Ἡ Γέννησίς Σου Χριστέ». Μὲ βραχνιασμένη φωνὴ τὸν ἀκολουθῶ. Τὸ ψέλνουμε τρεῖς φορὲς κι’ ἔπειτα ἄλλες τρεῖς τὸ «Ἡ Παρθένος σήμερον». Κλαίω καὶ ψέλνω μαζί. Τὰ καυτερὰ δάκρυα διατρέχουν τὸ πρόσωπό μου κι’ αἰσθάνομαι τὸ ζεστὸ μονοπάτι ποὺ ἀκολουθοῦν ἐπάνω σ’ αὐτό.
Σὲ κάποια στιγμὴ ἀκοῦμε ψαλμωδία.
Οἱ στρατιῶτες θαμένοι κάτω ἀπὸ τὰ χιονισμένα ἀντίσκηνα, ἀρχίζουν νὰ ψέλνουν ὁμαδικὰ καὶ ἡ φωνή τους, ἡ τραγικὴ αὐτὴ ἐπίκλησις πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα, ἀνακατεύεται μὲ τὸν ἀέρα καὶ τὴ βροχὴ καὶ διασκορπίζεται ἀνάμεσα στὰ ἄξενα καὶ ἄγονα Ἀλβανικὰ βουνά…
Ντίνου Π. Μαγγιοράκου, Τὸ Ξεκίνημα τῆς Νίκης, Ἡμερολόγιο ἀπὸ τὸν πόλεμο 40-41
*****
Πιτσάρι, 25 Δεκεμβρίου 1940
Ἐξακολουθεῖ νὰ ρίχνη χαλάζι καὶ νὰ πέφτουν ἄφθονες κανονιές. Σήμερα μετὰ μεγάλης μου χαρᾶς γιὰ δῶρο Χριστουγέννων ἐπῆρα τὰ πρῶτα γράμματα, 28 τὸν ἀριθμόν, ὅλα δηλαδὴ τὰ καθυστερούμενα. Ἐκάθισα καὶ τὰ ἐδιάβασα ὅλα καὶ ἀμέσως σᾶς ἔγραψα. Ἀπὸ τὸν λόχο μᾶς ἔδωσαν μισὴ κουραμάνα καὶ ὀλίγον τυρί. Εἰς τὴν καλύβα ὅμως ἐβράσαμε τὸ ἄλλο ἀρνὶ καὶ ἐφάγαμε ὅλοι μαζί. Ἔτσι πᾶνε καὶ τὰ Χριστούγεννα.
Στέλιου Ι. Τζιρόπουλου, Ἡμερολόγιον ἀπὸ τὸν πόλεμο τοῦ 1940

Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2023

 


Χριστούγεννα

Ὄξω πέφτει ἀδιάκοπα καὶ πυκνὸ τὸ χιόνι,
κρύα καὶ κατασκότεινη κι ἀγριωπὴ ἡ νυχτιά.
Εἶναι ἡ στέγη ὁλόλευκη, γέρνουν ἄσπροι κλῶνοι,
μὲς τὸ τζάκι ἀπόμερα ξεψυχᾶ ἡ φωτιά...

Τρέμει στὰ εἰκονίσματα τὸ καντήλι πλάγι
καὶ φωτάει στὴ σκυθρωπή, στὴ θαμπὴ ἐμορφιά.
Νὰ ἡ φάτνη, οἱ ἄγγελοι κι ὁ Χριστὸς κι οἱ Μάγοι
καὶ τὸ ἀστέρι ὁλόλαμπρο μὲς στὴ συννεφιά!

Κι οἱ ποιμένες, ποὺ ἔρχονται γύρω ἀπὸ τὴ στάνη
κι ἡ μητέρα τοῦ Χριστοῦ στὸ Χριστὸ μπροστά.
Τὸ μικρὸ τὸ εἰκόνισμα ὅλ᾿ αὐτὰ τὰ φτάνει,
μαζεμένα ὅλα μαζὶ καὶ σφιχτὰ-σφιχτά.

Πέφτει ἀκόμη ἀδιάκοπο κι ἄφθονο τὸ χιόνι,
ὅλα ξημερώνονται μ᾿ ἄσπρη φορεσιὰ
στὸν ἀγέρα ἀντιλαλοῦν τοῦ σημάντρου οἱ τόνοι,
κάτασπρη, γιορτάσιμη λάμπει ἡ ἐκκλησιά...

Τέλλος Ἄγρας

Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2023


Χριστούγεννα
Καταβήσεται ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον καὶ ὡσεὶ σταγὼν ἡ στάζουσα ἐπὶ τὴν γῆν. Ἀνατελεῖ ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ δικαιοσύνη καὶ πλῆθος εἰρήνης ἕως οὗ ἀνταναιρεθῇ ἡ σελήνη. Καὶ κατακυριεύσει ἀπὸ θαλάσσης ἕως θαλάσσης καὶ ἀπὸ ποταμοῦ ἕως περάτων τῆς οἰκουμένης. Ἐνώπιον αὐτοῦ προπεσοῦνται Αἰθίοπες καὶ οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ χοῦν λείξουσι. 
Βασιλεῖς Θαρσεῖς καὶ νῆσοι δῶρα προσοίσουσι· Βασιλεῖς Ἀράβων καὶ Σαβᾶ δῶρα προσάξουσι· Καὶ προσκυνήσουσιν αὐτῷ πάντες οἱ Βασιλεῖς τῆς γῆς, πάντα τὰ Ἔθνη δουλεύσουσιν αὐτῷ. Ὅτι ἐρρύσατο πτωχὸν ἐκ δυνάστου καὶ πένητα ᾧ οὐχ ὑπῆρχε βοηθὸς. Φείσεται πτωχοῦ καὶ πένητος καὶ ψυχὰς πενήτων σώσει. Ἐκ τόκου καὶ ἐξ ἀδικίας λυτρώσεται τὰς ψυχὰς αὐτῶν καὶ ἔντιμον τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐνώπιον αὐτῶν. Καὶ ζήσεται, καὶ δοθήσεται αὐτῷ ἐκ τοῦ χρυσίου τῆς Ἀραβίας, καὶ προσεύξονται περὶ αὐτοῦ διὰ παντὸς· ὅλην τὴν ἡμέραν εὐλογήσουσιν αὐτὸν.
Ψαλμὸς 71ος

Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου 2023

 


Ἕνας χριστιανισμὸς στὰ μέτρα μας

Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τῆς βρεφικῆς ἡλικίας σιγά σιγά παύει νά μεγαλώνει μέ τόν Θεό. Ἀλλιῶς διαπαιδαγωγοῦνται τά παιδιά σήμερα. Δέν παιδαγωγοῦνται ἐν Θεῶ. Δέν ὡριμάζει ὁ ἄνθρωπος ὡς θεανθρώπινη προσωπικότητα. Ἀκόμα καί αὐτοί οἱ χριστιανοί συχνά φτιάχνουν ἕναν χριστιανισμό στά μέτρα τους.

Ζεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν κόσμο καί παραδέχεται τήν Ἐκκλησία. Παραδέχεται τήν Ἐκκλησία καί ζεῖ τόν κόσμο. Ἔχει κοινή ζωή καί ἐκτιμᾶ τήν ἐκκλησιαστική ζωή. Ἐκτιμᾶ τήν ἐκκλησιαστική ζωή καί ζεῖ κοινή ζωή. Αὐτός εἶναι ὁ πεπτωκός ἄνθρωπος! Γι’ αὐτό καί ἡ Θ.Λειτουργία, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, ἁπλῶς καλλωπίζει τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά δέν… τήν γεμίζει. Δέν εἶναι ἐκκλησιαστική ζωή. Ἡ διασπάθιση τοῦ χρόνου καί οἱ μέριμνες ἐπιφέρουν τόν ἐξοβελισμό τῆς λατρευτικῆς ἐμπειρίας.

Ποιός πηγαίνει στόν Ἑσπερινό, στόν Ὄρθρο; Πόσοι κάνουν Ἀπόδειπνο; Ποιοί γνωρίζουν τίς ἀκολουθίες μας; Ποιοί ἀκούουν κανόνες τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ πλοῦτος τῶν ἀκολουθιῶν παραχωρεῖται, σπρώχνεται σέ κάποια γωνία. Θεωρεῖται ἀρκετό μόνο ἡ Θεία Λειτουργία – μάλιστα ὄχι καί ὁλόκληρη ἡ ἀκρόασή της – ὡς ἕνα ἑβδομαδιαῖο ἱερό θέαμα καί ἀκρόαμα.

Οἱ πιστοί μας ἀναπαύονται μέ τήν παρουσία τους στήν Ἐκκλησία, μερικοί δέ προσθέτοντες καί τήν Θεία Κοινωνία νομίζουν ὅτι εἶναι καλύτεροι ἀπό ὅσους μόνο παρίστανται. Ἔτσι ὅμως ἡ Λειτουργία δέν μᾶς τρέφει, δέν μᾶς ἀλλοιώνει, δέν μᾶς ἀνεβάζει σέ θεία βιώματα.

Πιστεύομε στήν ἁγιότητα καί τήν Θεία ἐπιφάνεια, ἀλλά δέν ἐννοοῦμε τήν ἁγιότητα ὡς προσωπική μας μέθεξη καί ἰδιότητα καί ἐνώπιον τῆς θείας ἐπιφανείας δέν διατιθέμεθα «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδίας», γιά νά γίνουμε ἐμεῖς ἅγιοι.

Γέρων Αἰμιλιανὸς Σιμωνοπετρίτης

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2023

 

Πρὸς τοὺς νέους

Ἀλλὰ ἂς κάνουμε πάλι πίσω, σὲ ὅ,τι ἔλεγα στὴν ἀρχή. Στὸ ὅτι δηλαδὴ δὲν πρέπει νὰ τὰ ἀφομοιώνουμε ὅλα χωρὶς διάκριση, ἄλλα μονάχα ὅσα ὠφελοῦν. Διότι εἶναι ντροπή, νὰ ἀπωθοῦμε τὶς βλαβερὲς τροφές, ἐνῷ στὰ μαθήματα, ποὺ εἶναι ἡ τροφὴ τῆς ψυχῆς, νὰ μὴ δίνουμε καμιὰ σημασία, ἀλλὰ νὰ τὰ παίρνουμε καὶ νὰ τὰ καταπίνουμε σὰν τὸ ὁρμητικὸ ποτάμι. Ὁ καπετάνιος δὲν παρατᾶ τὸ καράβι του ὅπως λάχει στοὺς ἀνέμους, ἀλλὰ τὸ κατευθύνει πρὸς τὸ λιμάνι. Ὁ τοξότης σκοπεύει τὸν στόχο του. Ὁ χαλκιὰς κι ὁ χτίστης ἐργάζονται σύμφωνα μὲ τὸν προσανατολισμὸ καὶ σχεδιασμὸ τῆς ἐργασίας τους. Ἐμεῖς εἴμαστε τάχα κατώτεροι ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἐπαγγελματίες τουλάχιστο στὸ νὰ ξεχωρίζουμε τὸ συμφέρον μας; Ὅπως ὁ ἐπαγγελματίας ἔχει ἕνα στόχο στὴν ἐργασία του, ἔτσι κι ἡ ἀνθρώπινη ζωὴ ἔχει ἕνα δικό της στόχο. Καὶ σ᾿ αὐτὸν ἔχουν τὰ μάτια τοὺς ὅλοι ὅσοι δὲν θέλουν νὰ μοιάζουν μὲ ἄλογα ζῷα. Ἀλλιῶς θὰ εἴμαστε τὸ ἴδιο πρᾶγμα μὲ πλοῖα, ποὺ δὲν ἔχουν ἔρμα, τὸ τιμόνι τῆς ψυχῆς μας δὲν θὰ τὸ μεταχειρίζεται ἡ λογικὴ καὶ θὰ γυροφέρνουμε μέσα στὴ ζωὴ ἄσκοπα. Στοὺς γυμναστικοὺς ἀγῶνες καὶ στοὺς μουσικοὺς ἐπίσης διαγωνισμούς, ὅποιος λαβαίνει μέρος, ἔχει ὑπόψη του τὸ ἀντίστοιχο στεφάνι. Ὅποιος ἀθλεῖται στὴν πάλη ἢ στὸ παγκράτιο, δὲν χάνει τὸν καιρό του νὰ παίζει κιθάρα ἢ αὐλό.

Παράδειγμα ὁ χεροδύναμος ἀθλητὴς Πολυδάμας, ποὺ πρὶν κατεβεῖ στοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες, ἀναχαίτιζε καταμεσὶς τοῦ δρόμου τὰ ἅρματα ποὺ ἔτρεχαν καὶ μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο δυνάμωνε τοὺς μῦς του. Ἐπίσης ὁ Μίλων ὁ Κροτωνιάτης δὲν μετατοπιζόταν ἔξω ἀπὸ τὸ ἀλειμμένο σκουτάρι κι ἀντιστεκόταν στὸ σπρώξιμο ὅπως τὰ κολλημένα μὲ μολύβι ἀγάλματα. Μ᾿ ἕνα λόγο, γυμνάζονταν γιὰ νὰ εἶναι ἕτοιμοι στὰ ἀγωνίσματά τους. Ἂς ὑποθέσουμε ὅμως ὅτι τοὺς ἔτρωγε ἡ περιέργεια κι ἄφηναν τὸν κουρνιαχτὸ τῶν γυμναστηρίων γιὰ τὶς μελῳδίες τοῦ Μαρσύα, τοῦ αὐλητῆ ἀπὸ τὴ Φρυγία, καὶ τοῦ μαθητῆ του, τοῦ Ὄλυμπου. Τί θὰ συνέβαινε τότε; Θὰ κέρδιζαν τὸν κότινο; Θὰ δοξάζονταν; Θὰ προκαλοῦσαν τὸν θαυμασμὸ μὲ τὴν σωματική τους ἀλκή; Ἀλλὰ οὔτε κι ὁ Τιμόθεος, ὁ περίφημος αὐλητὴς ἀπὸ τὴ Θήβα, παράτησε τὴ μουσικὴ γιὰ νὰ χάνει τὸν καιρό του στὶς παλαῖστρες. Διότι ἂν ἔκανε κάτι τέτοιο, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς ξεπεράσει ὅλους στὴν τέχνη τῶν ἤχων καὶ νὰ ἔχει τέτοια ἱκανότητα σ᾿ αὐτήν, ὥστε, ἀνάλογα μὲ τὸ κέφι του, ἄλλοτε οἰστρηλατοῦσε τὴν ψυχὴ μὲ τὴ σοβαρὴ κι αὐστηρὴ ἁρμονία κι ἄλλοτε, γλυκαίνοντας τοὺς τόνους, τὴ χαλάρωνε καὶ τὴν ἐπράϋνε. Χάρη στὴν τέχνη του, καθὼς λένε, ἀκόμα καὶ τὸν Μέγα Ἀλέξανδρο, παίζοντας ἕνα φρυγικὸ μέλος, τὸν ἔκανε νὰ πεταχτεῖ ἀπὸ τὸ τραπέζι σὲ πολεμικὸ συναγερμὸ κι ὕστερα τὸν ξανάφερε ἀνάμεσα στοὺς συνδαιτημόνες του, ἁπαλαίνοντας τὸ μουσικό του παίξιμο. Τόση εἶναι ἡ δύναμη καὶ στὴ μουσικὴ καὶ στὸν ἀθλητισμό, ποὺ δίνει ἡ προσαρμοσμένη στὸν σκοπό της ἄσκηση.

Καὶ μιὰ ποὺ ὁ λόγος γιὰ στεφάνια κι ἀθλητές. Τί τραβοῦν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι! Αὐξαίνουν τὴ δύναμή τους μὲ πολὺ ἱδρώτα καὶ κόπους στὰ γυμναστήρια. Ὁ προπονητής τους ἀκόμα καὶ ξύλο τοὺς δίνει. Ἡ δίαιτά τους δὲν εἶναι καθόλου ζηλευτή. Εἶναι ἡ γνωστὴ τῶν γυμναστῶν. Κι ἀπὸ κάθε ἄλλη ἄποψη -γιὰ νὰ μὴ μακρηγορήσουμε- περνοῦν ζωὴ δύσκολη, ποὺ εἶναι προετοιμασία γιὰ τὸν ἀγώνα. Κι ἀφοῦ ἔτσι ἑτοιμασθοῦν, τότε μπαίνουν γυμνοὶ στὸ στάδιο καὶ περνοῦν ὅλους τοὺς κόπους καὶ τὶς λαχτάρες, γιὰ νὰ κερδίσουν ἕνα στεφάνι ἀπὸ ταπεινὸ χορτάρι καὶ νὰ ἀναγορευθοῦν νικητές. Κι ἐμεῖς, τώρα, ποὺ περιμένουμε τόσο θαυμαστὰ στὸν ἀριθμὸ καὶ στὴν ἀξία στεφάνια, ἀπερίγραπτα μὲ λέξεις, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ πετύχουμε μὲ ἡμίμετρα, μὲ μαλθακὴ ζωή, μὲ ἔλλειψη περιορισμῶν; Ἂν ἦταν ἔτσι, ἡ ἀμεριμνησία θὰ ἦταν πολύτιμο πρᾶγμα στὴ ζωή.

Ὁ Σαρδανάπαλος, ὁ Ἀσσύριος ἐκεῖνος βασιλιάς, ποὺ ἦταν ὀνομαστὸς γιὰ τὴν τρυφηλὴ ζωή του, θὰ ἔπρεπε νὰ ἦταν ὁ πιὸ εὐτυχισμένος ἄνθρωπος. Ἐπίσης ὁ Μαργίτης, ποὺ καθὼς ἀναφέρει ἕνα ποίημα ἀποδινόμενο στὸν Ὅμηρο, δὲν ἦταν ἱκανὸς οὔτε νὰ ὀργώνει οὔτε νὰ σκάβει οὔτε τίποτε ἄλλο παρόμοιο νὰ κάνει. Ἀλλὰ ἂς κοιτάξουμε μήπως εἶναι μεγάλη ἀλήθεια αὐτὸ ποὺ εἶπε ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑφτὰ σοφούς, ὁ Πιττακός, ὅτι τὸ νὰ γίνει κανεὶς καλὸς ἄνθρωπος εἶναι δύσκολο πράγμα. Πραγματικά, θ᾿ ἀποκτήσουμε μὲ πολλοὺς κόπους τὰ ἀγαθά, πού, καθὼς προείπαμε, τίποτε τὸ ἀνθρώπινο δὲν τοὺς μοιάζει. Δὲν πρέπει, λοιπόν, νὰ εἴμαστε ἀμελεῖς καὶ μὲ λιγόχρονη ἀκηδία νὰ χάσουμε τὶς ἐλπίδες πολὺ ἀκριβῶν πραγμάτων. Ἔτσι, θὰ ἦταν σὰν νὰ θέλουμε νὰ τιμωρηθοῦμε καὶ σ᾿ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο, πρᾶγμα πολὺ βαρὺ γιὰ κάθε συνετὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ καὶ στὰ κριτήρια, ποὺ ὑπάρχουν, εἴτε κάτω ἀπὸ τὴ γῆ, εἴτε ὁπουδήποτε ἀλλοῦ τοῦ σύμπαντος. Διότι, ὅποιος χωρὶς νὰ θέλει δὲν ἐξεπλήρωσε τὸ καθῆκον του, ἴσως συγχωρηθῇ κάπως ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀλλὰ ὅποιος διάλεξε συνειδητὰ τὸ κακό, εἶναι ἐντελῶς ἀδικαιολόγητος καὶ θὰ τιμωρηθεῖ ἀπανωτά.

Μέγας Βασίλειος

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

 


Ἐκκλησιαζόμενοι

Μὲ λιμάνια μέσα στὸ πέλαγος μοιάζουν οἱ ναοί, ποὺ ὁ Θεὸς ἐγκατέστησε στὶς πόλεις· πνευματικὰ λιμάνια, ὅπου βρίσκουμε ἀπερίγραπτη ψυχικὴ ἠρεμία ὅσοι σ᾿ αὐτὰ καταφεύγουμε, ζαλισμένοι ἀπὸ τὴν κοσμικὴ τύρβη. Κι ὅπως ἀκριβῶς ἕνα ἀπάνεμο κι ἀκύμαντο λιμάνι προσφέρει ἀσφάλεια στὰ ἀραγμένα πλοῖα, ἔτσι καὶ ὁ ναὸς σῴζει ἀπὸ τὴν τρικυμία τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν ὅσους σ᾿ αὐτὸν προστρέχουν καὶ ἀξιώνει τοὺς πιστοὺς νὰ στέκονται μὲ ἀσφάλεια καὶ ν᾿ ἀκοῦνε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ γαλήνη πολλή.

Ὁ ναὸς εἶναι θεμέλιο τῆς ἀρετῆς καὶ σχολεῖο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Πάτησε στὰ πρόθυρά του μόνο, ὁποιαδήποτε ὥρα, κι ἀμέσως θὰ ξεχάσεις τὶς καθημερινὲς φροντίδες. Πέρασε μέσα, καὶ μία αὔρα πνευματικὴ θὰ περικυκλώσει τὴν ψυχή σου. Αὐτὴ ἡ ἡσυχία προξενεῖ δέος καὶ διδάσκει τὴ χριστιανικὴ ζωὴ· ἀνορθώνει τὸ φρόνημα καὶ δὲν σὲ ἀφήνει νὰ θυμᾶσαι τὰ παρόντα· σὲ μεταφέρει ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό.

Κι ἂν τόσο μεγάλο εἶναι τὸ κέρδος ὅταν δὲν γίνεται λατρευτικὴ σύναξη, σκέψου, ὅταν τελεῖται ἡ Λειτουργία καὶ οἱ προφῆτες διδάσκουν, οἱ ἀπόστολοι κηρύσσουν τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Χριστὸς βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ὁ Θεὸς Πατέρας δέχεται τὴν τελούμενη θυσία, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χορηγεῖ τὴ δική Του ἀγαλλίαση, τότε λοιπόν, μὲ πόση ὠφέλεια πλημμυρισμένοι δὲν φεύγουν ἀπὸ τὸ ναὸ οἱ ἐκκλησιαζόμενοι;

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2023



Ὁ μεγάλος ζωγράφος τῶν ταπεινῶν
Ὁ Ἀλέξαντρος Παπαδιαμάντης, ποιητὴς μὲ τὸν πεζὸ τὸ λόγο, καὶ κάποτε, μὰ πολὺ σπάνια, μὲ τὸ στίχο, ἕνας ἀπὸ τοὺς ξεχωριστοὺς ἁρμονικοὺς ἀντιπροσώπους τῆς νέας καὶ ἄμουσης ἀκόμα σὲ πολλὰ ἑλληνικῆς ψυχῆς. Μέσα στὸ ἔργο του, τὸ ἁπλὸ καὶ τὸ ἀστόχαστο, ποὺ συνεχίζει καὶ τελειώνει τὴ βυζαντινὴ παράδοση σὲ κάποια της σημαντικὰ στοιχεῖα, καὶ στὰ καλὰ καὶ στὰ πονηρά, ἀκόμα καὶ μὲ τὰ νεκρὰ τῆς γλώσσας καὶ τοῦ ὕφους, τὰ σπαρμένα μέσα ἐκεῖ καὶ κρατημένα μὲ κάποιο πεῖσμα καὶ μὲ κάποια ἀντίσταση καὶ μὲ ὅλη τὴν ἐπιμονὴ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ἀναθρεμμένου καλογερικά, μὲ τὴ μνήμη του καὶ μὲ τὴν καρδιὰ του γιομάτη ἀπὸ βιβλικὰ ρητὰ καὶ λειτουργικὰ τροπάρια. Ἐξακολουθεῖ καὶ συμπληρώνει τὴ βυζαντινὴ παράδοση μὲ κάτι τί μονότροπο καὶ σχεδὸν ἀκίνητο, μὲ κάποια χάρη καὶ συγκρατημὸ καὶ ἀφέλεια καὶ σοβαρότητα ποὺ δὲν τῆς λείπει τὸ χαμόγελο, καὶ μὲ θρησκευτικότητα ποὺ δὲν τῆς ἀπολείπει ὁλότελα καὶ ἡ ἔγνοια τοῦ κοσμικοῦ· μὲ τρόπους καὶ μὲ θέματα, μὲ σκήματα καὶ μὲ μικρογραφήματα, μὲ ἱστορίες καὶ μὲ ζωγραφιὲς ποὺ θυμίζουν κάποιες «μινιατοῦρες» τῶν πατέρων μας μέσα στὰ Βαγγέλια καὶ στὰ προσευκητάρια, ὅ,τι πιὸ δέξιο καὶ ὅ,τι πιὸ λεπτότερο ἔχει νὰ δείξη ἡ βυζαντινὴ τέχνη κάθε φορὰ ποὺ μὲ λιγοστὰ μέσα κατορθώνει πολλὰ καὶ συγκινεῖ δυνατά· πιὸ κοντά, στ' ἀποτελέσματα τοῦτα, μὲ τὴν κλασικὴ τέχνη, μὲ τὴν ἀρχαία τὴν ὀμορφιά.
Τὸ ἔργο τοῦτο εἶναι μαζὶ δροσολογημένο ἀπὸ τὸ γλυκοχάραμα τῶν νέων καιρῶν. Ὁ καλόγερος ποιητής, σκεδιάζοντας συχνὰ πυκνὰ «τὰ γερὰ ἑλληνικὰ» τοῦ σκολειοῦ του γιὰ νὰ διαβαστῆ ἀπὸ τοὺς, σὰν ἐκεῖνον, γραμματισμένους, καθὼς φαντάζεται, καὶ διαβασμένους ἀναγνῶστες του, ὁ ποιητὴς αὐτὸς εἶναι διπρόσωπος.
Μὲ τὴν ψυχὴ του τὴν ἄλλη, ποὺ δὲν εἶναι ξεραμένη ἀπὸ τοῦ σκολειοῦ τὴν παράδοση, βλέπει, κουβεντιάζει, ἀνασταίνει, χρωματίζει, κάνει μουσικὴ τὴ σκέψη του, ἀνοίγει τὰ παράθυρα τοῦ σπιτιοῦ του γιὰ νἄμπη καθαρὸ μέσα του τὸ ἑλληνικὸ τὸ φῶς, ὁ ἑλληνικὸς ὁ ἀέρας, ἀνοίγει διάπλατες τὶς πόρτες του, γιὰ νὰ μπῆ μέσα στὸ σπίτι του καὶ νὰ καθήσῃ καὶ νὰ μιλήσῃ καὶ νὰ κλάψῃ καὶ νὰ χορέψῃ καὶ νὰ ζωγραφιστῇ καὶ νὰ ζήσῃ διαλεμένη, ξεκαθαρισμένη, μὰ πάντα, χωρὶς πόζα, χωρὶς ρητορική, χωρὶς καμιὰν ἔγνοια νὰ φαντάξῃ καὶ νὰ δειχτῇ, καὶ γιὰ τοῦτο σημαντικώτερη καὶ ἀληθινώτερη, ἁπαλὴ κι εὐγενικὴ πάντα κι ἐκεῖ ποὺ σὰν πρόστυχη φέρνεται κι ἐκεῖ ποὺ σὰν ἀκάθαρτη ξεμυτίζει, ἡ Ρωμιοσύνη κάποιων τόπων μας, μέσα στὰ νησιά μας, στὶς ἥμερες ἀκρογιαλιές μας, στὰ ζωγραφισμένα μας βουνά, στὰ ζαφειρένια μας κύματα, στὰ πρασινισμένα μας τὰ καλύβια, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἄνθρωποι φτωχοὶ καὶ λαϊκοὶ καὶ ἀκέριοι καὶ ἁγνοὶ καὶ παραστατικοὶ μέσα στὰ πάθη τους, στὶς ἀγάπες τους, στὰ γλέντια τους καὶ στὰ μεθύσια τους, στὸ σάλεμα καὶ στὴν ἀκινησία τους, στὴν ταπεινότητα καὶ στὴ μικρότητά τους.
Ὁ Παπαδιαμάντης ὁ μεγάλος ζωγράφος τῶν ταπεινῶν. Ὁ ἱστοριστὴς τῶν Θαλασσινῶν Εἰδυλλίων, ὁ ἀπέριττος καὶ ἀσκημάτιστος κι ἑλκυστικὸς κι εὐκολοδιάβαστος καὶ ξεχωριστὸς ἀκόμα κι ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία του πρὸς τὸ τεχνικὸ τὸ ξετύλιμα τῶν ἱστοριῶν του, πρὸς ὅ,τι ὀνομάζεται συμμετρία καὶ σύνθεση. Ἁπαλὸς καὶ ἀφρόντιστος αὐτοσπουδαστής, ποὺ τραγουδᾶ πιὸ πολὺ καὶ ποὺ δημοσιογραφεῖ, παρὰ ποὺ χτίζει καὶ ποὺ καλλιτεχνεῖ τὶς ἱστορίες του· κάτι τί ἀντίθετο πρὸς τὸν ἄλλον του τὸν ὁμότεχνο καὶ τὸν ἀντίμαχο, πρὸς τὸν Καρκαβίτσα, τὸν τραχύ, τὸ φροντισμένο, τὸ δουλευτή, τὸν ἠρωικὸ δημοτικιστή, πού μας ἐπιβάλλεται μὲ τὰ στοιχεῖα τῆς δύναμης, ἐκεῖ ποὺ ὁ Παπαδιαμάντης μας κυριεύει μὲ τὰ στοιχεῖα τῆς χάρης. Μὰ μήπως ἡ δύναμη δὲν εἶναι χάρη; Καὶ μήπως ἡ χάρη δὲν κρύβει κάποια δική της δύναμη;
Τὸ ἔργο τοῦ Παπαδιαμάντη, τὸ μαζὶ ἐκκλησιαστικὸ καὶ κοσμικό, βυζαντινὸ καὶ ἀνθρώπινο, κάτι τί διδαχτικὸ καὶ κυματιστό, γελαστὸ καὶ μελαγχολικό, τὸ λυρικὸ καὶ τὸ δραματικό, τὸ δίγλωσσο καὶ δίψυχο, δείχνει, καὶ μὲ τὰ στοιχεῖα του αὐτά, ζωηρότερο, ἀπὸ ἄλλα ἔργα, τὴν κατάσταση τῆς νέας ἑλληνικῆς ψυχῆς· εἶναι κείμενο καὶ μαρτυρικὸ γιὰ τὸν ἱστορικὸ καὶ τὸ μελετητὴ τῶν πραγμάτων μας καὶ τῶν καιρῶν μας ἀσύγκριτα σπουδαιότερο ἀπὸ τὶς βουλές καὶ ἀπὸ τοὺς νόμους μας. Ἀπὸ τὸν καιρό, ἐδῶ καὶ τριάντα χρόνια, ποὺ πρόβαλε μὲ τὸ Χρῆστο Μηλιόνη καὶ μὲ τὴ Γυφτοπούλα του, ἴσα μὲ τὰ τελευταῖα του ἔργα, ὁ ποιητὴς αὐτὸς ὁ περίφημος καὶ ὁ ἀτύπωτος, ὁ χριστιανὸς καὶ ὁ ἀλκοολικός, ὁ ψάλτης τοῦ ναοῦ καὶ ὁ πιστός τῆς ταβέρνας, ὁ λατρευόμενος ἀπὸ τοὺς νέους γύρω του καὶ ὁ ἀπλησίαστος, ὁ ντυμένος σὰ ζητιάνος, καὶ ὁ ἐμπνευσμένος σὰν ἀπὸ τὴ μοσκοβολιὰ δροσερώτατων μενεξέδων, ὁ ἀκάθαρτος Παπαδιαμάντης καὶ ὁ γλυκύτατος τραγουδιστὴς τοῦ Φτωχοῦ Ἅγιου καὶ τῆς Νοσταλγοῦ, εἶδος τί Βερλαίν, μὰ πιὸ πολὺ κανονικός, μὰ λευκὸς στὴ ζωή του ὅσο δὲν ἦταν ὁ μεγάλος Φράγκος ὁμόφυλός του· ἴσα μὲ τὰ τώρα, ὁ Παπαδιαμάντης ἔζησε περιφρονημένος καὶ δοξασμένος, μοναχικὸς καὶ καταφρονητικός, ὅσιος καὶ ἀλήτης. Μὰ πάντα ἔσταζε κάποιο μέλι ἀπὸ τὰ χείλη του, καὶ τὸ κοντύλι του, ἔτσι ἄκοπα, ἄνετα, ἀπρόσεχτα, μὲ δυὸ τρεῖς μολυβιές μᾶς ἄφηνε στὸ χαρτὶ ἀξέχαστα «σκίτσα», ποὺ τὸ στόμα τους ἤθελε φιλί, καὶ τὰ μάτια τους γύρευαν ἀγάπη καὶ μᾶς τραβοῦσε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀπάνου στὰ γραμμένα του καὶ μᾶς ἀντάμωνε ἀδερφώνοντάς μας μὲ τὴ συγκίνηση καὶ μὲ τὴ συμπάθεια. Τέτοιος εἶναι ὁ τεχνίτης.
Κωστῆς Παλαμᾶς

Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2023


Τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐποχῆς μας
Κυττάξετε γύρω μας, τί κάνουνε οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι στὶς τέχνες, ποὺ ἄλλη φορὰ χαροποιούσανε καὶ ξεκουράζανε τὸν ἄνθρωπο, γι᾿ αὐτὸ κι οἱ Ἕλληνες λέγανε «τέχνη ἐστὶ τέρψις» καὶ «ἀτυχήσασι τέχνη παρηγορία». Σ᾿ αὐτὸ τὸ χάος τῆς ἀπελπισίας ποὺ κατάφερε νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀπόμεινε τίποτα ποὺ νὰ μὴν ἔχει ἀπάνω του τὴ φριχτὴ σφραγίδα τῆς τρέλλας καὶ τῆς φρίκης. Ἡ πολιτικὴ κατάσταση εἶναι μαύρη καὶ σκοτεινή, ἡ γνώση, ἡ ἐπιστήμη κι οἱ διάφορες θεωρίες τους εἶναι κι αὐτὲς σὰν βραχνάδες, τὸ ἴδιο καὶ χειρότερο εἶναι καὶ ἡ τέχνη, ποὺ ἤτανε ἡ τελευταία ἐλπίδα καὶ παρηγοριὰ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Καμαρώσετε τί «ἔργα» παρουσιάζουν οἱ «τέχνες» σήμερα. Εἶναι νὰ φράζει κανένας τὰ μάτια του.
Ὅλα αὐτὰ τὰ πασαλείμματα ἀπάνω στοὺς μουσαμάδες, ποὺ λέγουνται «ἔργα ζωγραφικῆς», ὅλα αὐτὰ τὰ παλιοσίδερα ἢ τὰ νταμαροκοτρώνια ποὺ παρουσιάζουνται γιὰ «ἔργα γλυπτικῆς» σὲ κάνουν ὄχι μονάχα νὰ ἀηδιάσεις γιὰ τὸ κατάντημά μας, ἀλλὰ καὶ νὰ θυμώσεις γιὰ τὴν ἀδιαντροπιὰ ποὺ φανερώνουν αὐτὰ τὰ τερατουργήματα. Γιατὶ ἕνα χαρακτηριστικὸ τοῦ καιροῦ μας, ποὺ ὑπάρχει μέσα σὲ ὅλα, εἶναι ἡ ἀδιαντροπιά. Μπορεῖ κανένας πολὺ σωστὰ νὰ πεῖ γιὰ τὴν ἐποχή μας πὼς εἶναι ἡ ἐποχὴ τῆς τρέλλας καὶ τῆς ἀδιαντροπιᾶς. Γιατὶ, ἂν δὲν εἶναι κανένας ἀδιάντροπος, πῶς θὰ κάνει τέτοια «ἔργα», σὰν κι αὐτὰ ποὺ εἴπαμε παραπάνω;
Ἀλλὰ καὶ τί ἄλλο ἀπὸ ἀδιαντροπιὰ φανερώνουν καὶ τὰ μὰτς μὲ τὴ θεὰ μπάλλα, ποὺ τὴν κλωτσᾶνε ἕνα σωρὸ χασομέρηδες, γιὰ νὰ διασκεδάσουνε τὶς μυριάδες «φίλαθλους», ποὺ δὲν εὑρῆκαν ἄλλο τίποτα γιὰ νὰ νιώσουν ἀγωνία καὶ χτυποκάρδι, ἀλλὰ μόνο τὴ «μπάλλα»; Καὶ γίνουνται σοβαρὰ συνέδρια γιὰ τὴ μπάλλα, μὲ ἀντιπροσωπεῖες, μὲ συζητήσεις, μὲ ἀνακοινωθέντα, μὲ δημοσιογράφους. Σὲ τέτοιο δυσθεώρητο ὕψος δὲν ἔφταξε ποτὲ ἡ ἀνοησία.
Οἱ ἄνθρωποι καταντήσανε σὰν ἄδεια κανάτια, καὶ προσπαθοῦν νὰ γεμίσουν τὸν ἑαυτό τους, ρίχνοντας μέσα ἕνα σωρὸ σκουπίδια, μπάλλες, ἐκθέσεις μὲ τερατουργήματα, ὁμιλίες καὶ ἀερολογίες, καλλιστεῖα, ποὺ μετριέται ἡ ἐμορφιὰ μὲ τὴ μεζούρα, καρνάβαλους ἠλίθιους, συλλόγους λογῆς-λογῆς μὲ γεύματα καὶ μὲ σοβαρὲς συζητήσεις γιὰ τὸν ἴσκιο τοῦ γαϊδάρου, συνδέσμους ἀφιερωμένους στοὺς ἀποθεωμένους ἄνδρας τῆς Εὐρώπης κι ἕνα σωρὸ ἄλλα τέτοια.
Αὐτή, μὲ μιὰ ματιά, εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς ἀνθρωπότητας σήμερα, ποὺ νὰ μὴν ἀβασκαθεῖ! Ποῦ νὰ βρεῖ κανένας καταφύγιο;
Ἐκείνους τοὺς λίγους ποὺ δὲν εἶναι ἐνθουσιασμένοι ἀπὸ «τὰ θαύματα τῆς ἐποχῆς μας», οἱ ἄλλοι, αὐτὴ ἡ μερμηγκιὰ ποὺ ἔκανε αὐτὸν τὸν παράδεισο καὶ ποὺ τὸν χαίρεται, τοὺς λέγει τρελλούς, ὅπως θὰ λέγανε παλαβοὺς κάποιους ἀνθρώπους μὲ σωστὰ μυαλὰ οἱ ἄρρωστοι τοῦ φρενοκομείου, βλέποντάς τους ἀνάμεσά τους.
Δόξα στὸν Θεό, ποὺ ὑπάρχει ἀκόμα κάποιο καταφύγιο γιὰ μᾶς ποὺ δὲν εἴμαστε σὲ θέση νὰ νοιώσουμε «τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐποχῆς μας». Δόξα στὸν Θεὸ ποὺ ὑπάρχουν ἀκόμα βουνά, χωράφια καὶ κάποιοι τόποι ποὺ δὲν τοὺς ἐξήρανε αὐτὴ ἡ φυλλοξήρα ποὺ λέγεται πολιτισμός.
Τράβα, λοιπόν, μακρυὰ ἀπὸ τὶς σφηγκοφωλιὲς ποὺ τὶς λένε πολιτεῖες, γιὰ νὰ γλυτώσεις ἀπὸ τὸ μαράζι, γιὰ νὰ νοιώσεις ἀπάνω σου τὴ ζωογόνα πνοὴ τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά, αὐτὸ δὲν φτάνει. Πρέπει νὰ ἔχεις μάτια ἁγνὰ γιὰ νὰ βλέπεις, αὐτιὰ ἁγνὰ γιὰ ν᾿ ἀκοῦς, καρδιὰ ἁγνὴ γιὰ νὰ αἰσθάνεσαι, κι ὄχι χαλασμένη. Γιατὶ ἀπὸ τὶς πολιτεῖες τρέχουνε γιὰ νὰ φύγουνε, ὅποτε μπορέσουνε, κι ἐκεῖνοι ποὺ καυχιοῦνται πὼς ἡ ἐποχή μας εἶναι θαυμάσια, μά, φεύγοντας ἀπὸ τὶς σφηγκοφωλιές, κουβαλᾶνε μαζί τους καὶ τὴν παραμορφωμένη ψυχή τους. Γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ νοιώθουνε τὴν ἐμορφιὰ ἑνὸς βουνοῦ, παρὰ μόνο σὰν ὀρειβάτες, μ᾿ ἄλλα λόγια δὲν νοιώθουνε τίποτα, μήτε ἕνα δέντρο εἶναι σὲ θέση νὰ χαροῦνε, μήτε τὸ μυστήριο ποὺ ἔχει τὸ κύμα, μήτε τὸ θρησκευτικὸ πανηγύρι τῶν λουλουδιῶν. Κι αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ τρέχουνε σὰν τρελλοὶ μὲ τ᾿ αὐτοκίνητα γιὰ νὰ μὴ δοῦνε τίποτα, νὰ μὴν αἰσθανθοῦνε τίποτα, νὰ μὴν ἀγαπήσουνε τίποτα. Αὐτὸ τὸ λένε «φυσιολατρία»! Ὅπως καταντήσανε τὰ πάντα, οἱ ἰδέες, οἱ τέχνες, οἱ θρησκεῖες, ἔτσι κατάντησε κι ἡ φυσιολατρία.
Ἐμεῖς ὅμως «οἱ καθυστερημένοι», περπατᾶμε καὶ χαιρόμαστε σὰν βλέπουμε ἕνα κομμάτι γαλανὸν οὐρανό, ἀνάμεσα στὰ σύννεφα, καὶ κανένα χελιδόνι ποὺ πετᾶ ἀπὸ πάνω μας καὶ ποὺ θαρρεῖς πὼς θὰ τρυπώσει μέσα στὸ γαλάζιο ἐκεῖνο παραθύρι. Νοιώθουμε τὴ μυρουδιὰ ποὺ βγάζουνε τ᾿ ἀγριολούλουδα καὶ τ᾿ ἁγιασμένα χορτάρια, καθὼς καὶ τὸ χῶμα τῆς βλογημένης γῆς μας. Ἀναστηνόμαστε ἀπὸ τ᾿ ἀγεράκι ποὺ φυσᾶ, σὰν νὰ ‘μαστε βαρυποινίτες ποὺ δραπετέψαμε ἀπὸ τὴ φυλακή, καὶ δοξάζουμε τὸν Κύριο ποὺ δὲν εἴμαστε σὲ θέση νὰ νοιώσουμε τὴν ἐξαίσια ἐποχή μας καὶ τὰ καλά της.
Φώτης Κόντογλου

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2023


Κάθε ἄνθρωπος ἔχει κάποιο χάρισμα
Ἐὰν ἔχεις φόβο Κυρίου, ἔμαθες Θεολογίαν, Ἐὰν δὲν ἔχεις φόβον Κυρίου τέχνην ἔμαθες διὰ νὰ ζήσης.
Τὸ χτίσιμο μὲ ξηροὺς λίθους δὲν εἶναι καλό. Χρειάζεται ἡ λάσπη, χρειάζεται καὶ ὁ ἀσβέστης. Ἔτσι καὶ ἡ προσευχή· χωρὶς δάκρυα δὲν εἶναι προσευχή. Χρειάζονται δάκρυα, ἀλλιῶς ὠφέλεια δὲν μένει ἀπὸ τὴν προσευχή.
Θὰ κάμης ὅ,τι ἠμπορεῖς διὰ τὰ παιδιά σου, διότι εἰς τὴν ἄλλην ζωὴν ὁ Χριστός μας θὰ σοῦ ζητήσει ἢ τὰ παιδιά σου σεσωσμένα ἢ τὶς πληγὲς στὰ γόνατά σου, ἀπὸ τὴν πολλήν σου προσευχήν. Δὲν γνωρίζουν δυστυχῶς, οἱ γονεῖς τὴν εὐθύνην τὴν ὁποίαν ἔχουν διὰ τὰ τέκνα των.
Κάθε ἄνθρωπος ἔχει κάποιο χάρισμα. Βρὲς τὸ χάρισμά του καὶ ἐπαίνεσέ τον. Χρειάζεται καὶ ὁ ἔπαινος (πρὸς τόνωσιν) καὶ ἡ καλωσύνη καὶ ἡ ἀγάπη. Τότε ὁ ἄλλος καὶ πολὺ καλὸς νὰ μὴν εἶναι, διὰ τὴν τιμήν, τὸν ἔπαινον, τὴν ἀγάπην ποὺ τοῦ ἐκδηλώνουν ἐλέγχεται καὶ γίνεται καλύτερος.
Εἰς κληρικόν: Ὅσο μπορεῖς ἀπέφευγε τὰ ἔξω. Κλείσου εἰς τὸ δωμάτιόν σου. Σφίξε τὸν νοῦ σου ν᾿ ἀνοίξῃ νὰ δῇς πνευματικὸν φῶς. Νὰ λέγης πότε νὰ φθάσεις στὸ δωμάτιόν σου καὶ νὰ κλεισθῆς. Μελέτησε, προσευχήσου. Ἂν δὲν εἶσαι ἐνισχυμένος πῶς θὰ ἐνισχύσεις ἄλλους; Καὶ ὁ κόσμος τρέχει, ζητὰ τὴν δίψα τῆς ψυχῆς νὰ ἱκανοποιήσει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν, ἀπὸ τὰ ὄργανά της, ἀπὸ τὸ ράσον! Τί θὰ δώσεις ἂν δὲν ἔχης καὶ πῶς θὰ ἔχεις ἂν δὲν ζητήσης ἀπὸ τὸν Θεόν; Νὰ κοπιάζης εἰς τὴν προσευχὴν καὶ τὴν μελέτην καὶ θὰ ἐνισχύεσαι.
Ταπείνωσιν νὰ ἔχεις. Ὅταν βρέχη τὸ νερὸ δὲν σταματᾶ εἰς τὶς κορφὲς ἢ στὰ βουνά, ἀλλὰ κάτω εἰς τὴν πεδιάδα. Οἱ ταπεινοὶ ἄνθρωποι ἔχουν χάριν, καρποφορίαν καὶ εὐλογίαν.
Εἶσαι ἱερεύς; Νὰ προσέχεις, δὲν ἀνήκεις εἰς τὸν ἑαυτόν σου. Εἶσαι σὰν μία βελόνα στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Νά ῾σαι καλός, νὰ μὴ εἶσαι σὰ τὴ σκουριασμένη βελόνα ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κάνει τὴ δουλειά της. Δία τὸν ἑαυτό σου δηλ. ἀδυναμίες, πάθη κλπ. νὰ μὴν ὑπάρχης. Τὸ ράσον, ἡ συνθήκη σου εἶναι μὲ τὸν Θεόν, νὰ σὲ συγκλονίζει καὶ νὰ λές, τί θέλει τοῦτο; Τί μοῦ λέγει τοῦτο; Ναί, ν᾿ ἀγαπῶ τὸν Θεὸν καὶ νὰ ἐργάζωμαι εἰς ὅ,τι μὲ ἔταξε.
Γέρων Ἱερώνυμος Σιμωνοπετρίτης

Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2023

 


Χρυσὸν ὑγιὸν ἐβίγλιζα

Νὰ μοῦ τὸ πάρης, Ὕπνε μου, τρεῖς βίγλαις θὰ τοῦ βάλω,
τρεῖς βίγλαις, τρεῖς βιγλάτοραις, κ’ οἱ τρεῖς ἀντρειωμένοι.
Βάλλω τὸν Ἥλιο ‘ς τὰ βουνά, τὸν ἀετὸ ‘ς τοὺς κάμπους,
τὸν κὺρ Βοριὰ τὸ δροσερὸ ἀνάμεσα πελάγου.
Ὁ Ἥλιος ἐβασίλεψεν, ὁ ἀϊτὸς ἀποκοιμήθη,
κι’ ὁ κὺρ Βοριὰς ὁ δροσερὸς ‘ς τῆς μάννας του πηγαίνει.
“Γιὲ μ ‘, ποῦ σουν χτές, ποῦ σουν προχτές, ποῦ σουν τὴν ἄλλη νύχτα;
Μήνα μὲ τάστρι μάλωνες, μήνα μὲ τὸ φεγγάρι,
μήνα μὲ τὸν αὐγερινό, ποῦ μεστ’ ἀγαπημένοι;
-Μήτε μὲ τάστρι μάλωνα, μήτε μὲ τὸ φεγγάρι,
μήτε μὲ τὸν αὐγερινό, ὀποῦ ‘στ’ ἀγαπημένοι,
χρυσὸν ὑγιὸν ἐβίγλιζα ‘ς τὴν ἀργυρή του κούνια.

Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2023



Φῶς ἱλαρὸν
Αὐτὸ εἶναι τὸ «Φῶς ἱλαρόν». Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ τό ‘βλεπα τὸ βράδυ ποὺ βασίλευε ὁ ἥλιος, ἐξωτικό, χρυσοκκόκινο, νὰ χρυσώνει τὰ σπίτια, τὰ μικρὰ τὰ βουνά, τὰ βράχια, τὰ πανιὰ τῶν καραβιῶν, σὰν νὰ ἤτανε χρυσοκαπνισμένα.
Τὸ θέαμα ἤτανε πανηγυρικό, κ’ ἔπεφτα σὲ ἔκσταση, σὰν νὰ ἐρχότανε ἐκεῖνο τὸ φῶς ἀπὸ ἕναν ἄλλον κόσμο, ἀπὸ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, κατὰ κεῖ ποὺ βασιλεύει ὁ ἥλιος.
Πόσο ποιητικὰ ἐκφράζει ὁ λαός μας τὴ μεγαλοπρέπεια ποὺ ἔχει ἐκείνη ἡ ἱερὴ ὥρα, λέγοντας πὼς ὁ ἥλιος «βασιλεύει». Ἀληθινά, ποιός βασιλιὰς ντύθηκε ποτὲ μὲ τέτοια πορφύρα; Θά ‘λεγε κανένας πὼς δὲν εἶναι ὁ ἥλιος αὐτὸς ὁ βασιλέας, ἀλλὰ ὁ Χριστός, ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων.
Φώτης Κόντογλου