Σάββατο 7 Μαΐου 2022

 


Ὁ Μικρός Πρίγκιπας (β)

Τήν ἄλλη μέρα ἦρθε πάλι ὁ μικρός πρίγκιπας.

– Θά ’ταν πιό καλά νά ἔρχεσαι πάντα τήν ἴδια ὥρα, εἶπε ἡ ἀλεποῦ. Ἄν ἔρχεσαι λόγου χάρη, στίς τέσσερις τό ἀπόγευμα, ἐγώ θ’ ἀρχίζω ἀπό τίς τρεῖς νά εἶμαι εὐτυχισμένη. Ὅσο θά περνάει ἡ ὥρα, τόσο ἐγώ θά νιώθω καί πιό εὐτυχισμένη. Στίς τέσσερις πιά, δέ θά μπορῶ νά καθίσω καί θά τρώγωμαι, θ’ ἀνακαλύψω τήν ἀξία τῆς εὐτυχίας. Ἄν ἔρχεσαι ὅμως ὅποτε καί νὰ ’ναι, δέ θά ξέρω ποτέ ποιά ὥρα νά φορέσω στήν καρδιά μου τά καλά της… Σ’ ὅλα χρειάζεται κάποια τελετή.

– Τί εἶναι τελετή; εἶπε ὁ μικρός πρίγκιπας.

– Εἶναι κι αὐτό κάτι πού πολύ παραμελήθηκε, εἶπε ἡ ἀλεποῦ. Εἶναι αὐτό πού κάνει τή μιὰ μέρα νά μή μοιάζει μέ τίς ἄλλες, τή μιὰ ὥρα μέ τίς ἄλλες ὧρες. Οἱ κυνηγοί μου, λόγου χάρη, ἔχουν μία τελετή. Κάθε Πέμπτη χορεύουν μέ τίς κοπέλες τοῦ χωριοῦ. Γι’ αὐτό ἡ Πέμπτη εἶναι θαυμάσια μέρα! Μπορῶ καί κάνω μιὰ βόλτα ὡς τ’ ἀμπέλι. Ἄν χόρευαν οἱ κυνηγοί ὅποτε καί νὰ ’ναι, ὅλες οἱ μέρες θά μοιάζαν μεταξύ τους, κι ἐγώ δέ θά εἶχα καθόλου διακοπές.

Ἔτσι ὁ μικρός πρίγκιπας ἡμέρωσε τήν ἀλεποῦ. Κι ὅταν κόντευε πιά ἡ ὥρα πού θά χωρίζανε:

– Ἄχ! εἶπε ἡ ἀλεποῦ. Κλάμα πού θά κάνω…

– Ἐσύ φταῖς, εἶπε ὁ μικρός πρίγκιπας, ἐγώ δέν ἤθελα τό κακό σου, μά ἐσύ θέλησες νά σέ ἡμερώσω…

– Ναί, σωστά, εἶπε ἡ ἀλεποῦ.

– Μά τώρα θά κλάψεις! εἶπε ὁ μικρός πρίγκιπας.

– Ναί, σωστά, εἶπε ἡ ἀλεποῦ.

– Καί τότε τί κέρδισες;

– Κέρδισα, εἶπε ἡ ἀλεποῦ, γιατί μοῦ μένει τό χρῶμα τοῦ σταριοῦ.

Ὕστερα πρόσθεσε:

– Ἄμε νά ξαναδεῖς τά τριαντάφυλλα. Θά καταλάβεις πώς τό δικό σου εἶναι τό μοναδικό στόν κόσμο. Νά περάσεις πάλι ἀπό δῶ γιά νά μ’ ἀποχαιρετήσεις κι ἐγώ θά σοῦ χαρίσω ἕνα μυστικό.

Ὁ μικρός πρίγκιπας πῆγε καί ξαναεῖδε τά τριαντάφυλλα:

– Δέ μοιάζετε καθόλου μέ τό δικό μου τριαντάφυλλο, ἐσεῖς δέν εἴσαστε ἀκόμη τίποτα, τούς εἶπε. Κανένας δέ σᾶς ἡμέρωσε κι ἐσεῖς δέν ἡμερώσατε κανένα. Εἴσαστε ὅπως ἦταν ἡ ἀλεποῦ μου. Ἦταν μία ἀλεποῦ ὅμοια μ’ ἑκατό χιλιάδες ἄλλες. Γίναμε ὅμως φίλοι, καί τώρα εἶναι μοναδική στόν κόσμο.

Καί τά τριαντάφυλλα δέν εἶχαν μοῦτρα νά σταθοῦν.

– Εἴσαστε ὄμορφα, μά εἴσαστε ἄδεια, τοὺς εἶπε ἀκόμη. Δέν μπορεῖ κανείς νά πεθάνει γιά τό χατήρι σας. Βέβαια, ἕνας κοινός διαβάτης, τό δικό μου τριαντάφυλλο θά τό νόμιζε πώς σᾶς μοιάζει. Ἀλλά ἐκεῖνο μόνο του ἔχει πιό πολλή σημασία ἀπ’ ὅλα ἐσᾶς μαζί, ἀφοῦ εἶναι αὐτό πού πότισα. Ἀφοῦ εἶναι αὐτό πού ἔβαλα κάτω ἀπό τή γυάλα. Ἀφοῦ εἶναι αὐτό πού προστάτεψα μέ τό παραβάν. Ἀφοῦ εἶναι αὐτό πού τοῦ σκότωσα τίς κάμπιες, (ἐκτός ἀπό τίς δύο ἤ τρεῖς γιά νά γίνουν πεταλοῦδες). Ἀφοῦ εἶναι αὐτό πού τ’ ἄκουσα νά παραπονιέται, ἤ νά κομπάζει, ἤ καμιά φορὰ καί νά σωπαίνει. Ἀφοῦ εἶναι αὐτό τό δικό μου τριαντάφυλλο.

Καί ξαναγύρισε στήν ἀλεποῦ:

– Ἀντίο, τῆς εἶπε…

– Ἀντίο, εἶπε ἡ ἀλεποῦ. Νά τό μυστικό μου. Εἶναι πολύ ἁπλό: Μόνο μέ τήν καρδιά βλέπεις καλά. Τήν οὐσία δέν τήν βλέπουν τά μάτια.

– Τήν οὐσία δέν τήν βλέπουν τά μάτια, ξαναεῖπε ὁ μικρός πρίγκιπας, γιά νά τό θυμᾶται.

– Ὁ καιρός πού ἔχασες γιά τό τριαντάφυλλό σου εἶναι πού τό κάνει νά ἔχει τόση σημασία…

– Ὁ καιρός πού ἔχασα γιά τό τριαντάφυλλό μου…. ἔκανε ὁ μικρός πρίγκιπας, γιά νά τό θυμᾶται.

– Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ξεχάσει τούτη τήν ἀλήθεια, εἶπε ἡ ἀλεποῦ. Ἐσύ ὅμως δέν πρέπει νά τήν ξεχάσεις. Ἀπ’ ἐδῶ κι ἐμπρός θά εἶσαι γιά πάντα ὑπεύθυνος γιά ἐκεῖνο πού ἔχεις ἡμερώσει. Εἶσαι ὑπεύθυνος γιά τό τριαντάφυλλό σου…

– Εἶμαι ὑπεύθυνος γιά τό τριαντάφυλλό μου… ξαναεῖπε ὁ μικρός πρίγκιπας, γιά νά τό θυμᾶται.

Antoine de Saint-Exupéry

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου