Καὶ μὲ φῶς καὶ μὲ
θάνατον -7
Τώρα ποὺ ὁ νοῦς ἀπαγορεύεται καὶ οἱ ὧρες δὲ γυρίζουν
Ἀπὸ κῆπο σὲ κῆπο ἡ σκέψη μου
Δειλὴ σὰν τριανταφυλλιὰ πρωτάρα
Ποὺ ἁρπάζεται ἀπ᾿ τὰ κάγκελα
Δοκιμάζει ἀπαρχῆς ν᾿ ἁρμόσει πάλι
Μὲ σταγόνων σφῆνες λαμπερῶν
Τὰ παμπάλαια πράσινα καὶ τὰ χρυσὰ κεῖνα ποὺ μέσα μας
Ἔχουν παντοτινὲς δεκαεφτὰ Ἰουλίου
Ν᾿ ἀκουστεῖ καὶ πάλι τῆς Ἁγίας Μαρίνας τὸ νερὸ στὶς πέτρες
Ὁ ὕπνος ποὺ μυρίζει ζευγάρι ἀγκαλιασμένο
Ἡ φωνὴ
μιὰ φωνὴ σὰν τῆς
Μητέρας
Καὶ ξανὰ ξυπόλητη νὰ βγεῖ νὰ περπατήξει
Πάνω στὶς πλάκες τοῦ Μεσολογγιοῦ ἡ Ἐλευθερία
Ἔτσι καθὼς τὴν ἐχαιρέτησε γιὰ λόγου μας
–καλή του ἡ ὥρα-
Ὁ ποιητὴς καὶ κάναμε ἀπὸ τότε Ἀνάσταση.
Ὀδυσσέας Ἐλύτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου