Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2022

 


Ἡ Μετάνοια (β)

2) Ἔκτασις τῆς μετανοίας. Ἡ μετάνοια, εἴδομεν, ὅτι περιλαμβάνει ὅλον τὸν βίον τῶν ἀνθρώπων τοῦ Προδρόμου καὶ τοῦ Χριστοῦ, διότι ἤρχισεν ἀπό τοὺς πρωτοπλάστους καὶ θὰ συνεχισθῇ ἡ φωνὴ της μέχρι τέλους τοῦ κόσμου. Ὅλος ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νὰ εἶναι μία διαρκὴς μετάνοια. Ἐν τούτοις ἄλλοι ἐκ τῶν ἀνθρώπων ἀρχίζουν ἀλλὰ δὲν συνεχίζουν τὴν μετάνοιαν καὶ ἄλλοι ἀναβάλλουν ταύτην διὰ τὸ τέλος τοῦ βίου των. Οὕτω περιορίζουν πολὺ τὴν ἔκτασίν της. Πόσον ἀνόητοι εἶναι καὶ οἱ δύο! Καὶ εἶναι μὲν ἀνόητοι οἱ πρῶτοι οἱ ἀρχίζοντες ἀλλὰ μὴ συνεχίζοντες τὴν μετάνοιαν διὰ τοὺς ἑξῆς λόγους. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ὁμοιάζει πρὸς ἓν δωμάτιον, σπίτι, ντουλάπι. Τὸ δωμάτιον, τὸ σπίτι, τὸ ντουλάπι δὲν πρέπει νὰ ξεκλειδωθοῦν μία φορὰ μόνον. Πρέπει τακτικὰ νὰ ἀνοίγωνται, ἡλιάζωνται, ἀερίζωνται, καθαρίζωνται.

Ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ ἀνοίγεται διὰ τῆς περισυλλογῆς καὶ αὐτοκριτικῆς, νὰ ἡλιάζεται διὰ τῆς προσευχῆς, ἀφήνουσα νὰ εἰσέλθῃ μέσα της ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ Χριστός, νὰ ἀερίζεται καὶ καθαρίζεται διὰ τῆς τακτικῆς ἐξομολογήσεως. Ὅπως τὸ δωμάτιον εἶναι ὑγιεινόν, ὅταν οὐχὶ ἅπαξ ἀλλὰ πολλάκις ἀνοιχθῇ, ἡλιασθῇ, καθαρισθῇ, κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ἡ ψυχὴ εἶναι ὑγιής, ὅταν τακτικὰ περισυλλέγεται, ἐξομολογεῖται καὶ ἀερίζεται, διότι καὶ τακτικὰ σκονίζεται.

Εἶναι ἀνόητοι οἱ δεύτεροι, οἱ ἀναβάλλοντες τὴν μετάνοιαν διὰ τοὺς ἑξῆς λόγους. Εἶναι γνωστόν, ὅτι δύο εἶναι αἱ μεγάλαι ἁλυσίδες, αἱ ὁποῖαι δένουν τὴν ψυχήν. Ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ συνήθεια. Ὅσον πολυχρόνιος εἶναι ἡ συνήθεια τοῦ κακοῦ, τόσον μεγάλη εἶναι καὶ ἡ ἁλυσίδα τῆς κακίας μὲ τὴν ὁποίαν δένεται ἡ ψυχὴ εἰς τὸ κακόν. Ἂν μαζὶ μὲ τὴν συνήθειαν γίνῃ πολυχρόνιος καὶ ἡ ἡδονή, αἱ δύο ἁλυσίδες τοῦ κακοῦ γίνονται βαρύτεραι. Ὅταν λοιπὸν ἡ μετάνοια ἀναβληθῇ διὰ τὸ τέλος τοῦ βίου μας, ἡ ἁμαρτία λόγῳ τῆς μακρᾶς συνηθείας καὶ μακρᾶς ἡδονῆς δένει ὀπισθάγκωνα τὴν ψυχὴν καὶ δύσκολα ἀφήνει αὐτὴν νὰ μετανοήσῃ. Ἐνωρίτερον εἶναι εὐκολώτερόν τις νὰ μετανοήσῃ. Πλὴν αὐτοῦ. Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι ἔργον μόνον ἴδικόν μας ἀλλὰ καὶ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Τώρα ποὺ σοῦ δίδει ὁ Θεὸς τὸ δῶρον του, δὲν πρέπει νὰ τὸ περιφρονήσῃς. Ἴσως ἀργότερα νὰ ζητήσῃς τὸ δῶρον αὐτὸ καὶ νὰ μὴ σοῦ τὸ δώσῃ ὁ Θεός, διότι ὅπως σὲ καλεῖ τώρα ὁ Θεὸς καὶ δὲν ἀκούεις, ἔχει δικαίωμα καὶ δίκαιον θὰ ἔχῃ ὁ Θεὸς νὰ τὸν καλῇς καὶ σὺ ἀργότερα καὶ νὰ μὴ σὲ ἀκούῃ. Ἀφοῦ δικαίωμα ἔχεις σὺ νὰ σὲ καλῇ ὁ Θεὸς καὶ νὰ μὴ ἀκούῃς, περισσότερον δικαίωμα καὶ δίκαιον ἔχει ὁ Θεὸς νὰ τὸν καλῇς καὶ νὰ μὴ σὲ ἀκούῃ, διότι σὺ ἔκαμες τὴν ἀρχὴν καὶ εἶσαι μικρότερος ἀπὸ Αὐτόν.

Ποτὲ μὴ λησμονῶμεν τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰούδα, ὁ ὁποῖος «μεταμεληθεὶς ἀπήγξατο». Ἡ μετάνοιά του ὡδήγησεν αὐτὸν εἰς αὐτοκτονίαν, διότι ἐπόνεσε μὲν διὰ τὸ κακὸν τὸ ὁποῖον ἔκαμεν, ἀλλὰ ἔχασε τὴν ἐλπίδα του εἰς τὸν Θεόν. Ἀλλὰ ἐκτὸς αὐτῶν. Γνωρίζεις ὅτι θὰ γηράσῃς ὥστε νὰ μετανοήσῃς; Πόσοι ἀποθνήσκουσι καθημερινῶς αἰφνιδίως! Ὁ ἕνας ἀπέθανε ἐνῶ ἔτρωγε, ὁ ἄλλος ἐνῶ ἔπινε, ὁ τρίτος ἐνῶ ἐκοιμᾶτο, ἄλλος εἰς μικρὰν νεαρὰν ἡλικίαν, ὁ ἄλλος εἰς ἀνδρικὴν ἡλικίαν. Πρέπει λοιπὸν νὰ μετανοῶμεν πάντοτε διότι διαρκῶς ἁμαρτάνομεν.

Χαρακτηριστικὸν παράδειγμα τοῦ ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀναβάλωμεν τὴν μετάνοιάν μας εἶναι τὸ ἑξῆς γεγονός. Ὁ Ἕλλην στρατηγὸς Φοιβίδας διασκέδαζεν ἑσπέραν τινὰ ἐν Θήβαις μετὰ φίλων του. Κατὰ τὴν διασκέδασιν ταύτην ἦλθεν ἄνθρωπός τις καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτὸν ἐπιστολὴν μὲ τὴν παράκλησιν, ὅπως ἀναγνώσῃ αὐτὴν ἀμέσως, διότι εἶναι σοβαρὸν τὸ περιεχόμενόν της. Ἐκεῖνος ὅμως μεθυσμένος ἀνέβαλεν τὴν ἀνάγνωσίν της διὰ τὴν πρωΐαν, εἰπὼν «ἐς αὔριον τὰ σπουδαῖα». Τὴν νύκτα ὅμως ἐκείνην ἐδολοφονήθη! Ἡ ἐπιστολὴ τὴν δολοφονίαν ταύτην προειδοποίει. Ἀνέβαλε τὴν ἀνάγνωσιν τῆς ἐπιστολῆς καὶ κατεστράφη. Ἂς μὴ ἀναβάλωμεν καὶ ἡμεῖς τὴν μετάνοιάν μας, τὸ σπουδαῖον τοῦτο ζήτημα δι’ αὔριον, διότι δὲν γνωρίζομεν, ἂν θὰ ζήσωμεν.

Ἀφοῦ ἔχει τόσον βάθος, τόσην ἔκτασιν ὡς καὶ ὠφελιμότητα, ἡ μετάνοια ἂς μετανοῶμεν καὶ ἂς ζῶμεν πάντοτε ἐν μετανοίᾳ. Ἀμήν!

Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου