Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024



Ἀντεστάθηκαν καὶ εἰς τὴν Βέργαν
Ὁ Ἰμπραΐμης μὲ τὸ στράτευμα κατέβηκε Καρύταινας κάμπο καὶ Λεονταριοῦ. Ἐγὼ ἔστειλα τὸν Γενναῖον μὲ 500 νομάτους καὶ ἔπιασαν τὴν Ντεμνίτζα, χωροπούλα δυνατή, διὰ νὰ κλεισθεῖ μέσα, ἂν ἔλθει ὁ Ἰμπραΐμης ἀπάνω του. Ἀπὸ τὴν Ντεμνίτζα ἕως τὸ ὀρδί 4 ὧρες. Καὶ ἐγὼ ἐκρύφθηκα μὲ τὸ λοιπὸ στράτευμα, ἂν ἰδῶ τοὺς Τούρκους νὰ κτυπήσουν τὸν Γενναῖον νὰ τοὺς πάρω ἀποπίσω. Ὁ Ἰμπραΐμης δὲν ἦλθε διὰ τὸν Γενναῖον. Ἔμαθε ὅτι τὰ γυναικόπαιδα ἐπῆγαν κατὰ τὴν Μάνην καὶ ἐκεῖ ἀκολούθησε. Τὸ ὀρδὶ τὸ εἶχε εἰς τὸν κάμπον. Ὁ λαὸς ἀκούοντας, ὅτι ὁ Ἰμπραΐμης ἐβγῆκε εἰς τὰ πισινὰ χωριὰ καίοντας, ἐτραβήξανε κατὰ τὴ Μάνη, ὥς ὁποὺ ἐγύρισε τὸ στράτευμά του. Ἐτράβηξε διὰ τὴν Μεσσηνία, καὶ Ἀρκαδινοί καὶ οἱ Ἀνδρουτζάνοι ἀκούοντας τὴν φθορὰν τοῦ ἀπάνου κόσμου, ἐτραβοῦσαν κατὰ τὴν Μάνην. Κάπου ἔγινε καὶ τουφέκι, κάπου ἐσκλάβωσε. Ἔρριξε τὸ ὀρδί του εἰς τὸ Νησὶ τῆς Καλαμάτας.
Ὅταν ἔλειπε ὁ Ἰμπραΐμης εἰς τὸ Μισολόγγι, οἱ Μανιάτες ἔφκιασαν εἰς τὸν Ἁρμυρό, ὁποὺ εἶναι τῶν Καπετανιάνων τὰ σπίτια, ἕνα ταμπούρι δυνατὸ ἀπὸ τὸ πέλαγος ἕως εἰς τὸν βράχον, ἐκράτειε ἕως ἕνα μίλι, καὶ ἐκίνησε μιὰ φορὰ καὶ ἐπῆγε καὶ τὸν ἀντέκρουσαν οἱ Μανιάτες, καὶ ἐσκότωσαν ἀρκετούς, καὶ ὀπισθοδρόμησεν. Ἐγὼ ἐκατέβηκα μὲ τὸ στράτευμα ἕως 3.000 εἰς τὰ Δερβένια, καὶ τοὺς ἄφηκα ἐκεῖ, καὶ ἐπῆρα μόνον 80 ἀνθρώπους καὶ ἐκατέβηκα εἰς τὴν Μεσσηνίαν καὶ ἐτράβηξα ὅλο τὴν ἄκρη, διότι ἦτον τὸ ὀρδὶ τοῦ Ἰμπραΐμη εἰς τὸ Νησί. Καὶ εἰς τὸν δρόμον ποὺ ἐπάγαινα ἔβανα τὴν τρομπέτα διὰ νὰ μὲ γνωρίσει ὁ κόσμος. Καὶ μὲ ἐγνώρισαν, καὶ τοὺς ἐμψύχωνα νὰ πᾶνε πίσω στὰ σπίτια τους. Καὶ ἐπῆγα εἰς τὸ Ἁρμυρὸ καὶ ἔγραψα εἰς ὅλους τοὺς τόπους ὅτι οἱ Πελοποννήσιοι γυρίζουν εἰς τὲς ἐπαρχίες, καὶ ἔτζι ἐγύρισαν ὅλοι, τὰ γυναικόπαιδα στὰ σπίτια, οἱ ἄνδρες εἰς τὸν πόλεμον.
Ἐστάθηκα ὀκτὼ ἡμέρες, μὴ ματαδοκιμάσει ὁ Ἰμπραΐμης νὰ ἔλθει εἰς τὴν Βέργα. Ὁ Ἰμπραΐμης ἐτραβήχθηκε καὶ ἐπῆγε εἰς τὰ κάστρα διὰ νὰ ἀνασάνει τὸ στράτευμά του καὶ νὰ ἀφήσουν τὰ γυναικόπαιδα. Ἐγὼ ἐγκαρδίωσα μὲ λόγους τοὺς Μανιάτες καὶ ἐσυνάχθηκαν πολλοὶ εἰς τὸ Ἁρμυρό, καὶ ἐγὼ ἐπῆγα εἰς τὸ στράτευμα, εἰς τὰ Δερβένια τοῦ Λεονταριοῦ, καὶ τὸ ἐσήκωσα τὸ στράτευμα καὶ ἐπῆγα εἰς τοῦ Μάνεση, ἀνάμεσα Λεονταριοῦ καὶ Μυστρᾶ, καὶ ἔστειλα καὶ ἦλθαν τὰ στρατεύματα τὰ Μυστριώτικα· ὅλοι εἴμεθα 4.000. Τροφὰς εἶχα ἀπὸ τὸ Μυστρά. Ὁ Ἰμπραΐμης ἔστειλε τὸν κεχαγιά του νὰ ματακτυπήσει τὴν Βέργα εἰς τὸ Ἁρμυρό, καὶ ἀπὸ πίσω ἔστειλε δύναμη ἕως νὰ ἐβγεῖ καὶ ὁ ἴδιος. Μαθαίνοντας, ὅτι ὁ Ἰμπραΐμης ἔχει νὰ πάγει εἰς τὴν Βέργα νὰ πολεμήσει, ὅτι «ὁ ἐχθρὸς ἔρχεται ἐπάνω μας καὶ νὰ ἐλθῆτε μεντάτι», λαβαίνοντας τὴν εἴδησιν τούτην, ἐκίνησα μὲ 2.000. Τὸ διάστημα ὅμως εἶναι μακρινό, δέκα ὧρες. Τὴν εἴδησιν μοῦ ἔστειλαν. - Οἱ Τοῦρκοι ἐπῆγαν, ἀντικρούσθηκαν ἀπὸ τοὺς Μανιάτες καὶ ὀπισθοδρόμησαν - οἱ Τοῦρκοι μισὴ ὥραν ἀπὸ τὴν Βέργαν κατὰ τὴν Καλαμάταν.
Ἐφθάσαμεν καὶ ἡμεῖς εἰς τὴν Γιάννιτζα, μακριὰ ἀπὸ τὸ στράτευμα τὸ τούρκικο μία ὥρα. Κινώντας ἡμεῖς, ἐβάρεσα τὴν τρουμπέτα διὰ νὰ κινήσει τὸ στράτευμά μας. Δὲν ἠλπίζαμεν νὰ ἀκούσουν οἱ Τοῦρκοι τὴν τρουμπέτα, διότι ἦτον σκάπετο. Ἀκούοντας οἱ Τοῦρκοι τὴν τρουμπέτα ἐτραβήχθηκαν μίαν ὥραν μακρύτερα εἰς τὸ ποτάμι τῆς Καλαμάτας, ὁποὺ ἦτον κάμπος. Ἂν ἐπρόφθανα, εἰς τὸν καιρὸν ὁποὺ ἐπολεμοῦσαν οἱ Τοῦρκοι μὲ τοὺς Μανιάτες, ἠθέλαμεν τοὺς κλείσει καὶ ἤθελαν σκοτωθεῖ πολλοί. Οἱ Τοῦρκοι, μετὰ δύο ἡμέρας ἀνεχώρησαν διὰ τὸ Νησί. Ἀνεχώρησα καὶ ἐγὼ εἰς τὸ Μάνεσι, ὅπου εἶχα τὸ ἐπίλοιπο στράτευμα, διατὶ δὲν εἶχα τροφὰς νὰ σταθῶ ἐκεῖ. Περάσοντας δέκα ἢ δεκαπέντε ἡμέρας ὁ Ἰμπραΐμης ἐκίνησε τὴν καβαλλαριὰν νὰ ἔμβει εἰς τὴν Μάνην ἀπὸ τὸ Ἁρμυρό, καὶ τὸ πεζικὸ στράτευμα τὸ ἐμβαρκάρισε εἰς τὰ καράβια καὶ τὸ ἐξεμπαρκάρισε εἰς τὸ Βηρό, εἰς τὴν Τσίμοβαν πλευρά. Οἱ Μανιάτες ἐπετάχθηκαν καὶ οἱ γυναῖκες, καὶ ἐπελάγωσαν τοὺς Τούρκους καὶ τοὺς ἔκαμαν πολὺν ἀφανισμόν. Ἀντεστάθηκαν καὶ εἰς τὴν Βέργαν εἰς τὴν καβαλλαρίαν, καὶ ἀφοῦ εἶδε ὁ Ἰμπραΐμης ὅτι δὲν κάμνει τίποτε, ἐτραβήχθηκε εἰς τὰ Μεσσηνιακὰ φρούρια. 
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου