Δευτέρα 2 Ιουνίου 2025

 


Ἡ θεραπευτικὴ λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας (α)

Ἂν θέλαμε νὰ ὁρίσουμε συμβατικὰ τὸν Χριστιανισμό, ὡς Ὀρθοδοξία, θὰ λέγαμε ὅτι εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς παρουσίας τοῦ Ἀκτίστου (τοῦ Θεοῦ) μέσα στὴν ἱστορία καὶ ἡ δυνατότητα τοῦ κτιστοῦ (τοῦ ἀνθρώπου) νὰ γίνει Θεὸς «κατὰ χάριν». Μὲ δεδομένη τὴν διηνεκῆ παρουσία τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ στὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, ὁ Χριστιανισμὸς προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν δυνατότητα θεώσεως, ὅπως ἡ Ἰατρικὴ Ἐπιστήμη τοῦ παρέχει τὴν δυνατότητα διατήρησης ἢ ἀποκατάστασης τῆς ὑγείας του μέσα ἀπὸ μία ὁρισμένη θεραπευτικὴ διαδικασία καὶ ἕνα συγκεκριμένο τρόπο ζωῆς. Ὁ γράφων εἶναι σὲ θέση νὰ κατανοήσει τὴ σύμπτωση ἰατρικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς ποιμαντικῆς ἐπιστήμης στὸ σημεῖο αὐτό, διότι ὡς διαβητικὸς καὶ ὡς χριστιανὸς γνωρίζει ὅτι καὶ στὶς δυὸ περιπτώσεις ὀφείλει νὰ ἀκολουθήσει πιστὰ τὰ ὁριζόμενα ἑκατέρωθεν γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ διπλοῦ στόχου.

Ὁ μοναδικὸς καὶ ἀπόλυτος στόχος τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς εἶναι ἡ θέωση, ἡ ἕνωση δηλαδὴ μὲ τὸν Θεό, ὥστε ὁ ἄνθρωπος, μετέχοντας στὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, νὰ γίνει «κατὰ χάριν», αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς εἶναι ἀπὸ τὴν φύσιν του (ἄναρχος καὶ ἀτελεύτητος). Αὐτὴ εἶναι χριστιανικὰ ἡ ἔννοια τῆς σωτηρίας. Δὲν πρόκειται γιὰ μία ἠθικὴ βελτίωση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ ἀνα-δημιουργία, ἀνά-πλαση ἀνθρώπου καὶ κοινωνίας μέσα ἀπὸ τὴν ὑπαρκτικὴ καὶ ὑπαρξιακὴ σχέση μὲ τὸ Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ ἔνσαρκη φανέρωση τοῦ Θεοῦ στὴν ἱστορία. Αὐτὸ ἐκφράζει ἡ φράση τοῦ ἀπ. Παύλου: «εἰ τις ἐν Χριστῷ, καινὴ κτίσις». Ὁ ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστὸ εἶναι καινούργιο δημιούργημα. Γι᾿ αὐτὸ χριστιανικὰ ἡ ἐνανθρώπιση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἡ λυτρωτικὴ «εἰσβολή» τοῦ Αἰωνίου καὶ Ὑπέρχρονου μέσα στὸν ἱστορικὸ χρόνο, εἶναι ἡ ἀρχὴ ἑνὸς νέου κόσμου, μιᾶς κυριολεκτικὰ «Νέας Ἐποχῆς», ποὺ συνεχίζεται ὡς τὰ πέρατα τῶν αἰώνων, στὰ πρόσωπα τῶν αὐθεντικῶν χριστιανῶν, δηλαδὴ τῶν Ἁγίων.

Ἡ Ἐκκλησία ὡς «σῶμα Χριστοῦ» καὶ ἐν Χριστῷ κοινωνία ὑπάρχει στὸν κόσμο, γιὰ νὰ προσφέρει τὴν σωτηρία, ὡς ἔνταξη σὲ αὐτὴ τὴν ἀναγεννητικὴ διαδικασία. Τὸ σωστικὸ αὐτὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας ἐπιτελεῖται μὲ μία συγκεκριμένη θεραπευτικὴ μέθοδο, ὥστε οὐσιαστικὰ ἡ Ἐκκλησία νὰ ἐνεργεῖ ὡς ἕνα παγκόσμιο θεραπευτήριο. «Ἰατρεῖον Πνευματικόν» (Πνευματικὸ Νοσοκομεῖο) ὀνομάζεται ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο. Στὴν συνέχεια θὰ δοθεῖ ἀπάντηση στὰ ἐρωτήματα 1) Ποιὰ εἶναι ἡ ἀρρώστια τὴν ὁποία θεραπεύει ἡ χριστιανικὴ Ὀρθοδοξία; 2) Ποιὰ εἶναι ἡ θεραπευτικὴ μέθοδος ποὺ ἐφαρμόζει; 3) Ποιὰ εἶναι ἡ ταυτότητα τοῦ αὐθεντικοῦ χριστιανισμοῦ, ποὺ τὸν διαφοροποιεῖ ριζικὰ ἀπὸ τὶς αἱρετικὲς ἀποκλίσεις του, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κάθε μορφὴ θρησκείας;

1) Ἡ ἀρρώστια τῆς ἀνθρώπινης φύσης εἶναι ἡ πτωτικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου καὶ συνάμα καὶ ὅλης τῆς κτίσεως, ποὺ συμπάσχει («συστενάζει καὶ συνωδίνει») μαζί του. Ἡ διάγνωση αὐτὴ ἀφορᾷ σὲ κάθε ἄνθρωπο, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἂν εἶναι χριστιανὸς ἢ ὄχι, ἂν πιστεύει ἢ ὄχι, λόγω τῆς φυσικῆς ἑνότητας σύννομη τῆς ἀνθρωπότητας. Ἡ Χριστιανικὴ Ὀρθοδοξία δὲν κλείνεται στὰ στενὰ ὅρια ἑνὸς θρησκεύματος, ποὺ ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τοὺς ὀπαδούς του, ἀλλά, ὅπως ὁ Θεός, «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν», ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι «σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων». Ἡ ἀρρώστια λοιπὸν γιὰ τὴν ὁποία μιλάει ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι πανανθρώπινη («...εἰς πάντας ἀνθρώπους ὁ θάνατος διῆλθεν, ἐφ᾿ ᾧ (= λόγω τοῦ ὁποίου θανάτου) πάντες ἥμαρτον» (=ἀστόχησαν στὴν πορεία τους πρὸς τὴν θέωση). Ὅπως δὲ ἡ πτώση (δηλαδὴ ἡ ἀρρώστια) εἶναι πανανθρώπινη, ἔτσι καὶ ἡ σωτηρία – θεραπεία ἐξαρτᾶται ἄμεσα ἀπὸ τὴ λειτουργία τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ κάθε ἀνθρώπου.

Ἡ φυσικὴ (αὐθεντική) κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου προσδιορίζεται, ἁγιοπατερικά, ἀπὸ τὴν λειτουργία μέσα του, τριῶν μνημονικῶν συστημάτων, δυὸ ἀπὸ τὰ ὁποῖα γνωρίζει καὶ ἐλέγχει ἡ ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς, ἐνῷ τὸ τρίτο εἶναι ὑπόθεση τῆς ποιμαντικῆς θεραπευτικῆς. Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ κυτταρικὴ μνήμη (DNA), ποὺ καθορίζει τὰ πάντα στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμό. Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ ἐγκεφαλικὴ κυτταρικὴ μνήμη, ἡ λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου, ποὺ ρυθμίζει τὴν σχέση μας μὲ τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸ περιβάλλον. Τὰ δυὸ αὐτὰ συστήματα γνωρίζει ἡ ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς καὶ μεριμνᾷ γιὰ τὴν εὔρυθμη λειτουργία τους.

Ἡ ἐμπειρία τῶν Ἁγίων γνωρίζει ἕνα ἀκόμη μνημονικὸ σύστημα, τὴν καρδιακὴ ἢ νοερὰ μνήμη, ποὺ λειτουργεῖ μέσα στὴν καρδιά. Ἡ καρδιά, στὴν Ὀρθόδοξη παράδοση, δὲν λειτουργεῖ μόνο φυσικά, ὡς ἀντλία διακίνησης τοῦ αἵματος. Ἀκόμη, κατὰ τὴν πατερικὴ διδασκαλία, δὲν εἶναι ὁ ἐγκέφαλος καὶ τὸ νευρικὸ σύστημα τὸ κέντρο τῆς αὐτοσυνειδησίας μας, ἀλλὰ ἡ καρδιά. Διότι πέρα ἀπὸ τὴ φυσικὴ ἔχει καὶ μία ὑπερφυσικὴ λειτουργία. Ὑπὸ ὁρισμένες προϋποθέσεις γίνεται χῶρος κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, μὲ τὴν ἄκτιστη δηλαδὴ ἐνέργειά Του. Βέβαια αὐτὸ γίνεται ἀντιληπτὸ μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων καὶ ὄχι μὲ τὴ λογικὴ λειτουργία καὶ τὴ διανοητικὴ θεολόγηση. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἀνακεφαλαιώνοντας ὅλη τὴν πατερικὴ παράδοση, στὸ ἔργο του «Συμβουλευτικὸ Ἐγχειρίδιον» ὀνομάζει τὴν καρδιὰ κέντρο φυσικό, ὑπερφυσικό, ἀλλὰ καὶ παραφυσικό, ὅταν ἡ ὑπερφυσικὴ λειτουργία ἀδρανεῖ, διότι ἡ καρδιὰ κυριαρχεῖται ἀπὸ τὰ πάθη. Ἡ ὑπερφυσικὴ λειτουργία τῆς καρδιᾶς εἶναι ἡ ἀπόλυτη προϋπόθεση γιὰ τὴν τελείωση, τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ τὴν θέωσή του, ὡς πλήρη ἔνταξή του στὴν ἐν Χριστῷ κοινωνία.

π. Γεώργιος Μεταλληνός 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου