Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2021

 


Φώτης Κόντογλου, ὁ μυστικὸς κῆπος τῆς πονεμένης Ῥωμιοσύνης (Α)

«Σὲ βεβαιώνω πὼς αἰσθάνομαι στεναχώρια καὶ θλίψη ὅποτε δημοσιευθεῖ τίποτα γιὰ μένα. Ἀνέκαθεν ἀπέφευγα τὰ δοξάρια. Πολὺ φτηνὸ πράγμα. Ἀφοῦ εἶπα πολλὲς φορὲς νὰ μὴ γράψω πιὰ νὰ μὲ ξεχάσουν. Τί ὄμορφο πράγμα νὰ ζεῖς ξεχασμένος!». Ναί· ξεχασμένος ἀλλὰ καὶ χαρούμενος, γιατὶ ὅπως λὲς «ἡ χαρὰ ἡ ἀληθινὴ εἶναι μία θέρμη τῆς διάνοιας καὶ ἐλπίδα τῆς καρδιᾶς ποὺ τὶς ἀξιώνονται ὅσοι θέλουνε νὰ μὴν τοὺς ξέρουνε οἱ ἄνθρωποι, γιὰ νὰ τοὺς ξέρει ὁ Θεός».

Θὰ σὲ ὑπακούσουμε εὐγνωμόνως. Θὰ μᾶς ἐπιτρέψεις ὅμως νὰ καταθέσουμε ἐρανίσματα ἀπὸ τὸ ἔργο σου καὶ τὴν κριτικὴ αὐτῶν, ποὺ σὲ γνώρισαν. Γιὰ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ μόνον, ποὺ ἦταν τὸ κέντρο τῆς ζωῆς σου καὶ σὲ ἀνέδειξε σὲ μία νευραλγικὴ γιὰ τὴν οἰκουμένη ἐποχή, ὅταν ἄρχιζε ἡ κρίση τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, καὶ σὲ ἔθεσε «εἰς κεφαλὴν γωνίας» τῆς ἱστορίας τοῦ νεοελληνικοῦ πολιτισμοῦ.

ΜΥΣΤΗΡΙΟ: «Τὸ κάθε τι εἶνε τυλιγμένο μέσα σὲ μυστήριο. Αὐτὸ τὸ μυστήριο θέλουνε νὰ βγάλουνε οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι. Μὰ ξεγυμνώνουνε τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ κάθε βαθὺ αἴσθημα. Ἀφοῦ καὶ οἱ Χριστιανοὶ τῆς σήμερον θέλουνε νὰ κάνουνε τὸν Χριστιανισμὸ χωρὶς μυστήρια, δηλαδὴ χωρὶς Χριστό. Ἂν δὲν νοιώθεις μυστήριο σὲ ὅ,τι βλέπεις, σὲ ὅ,τι ἀκοῦς, σὲ ὅ,τι πιάνεις, εἶσαι στ᾿ ἀλήθεια πεθαμένος ἄνθρωπος. Θυμᾶμαι τὸν καιρὸ ποὺ ζοῦσα πιὸ φυσικὴ ζωή, πὼς ὅλα μὲ κάνανε νὰ βουτῶ βαθειὰ μέσα μου καὶ νὰ βρίσκω κάποια ἀλλόκοτα πετράδια, καὶ κάποια μαργαριτάρια μιᾶς ξωτικῆς θάλασσας».

ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ: «Ὅπως τὰ βλέφαρα ἀγγίζουνε τόνα τ᾿ ἄλλο, ἔτσι κι οἱ πειρασμοὶ εἶνε κοντὰ στοὺς ἀνθρώπους. Καὶ τὰ οἰκονόμησε ὁ Θεὸς μὲ σοφία, γιὰ τὴ δική σου ὠφέλεια, γιὰ νὰ χτυπᾶς μὲ ὑπομονὴ τὴν πόρτα Του, καὶ ἀπὸ τὸν φόβο τῶν λυπηρῶν νὰ Τὸν θυμᾶται ὁ λογισμός σου, καὶ νὰ Τὸν σιμώσεις μὲ τὴν προσευχή, καὶ ν᾿ ἁγιαστεῖ ἡ καρδιά σου μὲ τὸ νὰ Τὸν συλλογίζεσαι. Καὶ σὰν τὸν ἐπικαλεστεῖς θὰ σ᾿ ἀκούσει, καὶ θὰ μάθεις πῶς ὁ Θεὸς εἶνε Κεῖνος ποὺ θὰ σὲ γλυτώσει. Καὶ θὰ νοιώσεις Κεῖνον ποὺ σ᾿ ἔπλασε καὶ ποὺ νοιάζεται γιὰ σένα καὶ ποὺ σὲ φυλάγει καὶ πώπλασε διπλὸ τὸν κόσμο γιὰ σένα, τὸν ἕνα σὰν δάσκαλο καὶ πρόσκαιρο παιδευτή, τὸν ἄλλο σὰν πατρογονικὸ σπίτι σου καὶ αἰώνια κληρονομιά σου. Δὲν σ᾿ ἔκανε ὁ Θεὸς ἀπαλλαγμένο ἀπ᾿ τὰ λυπηρά, μήπως θαρρευόμενος στὴν Θεότητα, κληρονομήσεις ὅ,τι κληρονόμησε κεῖνος, ποὺ πρῶτα λεγότανε Ἑωσφόρος, κι ὕστερα γίνηκε Σατανᾶς καὶ πάλι δὲν σ᾿ ἔκανε ἀλύγιστον καὶ ἀσάλευτον, γιὰ νὰ μὴ γίνεις σὰν τ᾿ ἄψυχα τὰ κτίσματα καὶ σοῦ δοθοῦνε τὰ ἀγαθὰ δίχως κέρδος καὶ δίχως μισθό, ὅπως στὰ ἄλογα εἶνε τὰ φυσικὰ χαρίσματα τὰ χτηνώδικα. Γιατὶ εἶνε εὔκολο σ᾿ ὅλους νὰ καταλάβουνε πόση ὠφέλεια καὶ πόση φχαρίστηση καὶ ταπείνωση κερδίζει ὁ ἄνθρωπος περνώντας τοῦτα τὰ μπόδια».

ΠΡΟΣΕΥΧΗ: Ἦταν ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, ὄχι μόνο γιατὶ προσευχόταν ἢ ἔψελνε συνεχῶς τὴν ὥρα, ποὺ ζωγράφιζε, ἀλλὰ γιατὶ ποτὲ δὲν τὸν ἄφησε ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ, καὶ εἴτε μιλοῦσε, εἴτε ζωγράφιζε, εἴτε ἔγραφε, τὸ ἔκανε γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ νὰ δοῦν φῶς τὰ ἀδέλφια του, ποὺ πασπάτευαν ἀπελπιστικὰ στὸ σκοτάδι. «Εἶναι μεγάλο πράγμα νὰ μπορεῖς νὰ μιλᾶς στὸν Θεὸ τὴν ὥρα ποὺ δουλεύεις! Ἂς εἶσαι εὐλογημένος, Κύριε». Ἡ εὐγνωμοσύνη του ξεχείλιζε σ᾿ ὅλα τὰ γραψίματά του, γιὰ ὅλα ὅσα τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, εὐχάριστα καὶ δυσάρεστα. Τὸν γέμιζε ἡ ἐπικοινωνία του μὲ τὸν Θεό. «Μὴ σκέπτεσαι τόσο πολύ», ἔγραψε στὸν Α.Κ.. «Προσεύχου καὶ συγκέντρωσε τὸν ἑαυτό σου... Πόσο ἁπλὰ εἶναι τὰ πράγματα γιὰ ὅποιον ἔχει πίστη καὶ μπερδεμένα γιὰ ὅποιον δὲν ἔχει... Ἐν τῇ "διανοήσει" οὐκ ἔστι μετάνοια... Οἱ τέτοιοι θὰ ἀπομείνουν γιὰ πάντα ἔξω ἀπὸ τὴν αὐλὴ τῶν ἁπλῶν προβάτων. Αὐτοὶ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ "προβλήματα" κι ὄχι ἀπὸ σωτηρία. Πίστις τίποτα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου