Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2018



Παῖς λουόμενος
Παῖς τις εἰσελθὼν ἐπί τινα ποταμὸν ἀπολούσασθαι, καὶ μὴ εἰδὼς νήχεσθαι, ἐκινδύνευεν ἀποπνιγῆναι. Καί τινα παρερχόμενον ἄνδρα ἰδὼν εἰς βοήθειαν τοῦτον ἐκάλει. Ὁ δὲ ἄνθρωπος τοῦτον διασώζων ἐκεῖθεν ἔλεγεν αὐτῷ:
«Ἵνα τί, μὴ νήχεσθαι εἰδώς, τῆς τοσαύτης κατατετόλμηκας πλημμύρας;»
Ὁ δὲ παῖς αὐτῷ ἔφη:
«Τέως νῦν βοήθει μοι, καὶ μετὰ ταῦτα ὀνείδισον».

Οὗτος δηλοῖ ὡς ὁ ἐν περιστάσει τινὰ προσονειδίζων ἀκαίρως αὐτοῦ καὶ ἀπρεπῶς καταμέμφεται.
***
Ἕνα παιδί μπῆκε σὲ κάποιο ποτάμι γιὰ νὰ πλυθεῖ, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἤξερε κολύμπι, ἄρχισε νὰ πνίγεται. Βλέποντας κάποιον περαστικό, ἔβαλε τὶς φωνές. Ἐκεῖνος βούτηξε νὰ τὸ σώσει, λέγοντάς του:
«Τί ἤθελες καὶ μπῆκες σὲ τόσο νερό, ἀφοῦ δὲν ἤξερες κολύμπι;»
Καὶ τὸ παιδί:
«Σῶσε με πρῶτα κι ὕστερα μὲ μαλώνεις ὅσο θέλεις!»

Ὁ μύθος λέει πὼς οἱ ἐπιπλήξεις ποὺ γίνονται σὲ λάθος στιγμή, καταντοῦν προσβολὲς χωρὶς κανένα νόημα.
Αἰσώπου μῦθοι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου