Τὴν κρατάω ἀγκαλιά
Κάποτε, σ’ ἕνα ἐκκλησιαστικὸ βιβλιοπωλεῖο μπῆκε μιὰ γριούλα γιὰ νὰ
ψωνίσει. Κατευθύνθηκε πρὸς τὸν ὑπάλληλο τοῦ βιβλιοπωλείου καὶ ζήτησε τὴν Καινὴ
Διαθήκη. Ὁ ὑπάλληλος πρόθυμος, τὴν ἐξυπηρέτησε ἀμέσως. Στὸ κατάστημα ἐκείνη τὴ
στιγμὴ ἔτυχε νὰ βρίσκεται καὶ κάποιος ἱερέας. Βλέποντας τὴν γριούλα νὰ ἀγοράζει
τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀναρωτήθηκε ἂν τὴν ἤθελε γιὰ τὴν ἴδια ἢ γιὰ κάποιον ἄλλον,
καθὼς τὴν θεώρησε ἀρκετὰ μεγάλη γιὰ νὰ ξέρει νὰ διαβάζει. Πῆρε τὸ θάρρος,
λοιπόν, καὶ τὴν ρώτησε:
-Γιαγιάκα, γιὰ σένα τὴν θέλεις τὴν Καινὴ Διαθήκη;
-Μάλιστα, πάτερ μου, ἀπάντησε ἐκείνη.
-Ἀλήθεια; Ξέρεις νὰ διαβάζεις;
-Ὄχι, ἀπάντησε ἡ γριούλα.
-Καὶ τότε τί θὰ τὴν κάνεις τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἂν δὲν μπορεῖς νὰ τὴν
διαβάσεις; τὴν ξαναρώτησε ὁ ἱερέας.
-Νά, παιδί μου, τοῦ ἀπάντησε ἡ γριούλα. Τὴν κρατάω ἀγκαλιά, πάω μπροστὰ
στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ δείχνω τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ τοῦ λέω: «Χριστέ μου,
δὲν ξέρω νὰ διαβάζω, ἀλλὰ ὅ,τι λὲς σὲ αὐτὸ τὸ βιβλίο, βάλτο ἐδῶ μέσα» - καὶ μὲ ἕνα
ἐλαφρὺ χτύπο τοῦ χεριοῦ της ἔδειξε τὴν καρδιά της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου