Τρίτη 9 Αυγούστου 2022

 


Κλέφτες δὲν ὑπῆρχαν…

Ἦταν πρὶν πολλὰ χρόνια, τότε ποὺ οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶχαν ἀκόμα χωριστεῖ σὲ πλούσιους καὶ φτωχοὺς κι ὅλα πάνω στὴ γῆ ἦταν μικρά, στενὰ καὶ λίγα.

Τὰ σπίτια μας ἦταν μικρά, τὰ μαγαζιὰ ἦταν μικρά, ἡ ὁδὸς Μουσῶν ἦταν στενή, τὸ κρεβάτι μου ἦταν στενό, οἱ ἐκκλησίες ἦταν μικρές, οἱ φίλοι μου ἦταν μικροί. Καὶ τὰ ροῦχα μας ἦταν στενὰ καὶ λίγα, ἀφοῦ ὁ παπα Γιώργης ποὺ μᾶς τά ‘δινε δὲ μᾶς μετροῦσε μὲ τὴ μεζούρα.

Ὁ κόσμος ἦταν κι αὐτὸς μικρὸς κι ἔπιανε ἀπὸ τὀ δάσος τοῦ Σέιχ Σοὺ μέχρι τὴ θάλασσα τοῦ Λευκοῦ Πύργου. Ἡ ἴδια ἡ γῆ ἦταν τόσο μικρή, ποὺ ὅταν πῆγα σχολεῖο τὴν εἶδα πάνω στὸ τραπέζι τοῦ δάσκαλου καὶ μπόρεσα νὰ τὴν ἀγκαλιάσω.

Τὰ αὐτοκίνητα καὶ τὰ ἀεροπλάνα ἦταν τόσο λίγα, ποὺ ὅταν ἔβλεπες ἕνα χειροκροτοῦσες καὶ τὸ κοίταζες ὥσπου νὰ χαθεῖ, γιατὶ θ’ ἀργοῦσες πολὺ νὰ ξαναδεῖς ἄλλο.

Τηλέφωνο οὔτε ἀκούγαμε οὔτε βλέπαμε. Γιὰ νὰ τὸ δεῖ κανεὶς ἔπρεπε νὰ φάει ξύλο. Ἄν ἦταν μικρός, στὸ γραφεῖο τοῦ διευθυντῆ τοῦ σχολείου, ἄν ἦταν μεγάλος, στὸ γραφεῖο τοῦ διευθυντῆ τῆς ἀστυνομίας.

Τὸ φαΐ ἦταν τόσο λίγο, ποὺ ὅταν τὸ εἶχαν οἱ ἄνθρωποι μπροστά τους κάνανε τὸ σταυρό τους σὰν μπροστὰ σὲ εἰκόνισμα.

Κλέφτες δὲν ὑπῆρχαν, γιατὶ οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶχαν τίποτα νὰ τοὺς κλέψεις.

Τὸ μόνο ποὺ ἔκλεβαν κάθε τόσο τὰ παλικάρια ἦταν καμιὰ ὄμορφη κοπέλα κι αὐτὸ γιατὶ ὁ μπαμπάς της τσιγκουνευόταν νὰ τοὺς τὴ δώσει κι ἀφοῦ ἐκείνη προηγουμένως τοὺς εἶχε κλέψει τὴν καρδιά.

Τὰ σπίτια δὲν εἶχαν κλειδαριές, ἀλλὰ κανεὶς δὲν ἔμπαινε ἀπὸ μόνος του, ἔπρεπε νὰ πᾶς ἐσὺ νὰ ἀνοίξεις τὴν πόρτα, γιὰ νὰ καλωσορίσεις τὸ μουσαφίρη.

Οἱ ἄνθρωποι ἦταν κι αὐτοὶ λίγοι κι αὐτὰ ποὺ θέλανε ἦταν τόσο μικρά, ποὺ στέλναν ἐμένα νὰ τοὺς τὰ φέρω…

Ἀντώνης Σουρούνης

Τὸ μονοπάτι στὴ θάλασσα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου