Τετάρτη 26 Απριλίου 2023

 


Στὰ Κατούνια τοῦ Φίλιππου Σέρραρντ

Λογαριάζω στοὺς τυχεροὺς τὸν Φίλιππο Σέρραρντ ποὺ βρῆκε στὴ Λίμνη τὴν δεύτερη καὶ ὁριστικὴ πατρίδα του. Τυχερὴ καὶ ἡ Λίμνη ὅπου ἐκεῖνος τώρα κοιμᾶται.

Εἶναι βέβαιο πὼς στὴν ἀρχὴ κάποιοι ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες μου, τοὺς Λιμνιῶτες ἐννοῶ, εἶδαν μὲ ὑποψία τὴν ἐγκατοίκησή του στὰ ριζὰ τοῦ Καντηλιοῦ. Τί ἤθελε ἕνας Ἐγγλέζος ἐδῶ; Ὁ Φίλιππος διέψευσε ἔμπρακτα αὐτὸ τὸ κούμπωμα. Δὲν κράτησε πόζα, ἀνοίχτηκε ὅλος, τοὺς συναναστράφηκε, δὲν ἔκαμε διακρίσεις, ἀπέφευγε νὰ ἀνακατεύεται στὰ πολιτικά. Εἶναι ἀνεξίτηλη μέσα μου ἡ εἰκόνα του, ὅταν σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ἐτήσια πανηγύρια τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου στὴν Παναγιὰ ἔτρωγε δίπλα μου, μὲ φέγγος στὸ πρόσωπό του, τὸ πιλάφι ἀπὸ τὸ καζάνι τῆς Ἐκκλησιᾶς. Δὲν ἦταν πλαστὴ συγκατάβαση, ἀλλὰ συμμετοχὴ στὸ σῶμα τῶν πανηγυριστῶν.

Μιὰ μέρα, ἴσως τοῦ 1984, πέρασε ἀπροειδοποίητα ὁ Ζήσιμος Λορεντζάτος ἀπὸ τὴν Χαλκίδα καὶ μὲ μπαρκάρησε, ἤθελα δὲν ἤθελα, σὲ δανεικὸ αὐτοκίνητο ποὺ ὁδηγοῦσε ὁ ἴδιος, πράγμα κάπως ἀνησυχητικό. Προορισμὸς τὰ Κατούνια. Ἀπὸ τὴ συνάντηση καὶ τὴ συζήτησή τους μὲ τὸν Φίλιππο δὲν συγκράτησα καμιὰ λεπτομέρεια, μοῦ ἔμεινε ὅμως ἡ ἰσχυρὴ ἐντύπωση πὼς διαλέγονταν ἕνας Εὐρωπαῖος ποὺ εἶχε ἐξελληνιστεῖ μένοντας Ἰρλανδὸς κι ἕνας Ἕλληνας ποὺ ἐγκολπώθηκε μιὰν ἄλλη Δύση χωρὶς νὰ ἀφελληνιστεῖ.

Ὁ Λορεντζάτος, ποὺ παιδιόθεν γνώριζε τὴν Λίμνη ὅπου ξεκαλοκαίριαζε ὁ πατέρας του, ἦταν ἐκεῖνος ποὺ συμβούλεψε τὸν Φίλιππο νὰ φτιάξει τὴν καλιά του σὲ τοῦτα τὰ μέρη.

Ἄνθρωπος ἀδύνατης μνήμης, δυσκολεύομαι νὰ θυμηθῶ ποῦ μνημονεύει ὁ Σέρραρντ τὸν Παπαδιαμάντη – θὰ πῶ λίγα πιὸ κάτω γι’ αὐτόν. Πρέπει ὅμως, σὲ τέτοιες μέρες, νὰ τονίσει κανεὶς ὅτι ὁ Σέρραρντ συγκαταλέγεται στὴ χορεία τῶν πρώτης σειρᾶς λογίων ποὺ μίλησαν σεβαστικὰ γιὰ τὸ σπάνιο πουλί, τὸν στρατηγὸ Μακρυγιάννη: Σεφέρης, Θεοτοκᾶς, Λορεντζάτος, δίπλα τους καὶ ὁ Φίλιππος. Ὕστερα ἦρθε ἡ ἀπομυθευτικὴ γραφὴ τῶν ἄνετων πανεπιστημιακῶν γραφείων γιὰ νὰ ἐμπαίξει ἕνα σακατεμένο ἀπὸ τὰ βόλια κορμί. Ὁ χορὸς καλὰ κρατεῖ ὡς τώρα: ὁ Μακρυγιάννης κάθε τόσο πομπεύεται, εἶναι γκρινιάρης, γενάρχης τῶν ἐθνικολαϊκιστῶν, ἀρνιέται τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση καὶ τὸ Εὐρώ, χαρακτηριστικὸ δεῖγμα τῆς φριχτῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, πάντων περίψημα. Αὐτός, κυρίως, φταίει γιὰ τὰ σημερινὰ στραβά μας κεφάλια.

Λοιπόν; Λοιπόν, ἂς ξεχάσουμε τὸν ἄστοχο ἔπαινο τοῦ Σεφέρη, τοῦ Θεοτοκᾶ καὶ τοῦ Λορεντζάτου – φταίει ἡ ἑλληνική τους καταγωγή. Ἂς διαβάσουμε ὅμως τὸ δοκίμιο τοῦ Σέρραρντ, ποὺ τὸ αἷμα του δὲν κουβαλάει τὰ χούγια τῶν Ἑλλήνων.

Πᾶνε κάμποσα χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ἔγινε γιὰ τὸν μακάριο Φίλιππο μιὰ ἐκδήλωση στὴ Θεσσαλονίκη. Λιγοστοὶ ἄνθρωποι συνάχτηκαν καὶ δὲν ἔκρυψα τὴν ἀπογοήτευσή μου. Ἔλαβα τὴν ἀπάντηση: «Ἂς μὴν εἶχε ἐγκαταλείψει τὴ λογοτεχνία γιὰ χάρη τῆς θεολογίας!». ῏Ηταν σὰν μιὰ φτυαριὰ χιόνι στὴν πλάτη.

Τὴν ἀκρισία τὴν ξανασυλλογίζομαι τώρα, γιατὶ αὐτὲς τὶς μέρες παλεύαμε μὲ τὴν κόρη μου νὰ φέρουμε σὲ λογαριασμὸ τὰ τελευταῖα Παπαδιαμαντικὰ Τετράδια. Ξαναδιάβασα, λοιπόν, τὴν κριτικὴ τοῦ Λάκη Προγκίδη γιὰ τὴν μετάφραση τοῦ Παπαδιαμάντη στὰ ἀγγλικὰ ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις τῆς Διονυσίας. Ὁ Προγκίδης δίκαια τὴν θεωρεῖ ὡς ἕναν ἀπὸ τοὺς τρεῖς μεγάλους σταθμοὺς στὶς παπαδιαμαντικὲς σπουδές. Θυμίζοντάς σας ὅτι τὶς σπουδαῖες ἐκδόσεις τῶν Ἑλλήνων καὶ Λατίνων κλασικῶν οἱ φιλόλογοι τὶς ὀνοματίζουν κατὰ τοὺς ἐκδοτικοὺς οἴκους –Teubner, Budé– ἢ κατὰ τοὺς τόπους (Λιψίας, Ὀξφόρδης), θὰ εὐχόμουν, ὅταν δώσει ὁ Θεὸς νὰ ὁλοκληρωθεῖ ἡ ἔκδοση, νὰ ὀνομάζεται «τῶν Κατουνιῶν». Στὸ κάτω τῆς γραφῆς, ἂν ὁ Παπαδιαμάντης εἶναι Σκιαθίτης, ἄλλο τόσο, μὲ πιστοποιητικὰ ἔγκυρα, εἶναι καὶ Λιμνιώτης.

Ἐδῶ, λοιπόν, στὰ μυθικὰ γιὰ μένα Κατούνια, εἶδε τὸ φῶς αὐτὸς ὁ ἀγγλικὸς Παπαδιαμάντης. Ἁρμοδιότερα γιὰ τὴν σύλληψη, τὴν κυοφορία καὶ τὴ γέννησή του θὰ μποροῦσε νὰ μιλήσει ἡ ἀγαπητὴ Διονυσία. Ἐκεῖνο ποὺ διαπιστώνει κανεὶς εἶναι ὅτι ὁ ἰθύνων νοῦς αὐτῆς τῆς ἐπίπονης μεταφραστικῆς προσπάθειας, ὁ π. Λάμπρος Καμπερίδης, καὶ οἱ μεταφραστὲς ἔχουν μαθητεύσει μὲ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλο τρόπο στὸν Φίλιππο. Ἀνάμεσά τους καὶ ἡ κόρη του Λιανταίν, μεταφράστρια τῆς Φόνισσας. Αὐτήν, τὴν Φραγκογιαννού, ἀπὸ τὰ μαθητικά μου κιόλας χρόνια τὴν ἔβλεπα νὰ παίρνει τὰ βουνά, περνώντας ἀπὸ τὸν ἀνηφορικὸ δρόμο, ὅπου καὶ τὸ μητρικό μου σπίτι. (Ἂς ξαναπῶ γιὰ πολλοστὴ φορὰ ὅτι ὅλους τοὺς ἥρωες τῶν παπαδιαμαντικῶν διηγημάτων τοὺς φαντάζομαι νὰ ζοῦν καὶ νὰ κινοῦνται στὴ Λίμνη.)

Τὸ μητρικό μου σπίτι τὸ ἔκαψαν οἱ Γερμανοί. Οἱ τοῖχοι του, χρόνια καὶ χρόνια, ἔδειχναν τὸ σκέλεθρό τους. Ὅταν ὁ Δῆμος Λίμνης ἔκρινε πὼς ἦταν ἐπικίνδυνοι, τοὺς κατεδαφίσαμε. Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ὁ Φίλιππος ἔχτιζε μὲ τὸν Ἰωσὴφ Ροϊλίδη –καλή του ὥρα!– τὴν ἐκκλησιά του. Ἡ μάνα μου, ποὺ ποτέ της δὲν παρηγορήθηκε γιὰ τὴν πυρπόληση, ἀνακουφίστηκε μεγάλως ὅταν τῆς εἴπαμε πὼς μηνύσαμε στὸν κ. Φίλιππο νὰ πάρει ὅ,τι θέλει ἀπὸ τὰ ὑλικὰ τῆς κατεδάφισης. Ἀποκόμισε ὅ,τι τοῦ ἔκανε καὶ τὸ ἐνσωμάτωσε στὸ ναό. Ἔτσι, ἔστερξε ἡ μητέρα νὰ περάσει ἀπὸ τὴ Λίμνη καὶ νὰ ἔλθει στὰ Κατούνια. Ἦταν τότε ποὺ ὁ ἐραστὴς τῆς Λίμνης Γιάννης Φαφούτης μὲ φωτογράφησε μὲ τὸν Ζήσιμο Λορεντζάτο, ἐκεῖ, στὸ κατάμερο τοῦ Φίλιππου Σέρραρντ, πίσω ἀπὸ τὴν ἐκκλησιά του.

Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος

ΤΥΡΒΗ: ΕΝΤΥΠΟΝ ΤΕΡΠΝΟΝ τῆς ΦΑΙΔΡΑΣ ΣΥΝΤΕΧΝΙΑΣ Γρεβενὰ - Δεκαπενταύγουστος 2016 * ΦΥΛΛΟΝ 7ον

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου