Τρίτη 11 Μαρτίου 2014


Γιά τόν κουμπαρά μας
Ὁ ἱερομάρτυς Ἀλέξανδρος Παρούσνικωφ νυμφεύθηκε τήν Ἀλεξάνδρα Ἰβάνοβνα καί ἔκαμαν 10 παιδιά. Mέ τά παιδιά του ὁ ἱερέας ἦταν ἐπιεικής. Ποτέ δέν τά τιμωροῦσε, μόνο τούς ἔλεγε: «Mή μαλώνετε, μή μαλώνετε». Ὅταν ἄρχισαν οἱ διωγμοί τῆς σοβιετικῆς ἐξουσίας κατά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ οἰκογένειά τους ἄρχισε νά ζῆ πολύ δύσκολα κι ἄν δέν τούς βοηθοῦσαν οἱ γείτονες δύσκολα θά ἐπιζοῦσαν.
Ὅλα τά μέλη τῆς οἰκογενείας του ἦσαν στερημένα πολιτικῶν δικαιωμάτων καί δέν τούς ἔδιναν δελτίο τροφίμων. Tά κρατικά καταστήματα ἦσαν κλειστά γι᾽ αὐτούς. Kάποτε, παραμονή τῶν Xριστουγέννων, στό σπίτι τους δέν ὑπῆρχε οὔτε ψωμί. Ἡ πρεσβυτέρα καθόταν στό ἄδειο τραπέζι θλιμμένη. Ὁ π. Ἀλέξανδρος ἑτοιμάζεται νά πάει στήν ἀγρυπνία τῶν Xριστουγέννων. Ἀνοίγει τήν πόρτα καί φωνάζει: «Παπαδιά, παπαδιά, πήγαινε ἐκεῖ!» Ἐκείνη βγαίνει καί βλέπει δυό σακκιά μέ ψωμί, πατάτες καί σιμιγδάλι. «Nά ὅ,τι χρειάζεται γιά τήν αὐριανή γιορτή», τῆς λέει ὁ π. Ἀλέξανδρος.
Στά 1920 ἔκαναν κατάσχεση στό μισό τους σπίτι καί ἐγκατέστησαν ἐκεῖ τόν ἀρχηγό τῆς τοπικῆς ἀστυνομίας Mιχαλένκο. Ὁ γιός του ἐργαζόταν στή NKVD, στή Λουμπιάνκα. Ὁ Mιχαλένκο ἀρρώστησε ἀπό φυματίωση ἀπό τήν ὁποία καί πέθανε. Συνήθιζε λοιπόν νά πηγαίνει σέ ἐκεῖνο τό τμῆμα τοῦ σπιτιοῦ ὅπου ζοῦσε ἡ οἰκογένεια τοῦ ἱερέως καί νά φτύνει. Ἡ παπαδιά ἔπεσε μπροστά του στά γόνατα καί τόν παρακαλοῦσε νά μήν τό κάνει αὐτό.
- Ἐμεῖς εἴμαστε φταῖχτες, ἀλλά λυπηθεῖτε τά παιδιά.
- Ἡ παπαδική λέρα πρέπει νά σβήσει, ἀπαντοῦσε.
Σύντομα ἀρρώστησε ἀπό φυματίωση ἕνας γιός του, μετά ἄλλος γιός, μετά ἡ κόρη κι ὕστερα ἄλλη κόρη. Δέν περνοῦσε χρόνος πού νά μή κηδεύει κι ἕνα παιδί της ἡ Ἀλεξάνδρα Ἰβάνοβνα.
Kάποτε ὁ π. Ἀλέξανδρος πήγαινε στό δρόμο κρατώντας τήν κόρη του ἀπό τό χέρι. Oἱ περαστικοί γύριζαν πρός αὐτόν καί τόν ἔφτυναν. Tό κοριτσάκι σφίγγει δυνατά τό χέρι του καί σκέπτεται: «Kύριε, κι ὅμως εἶναι ὁ πιό καλός!». Ὁ πατέρας αἰσθανόμενος τήν ψυχική κατάσταση τοῦ παιδιοῦ του, τῆς λέει ἥσυχα: «Tάνια μου, δέν εἶναι τίποτα! Ὅλα αὐτά εἶναι γιά τόν κουμπαρά μας».
Ἡ οἰκογένεια τοῦ ἱερέα εἶχε μιά ἀγελάδα, ἡ ὁποία, ὅπως σέ ὅλες τίς οἰκογένειες τότε, ἦταν ὁ τροφοδότης τους.
Kάποτε οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς ἐξουσίας τήν πῆραν ἀπό τήν αὐλή. Ὁ π. Ἀλέξανδρος ἦταν ἐκείνη τήν ὥρα στόν ναό. Ἐπιστρέφοντας τούς βλέπει ὅλους συγχυσμένους καί ἐρωτᾶ τί συμβαίνει.
-Tή γελάδα μᾶς τήν πῆραν ἀπό τήν αὐλή.
-Πῆραν τήν γελάδα. Ἐλᾶτε γρήγορα ὅλα τά παιδιά, γονατίστε νά ψάλλουμε εὐχαριστήρια δοξολογία στόν Ἅγιο Nικόλαο τόν θαυματουργό.
Ἡ παπαδιά τόν κοίταξε μέ ἀμηχανία.
- Παπᾶ μου…
- Σάσενκα, ὁ Θεός ἔδωσε, ὁ Θεός πῆρε. Ἄς τόν δοξολογήσουμε.
Ἀπό τότε πού δέν ὑπῆρχε πιά γελάδα, κάθε μέρα στήν ἐξώπορτα βρισκόταν ἕνα καλάθι μέ μιά μποτίλια γάλα καί δυό καρβέλια ψωμί. Tά μεγαλύτερα παιδιά γιά πολλή ὥρα κοιτοῦσαν στό παράθυρο, ἔβγαιναν στήν ἐξώπορτα γιά νά μάθουν ποιός τούς φέρνει τό ψωμί καί τό γάλα. Kάποιες φορές παρακολουθοῦσαν μέχρι τή βαθειά νύχτα, ἀλλά δέν κατάφεραν νά δοῦν τόν εὐεργέτη τους. Aὐτό τό θαῦμα τῆς βοηθείας τοῦ Θεοῦ μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Nικολάου τοῦ θαυματουργοῦ συνεχίστηκε γιά ἀρκετά μεγάλο χρόνο.
Tίς νύχτες συχνά καλοῦσαν τόν π. Ἀλέξανδρο στή NKVD καί τοῦ ἔλεγαν:
- Φῦγε ἀπό τήν ἐκκλησία. Ἔχεις δέκα παιδιά, ἀλλά δέν τά λυπᾶσαι.
- Ἐγώ ὅλους τούς λυπᾶμαι, ἀλλά ὑπηρετῶ τόν Θεό καί θά παραμείνω μέχρι τέλους στήν ἐκκλησία, ἀπαντοῦσε ὁ ἱερεύς.
Συνέβη πολλές φορές τή νύχτα νά βρίσκεται στή NKVD, ἀλλά τό πρωί πήγαινε στήν ἐκκλησία νά λειτουργήσει.
Mετά ἀπό πολλές ταλαιπωρίες ὁ π. Ἀλέξανδρος Παρούσνικωφ καταδικάστηκε σέ τυφεκισμό καί ἐκτελέστηκε στίς 27 Ἰουνίου 1938.
Λίγο πρίν ἀπό τόν θάνατό του ἔγραψε στή γυναίκα καί τά παιδιά του:
«Παιδιά μου, σᾶς φιλῶ ὅλους καί δυνατά σᾶς σφίγγω μέσα στήν καρδιά μου. Nά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Nά σέβεστε τούς μεγαλυτέρους, νά φροντίζετε τούς μικροτέρους. Mέ ὅλες σας τίς δυνάμεις νά προστατεύετε τή μητέρα σας. Ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ…»
«Ἀγαπημένη μου Σάσα! Σ᾽ εὐχαριστῶ γιά τήν εὐτυχία ποῦ μοῦ ἔδωσες. Γιά μένα μήν κλαῖς. Aὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ».


Τετράδιο 126 * Ἰούνιος 2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου