Ὅταν Τὸν ἀγαπᾶς, δὲν
ὑπάρχει ὁδὸς ἀκηδίας
Ἡ ἀκηδία, ἡ λύπη, ἡ καταπόνηση ὁπωσδήποτε θὰ σὲ ἐπισκέπτονται, ὅπως καὶ
κάθε ἄνθρωπο. Τὸ κυριότερο θέμα εἶναι πῶς ἐμεῖς τὶς ἀντιλαμβανόμαστε. Σοῦ ἔγραψα
ἤδη, μοῦ φαίνεται, ὅτι ἂν ζοῦμε τὶς καταστάσεις μας ὡς «ἀτομικές» μας μόνο,
τότε ἡ ψυχὴ στὸ τέλος ὅλων πτωχεύει καὶ γίνεται ἄκαρπη, ἐνῷ ἡ ζωὴ χάνει τὸ
νόημά της καὶ γίνεται ἀφόρητα ὀχληρή.
Ὁ σκοπός μας, τὸν ὁποῖο ἔχει θέσει μπροστά μας τὸ Εὐαγγέλιο, εἶναι νὰ
γίνουμε παγκόσμιες ὑποστάσεις, νὰ φέρουμε μέσα μας ὅλο τὸν κόσμο, νὰ ζήσουμε ὅλο
τὸ βάθος τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, καὶ ἐπάνω ἀπ’ ὅλα τοῦ Ἀνθρώπου. Ὅλη δηλαδὴ ἡ ἀνθρωπότητα
εἶναι αὐτὸ τὸ «Ἐγώ», καὶ ὅλη ἡ ἱστορία εἶναι ἡ ζωή μου.
Κάθε ὀδύνη, κάθε χαρά, κάθε ἄλλο βίωμα ἀγάπης, δυσαρέσκειας, χαρᾶς,
λύπης, ἐλπίδας, ἀπογνώσεως, κάθε ἐμπειρία πλούτου, φτώχειας, πείνας, κορεσμοῦ,
φόβου, ἐξουσίας, ἐκβιασμοῦ, ταπεινώσεως, πάλης, μὴ ἀντιστάσεως, καὶ ὅλων τῶν
λοιπῶν, εἶναι γιὰ μᾶς ἀποκάλυψη αὐτοῦ ποὺ διαδραματίζεται στὸν Ἀνθρώπινο Κόσμο.
Μέσα λοιπὸν ἀπὸ τὴν προσωπική μας πεῖρα, ποὺ φαίνεται τόσο μικρὴ καὶ ἐφήμερη,
θὰ γνωρίσουμε τὸ Εἶναι στὸ πλήρωμά του, ὅσο μᾶς εἶναι ἐφικτό. Ἀκολουθῶντας τὸν
δρόμο αὐτό, ἀντιδρώντας μὲ τὸν τρόπο αὐτό, ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τὴν πρόσληψη τοῦ
Πνεύματος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς φανέρωσε τὴν εἰκόνα τῆς τελειότητας τῶν υἱῶν
τοῦ Θεοῦ.
Καὶ ὅταν γινόμαστε οἱ ἴδιοι «κατ’ εἰκόνα Του», νικοῦμε τὸν κόσμο,
γινόμαστε ὑπερκόσμιοι, παγκόσμιοι καὶ ἐξωκόσμιοι κατὰ τὸ μέτρο τῆς ἐξομοιώσεως
μας πρὸς τὸν Χριστό.
Δὲν εἴμαστε σὲ θέση νὰ ἐπιζητοῦμε πόνο, παθήματα. Εἶναι φυσικὸ γιὰ κάθε
ζωντανὸ ὄν νὰ ἐπιθυμεῖ τὴ χαρά, τὴν ἀγάπη, τὸ φῶς. Ἔχοντας ὅμως διδαχθεῖ ἀπὸ τὸν
Θεό, δὲν δειλιάζουμε μπροστὰ στὰ παθήματα, γιατὶ μὲ αὐτὰ καὶ ἐμεῖς πλουτίζουμε
μὲ τὴ γνώση τῆς αἰωνιότητας, κερδίζουμε τὴ ζωὴ ποὺ ἀγκαλιάζει τὰ πάντα. Μὲ τὸν ἴδιο
λοιπὸν τρόπο ἑτοιμαζόμαστε καὶ γιὰ τὴν ἐμπειρία τοῦ θανάτου, γιὰ νὰ γίνουμε ἱκανοὶ
νὰ προσλάβουμε τὴν «κρείττονα ἀνάστασιν».
Βέβαια στὸ κέντρο ὅλων βρίσκεται γιὰ μᾶς ὁ Χριστός, Θεὸς καὶ Ἄνθρωπος.
Χωρὶς Αὐτὸν παραμένουμε στὸ σκοτάδι. Χωρὶς Αὐτὸν εἴμαστε ἀνίκανοι νὰ
διακρίνουμε ποῦ ἐμφανίζεται ἡ «ἁμαρτία», δηλαδὴ ἡ ἔκπτωση ἀπὸ τὴ Θεία Ἀγάπη τοῦ
Πατρός. Ἤδη πρὸ πολλοῦ πρέπει νὰ ἔχουμε ἐγκαταλείψει τὴν ἀφελῆ ἀντίληψη τῆς ἁμαρτίας.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι ρήξη τῆς σχέσεώς μας μὲ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι τὸ ἀπόλυτο
Φῶς, ἡ ἀπόλυτη Γνώση, ἡ ἀπόλυτη Ἀγάπη. Μὲ Αὐτὸν δὲν μπορεῖ νὰ συνδεθεῖ τίποτε ἀταίριαστο.
Ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε μαζί του καὶ ἐν Αὐτῷ, πιστὰ τέκνα Του, τότε πρέπει καὶ ἐμεῖς
νὰ εἴμαστε Ἅγιοι, ὅπως καὶ Αὐτὸς εἶναι Ἅγιος.
Ἂν ἐμεῖς δὲν εἴμαστε τέτοιοι, τότε λυπούμαστε γιὰ τὸν ἴδιο τόν ἑαυτό μας,
στεκόμαστε στὰ ὅρια τῆς ἀπογνώσεως, μὲ τὸν φόβο μήπως χάσουμε γιὰ πάντα τὴν υἱοθεσία
καὶ τὴ διαμονὴ στὸ ἀπέραντο Φῶς. Ἐμεῖς ὅμως δὲν πηγαίνουμε πέρα ἀπὸ τὸ ὅριο αὐτό.
Ἀπορρίπτουμε τὴν πλήρη ἀπόγνωση.
Ἔτσι, ἡ ζωὴ τοῦ Θεοῦ, ἂν καὶ ὄχι στὸ πλήρωμά της, διαφυλάσσεται μέσα μας,
καὶ ἐμεῖς μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλον τρόπο θὰ φτάσουμε στὴν τέλεια νίκη. Ἡ ἀγάπη πρὸς
τὸν Χριστὸ εἶναι ἡ πιὸ ἀξιόπιστη βεβαίωση τῆς Ἀναστάσεώς μας. Καὶ ἐσὺ Τὸν ἀγαπᾶς,
καὶ δὲν ὑπάρχει γιὰ σένα ὁδὸς ἀκηδίας. Τὰ τελευταῖα λόγια τὰ εἶπε κατὰ κάποιο
τρόπο ὁ ὅσιος Σεραφεὶμ πρὶν ἀπὸ ἑνάμιση αἰῶνα.
Ὅσιος Σωφρόνιος
Σαχάρωφ