Παρασκευή 30 Ιουνίου 2023
Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023
Τρίτη 27 Ιουνίου 2023
Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023
Μὲ τοῦ Ἀκρίτα τ᾿ ἄλογο καὶ τὸ κοντάρι τοῦ Ἅη-Γιωργιοῦ νὰ ταξιδεύεις στὰ χρόνια
Μπορῶ νὰ βάλω κοντά σου
Σ᾿ αὐτὲς τiς σκοτεινὲς μορφὲς ποὺ θὰ σὲ παραστέκουν αἰώνια
Ὥσπου μιά μέρα νὰ σβηστεῖς κι ἐσὺ παντοτινὰ μαζί τους
Ὥσπου νὰ γίνεις πάλι μιά φωτιὰ μὲς στὴ μεγάλη Τύχη ποὺ σὲ γέννησε
Μπορῶ νὰ βάλω κοντά σου
Μιὰ νεραντζιὰ στοῦ φεγγαριοῦ τοὺς χιονισμένους κάμπους
Καὶ τὸ μαγνάδι μιᾶς βραδιᾶς νὰ ξεδιπλώσω μπροστά σου
Μὲ τὸν Ἀντάρη κόκκινο νὰ τραγουδάει τὰ νιάτα
Μὲ τὸ Ποτάμι τ᾿ Οὐρανοῦ νὰ χύνεται στὸν Αὔγουστο
Καὶ μὲ τ᾿ Ἀστέρι τοῦ Βοριᾶ νὰ κλαίει καὶ νὰ παγώνει—
Μπορῶ νὰ βάλω λιβάδια
Νερὰ ποὺ κάποτε πότισαν τὰ κρῖνα τῆς Γερμανίας
Κι αὐτὰ τὰ σίδερα ποὺ φορεῖς μπορῶ νὰ σοῦ τὰ στολίσω
Μ᾿ ἕνα κλωνὶ βασιλικὸ κι ἕνα ματσάκι δυόσμο
Μὲ τοῦ Πλαπούτα τ᾿ ἄρματα καὶ τοῦ Νικηταρᾶ τὶς πάλλες.
Μὰ ἐγὼ ποὺ εἶδα τοὺς ἀπογόνους σου σὰν πουλιὰ
Νὰ σκίζουν μιάν ἀνοιξιάτικη αὐγὴ τὸν οὐρανὸ τῆς πατρίδας μου
Κι εἶδα τὰ κυπαρίσσια τοῦ Μοριᾶ νὰ σωπαίνουν
Ἐκεῖ στὸν κάμπο τοῦ Ἀναπλιοῦ
Μπροστὰ στὴν πρόθυμη ἀγκαλιὰ τοῦ πληγωμένου πελάγου
Ὅπου οἱ αἰῶνες πάλευαν μὲ τοὺς σταυροὺς τῆς παλληκαριᾶς
Θὰ βάλω τώρα κοντά σου
Τὰ πικραμένα μάτια ἑνὸς παιδιοῦ
Καὶ τὰ κλεισμένα βλέφαρα
Μέσα στὴ λάσπη καὶ τὸ αἷμα τῆς Ὀλλανδίας.
Θὰ πρασινίσει κάποτε.
Τὸ σιδερένιο χέρι τοῦ Γκὲτς θ᾿ ἀναποδογυρίσει τ᾿ ἁμάξια
Θὰ τὰ φορτώσει θημωνιὲς ἀπὸ κριθάρι καὶ σίκαλη
Καὶ μὲς στοὺς σκοτεινοὺς δρυμοὺς μὲ τὶς νεκρὲς ἀγάπες
Ἐκεῖ ποὺ πέτρωσε ὁ καιρὸς ἕνα παρθένο φύλλο
Στὰ στήθια ποὺ σιγότρεμε μιά δακρυσμένη τριανταφυλλιὰ
Θὰ λάμπει ἕνα ἄστρο σιωπηλὸ σὰν ἀνοιξιάτικη μαργαρίτα.
Μὰ σὺ θὰ μένεις ἀκίνητος
Μὲ τοῦ Ἀκρίτα τ᾿ ἄλογο καὶ τὸ κοντάρι τ᾿ Ἅη-Γιωργιοῦ θὰ ταξιδεύεις στὰ χρόνια
Ἕνας ἀνήσυχος κυνηγὸς ἀπ᾿ τὴ γενιὰ τῶν ἡρῴων
Μ᾿ αὐτὲς τὶς σκοτεινὲς μορφὲς ποὺ θὰ σὲ παραστέκουν αἰώνια
Ὥσπου μιὰ μέρα νὰ σβηστεῖς καὶ σὺ παντοτεινὰ μαζί τους
Ὥσπου νὰ γίνεις πάλι μιὰ φωτιὰ μὲς στὴ μεγάλη Τύχη ποὺ σὲ γέννησε
Ὥσπου καὶ πάλι στὶς σπηλιὲς τῶν ποταμιῶν ν᾿ ἀντηχήσουν
Βαριὰ σφυριὰ τῆς ὑπομονῆς
Ὄχι γιὰ δαχτυλίδια καὶ σπαθιὰ
Ἀλλὰ γιὰ κλαδευτήρια κι ἀλέτρια.
Κυριακή 25 Ιουνίου 2023
Σὲ τί θὰ καταντήσωμεν ὅταν ἀδικῆται τὸ
δίκιον
Οἱ Ἐκλαμπρότητές
σας ἤσασταν ἅγιοι εἰς τὸν Ἀγώνα καὶ λευτερώσετε τὴν πατρίδα, καὶ τὸ στρατιωτικὸν
ὅλοι λησταὶ καὶ θερία ἀνήμερα! Καὶ πῶς ὑποφέρετε μ᾿ αὐτούς; Ἦταν τὰ πατριωτικά
σας αἰστήματα καὶ οἱ γενναῖες σας θυσίες πρὸς ὄφελον αὐτῆς τῆς πατρίδας! Αὐτὸ ἐφάνη
κι᾿ ἀπὸ τὸν διορισμὸν εἰς τὰ τάματα τῶν συντρόφωνέ σας. Καὶ πῆγα κ᾿ ἔβαλα μὲ
δάκρυα εἰς τὸν Ἀϊντὲκ αὐτὰ ὑπόψει του καὶ σὲ τί θὰ καταντήσωμεν ὅταν ἀδικῆται τὸ
δίκιον. Καὶ τὰ χάλασε ὅλα αὐτά. Μίλησα καὶ τοῦ Βασιλέως, ὅταν παρουσιάστηκα. Καὶ
μπῆκε σὲ συμπάθειον ὁ Βασιλέας καὶ ἡ Ἀντιβασιλεία. Τότε μὲ βάλετε ῾στὴν ὀργὴ τῆς
Ἀντιβασιλείας. Τότε ἔφυγα καὶ ἦρθα ἐδῶ· καὶ ἦρθε κι᾿ ὁ Ψύλλας καὶ μοῦ εἶπε τὰ ἴδια
ὡς ὑπουργὸς τοῦ Ἐσωτερκοῦ. Μοῦ εἶπε ὅτ᾿ ἤμαστε ὅλοι λησταί. Τότε ἐστείλετε ἄνθρωπον
νὰ μὲ ῾ρεθίση καὶ τὸν πλάκωσα μὲ τὸ δαυλί. Κι᾿ ὁ Κωλέτης μό ῾στειλε τὸν
Κλεομένη του. Τότε φυλακώσετε ὅλους τοὺς ὁπλαρχηγοὺς εἰς τ᾿ Ἀνάπλι. Κ᾿ ἔπαθαν
τόσοι ἀγωνισταί. Καὶ χάθηκαν ἀπὸ τὴν τζελατίνα κι᾿ ἀπὸ τὸ ντουφέκι. Ἀπὸ αὐτόν
σας τὸν πατριωτισμὸν καὶ θυσίες μπήκετε σὲ σημαντικὲς θέσες, γίνετε πρέσβες μὲ
χοντροὺς μιστοὺς καὶ μὲ πλῆθος σταυρούς. Ὅποτε σᾶς λένε οἱ ξένοι σας φίλοι
ντύνεστε τὸ πουκάμισο τῆς ἀρετῆς· κλαῖτε τὴν πατρίδα καὶ τοὺς ἀγωνιστᾶς καθὼς
κλαίγει ἡ φώκια τὸν πνιμένον – εἶναι τὰ δάκρυά της καυτερά, σαπίζει τὸν πνιμένον
καὶ κάθεται καὶ τὸν τρώγει.
Εἰς τὴν Ἀθήνα
μὲ δυὸ χιλιάδες ἱππικό του Κιουτάγια καὶ μὲ πλῆθος πεζικὸν σκοτώθηκαν Ἕλληνες ἑφτακόσοι
ἢ ὀχτακόσοι· σὲ μιὰ ἐκλογὴ τοῦ Ἐκλαμπρότατου Μαυροκορδάτου καὶ συντροφιᾶς του εἰς
τὴν Μεσσηνίαν καὶ Σπάρτη οἱ σκοτωμοὶ πέρασαν αὐτὸν τὸν ἀριθμόν. Καὶ οἱ κάτοικοι
καταφανίστηκαν κι᾿ ἀπὸ κατάστασιν κι᾿ ἀπὸ ζωντανὰ κι᾿ ἀπὸ δενδροφυτεῖες. Ἄσε τοῦ
Κωλέτη – οὔτε γράφονται, οὔτε θέλουν γραφτοῦνε οἱ προκοπές του. Ὅμως αὐτὸς
δικαιολογέται, ὅτι ἡ ἐδική σου ἡ συντροφιά, κύριε Μαυροκορδᾶτε, ἄνοιξε αὐτείνη
τὴν στράτα. Καὶ πόσοι χάθηκαν καὶ χάνονται ὡς τὴν σήμερον καὶ πόσοι θὰ χαθοῦμεν
ἀκόμα κ᾿ ἐμεῖς δὲν ξέρομεν. Ὅτι τὰ φῶτα κι᾿ ὁ πατριωτισμὸς φαίνεται ὡς τὴν
σήμερον ὁλουνῶν.
Δείξατε τί
πατριωτισμὸν καὶ τί ἐθνικὰ φρονήματα εἴχετε κ᾿ ἐσεῖς καὶ οἱ συντρόφοι σας, οἱ
ρήτορές σας οἱ φιλελεύτεροι, οἱ φόρτζα Σεπτεβριανοὶ καὶ Συνταματικοί, ὁποῦ ἄφριζαν
εἰς τὸ βῆμα κ᾿ ἐνθουσιάζαν γενικῶς τοὺς Ἕλληνες – μὲ λόγια παχιὰ καὶ μ᾿ ἀσκιὰ μ᾿
ἀγέρα. Τώρα αὐτεῖνοι οἱ ρήτορες, οἱ φιλελεύτεροι, εἶναι ὅλοι σήμερον βουλευταὶ
μ᾿ ἔλεος τῆς Αὐλῆς καὶ τῶν ὑπουργῶν. Τί κάνουν σήμερα αὐτεῖνοι; Ὅ,τι κάμετε κ᾿ ἐσεῖς
οἱ ἀρχηγοί τους. Ἤσασταν πρῶτα φιλελεύτεροι; Εἰς τὸ ὑπουργεῖον τοῦτο, ὁποῦ ῾ναι
ὁ Χρηστίδης ὑπουργός, ὁποῦ ῾ναι ὁ Γιωργαντᾶς ὁ γνωστός, ὁποῦ ῾ναι τέλος πάντων
τὸ χτεσινὸ παιδὶ ὁ Ντεληγιάννης, προσκυνήσετε, ἀρνηθήκετε ὅλα ὅσα κάμετε· ὅσα εἴπετέ
σας βάλαν καὶ τὰ γλύψετε σὰ νὰ μὴν τὰ εἴπετε, καὶ τότε κάμαν ἔλεος καὶ σᾶς
βγάλαν βουλευτάς· καὶ λάβετε τὴν διαταγὴ κι᾿ ὁδηγίες τοῦ Ντεληγιάννη καὶ πᾶτε
πρέσβες οἱ Ἐκλαμπρότητές σας. Καὶ οἱ ρήτορές σας ρητορεύουν εἰς τὸ βῆμα κι᾿ ὅ,τι
νομοσκέδια δίνουν οἱ ὑπουργοί, «σοί, Κύριε». Τέτοιοι εἶστε ἐσεῖς, τέτοιοι εἶναι
κ᾿ οἱ ὀπαδοί σας. Φανήκετε ὅλοι τί ἀξίζετε καὶ τί κάμετε εἰς τὴν πατρίδα ἀρχὴ
καὶ τέλος. Σᾶς θεωροῦσαν οἱ μέσα καὶ οἱ ἔξω πὼς κάτι ἤσασταν· κ᾿ εἶστε ὅ,τι εἶστε.
Ἤσασταν ὅ,τι θεωροῦσαν οἱ Εὐρωπαῖοι τὸν Σουλτάνο καὶ δὲν τολμοῦσαν νὰ τοῦ ἀφαιρέσουν
τὸν τίτλο τοῦ «Γκρανσινιόρη». Ὅσο ἔλεπαν τὸ τζαμὶ εἰς τὴν Βγιέννα σκιάζονταν κ᾿
ἔτρεμαν νὰ μὴν πάγη καὶ παραμέσα καὶ φκειάση κι᾿ ἄλλα τζαμιά. Κι᾿ ἀπὸ αὐτὸν τὸν
φόβον κάποτε τοῦ πλέρωναν καὶ φόρον. Κι᾿ ὅταν βήκαν μιὰ χούφτα ἄνθρωποι καὶ τοὺς
ἀπόδειξαν ὅτι δὲν ἔχει πλέον ὁ Γκρανσινιόρης μαστόρους νὰ χτίση τζαμιά, ὅτι θὰ
πέσουν κι᾿ αὐτὰ ὁποῦ ἔχει, ἀπὸ τότε τὸν λένε «ὁ Τοῦρκος». Καὶ δι᾿ αὐτὸ οἱ εὐεργέτες
μας βάνουν τὰ φῶτα τους νὰ μᾶς προκόψουν. Ὅμως καὶ χωρὶς κανένας ἀπὸ αὐτοὺς νὰ
μᾶς πειράξη μ᾿ ἔργα, ἂς εἶστε καλὰ ἐσεῖς ὁποῦ δὲν ἀφήσετε κανένα κουσούρι καὶ μᾶς
καταντήσετε τέτοιους ὁποῦ εἴμαστε.
Στρατηγὸς Μακρυγιάννης
Σάββατο 24 Ιουνίου 2023
Τῆς νύχτας οἱ ἀρματωλοὶ καὶ τῆς αὐγῆς
οἱ κλέφταις
Τὸ ἑπόμενον ἄσμα συνέδεσεν ὁ Κολοκοτρώνης πρὸς ἀνδραγάθημά του, κατὰ τὴν ἐποχὴν
ποὺ ἦτο κλέφτης ‘ς τὰ βουνά. Τὸ γεγονὸς διηγεῖτο ὁ ἴδιος, καὶ τὴν διήγησιν αὐτοῦ
κατέγραψεν ὁ Τερτσέτης, ἀκούσας παρὰ γραίας ἐκ τῆς οἰκογενείας τῶν
Κολοκοτρωναίων.
Ἔχει ὡς ἑξῆς:
Ἦταν Λαμπρὴ ἀνήμερα, ἦταν ὀγδοήντα σύντροφοι, καὶ ἦτον εἰς τὸ μεγαλύτερο
βουνὸ τῆς Πελοποννήσου. Ἀπὸ ἡμέραις τοὺς εἶχαν εἴδηση δωσμένη, ὅτι θὰ πᾶνε ἁλυσοδεμένους
ἑκατὸν πενήντα ἀνθρώπους. Ἐδιαμοίρασα, ἔλεγεν ὁ Κολοκοτρώνης, τοὺς μισοὺς
συντρόφους εἰς τὸ ἄλλο βουνό, ἔβαλα τὰ καραούλια μὲ μεγάλη πρόβλεψη, διὰ νὰ
κάμωμε τὴ Λαμπρή μας ἀσφαλισμένοι. Ἐδιαμοιρασθήκαμε λοιπὸν καὶ τοὺς εἶπα: Ἒ, ἀδελφοὶ
χριστιανοί, νὰ εἴμασθε συγκεντρωμένοι, ὄχι, ὄχι ποὺ μᾶς ὀνομάζουν οἱ ἄρχοντες
καὶ τὸ γουναρικὸ κλέφταις, νὰ ἐλευθερώσουμε τοὺς ζωντανούς. Ἂν θέλετε νὰ μ' ἀκούσετε,
νὰ κρεμάσωμε τὰ χαμαλιά μας εἰς τὰ ἔλατα. Αὐτὰ εἶναι ἡ ἐκκλησία μας, ἡ Λαμπρή
μας, καὶ νὰ ἀσπασθοῦμεν καὶ νὰ ἐλευθερώσουμε τοὺς ἀδελφούς μας, ποὺ πᾶνε νὰ τοὺς
φυλακίσουν διὰ παντὸς εἰς τὰ δεσμά. Ἀπάνω ποὺ καθήσαμε νὰ φᾶμε, εἶπα πάλε: Ἂν εἴμαστε
ἀδελφοί, νὰ χύσωμε τὸ αἷμα μας διὰ τοὺς ἀδελφούς μας. Πρῶτα τους ὠρμήνευσα
μιλητά, ἔπειτα τὸ ἔκαμα καὶ τραγούδι καὶ τοὺς τὸ ἐτραγούδησα.
Ἀπάνω ποὺ ἐκόψανε τ’ ἀρνιὰ τὰ ψημένα, ὁ Θεὸς τοὺς ἐπῆγε τοὺς Τούρκους καὶ
τοὺς ἐκτύπησαν, ἐλαβώθηκε ἕνας πρῶτος ἀπὸ τὰ παλληκάρια, ἐσκοτώθη ἕνας πρῶτος ἐξάδελφος
τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ πῆραν τὸ κεφάλι του. Ἔκαμαν πόλεμο. Ἤσαν δύο χιλιάδες
στρατιῶται. Ἀπὸ τοὺς Τούρκους ἐσκοτώθησαν ὀγδοήντα ἑπτά. Μᾶς βοήθησε, ἔλεγεν ὁ
Κολοκοτρώνης, ἡ Παναγία ἡ Θεοτόκος καὶ ἡ καθαριότητά μας, ὅπου ἐπήγαμε νὰ ἐλευθερώσωμε
τοὺς ἀδελφούς μας".
Τῆς νύχτας οἱ ἀρματωλοὶ καὶ τῆς αὐγῆς οἱ κλέφταις
ὁλονυχτὶς κουρσεύανε καὶ ταῖς αὐγαῖς κοιμῶνται.
Κοιμῶνται 'ς τὰ δασὰ κλαριὰ καὶ 'ς τοὺς παχιοὺς τοὺς ἤσκιους.
Εἶχαν ἀρνιὰ καὶ ψήνανε, κριάρια σουβλισμένα,
μὰ εἶχαν κ' ἕνα γλυκὸ κρασί, ποὺ πίν' τὰ παλληκάρια.
Κ’ ἕνας τὸν ἄλλον ἔλεγαν, κ' ἕνας τὸν ἄλλον λέει.
"Καλὰ τρῶμε καὶ πίνουμε καὶ λιανοτραγουδᾶμε,
δὲν κάνουμε κ’ ἕνα καλό, καλὸ γιὰ τὴν ψυχήν μας;
-ὁ κόσμος φκειάνουν ἐκκλησιαῖς, φκειάνουν καὶ μοναστήρια,
- νὰ πᾶμε νὰ φυλάξουμε 'ς τῆς Τρίχας τὸ γεφύρι,
ποῦ θὰ περάση ὁ βόϊβοντας μὲ τοὺς ἁλυσωμένους
-νὰ κόψουμε τοὺς ἅλυσους νὰ βγοῦν οἱ σκλαβωμένοι,
νὰ βγῆ τῆς χήρας τὸ παιδί, π' ἄλλο παιδὶ δὲν ἔχει,
π' αὐτὴ τὸ 'χει μονάκριβο 'ς τὸν κόσμο ξακουσμένο".
Παρασκευή 23 Ιουνίου 2023
Βιαία πνοὴ
Στὸ Εὐαγγέλιο ἡ ὁδὸς τοῦ Κυρίου προπαρασκευάζεται συχνὰ μὲ «σκληροὺς
λόγους». Γιὰ παράδειγμα, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἀποκαλοῦσε τὰ τέκνα τῶν Ἑβραίων
«γεννήματα ἐχιδνῶν». Ἡ φράση αὐτὴ ἑρμηνευόταν ἀπὸ τὸν Γέροντα Σωφρόνιο ὡς ἑξῆς:
Μὲ τὸν βαρὺ αὐτὸ χαρακτηρισμὸ ὁ Τίμιος Πρόδρομος παρηγοροῦσε τὸν λαὸ μέσα ἀπὸ τὴ
συντριβὴ ποὺ τοῦ προξενοῦσε. Ἡ συντριβὴ ταπεινώνει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ
ἡ ταπείνωση τὴν διευρύνει, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, τὴ χάρη
τοῦ Παρακλήτου, ποὺ εἶναι καὶ ἡ μόνη ἀληθινὴ παρηγοριά.
Ὅλοι οἱ σκληροὶ λόγοι, τότε, μποροῦν νὰ ἐννοηθοῦν μέσω τῶν λόγων τοῦ ἀποστόλου
Παύλου: «Τὶς ἐστιν ὁ εὐφραίνων με, εἰ μὴ ὁ λυπούμενος ἐξ ἐμοῦ;» Μὲ τὸν ἴδιο
τρόπο, ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ὁ Ἀπόστολος φέρνει τὰ πνευματικά του
τέκνα σὲ συντριβή, προκαλώντας μέσα τους τὴ συναίσθηση ὅτι ἡ ζωή τους δὲν εἶναι,
ὅπως θὰ ὄφειλε. Τοὺς ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση, καί, μὲ τὴ βοήθειά της, στὴ χάρη.
Γιατὶ ὁ Θεὸς «ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Στὴ
συνέχεια, ὅπως λέγεται στὴν πρώτη εὐχὴ τῆς χειροτονίας πρεσβυτέρου, ἀκολουθεῖ «ἡ
θεία χάρις, ἡ πάντοτε τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα».
Στὴ ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ ἕνας σκληρὸς λόγος ἰσοδυναμεῖ μὲ τὴ «βιαία πνοή». Ἐκδιηγεῖται
τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ καὶ προξενεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου βαθειὰ μεταμέλεια. Ἡ
συντριβὴ αὐτὴ εἶναι ὁ πρόδρομος τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Οἱ «σκληροὶ λόγοι» τῶν ἁγίων Γραφῶν προκαλοῦν στὴν καρδιὰ προφητικὸ
«συσσεισμό». Ὅπως κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔπνευσε πρῶτα ἡ βίαιη πνοὴ καὶ
ὕστερα ξεχύθηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «ἐπὶ πᾶσαν σάρκα», ἔτσι καὶ τώρα ὁ πνευματικὸς
συσσεισμὸς κάνει νὰ ἀναφανεῖ ἡ καινὴ καρδιά, ὄχι ἡ λίθινη, ἀλλὰ ἡ εὐαίσθητη ποὺ
εἶναι ἱκανὴ νὰ προσλάβει τὸ χάρισμα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἡ καρδιὰ αὐτὴ εἶναι τόσο
πολύτιμη ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ὥστε κάθε κραυγὴ ἢ ἐπίκλησή της συγκεντρώνει ὅλη τὴν
προσοχή Του καὶ ἑλκύει τὴ χάρη Του.
Ἱερομόναχος Ζαχαρίας Ζάχαρου
Τετάρτη 21 Ιουνίου 2023
Τρίτη 20 Ιουνίου 2023
Στὸ
Μέγα-Γιαλό
Πῶς ἐκλείσθη μοναχός του, ὁ ἔρμος, ὁ καλόγερος
τοῦ Ἁϊ-Δημητριοῦ, μὲ τέτοιον καιρόν, ὁλομόναχος, εἰς τὸ μοναστηράκι;
Κάτω ἐβρυχᾶτο ἄγριος ὁ βορρᾶς, ὀργώνων τὰ
κύματα, θολὰ καὶ ἀνταριασμένα, πλήττοντα μανιωδῶς τοὺς βράχους. Ἡ λευκὴ ἀδελφή
του, παρθένα ἀπάτητη ἐπάνω εἰς τὰ βουνά, ἅπλωνε τὰ ἀτελείωτα σινδόνια της. Ἐκεῖνος
τὰ ἔσφιγγε μὲ τὸ φύσημά του, καὶ ὁ ἥλιος δὲν τὰ ἐστέγνωνε μὲ τὰς ἀκτῖνάς του. Ἐπάνω
εἰς τὴν ράχιν, σύρριζα εἰς τὸν κρημνόν, ἦτο κτισμένον τὸ παλαιόν, μισοφαγωμένον
ἀπὸ τὸν βορρᾶν, μαυρισμένον ἀπὸ τὰς καταιγίδας, μοναστηράκι. Μισῆς ὥρας δρόμος
μὲ πολὺν κόπον καὶ ἆσθμα, ἤρκει διὰ νὰ ἀναβῇ κανεὶς ἀπὸ τὴν ἄμμον κάτω τοῦ αἰγιαλοῦ
εἰς τὴν μικρὰν κορυφὴν ἐπάνω.
Κάτω ἡπλώνετο ὁ Μέγας Γιαλός, μὲ τὴν μακρὰν ἀτελείωτον
πλατεῖαν λωρίδα τῆς ἄμμου καὶ τῶν χαλίκων του, μὲ τὴν βαθεῖαν γαλανὴν καὶ
πρασινίζουσαν θάλασσάν του. Ἐδῶθεν κ᾿ ἐκεῖθεν δύο μικροὶ κάβοι μὲ κρημνώδεις καὶ
ἀποτόμους προεξοχὰς τῶν βράχων ὡροθετοῦσαν τὸν Μέγαν Γιαλόν, χωρὶς νὰ τὸν
φράττωσι, χωρὶς νὰ σχηματίζωσι μικρὰν καμπύλην, χωρὶς ν᾿ ἀποτελῶσιν ὅρμον ἢ
μικρὰν ἀγκάλην. Ὁ Μέγας Γιαλὸς ἦτο ὅλος ἀνοικτὸς εἰς τὸν κὺρ Βορηᾶν, τὸν αὐθέντην
του. Ὅσον καὶ ἂν παρακαλέσῃ τις μὲ τραγούδια τὸν κὺρ Βορηᾶν νὰ μετριάσῃ τὸ ἄγριον
φύσημά του, ὁ σκληρὸς δὲν εἶναι φιλόμουσος, καὶ δὲν συγκινεῖται ἀπὸ τραγούδια.
Καὶ ὅσον καὶ ἂν ἐπεθύμει τις νὰ ὀνομάσῃ τὸν Μέγα Γιαλὸν ὅρμον, ὁ Μέγας Γιαλὸς ἦτο
ἀναπεπταμένη θάλασσα, ἦτο ἀδελφὸς τοῦ πελάγους, καὶ ἦτο ἁπλοῦς σταθμὸς τοῦ
σκληροῦ Βορηᾶ, τοῦ αὐθέντου του.
Ἔκλινεν ὀλίγον τι πρὸς τὸν Καικίαν, τὸν Γραῖον
ἄνεμον, ὡς νὰ ἐπροκάλει δι᾿ ἀκκισμάτων τὰς θωπείας τοῦ καθ᾿ αὑτὸ Βορρᾶ, τοῦ αὐθέντου
του. Ὑπῆρχε βωβὴ καὶ φοβερὰ συμμαχία μεταξὺ τοῦ αἰγιαλοῦ καὶ τοῦ ἀνέμου. Ὅσα
πλοῖα δὲν ἤρκει μόνη ἡ πνοή του ν᾿ ἀνατρέψῃ εἰς τὸ πέλαγος, τὰ παρέπεμπε πρὸς τὸν
ὑποτελῆ του. Ἐκεῖ ἐθραύοντο ἀσφαλῶς ἐπάνω εἰς τοὺς βράχους. Μία ὕφαλος βαθεῖα,
κρυμμένη κάπου ἀντικρὺ εἰς τὸ πέλαγος, ἡ ὁποία μὲ τὸ ἀνάστημά της δὲν ἔφθανε τὰς
τρόπιδας τῶν μικρῶν πλοίων, ἐτέντωνε τὸν λαιμόν, ὕψωνε τὴν κεφαλήν, κ᾿ ἔβλεπε
μακρόθεν μὲ πικρὰν ζήλειαν τὰς καταστροφάς, τὰς ὁποίας ἐπροξενοῦσαν συχνὰ οἱ
δύο ἀκρινοὶ ὄρθιοι καὶ ὀδοντωτοὶ βράχοι τοῦ κάβου, εἰς τοὺς ἐλεεινοὺς φελλοὺς
τοὺς ὁποίους ἡ ριψοκίνδυνος φιλοπαιγμοσύνη τῶν ἀνθρώπων ἐτόλμα ν᾿ ἀπολύῃ εἰς τὸ
πέλαγος. Φιλοπαιγμοσύνη ἀνοήτων παιδίων πρὸς πολύπειρον καὶ πονηρὸν γέροντα.
Ἔρημα γιαλόξυλα, λεῖα, ἀσπρουδερὰ καὶ σαπρά,
λείψανα παλαιῶν ἀγνώστων ναυαγίων, πλανώμενα ἐδῶ κ᾿ ἐκεῖ εἰς τὸν ἀφρὸν ἢ
κείμενα κάπου εἰς τὸν πάτον, τὰ ἔρριπτε τὸ πέλαγος, ἐπάνω εἰς τὴν ἄμμον· ἔκειντο
διεσπαρμένα ἐκεῖ, διηγούμενα ἀφώνους ἱστορίας συμφορῶν καὶ πνιγμῶν καὶ ὀλέθρου.
Τὴν ἡμέραν εὕρισκον οἱ βοσκοὶ πρόχειρα καυσόξυλα σωρευμένα εἰς τὴν ἄμμον καὶ τὴν
νύκτα ἀγρίευεν ὁ βορρᾶς καὶ τὰ κύματα, ραγδαῖα, ἀλλεπάλληλα, ἀκούραστα,
κατεκάλυπτον ὅλην τὴν ἄμμον, καὶ ἔτρωγαν ― ἔτρωγαν τὸν κρημνὸν καθ᾿ ὅλον τὸ μῆκος
τοῦ αἰγιαλοῦ, καὶ ἡ γῆ ἐσμικρύνετο καὶ ἡ θάλασσα ἐμεγάλωνε. Καὶ ὅσον ἐπερνοῦσαν
οἱ χρόνοι, καὶ ἐπανήρχοντο οἱ χειμῶνες, τόσον ὁ μέγας κρημνὸς ἐγίνετο
κατωφερέστερος, καὶ τὸ κῦμα ὑπέσκαπτε τοὺς πόδας του, παντοῦ ὅπου δὲν ἔφτανε νὰ
φάγῃ τὸ μέτωπον καὶ τὰς ὀφρῦς του.
Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023
Τὸ μέλλον μου στὰ
χέρια Σου
Ἔχεις ἀκόμη ἀνησυχίες. Πές μου, ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ προέρχονται; «Ὅλα
τὰ ἐξωτερικὰ πᾶνε καλά» ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ τὰ ἔχεις ἐπανεξετάσει καὶ
τακτοποιήσει- τὴν ἀπόφασή σου τὴν ἔχεις πάρει. Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχονται αὐτὲς
οἱ ἀνησυχίες; Ὅλες εἶναι ἀπὸ τὸν ἐχθρό. Ὅλες. Ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ.
Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνει; Μήπως σκέφτεσαι νὰ φτιάξεις τὴ ζωή σου
μόνη σου, μὲ τὶς δικές σου ἱκανότητες καὶ προσπάθειες; Ἂν πραγματικὰ αὐτὸ σκέφτεσαι,
σὲ συμβουλεύω νὰ ἀλλάξεις ἀμέσως γνώμη, ἀλλιῶς δὲν θὰ ἀπαλλαγεῖς ἀπό τη σύγχυση
καὶ τὴν ταραχή. Ἐξέτασε πάλι τὸν ἑαυτό σου ἤ θυμήσου ὅ,τι σοῦ ἔχω ὑποδείξει καὶ
ὅ,τι ἔχει συμβεῖ μέσα σου σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀλληλογραφίας μας. Θυμήσου, ἐπίσης,
ποιὰ ἦταν ἡ ἔκβαση τῶν προβληματισμῶν σου γιὰ τὴ ζωή. Τέλος, δῶσε στὴν αὐτοεξέτασή
σου τέτοια κατεύθυνση, ὥστε νὰ καταλήξει σὲ μιὰ σταθερὴ ἀπόφαση ἀμετάκλητης ἐναποθέσεως
τοῦ μέλλοντός σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
Ἀφοῦ, λοιπόν, πάρεις αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, προσευχήσου στὸν Κύριο ὁλόθερμα.
«Τὸ μέλλον μου», πές Του, «τὸ ἀφήνω μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου. Ὅπως ξέρεις
καὶ ὅπως θέλεις, Κύριε, κατεύθυνε τὴ ζωή μου, μ’ ὅλα τὰ ἀπρόοπτα καὶ μ’ ὅλες τὶς
δυσκολίες της. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς δὲν θὰ μεριμνῶ καὶ δὲν θ’ ἀνησυχῶ πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό
μου. Μία φροντίδα μόνο θὰ ἔχω, νὰ κάνω πάντα ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ’ Ἐσένα». Ἔτσι
νὰ Τοῦ μιλήσεις, ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτα νὰ Τοῦ ἀποδείξεις ὅτι ἔχεις ὁλοκληρωτικὰ ἀφεθεῖ
στὰ χέρια Του, ὅτι δὲν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτα, ὅτι ἀποδέχεσαι ἤρεμα καὶ ἀγόγγυστα
ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη ἤ δυσάρεστη, μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι ἔχει
παραχωρηθεῖ ἀπό τὴ θεία πρόνοια. Μοναδική σου μέριμνα ἂς εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρηση
τῶν ἐντολῶν τοῦ θεοῦ σὲ κάθε περίσταση.
Ὕστερα ἀπὸ μία τέτοια ἐσωτερικὴ τοποθέτηση, ὅλες οἱ ἀνησυχίες σου θὰ ἐξανεμιστοῦν.
Ἀνησυχεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τώρα, καθὼς θέλεις ὅλες οἱ περιστάσεις νὰ
συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τοῦ δικοῦ σου σκοποῦ. Καὶ ἐπειδή, φυσικά, ὅλα δὲν
γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά σου, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι – «Αὐτὸ δὲν ἔγινε
ἔτσι, ἐκεῖνο δὲν ἔγινε ἀλλιῶς». Ἄν, ὅμως, ἀναθέσεις τὰ πάντα στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη
καὶ δεχθεῖς πὼς ὅ,τι συμβαίνει προέρχεται ἀπ’ Αὐτὸν γιὰ τὸ καλό σου, τότε δὲν θ’
ἀνησυχεῖς πιὰ καθόλου. Θὰ κοιτᾶς μόνο γύρω σου, γιὰ νὰ δεῖς τί σοῦ στέλνει ὁ
Θεός, καὶ θὰ ἐνεργεῖς σύμφωνα μ’ αὐτὸ ποὺ στέλνει. Κάθε κατάσταση μπορεῖ νὰ ὑπαχθεῖ
σὲ κάποια θεία ἐντολή. Νὰ ἐνεργεῖς, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὴ σχετικὴ ἐντολή, ἐπιδιώκοντας
τὴν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν σου ἐπιθυμιῶν.
Προσπάθησε νὰ καταλάβεις τί λέω καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸ ἐφαρμόσεις. Δὲν θὰ τὸ
κατορθώσεις, βέβαια, ἀπό τη μία στιγμὴ στὴν ἄλλη. Χρειάζεται ἀγώνας γι’ αὐτό, ἀλλὰ
καὶ προσευχή.
Ζητῶ ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ σὲ λυτρώσει ἀπὸ τὴν κατάθλιψη, ποὺ θεωρεῖς ἀφόρητη,
ἀλλὰ μόνο ἂν αὐτὸ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του καὶ ἀπαραίτητο γιὰ τὴ
σωτηρία σου. Θὰ σὲ λυτρώσει, δίχως ἄλλο, στὴν ὥρα ποὺ πρέπει. Ὁπλίσου μὲ πίστη
καὶ ὑπομονή. Βλέπουμε πόσο γρήγορα μεταβάλλονται οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς μας. Ὅλα ἀλλάζουν
ἀκατάπαυστα. Ἔτσι θὰ ἀλλάξει καὶ ἡ ψυχική σου κατάσταση. Θὰ ἔρθει μία μέρα πού,
ἀπαλλαγμένη πιὰ ἀπὸ τὸ πλάκωμα, θὰ ἀναπνέεις ἐλεύθερα καὶ θὰ φτεροκοπᾶς ὅπως ἡ
πεταλούδα πάνω ἀπὸ τὰ λουλούδια. Πρέπει μόνο νὰ σηκώσεις μὲ ὑπομονὴ τὴν τωρινὴ
δυσκολία γιὰ ὅσον καιρὸ παραχωρήσει ὁ Θεός.
Ὅταν ἡ νοικοκυρὰ βάλει μία πίτα στὸ φοῦρνο, δὲν τὴ βγάζει ὥσπου νὰ
βεβαιωθεῖ πὼς εἶναι ψημένη. Ὁ Νοικοκύρης τοῦ σύμπαντος σ’ ἔχει βάλει μέσα σ’ ἕνα
φοῦρνο καὶ σὲ κρατάει ἐκεῖ ὥσπου νὰ ψηθεῖς. Κάνε ὑπομονή, λοιπόν, καὶ περίμενε.
Δὲν θὰ μείνεις στὸ φοῦρνο οὒτε ἕνα λεπτὸ περισσότερο ἀπ’ ὅσο χρειάζεται. Μόλις
εἶσαι ἕτοιμη, θὰ σὲ βγάλει ὁ Κύριος ἔξω. Ἄν, ὅμως, μόνη σου πεταχτεῖς ἔξω, θὰ εἶσαι
σὰν τὴ μισοψημένη πίτα.
Πρέπει ἐπίσης νὰ σοῦ πῶ, ὅτι, σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μας, ὅποιος ὑπομένει ἀγόγγυστα
τὶς δυσκολίες, πιστεύοντας ὅτι τὶς παραχωρεῖ ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό του, εἶναι ἰσότιμος
μὲ τοὺς μάρτυρες. Αὐτὸ νὰ τὸ θυμᾶσαι πάντα, γιὰ νὰ παρηγοριέσαι.
Εἶναι ἀδύνατο νὰ ζήσεις χωρὶς συναισθήματα καὶ συγκινήσεις, ἀλλὰ δὲν εἶναι
σωστὸ νὰ ὑποκύπτεις σ’ αὐτά. Πρέπει νὰ τὰ συγκρατεῖς μὲ τὴ λογικὴ καὶ νὰ τοὺς
δίνεις τὴ σωστὴ κατεύθυνση. Εἶσαι εὐαίσθητη καὶ εὐσυγκίνητη. Ἡ καρδιά σου
ξεχειλίζει καὶ χύνεται μέσα στὸ κεφάλι σου. Προσπάθησε νὰ ἀποκτήσεις αὐτοκυριαρχία.
Σοῦ ἔχω γράψει ἤδη τί νὰ κάνεις: Νὰ σκέφτεσαι προκαταβολικὰ ποῦ βρίσκεται τὸ πιθανὸ
ἐρέθισμα γιὰ κάθε συναίσθημα. Καί, ὅταν τὸ ἐντοπίζεις, νὰ εἶσαι σὲ ἐπιφυλακή,
γιὰ νὰ ἀντιλαμβάνεσαι ὁποιαδήποτε συναισθηματικὴ ταραχὴ τῆς καρδιᾶς, ἤ νὰ κρατᾶς
τὴν καρδιά σου κάτω ἀπὸ τὸν σταθερὸ ἔλεγχο τοῦ νοῦ. Χρειάζεται ν’ ἀσκηθεῖς σ’ αὐτό.
Μὲ τὴν ἐξάσκηση εἶναι δυνατὸ νὰ ἀποκτήσεις πλήρη αὐτοκυριαρχία.
Ὅλα πάντως προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ ἂς στρεφόμαστε σ’ Ἐκεῖνον μὲ
τὴν προσευχή. Καὶ ὅμως, γράφεις ὅτι δὲν προσεύχεσαι. Τί εἶναι τοῦτο πάλι; Μήπως
ἔγινες ἄθεη; Τί πάει νὰ πεῖ δὲν προσεύχεσαι; Μπορεῖ νὰ μὴ λὲς τὶς τυπικὲς
προσευχές, ἀλλὰ ν’ ἀπευθύνεσαι στὸν Θεὸ μὲ δικά σου λόγια καὶ νὰ Τοῦ ζητᾶς
βοήθεια. Κοίτα, Κύριε, τί συμβαίνει μ’ ἐμένα. Ἐτοῦτο κι ἐκεῖνο… Δὲν μπορῶ νὰ τὰ
βγάλω πέρα μόνη μου. Βοήθησέ με, πολυεύσπλαχνε!. Νὰ Τοῦ μιλᾶς γιὰ κάθε σου ἀνάγκη,
ἀκόμα καὶ τὴν πιὸ μικρή, καὶ νὰ Τὸν παρακαλᾶς γιὰ διαρκῆ ἐνίσχυση. Αὐτὴ ἡ
προσευχὴ εἶναι ἡ πιὸ γνήσια.
Γιατί ἀκοῦς ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἀποτρέπει ἀπὸ τὴν προσευχή; Δὲν καταλαβαίνεις ὅτι
κι αὐτὸ εἶναι δουλειὰ τοῦ ἐχθροῦ; Ναί, ἀναμφίβολα εἶναι. Ψιθυρίζει στὸ αὐτί
σου: «Μὴν προσεύχεσαι!» Καὶ μερικὲς φορές, ἀφοῦ κυριαρχήσει σ’ ὁλόκληρο τὸ σῶμα
σου, σὲ ρίχνει στὸ κρεβάτι καὶ σὲ ἀποκοιμίζει. Δικά του τεχνάσματα εἶναι ὅλα τοῦτα.
Μὰ ἐνῶ ὁ πονηρὸς κάνει τὴ δουλειά του, πασχίζοντας νὰ σὲ ἀποσπάσει ἀπὸ τὸ καλό
σου ἔργο, πρέπει κι ἐσὺ νὰ κάνεις τὴ δική σου δουλειά, ἐπιμένοντας σ’ αὐτὸ τὸ ἔργο
ὥς τὸ τέλος.
Ὁπλίσου, ὅπως τόσες φορὲς σοῦ ἔχω πεῖ, μὲ θάρρος καὶ μὴν ἀκοῦς τὸν ἐχθρό.
Καμιὰ προσοχὴ μὴ δίνεις στοὺς ψιθυρισμούς του. Καὶ ἐπιπλέον, θύμωσε! Θυμώνοντας
ἐναντίον του, εἶναι σὰν νὰ τὸν χτυπᾶς κατάστηθα. Ἀμέσως γίνεται καπνός.
Σοῦ εὔχομαι μ’ ὅλη μου τὴν καρδιὰ νὰ βρεῖς τελικὰ τὴν εἰρήνη.
Ὁ Θεὸς βοηθός!
Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος
Κυριακή 18 Ιουνίου 2023
Πέμπτη 15 Ιουνίου 2023
Μπορεῖ νὰ ἰσχύει αὐτὸ τὸ παράδοξο;
Ἂν γυρίσεις τὸν κόσμο, θὰ δεῖς πὼς δὲν θὰ βρεῖς παρὰ σπάνια εὐτυχισμένους
ἀνθρώπους καὶ ἐκείνους μὲ λιγόχρονη καὶ ἄστατη εὐτυχία, πικραμένους ὅμως θὰ βρεῖς
πολλοὺς σὲ κάθε σου πάτημα. Ἀδέρφια σου στὴν χαρὰ δὲ θὰ βρεῖς πολλά, μὰ ἀδέρφια
στὴν πίκρα θὰ βρεῖς πάρα πολλά. Αὐτὸ φανερώνει πὼς τοῦτος ὁ κόσμος εἶναι ἕνας
τόπος ποὺ ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ δοκιμαστεῖ, ὅπως τὸ χρυσάφι στὴν φωτιά. Ἀφήνω
πὼς εὐτυχία δὲν εἶναι ἡ καλοπέραση τοῦ κορμιοῦ, κι αὐτὸ φαίνεται τρανότατα ἀπὸ
τὸ ὅτι οἱ καλοπερασμένοι καὶ οἱ πλούσιοι δὲν εἶναι εὐτυχισμένοι, ἀλλὰ κάνουνε τὸν
εὐτυχισμένο καὶ στὸ τέλος βαριοῦνται τὴν ζωή τους. Ἡ εὐτυχία τους εἶναι μᾶλλον
ρηχὴ καὶ ψεύτικη, κι ὁλοένα ζητᾶνε νὰ βροῦνε τὴν ἀληθινὴ εὐτυχία, κ ἐπιχειροῦνε κάθε τόσο ν’ ἀλλάξουνε τὴν ζωή
τους. Μπορεῖ ἡ ψυχὴ νὰ εἶναι εὐτυχισμένη καὶ μέσα σὲ ἕνα κορμὶ δυστυχισμένο;
Μπορεῖ νὰ ἰσχύει αὐτὸ τὸ παράδοξο;
Μία ἀπὸ τοῦτες τὶς ἡμέρες βρέθηκα σ’ ἕνα βουνὸ πυκνοδασωμένο καὶ
μοσχοβολημένο καὶ σὰν νὰ ξαναγεννήθηκα. Περπατοῦσα σ’ ἕνα ἔρημο μονοπάτι, κι ἀνάσαινα
τὸ δροσερὸ ἀεράκι ποὺ κατέβαινε ἀπὸ τὶς ραχοῦλες, μακριὰ ἀπὸ τὴν πνικτικὴ βρόμα
τῆς ἀλεποφωλιᾶς ποὺ τὴν λένε πολιτεία, καὶ ποὺ βγάζει μέσα της κάθε λογῆς
κακία, πονηριὰ καὶ ἀσχήμια, μ’ ὅλα τὰ ψεύτικα στολίδια ποὺ στολίσανε τὴν πόρνη
οἱ ἐραστές της.
Ἐκεῖ ποὺ περπατοῦσα, βλέπω νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ δάσος μία μικροκαμωμένη
γυναίκα, μ’ ἕνα σακὶ στὸν ὦμο. Ἤτανε ξυπόλυτη, μ’ ἕνα τσεμπέρι καὶ κρατοῦσε στὸ
χέρι της ραβδί. Σὰν ἦρθε κοντά μου μὲ χαιρέτησε μ’ ἕναν ἔμορφον χαιρετισμό. Τὸ
πρόσωπό της ἤτανε πολὺ ἐκφραστικὸ καὶ συμπαθητικό, ἀλλιώτικο ἀπὸ τὰ πρόσωπα ποὺ
βλέπουμε στὴν πολιτεία, ποὺ εἶναι γεμάτα ἀφηρημάδα, ἀδιαφορία, ἀνέκφραστες
μάσκες. Μὲ κοίταζε μὲ προσοχὴ σὰν μιλοῦσε καὶ μὲ περισσότερη προσοχὴ μ’ ἄκουγε ὅταν
τῆς ἀπαντοῦσα. Ἡ ὄψη της ἤτανε βασανισμένη, μὰ γεμάτη ἀξιοπρέπεια, ἁπλότητα καὶ
σεμνότητα. Τὸ μικρὸ πρόσωπό της ἤτανε ψημένο ἀπὸ τὸν ἀγέρα καὶ τὸν ἥλιο. Τὰ
μάτια της ἤτανε τόσο ἐκφραστικὰ καὶ ἡ ὁμιλία της τόσο σπουδαία, ἀπονήρευτη καὶ
συμπαθητική, ποὺ τραβοῦσε τὸν ἄνθρωπο σὰν μαγνήτης. Τὸ σῶμα της ἤτανε
κοκκαλιάρικο καὶ πολὺ σβέλτο, καὶ μ’ ὅλο ποὺ ἤτανε κακοντυμένη καὶ ξυπόλυτη, εἶχε
ἐπάνω της κάποιο ἀνεξήγητο μεγαλεῖο, τόσο ποὺ ν’ ἀπορεῖ κανεὶς καὶ νὰ
συλλογίζεται γιατί δὲν βρίσκονται πιὰ τέτοιοι ἄνθρωποι ἀνάμεσά μας.
Μοῦ μίλησε γιὰ τὰ πρόβατα ποὺ τὰ φύλαγε ὁ γιός της καὶ ἐκείνη ἡ ἴδια, μοῦ
μίλησε γιὰ τὰ βάσανα ποὺ τραβᾶνε μὲ τοὺς βαριοὺς χειμῶνες καὶ γιὰ κάποιους «ἐπίσημους
ἀνθρώπους» ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ἀθήνα μὲ συνοδεία καὶ ποὺ τοὺς φοβερίζουνε πὼς
θὰ πάρουνε τὶς βοσκὲς καὶ ποὺ λένε πὼς δὲν χρειάζονται τὰ πρόβατα καὶ πὼς θὰ τὰ
διώξουνε, ἐπειδὴ στὰ βουνὰ κάνουνε περίπατο οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὰ
ξένα μέρη, καὶ ποὺ δὲν θέλουνε νὰ βλέπουνε πρόβατα ποὺ κοπρίζουνε, μηδὲ γιδερά,
ἀλλὰ μοναχὰ δένδρα. «Ἔλα Χριστὲ καὶ Παναγία» μοῦ λέγει. Ἡ κοπριὰ ποὺ κάνουνε τὰ
πρόβατα, μοσχοβολᾶ. Ἡ δική μας κοπριὰ βρωμᾶ, ἡ ἀνθρώπινη. Ἐμένα ὁ παππούς μου
κι ὁ προπάππους μου, ὁ πατέρας μου κι ὁ ἄνδρας μου κι ὅλοι οἱ συγγενεῖς μου, αὐτὴ
τὴν δουλειὰ κάνανε, μὲ τὰ ζωντανὰ ζούσανε. Ἄ! τὸ γάλα καὶ τὸ μαλλὶ τὸ θέλουνε οἱ
ἄνθρωποι ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ἀθήνα! Τὰ κακόμοιρα πρόβατα δὲν θέλουνε!
Ἀκουμπισμένη στὸ ραβδί, μὲ κοίταζε σὰν νὰ μὲ ἤξερε ἀπὸ χρόνια. Ἤτανε σὰν
τὸ ἀγριολούλουδο ποὺ κρύβεται ντροπαλὰ κάτω ἀπὸ τὴν πέτρα. Καὶ οἱ σοφοὶ καὶ ἐπίσημοι
ἀπὸ τὴν Ἀθήνα δὲν θέλουνε νὰ βλέπουνε μήτε πρόβατα μήτε τσοπάνηδες! Γιατί ἄραγε
νὰ βρίσκονται πάντα ὑπὸ διωγμὸ οἱ ἁπλοϊκοὶ καὶ καθαροὶ ἄνθρωποι; Αὐτοὺς ποὺ δὲν
πειράζουνε κανένα, γιατί τοὺς πειράζουν ὅλοι; Γιατί νὰ κινδυνεύουνε νὰ ἐξοντωθοῦνε
οἱ ἁπλοὶ καὶ ἄβλαβοι ἄνθρωποι;
Φώτης Κόντογλου
Τετάρτη 14 Ιουνίου 2023
Τρίτη 13 Ιουνίου 2023
Γιατί, Θεέ μου, σέ
μένα;
῾Η σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό εἶναι μιά σχέση εὐθύνης τοῦ ἀνθρώπου. ῾Ο ἄνθρωπος
πηγαίνει ὄντως στόν Θεό καί πηγαίνει γιατί Τόν ἐμπιστεύεται, Τόν ἀγαπᾶ. Τί σημαίνει
Τόν ἐμπιστεύεται; Λέει ἡ ᾿Οπισθάμβωνος Εὐχή: «Πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα
τέλειον ἄνωθεν ἐστί καταβαῖνον». Αὐτό ἔχει καί μιά δεύτερη ἀνάγνωση. ῞Ο,τι
κατέρχεται ἄνωθεν εἶναι «δόσις ἀγαθή» καί «δώρημα τέλειον». Δηλαδή; Δηλαδή καί
μία ἀρρώστεια καί μία δοκιμασία καί ἕνας θάνατος.᾿Εμεῖς ὅμως, πού δέν
κατανοήσαμε τή σχέση μας αὐτή, οὐσιαστικά δέν ἐμπιστευόμαστε τόν Θεό. Νομίζουμε
ὅτι ὁ Θεός τότε τά λέει καλά, ὅταν συμφωνεῖ μαζί μας, γιατί ἀκριβῶς ἔχουμε μιά
λαθεμένη θρησκευτικότητα.
᾿Εμπιστεύομαι λοιπόν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί δέν πηγαίνω στόν Θεό μέ τό
ζόρι. ῾Ο Θεός, οὔτε ἐμένα οὔτε ἐσᾶς ἔχει ἀνάγκη. ῾Υπῆρχε πρίν ἀπό μᾶς καί μπορεῖ
νά ὑπάρχει καί χωρίς ἐμᾶς. Κι εἶναι σημαντικό νά τό καταλάβουμε. Γιατί μερικές
φορές θεωροῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὑποχρεωμένος σέ μᾶς, γιατί νηστεύουμε, γιατί πᾶμε
στήν ἐκκλησία. Εἶναι γνωστή ἡ φράση πού προέρχεται ἀπό τά χείλη, πολλές φορές,
εὐσεβῶν ἀνθρώπων «Γιατί, Θεέ μου, σέ μένα;». Δηλαδή, τί ὄχι σέ σένα; Τί σέ
μένα; Τί σημαίνει αὐτό τό ἐρώτημα; Πόσο λίγο ἐμπιστευόμαστε. Καί δέν καταλάβαμε
κάτι. ᾿Ακριβῶς γι’ αὐτό σέ μᾶς. Γιατί ἔχουμε οἰκοδομήσει μιά λαθεμένη οἰκοδομή
καί ἐπειδή ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει δέν μᾶς ἀφήνει στήν πλάνη μας καί μᾶς παραχωρεῖ
τή δοκιμασία πού φέρνει στήν ἐπιφάνεια ποιοί πραγματικά εἴμαστε.
Κάποτε ἕνα πρόσωπο, τό ὁποῖο ἐργάστηκε χρόνια ὁλόκληρα μέσα στήν ᾿Εκκλησία
ἀσθένησε, καί εἶπε αὐτό: «Γιατί, Θεέ μου, σέ μένα;». Κι ἐγώ τοῦ παρήγγειλα:
«Γιατί ὄχι σέ σένα; πρῶτον, καί δεύτερον, τό ἐρώτημά σου εἶναι καί ἡ ἀπάντηση. ῞Οταν
παλιότερα ἐσύ πήγαινες σέ κάποιον ἀσθενή νά τόν παρηγορήσεις, τί τοῦ ἔλεγες;
Γιατί δέν τά λές τώρα στόν ἑαυτό σου; ᾿Από αὐτή τήν καλουπιά ὁ Θεός πάει νά σέ
βγάλει». Καί ἔτσι ἤτανε. ῾Ο Θεός ἑτοίμασε τό πρόσωπο αὐτό, τό ὡρίμασε. Γιατί;
Γιατί ὁ Θεός θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι». Καί ἡ σωτηρία εἶναι ἡ ζωή μέ ᾿Εκεῖνον.
Εἶναι πολύ σημαντικό λοιπόν νά προσέξουμε μήπως ἡ θρησκευτικότητά μας καί
ἡ πίστη μας εἶναι ἀρρωστημένη. Γιατί ἡ ἀρρωστημένη θρησκευτικότητα ἐπηρεάζει
τήν κατάσταση τοῦ σπιτιοῦ μας, ἐπηρεάζει τήν ἀγωγή πού δίνουμε στά παιδιά μας
καί πολλές φορές ἐξηγεῖ γιατί εἶναι ἀποτυχημένη αὐτή ἡ ἀγωγή, ὅταν ἐμεῖς
προσπαθοῦμε νά διορθώσουμε τό ἔργο τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τή δυνατότητα
νά ποῦμε ἀκόμα καί σ' Αὐτόν, ὄχι. ᾿Εμεῖς θέλουμε νά τ’ ἀπαγορεύσουμε αὐτό ἀπό
τά παιδιά μας. ᾿Από ἀγάπη, λέμε. Σά νά μή μᾶς ἀγαποῦσε ὁ Θεός. ῎Ετσι λοιπόν, εἶναι
πάρα πολύ σημαντικό νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι μιά ὑγιής σχέση τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο
ἔχει αὐτά τά δύο θεμέλια. Τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, πού πηγαίνει ἐλεύθερα
στόν Θεό γιατί Τόν ἀγαπᾶ καί Τόν ἐμπιστεύεται καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Μητροπολίτης
Σισανίου καὶ Σιατίστης Παῦλος
Δευτέρα 12 Ιουνίου 2023
Ἡ τεραστία κοινωνικὴ
σημασία τῶν βλακῶν ἐν τῷ συγχρόνῳ βίῳ
Εἰς τὴν
πολυπληθῆ κατηγορίαν τῶν βλακῶν προσάπτεται ἀσφαλῶς ἄδικος καὶ ἐπιστημονικῶς ἐσφαλμένη
μομφή, ὅταν οὗτοι χαρακτηρίζονται εἴτε ὡς ἄχρηστοι καὶ περιττὸν βάρος τῆς
κοινωνίας, εἴτε ὡς παρασιτικοί, ἐκφράζεται δὲ συχνὰ ἡ ἀνόητος, ὡς θὰ ἴδωμεν, εὐχὴ
ὅπως οὗτοι ἐκλείψουν. Τὸ πρόβλημα τῶν βλακῶν δὲν εἶναι ἐν τούτοις ἁπλοῦν ὅταν
ληφθῇ πρῶτον ὑπ᾿ ὄψιν ἡ στερεὰ καὶ ἀπολύτως ἀναγκαία θέσις, ἣν οὗτοι ἐπαξίως
κατέχουν ἐν τῷ κοινωνικῷ διαφορισμῶ. Οἱ βλᾶκες διαιροῦνται οὕτως εἰς δυὸ ὅλως ἀντιθέτους
μεταξύ των «ὁμάδας», διεπομένας ὅμως ἀμφοτέρας ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ νόμου, τοῦ
διαφορισμοῦ. Ἡ πρώτη ἐκ τούτων ὁμὰς καταλαμβάνει ὡς γνωστὸν τὰς ὑποδεεστέρας ἐν
τῇ κοινωνίᾳ θέσεις, ἤτοι εὑρίσκεται εἰς τὰς κατωτάτας βαθμίδας τοῦ κοινωνικοῦ
διαφορισμοῦ. Πόσον εὐεργετικὴ διὰ τὴν κοινωνίαν εἶναι ἡ ὁμὰς αὕτη εἶναι περιττὸν
νὰ τονισθῇ, διότι ἄνευ αὐτῆς δὲν θὰ ὑπῆρχεν ἐκμετάλλευσις καὶ ἄνευ ἐκμεταλλεύσεως
δὲν θὰ ὑπῆρχε πολιτισμός. Εἰς δὲ τὴν γλῶσσαν τοῦ κοινωνικοῦ διαφορισμοῦ: Ἄνευ αὐτῆς
δὲν θὰ ὑπῆρχε διαφορισμός, διότι ἀντὶ τῆς ἀνισότητος, θὰ ὑπῆρχεν ἰσότης, ἔστω
καὶ ἐκ τῶν ἄνω, δηλαδὴ θὰ ἦσαν ὅλοι εὐφυεῖς, ὅπερ ἀπὸ τῆς ἀπόψεως τοῦ
διαφορισμοῦ τὸ αὐτό: ὡς νὰ ἦσαν ὅλοι βλᾶκες· διότι ὁ διαφορισμὸς ἀπαιτεῖ ῥητῶς
καὶ εὐφυεῖς καὶ βλάκας, περικοπτωμένων δὲ οἱονδήποτε ἐκ τῶν δυὸ τούτων σκελῶν
του, αἴρεται ὁλόκληρος. Ἄνευ δέ, κατ᾿ ἀκολουθίαν, τοῦ διαφορισμοῦ, καθισταμένου
δυνατοῦ μόνον διὰ τῆς σοβαρᾶς συμβολῆς τῶν βλακῶν, δὲν ὑπάρχει κοινωνία.
Τοιαύτη λοιπὸν ἡ τεραστία κοινωνικὴ σημασία τῶν βλακῶν, ἥτις ἄλλως τε ὑπὸ
πάντων ἀναγνωρίζεται, μολονότι μόνον εἰς τὸν κοινωνιολόγον εἶναι ἐπιστημονικῶς
γνωστή.
Ἡ κατὰ τῶν
βλακῶν καταφορὰ προκαλεῖται ἄλλως τε ὑπὸ τῆς δευτέρας ὁμάδος αὐτῶν, πλέον ἐνοχλητικῆς
τῆς πρώτης, ἀλλὰ καὶ ἐνταῦθα ἡ καταφορὰ αὕτη, ἐφ᾿ ὅσον ἐμφανίζεται ὡς λογικὴ
κρίσις, εἶναι ἀκοινωνιολόγητος, ἤτοι ἀντεπιστημονική. Κατηγοροῦνται δηλαδὴ οἱ
βλᾶκες τῆς δευτέρας ταύτης κατηγορίας ὅτι παναξίως κατέχουν σπουδαίας ἐν τῇ
κοινωνίᾳ θέσεις. Ἀλλ᾿ ἡ κρίσις αὕτη προδίδει πλήρη μίας ὡρισμένης μορφῆς τοῦ
διαφορισμοῦ ἄγνοιαν. Ἡ μορφὴ αὕτη δεδομένη μὲ φυσικὴν ἀναγκαιότητα ὡς ὁ νόμος
τοῦ διαφορισμοῦ εἶναι ὁ στοιχειώδης κανών: «δέκα βλάκες καθ᾿ ἑνὸς εὐφυοῦς· δέκα
ἀνίκανοι καθ᾿ ἑνὸς ἱκανοῦ· δέκα ἀδύνατοι καθ᾿ ἑνὸς ἰσχυροῦ κ.ο.κ.». Τὸ
φαινόμενον τοῦτο, κλασσικόν, τυπικὸν καὶ αἰώνιον ἀφ᾿ ἧς ὑπάρχει ἀνθρωπίνη κοινωνία,
δι᾿ ὅλης τῆς Ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητος, δύνανται νὰ εἶναι «τυχαῖον»; Ἀλλὰ τυχαῖον
εἶναι ὅ,τι ἀδυνατεῖ νὰ συλλάβῃ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς. Οὐδέποτε ὅμως ὅ,τι πρὸ πολλοῦ
ἔχει συλληφθῇ εἰς τὸν θεμελειώδη νόμον τοῦ διαφορισμοῦ. Καὶ τὸ μὲν ψυχολογικὸν ἐλατήριον
τοῦ συνασπισμοῦ τῶν ὁπωσδήποτε «κάτω» κατὰ τῶν ὁπωσδήποτε «ἄνω» εἶναι δεδομένη
διὰ τοῦ ressentiment.
Ὁ συνασπισμὸς
τῶν βλακῶν ἐνταῦθα εἶναι μηχανικὴ ὀργάνωσις βάσει τῆς ἀρχῆς τῆς «ἐλαχίστης
προσπαθείας» πρὸς ἀντιμετώπισιν ἰσχυροτέρας δυνάμεως εἰς τὸ πρόσωπον τῶν ὀλίγων
ἢ τοῦ ἑνός. Ἡ ὀργάνωσις αὕτη περιωρισμένης ἐκτάσεως καλεῖται κοινωνιολογικῶς
κλίκα (clique).
Ἡ ἔμφυτος
τάσις τοῦ βλακός, ἐξικνουμένη συχνότατα εἰς ἀληθῆ μανίαν ὅπως ἀνήκῃ εἰς ἰσχυρὰς
καὶ ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρας πάσης φύσεως ὀργανώσεις, ἐξηγεῖται πρῶτον μὲν ἐκ
τῆς εὐκολίας τῆς ἀγελοποιήσεως, εἰς ἣν μονίμως ὑπόκειται, λόγω ἐλλείψεως ἀτομικότητος
(ἐξ οὗ καὶ τὸ μῖσος τοῦ κατὰ τοῦ ἀτόμου καὶ τοῦ ἀτομικισμοῦ), δεύτερον δὲ ἐκ τοῦ
ἀτομικοῦ ζῳώδους πανικοῦ, ὑπὸ τοῦ ὁποίου μονίμως κατατρύχεται, ἐκ τοῦ
δεδικαιολογημένου φόβου μήπως περιέλθῃ εἰς τὸ παντὸς εἴδους προλεταριᾶτον. Ἀποτελεῖ
δὲ ἡ τάσις αὕτη ἀμάχητον σχεδὸν τεκμήριον περὶ τοῦ βαθμοῦ τῆς πνευματικῆς του ἀναπηρίας.
Τοιουτοτρόπως δημιουργεῖται αὐτόματος συρροὴ βλακῶν εἰς τὰς πάσης φύσεως ὀργανώσεις,
αἴτινες, ἐὰν μὲν εἶναι συμφεροντολογικαί, διατηροῦν τοὐλάχιστον τὴν σοβαρότητα
τῶν συμφερόντων των, ἐὰν ὅμως εἶναι «πνευματικαὶ» περιέρχονται σὺν τῷ χρόνῳ εἰς
πλήρη βλακοκρατίαν. Εἰς τὸ φαινόμενον τοῦτο ὀφείλει τὸν ἐκφυλισμόν του λ.χ. ὁ
μασσωνισμός, oι ἁπανταχοῦ Ῥοταριανοὶ ὅμιλοι, ὅλοι oι «πνευματικοί» σύλλογοι, καὶ
αὐτὴ αὕτη ἡ... Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν!. Ἑπόμενον εἶναι κατόπιν τούτων, ὅτι ὅπως ἡ
λεγεὼν τῶν βλακῶν ὠθεῖται ἀκατανικήτως πρὸς τὴν ἀγέλην καὶ πρὸς τὰς πάσης
φύσεως ὀργανώσεις, οὕτω ὑφίσταται ἀκατανίκητον ἕλξιν ἀπὸ τὰς παντὸς εἴδους ἀγελαίας
ἀντιατομικὰς καὶ ὁμαδιστικὰς θεωρίας, ἀπὸ τοῦ πάσης φύσεως παρεμβατισμοῦ ἢ
διευθυνομένης οἰκονομίας ἢ 4ης Αὐγούστου μέχρι τοῦ σοσιαλισμοῦ καὶ τοῦ
κομμουνισμοῦ (ἄλλοι εἶναι οἱ ἐκμεταλλευταὶ τῶν θεωριῶν αὐτῶν). Τούτων δεδομένων
ἐξηγεῖται καὶ ἡ ἀτελεύτητος καὶ αὐστηροτάτη ἐπιλογὴ βλακῶν εἰς τὰ ὁμαδικὰ
συστήματα ἡ ὁποία, τῇ βοηθείᾳ μίας πολιτικῆς βίας, κατοχυροῦται καὶ ὡς πολιτικὸν
καὶ κοινωνικὸν καθεστὼς (4η Αὐγούστου), τόσῳ μᾶλλον, ὅσο ἡ ἐλευθερία τῆς σκέψεως,
χρήσιμος μόνον εἰς ἐκείνους, οἵτινες διαθέτουν σκέψιν, εἶναι μονίμως καὶ ἐξόχως
ἀντιπαθητικὴ εἰς τοὺς βλάκας, διότι ἀσκουμένη ὑπὸ τῶν ἄλλων στρέφεται ἐναντίον
των, ἰδία ὁσάκις οὗτοι κατέχουν ἐξουσιαστικὰς θέσεις, ἢ ἔχουν συνδέσει
συμφέροντα μὲ τοὺς κατέχοντας αὐτάς. Ἡ ἔλλειψις ἰδίας γνώμης, ἡ κολακεία καὶ ἡ
ρᾳδιουργία (ἴδε κατωτέρω) τοὺς προορίζουν ἄλλως τε εἰδικῶς διὰ τὰς καταστάσεις
ταύτας. Ἡ ἀκατανίκητος ἐπίσης τάσις τῶν βλακῶν πρὸς τὰς πάσης φύσεως ἀγελαίας ἐμφανίσεις
(κοσμικαὶ συγκεντρώσεις καὶ causerie τρεφομένη ἐκ τῶν περιεχομένων τῶν ἐφημερίδων
καὶ τῶν ραδιοφώνων, μόδα, κλπ.) καὶ διακρίσεις (τίτλοι, διπλώματα παράσημα) εἶναι
κατόπιν τῶν ἀνωτέρω αὐτονόητος.
Εὐάγγελος Λεμπέσης (1941)
Κυριακή 11 Ιουνίου 2023
Δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ μελαγχολοῦμε
Κάποιος μοναχὸς τῆς Μονῆς τοῦ Σαρὼφ κυριεύθηκε ἀπὸ μελαγχολία. Μιὰ
φορὰ μάλιστα ποὺ ἔνιωσε νὰ φθάνει στὴν ἀπόγνωση, ζήτησε τὴν συμπαράσταση ἑνὸς ἀδελφοῦ.
Βγῆκαν καὶ οἱ δύο ἔξω ἀπὸ τὴν Μονὴ μετὰ τὸν Ἑσπερινὸ καὶ ἄρχισαν νὰ περιπατοῦν
στὸν κῆπο καὶ νὰ παρηγοροῦνται μὲ τὴν συζήτηση. Πλησίασαν στὸν σταῦλο τῆς Μονῆς.
Ἐκεῖ κοντὰ ἄρχιζε τὸ δρομάκι ποὺ ὠδηγοῦσε στὴν πηγὴ τοῦ Ὁσίου Σεραφείμ.
Ὁ ἄρρωστος ἀδελφὸς θέλησε ν’ ἀλλάξει κατεύθυνση, γιὰ νὰ μὴν συναντηθεῖ μὲ
τὸν Στάρετς σ’ αὐτὴν τὴν ψυχικὴ κατάσταση. Πρὶν ὅμως προφθάσουν ν’ ἀπομακρυνθοῦν,
τὸν βλέπουν νὰ ἔρχεται πρὸς τὸ μέρος τους. Οἱ δύο Μοναχοὶ ἔπεσαν μὲ σεβασμὸ στὰ
πόδια του. Ἐκεῖνος τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς μίλησε μὲ ἀσυνήθιστη καλωσύνη. Σὰν
στοργικὸς πατέρας! Κατόπιν ἄρχισε νὰ ψάλλει ἕνα τροπάριο τῆς ἐνάτης ὠδῆς τοῦ
μικροῦ Παρακλητικοῦ κανόνος τῆς Θεοτόκου, ποὺ ψάλλεται σὲ κάθε θλίψη καὶ
δοκιμασία:
«Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν πλήρωσον, Παρθένε, ἡ τῆς χαρᾶς δεξαμένη τὸ
πλήρωμα, τῆς ἁμαρτίας τὴν λύπην ἑξαφανίσασα».
Γέμισε μὲ χαρὰ τὴν καρδιά μου, Παρθένε, Ἐσὺ ποὺ δέχθηκες μέσα Σου τὸν
Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ χαρὰ σὲ τέλειο βαθμό, κι ἔτσι ἐξαφάνισες τὴ λύπη ποὺ
προκαλοῦσε ἡ ἁμαρτία.
Ὕστερα χτύπησε τὸ πόδι του στὴν γῆ καὶ εἶπε:
-Δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ μελαγχολοῦμε. Ὁ Χριστὸς νίκησε τὰ πάντα! Ἀνάστησε
τὸν Ἀδάμ! Ἐλευθέρωσε τὴν Εὔα! Θανάτωσε τὸν θάνατο!
Ἡ ψυχικὴ κατάστασις τοῦ Στάρετς μεταδόθηκε στὴν ψυχὴ τῶν ἀδελφῶν.
Ζωογονημένοι τώρα μὲ τὴν χαρά του, ἐπέστρεψαν στὴν Μονὴ εἰρηνικοί!
Σάββατο 10 Ιουνίου 2023
Γάμος
-Γιατί ὀνομάζουμε τό γάμο μυστήριο; Τί τό μυστηριῶδες ἔχει;
Δέν τό ὀνομάζουμε μυστήριο ἐπειδή ἔχει κάτι τό ἀκατανόητο, ὅπως ἡ
κοινόχρηστη σημασία ὑπονοεῖ. Μυστήριο εἶναι κάθε συνάντηση κτιστοῦ καί ἀκτίστου,
δηλαδή Θεοῦ ἀπό τή μία καί ἀνθρώπου ἀπό τήν ἄλλη. Καί στόν ἐκκλησιαστικό γάμο ἔχουμε
μιά τέτοια συνάντηση, μᾶλλον μιά ἕνωση, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι μυστήριο ἡ ἐνανθρώπηση
τοῦ Θεοῡ ἤ ἡ Θεία Λειτουργία. Φυσικά μία τέτοια συνάντηση ὑπερβαίνει τή
δυνατότητα τοῦ μυαλοῦ μας νά τήν κατανοήση πλήρως.
-Μπορεῖτε νά ἐξηγήσετε περισσότερο πῶς συναντᾶται ὁ Θεός μέ τόν ἄνθρωπο
στόν γάμο;
Ὅπως ἀκριβῶς στή Θεία Εὐχαριστία. Ἐκεῖ προσφέρουμε τά ὑλικά δῶρα μας
(ψωμί καί κρασί) στόν Θεό καί Αὐτός μᾶς τά ἐπιστρέφει ἁγιασμένα, ὡς Θεία
Κοινωνία. Ἔτσι καί στόν γάμο προσφέρουμε τήν ἕνωσή μας στόν Θεό καί τήν
λαμβάνουμε πίσω ἁγιασμένη.
-Αὐτό τί σημαίνει στήν πράξη;
Γιά νά τό ἀντιληφθῆτε χρειάζεται νά θυμηθεῖτε τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα πού
διαβάζεται στήν ἀκολουθία τοῦ γάμου. Πρόκειται γιά τό πρῶτο θαῦμα τοῦ Χριστοῦ,
πού ἔγινε στήν Κανᾶ. Ὅπως θά θυμᾶστε, ὅταν τελείωσε τό κρασί ὁ Χριστός ζήτησε
νά γεμίσουν ἕξη πέτρινες στάμνες μέ νερό καί κατόπιν νά τό σερβίρουν. Ἦταν πιά
κρασί καί ὁ γαμπρός ἀπόρησε. Κάλεσε τόν ὑπεύθυνο τοῦ τραπεζιοῦ καί τοῦ εἶπε:
"Ὅλος ὁ κόσμος βάζει στήν ἀρχή τό καλύτερο κρασί καί κατόπιν τό κατώτερο.
Σύ γιατί κράτησες τό καλό γιά τό τέλος;".
Τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων ὀνομάζονται σημεῖα, δηλαδή σημάδια
μιᾶς ἄλλης πραγματικότητας. Στήν περίπτωση αὐτή ὁ Κύριος μᾶς δείχνει ποιά εἶναι
ἡ φυσική φορά τῶν πραγμάτων χωρίς τήν Χάρη τοῦ Θεοῦκαί ποιά μέ αὐτήν. Χωρίς τή
συνάντηση Θεοῦ καί ἀνθρώπου στόν γάμο, ἡ φυσική του πορεία εἶναι νά φθίνη καί
νά κουράζεται. Ὅταν πραγματοποιηθῆ ἡ ἕνωση αὐτή, ὁ φυσικός δεσμός ἐνσωματώνεται
στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία καί λαμβάνει δυναμισμό ἀπροσμέτρητο.
π. Βασίλειος Θερμὸς
Παρασκευή 9 Ιουνίου 2023
Ἡ Ξανθούλα
Τὴν εἶδα τὴν
Ξανθούλα,
τὴν εἶδα ψὲς ἀργά,
ποὺ μπῆκε στὴ βαρκούλα,
νὰ πάει στὴν ξενητιά.
Ἐφούσκωνε τ᾿
ἀέρι
λευκότατα πανιά,
ὡσὰν τὸ περιστέρι
ποὺ ἁπλώνει τὰ φτερά.
Ἐστέκονταν οἱ
φίλοι
μὲ λύπη, μὲ χαρά,
καὶ αὐτὴ μὲ τὸ μαντήλι
τοὺς ἀποχαιρετᾶ.
Καὶ τὸ
χαιρετισμό της
ἐστάθηκα νὰ ἰδῶ,
ὥσπου ἡ πολλὴ μακρότης
μοῦ τὄκρυψε κι αὐτό.
Σ᾿ ὀλίγο σ᾿ ὀλιγάκι
δὲν ἤξερα νὰ πῶ,
ἂν ἔβλεπα πανάκι,
ἢ τοῦ πελάγου ἀφρό.
Καὶ ἀφοῦ
πανί, μαντήλι,
ἐχάθη στὸ νερό,
ἐδάκρυσαν οἱ φίλοι,
ἐδάκρυσα κι ἐγώ.
Διονύσιος Σολωμὸς