Τρίτη 28 Ιουνίου 2022

 


Ὁ πατὴρ Πορφύριος, ὁ Γέροντας τῆς Πεντέλης (β)

Οἱ συζητήσεις ὅμως μέ τόν π. Πορφύριο ἄγγιζαν ποικίλα θέματα. Μερικές φορές μάλιστα μᾶς προκαλοῦσε ἔκπληξη τό πλάτος τῶν ἐνδιαφερόντων του. Ἕνα καλοκαιριάτικο ἀπόγευμα βιαζόμαστε νά φύγουμε. Τοῦ εἶπα τόν λόγο: θά πηγαίναμε νά παρακολουθήσουμε μιά συναυλία στό Ἡρώδειο. Τό ἀνέφερα ἔτσι σχεδόν ἐπίτηδες, γιά νά δῶ τίς ἀντιδράσεις του. Ἔμεινα κατάπληκτος ὅταν καί τό μουσουργό ἤξερε καί τόν ἑρμηνευτή καί μοῦ μίλησε μέ πολύ εὔστοχες παρατηρήσεις. Ὁ Παππούλης τῆς Δ΄ Δημοτικοῦ! Ρώτησα ἐπίσης αὐτούς πού πήγαιναν παλαιότερα ἀπό ἐμένα καί ἤξεραν περισσότερες λεπτομέρειες γιά τόν Γέροντα, τί χρειαζόταν ἐκεῖ ἡ κεραία. Κι ἔμαθα ὅτι ὁ Γέροντας κάποτε καταγινότανε μέ τήν κατασκευή κάποιου εἴδους δέκτου μέ γαληνίτη. Τοῦ ἄρεσε ἐκτός ἀπό τήν καλλιέργεια τῆς γῆς –πού ἄλλωστε ἡ μεγάλη ἤδη ἡλικία του καί ἡ εὐαίσθητη ὑγεία του δέν τοῦ ἐπέτρεπαν νά ἀσχολεῖται– νά καταπιάνεται μέ τά τεχνικά.

 Ἀνάφερα κιόλας τήν δικῆς του ἔμπνευσης ξυλόσομπα, πού μᾶς μάζευε τίς χειμωνιάτικες μέρες μετά τήν ἐκκλησία κι ἀρχίζαμε ἀτέρμονες συζητήσεις, περιμένοντας τήν ὥρα νά δεῖ ἕναν-ἕναν ὁ Γέροντας, ἐνῶ ἡ κυρά –Χαρίκλεια (ἡ σημερινή Γερόντισσα Πορφυρία), ἀδελφή τοῦ Γέροντα, μᾶς φρόντιζε μέ καφέ καί κάθε ἄλλο κέρασμα. Μαζευόντουσαν ἐκεῖ ἀδελφωμένοι θεολόγοι, κληρικοί, Ἕλληνες και Σέρβοι, δικαστές, φιλόσοφοι, γιατροί, παιδαγωγοί, καθηγητές, φοιτητές καί εἶχε μιά ζεστασιά ἡ συντροφιά, πού καί νά ἔσβηνε ἡ σόμπα δέν θα τό νιώθαμε.

Συχνά ρωτούσαμε τόν Γέροντα γιά ἀποφάσεις κι ἐπιλογές στή ζωή μας. Εἶχε πάντα μιά ἀπάντηση. Ἄλλοτε ἀναμενόμενη κι ἄλλοτε ἀναπάντεχη. Δέν συνιστοῦσε παραίτηση κι ἀπομάκρυνση ἀπό τίς δραστηριότητες. Κάθε ἄλλο. Ἐπέμενε ὅμως στόν ἁπλό τρόπο ζωῆς στήν ἐξοχή. Ἕνα περίπατο στό βουνό τό θεωροῦσε σπουδαία ψυχαγωγία.

Ὁ ἀείμνηστος Παναγιώτης Νέλλας τόν ρωτοῦσε συχνά γιά τήν «Σύναξη» κι ἔπαιρνε τή σωστή ἀπάντηση.

Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ π. Πορφύριος εἶχε διορατικό καί προορατικό χάρισμα. Πολλοί πήγαιναν νά ἐξομολογηθοῦν καί τούς ἀποκάλυπτε τίς πράξεις τους. Ὅμως τό χάρισμα αὐτό τό χρησιμοποιοῦσε μέ μεγάλη διάκριση καί γιά λόγους ποιμαντικούς.Ὅταν ἦταν ἀναγκαῖο. Σπάνια, ὅταν ἦταν σέ πολύ καλή διάθεση καί ἔκανε τούς μακρούς περιπάτους του γιά νά ξεκουραστεῖ λίγο, ρωτοῦσε μέ ἐκεῖνο τό καλοκάγαθο χαμόγελό του γιά τήν πατρίδα κάποιου τῆς συντροφιᾶς. Κι ἐνῶ δέν εἶχε πάει ὁ ἴδιος διέκοπτε καί συνέχιζε τήν περιγραφή.

Αὐτό τό χάρισμα ὅμως τοῦ προκαλοῦσε καί πολλές στεναχώριες. Πολλοί τό παραξήλωναν καί πήγαιναν σ’ αύτόν χωρίς μετάνοια καί πίστη στόν Θεό, ἁπλᾶ καί μόνο ἀπό περιέργεια ἤ γιά νά πληροφορηθοῦν τά μέλλοντα. Ὁ Γέροντας φυσικά τηροῦσε τήν ἀνάλογη στάση. Κάποτε ὅμως κι ἄνθρωποι πού ξεκινοῦσαν ἀπό τέτοιες «πονηρές» προθέσεις, ἔβρισκαν στό Γέροντα τήν πίστη καί τή σωτηρία τους. Ἄλλος πάλι πειρασμός ἦταν κάποιοι αἱρετικοί ἤ καί πλανεμένοι (γλωσσολαλίες κλπ.) Ὁ Γέροντας ἦταν κατηγορηματικός κι ἀνένδοτος σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις καί διεχώριζε ἀπερίφραστα τή θέση του, στηλιτεύοντας τήν πλάνη τους καί καταδικάζοντας τήν αἵρεση. Γιατί ὁ ἴδιος τόνιζε πάντα μόνη σωτήρια ὁδό τήν Ἐκκλησία καί ὄχι κάποιες «προσωπικές» ἤ ἄλλου ἀνάλογου εἴδους «κινήσεις» .

Ὁ π. Πορφύριος πρόσφερε τό λόγο τῆς σωτηρίας καί ἔδινε τήν ἀνάπαυση στίς ψυχές ὅλων ἁπλά, χωρίς προκαθορισμένο πρόγραμμα, ὁμιλίες, «ἐκδηλώσεις» κτλ. Καθισμένος στά βράχια ἤ κατάχαμα, μᾶς ἀποκάλυπτε μυστήρια κι ἀλήθειες. Μιλώντας γιά τή μεγάλη σημασία πού ἔχουν οἱ μετάνοιες καί δείχνοντάς μας τό σωστό τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά γίνεται ἡ «μετάνοια», μᾶς ἑρμήνευε τή σημασία τῆς μετοχῆς τοῦ σώματος στήν προσευχή καί τήν ἑνότητα τῆς ψυχοσωματικῆς ὑπόστασης τοῦ ἀνθρώπου.

Μά ἐκεῖνο πού φυσικά τόν ἔκανε νά λάμπει μέ παιδιάστικη χαρά ἦταν νά μιλάει γιά τήν νοερά προσευχή. Μέ τήν καθαρή, λίγο ἀδύναμη, φωνή του καί μέ μιά χαριτωμένη χειρονομία ὑπογραμμίζοντας ἔλεγε ἀργά μιά-μιά τίς λέξεις: «Κύριε, ἡμῶν, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με». Καί πρόσθεσε κάποτε σέ μιά τέτοια συζήτηση: «Ἐμένα μοῦ ἔδωσε τή χάρη ὁ Θεός ν’ ἀσχοληθῶ πολύ μέ αὐτή τήν ἐργασία». «Ἐργασία» ὀνόμαζε τήν ἄσκησή του στήν καρδιακή προσευχή. «Αὐτή ἡ ἐργασία εἶναι πολύ χρήσιμη γιά ὅλους τούς πιστούς. Καθαρίζει τήν ψυχή καί κρατάει τό νοῦ». Στίς περισσότερες συζητήσεις κάτι θά ἔλεγε γιά τήν εὐχή. Ἀργότερα, ὅταν εἶχε πρόχειρα ἐγκαταβιώσει στό Μήλεσι τοῦ Ὠρωποῦ (πρίν ἀκόμη ἀνεγερθοῦν τό κτίρια τοῦ Ἡσυχαστηρίου) ὀνειρευότανε τή δημιουργία ἑνός χώρου κατάλληλου πού θά ἀφιερωνότανε στήν «ἐργασία αὐτή».

Τό σπουδαιότερο ὅμως ἔργο ἐτελεσιουργεῖτο μέσα στόν ἄδυτο χῶρο τῆς ψυχῆς τοῦ καθενός. Κι αὐτό μένει ἑρμητικά κλεισμένο, γνωστό μόνο στό Θεό καί σ’ αὐτούς πού δέχονται τήν εὐεργετική αὔρα τῆς Θείας ἐνεργείας. Ἔτσι αὐτά δέν λέγονται καί δέν γράφονται. Ὅμως καί οἱ ἄλλοι βλέπουν κάποτε συγκλονιστικές ἀλλαγές σέ ἀνθρώπους πού μοιάζουν νά ἔχουν φτάσει στό βάθος τῆς ἀβύσσου, νά μεταβάλλονται τώρα σέ τέκνα φωτός.

Τά τελευταῖα χρόνια ἦταν τίς περισσότερες ὧρες στό κρεββάτι. Ἄλλωστε ὅλη τή ζωή του ἦταν φιλάσθενος καί ἀδύναμος. Αὐτό ὅμως δέν τόν ἐμπόδιζε νά πηγαίνει συχνά, συχνότατα στό Ἅγιον Ὄρος καί μάλιστα στό δυσπρόσιτο τόπο τοῦ κελλιοῦ του. Οὔτε τόν ἐμπόδιζε ἀπό τό νά παλεύει συχνά μέ τούς δαίμονες σῶμα μέ σῶμα γιά νά ἐλευθερώσει τίς ψυχές βασανισμένων ἀνθρώπων, πού πρόστρεχαν ζητώντας τή βοήθειά του. Γαλήνιος πάντα, ὅταν δέν μποροῦσε σχεδόν νά μιλήσει, εὐλογοῦσε ἀπό τό κρεββάτι του καί ψιθύριζε πώς μᾶς σκέφτεται καί προσεύχεται γιά μᾶς.

Ὁ π. Πορφύριος τώρα ἔφυγε γιά τόν Οὐρανό περνώντας ἀπ’ τήν Πύλη τοῦ Οὐρανοῦ, τό Ἅγιον Ὄρος. Κι ἀπό κεῖ μᾶς εὐλογεῖ. Κι ἐμεῖς κρατᾶμε στήν καρδιά μας τήν ἱερή ἀνάμνησή του πολύτιμη παρακαταθήκη. Γαληνεύει ἡ ψυχή μας μέ τήν εἰκόνα ἐκείνη τῆς πραότητας καί τῆς εἰρήνης τοῦ κοντόσωμου μέ τό μαῦρο μάλλινο σκοῦφο Γερούλη, πού ὁ Θεός ἐχαρίτωσε στούς ἔσχατους τούτους καιρούς γιά νά στηρίξει τίς ψυχές τῶν συγχρόνων Ὀρθοδόξων.

Νικόλαος Ζίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου