Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2023


Ἂς μὴν πετροβολᾶμε τοὺς ἀνθρώπους χριστιανικὰ
Εἶπα σὲ κάποιον μία φορά: «Τί εἶσαι ἐσύ; Μαχητὴς τοῦ Χριστοῦ ἢ μαχητὴς τοῦ πειρασμοῦ; Ξέρεις πὼς ὑπάρχουν καὶ μαχητὲς τοῦ πειρασμοῦ;».
Ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ εἶναι φανατικός, ἀλλὰ νὰ ἔχη ἀγάπη γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὅποιος πετάει λόγια ἀδιάκριτα, καὶ σωστὰ νὰ εἶναι, κάνει κακό.
Γνώρισα ἕναν συγγραφέα ποὺ εἶχε εὐλάβεια πολλή, ἀλλὰ μιλοῦσε στοὺς κοσμικοὺς μὲ μία γλώσσα ὠμή, ποὺ προχωροῦσε ὅμως σὲ βάθος καὶ τοὺς τράνταζε. Μία φορὰ μοῦ λέει: «Σὲ μία συγκέντρωση εἶπα αὐτὸ καὶ αὐτὸ σὲ μία κυρία». Ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο ποὺ τῆς τὸ εἶπε, τὴν εἶχε σακατέψει. Τὴν πρόσβαλε μπροστὰ σὲ ὅλους.
«Κοίταξε, τοῦ λέω, ἐσὺ πετᾶς στοὺς ἄλλους χρυσὰ στεφάνια μὲ διαμαντόπετρες, ἔτσι ὅμως ποὺ τὰ πετᾶς, σακατεύεις κεφάλια. Ὄχι μόνον εὐαίσθητα, ἀλλὰ καὶ γερά». Ἂς μὴν πετροβολᾶμε τοὺς ἀνθρώπους… χριστιανικά.
Ὅποιος ἐλέγχει μπροστὰ σὲ ἄλλους κάποιον ποὺ ἁμάρτησε ἤ μιλάει μὲ ἐμπάθεια γιὰ κάποιο πρόσωπο, αὐτὸς δὲν κινεῖται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· κινεῖται ἀπὸ ἄλλο πνεῦμα. Ὁ τρόπος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἀγάπη, διαφέρει ἀπὸ τὸν τρόπο τῶν νομικῶν.
Ἡ Ἐκκλησία βλέπει τὰ πάντα μὲ μακροθυμία καὶ κοιτάζει νὰ βοηθήση τὸν καθέναν, ὅ,τι καὶ ἂν ἔχη κάνει, ὅσο ἁμαρτωλὸς καὶ ἂν εἶναι. Βλέπω σὲ μερικοὺς εὐλαβεῖς ἕνα εἶδος παράξενης λογικῆς. Καλὴ εἶναι ἡ εὐλάβεια ποὺ ἔχουν, καλὴ καὶ ἡ διάθεση γιὰ τὸ καλό, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ πνευματικὴ διάκριση καὶ εὐρύτητα, γιὰ νὰ μὴ συνοδεύη τὴν εὐλάβεια ἡ στενοκεφαλιά, ἡ γεροκεφαλιά (τὸ γερὸ δηλαδὴ ἀρβανίτικο κεφάλι).

Ὅλη ἡ βάση εἶναι νὰ ἔχη κανεὶς πνευματικὴ κατάσταση, γιὰ νὰ ἔχη τὴν πνευματικὴ διάκριση, γιατὶ ἀλλιῶς μένει στὸ «γράμμα τοῦ νόμου», καὶ τὸ «γράμμα τοῦ νόμου ἀποκτείνει».
Αὐτὸς ποὺ ἔχει ταπείνωση δὲν κάνει ποτὲ τὸν δάσκαλο· ἀκούει καί, ὅταν τοῦ ζητηθῆ ἡ γνώμη του, μιλάει ταπεινά. Ποτὲ δὲν λέει «ἐγώ», ἀλλὰ «ὁ λογισμὸς μοῦ λέει» ἤ «οἱ Πατέρες εἶπαν». Μιλάει δηλαδὴ σὰν μαθητής. Ὅποιος νομίζει ὅτι εἶναι ἱκανὸς νὰ διορθώνη τοὺς ἄλλους ἔχει πολὺ ἐγωισμό.
– Ὅταν, Γέροντα, ξεκινάη κανεὶς ἀπὸ καλὴ διάθεση νὰ κάνη κάτι καὶ φθάνη στὰ ἄκρα, λείπει ἡ διάκριση;
– Εἶναι ὁ ἐγωισμὸς μέσα στὴν ἐνέργειά του αὐτὴ καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνει, γιατὶ δὲν γνωρίζει τὸν ἑαυτό του, γι’ αὐτὸ πιάνει τὰ ἄκρα. Πολλὲς φορὲς ἀπὸ εὐλάβεια ξεκινοῦν μερικοί, ἀλλὰ ποῦ φθάνουν!
Ὅπως οἱ εἰκονολάτρες καὶ οἱ εἰκονομάχοι. Ἄκρη τὸ ἕνα, ἄκρη τὸ ἄλλο! Οἱ μὲν ἔφθασαν στὸ σημεῖο νὰ ξύνουν τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ρίχνουν τὴν σκόνη μέσα στὸ Ἅγιο Ποτήριο, γιὰ νὰ γίνη καλύτερη ἡ Θεία Κοινωνία· οἱ ἄλλοι πάλι ἔκαιγαν τὶς εἰκόνες, τὶς πετοῦσαν…
Γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία ἀναγκάσθηκε νὰ βάλη ψηλὰ τὶς εἰκόνες καί, ὅταν πέρασε ἡ διαμάχη, τὶς κατέβασε χαμηλά, γιὰ νὰ τὶς προσκυνοῦμε καὶ νὰ ἀπονέμουμε τιμὴ στὰ εἰκονιζόμενα πρόσωπα.
Τὴν ἐποχή μας δὲν τὴν χαρακτηρίζει τὸ ἀθόρυβο, ἀλλὰ τὸ ἐντυπωσιακό, τὸ κούφιο. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ ὅμως εἶναι ἀθόρυβη. Καλὰ εἶναι νὰ κάνουμε αὐτὰ ποὺ εἶναι γιὰ τὰ μέτρα μας σωστά, ἀθόρυβα, χωρὶς ἐπιδιώξεις πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις μας, γιατὶ ἀλλιῶς θὰ εἶναι εἰς βάρος τῆς ψυχῆς μας καὶ τοῦ σώματος, καὶ συχνὰ εἰς βάρος καὶ τῆς Ἐκκλησίας.
Μέσα στὴν γνήσια εὐαρέστηση τοῦ πλησίον μας ὑπάρχει καὶ ἡ εὐαρέστηση στὸν Χριστό. Ἐκεῖ χρειάζεται νὰ προσέξη κανείς, πῶς νὰ ἐξαγνίση τὴν εὐαρέστηση πρὸς τὸν πλησίον, νὰ βγάλη δηλαδὴ τὴν ἀνθρωπαρέσκεια, γιὰ νὰ πάη καὶ αὐτὴ ἡ ἀνθρώπινη προσφορὰ στὸν Χριστό.
Ὅταν προσπαθῆ κάποιος νὰ τοποθετήση τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέματα δῆθεν μὲ ὀρθόδοξο τρόπο, καὶ ὁ σκοπὸς του εἶναι νὰ τοποθέτηση καλύτερα τὸν ἑαυτό του, ἀποβλέπη δηλαδὴ στὸ συμφέρον του, πῶς θὰ εὐλογηθῆ ἀπὸ τὸν Θεό; Ὅσο μπορεῖ κανείς, νὰ κάνη τὴν ζωὴ του τέτοια ποὺ νὰ συγγενεύη μὲ τὸν Θεό. Πάντα νὰ ἐλέγχη τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ κοιτάζη πῶς νὰ κάνη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν κάνη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε συγγενεύει μὲ τὸν Θεό, καὶ τότε, χωρὶς νὰ ζητάη ἀπὸ τὸν Θεό, λαμβάνει· δέχεται συνέχεια νερὸ ἀπὸ τὴν πηγή.
Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου