Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019



Ἀγάπη καί Ἐλευθερία
Πρόσωπο εἶναι τὸ ὂν ἐν κοινωνίᾳ καὶ πρόσωπα γινόμαστε μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Ὅταν ὁ Καλὸς Ποιμένας καλεῖ τὰ δικά του πρόβατα μὲ τ΄ ὄνομά τους καὶ τὰ ὁδηγεῖ, ἡ κλήση αὐτὴ ἀποτελεῖ εἴσοδο σὲ μία ζωὴ κοινωνίας. Ἕνα ὄνομα, δοσμένο σὲ ἑκατομμύρια ἀνθρώπους, ἀποκτᾶ συγχρόνως καὶ μοναδικότητα, καθὼς ἕνας μοναδικὸς ἄνθρωπος καλεῖται μέσῳ αὐτοῦ, ὄχι μόνο στὴν Ἐκκλησία ἀλλὰ καί σὲ Ἐκκλησία. Ὁ καθένας εἶναι ἕνα ὄνομα μοναδικό, τὸ ὁποῖο ἀνακεφαλαιώνει τὸ ὅλον.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι κοινωνία ὁλοκληρωμένων ὑπάρξεων καὶ ὄχι μάζα, ἀποτελούμενη ἀπὸ κομμάτια. Τὸ πρόσωπο εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ποὺ ὑπάρχει μέσα μας. Αὐτὸ ἀκριβῶς διαφοροποιεῖ τὴν Ἐκκλησία ὡς κοινωνία προσώπων ἀπὸ τὴν κοινωνία τῶν προσωπείων. Ἡ κοινωνία τῶν προσωπείων εἶναι τὸ σύνολο τῶν εἰδώλων, τὸ σύνολο τῶν ἀποσπασματικῶν ὑπάρξεων, τὸ σύνολο τῶν μοναχικῶν ἀτόμων καὶ γι’ αὐτό, τὸ σύνολο τῶν ψευδῶν ἑαυτῶν.
Ἡ κοινωνία τῶν προσώπων εἶναι ἡ ἀλήθεια καὶ γιὰ νὰ φτάσουμε σ’ αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, πρέπει νὰ κινηθοῦμε τόσο ἐν ἐλευθερίᾳ ὅσο καὶ ἐν ἀγάπῃ. Ἡ λύση τοῦ προσωπείου εἶναι ἡ εὔκολη λύση, εἶναι ἡ λύση τῆς ἀκινησίας, τῆς παγίωσης τῶν ἀποστάσεων, τῆς ἐγκαθίδρυσης τῆς νεκρικῆς σιγῆς τῆς ἀδράνειας τοῦ εἰδώλου, ἔστω καὶ ἂν πολλὲς φορὲς δίνεται ἡ ἐντύπωση τῆς τάξης καὶ τῆς ἡσυχίας.
Ἀντίθετα, μέσα στὴν Ἐκκλησία δὲν ἐπαναπαύεσαι. Ἡ ἐλευθερία ἐπιβεβαιώνει ἢ ἀμφισβητεῖ κάθε στιγμὴ τὶς ἐπιλογὲς καὶ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ποὺ καλεῖ σ΄ αὐτὴ τὴν διαρκῆ ἀνοιχτὴ ἐπικοινωνία. Ὁ χειρότερος πειρασμὸς δὲν εἶναι ἡ ρήξη μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ ἡ ἀπόθεση τῆς ἐλευθερίας καὶ ἡ βύθιση σὲ μία σχέση, ὅπου ὁ Δημιουργὸς ἐκλαμβάνεται ὡς ὁ ἀπόλυτος κυρίαρχος, τοῦ ὁποίου ἡ ἀναντίρρητη ὑπεροχὴ συντρίβει τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη.
Πρέπει νὰ κινηθεῖς ἐν ἐλευθερίᾳ καὶ ἂν τυχὸν δὲν κινηθεῖς ἐν ἐλευθερίᾳ, καὶ ἂν τυχὸν θελήσεις νὰ ἀποθέσεις τὸν ζυγὸ τῆς ἐλευθερίας, τότε δὲ θὰ νιώσεις ποτὲ τὴν πληρότητα τῆς ζωῆς, τὸ δυναμισμὸ καὶ τὴν πάλη τῆς ζωῆς, τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔχεις μέσα σου, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴν ὁποία ἔχεις πλαστεῖ. Χωρὶς ἐλευθερία, τὰ δῶρα τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὸν ἄνθρωπο θὰ μείνουν γιὰ πάντα ἀνενεργὰ καὶ ἀκατανόητα.
Ἡ φύση μας, ὅπως λέει ἡ ἀρχαία τραγωδία ἀλλὰ κι ὁ Μέγας Βασίλειος, εἶναι νὰ ἀγαπάει. Ὅταν φτάσει κανεὶς σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ν’ ἀγαπᾶ, ὄχι συναισθηματικὰ ἀλλὰ νὰ νιώθει αὐτὸ ποὺ διδάσκει ἡ Θεία Λειτουργία, ὅτι δηλαδὴ ὁ ἄλλος εἶναι ὁ ἑαυτός μου, τότε παραχωρεῖ τὴν ὕπαρξή του στὸν ἄλλον.
Γιὰ τὸν κοσμικὸ ἄνθρωπο, αὐτὴ ἡ κατάργηση τῆς ἀτομικότητας ἰσοδυναμεῖ μὲ καταστροφή. Γιὰ τὸν ἐκκλησιαστικὸ ὅμως ἄνθρωπο, ἡ κίνηση αὐτὴ ἰσοδυναμεῖ μὲ ἕνωση τῆς ἐλευθερίας μὲ τὴν ἀγάπη. Εἶναι ἡ στιγμή, ποὺ ἀποκαλύπτεται μία διάσταση πέρα ἀπὸ τὸ «εἶναι» καὶ τὸν χωροχρόνο. Εἶναι ἡ στιγμὴ συνάντησης μὲ τὴν ἀληθινὴ φύση καὶ τὴν κατὰ χάριν θέωση. Ὁπότε φτάνει ἡ στιγμὴ ὅπου ὁ ἄνθρωπος νιώθει ὅτι γεννήθηκε ἀπὸ ἀγάπη καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς του εἶναι νὰ ἀγαπᾶ. Μὲ τὴν ἀγάπη διαστέλλεται καὶ παίρνει τὶς πραγματικές του διαστάσεις. «Ζῶ γιὰ τὸν ἄλλο» σημαίνει ζωὴ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Ὁ ἄλλος δὲν εἶναι κὰν μία προέκταση τοῦ ἑαυτοῦ μου, ἀλλὰ εἶναι ἡ καρδιὰ τοῦ ἑαυτοῦ μου. Ἂν φτάσω σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο καὶ νιώσω ὅτι οἱ ἄλλοι εἶναι ὁ ἑαυτός μου, οὐσιαστικὰ θωρακίζω τὸ πρόσωπό μου.
Ἀρχιμανδρίτης Βασίλειος Γοντικάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου