Κυριακή 26 Αυγούστου 2018



Ἡ Μεγάλη Παναγία καὶ οἱ Διαφωτιστὲς
Ἡ Μεγάλη Παναγία ἦταν μία ἀπὸ τὶς μεγαλοπρεπέστερες βυζαντινὲς ἐκκλησίες τῶν Ἀθηνῶν. Ἦταν ἡ ζωντανὴ ἱστορία δεκατεσσάρων αἰώνων ἀγάπης τῶν Ἑλλήνων πρὸς τὴν Θεοτόκο. Ὁ Ναὸς κατεστράφη μὲ ἐντολὴ τοῦ καθηγητοῦ Στεφάνου Κουμανούδη, τὸ 1885. Ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ θύματα τῶν διαφωτιστῶν τοῦ 19ου αιώνα. Μὲ φανατισμὸ ταλιμπὰν κατὰ κάθε βυζαντινοῦ μνημείου, μὲ ἕνα μίσος κατὰ τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ καὶ μὲ πρόσχημα τὴν ἀρχαιολογικὴ ἔρευνα τῆς προχριστιανικῆς Ἀθήνας κατέστρεψαν σ’ αὐτὴν εἴκοσι βυζαντινὲς καὶ μεταβυζαντινὲς ἐκκλησιὲς τῆς Παναγίας, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὴν πρώτη Ἐκκλησία της, τὴν Μεγάλη Παναγιά.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰώνα ὁ Ἔπαρχος τοῦ Ἰλλυρικοῦ Ἐρκούλιος (408–412) γιὰ νὰ ἡσυχάσουν οἱ ἔριδες μεταξὺ χριστιανῶν καὶ παγανιστῶν στὴν Ἀθήνα, ὡς πρὸς τὸν τόπο τῆς λατρείας στὸ κέντρο τῆς πόλης, κατένειμε μεταξύ τους τὸν χῶρο τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Ἀδριανοῦ. Στοὺς μὲν παγανιστὲς παραχώρησε τὰ κτίρια τῆς ἀνακαινισμένης Βιβλιοθήκης, στοὺς δὲ χριστιανοὺς τὴν ἐξωτερικὴ αὐλή, γιὰ νὰ κατασκευάσουν Ναό. Ἡ ἔξυπνη αὐτὴ κίνηση τοῦ Ἐρκούλιου ὁδήγησε στὴν εἰρηνικὴ συνύπαρξη στὸν ἴδιο χῶρο τῶν δύο ὁμάδων πολιτῶν.
Ἔτσι δημιουργήθηκε ὁ πρῶτος γνωστὸς χριστιανικὸς ναὸς τῆς Ἀθήνας, ἡ Μεγάλη Παναγιά. Ἦταν τετράκογχος ρυθμοῦ βασιλικῆς μαρμάρινος ναός. Ἱστορικοὶ ὑποστηριζουν ὅτι λόγω τοῦ μεγέθους του καὶ τῆς κεντρικῆς του θέσης ἦταν γιὰ αἰῶνες ὁ καθεδρικὸς ναὸς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου τῶν Ἀθηνῶν. Ἡ ἱστορία τοῦ Ναοῦ εἶναι μακρά, ἀπὸ τὸ 408 ἕως τὸ 1885 ὅταν ὁ Κουμανούδης τὸν ἐκθεμελίωσε. Τὸν 11ο αἰώνα πυρκαγιὰ κατέστρεψε μεγάλο μέρος τοῦ ἀρχαίου ναοῦ καὶ στὴ θέση του ἀνεγέρθηκε βυζαντινὸς ναός. Τὸ 1261 ἀνεγέρθηκε κωδωνοστάσιο, τὸ 1687 ὑπέστη ζημιές, κατὰ τὸν ἐνετο-τουρκικὸ πόλεμο, τὸ 1774 παραχωρήθηκε στὴ Μονὴ Παναχράντου τῆς Ἄνδρου. Στὴ δεκαετία τοῦ 1830 κατέστη ἐνοριακὸς ναός. Στὰ ἔτη 1853–1858 ἡ Ἀρχαιολογικὴ Ἑταιρεία προέβη σὲ ἐπισκευὲς τοῦ Ναοῦ. Τὸ 1880 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Μεσσηνίας Πανάρετος Κωνσταντινίδης περιέγραψε τὸν Ναό, ἔργο πολύτιμο, ἀφοῦ σὲ λίγα χρόνια τὸν γκρέμισαν...
Ὁ Χαρ. Μπούρας σὲ ἄρθρο του στὸ Δελτίο τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας σημειώνει σχετικά: «Τὸ 1885 κατεδαφίστηκε χάριν ἀρχαιολογικῶν ἀνασκαφῶν ἡ μερικῶς ἐρειπωμένη, γνωστὴ ὡς Μεγάλη Παναγιά, ἐκκλησία τῶν Ἀθηνῶν. Στὴν βραχύτατη ἔκθεσή του ὁ Στέφανος Κουμανούδης δὲν ἀπέκρυψε τὴν περιφρόνησή του γιὰ τὸ βυζαντινὸ μνημεῖο, τοῦ ὁποίου σεβάσθηκε μόνον ἕνα τμῆμα ἀπὸ τὴν παλαιοχριστιανική του φάση, τοὺς τρεῖς κίονες καὶ τὴν παραστάδα, ποὺ ὑψώνονται καὶ σήμερα στὸν χῶρο τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Ἀδριανοῦ... Κατεδάφιση τοῦ ναοῦ καὶ ἀνασκαφὴ τοῦ πέριξ χώρου (χωρὶς καμία ἐπιστημονικὴ τεκμηρίωση γιὰ τὴν καταστροφή) ἐκ μέρους τοῦ Κουμανούδη... Ὁ Κουμανούδης δὲν ἄφησε πληροφορίες γιὰ τὰ μαρμάρινα δάπεδα, ποὺ ἀφήρεσε ἀπὸ διάφορα μέρη τοῦ Ναοῦ».
Καὶ συνεχίζει ὁ ἀείμνηστος καθηγητής: «Ἡ καλλιτεχνικὴ ἀξία τῆς Μεγάλης Παναγιᾶς, μὲ τὶς καλοδιατηρημένες τοιχογραφίες της, ἦταν ὁπωσδήποτε πολὺ σημαντική. Ἀκόμα μεγαλύτερη ἦταν ὁπωσδήποτε ἡ ἱστορική της ἀξία, δεδομένου ὅτι εἶχε τέσσερις οἰκοδομικὲς φάσεις καὶ τὸν χαρακτήρα ἑνὸς διαχρονικοῦ μνημείου. Ἡ καταστροφή της ἐντάσσεται σὲ ἕνα κύμα κατεδαφίσεων καὶ μεταμορφώσεων τῶν βυζαντινῶν μνημείων, ποὺ ζημίωσε ἀνεπανόρθωτα κατὰ τὸν 19ο αἰώνα τὸν μεσαιωνικὸ μνημειακὸ πλοῦτο τῶν Ἀθηνῶν».
Τὸ μίσος καὶ ἡ προκατάληψη σὲ βάρος τοῦ μεσαιωνικοῦ βυζαντινοῦ ἑλληνισμοῦ συνεχίζεται. Μία ἐπίσκεψη στὸ Μουσεῖο τῆς Ἀκρόπολης καὶ ἡ παρακολούθηση τοῦ «ἐνημερωτικοῦ» ντοκιμαντέρ, ποὺ παίζεται ἐκεῖ, τὸ ἀποδεικνύει. Εἶναι ἀνακριβὲς ὅτι οἱ χριστιανοὶ κατέστρεφαν τὰ ἀρχαία μνημεῖα. Γιὰ μίαν ἄλλη πτυχὴ τῆς σχέσης τοῦ ἀρχαίου μὲ τὸν μεσαιωνικὸ ἑλληνισμὸ μίλησε πρόσφατα ὁ κ. Δημήτρης Ἀθανασούλης, προϊστάμενος τῆς Ἐφορείας Ἀρχαιοτήτων Κυκλάδων. Στὴν Σίκινο ἀνακάλυψε μὲ τοὺς συνεργάτες του τὸν ἀσύλητο τάφο τῆς Νεικῶς καὶ γι’ αὐτὸν προέβη στὴν «Καθημερινὴ» στὴν ἀκόλουθη δήλωση: « Ἀρχαῖα κτίρια, ποὺ ἔγιναν ἐκκλησίες, ὑπάρχουν πολλά. Ἐδῶ ὅμως πρόκειται γιὰ σπάνια περίπτωση, καθὼς σὲ ἕνα μνημεῖο συναντᾶμε δύο βασικὲς συνιστῶσες τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, κλασικὴ περίοδο καὶ Μεσαίωνα, ἀπόλυτα διακριτές, ἀλλὰ καὶ συνδυασμένες μὲ ἕναν σοφὸ τρόπο καὶ μὲ σεβασμό». Πιὸ συγκεκριμένα ὁ κ. Ἀθανασούλης κατέληξε στὸ συμπέρασμα ὅτι στὴν ἴδια θέση ὑπάρχει, ὅπως γράφει, τὸ ἀνακαλυφθὲν λαξευμένο ταφικὸ ἐπίγραμμα, μαυσωλεῖο μίας γυναίκας, τῆς Νεικῶς καὶ ἡ ἐκκλησία τῆς Παναγίας, ποὺ ἔγινε πολὺ ἀργότερα. Ἡ Νεικώ, ἀπὸ τὸν τάφο της, ἀπαντᾶ σὲ ὅσους μισοῦν καὶ συκοφαντοῦν μία σημαντικὴ καὶ μακρὰ χρονικὰ περίοδο τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Γιῶργος Παπαθανασόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου