Σάββατο 18 Αυγούστου 2018


Κύων κρέας φέρων
Κύων ἁρπάσας βρῶμα ἐκ μακελλίου ᾤχετο φυγὰς ἐκεῖθεν καὶ ἔφθασεν ἐπίτινα ποταμόν.
Περαιούμενος δὲ αὐτὸν ὁρᾷ ἐν τοῖς ὕδασι τὴν τοῦ βρώματος σκιὰν πολλῷ οὖσαν οὗ ἔφερεν εὐμεγεθεστέραν, καὶ τοῦ στόματος ἀπορρίψας τὸ βρῶμα ἐπὶ τήν ὁραθεῖσαν αὐτοῦ σκιὰν κατηπείγετο. Τῆς δὲ ἀφανοῦς γενομένης, στραφεὶς ὁ κύων τὸ ἀπορριφθὲν ἆραι, οὐδὲν ἐφεῦρε τὸ σύνολον: καὶ γὰρ ἐκεῖνο παρά τινος καταπτάντος κόρακος εὐθὺς ἡρπάγη καὶ κατεβρώθη.
Εἶτα ὁ κύων ἑαυτὸν ἐταλάνιζε, «τί ἄρα πέπονθα;» λέγων, «ὅτι ὃ εἶχον ἀφρόνως καταλιπὼν ἐφ᾿ ἕτερον ἀφανὲς ἠπειγόμην, κἀκείνου ἀποτυχὼν καὶ τοῦ προτέρου ἐξέπεσον».
Οὗτος δηλοῖ περὶ τῶν ἀκορέστως ἐκόντων καὶ τῶν περιττῶν ὀρεγομένων.
***
Ὁ σκύλος ἅρπαξε ἀπ᾿ τὸ χασάπικο ἕνα κομμάτι κρέας καὶ τὸ ἔβαλε στὰ πόδια, ὥσπου ἔφτασε σ᾿ ἕνα ποτάμι.
Μπῆκε μέσα γιὰ νὰ περάσει ἀπέναντι καὶ ξαφνικὰ εἶδε πάνω στὸ νερὸ τὴ σκιά τοῦ κρέατος ποὺ κρατοῦσε, διπλή καὶ τρίδιπλη. Παράτησε λοιπόν τὸ λάφυρο καὶ ρίχτηκε γρήγορα καταπάνω τὴ σκιά, ἀλλὰ τὴν ἔχασε ἀμέσως ἀπ᾿ τὰ μάτια του καὶ γυρίζοντας νὰ ξαναπιάσει τὸ ἀληθινό κρέας, διαπίστωσε πὼς εἶχε γίνει ἄφαντο, γιατὶ στὸ μεταξύ, τὸ ἅρπαξε ἕνας κόρακας καὶ τὸ καταβρόχθισε.
Ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτά, τιμωροῦσε τὸν ἑαυτό του, λέγοντας καὶ ξαναλέγοντας:
«Καλὰ νὰ πάθω. Ἄφησα, ὁ τρελός, αὐτὸ ποὺ εἶχα κι ἔτρεξα πίσω ἀπὸ τὸ φάντασμά του. Δὲν ἔπιασα τὸ ψεύτικο, ἔχασα καὶ τὸ ἀληθινό!»
Ὁ μύθος δείχνει κατὰ τοὺς ἀχόρταγους κι αὐτοὺς ποὺ θέλουν πάντα κάτι παραπάνω γιὰ νὰ ἱκανοποιηθοῦν.
Αἰσώπου Μῦθοι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου