Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024


Ἡ ἐλιά
Οὔτ᾿ ἕνα φύλλο! Πέσανε καὶ σκόρπισαν. Σπασμένα
Κλωνάρια ὁλόγυρά μου-
Καὶ μέσα στὰ συντρίμμια αὐτὰ -γειά σου, χαρά σου ἐσὲν-
Ἀκόμ᾿ ἀνθεῖς ἐλιά μου.
Ἄ! πῶς ὁ ἀγέρας ὁ τρελλὸς ἀπάνου τους χυμάει
Και πῶς χτυπιοῦνται! Μόνο
Μονάχα, ἐσύ, παράμερα τοῦ Κηφισσοῦ τὸ πλάϊ,
Γιορτάζεις μέσ᾿ στὸν πόνο.
Ἄς τα, κι ἂς κλαῖν στὴν παγωνιὰ τὴν ἄγρια, κι ἂς βογγοῦνε
Στῆς μπόρας τὴ μαυρίλα,
Ἐγὼ κοντά σου στέκομαι ν᾿ ἀκούσω νὰ μοῦ ποῦνε
Τ᾿ ἀμάραντά σου φύλλα,
Ν᾿ ἀκούσω νὰ μοῦ ποῦν σιγὰ τὰ πρόσχαρά τους χείλη,
Πῶς εἶναι μέσ᾿ στὰ χιόνια,
Εἶναι ψυχὲς μέσ᾿ τὸν βοριᾶ, κι ὅμως τὸ φῶς τοῦ Ἀπρίλη
Γύρω τους φέγγει αἰώνια...

Λάμπρος Πορφύρας

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2024



Ὁ Κυβερνήτης
Πρός τόν Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη
Ἄν ὁ καθένας ἀπό ἐσᾶς (καί ὁμιλῶ δι' ἐκείνους πού κατέχουν τάς πρώτας θέσεις εἰς τήν πολιτικήν ζωήν τῆς χώρας) μέ ἐβοήθει ὀλίγον καί καλοπίστως, λησμονῶν διά μίαν στιγμήν τά προσωπικά του συμφέροντα, τό ἔργον μου θά ἐγίνετο περισσότερον εὔκολον δι' ἐμέ καὶ περισσότερον καρποφόρον διά τήν Πατρίδα...
Μάιος 1828
*
Πρός τόν Ἀνδρέα Μουστοξύδη
Τελευταίως περιώδευσα ἐπ' ἀρκετόν χρόνον εἰς τήν Δυτικήν Ἑλλάδα καί τήν Πελοπόννησον καί εἰς μέρος τῆς Ἀνατολικῆς Ἑλλάδος. Θά περιοδεύσω καί πάλιν διότι μόνον ἐφ' ὅσον βλέπω τά πράγματα καί τούς ἀνθρώπους μέ τούς δικούς μου ὀφθαλμούς, δύναμαι νά ἀποκτήσω ἐν συνειδήσει εὐκρινῆ ἔννοιαν τῆς ποιότητος τῶν ὑποχρεώσεών μου καί τοῦ λογικωτάτου τρόπου τῆς ἐκπληρώσεώς των. Ἀκόμα δέν τολμῶ νά σοῦ προτείνω νά ἔλθης νά ἐγκατασταθῆς ἐδῶ.
1 Αὐγούστου 1828
*
Πρός τόν Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη
Ἤθελα νά ἔχω κάμποσα ἑκατομμύρια τάλλιρα διά νά σᾶς δώσω ὅσα ζητεῖτε, ἀλλά καθώς σᾶς εἶπα τό μέν ἰδιαίτερό μου ταμεῖον εἶναι κενόν, τό δέ δημόσιον μόλις δύναται νά ἐπαρκέσει εἰς τάς μᾶλλον κατεπειγούσας χρείας τοῦ τρέχοντος Φεβρουαρίου καί τό πολύ τοῦ ἡμίσεως Μαρτίου. Τοῦτο εἶναι γνωστότατον καί δύνασθε αὐτοπροσώπως νά τό βεβαιωθῆτε, βλέποντες τά κατάστιχα τῆς ἐπί τῶν οἰκονομικῶν ἐπιτροπῆς... Ὑπομείνατε καθώς ὑπομένω καί ὑπομένω ἴσως ἐπέκεινα τῆς ἀνθρωπίνης δυνάμεως.
10 Φεβρουαρίου 1829
Ἰωάννης Καποδίστριας

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2024



Καὶ βέβαια θέλετε καὶ καλοὺς μιστοὺς νὰ ζήσετε
Ὅταν ἦρθε ὁ Βασιλέας, ποιὸς τοὺς ᾿ρέθιζε τοὺς ἀγωνιστᾶς; Ἡ ἀφεντειά σας οἱ μεγάλοι πολιτικοί. Καὶ πῆγαν εἰς τὴν Τουρκιὰ καὶ χάθηκαν οἱ περισσότεροι. Καὶ τόσοι ἄλλοι χάθηκαν εἰς τὴν Πελοπόννησο, ὁποῦ σκοτώθη ὁ Κρίτζαλης κι᾿ ἄλλοι, καὶ εἰς τὴν Σπάρτη κι᾿ ἀλλοῦ. Καὶ τόσοι εἰς τὰ τριάντα ἕξι, ὁποῦ χάθη τὸ ἄνθος τοῦ Ἔθνους. Καὶ τόσους ὁποῦ ἔκοψε ἡ τζελατίνα καὶ τόσοι ὁποῦ πέθαναν εἰς τῆς φυλακές. Καὶ τόσοι εἰς τὶς διάφορες ἐκλογὲς ἐσᾶς τῶν Ἐκλαμπρότατων πολιτικῶν μας. Σᾶς ἐρωτῶ, ἐσᾶς τοὺς Ἐκλαμπρότατους καὶ μεγαλόγνωσους πολιτικούς της Ἑλλάδος ἀρχὴ καὶ τέλος· ἂν ἤρθετε ἀπὸ καλωσύνη σας νὰ μᾶς φωτίσετε, νὰ μᾶς λευτερώσετε, διατὶ νὰ χυθοῦν αὐτὰ τὰ αἵματα ὁποῦ χύθηκαν καὶ ἡ πατρίδα νὰ εἶναι εἰς τὴν κατάστασιν ὁποῦ εἶναι ὡς τὴν σήμερον, καὶ νὰ γένῃ αὐτείνη ἡ δυστυχία γενικῶς εἰς τοὺς τίμιους ἀνθρώπους; Καὶ νὰ θέλουν οἱ Ἄγγλοι, οἱ Γάλλοι, οἱ Ροῦσσοι, οἱ Ἀουστριακοὶ ἢ ἄλλο κράτος νὰ μᾶς κυβερνήσουν μὲ τὸ μέσον τὸ δικόν σας;
Ἡ ἀφεντειά σας, οἱ ξενοφερμένοι πατριῶτες, ἦστε καὶ οἱ πρῶτοι πολιτικοὶ καὶ οἱ δεύτεροι καὶ οἱ τρίτοι καὶ οἱ τέταρτοι καὶ οἱ πέφτοι καὶ οἱ ἔχτοι κι᾿ ἀκόμα εἰς ὅλα τὰ πράματα τῆς πατρίδας· ἂν εἴχετε ἀρετὴ κι᾿ ὁμόνοια, γένονταν αὐτά; Διατιμιέταν τὸ δυστυχισμένο, τὸ ἀθῶον Ἔθνος; Μπαίναν ὅλοι οἱ μπερμπάντες παντοῦ; Πότε συβουλέψετε τὸ στρατιωτικὸν πατριωτικῶς, κι᾿ αὐτὸ ἐβῆκε ἀπὸ τὰ καθήκοντά του καὶ δὲν σᾶς ἄκουσε; Μεγαλύτερον εἴχαμεν εἰς τὴν Πελοπόννησον τὸν Κολοκοτρώνη· ὅπως τοῦ λέγετε ἔτζι ἔκανε· «πολέμα ὑπὲρ τῆς πατρίδος», πολέμαγε· «κάνε ἐφύλιους πολέμους», ἔκανε. Ἦταν ὁ Δυσσέας εἰς τὴν Ἀνατολικὴ Ἑλλάδα· ἀπὸ τίνος συβουλῆ ἐπέταξε τὸ ντουφέκι κ᾿ ἔβαλε τὸ καλαμάρι κ᾿ ἔγινε πολιτικὸς καὶ φατριαστὴς ὁ στρατιωτικός; Ἀπὸ δική σας. Ἔστειλε ὁ κύριος Κωλέτης εἰς τὸν Δυσσέα τὸν Ἀλέξη Νοῦτζο καὶ τὸν σκότωσε αὐτὸν καὶ τὸν γενναῖον καὶ τίμιον Παλάσκα. Ὁ Δυσσέας τοὺς σκότωσε, ἀλλὰ ὁ Κωλέτης καὶ ἡ συντροφιά του τοὺς ἔστειλε – ἢ ἐκεῖνοι σκότωσαν τὸν Δυσσέα, ἢ ὁ Δυσσέας αὐτούς, ὄφελος τοῦ Κωλέτη καὶ τῆς συντροφιᾶς του ἦταν. ‘Υστερα σκότωσε καὶ τὸν Δυσσέα.
Εἶπα τὰ πατρικά σας αἰστήματα καὶ τὸν πατριωτισμὸν ὁποῦ δείξετε ὅλοι σας, ὁποῦ κοπιάσετε νὰ μᾶς λευτερώσετε. Αὐτεῖνοι εἶναι οἱ ἀγῶνες σας. Εἴχαμεν τόσα σπίτια σημαντικὰ καὶ εἰς τὴν Ρούμελη καὶ εἰς τὴν Πελοπόννησο καὶ νησιά, ὁποῦ πραματικῶς θυσιάσαν διὰ τὴν πατρίδα. Ποῦ εἶναι τώρα; Χάθηκαν τὰ περισσότερα. Τὰ παιδιά μας καὶ πολλοὶ ὁποῦ ζοῦνε ἀπὸ αὐτοὺς στραβώνουν μυῖγες μέσα εἰς τοὺς δρόμους τῆς ματοκυλισμένης πατρίδας τους. Θυσιάστηκαν ἀπόξω ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ καὶ σκοτώθηκαν τόσοι σημαντικοὶ ἀρχηγοί, τόσοι νοικοκυραῖοι – τὰ παιδιά τους κι᾿ ὅσοι ζοῦνε λένε «ψωμάκι» οἱ περισσότεροι, καὶ ποῦν᾿ το; Ἐσᾶς σᾶς τιμήσαμεν, σᾶς δοξάσαμεν, σᾶς κάμαμεν Ἐκλαμπρότατους, ἀντιπρόσωπους εἰς τὰ δυνατὰ ἔθνη. Καὶ πληρώνεστε χοντροὺς μιστούς. Ὅτι σᾶς κάμαμεν σημαντικοὺς καὶ βέβαια θέλετε καὶ καλοὺς μιστοὺς νὰ ζήσετε. Ἐνῶ ἐμεῖς καὶ πρῶτα καὶ τώρα ζοῦμεν ὅπως μπορέσωμεν – ὅμως οἱ Ἐκλαμπρότητές σας δὲν θέλομεν νὰ κακοπορέψετε· κι᾿ ἂν σᾶς ἰδοῦμεν δυστυχεῖς λυπώμαστε κ᾿ εὐτὺς θαν᾿ ἀναπάψωμε τὰ δεινά σας. Κι᾿ ὡς τίμιοι ἄνθρωποι αὐτὸ πρέπει νὰ κάμωμεν διὰ ν᾿ ἀναστήσωμεν στύλους εἰς τὴν πατρίδα μας ἀπὸ ἀνθρώπους ἄξιους νὰ τὴν βοηθοῦν, καθὼς κάνουν ὅλα τὰ ἔθνη. Ἐμεῖς αὐτὸ ἀρχὴ καὶ τέλος τὸ ἀκολουθοῦμεν εἰς τὴν Ἐκλαμπρότη σας· ἡ Ἐκλαμπρότη σας τί κάμετε ᾿σ ἐμᾶς;
Στρατηγὸς Μακρυγιάννης

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024


Εἰς τὸν θάνατον Ἀλέξη Λεβιδιώτη
Τρεῖς περδικοῦλες κάθουνται στόν Νούδημο στή βρύση.
Ἡ μιά τηράει τό Σταχτερό, ἡ ἄλλ’ τό μοναστῆρι
κι ἡ τρίτη ἡ καλύτερη μοιρολογᾶ καί κρένει: 
Πολλή τουρκιά μᾶς πλάκωσε στοῦ Λεβιδιοῦ τόν κάμπο.
Ἦρθαν ἐπάνου στή Βοπρειά, στή Βρύση, τόν Νενίνο.
Πήρανε σκλάβους περισσούς, γυναῖκες μέ τούς ἄντρες.
Πήρανε στάνες πρόβατα καί βρικολιά γελάδια.
Κι’ Ἀλέξης ὁπού τ' ἄκουσε πολύ τοῦ βαρυφάνη
καί τοῦ σεΐζη μίλησε καί τοῦ τσαούζη λέει:
Σεΐζη σέλωσ’ τ' ἄλογο καί βάλ’ του και τό γκέμι.
Καί σύ τζαούση Νικολό μάζω τά παληκάρια
γλήγορα γιά νά πιάσουμε στή Βρύση, στόν Νενίνο.
Μᾶς ἦρθαν Τοῦρκοι περισσοί πεζούρα καί καβάλα.
Μᾶς σκλάβωσαν τ’ ἀδέρφια μας, πῆραν τά πράμματά μας.
Καί τότε ξεκινήσανε ν’ ἀπό τό μοναστῆρι
καί βιαστικά κατέβηκαν στοῦ Λεβιδιοῦ τόν κάμπο
καί καταπιάστ’ ὁ πόλεμος μές στοῦ Βλαντᾶ ‘πού κάτου.
Πολλά γιουρούσια κάμανε ν’ οἱ Τοῦρκοι στούς Ρωμαίους
καί βάσταξαν τόν πόλεμον ὡς τό μεσημεράκι.
Κι’ Ἀλέξης μ’ ἄλλους δεκοχτώ χωρίζει ἀπ’τούς ἄλλους.
Τραβάει πέρ’ ἀπ’ τήν Μπαλιά ὅλο τό καταράχι
γιά νά τούς πιάσει ἀπό μπροστά ποὔταν στενός ὁ τόπος.
Μπροστά καρτέρι τοὔχανε στῆς Κώσταινας τή λάκκα
Ἀσκέρι ταχτικού στρατοῦ ὅλο στραβαραπάδες
καί τά ταμποῦρλα βάρεσαν. Στή μέση τούς ἐβάλαν.
Πολλά ντουφέκια τοὔριξαν κ’ ἐννιά τόν ἐβαρέσαν.
Καί λαβωμένος πού ἤτανε τἄρματα δέν τά ρίχνει
παρά σκοτώνει ἀλύπητα ὥσπου τόνε σκοτῶσαν.

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024


Ὁ πολιτικὸς Παπαδιαμάντης
Ὁ Παπαδιαμάντης ἐπέλεξε συνειδητὴ τὴν ἐνασχόληση μὲ τὴ δημοσιογραφία, γιατί ἤθελε νὰ εἶναι κοντὰ στὴ φλεγμαίνουσα ζώνη τῆς πολιτικῆς λειτουργίας. Ἦταν μέσα στὴν ψυχὴ τῆς πολιτικῆς, ὅπως ἦταν καὶ μέσα στὴν οὐσία τῆς ζωῆς, ἀλλὰ δὲν τὸν ἐνδιέφερε ἡ προβολή. Δὲν τὸν ἐνδιέφερε ἀκόμη ἡ πολιτικὴ τῶν λόγων, ἡ πολιτικὴ τοῦ θεάματος. Ἀπεχθανόταν τὸν λογοκοπικὸ δημαγωγισμό. Γράφει σ᾿ ἕνα μικρὸ ἀφήγημα τοῦ 1907, τὸ «Ἐπιμηθεὶς εἰς τὸν βράχον» τὰ ἀκόλουθα σωστὰ γιὰ τὶς προτιμήσεις τοῦ λαοῦ: «Θέλει δυστυχῶς λόγο, καὶ πολλοὺς λόγους μάλιστα… θέλει κάτι ὡσὰν θέαμα, καὶ τὰ θέλει ὅλα λογοκοπικὰ καὶ θεατρικά. Καὶ δι᾿ αὐτὸ ὅσοι βγάζουν λόγους πεντάρικους ἢ δεκάρικους εὐδοκιμοῦν εἰς τὸ πλῆθος· καὶ δι᾿ αὐτό… τὸ προκόψαμε».
Καὶ ἂς μοῦ πεῖ ὁποιοσδήποτε «προοδευτικὸς» ποιὸς εἶναι ὁ πρῶτος συγγραφέας μας ποὺ ἔθιξε τὸ πρόβλημα τῶν ναρκωτικῶν, ἂν αὐτὸς δὲν εἶναι ὁ Παπαδιαμάντης μὲ τὸ ἀληθινὰ συγκλονιστικὸ ἀφήγημα «Κοινωνικὴ ἁρμονία», ποῦ δημοσιεύτηκε τὸ 1906; Ποιὸς ἔθιξε πρῶτος τὴν κοινωνικὴ διάσταση τῆς πορνείας, ἂν ὄχι ὁ Παπαδιαμάντης μὲ τὸ τολμηρότατο γιὰ τὴν ἐποχή του «Τὸ Ἰδιόκτητο»; Ἀλλὰ καὶ πάλι ἐρωτῶ πάντα ἐχέφρονα πολίτη, ποιὸς εἶναι ὁ πρῶτος λογοτέχνης μας, ποὺ ἐστιγμάτισε τὸν διχασμὸ ποὺ συνεπάγεται ὁ κομματισμός, ἂν αὐτὸς δὲν εἶναι ὁ Παπαδιαμάντης, μὲ τὸ ἀνεπανάληπτο διήγημα «Τὰ δύο τέρατα», ποὺ γράφτηκε τὸ 1909; Ἀρκεῖ μόνο μία περικοπὴ ἀπὸ αὐτό: «Ὅλα τὰ ἐκλογικὰ ἀκάθαρτα δαιμόνια εἶχον ἐξαπολυθῆ εἰς τὸν δρόμον τὴν χρονιὰν ἐκείνην. Ἡ πλουτοκρατία εἶχε συμμαχήσει μὲ τὴν ὀχλοκρατίαν· τὸ τέρας τὸ κίτρινον εἶχε καλέσει εἰς βοήθειαν τὸ ἄλλο τέρας τὸ κόκκινον». Ἕνας ἄλλος παπᾶς γιὰ νὰ μὴ ἐκτεθῇ ἐμφανῶς εἶχε ἁπλώσει στὸ μπαλκόνι του ὅλα τὰ κόκκινα κιλίμιά του, τάχα γιὰ νὰ ἀερισθοῦν!

Γεννιέται ὅμως ἕνα ἐρώτημα ποὺ τὸ θεωρῶ θεμελιακὸ γιὰ τὴν προσέγγιση τοῦ ἰδεολογικοῦ χώρου τοῦ Παπαδιαμάντη. Ἀσφαλῶς ὁ Σκιαθίτης συγγραφέας ἦταν σφοδρὸς πολέμιος τῆς μικροπολιτικῆς· εἶχε ὅμως ὅραμα μεγάλης πολιτικῆς; Στὸ βιβλίο μου Ξαναδιαβάζοντας τὴ ῾῾Φόνισσα᾿᾿ προσπάθησα ἀπὸ πολλὲς γωνίες λήψεως νὰ φωτογραφήσω τὸ πολιτικὸ ὅραμα τοῦ Παπαδιαμάντη, ποὺ ἦταν βεβαίως τὸ ὅραμα ἑνὸς μεγάλου ἔθνους, ἀλλὰ πραγματωμένου μὲ ἄλλες μεθόδους καὶ ἄλλη ἰδεολογία ἀπὸ αὐτὴ ποὺ ἐπίσημα ἐξέφραζε ἡ πολιτικὴ τῆς Ἀθήνας. Ἡ πολιτικὴ τῆς Μεγάλης Ἰδέας ἐκφραζόταν τότε καὶ μετὰ μὲ τὴν πρακτικὴ ἀποσπάσεως ἐδαφῶν ἀπὸ τὴν ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία.
Γιὰ τὸν Παπαδιαμάντη, μέσα στὸν ὁποῖο ὑπερίσχυε ἡ πολιτικὴ παράδοση τοῦ Βυζαντίου, ἡ ἐθνικὴ πολιτικὴ ἔπρεπε νὰ εἶναι ὄχι πολιτικὴ ἀποσπάσεως ἀλλὰ κληρονομιᾶς. Οἱ Ἕλληνες, συνετὰ πολιτευόμενοι, θὰ ἦσαν οἱ φυσικοὶ κληρονόμοι τῆς καταρρέουσας ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ὁ Παπαδιαμάντης, βαθύτατα χριστιανὸς καὶ ὡς πρὸς τὴν ἰδιοσυστασία του Ῥωμιός, ἔβλεπε τὸ ἐθνικὸ πρόβλημα μὲ μία εὐρύτερη προοπτική, ποὺ περιεῖχε ὅλους τους Χριστιανοὺς τῆς Βαλκανικῆς καὶ τῆς Ἀνατολῆς. Ἡ Ρωμιοσύνη του δὲν προσέκρουε στὴν Ἑλληνοσύνη του. Οἱ Ἕλληνες ἔπρεπε νὰ εἶναι ἡ μικρὰ ζύμη ποὺ θὰ ζυμοῦσε ὅλο τὸ φύραμα τῶν λαῶν καὶ θὰ τοὺς ἔδινε ἕνα ὅραμα πολιτικό.
Ὁ Παπαδιαμάντης, κι ἂν δὲν ἦταν πολιτικός, ἔβλεπε ὡστόσο ὅτι ὁ Ἑλληνισμὸς μποροῦσε νὰ ἐκταθεῖ ἕως ἐκεῖ ποὺ ὑπῆρχε συμπαγὴς ἐθνολογικὴ βάση. Ἀντίθετα, ἡ ἰδέα τῆς Ρωμιοσύνης, ἐμπεριέχοντας καὶ τὴν ἑλληνοσύνη, εἶχε μία διάσταση εὐρύτερη, σχεδὸν οἰκουμενική. Δυστυχῶς, ὁ Δυτικισμὸς δὲν μᾶς ἐπέτρεψε νὰ διαμορφώσουμε μία ἀνατολικὴ πολιτικὴ – ἔστω κι ἂν στόχος μας πολιτικὸς ἦταν ἡ Ἀνατολή. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Παπαδιαμάντης ἀποστρεφόταν τὴν τρέχουσα πολιτικὴ καὶ τὶς τότε ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τῆς Δύσης διαμορφούμενες κοινωνικὲς καὶ πολιτικὲς ἀξίες. Ἔβλεπε τοὺς ὁμοεθνεῖς του νὰ ἀγωνίζονται νὰ γίνουν μικροί, ἐνῷ ἡ ἱστορική τους ἀποστολὴ ἦταν νὰ γίνουν μεγάλοι.
Βεβαίως 16 μῆνες μετὰ τὸ θάνατό του ἡ Ἑλλὰς εἶχε διπλασιασθεῖ ἐδαφικὰ καὶ δέκα χρόνια μετὰ τὸ θάνατό του εἶχε τριπλασιασθεῖ. Ἡ αὔξηση ὅμως αὐτὴ ἦταν στρατιωτικὴ κι ὄχι πολιτική, ὅπως θὰ ἤθελε ὁ Παπαδιαμάντης. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Μεγάλη Ἰδέα πνίγηκε στὶς ὄχθες τοῦ Σαγγάριου καὶ στὶς ἀκτὲς τῆς Ἰωνίας. Ὁ Παπαδιαμάντης, ὅπως ἀργότερα ὁ Ἴων Δραγούμης, ἔβλεπε τὸ ζήτημα διαφορετικά. Μία ἄλλη χριστιανικὴ αὐτοκρατορία θὰ διαδεχόταν τὴ μουσουλμανικὴ καὶ θὰ ἔδινε νέα πνοὴ στοὺς ὑποταγμένους λαούς, μηδὲ τῶν Σλάβων, τῶν Ἀλβανῶν καὶ τῶν Μουσουλμάνων ἑξαιρουμένων. Δὲν φοβόταν τὴν Ἀνατολὴ ὁ Παπαδιαμάντης, οὔτε τὸ Βορρᾶ, φοβόταν τὴ Δύση γιὰ τὶς μικρὲς ἀξίες ποὺ προωθοῦσε στὸ χῶρο μας, ἀξίες ποὺ ἔκαναν τὸν Ἕλληνα ἀπὸ λαϊκὸ ἄρχοντα καὶ λαϊκὸ νοικοκύρη νὰ γίνεται μικρόψυχος καὶ χρηματόφιλος ἀστός. Ἕνα κλάσμα ἀνθρώπου.
Σὲ ἕνα μικρὸ – σχεδὸν ἐλάχιστο – ἀφήγημα ποὺ ἔγραψε τὸ 1907, ὑπὸ τὸν περίεργο τίτλο «Ἡ κάλτσα τῆς Νώενας», ὑπάρχει σὰν καταληκτικὴ ἡ καταπληκτικὴ ἐρωτηματικὴ φράση:
- «Ἕως πότε θὰ εἴμεθα ἀχαρακτήριστοι Γραικύλοι;»
Ἰδού, λοιπόν, τὸ πολιτικό μας πρόβλημα, ὅπως τὸ ἔθεσε τότε καὶ γιὰ τώρα ὁ Παπαδιαμάντης· γιατὶ τὸ ἐρώτημα τοῦτο παραμένει καὶ τώρα ἐπίκαιρο.
Σαράντος Καργάκος

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2024

 


Στήν ἔρημο, παιδί μου!

Ἕνα ἄλλο θαυμαστό πρότυπο ὑπομονῆς εἶναι ἡ κυρά- Βασιλικούλα, πού ἦρθε στό Μοναστήρι, προσκυνήτρια τῆς Παναγιᾶς. Μικροσκοπική, ἀποστεωμένη, σκεβρωμένη, θαρρεῖς σάν τά παλιά σκαριά, τά θαλασσοδαρμένα ἀλλά ἀνίκητα ἀπ’ τόν χρόνο καί τήν ταλαιπωρία, ἔμοιαζε ἡ γριούλα πού ἦρθε νά λειτουργηθεῖ τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων στό Μοναστήρι. Τά μάτια της μισοσβησμένα ἀπό τόν καταρράκτη, φαίνονταν νά διαθέτουν μία ἄλλη ὅραση, πιό ὀξεία καί μακρινή.

Μετά τήν Θεία Λειτουργία ἄνοιξε τήν ψυχή της καί βγῆκαν οἱ θησαυροί τῆς καρδιᾶς της.

«Ἔζησα», εἶπε, «ἕνα μαρτύριο στή ζωή μου, ἀλλά εὐχαριστῶ τόν Κύριο! Ἤμουν ὀρφανή καί μέ πάντρεψε ἕνας θεῖος μου καί μοῦ ‘δωσε ἕναν Γολγοθά! Μιά ζωή ξύλο καί καταφρόνια. Ἔκανα αὐτό τό παιδί, ἀνάπηρο στό μυαλό (εἶπε κι ἔδειξε καθισμένον σέ μιά καρέκλα πιό πέρα ἕναν ἀνάπηρο πνευματικά μέ ἄσπρα μαλλιά). Αὐτός εἶναι ὁ γιός μου. Προσευχηθεῖτε γι’ αὐτόν. Αὐτός θά μέ τραβήξει πάνω, στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»!

Κάποια μοναχή τήν ρώτησε:

- Τί νά κάνουμε γιά νά σωθοῦμε, νά κερδίσουμε τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιαγιά;

- Στήν ἔρημο, παιδί μου!

- Ποιά εἶναι ἡ ἔρημος, γιαγιά;

- Νά βλέπεις καί νά μή βλέπεις, νά ἀκοῦς καί νά μήν ἀκοῦς, καί νά σιωπᾶς!

Ὅσοι τήν ἄκουγαν, θαύμασαν. Μόνον φιλοκαλικός Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας θά μποροῦσε νά πεῖ αὐτά τά λόγια, ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος.

Καί τελείωσε ἐπαναλαμβάνοντας:

-Τήν Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ μήν χάσουμε, τήν Βασιλεία Του. Νά μᾶς τραβήξει ἐπάνω νά σωθοῦμε!...

«Ἔκφράσεις τοῦ πνευματικοῦ κόσμου»

Ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Βαρνάκοβας

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

 


Ἡ βίωση τοῦ ἄλλου ὡς οἰκείου μέλους

Ὑπάρχουν δύο διαφορετικές ἀσκητικές τάσεις.

Ἡ μία ἐκφράζεται μέ τόν διαλογισμό καί κατά κάποιον τρόπο τή χαλάρωση, γιά τήν εἴσοδο τοῦ νοῦ στόν κόσμο τῆς καθαρῆς σκέψεως.

Ἡ ὁδός ὅμως τοῦ Χριστοῦ εἶναι διαφορετική. Ἀπό τούς δύο αὐτούς δρόμους -τή χαλάρωση καί τήν ἔνταση- ἡ ἔνταση εἶναι ὁ δικός μας δρόμος. Στή μοναχική μας βιοτή δέν διδασκόμαστε νά βρισκόμαστε σέ κατάσταση χαλαρώσεως καί νά στοχαζόμαστε μέ τόν νοῦ. Ὄχι!

Ἀλλά εἴμαστε διαρκῶς σέ ἄκρα ἔνταση, σάν τεταμένη χορδή. Προσπαθῆστε λοιπόν νά διατηρεῖτε τή χορδή αὐτή πάντοτε τεταμένη.

Στήν προσευχή μας, ὅταν στεκόμαστε στήν ἐκκλησία, ὅλοι οἱ μύες μᾶς εἶναι τεταμένοι, καί ταυτόχρονα ἡ προσοχή μας. Ἡ προσευχή μας λοιπόν δέν ἀποτελεῖ ἀνάπαυση ἀπαθοῦς σκέψεως πού ξεφεύγει ἀπό τά ὅρια τῶν παθημάτων τῆς γής. Ὄχι! Ἐμεῖς ζοῦμε τά παθήματα ὅλου του Ἀδάμ. Καί αὐτό εἶναι ἡ ζωή μας.

Ἐξωτερικά ἡ μοναχική ζωή φαίνεται ἥσυχη. Μπορῶ ὅμως νά τήν παρομοιάσω μέ ἠλεκτροφόρο καλώδιο ὑψηλῆς τάσεως, ἀπό τό ὁποῖο διέρχεται ἐνέργεια πού κινεῖ τραῖνα, ἐργοστάσια, θερμαίνει σπίτια. ὡστόσο τό μικρό πουλί μπορεῖ νά κάθεται ἐπάνω στό σύρμα αὐτό.Ἔτσι καί ὁ χριστιανός εἶναι παρόμοιο καλώδιο, ἐπάνω στό ὁποῖο μπορεῖ νά καθίσει ἕνα πουλί, χωρίς νά κινδυνεύσει.

Ταυτόχρονα ὅμως ἐμφορεῖται ἀπό τέτοια ἐνέργεια, πού μπορεῖ πραγματικά νά ἀναστατώσει ὅλο τόν κόσμο. Συνεπῶς, στή ζωή μᾶς ἐξωτερικά δέν ὑπάρχει τίποτε τό ἰδιαίτερο, ἐσωτερικά ὅμως, μέ τήν ἑτοιμότητα γιά τήν ὑπακοή βρισκόμαστε ἀκατάπαυστα σέ ἔνταση, ἀγωνιζόμενοι πῶς νά παραμείνουμε ἀμετακίνητοι στήν αἰώνια σκέψη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Καί αὐτό εἶναι σπουδαῖο, ἀποτελεῖ πραγματικά τή σχολή τοῦ μοναχισμοῦ.

Μέ τή μικρή ἄσκηση τῆς ὑπακοῆς ὁ ἄνθρωπος μεταβαίνει στό Ἄναρχο Εἶναι τοῦ Θεοῦ μας, γιά τό ὁποῖο εἶναι ἀδύνατον νά μιλήσουμε χρησιμοποιώντας τή λογική.

Διατηρῆστε, λοιπόν, τή θέση αὐτή: ἐξωτερικά τίποτε νά μή φαίνεται, ἐσωτερικά ὅμως νά ὑπάρχει ἔνταση στή ζωή μας.

Καί τότε θά καταστοῦμε πιό εὔθετοι γιά νά εἰσέλθουμε στήν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ.

Γέρων Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2024



Ἠλεκτροφόρο καλώδιο ὑψηλῆς τάσεως
Ὑπάρχουν δύο διαφορετικές ἀσκητικές τάσεις.
Ἡ μία ἐκφράζεται μέ τόν διαλογισμό καί κατά κάποιον τρόπο τή χαλάρωση, γιά τήν εἴσοδο τοῦ νοῦ στόν κόσμο τῆς καθαρῆς σκέψεως.
Ἡ ὁδός ὅμως τοῦ Χριστοῦ εἶναι διαφορετική. Ἀπό τούς δύο αὐτούς δρόμους -τή χαλάρωση καί τήν ἔνταση- ἡ ἔνταση εἶναι ὁ δικός μας δρόμος. Στή μοναχική μας βιοτή δέν διδασκόμαστε νά βρισκόμαστε σέ κατάσταση χαλαρώσεως καί νά στοχαζόμαστε μέ τόν νοῦ. Ὄχι!
Ἀλλά εἴμαστε διαρκῶς σέ ἄκρα ἔνταση, σάν τεταμένη χορδή. Προσπαθῆστε λοιπόν νά διατηρεῖτε τή χορδή αὐτή πάντοτε τεταμένη.
Στήν προσευχή μας, ὅταν στεκόμαστε στήν ἐκκλησία, ὅλοι οἱ μύες μᾶς εἶναι τεταμένοι, καί ταυτόχρονα ἡ προσοχή μας. Ἡ προσευχή μας λοιπόν δέν ἀποτελεῖ ἀνάπαυση ἀπαθοῦς σκέψεως πού ξεφεύγει ἀπό τά ὅρια τῶν παθημάτων τῆς γής. Ὄχι! Ἐμεῖς ζοῦμε τά παθήματα ὅλου του Ἀδάμ. Καί αὐτό εἶναι ἡ ζωή μας.
Ἐξωτερικά ἡ μοναχική ζωή φαίνεται ἥσυχη. Μπορῶ ὅμως νά τήν παρομοιάσω μέ ἠλεκτροφόρο καλώδιο ὑψηλῆς τάσεως, ἀπό τό ὁποῖο διέρχεται ἐνέργεια πού κινεῖ τραῖνα, ἐργοστάσια, θερμαίνει σπίτια. ὡστόσο τό μικρό πουλί μπορεῖ νά κάθεται ἐπάνω στό σύρμα αὐτό.Ἔτσι καί ὁ χριστιανός εἶναι παρόμοιο καλώδιο, ἐπάνω στό ὁποῖο μπορεῖ νά καθίσει ἕνα πουλί, χωρίς νά κινδυνεύσει.
Ταυτόχρονα ὅμως ἐμφορεῖται ἀπό τέτοια ἐνέργεια, πού μπορεῖ πραγματικά νά ἀναστατώσει ὅλο τόν κόσμο. Συνεπῶς, στή ζωή μᾶς ἐξωτερικά δέν ὑπάρχει τίποτε τό ἰδιαίτερο, ἐσωτερικά ὅμως, μέ τήν ἑτοιμότητα γιά τήν ὑπακοή βρισκόμαστε ἀκατάπαυστα σέ ἔνταση, ἀγωνιζόμενοι πῶς νά παραμείνουμε ἀμετακίνητοι στήν αἰώνια σκέψη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Καί αὐτό εἶναι σπουδαῖο, ἀποτελεῖ πραγματικά τή σχολή τοῦ μοναχισμοῦ.
Μέ τή μικρή ἄσκηση τῆς ὑπακοῆς ὁ ἄνθρωπος μεταβαίνει στό Ἄναρχο Εἶναι τοῦ Θεοῦ μας, γιά τό ὁποῖο εἶναι ἀδύνατον νά μιλήσουμε χρησιμοποιώντας τή λογική.
Διατηρῆστε, λοιπόν, τή θέση αὐτή: ἐξωτερικά τίποτε νά μή φαίνεται, ἐσωτερικά ὅμως νά ὑπάρχει ἔνταση στή ζωή μας.
Καί τότε θά καταστοῦμε πιό εὔθετοι γιά νά εἰσέλθουμε στήν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ.
Γέρων Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2024


Αὐτές εἶναι οἱ θεῖες δυνάμεις
Ἡ νηστεία εἶναι ὁδός, μέ τήν ὁποία ἐσύ καί ἐγώ βαδίζουμε πρός τήν Ἀνάστασι. Τήν ἀνάστασι τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Ναί. Καί ἐσύ καί ἐγώ. Γι’ αὐτό ἡ νηστεία εἶναι θαυμαστή. Γιατί εἶναι ἕνας δρόμος. Γιά ποῦ; Γιά τήν Ἀνάστασι. Καί λοιπόν, αὐτό τί σημαίνει; Σημαίνει Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ θανάτου· Ἀνάστασι – νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας· Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Αὐτό εἶναι ἡ νηστεία!
Σέ ἕνα θαυμάσιο στιχηρό αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ψάλλαμε καί προσευχηθήκαμε: «Ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι, τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
Νηστεία – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Νά ἡ καλή εἴδησι, πού ὁ Κύριος μᾶς ἔφερε. Θέλεις νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας; Θέλεις νίκη κατά τοῦ ἐφευρέτου τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ ἰδίου τοῦ διαβόλου; Ὁρίστε, ἡ νηστεία –λέγει ὁ Σωτήρ.
Ναί, μέ τήν νηστεία ἐσύ γίνεσαι ὁ μεγαλύτερος νικητής σέ αὐτόν τόν κόσμο. Ποιός νίκησε τόν διάβολο, ποιός, ἐκτός ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Κανένας ἄλλος. Γι’ αὐτό, Αὐτός εἶναι ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου, διότι μόνο Αὐτός εἶναι Θεός, πιό ἰσχυρός ἀπό τόν διάβολο. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πιό ἀνίσχυρα ἀπό αὐτόν. Καί ἐμεῖς, ἀκολουθώντας Τον, στήν πραγματικότητα ἀκολουθοῦμε τόν Νικητή πού μᾶς δίνει πάντοτε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου, κατά τοῦ κάθε διαβόλου πού μᾶς ἐπιτίθεται γιά νά μᾶς νικήσῃ καί νά μᾶς ρίξῃ στήν ἁμαρτία. Σέ τί, δηλαδή; Στόν θάνατο.
Ὕπαρξις ἀθάνατη. Αὐτό εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Κύριος ἦλθε στόν γήινο κόσμο μας, γιά νά νικήσῃ τήν ἁμαρτία μας· γιά νά μᾶς δώσῃ τήν δύναμι, τά μέσα, νά κάνουμε καί ἐμεῖς τό ἴδιο, νά κάνουμε τό ἴδιο μαζί Του, ὁδηγούμενοι ἀπό Αὐτόν, ἀκολουθώντας Τον.
Τί εἶναι οἱ ἀνθρώπινες νίκες; Τίποτε. Ὅλες οἱ ἀνθρώπινες νίκες, ἄν δέν νικοῦν τόν θάνατο, εἶναι ἧττες. Τί εἶναι ὅλες οἱ νίκες, τίς ὁποῖες πολλοί βασιλιάδες καί ἰσχυροί αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἐπέτυχαν καί ἐπιτυγχάνουν; Τί εἶναι οἱ εὐρωπαϊκοί πόλεμοι: πρῶτος, δεύτερος, τρίτος, δέκατος καί πεντηκοστός; Τί εἶναι; Εἶναι ἧττες, ἧττα μετά τήν ἧττα. Δέν εἶναι νίκες. Οἱ ἄνθρωποι σκοτώνουν, ἐπενόησαν τόν πόλεμο καί τούς φόνους σάν μέσο, γιά νά νικήσουν τό κακό σ’ αὐτόν τόν κόσμο.
Μόνο ὁ Θεός καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά νικήσουν τό κακό σέ αὐτόν τόν κόσμο. Μόνο ὁ Θεός καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά νικήσουν τόν δημιουργό κάθε κακοῦ καί κάθε ἁμαρτίας, τόν διάβολο. Ὁ Θεός ἔδωσε αὐτές τίς θεῖες δυνάμεις σέ κάθε ἕναν ἀπό ἐμᾶς, γιά νά νικᾶμε καί ἐμεῖς σάν λογικά ἀνθρώπινα ὄντα, σάν λογικά ὄντα τοῦ Θεοῦ, τό κακό· νά νικᾶμε τόν διάβολο μέ τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ.
Ἰδού ἡ ἁγία νηστεία, ἰδού ἡ ἁγία προσευχή. Τί εἶναι αὐτές; Αὐτές εἶναι οἱ θεῖες δυνάμεις, τίς ὁποῖες ὁ Κύριος ἄφησε καί ἔδωσε στήν Ἐκκλησία Του, ὥστε ἐμεῖς, κάθε ἕνας ἀπό ἐμᾶς, νά νικοῦμε τόν διάβολο ἐπιγράφοντας σέ ἐμᾶς τούς ἴδιους τήν νίκη, νά νικοῦμε γιά ἐμᾶς τούς ἴδιους. Νά νικοῦμε τήν ἁμαρτία ὄχι χάριν τοῦ ἄλλου, ἀλλά χάριν ἡμῶν τῶν ἰδίων. Διότι, νά ξέρῃς, ἡ κάθε ἁμαρτία σου εἶναι πολεμιστής τοῦ διαβόλου. Κάθε ἁμαρτία πού ἐσύ ἀγαπᾶς, πού κρατᾶς μέσα σου –φανερά ἤ κρυφά, τό ἴδιο κάνει– εἶναι τό δόρυ τοῦ διαβόλου, ἀήττητο φοβερό ὅπλο. Ἀήττητο βέβαια ὅσο δέν ἀποτραβιέσαι ἀπό αὐτήν καί ὅσο δέν νοιώθεις ὅτι ἡ ἁμαρτία πού κάνεις, στήν πραγματικότητα σέ θανατώνει, σέ κάνει νά αὐτοκτονῇς, ὅποια καί ἄν εἶναι ἡ ἁμαρτία. Τό μίσος π.χ., σέ κάνει νά αὐτοκτονῇς. Ὁ θυμός, ἡ σκληροκαρδία, ἡ φιλαργυρία, ὅλα αὐτά εἶναι ὅπλα, φοβερά ὅπλα τοῦ διαβόλου, τά ὁποῖα σοῦ δίνει στά χέρια καί ἐσύ σκοτώνεις τόν ἑαυτό σου.
Ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά ἀναγκάσῃ κανέναν ἀπό ἐμᾶς νά ἁμαρτήσῃ. Μπορεῖ μόνο νά προτείνῃ τήν ἁμαρτία. Μπορεῖ νά σοῦ προσφέρῃ τό ξίφος γιά νά σκοτώσῃς τόν ἑαυτό σου. Ὁ ἴδιος δέν μπορεῖ νά σέ φονεύσῃ. Ὁ Θεός δέν τοῦ δίνει αὐτή τήν δύναμι. Ἀλλά, ἄν ἐσύ δεχθῇς ἀπό αὐτόν τό ξίφος, ἄν δεχθῇς π.χ. τήν φιλαργυρία ἤ τόν θυμό ἤ τήν ζήλεια ἤ τήν πονηριά, τήν καταλαλιά, τήν κλοπή, νά!, τότε πῆρες στά χέρια σου τό ξίφος καί τό καρφώνεις στήν καρδιά σου. Ὁ διάβολος δέν ἔχει ἐξουσία νά ἀναγκάσῃ τόν ἄνθρωπο νά ἁμαρτήσῃ· ἔχει μόνο τήν ἐξουσία νά προτείνῃ τήν ἁμαρτία στόν ἄνθρωπο. Αὐτός προτείνει τήν ἁμαρτία σέ σένα καί σέ μένα. Καί ἐγώ καί ἐσύ (τί κάνουμε); Ἐγώ καί ἐσύ, ἤ ἀποδεχόμαστε τήν ἁμαρτία ἤ τήν διώχνουμε. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἤ σκοτώνουμε τόν ἑαυτό μας, χωρίζουμε τήν ψυχή μας ἀπό τόν Θεό, ἤ διώχνοντας τήν ἁμαρτία βαδίζουμε ὁλοταχῶς πρός τήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, πρός τήν νίκη, τήν ὁριστική καί τελεία νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ θανάτου, κατά τοῦ διαβόλου.
Γι’ αὐτό, ἀδελφοί, ὁ Κύριος ἦλθε σέ αὐτόν τόν κόσμο. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τά πάντα. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τήν ἁγία νηστεία. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τήν ἁγία προσευχή. Γιά νά νικᾶμε τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ δημιουργός τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Τί κάνει κάθε ἁμαρτία σέ μένα καί σέ σένα; Μᾶς σκοτίζει. Ἡ ἁμαρτία εἶναι σκότος. Βγάζει ἀπό μέσα της σκοτάδι, καί τό σκοτάδι κατακλύζει καί τήν δική σου καί τήν δική μου ψυχή, κατακλύζει τήν συνείδησί μας, κατακλύζει τίς αἰσθήσεις μας. Καί ἐμεῖς σάν νά εἴμαστε σέ παραμιλητό, σέ παραλήρημα, νυχτωμένοι, στό σκοτάδι. Δέν ξέρουμε τί κάνουμε. Αὐτό εἶναι ἡ ἁμαρτία. Κάθε ἁμαρτία εἶναι γιά τήν ψυχή μία παραζάλη.
Ὅμως ὁ Κύριος ἦλθε σέ αὐτόν τόν κόσμο ἀκριβῶς γι’ αὐτό. Γιά νά μᾶς δώσῃ τό φῶς, νά μᾶς δώσῃ τήν ἀναμμένη δᾶδα, νά μᾶς δώσῃ τά φῶτα, γιά νά ἀποδιώξουμε ἐκεῖνο τό σκότος. Νά, αὐτό εἶναι ἡ ἁγία νηστεία! Εἶναι ἕνας τεράστιος προβολέας, ὁ ὁποῖος στέκεται στόν δρόμο τῆς ζωῆς μας. Ἡ νηστεία κατεβάζει ἀπό τόν οὐρανό στήν ψυχή σου τό οὐράνιο φῶς. Ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινή νηστεία. Ἡ ἀληθινή νηστεία εἶναι ἐγκράτεια σέ κάθε κακό, ἐγκράτεια στήν τροφή, ἀλλά καί ἐγκράτεια σέ κάθε κακό καί ἁμαρτία.
Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024



Ἥλιος ὁ πρῶτος
Ψηλά μ' ἕναν πυρσό ἀπὸ στάχυα ἡ λεβεντιά
Προχωρεῖ μὲς στὰ κύματα καὶ τραγουδάει:

Ὦ παιδιά ποὺ μὲ νιώθετε – πατριωτάκια τοῦ ἥλιου
Μὲ βέργες καὶ παράξενα πουλιά στὰ χέρια
Μὲ χλοερές καρδιές καὶ μάτια καθαρά
Ποὺ ἀκοῦτε ἀπὸ τὶς παραλίες τὴν ἀνατολή νὰ βουίζῃ
Ζεσταίνοντας στὴν ἀγκαλιά σας ἕνα φῶς ἀπέραντο
Ἀπὸ τὴν ἄκρη τ' οὐρανοῦ ὥς τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς
Μὲ πεῖσμα πορφυρό – πατριωτάκια τοῦ ἥλιου
Ποὺ λέτε: ὁ μόνος δρόμος εἶναι ἡ ἀνατολή!

Τῆς ἐλιᾶς καὶ τῆς συκιᾶς καὶ τοῦ κυπαρισσιοῦ
Τῶν ἀμπελιῶν τῶν ξεροπόταμων καὶ τῶν μεγάλων τρούλλων
Ἡ γῆ ἀκουμπάει ἀπὸ τὴ μιά μεριά στὴν ὄχθη τῶν ὀνείρων σας –
Ἀκοῦστε με, εἶμαι ἀπὸ τοὺς δικούς σας δῶστε μου ἕνα χέρι
Ποὺ ν' ἀγαπάῃ μεμιᾶς νὰ κόβῃ τὰ ὁλόκληρα ὄνειρα
Νὰ κολυμπάῃ ἐλεύθερα στὰ νιάτα τῶν νεφῶν!

Ἡ γῆ μιλάει κι ἀκούγεται ἀπ' τὸ ρῖγος τῶν ματιῶν. 
Ὀδυσσέας Ἐλύτης

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2024

 


Ποιὸς μαρτυρεῖ ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός;

Στὴ δασκάλα Β.Σ.

Κι ἐσὺ καὶ ἡ γερόντισσα μητέρα σου εἶστε ἀφιερωμένες στὴν ὀρθόδοξη πίστη. Ἀπὸ τότε ποὺ ἀρχίσατε νὰ ἐκπληρώνετε τὶς ἐντολὲς τῆς νηστείας, τῆς προσευχῆς, τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς Μετάληψης, ἀπὸ τότε τὰ μυστικὰ τῆς ἀλήθειας ὅλο καὶ περισσότερο σᾶς ἀποκαλύπτονται. Πράγματι αὐτὸς εἶναι ὁ ὀρθὸς δρόμος: μέσω τῆς ἐξάσκησης τοῦ γνωστοῦ φθάνουμε στὸ ἄγνωστο.

Κατὰ τὴ σιωπηλὴ καὶ μακροχρόνια προσευχὴ ἡ ἀλήθεια ἐμφανίζεται. Ὅμως ἡ καρδιά σου φλέγεται ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία ὥστε καὶ πολλοὺς ἄλλους νὰ κατευθύνεις στὴν ὁδὸ τῆς ἀλήθειας. Ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἄνθρωποι: σὲ κάποιον ὁ νοῦς εἶναι σκοτισμένος ἀπὸ τὰ ψέματα, σ’ ἄλλον ἡ καρδιὰ πετρωμένη ἀπὸ τὰ πάθη, καὶ δὲν γίνεται εὔκολα. Χρειάζεται πολὺς καθαρισμὸς καὶ μεγάλοι ἁγιασμοὶ καὶ ἑπταπλάσιες νίψεις στὸν Ἰορδάνη. Ἔτσι ἕνας ἐργάτης ἀπὸ τὸ Βανάτι σ΄ ἐξέπληξε μὲ τὴν ἐρώτηση: «Ποιὸς μαρτυρεῖ ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός;» Καὶ ἐσὺ παραξενεύεσαι, τί νὰ τοῦ ἀπαντήσεις. Πρῶτα προσευχήσου στὸν Θεὸ γι’ αὐτόν, καὶ μετὰ ἀπάντησέ του ὡς ἑξῆς:

Μαρτυρεῖ τὸ χόρτο. Ἐὰν ἀναζητᾶς, ἀδελφέ, μάρτυρα κάτω ἀπὸ τὰ πόδια σου, σοῦ μαρτυρεῖ τὸ πράσινο χόρτο, τοῦ ὁποίου ἡ γενεαλογία φθάνει μέχρι ἐκείνη τὴν ἡμέρα καὶ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀκούστηκε ὁ λόγος τοῦ Δημιουργοῦ: «Βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ’ ὁμοιότητα, καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν, οὗ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ κατὰ γένος ἐπὶ τῆς γῆς».

Μαρτυρεῖ ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καὶ τὰ ἀστέρια. Ἐὰν ἀναζητᾶς, ἀδελφέ, μάρτυρες πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι σου, σοῦ μαρτυρεῖ ὁ διάπυρος ἥλιος, τὸ παράξενο φεγγάρι καὶ σμῆνος ἀπὸ ἀστέρια. Πήγαινε μέχρι ὅπου θὲς ψάχνοντας τὴ γενεαλογία τους, δὲν θὰ βρεῖς τὸ τέλος μέχρι νὰ φτάσεις ἕως ἐκείνη τὴν ἡμέρα καὶ στιγμή, ὅταν πάνω ἀπὸ τὸ σκοτάδι καὶ τὸ χάος ἤχησε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Γενηθήτωσαν φωστῆρες ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ εἰς φαῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς … τοὺς δύο φωστῆρας τοὺς μεγάλους … καὶ τοὺς ἀστέρας»!

Μαρτυρεῖ ἡ θάλασσα καὶ ὁ ἀέρας. Ἐὰν ἀναζητᾶς, ἀδελφέ, μάρτυρα γύρω σου στὸ μάκρος καὶ στὸ πλάτος καὶ στὸ βάθος, σοῦ μαρτυρεῖ ἡ θάλασσα καὶ ὁ ἀέρας καὶ τὸ ὄρος καὶ τὸ δάσος, οἱ σωροὶ χώματος τῶν μυρμηγκιῶν καὶ ἡ κηρήθρα τῶν μελισσῶν καὶ ὅ,τι ζεῖ στὴ θάλασσα καὶ στὸν ἀέρα καὶ στὰ ὄρη καὶ στὰ δάση καὶ μέσα στοὺς σωροὺς χώματος καὶ στὰ κελιά. Πήγαινε πρὸς τὰ πίσω στὴ γενεαλογία τους, μὴν στρίβεις οὔτε ἀριστερὰ οὔτε δεξιὰ -ὅμως μὴν ρωτᾶς ὁποιονδήποτε γιὰ τὸν δρόμο- καὶ θὰ πρέπει νὰ φτάσεις ἕως ἐκείνη τὴν ἑορταστικὴ στιγμή, στὴν ὁποία ξεχύθηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἡ φωνὴ τῆς ἀγάπης: νὰ γίνει, νὰ γίνει, νὰ γίνει! «Καὶ ἐγένετο οὕτως».

Μαρτυρεῖ τὸ βόδι καὶ τὸ γαϊδούρι, κατὰ τὸν λόγο τοῦ προφήτη ὁ ὁποῖος κραυγάζει: «Ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ».

Πές μου, ἀδελφέ, ποιὰ ὕλη κάτω ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς δὲν μαρτυρεῖ περὶ Θεοῦ; Σοῦ δίνω ἑκατὸ ἔτη χρόνο, γιὰ νὰ ταλαιπωριέσαι μ’ αὐτὴ τὴ μάταιη ταλαιπωρία καὶ νὰ ψάχνεις ἔστω κι ἕνα μοναδικὸ χορταράκι τὸ ὁποῖο νὰ μὴ μαρτυρεῖ περὶ τοῦ μεγαλειώδους ὄντος τοῦ Δημιουργοῦ του. Ὅμως γιὰ νὰ σοῦ συντομέψω τούτη τὴν προθεσμία καὶ γιὰ νὰ σὲ βοηθήσω νὰ βρεῖς ποιὸς δὲν μαρτυρεῖ περὶ τοῦ Θεοῦ, θὰ στὸ ἀποκαλύψω: μόνο καὶ μόνοι σ’ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη οἱ διεστραμμένοι ἄνθρωποι.

Μαρτυρεῖ ἡ τάξη καὶ τὸ μέτρο καὶ ὁ ἀριθμὸς καὶ ἡ θεϊκὴ ἁρμονία ὅλης τῆς δημιουργίας. Μαρτυρεῖ ὁ νοῦς καὶ ἡ συνείδηση ὅλων τῶν ἁγίων καὶ δικαίων ψυχῶν. Ὅμως, πάνω ἀπ’ ὅλους καὶ ἀπ΄ ὅλα, πάντα μαρτυρεῖ ὁ Κύριος καὶ Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός, στὸν ὁποῖο ὁ μεγάλος καὶ αἰώνιος Θεὸς φανερώθηκε ἐν σώματι ὡς ἄνθρωπος, ἐπισκέφθηκε τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἀνακοίνωσε τὰ μυστικά, ἔδειξε τὴν ὁδό, ἄνοιξε τὸν Παράδεισο. Ἐὰν κάποιος θέλει καὶ μὲ τὰ μάτια του νὰ δεῖ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὰ αὐτιὰ νὰ Τὸν ἀκούσει -ὄντως καὶ αὐτὴ τὴν ἐπιθυμία ἐκπλήρωσε ὁ Δημιουργὸς στοὺς ἀνθρώπους- ἂς κοιτάξει τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Καὶ θὰ δεῖ καὶ θὰ ἀκούσει καὶ θὰ ζωντανέψει μὲ νέα ζωή.

Ἔτσι μπορεῖς νὰ ἀπαντήσεις σ΄ ἐκείνη τὴ φτωχὴ ψυχή, ἡ ὁποία διψασμένα ψάχνει τὸν Θεὸ καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ Τὸν δεῖ καὶ νὰ Τὸν ἀκούσει. Ὅμως αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ λεχθεῖ. Αὐτὸ εἶναι μόνο ἕνα δεμάτι στὸν πελώριο ἀγρὸ τοῦ Θεοῦ, στὸν ὁποῖο ὅ,τι μεγαλώνει μαρτυρεῖ περὶ τοῦ Δημιουργοῦ του. Καὶ γιὰ τίποτα ἄλλο δὲν μεγαλώνει παρὰ γιὰ νὰ δείξει τὴ μαρτυρία του καὶ νὰ φύγει! Ἐνῶ ἐσύ, κόρη, συνέχισε νὰ δυναμώνεις στὴν ἀρετή σου. Καὶ μὴν κοιτᾶς οὔτε ἀριστερὰ οὔτε δεξιά, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας. Σὲ λίγο πρέπει νὰ πεθάνουμε. Καὶ ἐκεῖ, ὕστερα ἀπὸ τὸν θάνατο, μᾶς περιμένει ἡ Κρίση τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ πῶς ἐμεῖς, ὡς οἱ πιὸ κοντινοί του Θεοῦ, μαρτυρούσαμε τὰ περὶ Θεοῦ. Καὶ στὴ Δίκη ὑπάρχουν δύο στρατιὲς τῶν ἀνθρώπων: ἡ μία στὴ δεξιὰ πλευρὰ τοῦ Κυρίου τῆς δόξας, ἡ ὁποία σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ δὲν ντράπηκε γιὰ τὸν Χριστό, καὶ ἡ ἄλλη στὴν ἀριστερὴ πλευρά Του, ἡ ὁποία σ’ αὐτὴν τὴ ζωὴ «ἐν τῇ γενεᾷ ταύτη τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ» ντράπηκε γιὰ τὸν Χριστό.

Εἰρήνη σὲ σένα καὶ εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2024

 


Ἀνατολή

Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,
μακρόσυρτα τραγούδια ἀνατολίτικα,
λυπητερά,
πῶς ἡ ψυχή μου σέρνεται μαζί σας!
Εἶναι χυμένη ἀπὸ τὴ μουσική σας
καὶ πάει μὲ τὰ δικά σας τὰ φτερά.

Σᾶς γέννησε καὶ μέσα σας μιλάει
καὶ βογγάει καὶ βαριὰ μοσκοβολάει
μία μάννα· καίει τὸ λάγνο της φιλί,
κ᾿ εἶναι τῆς Μοίρας λάτρισσα καὶ τρέμει,
ψυχὴ ὅλη σάρκα, σκλάβα σὲ χαρέμι,
ἡ λαγγεμένη Ἀνατολή.

Μέσα σας κλαίει τὸ μαῦρο φτωχολόι,
κι ὅλο σας, κ᾿ η χαρά σας, μοιρολόι
πικρὸ κι ἀργό.
Μαῦρος, φτωχὸς καὶ σκλάβος καὶ ἀκαμάτης,
στενόκαρδος, ἀδούλευτος, διαβάτης
μ᾿ ἐσᾶς κ᾿ ἐγώ.

Στὸ γιαλὸ ποὺ τοῦ φύγαν τὰ καΐκια,
καὶ τοῦ μείναν τὰ κρίνα καὶ τὰ φύκια,
στ᾿ ὄνειρο τοῦ πελάου καὶ τ᾿ οὐρανοῦ,
ἄνεργη τὴ ζωὴ νὰ ζοῦσα κ᾿ ἔρμη,
βουβός, χωρὶς καμιᾶς φροντίδας θέρμη,
μὲ τόσο νοῦ,

ὅσος φτάνει σὰ δέντρο γιὰ νὰ στέκει
καὶ καπνιστὴς μὲ τὸν καπνὸ νὰ πλέκω
δαχτυλιδάκια γαλανά·
καὶ κάποτε τὸ στόμα νὰ σαλεύω
κι ἀπάνω του νὰ ξαναζωντανεύει
τὸν καημὸ ποὺ βαριὰ σᾶς τυραννᾷ.

Κι ὅλο ἀρχίζει, γυρίζει, δὲν τελειώνει,
καὶ μία φυλὴ ζῇ μέσα σας καὶ λιώνει.
Καὶ μία ζωὴ δεμένη σπαρταρᾷ,
γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,
μακρόσυρτα τραγούδια ἀνατολίτικα,
λυπητερά.

Κωστὴς Παλαμᾶς

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2024



Δὲν ἀναζητοῦν τὴ θεία ζωὴ
Τί σημαίνει σωτηρία; Ὁ θάνατος τοῦ σώματος εἶναι ἄραγε ἡ προϋπόθεση γιὰ τὴν εἴσοδο στὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ; Πῶς μποροῦμε νὰ ἀναπτύξουμε τὴν ἱκανότητά μας νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, σύμφωνα μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα; Ἕνα μόνο ἔχει σημασία: νὰ φυλάξουμε τὴν ἔνταση τῆς προσευχῆς καὶ τῆς μετανοίας. Τότε ὁ θάνατος δὲν θὰ εἶναι ρήξη, ἀλλὰ μετάβαση στὴ Βασιλεία, γιὰ τὴν ὁποία θὰ ἔχουμε ἑτοιμασθεῖ μὲ τὴν κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματός Του: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς καὶ τὸν κόσμον Σου».
«Ἀκηδία», ἐτυμολογικὰ σημαίνει ἀπουσία φροντίδας γιὰ τὴ σωτηρία. Ἐκτὸς ἀπὸ σπάνιες σχεδὸν περιπτώσεις, ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ζεῖ σὲ κατάσταση ἀκηδίας. Οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν ἀδιάφοροι γιὰ τὴ σωτηρία τους. Δὲν ἀναζητοῦν τὴ θεία ζωή. Περιορίζονται στὰ σχήματα τῆς σαρκικῆς ζωῆς στὶς καθημερινὲς ἀνάγκες, στὰ πάθη τοῦ κόσμου καὶ τὶς συμβατικὲς πράξεις. Ὡστόσο ὁ Θεὸς μᾶς ἔπλασε ἀπὸ τὸ μηδὲν «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Ἀπολύτου καὶ «καθ’ ὁμοίωσίν» Του. Ἂν ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ ἀληθεύει, ἡ ἀπουσία τῆς μέριμνας γιὰ τὴ σωτηρία δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ ὁ θάνατος τοῦ προσώπου.
Γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024



Μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω
Τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μέλη ἀλλήλων, εἶναι συνεργάτες καὶ συνυπεύθυνοι γιὰ ὁλόκληρο τὸ σῶμα. Ἄλλωστε αὐτὸ τὸ αἴσθημα ὑπαγορεύει καὶ ἡ ὁμοουσιότητα τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ συμπεριφορὰ πρὸς τὸν πλησίον, ἡ στήριξή του, ἡ συμμετοχὴ στὸν πόνο καὶ τὴν χαρά του, ἡ ἀποφυγὴ τῆς προσβολῆς ἢ τοῦ σκανδαλισμοῦ του ἀποτελοῦν βασικὲς ὑποχρεώσεις γιὰ τὸν πιστό. Ἡ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἀτομικὸ ἀλλὰ συλλογικὸ ἔργο, ποὺ πραγματοποιεῖται μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ διαπροσωπικὲς σχέσεις δὲν ἀνήκουν στὸ περιθώριο ἀλλὰ στὸ ἐπίκεντρο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
Ἐκφραστικὸ γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι τὸ αἴτημα ποὺ ἀπευθύνεται κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία, λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία: «Τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πάσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Ὁ Χριστιανὸς δὲν φροντίζει μόνο γιὰ τὴν προσωπικὴ προσαγωγή του στὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν στήριξη τοῦ πλησίον νὰ πλησιάσει τὸν κοινὸ Πατέρα. Καὶ ἡ φροντίδα αὐτὴ δὲν ἀποτελεῖ δευτερεῦον ἀλλὰ κύριο ἔργο ποὺ ἐκφράζει τὴν ταυτότητά του ὡς μέλους τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει καὶ ἡ προτροπὴ ποὺ ἀπευθύνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς πιστούς: «Μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος»
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης ὑπάρχει καὶ ὁ λεγόμενος χρυσὸς κανόνας τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς: «Πάντα ὅσα ἂν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς». Ἐδῶ καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νὰ μεταφέρει τὸν ἑαυτό του στὴν θέση τοῦ ἄλλου καὶ νὰ ἐνεργήσει ἀπέναντί του ἔτσι, ὅπως θὰ ἤθελε νὰ ἐνεργήσουν οἱ ἄλλοι ἀπέναντι σὲ αὐτόν. Ὁ κανόνας αὐτὸς προσφέρει στὸν καθένα τὸ ἀσφαλέστερο πρακτικὸ μέτρο σωστῆς συμπεριφορᾶς, ἀλλὰ δὲν κάνει λόγο γιὰ τὰ ὅριά της. Αὐτὰ ὑποδηλώνονται μὲ τὴν δεύτερη μεγάλη ἐντολή, ποὺ καλεῖ τὸν Χριστιανὸ νὰ ἀγαπήσει τὸν πλησίον του ὡς ἑαυτό του. Τὸν καλεῖ νὰ ἀνοιχθεῖ ἀπεριόριστα πρὸς ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη φύση. Νὰ μὴ ξεχωρίζει τὸν πλησίον ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ νὰ τὸν βλέπει καὶ νὰ τὸν ἀγαπᾶ ὡς ἑαυτό του. Νὰ ζεῖ τὴν ζωὴ τοῦ πλησίον ὡς δική του ζωὴ καὶ νὰ γίνεται ἕνα μαζί του.
Ἡ θεώρηση αὐτὴ τοῦ πλησίον δὲν κατασκευάζεται σὲ θεωρητικὸ ἐπίπεδο, ἀλλὰ προκύπτει ὡς ὀντολογικὴ συνέπεια μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ τὸν Χριστιανὸ ὁ ἀληθινὸς ἑαυτὸς του εἶναι ὁ πλησίον. Χωρὶς αὐτὸν δὲν βρίσκεται οὐσιαστικὰ μέσα στὸ κοινὸ σῶμα. Δὲν ἐπαληθεύει τὴν ταυτότητα τοῦ Χριστιανοῦ. Αὐτὸ βέβαια δὲν γίνεται αἰσθητὸ μέσα στὴν ἐκκοσμικευμένη ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα. Γι’αὐτὸ καὶ ἐξαρχῆς ἡ ἐκκοσμίκευση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ὁδήγησε πολλοὺς πιστοὺς ἔξω ἀπὸ τὴν κοσμικὴ κοινωνία καὶ συνέβαλε στὴν ἐμφάνιση τοῦ μοναχισμοῦ.
Ὁ μοναχισμὸς δὲν ἐπιδιώκει τίποτε περισσότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ ἐπιδιώκει κάθε Χριστιανός. Τὸ μοναστήρι εἶναι μία ἐκκλησία ποὺ λειτουργεῖ μέσα στὸ σῶμα τῆς ὅλης Ἐκκλησίας καὶ μὲ τὸν ἴδιο σκοπὸ ὅπως καὶ αὐτή. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ οἱ ὀρθόδοξοι λαοὶ ἔβλεπαν στὸ μοναχικὸ κοινόβιο τὴν ἰδεώδη χριστιανικὴ κοινωνία. Σὲ σχέση μάλιστα μὲ τὸ θέμα μας μπορεῖ νὰ λεχθεῖ ὅτι αὐτὸ ἀποτελεῖ καὶ τὸ τελειότερο πλαίσιο γιὰ τὴν καλλιέργεια σωστῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων. Οὐσιαστικὰ ἡ κοινοβιακὴ ζωὴ στὴν ἰδανική της μορφὴ ἀποσκοπεῖ στὴν πληρέστερη δυνατὴ προσέγγιση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητας, ποὺ ἔχει ὡς ἔσχατο στόχο τὴν ἑνότητα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Γεώργιος Μαντζαρίδης

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2024

 


Φθινόπωρο

Χειμώνιασε καὶ φεύγουν τὰ πουλιὰ
γοργὰ ὁ πελαργὸς τὰ πελαγώνει
κι ἡ φλύαρη χελιδονοφωλιὰ
χορτάριασε παντέρημη καὶ μόνη.

Τοῦ σπίνου χάθηκ’ ἡ γλυκιὰ λαλιά,
φοβήθηκε ὁ μελισσουργὸς τὸ χιόνι
κι ἡ σουσουράδα κάτω στὴν ἀκρογιαλιὰ
δὲν τρέχει, δὲν πηδᾶ, δὲν καμαρώνει.

Στῆς λυγαριᾶς τ’ ὁλόξερο κλαδὶ
τοῦ φθινοπώρου φτωχικὸ παιδί,
ὁ καλογιάνος, πρόσχαρος προβάλλει,

μὲ λόγια ταπεινὰ καὶ σιγανά.
Μικρὸς προφήτης, φτερωτὸς
μηνᾶ τὴν Ἄνοιξη, ποὺ θὰ γυρίσῃ πάλι.

Γεώργιος Δροσίνης

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2024

 


Διαστάσεις

-Ὅσα προγράμματα ἔκανα ἐγὼ ὅλα ἀπέτυχαν, γι’αὐτὸ ἀφήνω πλέον τὸ πρόγραμμα τῆς ζωῆς μου νὰ τὸ κάνει ὁ Θεός.

-Ὅλα τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς μας πρέπει νὰ τὰ βλέπουμε ὑπὸ τὸ πρῖσμα τῆς αἰωνιότητος. Τότε μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τὶς πραγματικές τους διαστάσεις.

π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος

Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2024

 


Ἐγὼ πιπέρι δὲν ἔχω, νὰ σκέπτεσθε, ζάχαρη ἔχω

-Νὰ ἔχετε χαράν! Ἡ χαρὰ καὶ ἡ λύπη ἂς σᾶς εἶναι φιλοξενούμενες, ὄχι ὅμως ἡ ἀπελπισία. Τῆς ἀπελπισίας νὰ τῆς κλείνετε τὴν πόρτα! Ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει οὔτε δειλὸς νὰ εἶναι, οὔτε ἀπελπισία νὰ ἔχει.

-Οἱ ἄλλοι ὅ,τι γράμματα ξεύρουν, αὐτὰ καὶ σοῦ λένε. Τὰ δικά τους ζοῦν, τὰ δικά τους ξεύρουν, αὐτά σου λένε. Τὰ δικά σου δὲν τὰ ζοῦν, δὲν τὰ ξεύρουν, δὲν τὰ ἀγαποῦν! Πὼς λοιπὸν ἀφοῦ δὲν γνωρίζουν τὴ γλώσσα σου θέλεις νὰ σοῦ μιλήσουν!

-Μὴ θυμώνετε. Θὰ σᾶς εἰρωνευθοῦν, θὰ ὑποφέρετε. Ἐσεῖς μὴ φοβάσθε. Σᾶς προσφέρουν δηλ. πιπέρι, νὰ δίδετε ζάχαρη. Ἐγὼ πιπέρι δὲν ἔχω νὰ σκέπτεσθε, ζάχαρη ἔχω, ζάχαρη δίδω.

-Σὲ κάθε προσευχὴ πρέπει νὰ ἔχετε ἕνα κόμπο δάκρυ. Καὶ σάν σας ἔλθη κατάνυξη, μὴ τὸ λέτε πουθενὰ γιατί εἶναι θεῖον δῶρον μήπως καὶ τὸ χάσετε!

-Τὸν ἱεροκήρυκα νὰ τὸν ἀκοῦτε, ἀλλὰ μὴ ζυγώνετε πολύ. Ὅλοι ἄνθρωποι εἴμεθα. Πιθανὸν νὰ διαπιστώσετε ἀδυναμίες καὶ νὰ πεῖτε ἄλλα λέει καὶ ἄλλα πράττει.

-Νὰ μὴ θυμώνετε. Νὰ γλυκαίνετε μὲ τὴν ζάχαρή σας, δηλ. μὲ τὸν καλόν σας λόγο τὸν ἄλλο.

-Μὴ ὑποδεικνύεις, διότι, διδασκαλία δίχως θέλησιν τοῦ ἄλλου, ἔχθρα εἶναι καὶ γίνεται ἁμαρτία καὶ σὲ κεῖνον ποὺ ἀκούει καὶ δὲν κάνει καὶ ἐσὺ στεναχωρεῖσαι καὶ ταράζεσαι.

Ἅγιος Ἱερώνυμος Σιμωνοπετρίτης

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2024



Ὅταν παίζεις μὲ τὸ ἄυλο χρῆμα, 
παίζεις μὲ τὰ φαντάσματα… (α)
Εἶναι κακομοιριὰ νὰ τρομάζει κανεὶς ὑπερβολικὰ μὲ τὸ ἄγνωστο. Καὶ ὅμως αὐτὸ συμβαίνει σήμερα. Ἡ ἄφιξη τοῦ νέου χρόνου βρίσκει τὴν ἀνθρωπότητα ζαρωμένη σὲ μιὰ γωνιὰ νὰ παρακολουθεῖ μὲ δέος τὰ κύματα τοῦ χρόνου ποὺ ἔρχονται καταπάνω της.
Ὁ κόσμος φοβᾶται αὐτὸ ποὺ γεννιέται, ἀντὶ νὰ τὸ χαιρετίζει ἀνυπόμονα. Εἶναι γιατὶ μέσα στὸ καινούργιο κυριάρχησε τὸ ἀπρόβλεπτο. Τὰ γεγονότα ξέσπασαν ξαφνικὰ καὶ ἀπροειδοποίητα, εἶναι ἀλήθεια αὐτό. Ἦρθε ἡ κρίση, ἦρθε ἡ ἀναστάτωση, ὅλα αὐτὰ ποὺ κάνουν τοὺς πάντες νὰ ὁμολογοῦν: «Δὲν τὸ περιμέναμε». Μὰ τί νὰ περιμένουν; Κανεὶς δὲν περίμενε τίποτε, πολὺ καιρὸ πρὶν ἐνσκήψει ἡ κρίση. Δὲν ὑπῆρχε οὔτε ἀναμονή, οὔτε προσμονή, οὔτε πρόβλεψη. Ἡ ἴδια ἡ ἔννοια τῆς πρόβλεψης εἶχε ἤδη ὑπονομευτεῖ στὶς δυτικὲς κοινωνίες.
Μέχρι πρὶν ἀπὸ μισὸ αἰώνα μὲ βάση κάποιους ὑπολογισμοὺς οἱ ἄνθρωποι ἦταν σὲ θέση νὰ πιθανολογήσουν τὸ τί θὰ συμβεῖ τοὺς ἑπόμενους μῆνες, τὰ ἑπόμενα χρόνια. Οἱ ἐκτιμήσεις αὐτὲς τοὺς βοηθοῦσαν νὰ χαράξουν τὴν πορεία τους, ὅπως τοὺς βοηθοῦσε ἐπίσης καὶ τὸ σῶμα τους, ὁ ὀργανισμός τους μὲ τὶς φυσικές του ἰδιότητες. Τὰ μάτια, τὰ χέρια, κάθε ὄργανο, εἶχαν τὴ δυνατότητα νὰ προσαρμοστοῦν αὐτομάτως σὲ πολλὰ ἀπρόοπτα.
Ὅταν ἔρχεται μία δυνατὴ ριπὴ ἀνέμου, τὰ βλέφαρα κατεβαίνουν καὶ τὸ μάτι μισοκλείνει ἀμέσως γιὰ νὰ ἐμποδίσει νὰ μποῦν ἡ σκόνη καὶ τὰ σκουπιδάκια. Γιὰ πολὺ μεγάλο διάστημα τὸ ἀπρόβλεπτο ἀντιμετωπιζόταν μὲ τὰ ἀνακλαστικὰ τῶν ἀνθρώπων, μὲ τοὺς θεσμούς τους, μὲ τοὺς νόμους καὶ τὰ συμβόλαια. Ὥσπου αὐτὴ ἡ περίοδος τῆς φυσικῆς προσαρμοστικότητας ἔληξε βίαια.
Τὰ δημιουργήματα καὶ ὁ αἰφνιδιασμὸς
Μετὰ τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ἡ Δύση δὲν ἔκανε ἄλλο παρὰ νὰ παράγει, χωρὶς νὰ συνειδητοποιεῖ αὐτὸ ποὺ θὰ τὴν ἐξέπληττε κάποτε δυσάρεστα. Κατασκευάζονταν ἀντικείμενα καὶ μηχανήματα προορισμένα νὰ ἐντυπωσιάσουν, νὰ συνεπάρουν, νὰ αἰχμαλωτίσουν, νὰ ἀνατρέψουν συνήθειες, νὰ καταργήσουν κεκτημένους ρυθμούς, νὰ δείξουν μὲ δυὸ λόγια στὸν ἄνθρωπο-δημιουργό τους ὅτι εἶναι ἀντίγραφα τῆς πιὸ ἐκπληκτικῆς, τῆς πιὸ ἀστάθμητης πλευρᾶς τοῦ πνεύματός του.
Τὸ αὐτοκίνητο ἔπρεπε νὰ τρέχει γρηγορότερα, ὅπως καὶ οἱ σκέψεις, οἱ εἰκόνες στὶς ὀθόνες νὰ ἐναλλάσσονται ἀπότομα, ὅπως οἱ ἐντυπώσεις, οἱ πόρτες νὰ ἀνοίγουν μόνες τους καὶ χωρὶς θόρυβο, ὅπως σὲ κάποια ὄνειρα. Μπροστὰ στὰ κατορθώματά του ὁ κατασκευαστὴς ἔμενε ἄναυδος. Ἡ δική του ἀστάθεια, ἡ δική του μεταβλητότητα, ὅλα τὰ καπρίτσια τῆς διάνοιας καὶ τῆς φαντασίας του, εἶχαν μεταφερθεῖ στὰ ἀντικείμενα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ χρησιμοποιήσει.
Μοιραία, τὰ δημιουργήματά του θὰ τὸν αἰφνιδίαζαν. Γιατὶ τὸ πνεῦμα μας μαζὶ μὲ τὸ ἐκπληκτικὸ περιέχει καὶ τὸ παράλογο. Θὰ ἔπρεπε νὰ ἤμασταν ἕτοιμοι, ἀφοῦ τὸ ἀποφασίσαμε, νὰ ἀποδεχθοῦμε ἀκόμη κι αὐτό: νὰ μὴν καταλαβαίνουμε καλὰ τὸ πῶς ἀντὶ τοῦ ἄλφα εἶναι ἐνδεχόμενο νὰ προκύψει τὸ βήτα. Ἡ κρίση εἶναι μία τέτοια κολοσσιαία διάψευση. Τὴν προετοίμασε μέσα στὸν πολιτισμό μας ἡ ἀντικατάσταση τῆς πρόνοιας ἀπὸ τὴν καινοτομία ποὺ ἔγινε αὐτοσκοπὸς καὶ ποὺ κατέληξε νὰ προκαλεῖ περισσότερες νευρικὲς ἐντάσεις παρὰ περιέργειες.
Βασίλης Καραποστόλης