Κυριακή 29 Μαρτίου 2020


Κατανάλωση τώρα! (β)
Ἡ συναυλία σὲ δίσκο, ἡ θεατρικὴ παράσταση σὲ βιντεοκασέτα, οἱ κονσερβοποιημένες τροφὲς “σὰν τὶς σπιτικές”, τὸ γάλα σὲ πλαστικὴ συσκευασία “σὰν τὸ μητρικό”, ἕτοιμα κάθε στιγμὴ γιὰ τὸν καθένα, συνθέτουν τὸν κόσμο τῆς ἐξυπηρέτησης, ἕναν κόσμο ἀπὸ ὑποκατάστατα, τὸν κόσμο τῶν παρομοιώσεων, τὸν κόσμο τοῦ “σάν” (“σὰν στὸ σπίτι σας”), τὸν κόσμο μας. Στὸ κυνήγι τῆς «μέσης» ἀπόλαυσης σκοτώνουμε τὴ χαρὰ τῆς προετοιμασίας γιὰ ἀπόλαυση, χάνουμε τὸ “ὡραῖο ταξίδι”, γιὰ νὰ φθάσουμε ὅσο γίνεται πιὸ γρήγορα στὴν “Ἰθάκη”, ποὺ καὶ γι’ αὐτὸ δὲ μᾶς ἱκανοποιεῖ, ποὺ καὶ γι’ αὐτὸ τὴ βρίσκουμε ἀπελπιστικὰ μικρή. Κι ὅμως, «εἶναι προτιμότερη ἡ εὐτυχία ποὺ περιμένεις, παρὰ ἡ εὐτυχία ποὺ ἦλθε», διαπιστώνει ἡ Φρανσουὰζ Σαγκάν.
Ὁ πολιτισμός μας διαμορφώνει ἕνα νέο εἶδος ἀνθρώπου, ποὺ στὴ ζωὴ προετοιμάζεται γιὰ ἐλαφρὸ φορτίο κι ὄχι γιὰ γερὴ πλάτη. Ἑτοιμάζεται ν’ ἀνέβει τὴ σκάλα τῆς ἐπιτυχίας μὲ τὰ χέρια στὶς τσέπες, ἀποθηκεύει καὶ ὑποθηκεύει τὴν εὐτυχία του σὲ χάπια. Μία γαλλικὴ παροιμία λέει ὅτι «χαιρόμαστε λίγο γιὰ τὰ πολλὰ ποὺ ἔχουμε καὶ ὑποφέρουμε πολὺ γιὰ τὰ λίγα ποὺ μᾶς λείπουν». Ἀλλ’ ἡ ἀρρώστια αὐτὴ δὲ θεραπεύεται μὲ φάρμακα κι αὐτὸ δὲν τὸ ἔχει καταλάβει ὁ σύγχρονος κόσμος. Κάθε ἄλλο μάλιστα. Χαρακτηρίζεται, λοιπόν, “φαρμακοθηρικὴ κοινωνία” κι ὁ ὅρος αὐτὸς ἀσφαλῶς ἀντιδιαστέλλεται πρὸς τὸν ὅρο ὑγιὴς κοινωνία. Ἡ κοινωνία μας πάσχει ἀπὸ ἐπίκτητη ἠθικὴ ἀνοσοποιητικὴ ἀνεπάρκεια. Χωρὶς κίνητρα γι’ ἀγώνα καὶ δράση, ποὺ ὁδηγοῦν στὴν πραγματικὴ ἠθικὴ ἱκανοποίηση, ἐθισμένη στὴν ἠθικὴ νωχέλεια, ποὺ τῆς ἐξασφαλίζει μία κατάσταση τεχνητῆς Νιρβάνας, ἀναζητᾶ τὴν εὔκολη εὐτυχία, ποὺ ὅμως ταυτίζεται μὲ τὴ μόνιμη δυστυχία. Ψάχνει γιὰ ἕνα μυθικὸ κόσμο μέσα στὴν ἐποχὴ τῆς ἀπομύθευσης, γιατί ὁ πραγματικὸς δὲν ἔχει ἀξία, ἐπειδὴ ἔχασε τὶς ἀξίες του. Ἔχασε τὴν πίστη σὲ κάποια εὐγενῆ ἰδανικά. Καὶ ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ ἔχει περισσότερη ἀνάγκη ἀπὸ τὸ ἰδανικὸ παρὰ ἀπὸ τὸ φτηνὰ πραγματικό. Ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Οὐγκώ: «Μὲ τὸ πραγματικὸ ὑπάρχεις- μὲ τὸ ἰδανικὸ ζεῖς. Τὰ ζῶα ὑπάρχουν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ».
Ὅλοι στὴ σύγχυση καὶ τὴν ταραχὴ τῶν καιρῶν ζητᾶμε κάποιο “γιατρικό”. Ἀλλ’ αὐτὸ δὲ βρίσκεται στὰ φαρμακεία, ἀλλὰ στὴν ἀναπροσαρμογὴ καὶ ἀναβάθμιση τῶν κοινωνικῶν ἀξιῶν. Ἂν πετυχαίναμε, ὥστε αὐτὸς ποὺ ἔγραψε τὸ καλύτερο βιβλίο ἢ ποὺ ἔκανε τὴν καλύτερη πράξη νὰ ἔχει προτεραιότητα ἔναντι ἐκείνου ποὺ διαθέτει “τζάγκουαρ”, ἡ κοινωνία θὰ ἦταν διαφορετική. Ἡ πολυτέλεια ἔχει γίνει πάθος καὶ μπορεῖ νὰ ὀνομασθεῖ σημειολογία τῶν νέων καιρῶν καὶ ἠθῶν. Πολυτελὴς διαβίωση, πολυτελῆ γραφεῖα, πολυτελῆ αὐτοκίνητα, πολυτελεῖς διακοπές, πολυδάπανες διασκεδάσεις. Ὅλα αὐτὰ εἶναι προμηνύματα σήψης. Γι’ αὐτὸ οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι ἐπέκριναν σφοδρότατα ἰδιῶτες καὶ πολιτικοὺς ποὺ κατασκεύαζαν πολυτελεῖς ἐπαύλεις. Ὁ Πλάτων ἀποκαλοῦσε τὶς πόλεις πολυτελοῦς διαβίωσης «φλεγμαίνουσες πόλεις». Ἡ Σύβαρις [ἀρχαία ἑλληνικὴ πόλη, ἀποικία τῶν Ἀχαιῶν στὸν κόλπο τοῦ Τάραντα. Οἱ κάτοικοι τῆς ἔγιναν διάσημοι γιὰ τὴν πολυτέλεια καὶ τὴ μαλθακότητά τους. Εἶχαν σκοτώσει ὅλους τους πετεινοὺς γιὰ νὰ μὴν τοὺς χαλοῦν τὸν πρωινὸ ὕπνο!], παρ’ ὅλο ποὺ καταστράφηκε ἀπὸ τοὺς Κροτωνιάτες, ἀναβιώνει στὴ σύγχρονη Ἑλλάδα. Ὁ Συβαριτισμὸς δίνει τὸ στίγμα τῆς σύγχρονης ζωῆς. Ἂν οἱ γυναῖκες τῶν Συβαριτῶν ἔπρεπε νὰ εἰδοποιηθοῦν —γιὰ νὰ μετάσχουν σὲ δεξίωση — , ἕνα χρόνο πρίν, γιὰ νὰ ἑτοιμάσουν τὴ φορεσιά τους, ἡ σημερινὴ Ἑλληνίδα, πετυχαίνει νὰ ἔχει πρῶτα τὶς φορεσιὲς καὶ μετὰ τὶς προσκλήσεις γιὰ δεξιώσεις!
Τὸ ἐξωτερικό μας χρέος ὑπερβαίνει τὰ 20 δισ. δολλάρια. Κι ὅμως, ἐξακολουθοῦμε νὰ εἰσάγουμε σὲ τεράστιες ποσότητες καλλυντικά, κοσμήματα καὶ ἄλλα εἴδη πολυτελείας. Δὲν ὑπάρχει εἶδος ἠλεκτρικῆς συσκευῆς ποὺ νὰ μὴν εἰσάγεται ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό. Ἀκόμη καὶ ἠλεκτρικὲς ὀδοντόβουρτσες! Κάποιος ἔχει πεῖ ὅτι γίναμε πίθηκοι, ποὺ τρέχουμε πίσω ἀπὸ τίς… ἠλεκτρικὲς μπανάνες!
Ἡ σπατάλη μας ἐπεκτείνεται καὶ στὴ σπατάλη τοῦ χρόνου. Στὴ χώρα μας τὸ πιὸ φθηνὸ ἀγαθὸ εἶναι ὁ χρόνος, γιὰ τὸν ὁποῖο ὑπάρχει μία ἑλληνικῆς ἐφεύρεσης διατύπωση: “σκοτώνω τὸ χρόνο μου”. Δείγματα τέτοιων φονικῶν διαθέσεων παρέχει ἡ ἑλληνικὴ γραφειοκρατία, ποὺ κάποιος τὴν ὀνόμασε ἐγγραφοκρατία. Κύριο στοιχεῖο τῶν ἐγγράφων ἡ φλυαρία. Ὁ πρόσφατα ἀποθανῶν Βαυαρὸς πολιτικὸς Στράους ἔκανε τὸν ἀκόλουθο ὑπολογισμό: Τὸ «Πάτερ ἡμῶν» ἔχει 57 λέξεις. Οἱ Δέκα Ἐντολὲς ἔχουν 297 λέξεις καὶ μία ἐγκύκλιος τῆς Ε.Ο.Κ. ἔχει 26.911 λέξεις. Εἴμαστε μία κοινωνία σπατάλης. Βέβαια ἡ ἔννοια τῆς σπατάλης μπορεῖ νὰ ποικίλλει ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνθρώπινες ἀντιλήψεις: Γιὰ ἕναν κανίβαλο σπατάλη θὰ πεῖ νὰ χαρακτηρίσεις ἕναν ἄνθρωπο ὡς μὴ φαγώσιμο σῶμα. Καὶ γιὰ ἕνα σύγχρονο πολίτη τὸ νὰ μὴν καταναλώνει σήμερα αὐτὰ ποὺ μπορεῖ νὰ καταναλώσει αὔριο καὶ μεθαύριο.
Μπαίνουμε σὲ κάποιον φαῦλο κύκλο κι ἀναζητοῦμε τὴν εὐτυχία κάπου ἀλλοῦ κι ὄχι στὸν ἑαυτό μας. Δυστυχῶς οἱ τεχνητοὶ παράδεισοι, στοὺς ὁποίους καταφεύγει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, δὲν ἀντικαθιστοῦν τὸ ἰδανικό, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ εἶναι πραγματικό. Ὁ τεχνητὸς παράδεισος εἶναι ἕνα ὑποκατάστατο γιὰ μία κοινωνία παρακμῆς. Μία κοινωνία, ποὺ ἀρκεῖ “νὰ πατήσει ἕνα κουμπὶ” γιὰ νὰ πετύχει τὴν αὐτοκαταστροφή της.
5 Ἰουνίου 1988
Σαράντος Καργάκος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου