Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017


Στὴν Τρίπολη τὸ 1946
Τρίπολη, 28 Ὀκτωβρίου 1946. 
Παρελαύνουν οἱ χῆρες τῶν πεσόντων τοῦ πολέμου 1940-41.

Δευτέρα 30 Οκτωβρίου 2017

Ἑρμῆς καὶ ἀγαλματοποιός
Ἑρμῆς βουλόμενος γνῶναι ἐν τίνι τιμῇ παρὰ ἀνθρώποις ἐστίν, ἧκεν ἀφομοιωθεὶς ἀνθρώπῳ εἰς ἀγαλματοποιοῦ ἐργαστήριον. Καὶ θεασάμενος Διὸς ἄγαλμα ἐπυνθάνετο πόσου. Εἰπόντος δὲ αὐτοῦ ὅτι δραχμῆς, γελάσας ἠρώτα τὸ τῆς Ἥρας πόσου. Εἰπόντος δὲ ἔτι μείζονος, θεασάμενος καὶ αὑτοῦ ἄγαλμα ὑπέλαβεν ὅτι αὐτόν, ἐπειδὴ καὶ ἄγγελός ἐστι καὶ ἐπικερδής, περὶ πολλοῦ ποιοῦνται οἱ ἄνθρωποι. Διόπερ ἐπυνθάνετο ὁ Ἑρμῆς πόσου, καὶ ὁ ἀγαλματογλύφος ἔφη· Ἀλλ᾿ ἐὰν τούτους ἀγοράσῃς, τοῦτόν σοι προσθήκην δώσω.
Πρὸς ἄνδρα κενόδοξον ἐν οὐδεμίᾳ μοίρᾳ παρὰ τοῖς ἄλλοις ὄντα ὁ λόγος ἁρμόζει.
Ὁ Ἑρμῆς, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ μάθει σὲ τί ἐκτίμηση τὸν ἔχουν οἱ ἄνθρωποι, πῆγε, ἀφοῦ μεταμορθώθηκε σὲ ἄνθρωπο, σὲ ἐργαστήριο ἀγαλματοποιοῦ. Και βλέποντας ἕνα ἄγαλμα τοῦ Δία, ρώτησε: «Πόσο κοστίζει;», καί ὅταν ὁ ἄλλος εἶπε «Μιὰ δραχμή» γέλασε καὶ ρώτησε: «Τὸ ἄγαλμα τῆς Ἥρας πόσο;» καί ὅταν ὁ ἄλλος εἶπε «Ἀκόμα περισσότερο», βλέποντας καὶ τὸ δικό του ἄγαλμα, νόμισε ὅτι αὐτόν, επειδὴ εἶναι ἀγγελιοφόρος καὶ θεός τοῦ κέρδους, θα τὸν ἔχουν περὶ πολλοῦ οἱ ἄνθρωποι. Για αὐτὸ ρώτησε: «Ὁ Ἑρμῆς πόσο;» Καὶ ὁ ἀγαλματοποιὸς εἶπε: «Ἂν ἀγοράσεις τὰ δυὸ προηγούμενα, τοῦτον θὰ στὸν δὼσω δωρεάν».

Μύθος τοῦ Αἱσώπου

Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2017

Στὸ χέρι τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ σωτηρία
Κανένας δὲν εἶναι αἴτιος τῆς ἀπωλείας, παρὰ τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς εἶναι αἴτιος τῆς σωτηρίας, ὁ ὁποῖος μᾶς χάρισε τὴ ζωὴ καὶ τὴν μακαριότητα, τὴ γνώση καὶ τὴ δύναμη, τὸν ἴδιο τὸν Ἑαυτό Του. Ἀλλὰ οὔτε καὶ ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει μὲ τὴν βία τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπώλεια, παρὰ μόνο βάζει στὸ νοῦ ἐνθύμηση τοῦ κακοῦ.
Ἐμεῖς ὅμως, θεληματικὰ καὶ μὲ τὴ γνώμη μας, προτιμοῦμε νὰ κάνουμε τὸ κακὸ καὶ δὲν μᾶς βιάζει ὁ ὑπεράγαθος Θεός, γιὰ νὰ μὴν παρακούσουμε παρὰ τὴ βία καὶ ἔχουμε βαρύτερη τιμωρία. Οὔτε καὶ τὸ αὐτεξούσιό μας ἀφαιρεῖ, τὸ ὁποῖο καλῶς μᾶς ἐχάρισε. Ὥστε στὸ χέρι τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ σωτηρία ἢ ἡ ἀπώλειά του.

Ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνὸς

Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2017


Ἁπλοποιῆστε τὴν ζωή σας
Μιὰ φορὰ βρέθηκα σὲ ἕνα σπίτι ποὺ ἦταν ὅλο πολυτέλεια καὶ, καθὼς συζητούσαμε, μοῦ εἶπαν: «Ζοῦμε στὸν Παράδεισο, ἐνῶ ἄλλοι ἄνθρωποι στεροῦνται». «Ζῆτε στὴν κόλαση, τοὺς λέω. "Ἄφρον, ταύτη τῆ νυκτί...", εἶπε ὁ Θεὸς στὸν πλούσιο. Ἄν ὁ Χριστὸς μὲ ρωτοῦσε: "Ποῦ θέλεις νὰ σὲ βάλουμε, σὲ μιὰ σκοτεινὴ φυλακὴ ἤ σὲ ἕνα σπίτι σὰν αὐτό;" θὰ ἔλεγα: "Σὲ μιὰ σκοτεινὴ φυλακή". Γιατὶ ἡ φυλακὴ θὰ μὲ βοηθοῦσε. Θὰ μοῦ θύμιζε τὸν Χριστό, θὰ μοῦ θύμιζε τοὺς ἀγίους Μάρτυρες, θὰ μοῦ θύμιζε τοὺς ἀσκητὲς ποὺ ἦταν στὶς ὀπὲς τῆς γῆς, θὰ μοῦ θύμιζε καλογερική. Ἡ φυλακὴ θὰ ἔμοιαζε καὶ λίγο μὲ τὸ κελλί μου καὶ θὰ χαιρόμουν. Αὐτὸ τὸ δικό σας τί θὰ μοῦ θύμιζε καὶ σὲ τί θὰ μὲ βοηθοῦσε; Γι' αὐτὸ οἱ φυλακὲς μὲ ἀναπαύουν καλύτερα ὄχι μόνον ἀπὸ ἕνα σαλόνι κοσμικὸ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἕνα ὡραῖο κελλὶ μοναχοῦ. Χίλιες φορὲς στὴν φυλακὴ παρὰ σὲ ἕνα τέτοιο σπίτι».

Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017


Τὸ βλέπεις κεῖνο τὸ βουνὸ τὸ κορφανταριασμένο,
πού᾿ χει ἀνταρούλα στὴν κορφὴ καὶ καταχνιὰ στὸν πάτο,
πού ᾿χει τὸν πύργο γυάλινο, τὰ τζάμια κρυσταλλένια;
Ἐκεῖ κοιμᾶται μία ξανθιὰ μιᾶς χήρας θυγατέρα.
Μὰ πῶς νὰ τὴν ξυπνήσουμε, μὰ πῶς νὰ τῆς τὸ ποῦμε;
Ξύπνα, καημένη Ἀναστασιά, καὶ μὴν βαριὰ κοιμᾶσαι
ξύπνα ν᾿ ἀνάψεις τὴ φωτιά, νὰ σβήσεις τὸ λυχνάρι
γιατὶ μᾶς πῆρε ἡ χαραυγή, τὸ δόλιο μεσημέρι.

Πῶς νὰ σκωθῶ, λεβέντη μου, πὼς νὰ σκωθῶ, παιδί μου,
μπλέχθηκαν τὰ μαλλάκια μου μὲ τὰ δικά σου ἀντάμα.

Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017


Ἔλειψαν οἱ ἀληθινοὶ ποιμένες
Ἂν θέλωμεν νὰ εἰπῶμεν, χωρίς τινα συστολὴν τὴν ἀλήθειαν, εἶναι ταλανισμοῦ ἀξία τὴν σήμερον ἡ Ἑλλάς. Καὶ ὄχι μόνον ἡ Ἑλλάς, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἁπανταχοῦ Χριστιανοί. Ἀλλὰ διατί; Διατὶ τοῦ ἒλειψαν ἀπὸ μιᾶς οἱ ποιμένες, οἱ ἀληθινοὶ ποιμένες ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι διὰ σημεῖον τῆς τελείας ἀγάπης, ὁποῦ εἶχον πρὸς τὸν κοινὸν δεσπότην, καὶ τὴν ποιμαντικὴν προστασίαν ἐδέχθησαν, καὶ τὴν ψυχὴν τους ἐθυσίαζαν ὑπὲρ τῶν προβάτων, κατὰ μίμησιν τοῦ ἀρχιποίμενος, Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ τὸν καιρὸν ὅλον τῆς ζωῆς των, ἄλλο δὲν ἔκαμναν, καὶ εἰς ἄλλο τίποτες δὲν ἐκαταγίνοντο, καὶ διενυκτέρευον, πάρεξ ἢ μυστήρια νὰ διδάσκουν, ἢ θείας γραφὰς νὰ ἐξηγοῦν, ἢ λόγους ἠθικοὺς νὰ κάμνουν, πρὸς ὠφέλειαν καὶ σωτηρίαν τῶν λογικῶν προβάτων, ὁποῦ ἐμπιστεύθησαν.
Ἐπειδὴ ἤκουσαν τὸν κοινὸν δεσπότην, καὶ πρῶτον διδάσκαλον ὁποῦ λέγει εἰς τὸν Πέτρον, εἰ φιλεῖς με Πέτρε, ποίμαινε τὰ πρόβατά μου. Ποίμαινε οὐχὶ ἄμελγε, ἢ κούρευε, ἢ κατάτρωγε τὰ πρόβατά μου. Ὅτι τὸ τοιοῦτον δὲν εἶναι ποιμαίνειν, ἀλλὰ πημαίνειν [βλάπτειν] τὰ πρόβατα.
Ἔλειψαν, λέγω ἔλειψαν, ὦ καὶ πῶς ἠμπορῶ νὰ τὸ λέγω, καὶ νὰ τὸ γράφω χωρὶς δάκρυα, ἔλειψαν οἱ ποιμένες ἐκεῖνοι, τῶν ὁποίων ἡ ζωὴ ἐφιλονείκει μἐ τὸν λόγον, καὶ ὁ λόγος μὲ τὴν ζωήν, ποῖον ἀπὸ τὰ δύο νὰ ὠφελήσῃ περισσότερον τοὺς πιστούς. Οἱ ἀληθινοὶ ποιμένες. Οἱ ὄντως ποιμένες καὶ διδάσκαλοι. Οἱ φωστῆρες τοῦ νοητοῦ στερεώματος τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἀπλανεῖς ὁδηγοὶ τῶν πλανωμένων. Οἱ σοφοὶ ἰατροὶ τῶν ἀσθενούντων. Οἱ ἀκριβέστατοι μιμηταὶ τοῦ Παύλου, οἱ τὰ πάντα τοῖς πᾶσι γινόμενοι ἴνα πάντως τινὰς σώσωσιν.
Τούτη εἶναι ἡ μεγίστη συμφορά. Τοῦτο ἡ ἐσχάτη δυστυχία. Τοῦτο τὸ πολλῶν δακρύων ἄξιον, ὁποῦ πάσχει, ὄχι μόνη ἡ Ἑλλάς, ἀλλὰ σχεδόν, ἡ Ἐκκλησία πᾶσα τοῦ Χριστοῦ τὴν σήμερον. Ὅτι πανταχοῦ ἡ κακία παρρησιάζεται, θριαμβεύει. Πανταχόθεν οἱ πολέμιοι ἐπιτίθενται καὶ οἱ ἐπίσκοποι βλέπουσι τὴν ρομφαίαν ἐρχομένην, καὶ αὐτοὶ ἢ εἰς ἄλλα προσέχουσιν, ἢ εἰς ὕπνον βυθίζονται, καὶ μήτε κινοῦνται ὁλότελα, νὰ σημάνωσι με τὴν σάλπιγγα τοῦ λόγου, εἰς τοὺς χριστωνύμους λαούς, νὰ στέκουν ἔξυπνοι, νὰ φυλάττωνται ἀπὸ τοὺς ἐπερχομένους ἐχθροὺς…

Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος

Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2017

Ὅλα ἔδειχναν τὸν Θεὸ
Στὸ Ἰνστιτοῦτο τοῦ Ἁγίου Σεργίου στὸ Παρίσι ὅλοι μιλοῦσαν γιὰ Θεό, ἀλλὰ Θεὸ δὲν εἶδα..., ἐνῶ, ὅταν πῆγα στὸ Ἁγιον Ὄρος, κανεὶς δὲν μιλοῦσε γιὰ Θεὸ καὶ ὅλα ἔδειχναν τὸν Θεό.

Γέρων Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ

Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2017


ρθε νὰ τὸν εὐχαριστήσει
Πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, βρέθηκα στὸ Ἅγιον Ὅρος, παρακολουθώντας μία ἀξέχαστη Θεία Λειτουργία σὲ ἕνα ταπεινὸ κελλάκι, μὲ λειτουργὸ εὐλαβὴ ἱερομόναχο, ἁγιασμένη ψυχή, ποὺ πλέον αὐλίζεται εἰς τόπους ἔνθα τῶν δικαίων τὰ πνεύματα ἀναπαύονται...
Νέος παπὰς ὁ γράφων, ἄγευστος ἀκόμα τῆς μεταμορφωτικῆς ἐμπειρίας τοῦ πολιοῦ καὶ σεβασμίου λειτουργοῦ, ποὺ κρυμμένος σχεδὸν μέσα στὸ μισοσκόταδο στέκονταν εὐθυτενὴς παρὰ τὸ βάρος τοῦ χρόνου ποὺ ἀγόγγυστα στοὺς ὤμους του κουβαλοῦσε, καὶ τὸν ἔβλεπα νὰ μνημονεύει ψυχές, μὲ ἕνα χαμόγελο νὰ διαγράφεται στὰ χείλη του, ποὺ ἔτρεμαν προφέροντας σχεδὸν μυστικὰ τὰ ὀνόματα τῶν ἀνθρώπων...
Τὸ μοναδικὸ κερὶ ποὺ εἶχε κοντά του τοῦ προσέφερε μία ὁριακὴ ματιὰ σὲ αὐτὸ ποὺ μποροῦσε ὁ καθένας μας νὰ δεῖ, ὅσο τὸ φῶς τοῦ κεριοῦ ποὺ τρεμόπαιζε πολεμοῦσε νὰ ἀποδιώξει το μεταμεσονύκτιο σκοτάδι.
Ἐκεῖνος, κυπαρίσσι ποὺ ὁ ἀγέρας τῆς ζωῆς δὲν κατάφερε νὰ ρίξει στὴν γῆ, ἔστεκε κοιτώντας τὸ δισκάριο καὶ μνημόνευε γιὰ ὧρες, διακόπτοντας μόνο ὅπου ἡ ἀκολουθία ἐπέβαλλε τὴν διακοπὴ γιὰ τὶς ἐκφωνήσεις. Τὸν κοίταζα μὲ προσοχή, νὰ διαβάζει ἀτέλειωτα ὀνόματα καὶ κάπου κάπου ἔβλεπα δάκρυα νὰ κυλοῦν ἀπὸ τὰ μάτια του. Πλησίασα ἀθόρυβα κοντά του, ἀπὸ τὴν μία νὰ καταστῶ κοινωνὸς αὐτῆς τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ, μνημονεύοντας ὀνόματα δικά μου, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ παρακολουθήσω αὐτὸ ποὺ ἐκεῖνος τὴν στιγμὴ αὐτὴ ζοῦσε. Μὲ κοίταξε σὲ κάποια στιγμὴ καὶ μοῦ εἶπε:
-Παπα-Θωμά, καλύτερα νὰ θυμᾶσαι πιὸ πολὺ τοὺς κεκοιμημένους παρὰ τοὺς ζωντανούς...
Δὲν πολυκατάλαβα τὸ νόημα τοῦ λόγου του, συνέχισα νὰ μνημονεύω, χωρὶς νὰ μπορῶ νὰ ἀντιληφθῶ τί ζοῦσε ἐκεῖνος! Σὲ κάποια στιγμή, ἡ μνημόνευση ὁλοκληρώθηκε, ἔτσι νόμιζα τουλάχιστον. Πῆγα δειλὰ δειλὰ κοντά του, μὲ τὴν ἀναζήτηση τοῦ ἀρχαρίου ποὺ ἀποζητᾶ νὰ μάθει, καὶ τὸν ρώτησα:
-Γιατί, γέροντα, περισσότερο τοὺς κεκοιμημένους;
Τὴν ὥρα ἐκείνη δὲν μοῦ ἀπάντησε. Καὶ αὐτὸ ἦταν μία ἐπιβεβαίωση τῆς δικῆς μου ἀπειρίας, νὰ τὸν ρωτήσω πράγματα πού, βλέποντάς τα, δὲν μπορεῖς νὰ τὰ καταλάβεις. Ὡστόσο, τελειώνοντας ἡ Θεία Λειτουργία, ὁ σεβάσμιος γέροντας μὲ πλησίασε καὶ μοῦ εἶπε:
«Ὅταν πρωτόρθα στ' Ἁγιονόρος, πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, μικρότερος ἀπὸ σένα στὴν ἡλικία, εἶχα τὴν εὐλογία νὰ ἔρθω κοντὰ στὸν μακαριστὸ Πνευματικὸ παπα-Τύχωνα. Ἔτυχε κάποια στιγμὴ ἕνας ἀπὸ τοὺς πατέρες ἑνὸς διπλανοῦ κελλίου νὰ κοιμηθεῖ αἰφνιδίως. Ὁ παπα-Τύχωνας, θέλησε νὰ τὸν σαρανταλειτουργήσει. Κάθε μέρα τελοῦσε τὴν Θεία Λειτουργία, μνημονεύοντας ὀνόματα, χιλιάδες ὀνόματα, ἰδιαίτερα ὅσων δὲν εἶχαν πλέον κανέναν νὰ τοὺς θυμᾶται, ἀλλὰ πρῶτα τοῦ ἀδελφοῦ ποὺ πέρασε τὴν πύλη τοῦ Οὐρανοῦ.
Τελειώνοντας τὸ σαρανταλείτουργο, στὴν τελευταία λειτουργία, τὸ εἶδα αὐτὸ ποὺ σοῦ λέω, λίγο πρὶν βάλει τὸ «Δι΄ εὐχῶν», στάθηκε κοιτώντας τὴν προσκομιδή. Ἡ περιέργεια μὲ ὁδήγησε νὰ κοιτάξω κι ἐγὼ μὲ τρόπο, νὰ δῶ τί κοιτοῦσε. Καὶ εἶδα ξεκάθαρα τὸν κοιμηθέντα νὰ στέκει γονατιστὸς μπροστὰ στὸν παπα-Τύχωνα, νὰ βάζει μετάνοια, σὰν νὰ τοῦ λέει εὐχαριστῶ, καὶ ξάφνου νὰ χάνεται ἀπὸ μπροστά του... Τὸ εἶδα, παιδί μου, καὶ αὐτὸ δὲν ἔφυγε ποτὲ ἀπὸ τὴν μνήμη μου. Κάθε φορὰ ποὺ στέκω μπρὸς στὴν προσκομιδή, θυμᾶμαι τὸν γέροντα καὶ τὴν ψυχὴ ποὺ ἦρθε νὰ τὸν εὐχαριστήσει...»
Πέρασαν χρόνια ἀπὸ τότε. Καὶ στὴν σειρὰ τῶν παλαιῶν ποὺ ὁλοκλήρωσαν τὴν ἀποστολή τους στὸ Ἅγιο Βῆμα, μπήκαμε οἱ νεότεροι... Και ὅταν στέκω μπρὸς στὴν προσκομιδή, θυμᾶμαι τὸν εὐλαβὴ λειτουργὸ τοῦ Θεοῦ, θυμᾶμαι τὴν ἀπέριττη Θεία Λειτουργία στὸ Ἁγιορείτικο Κελλὶ καὶ εὐχαριστῶ τὸν Θεὸ γιατί, μέσα στὶς πολλὲς δωρεές, ἔδωσε καὶ τούτη τὴ Χάρη. Νὰ στέκεις μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ νὰ ἑνώνεις δύο κόσμους, τῶν φθαρτῶν καὶ τῶν αἰωνίων...

π. Θωμὰς Ἀνδρέου

Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017


Γύριζε
Γύριζε, μὴ σταθῇς ποτέ, ρίξε μας πέτρα μαύρη,
ὁ ψεύτης εἴδωλο εἶν᾿ ἐδῶ, τὸ προσκυνᾷ ἡ πλεμπάγια,
ἡ Ἀλήθεια τόπο νὰ σταθῇ μιὰ σπιθαμὴ δὲ θἄβρῃ.
Ἀλάργα. Μόρα τῆς ψυχῆς τῆς χώρας τὰ μουράγια.
Ἀπὸ θαμποὺς ντερβίσηδες καὶ στέρφους μανταρίνους
κι ἀπὸ τοὺς χαλκοπράσινους ἡ Πολιτεία πατιέται.
Χαρὰ στοὺς χασομέρηδες! Χαρὰ στοὺς ἀρλεκίνους!
Σκλάβος ξανάσκυψε ὁ ρωμιὸς καὶ δασκαλοκρατιέται.
Δὲν ἔχεις, Ὄλυμπε, θεούς, μηδὲ λεβέντες ἡ Ὄσσα,
ραγιάδες ἔχεις, μάννα γῆ, σκυφτοὺς γιὰ τὸ χαράτσι,
κούφιοι καὶ ὀκνοὶ καταφρονοῦν τὴ θεία τραχιά σου γλώσσα,
τῶν Εὐρωπαίων περίγελα καὶ τῶν ἀρχαίων παλιάτσοι.
Καὶ δημοκόποι Κλέωνες καὶ λογοκόποι Ζωίλοι,
καὶ Μαμμωνᾶδες βάρβαροι, καὶ χαῦνοι λεβαντίνοι.
λύκοι, ὦ κοπάδια, οἱ πιστικοὶ καὶ ψωριασμένοι οἱ σκύλοι
κι οἱ χαροκόποι ἀδιάντροποι καὶ πόρνη ἡ Ρωμιοσύνη!
Κωστὴς Παλαμᾶς

(1908)

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2017

Θὰ ἀπαρνηθοῦμε ἄραγε αὐτὴ τὴ μνήμη;
Εἴμαστε ἕνας λαὸς μὲ παλικαρίσια ψυχή, ποὺ κράτησε τὰ βαθιὰ κοιτάσματα τῆς μνήμης του σὲ καιροὺς ἀκμῆς καὶ σὲ αἰῶνες διωγμῶν καὶ ἄδειων λόγων. Τώρα ποὺ ὁ τριγυρινός μας κόσμος μοιάζει νὰ θέλει νὰ μᾶς κάνει τρόφιμους ἑνὸς οἰκουμενικοῦ πανδοχείου, θὰ τὴν ἀπαρνηθοῦμε ἄραγε αὐτὴ τὴ μνήμη;
Θὰ τὸ παραδεχτοῦμε τάχα νὰ γίνουμε ἀπόκληροι; Δὲ γυρεύω μήτε τὸ σταμάτημα μήτε τὸ γύρισμα πρὸς τὰ πίσω, γυρεύω τὸ νοῦ, τὴν εὐαισθησία καὶ τὸ κουράγιο τῶν ἀνθρώπων ποὺ προχωροῦν ἐμπρός.

Γιῶργος Σεφέρης

Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2017

Διδαχὲς
Ἂς ἀγαπήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη, γιὰ νὰ δοῦμε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὅπου στάζει ἡ ταπεινοφροσύνη, ἐκεῖ ἀναβλύζει ἡ θεϊκὴ δόξα.
Χωρὶς τὸ φῶς, ὅλα εἶναι σκοτεινά. Καὶ χωρὶς τὴν ταπεινοφροσύνη, τίποτα δὲν ὑπάρχει μέσα στὸν ἄνθρωπο, παρὰ μόνο σκοτάδι.
Ὅπως τὸ κερί, ἂν δὲν ζεσταθεῖ καὶ δὲν μαλακώσει, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ πάνω του σφραγίδα, ἔτσι καὶ ψυχή, ἂν δὲν δοκιμαστεῖ μὲ τοὺς κόπους καὶ τὶς ἀσθένειες, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ πάνω της τὴ σφραγίδα τῆς ἀρετῆς.
Στοὺς συνανθρώπους μας πρέπει νὰ φερόμαστε μὲ λεπτότητα, χωρὶς οὔτε μὲ τὸ βλέμμα μας νὰ τοὺς προσβάλλουμε.
Τὸν συγχυσμένο καὶ θλιμμένο ἄνθρωπο φρόντισε νὰ τὸν ἐνθαρρύνεις μὲ λόγια ἀγάπης.
Γιὰ τὴν ἀδικία πού σοῦ προξενοῦν οἱ ἄλλοι, ὅποια κι ἂν εἶναι αὐτή, δὲν πρέπει νὰ ἐκδικεῖσαι. Ἀπεναντίας, νὰ συγχωρεῖς ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς σου ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἀδίκησε.
Δὲν πρέπει νὰ τρέφεις στὴν καρδιά σου μῖσος καὶ ἀντιπάθεια ἐναντίον ἐκείνου ποὺ σὲ ἐχθρεύεται. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἀγαπᾶς καὶ νὰ τοῦ κάνεις ὅσο μπορεῖς τὸ καλό, ἀκολουθώντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ : « Ν΄ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, νὰ εὐεργετεῖτε αὐτοὺς πού σᾶς μισοῦν».
Ἡ πύλη τῆς μετάνοιας εἶναι γιὰ ὅλους ἀνοιχτή, καὶ κανεὶς δὲν ξέρει ποιὸς θὰ τὴν πρωτοπεράσει · ἐσύ, πού κατακρίνεις τὸν ἄλλον, ἢ αὐτός, πού κατακρίνεται ἀπὸ σένα;
Κατάκρινε πάντοτε τὸν ἑαυτό σου καὶ θὰ πάψεις νὰ κατακρίνεις τοὺς ἄλλους.
Μπορεῖς νὰ κατακρίνεις μιὰ πράξη κακή, ποτὲ ὅμως ἐκεῖνον ποὺ τὴν ἔκανε.
Ὅταν ἐγκαταλειφθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ Θεό, τότε ὁ διάβολος εἶναι ἕτοιμος νὰ τὸν ἀφανίσει, ὅπως ἀφανίζει ἡ μυλόπετρα τὸ σπόρο τοῦ σιταριοῦ.
Ἡ περιττὴ μέριμνα γιὰ τὰ βιοτικὰ πράγματα εἶναι γνώρισμα ἀνθρώπου ἄπιστου καὶ μικρόψυχου. Καὶ εἶναι συμφορά, ἂν φροντίζουμε οἱ ἴδιοι γιὰ τὸν ἑαυτό μας, καὶ δὲν στηριζόμαστε στὸ Θεό, ποὺ φροντίζει γιὰ μᾶς!

Ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ

Πέμπτη 12 Οκτωβρίου 2017

Δυστυχισμένοι ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ πᾶνε στὸν οὐρανὸ
Ἡ ζωή μου, οἱ λογισμοί μου, ἡ ὕπαρξή μου, ὁ τρόπος τῆς προσευχῆς μου ὀφείλουν νὰ μὴν εἶναι ἕνα σακάτεμα τοῦ ἑαυτοῦ μου, νὰ μὴν εἶναι μία δυσκολία, ἕνα σφίξιμο, ἕνα στρίμωγμα, ἀλλὰ νὰ εἶναι χαρὰ καὶ τέρψη καὶ πανηγύρι ἡ ζωή μου. Γιατί;
Διότι δυστυχισμένοι ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ πᾶνε στὸν οὐρανό. Ἀφοῦ ἀπὸ ἐδῶ εἶναι ἀποτυχημένοι, καταλαβαίνουμε ποιό θὰ εἶναι καὶ τὸ μέλλον τους.
Ὅταν λέγει κάποιος, δὲν μπορῶ, πονάω, εἶμαι ἄρρωστος, δὲν μὲ ἀγαποῦν, δὲν μὲ λυποῦνται, ὅπως νιώθει ἐδῶ στὴ γῆ, ἔτσι θὰ συνεχίσει νὰ νιώθει καὶ στὸν οὐρανό.
Ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία, δηλαδὴ ὁ Χριστός, δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ δώσει χαρὰ ἐδῶ, σὲ αὐτὴ τὴ ζωή –διότι δὲν θέλει τὴν χαρὰ τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ζητάει ἄλλες χαρές- ,οὔτε ἐκεῖ πάνω θὰ ἔχει χαρά. 
Γέρων Αἰμιλιανὸς Σιμωνοπετρίτης

Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2017


Ἡ ψυχούλα
Ὡσὰν γλυκόπνοο,
δροσάτο ἀεράκι
μέσα σὲ ἀνθότοπο,
κειὸ τὸ παιδάκι
τὴν ὕστερη ἔβγαλε
ἀναπνοή.
Καὶ ἡ ψυχούλα του,
εἰς τὸν ἀέρα
γλήγορα ἀνέβαινε
πρὸς τὸν αἰθέρα,
σὰν λιανοτρέμουλη
σπίθα μικρή.
Ὅλα τὴν ἔκραξαν,
ὅλα τ᾿ ἀστέρια,
κι ἐκείνη ἐξάπλωνε
δειλὴ τὰ χέρια,
γιατὶ δὲν ἤξευρε
σὲ ποῖο νὰ μπεῖ.
Ἀλλά, νά, τοὔδωσε
ἕνα ἀγγελάκι
τὸ φιλὶ ἀθάνατο
στὸ μαγουλάκι
ποὺ ἔξαφνα
ἔλαμψε σὰν τὴν αὐγή.

Διονύσιος Σολωμὸς

Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2017


Τὸ κράτος ἔτσι πάγει πολλὰ ὀμπρός!
Ἀφοῦ μίλησα τοῦ Βασιλέα διὰ τὸν Λασσάνη, τῆς μεγάλες κατάχρησες ὁποῦ ῾καμεν αὐτὸς καὶ οἱ συντρόφοι του, κι᾿ ἀφάνισε τὴν πατρίδα, καὶ τοῦ Σπυρομήλιου τὸ ῾δωσε τὴν Λιβαδόστρατα εἰς τὴν Φήβα κι᾿ ἄλλα, τὸν ἔβγαλε τὸν Λασσάνη ἀπὸ τὴν ῾Κονομίαν καὶ τὸν ἔβαλε εἰς τὴν Λογιστικὴ ῾πιτροπή μὲ βαρειὸν μιστὸν νὰ διορθώση τῆς κατάχρησες, αὐτὸς τῆς δικές του καὶ τῶν φίλωνε του· – καὶ οἱ ἀγωνισταὶ καὶ χῆρες τῶν σκοτωμένων κι᾿ ἀρφανᾶ παιδιά τους, κ᾿ ἐκεῖνοι ὁποῦ θυσιάσαν τὸ δικόν τους ῾στὰ δεινὰ τῆς πατρίδος ἂς γκεζεροῦν εἰς τοὺς δρόμους ξυπόλυτοι καὶ ταλαιπωρεμένοι κι ἂς λένε «ψωμάκι». Οἱ ἀκαθαρσίες τῆς Κωσταντινόπολης καὶ τῆς Εὐρώπης καρότζες, μπάλους, πολυτέλειες, λούσια πλῆθος. Αὐτεῖνοι ἀφεντάδες μας κ᾿ ἐμεῖς εἵλωτές τους. Πῆραν τὰ καλύτερα ὑποστατικά, τῆς καλύτερες θέσες τοὺς σπιτότοπους, ῾στὰ ὑπουργεῖα βαρειοὺς μιστούς· δανείζουν τὰ χρήματά τους δυὸ καὶ τρία τὰ ἑκατὸ τὸν μήνα, παίρνουν ὑποθῆκες – ῾σ ἕνα χρόνο καὶ λιγώτερον κάνει δέκα τὸ παίρνει ἕνα· γίνηκαν ὅλοι ῾διοχτῆτες. Κριταὶ αὐτεῖνοι, ἀφεντάδες αὐτεῖνοι· ὅπου νὰ πᾶνε οἱ Ἕλληνες ὅλο ξυλιὲς τρῶνε. Ἡ φτώχεια ἄξηνε· λίγον φταίξιμο νὰ κάμῃ ὁ ἀγωνιστής, χάψη ἄλλος ἐπὶ ζωγῆς, ἄλλος κόψιμον μὲ τὴν τζελατίνα. Ὅλο τέτοιες καλωσύνες ἔχομεν. Γιόμωσαν οἱ χάψες τοῦ κράτους. Καὶ θησαύρισαν οἱ κριταί μας καὶ οἱ ἀβοκάτοι μας. Τὸ κράτος ἔτσι πάγει πολλὰ ὀμπρός!
Μίαν ἡμέρα πέρναγε ὁ Ὑπουργὸς τοῦ Πολέμου ὁ Σμάλτζης· δὲν εἶχα τὴ νιφόρμα μου – δὲν τὸν χαιρέτησα. Εὐτὺς μὲ προσκαλεῖ καὶ μοῦ λέγει διατί δὲν ἔχω τὴ νιφόρμα μου καὶ δὲν τὸν χαιρέτησα. Τοῦ λέγω· «Σκαλίζω τὸν κῆπο μου νὰ γένουν λάχανα νὰ φάγω μὲ τὰ παιδιά μου καὶ μὲ τόσες φαμελιὲς τῶν σκοτωμένων ὁποῦ ῾ναι εἰς τὸ σπίτι μου. Οἱ ἀγωνισταί, ὁποῦ ἀγωνίστηκαν, δὲν τοὺς δώσετε οὔτε ἕνα ἀριστεῖον· ἐνταὐτῷ ὅσοι ἦταν μακρυὰ ἀπὸ τοὺς κιντύνους ὅλους τοὺς δικιώσετε – βαθμούς, μιστοὺς πλουσιοπάροχους! Κι᾿ αὐτεῖνοι ὁποῦ ἀγωνίστηκαν περπατοῦνε εἰς τὸν ἕναν καὶ εἰς τὸν ἄλλον νὰ φᾶνε κομμάτι ψωμί. Ἔχω καμπόσους τοιούτους εἰς τὸ σπίτι μου, κύριε Ὑπουργέ, ὁποῦ τοὺς θρέφω νὰ μὴν πᾶνε διὰ ψωμὶ σὲ κακὲς στράτες καὶ τοὺς βάλετε εἰς τοὺς νόμους καὶ τοὺς κόψῃ ἡ τζελατίνα – θὰ τοὺς χρειαστοῦμεν καμμίαν βολά· δι᾿ αὐτὸ σκαλίζω καὶ δὲν βάνω νιφόρμα, ὅτι κορνιαχτίζεται ἀπὸ τὸ σκαλιστήρι. Κι᾿ ὅταν βγαίνω μὲ χωρὶς νιφόρμα, κι᾿ ὁ Βασιλέας νὰ εἶναι δὲν τὸν χαιρετῶ – οὔτε τὸν καταφρονῶ». Ἀφοῦ τοῦ εἶπα πολλά, τὸν ἔβαλα σὲ συμπάθειον καὶ πῆγε καὶ μίλησε τοῦ Βασιλέως καὶ μερεμέτησε καμπόσους ἀγωνιστάς – καὶ πάλε περισσότερους βάλαν μὴν ἔχοντας δικαιώματα· καὶ πάλε ἄφησαν τόσα λιοντάρια· καὶ σ᾿ ἔπαιρνε ἡ νίλα νὰ τοὺς βλέπῃς. Τότε σηκώθηκα πῆγα εἰς τὸν Βασιλέα καὶ τοῦ μίλησα. Μοῦ λέγει· «Τοὺς δίκιωσα» καὶ τραβγέται. Τότε τὸν πιάνω πίσω. Ἀγανάχτησε ἀναντίον μου. Ματὰ τὸν πιάνω, καὶ δάκρυσαν τὰ μάτια μου, καὶ τοῦ λέγω· «Εἶμαι ἄτιμος στρατιωτικὸς ἂν σὲ ἀπατῶ· εἶναι καλύτεροι πολλοὶ ἀπὸ ῾μένα, Βασιλέα!» Τότε σὰν μ᾿ εἶδε ὁποῦ ῾κλαψα, μπῆκε σὲ συμπάθεια καὶ ἦρθε καὶ μοῦ μίλησε. Μοῦ εἶπε· «Τὸ λοιπὸν μ᾿ ἀπάτησαν! – Ἒτζ᾿ εἶναι, Βασιλέα μου, καὶ θέλει τοὺς ἰδῇς». Τὴν ἄλλη ἡμέρα τοὺς εἶπα καὶ πῆγαν εἰς τὸ Παλάτι καὶ τοὺς εἶδε· τοὺς ἐσπλαχνίστη καὶ τοὺς δίκιωσε. Ὅτι ξύσαν τὸ μητρῶον καὶ βάναν ἀνθρώπους χωρὶς δικιώματα εἰς τοὺς βαθμούς. Ὅποτε βρῆ τὴν ἀλήθεια ὁ Βασιλέας, ἔχει δικαιοσύνη – ποῦ ἀφίνει ἡ ἀκαθαρσία τῆς ἀνθρωπότης;

Στρατηγὸς Μακρυγιάννης

Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017


Ὅρκος Ἀθηναίων ἐφήβων
Οὐ καταισχυνῶ τὰ ὅπλα,
οὐδ᾿ ἐγκαταλείψω τὸν προστάτην
ὢ ἂν στοίχῳ,
ἀμυνῶ δὲ καὶ ὑπὲρ ἱερῶν καὶ ὁσίων,
καὶ μόνος καὶ μετὰ πολλῶν,
καὶ τὴν πατρίδα οὐκ ἐλάττω παραδώσω,
πλείω δὲ καὶ ἀρείῳ ὅσης ἂν παραδέξωμαι.
Καὶ συνήσω τῶν ἀεὶ κρινόντων,
καὶ τοῖς θεσμοῖς τοῖς ἱδρυμένοις πείσομαι,
καὶ οὓς τίνας ἄλλους ἱδρύσεται τὸ πλῆθος ἐμφρόνως.
Καὶ ἂν τὶς ἀναιρεῖ τοὺς θεσμοὺς
ἣ μὴ πείθηται οὐκ ἐπιτρέψω,
ἀμυνῶ δὲ καὶ μόνος καὶ μετὰ πάντων.
Καὶ τὰ ἱερὰ τὰ πάτρια τιμήσω.
Ἵστορες θεοὶ
Ἄγραυλος, Ἐνυάλιος, Ἄρης, Ζεύς, Θαλλώ, Αὐξώ, Ἡγεμόνη

Δὲ θὰ ντροπιάσω τὰ ὅπλα μου,
οὔτε θὰ ἐγκαταλείψω τὸν συμπολεμιστή μου
ὅπου κι ἂν ταχθῶ νὰ πολεμήσω,
θὰ ὑπερασπίζω τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια,
καὶ μόνος καὶ μὲ πολλούς,
καὶ τὴν πατρίδα δὲν θὰ παραδώσω μικρότερη,
ἀλλὰ μεγαλύτερη καὶ μαχητικότερη ἀπ᾿ ὅση θὰ μοῦ παραδοθεῖ.
Θὰ πιστεύω στοὺς Θεοὺς
καὶ στοὺς ἰσχύοντες νόμους θὰ ὑπακούω,
καὶ σὲ ὅσους ἄλλους νόμιμα θεσπισθοῦν.
Κι ἂν κάποιος ἀναιρέσει τοὺς θεσμοὺς
ἢ ἀμφισβητήσει, δὲν θὰ τὸ ἐπιτρέψω,
θὰ τὸν πολεμήσω εἴτε μόνος εἴτε μὲ ὅλους.
Καὶ τὶς ἱερὲς παρακαταθῆκες τῶν πατέρων θὰ τιμήσω.
Μάρτυρές μου οἱ θεοὶ
Ἄγραυλος, Ἐνυάλιος, Ἄρης, Ζεύς, Θαλλώ, Αὐξώ, Ἡγεμόνη.

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017


Ὁ Παντοδύναμος Θεὸς μᾶς ἐφύλαγε
Θαῦμα ἀκόμα μοῦ φαίνεται, τὸν σταυρό μου κάμω, πῶς πάντα τόσον ὀλίγοι ἀπὸ μᾶς ἐσκοτώνοντο! Ὁ Θεός, βέβαια, μᾶς προστάτευε. Εἴμαστε τόσον ὀλίγοι, ὅπου ἂν ὁ Θεὸς δὲν ἔκαμνε ἔλεος, εἰς ὀλίγον καιρὸ οὔτε ἕνας ἀπὸ μᾶς θὰ ἔμενε ζωντανός... Πόσα τουφέκια εἶχε τὸ Σούλι; Τὸ εἴπαμε, χίλια ἀπάνω-κάτω. Ἀλλὰ ἐμεῖς ἐπολεμήσαμε γιὰ τὴν πατρίδα καὶ ὁ Παντοδύναμος Θεὸς μᾶς ἐφύλαγε, μᾶς προστάτευε.
Ὅταν ἥσυχος τώρα κάθομαι στὸν ἴσκιο, ἀπὸ κάτω ἀπὸ μίαν ἐλιὰ καὶ ἐνθυμοῦμαι ἐκείνους τοὺς καιρούς, ἀπορῶ πῶς μπορέσαμε ν᾿ ἀνθέξουμε, νὰ πολεμήσουμε τέτοιον ἐχθρό! Βέβαια, δὲν ἐστάθηκε μονάχα ἡ παλληκαριά, δὲν ἐστάθηκε ἡ ἀνδρεία τῶν Σουλιωτῶν, ἐστάθηκε ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ ὁποῦ μᾶς ἔκανε ἐκείνους ὁποῦ εἴμαστε. Ἐστάθηκε ἡ δύναμις τοῦ μεγάλου Θεοῦ, ἐστάθηκε τὸ θέλημά του, γιὰ νὰ ἐλευθερωθεῖ τὸ ἔθνος ἔπειτα ἀπὸ τόσα χρόνια σκλαβιᾶς. Ἔπρεπε ὅμως νὰ ὑποφέρουμε ἡμεῖς, ἔπρεπε νὰ πέσουν πολλοὶ μάρτυρες, ἔπρεπε νὰ ποτισθεῖ ἡ γῆ μὲ τὸ αἷμα τους διὰ τὸ καλὸ τοῦ κόσμου; Ἂς μὴν παραπονούμεθα λοιπόν. Τὸ Σούλι μας ἔμεινε εἰς τὴν σκλαβιάν... ναί, ἀλλὰ τὴν ὥραν τοῦ καλοῦ ἢ τοῦ κακοῦ ὁ Θεὸς μονάχα τὴ γνωρίζει...

Ὁ Σουλιώτης ἀγωνιστὴς Σ. Τζίπης

Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2017

Ὁ Θεὸς θέλει ὁλόκληρο τὸν ἑαυτό μας
Νὰ δυναμώνῃς μὲ τὴν πίστη στὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴ σκέψη ὅτι τὰ πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ εἶναι πρόσκαιρα καὶ μάταια καὶ ὅτι ὁ μεγαλύτερος θησαυρὸς εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Αὐτὴ τὴν ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεὸς γιὰ τοὺς ἀγωνιστὲς κι ὄχι γιὰ τοὺς ῥάθυμους καὶ ὀκνηρούς. Ν᾿ ἀρχίζῃς τὸν ἀγώνα σου μ᾿ ἐνθουσιασμὸ καὶ ὄχι μὲ δειλία, διότι καὶ τὸ ὡραιότερο ἔργο εἶναι ἄχρηστο ὅταν γίνεται ἀπὸ ἄνδρα δίψυχο, ποὺ τὸ ἕνα μέρος τῆς ψυχῆς του εἶναι μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸ ἄλλο μὲ τὸν κόσμο. Ὁ Θεὸς θέλει ὁλόκληρο τὸν ἑαυτό μας.
Νὰ ἔχῃς τὴν ἐλπίδα σου βέβαιη στὸν Χριστό, γιὰ νὰ μὴν πάῃ ὁ κόπος σου χαμένος. Ὁ Κύριος εἶναι σπλαγχνικὸς καὶ δίνει τὴ χάρη Του σ᾿ αὐτοὺς ποὺ τὴ ζητᾶνε μ᾿ ἐπιμονή. Τὸν μισθὸ τὸν δίνει ὄχι ἀνάλογα μὲ τὴ δουλειὰ ποὺ κάναμε, ἀλλὰ μὲ τὴν προθυμία ποὺ δείξαμε. Κάνε ὅ,τι μπορεῖς γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου. Προσευχήσου μὲ δάκρυα, διάβαζε τὶς θεῖες Γραφές, κάνε ἐλεημοσύνες. Ἀρκεῖ νὰ θερμαίνῃς τὴν καρδιά σου μὲ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό.
Μὴν ὑπολογίσῃς τὴ φυσικὴ ἀδυναμία τοῦ σώματος καὶ δειλιάσῃς. Διῶξε μακρυὰ τὴ φιλαυτία, τὴν πλεονεξία καὶ τὸν ἐγωϊσμό. Μίσησε τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτωλῆς σάρκας καὶ ἀγωνίσου μὲ ἀνδρεῖο φρόνημα γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς. Καὶ ἂν σὰν ἄνθρωπος πέσῃς, πάλι νὰ σηκωθῇς καὶ ποτὲ μὴ γυρίσῃς στὴν προηγούμενη ἁμαρτωλὴ ζωή σου. Πάντα μπροστὰ προχώρα μὲ χαρὰ καὶ προθυμία στὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, κι Αὐτὸς θὰ σ᾿ ἀνεβάσει στὴν κορυφὴ τῶν ἀρετῶν.

Ἀββὰς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

Νάνι
Νάνι τὸ παιδάκι, νάνι,
στὰ ματάκια ὁ ὕπνος φτάνει
κι ἡ κατάλευκη σελήνη
στὴ λευκή του πέφτει κλίνη,
νάνι τὸ παιδάκι, νάνι,
στὰ ματάκια ὁ ὕπνος φτάνει.
Γέρνουν κάτω ἀπ᾿ τὴ σελήνη
ν᾿ ἀποκοιμηθοῦν οἱ κρίνοι
καὶ κουράστηκαν τ᾿ ἀηδόνια
νὰ θρηνοῦνε μὲς στὰ κλώνια.
Νάνι τὰ πουλιὰ κι οἱ κρίνοι
κάτω ἀπ᾿ τὴ λευκὴ σελήνη.
Νάνι τὸ παιδάκι, νάνι,
στὰ ματάκια ὁ ὕπνος φτάνει,
στὸ χιονάτο σου σεντόνι
φῶς λευκὸ ἡ σελήνη ἁπλώνει.
Νάνι τὰ πουλιὰ κι οἱ κρίνοι,
τὰ ματάκια ὁ ὕπνος κλείνει.

Μιχάλης Στασινόπουλος

Τρίτη 3 Οκτωβρίου 2017

Ὁ δεκάλογος τοῦ σοφοῦ
1. καλοκἀγαθίαν ὅρκου πιστοτέραν ἔχε.
2. μὴ ψεύδου.
3. τὰ σπουδαῖα μελέτα.
4. φίλους μὴ ταχὺ κτῶ· οὓς δ᾿ ἂν κτήσῃ μὴ ἀποδοκίμαζε.
5. ἄρχε πρῶτον μαθὼν ἄρχεσθαι.
6. συμβούλευε μὴ τὰ ἥδιστα, ἀλλὰ τὰ ἄριστα.
7. νοῦν ἡγεμόνα ποιοῦ.
8. μὴ κακοῖς ὁμίλει.
9. θεοὺς τίμα,
10. γονέας αἰδοῦ.

Σόλων ὁ Ἀθηναῖος

Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017


Ὁμιλία πρὸς τοὺς Γυμνασιόπαιδες στὴν Πνύκα
Παιδιά μου!
Ὅταν ἀποφασίσαμε νὰ κάμωμε τὴν Ἐπανάσταση, δὲν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα, οὔτε πὼς δὲν ἔχομε ἄρματα, οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τὰ κάστρα καὶ τὰς πόλεις, οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νὰ πολεμήσετε μὲ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλὰ ὡς μία βροχὴ ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ ὅλοι, καὶ ὁ κλῆρος μας καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ πεπαιδευμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτὸ τὸ σκοπὸ καὶ ἐκάμαμε τὴν Ἐπανάσταση.
Εἰς τὸν πρῶτο χρόνο τῆς Ἐπαναστάσεως εἴχαμε μεγάλη ὁμόνοια καὶ ὅλοι ἐτρέχαμε σύμφωνοι. Ὁ ἕνας ἐπῆγεν εἰς τὸν πόλεμο, ὁ ἀδελφός του ἔφερνε ξύλα, ἡ γυναῖκα του ἐζύμωνε, τὸ παιδί του ἐκουβαλοῦσε ψωμὶ καὶ μπαρουτόβολα εἰς τὸ στρατόπεδον καὶ ἐὰν αὐτὴ ἡ ὁμόνοια ἐβαστοῦσε ἀκόμη δυὸ χρόνους, ἠθέλαμε κυριεύσει καὶ τὴν Θεσσαλία καὶ τὴν Μακεδονία, καὶ ἴσως ἐφθάναμε καὶ ἕως τὴν Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τοὺς Τούρκους, ὁποὺ ἄκουγαν Ἕλληνα καὶ ἔφευγαν χίλια μίλια μακρά. Ἑκατὸν Ἕλληνες ἔβαζαν πέντε χιλιάδες ἐμπρός, καὶ ἕνα καράβι μίαν ἁρμάδα. Ἀλλὰ δὲν ἐβάσταξεν. Ἦλθαν μερικοὶ καὶ ἠθέλησαν νὰ γένουν μπαρμπέρηδες εἰς τοῦ κασίδη τὸ κεφάλι. Μᾶς πονοῦσε τὸ μπαρμπέρισμά τους. Μὰ τί νὰ κάμωμε; Εἴχαμε καὶ αὐτουνῶν τὴν ἀνάγκη. Ἀπὸ τότε ἤρχισεν ἡ διχόνοια, καὶ ἐχάθη ἡ πρώτη προθυμία καὶ ὁμόνοια. Καὶ ὅταν ἔλεγες τὸν Κώστα νὰ δώσῃ χρήματα διὰ τὰς ἀνάγκας τοῦ ἔθνους, ἢ νὰ ὑπάγῃ εἰς τὸν πόλεμο, τοῦτος ἐπρόβαλλε τὸν Γιάννη. Καὶ μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο κανεὶς δὲν ἤθελε οὔτε νὰ συνδράμῃ οὔτε νὰ πολεμήσῃ. Καὶ τοῦτο ἐγίνετο, ἐπειδὴ δὲν εἴχαμε ἕναν ἀρχηγὸ καὶ μία κεφαλή. Ἀλλὰ ἕνας ἔμπαινε πρόεδρος ἕξη μῆνες, ἐσηκώνετο ὁ ἄλλος καὶ τὸν ἔριχνε, καὶ ἐκάθετο αὐτὸς ἄλλους τόσους, καὶ ἔτσι ὁ ἕνας ἤθελε τοῦτο καὶ ὁ ἄλλος τὸ ἄλλο. Ἴσως ὅλοι ἠθέλαμε τὸ καλό, πλὴν καθένας κατὰ τὴν γνώμη του. Ὅταν προστάζουνε πολλοί, ποτὲ τὸ σπίτι δεν χτίζεται οὔτε τελειώνει. Ὁ ἕνας λέγει ὅτι ἡ πόρτα πρέπει να βλέπῃ εἰς τὸ ἀνατολικὸ μέρος, ὁ ἄλλος εἰς τὸ ἀντικρινὸ καὶ ὁ ἄλλος εἰς τὸν Βορέα, σὰν να ἦτον τὸ σπίτι εἰς τὸν ἀραμπᾶ, καὶ να γυρίζει, καθὼς λέγει ὁ καθένας. Μὲ τοῦτο τὸν τρόπο δεν κτίζεται ποτὲ τὸ σπίτι, ἀλλὰ πρέπει να εἶναι ἔνας ἀρχιτέκτων, ὁποῦ νὰ προστάζῃ πῶς θὰ γενῇ. Παρομοίως καὶ ἡμεῖς ἐχρειαζόμεθα ἕναν ἀρχηγὸ καὶ ἔναν ἀρχιτέκτονα, ὅστις νὰ προστάζῃ καὶ οἱ ἄλλοι να ὑπακούουν καὶ νὰ ἀκολουθοῦν. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ εἴμεθα εἰς τέτοια κατάστασιν, ἐξ αἰτίας τῆς διχονοίας, μᾶς ἔπεσε ἡ Τουρκιὰ ἐπάνω μας καὶ κοντέψαμε να χαθοῦμε, καὶ εἰς τοὺς στερνοὺς ἑπτὰ χρόνους δὲν κατορθώσαμε μεγάλα πράγματα.
Νὰ μὴν ἔχετε πολυτέλεια, να μὴν πηγαίνετε εἰς τοὺς καφενέδες καὶ τὰ μπιλιάρδα. Νὰ δοθεῖτε εἰς τὰς σπουδάς σας καὶ καλύτερα νὰ κοπιάσετε ὀλίγον, δύο καὶ τρεῖς χρόνους καὶ νὰ ζήσετε ἐλεύθεροι εἰς τὸ ἐπίλοιπο τῆς ζωῆς σας, παρὰ νὰ περάσετε τέσσαρους - πέντε χρόνους τὴ νεότητά σας, καὶ να μείνετε ἀγράμματοι. Νὰ σκλαβωθεῖτε εἰς τὰ γράμματά σας. Νὰ ἀκούετε τὰς συμβουλὰς τῶν διδασκάλων καὶ γεροντοτέρων, καὶ κατὰ τὴν παροιμία, «μύρια ἤξευρε καὶ χίλια μάθαινε». Ἡ προκοπή σας καὶ ἡ μάθησή σας νὰ μὴν γίνῃ σκεπάρνι μόνο διὰ τὸ ἄτομό σας, ἀλλὰ να κοιτάζῃ τὸ καλὸ τῆς κοινότητος, καὶ μέσα εἰς τὸ καλὸ αὐτὸ εὑρίσκεται καὶ τὸ δικό σας.
Ἐγώ, παιδιά μου, κατὰ κακή μου τύχη, ἐξ αἰτίας τῶν περιστάσεων, ἔμεινα ἀγράμματος καὶ διὰ τοῦτο σᾶς ζητῶ συγχώρηση, διότι δὲν ὁμιλῶ καθὼς οἱ δάσκαλοί σας. Σᾶς εἶπα ὅσα ὁ ἴδιος εἶδα, ἤκουσα καὶ ἐγνώρισα, διὰ νὰ ὠφεληθῆτε ἀπὸ τὰ ἀπερασμένα καὶ ἀπὸ τὰ κακὰ ἀποτελέσματα τῆς διχονοίας, τὴν ὁποίαν νὰ ἀποστρέφεσθε, καὶ νὰ ἔχετε ὁμόνοια. Ἐμᾶς μὴ μᾶς τηρᾶτε πλέον. Τὸ ἔργο μας καὶ ὁ καιρός μας ἐπέρασε. Καὶ αἱ ἡμέραι τῆς γενεᾶς, ἡ ὁποία σᾶς ἄνοιξε τὸ δρόμο, θέλουν μετ᾿ ὀλίγον περάσει. Τὴν ἡμέρα τῆς ζωῆς μας θέλει διαδεχθῇ ἡ νύκτα τοῦ θανάτου μας, καθὼς τὴν ἡμέραν τῶν Ἁγίων Ἀσωμάτων θέλει διαδεχθῇ ἡ νύκτα καὶ ἡ αὐριανὴ ἡμέρα. Εἰς ἐσᾶς μένει νὰ ἰσάσετε καὶ νὰ στολίσετε τὸν τόπο, ὁποὺ ἡμεῖς ἐλευθερώσαμε· καί, διὰ νὰ γίνῃ τοῦτο, πρέπει νὰ ἔχετε ὡς θεμέλια της πολιτείας τὴν ὁμόνοια, τὴν θρησκεία, τὴν καλλιέργεια τοῦ θρόνου καὶ τὴν φρόνιμον ἐλευθερία.

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017


Οἱ σημερινοί Χριστιανοί δέν εἶναι γιά μάχες
Ἄν οἱ Χριστιανοί δέν ὁμολογήσουν, δέν ἀντιδράσουν, αὐτοί θά κάνουν χειρότερα. Ἐνῶ ἄν ἀντιδράσουν, θά τό σκεφθοῦν.
Ἀλλά καί οἱ σημερινοί Χριστιανοί δέν εἶναι γιά μάχες. Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί ἦταν γερά καρύδια· ἄλλαξαν ὅλο τόν κόσμο.
Καί στήν βυζαντινή ἐποχή μιά εἰκόνα ἔβγαζαν ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἀντιδροῦσε ὁ κόσμος. Ἐδῶ ὁ Χριστός σταυρώθηκε, γιά νά ἀναστηθοῦμε ἐμεῖς, καί ἐμεῖς νά ἀδιαφοροῦμε!
Ἄν ἡ Ἐκκλησία δέν μιλάη, γιά νά μήν ἔρθη σέ ρήξη μέ τό κράτος, ἄν οἱ μητροπολίτες δέν μιλοῦν, γιά νά τά ἔχουν καλά μέ ὅλους, γιατί τούς βοηθᾶνε στά Ἱδρύματα κ.λπ., οἱ Ἁγιορεῖτες πάλι ἄν δέν μιλοῦν, γιά νά μήν τούς κόψουν τά ἐπιδόματα, τότε ποιός θά μιλήση;

Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης