Τετάρτη 30 Απριλίου 2025

 


Ἡ Ἀληθινὴ Θεολογία

Εἴπαμε πώς, ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, ὄχι μοναχὰ δὲν διαβάζουμε, ἀλλὰ κἄν δὲν ξέρουμε ἂν ὑπάρχουνε οἱ μυστικοὶ Πατέρες ποὺ φωτίσανε τὴν Ὀρθοδοξία. Γιὰ τοὺς θεολόγους ἡ Ὀρθοδοξία κατάντησε μιὰ κούφια λέξη, ἀφοῦ ἡ μυστικὴ οὐσία της τοὺς εἶναι ἄγνωστη, ὅπως κι’ ἡ παράδοσή τους. Οἱ δικοί μας θεολόγοι παίρνουνε τὰ φῶτα ἀπὸ τὴ Δύση, γιατί ἐκεῖ ἡ θεολογία ἔχει γίνει ἐπιστήμη, κ’ ἡ ματαιοδοξία τους κολακεύεται ἀπ’ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ἡ πίστη, γι’ αὐτούς, δὲν ἔχει καμμιὰ σημασία. Θὰ μοῦ πῆτε, «θεολογία χωρὶς πίστη, γίνεται;» Μὰ κ’ ἐγὼ σᾶς ρωτῶ, μὲ τὴν ἴδια ἀπορία, «γίνεται θεολογία χωρὶς πίστη;»

Ὡστόσο, στὶς Δυτικὲς χῶρες καὶ στὴν Ἀμερική, πολὺς κόσμος ἔχει στραφεῖ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, ἀπὸ τὴ δίψα τῆς ἀληθείας. Στὴν Ἑλλάδα, μοναχὰ λιγοστοὶ ἄνθρωποι καὶ κάποιοι παλιοημερολογίτες διαβάζουνε τὰ βιβλία τῶν Πατέρων, ἐκτός τοῦ Βασιλείου καὶ τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ τοὺς παίρνουνε οἱ θεολόγοι γιὰ ρήτορας καὶ γιὰ φιλολόγους τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Τὰ βιβλία τῶν μυστικῶν Πατέρων δὲν ξανατυπώνουνται πιὰ καὶ καταντήσανε σπάνια. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία τυπώνει προχειρολογήματα διάφορων νεωτεριστῶν θεολόγων, χωρὶς καμμιὰ οὐσία, ποὺ φανερώνουνε μοναχὰ τὴν ἀπίστευτη γύμνια ἐκείνων ποὺ τὰ γράφουνε. Μοναχὰ τώρα τελευταῖα ἄρχισε νὰ τυπώνει ἡ Ἀποστολικὴ Διακονία τὴν Πατρολογία τοῦ Migne. Μὰ κι’ αὐτὴ ἡ ἔκδοση εἶναι γιὰ τοὺς θεολόγους, κι’ ὄχι γιὰ τοὺς πιστούς, ἀφοῦ εἶναι τυπωμένη στὴν ἀρχαία γλῶσσα. Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτό, ἡ ἔκδοση τῆς Πατρολογίας δὲν ἔχει καμμιὰ βαθύτερη δικαίωση, μὲ τὸ δυτικὸ χαρακτῆρα ποὺ ἔχει ἡ γενικὴ μόρφωση τῶν θεολόγων μας, ποὺ δὲν ἔχουνε καμμιὰ βαθύτερη γνώση τῆς οὐσίας τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε καὶ τῆς παράδοσής μας. Ἔτσι κι’ αὐτὴ ἡ ἔκδοση καταντᾶ ἕνα γεγονὸς χωρὶς βαθύτερη σημασία, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ κατάλληλο ὀρθόδοξο χῶμα γιὰ νὰ ριζοβολήσει.

Στὸ νὰ στραφοῦνε οἱ Δυτικοὶ κι’ οἱ Προτεστάντες στοὺς Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας, συντελέσανε πολὺ οἱ Λευκορῶσοι θεολόγοι, ποὺ σκορπίσανε στὶς διάφορες χῶρες καὶ φωτίσανε τὶς ψυχὲς μὲ τὰ σοφὰ κηρύγματά τους, μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ζωῆς τους, καὶ μὲ τὴν τυπικὴ εὐσέβειά τους. Ἐνῷ οἱ κληρικοὶ ποὺ στέλνουμε ἐμεῖς στὶς διάφορες παροικίες, εἶναι οἱ πιὸ ἀνίδεοι στὸ τί θὰ πεῖ Ὀρθοδοξία, κι’ οἱ ἐκκλησίες μας στὸ ἐξωτερικὸ δὲν ἔχουνε κανέναν θρησκευτικὸ προορισμό, ἀλλὰ ἔχουνε καταντήσει κέντρα κοινωνικῆς συγκεντρώσεως τῶν ὁμογενῶν κάθε Κυριακή.

Ἔτσι, ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ ἡ πρώτη κι’ ἀπαραμόρφωτη μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἔγινε πάλι τὸ στήριγμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζητᾶνε λιμάνι σωτηρίας κι’ ὁ κανόνας τῆς χριστιανικῆς πίστης.

Στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερικὴ ἔχουνε μεταφρασθεῖ, ἕως τώρα, σὲ διάφορες γλῶσσες ἡ Φιλοκαλία, τὸ μέγα καὶ θαυμαστὸ αὐτὸ βιβλίο, ποὺ στὴν Ἀθήνα τὸ βρίσκει κανένας μοναχὰ στὶς συλλογὲς τῶν βιβλιοφίλων νὰ κάθεται στὸ ράφι ἄχρηστο, σὰν κανένα ἀρχαιολογικὸ ἀντικείμενο, ὁ Εὐεργετινός, οἱ ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου Βασιλείου καὶ κάποιων ἄλλων Πατέρων, οἱ λόγοι Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, μερικὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ μαθητοῦ του Νικήτα Στηθάτου, καὶ κάποια ἄλλα. Ἐμεῖς, ἀλλοίμονο, τυρβάζομεν περὶ τοῦ πῶς θὰ φανοῦμε ἐπιστημονικοὶ καὶ εὐρωπαϊκότεροι ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους. Μοναχὰ κανένας «θρησκόληπτος», καθυστερημένος κατὰ τοὺς νεωτεριστὰς αὐτοὺς παπαγάλους, διαβάζει τέτοια βιβλία.

Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου εἶναι μεταφρασμένοι στὰ Γαλλικά, στὰ Γερμανικά, στὰ Ἐγγλέζικα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ Ρωσικά, ποὺ ἔχουνε μεταφρασθεῖ ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ πρωτοτυπωθήκανε στὰ Ἑλληνικὰ ἀπὸ τ’ ἀρχαῖα χειρόγραφα. Στὴν ἁπλὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα ὑπάρχει μία θαυμάσια μετάφραση καμωμένη μὲ εὐλάβεια «παρὰ τοῦ πανοσιολογιωτάτου Διονυσίου Ζαγοραίου, τοῦ ἐνασκήσαντος ἐν τῇ ἐρημονήσῳ τῇ καλουμένῃ Πιπέρι, ἀπέναντι τοῦ Ἁγίου Ὄρους», τυπωμένη στὴ Σύρα στὰ 1886. Ποῦ νὰ καταδεχτοῦμε, ἐμεῖς, νὰ διαβάσουμε τέτοια πράγματα, μεταφρασμένα μάλιστα ἀπὸ ἕναν ἀγράμματο καλόγερο, ποὺ καθότανε κ’ ἔγραφε ἀπάνω σὲ κάποιον βράχο, στὸ ρημονήσι Πιπέρι, μαζὶ μὲ τοὺς γλάρους; Ἐμεῖς διαβάζουμε τοὺς σοφοὺς καὶ ἀξιοπρεπεῖς καθηγητάδες ποὺ γράφουνε καθισμένοι στὶς πολυθρόνες, στὰ Παρίσια καὶ στὰ Βερολίνα! Δὲν ἀκοῦμε τί λέγει ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη «Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ’ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντά μου τοὺς λόγους;» Ποῦ νὰ ὑποπτευθοῦμε τὸ μυστικὸ πλοῦτο ποὺ κρύβεται μέσα σὲ τέτοιες ἁγίες ψυχές.

Λοιπόν, αὐτὴ ἡ μετάφραση δὲν ξανατυπώθηκε ἀπὸ τότε στὴν Ἑλλάδα, ποὺ τυπώνεται κάθε λογῆς ἀνοησία, πρᾶγμα ποὺ φανερώνει σὲ τί πνευματικὸ σκοτάδι βρισκόμαστε, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί. Ἀπὸ τὴν προκοπὴ ποὺ ἔχουμε, βάλαμε «τὸν λύχνον ὑπὸ τὸν μόδιον», κι’ ἀπάνω στὸ λυχνοστάτη βάζουμε τὶς τυπωμένες βαθυστόχαστες ἀνοησίες ποὺ ἀνάφερα, καὶ περιμένουμε νὰ μᾶς φωτίσουνε. Τοὺς βαθύτερους μυσταγωγούς, ποὺ φανήκανε στὸν κόσμο, τοὺς ἔχουμε ἄξιους νὰ τοὺς διαβάζει μοναχὰ κανένας ἀγράμματος παλιοημερολογίτης. Ἡμεῖς, οἱ ἔξυπνοι κι’ οἱ συγχρονισμένοι, βάλαμε τὴν ἐξυπνάδα μας καὶ μέσα στὰ μυστήρια τῆς θρησκείας, κι’ ἀγαπᾶμε τὰ μεγάλα λόγια καὶ τὰ ἐπιστημονικά, τί λέγει ὁ τάδε ἄθεος γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὴ θρησκεία του, ἢ κανένας καμουφλαρισμένος θεομπαίχτης, ἐπειδὴ αὐτὰ δίνουνε τροφὴ στὸν ἐγωισμό μας. Καὶ βουλώνουμε τ’ αὐτιά μας γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο ποὺ φωνάζει «Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;»

Ἀλλά, κοντὰ στοὺς χαλασμένους αὐτοὺς ποὺ λέγω, ὑπάρχουνε καὶ πλῆθος ἄνθρωποι ποὺ νοιώθουνε βαθειὰ τὴν οὐσία τῆς θρησκείας μας, τὴ μεγάλη σημασία τῆς λατρείας καὶ τῆς ἱερῆς παράδοσής μας. Γιὰ ὅσους ἀπ’ αὐτοὺς δὲν ἔχουνε πατερικὰ βιβλία, σὰν αὐτὰ ποὺ εἴπαμε παραπάνω, κ’ εἶναι σχεδὸν ὅλοι οἱ Ἕλληνες, γιατί ἡ ἀδιαφορία ἐκείνων ποὺ εἶναι βαλμένοι γι’ αὐτὴ τὴ δουλειά, στέρησε τὸν κόσμο ἀπὸ τέτοια ἄφθαρτη κι’ ἅγια θροφή, θὰ προσπαθήσω μὲ τὶς μικρὲς δυνάμεις μου νὰ τοὺς μεταδώσω ὅ,τι μπορέσω ἀπὸ τοὺς περιφρονημένους αὐτοὺς προγονικούς μας θησαυρούς. Ἀφοῦ οἱ θεολόγοι γινήκανε φιλόσοφοι κ’ ἐπιστήμονες, ἂς γίνουμε θεολόγοι ἡμεῖς, δίχως ἄλλο ἐφόδιο, παρὰ μοναχὰ τὴν πίστη μας, κατὰ τὰ βαθυστόχαστα λόγια του ἁγίου Νείλου, ποὺ λέγει «Εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ». «Ἂν προσεύχεσαι ἀληθινά, εἶσαι θεολόγος».

Φώτης Κόντογλου

Τρίτη 15 Απριλίου 2025

 


Ὁ κόσμος στὸν δρόμο του

Πολλοὶ ἀναγνῶστες μοῦ γράφουνε, παρακαλώντας με, καὶ μάλιστα ξορκίζοντάς με, νὰ γράψω γιὰ νὰ χτυπήσω τὴν ἀνηθικότητα, ποὺ δέρνει τὴν κοινωνία, πρὸ πάντων τὴ νεολαία, καὶ ποὺ «τὴ σερβίρουν τὰ σινεμά», ὅπως μοῦ γράφουνε. Φωνάζουνε: «Ὑψώσετε τὴ φωνή σας!». Ἕνας σπουδαστής μοῦ γράφει ἀπὸ τὴν Ἀγγλία: «Μὴ σταματήσετε αὐτὸν τὸν ὡραῖον ἀγώνα, μὴν πτοηθῆτε ἀπὸ τὶς ἐπιθέσεις. Ὑπάρχουν βέβαια πολλοὶ ἀντίπαλοι, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ θαυμαστὲς τοῦ ὡραίου σας ἔργου. Σᾶς χρειαζόμαστε γιὰ νὰ δώσετε φτερὰ στὶς καρδιές μας, ποὺ εἶναι γεμάτες κενὸ καὶ ἀπαισιοδοξία».

Καημένοι ἄνθρωποι, πόση σημασία δίνετε στὸ πρόσωπό μου καὶ σ’ αὐτὰ ποὺ γράφω! Τί φωνὴ νὰ ὑψώσω, ποὺ εἶναι βραχνιασμένη καὶ ἀδύνατη, καὶ χάνεται μέσα στὸν κυκεώνα τῆς σημερινῆς ζωῆς; Ὄχι φωνή, ἀλλὰ καὶ τ’ ἀστροπελέκι νὰ κρατᾶ στὰ χέρια του κανένας σήμερα, καὶ νὰ τὸ σφενδονίζει γιὰ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους ν’ ἀλλάξουνε δρόμο, πάλι τίποτα δὲν θὰ κάνει. Ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Γιάννης ὁ Πρόδρομος, τὸ ἐρημοπούλι τῆς ἐρήμου, ποὺ τὸν φοβόντανε οἱ ἁμαρτωλοί, γιατὶ τοὺς ἔλεγε «γεννήματα ἐχιδνῶν», κι αὐτὸς μάταια φώναζε. Ἡ φωνὴ του χανότανε μέσα στὴν ἔρημο, «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ». Καὶ πότε; Τὸν καιρὸ ποὺ ὑπήρχανε ἀκόμα κάποια αὐτιὰ νὰ τὸν ἀκούσουνε, κι ἁπλὲς καρδιὲς γιὰ νὰ τὸν καταλάβουνε. Ὄχι ἐμεῖς ποὺ χρειαζόμαστε δασκάλεμα, καὶ ποὺ ἔχουμε τόσα στὴν καμπούρα μας! Πῶς νὰ γίνουμε δάσκαλοι γιὰ τοὺς ἄλλους; Γεμίζουμε χαρτιὰ μὲ μυριάδες λόγια, μὰ τί τὸ ὄφελος; Ὁ κόσμος τραβᾶ τὸν δρόμο του καὶ δὲν σκοτίζεται ἀπὸ κηρύγματα. Κι ἂν δώσει προσοχὴ καὶ κανένας στὰ γραψίματά μας, μπορεῖ νὰ θυμώσει ποὺ χαλάσαμε τὴν ἡσυχία του, καὶ νὰ πεῖ πὼς εἴμαστε ὑποκριτές, ψευτογιασμένοι, κουκουβάγιες ποὺ βγαίνουνε ἀπὸ τὰ χαλάσματα τοῦ παλιοῦ καιροῦ. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι εἶναι τέτοιοι, ποὺ μήτε τὸ κήρυγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ δὲν θὰ ’κανε τίποτα.

Λοιπόν, ἂς τὸ πάρουμε ἀπόφαση. Τὸ κακὸ δὲν περιορίζεται πιὰ μὲ τίποτα, μὲ κανένα τρόπο, μὲ καμμιὰ δύναμη. Ὅσοι μιλοῦνε καὶ γράφουνε γιὰ νὰ φέρουνε στὸν ἴσιο δρόμο τοὺς πολλοὺς ποὺ ξεστρατίσανε, ἂς ξέρουμε πὼς δέρνουνε τὸν ἀγέρα, εἶναι «ἀέρα δέροντες», ποὺ ἔλεγε καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Καὶ ἅγιος νὰ εἶναι αὐτός, ποὺ συμβουλεύει, πάλι δὲν θάβρει αὐτιὰ γιὰ ν’ ἀκούσουνε τὴ φωνή του, ὄχι ἄνθρωποι σὰν ἐμᾶς, ποὺ ἔχουμε οἱ ἴδιοι ἀνάγκη ἀπὸ δασκάλεμα.

Ναί, ὁ κόσμος δὲν ἀλλάζει πορεία. Ἂς μὴν περιμένουμε πιὰ τίποτα καλύτερο, θὰ πηγαίνουμε ὁλοένα στὰ χειρότερα. Ἀνήφορος πιὰ δὲν ὑπάρχει. Μοναχὰ κατήφορος. Ὅσοι ἔχουνε μέσα τους τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, αὐτοὶ οἱ λίγοι θ’ ἀπομείνουνε, «τὸ μικρὸν ποίμνιον» ποὺ εἶπε ὁ Χριστός. Κι ἂν γράφουμε, γι’ αὐτοὺς γράφουμε καὶ γιὰ τοὺς ἴδιους τους ἑαυτούς μας ποὺ κιντυνεύουμε νὰ ἁρπαχτοῦμε ἀπὸ τὰ δίχτυα ποὺ ’ναι μπλεγμένοι ἐκεῖνοι ποὺ θέλουμε νὰ δασκαλέψουνε. Γιὰ νὰ καθόμαστε ἀνύσταχτοι.

Ὅσοι εἶναι αἰσιόδοξοι γιὰ τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητας, βλέπουνε μὲ ἄλλα μάτια τὸν κόσμο, ἀπ’ ὅ,τι τὸν βλέπομε ἐμεῖς. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ γκρινιάρηδες, οἱ Ἱερεμίες, οἱ Κασσάντρες, καὶ γι’ αὐτὸ ὁ κόσμος μᾶς ὀχτρεύεται. Κι ἔχει δίκιο. Ὁ καθένας νοιώθει διαφορετικὰ τὴ ζωή, τὴ χαρά, τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ λέμε πὼς δὲν πᾶνε καλά, ὁ σημερινὸς κόσμος εἶναι ὁ πιὸ θαυμάσιος, ἡ σημερινὴ ζωὴ εἶναι ἡ πιὸ καλύτερη κι ἡ πιὸ βλογημένη ἀπὸ ὅλες ποὺ πέρασε ὁ ἄνθρωπος. Ἡ σημερινὴ νεολαία εἶναι μεθυσμένη ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ λέμε ἐμεῖς «ἀνηθικότητα», καὶ ποὺ αὐτὴ τὸ λέγει «ἐλευθερία». Τί κάθεσαι λοιπὸν ἐσὺ καὶ τσαμπουρνίζεις μὲ τὴν ἠθική σου; Γι’ αὐτοὺς εἶναι τὸ πιὸ μεγάλο χάρισμα ἡ ἀνηθικότητα, καὶ μποροῦνε νὰ σκοτώσουνε ἐκεῖνον ποὺ χτυπᾶ τὴν «ἐλευθερία» τους. Αἰῶνες ἀγωνιζότανε ὁ ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ μπορέσει νὰ τὴν ἀποχτήσει. Καὶ τώρα ποὺ τὴν ἔκανε χτῆμα του, νὰ τὴν ἀφήσει γιὰ τὴν παλαιοντολογικὴ ἠθική μας;

Ποτὲ δὲν μίσησε ἄνθρωπος τὸν ἄνθρωπο τόσο πολύ, ὅσο στὸν καιρό μας. Καὶ τὸν μίσησε στ’ ὄνομα αὐτῆς τῆς «ἐλευθερίας», ποὺ λέγει πὼς εἶναι τὸ πολύτιμο ἀπόχτημα τῆς ἐποχῆς μας. Μισημένες εἶναι οἱ ἠθικὲς κουκουβάγιες κι οἱ χριστιανικὲς μοιρολογῆστρες. Ποτὲ ὁ χριστιανὸς δὲν μισήθηκε ὅσο σήμερα, οὔτε ἐπὶ Νέρωνα.

Ποῦ ν’ ἀκούσουνε οἱ ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ μας κουβέντα γιὰ Θεό, γιὰ ψυχή, γιὰ ἄλλη ζωή! Ἡ ψυχὴ τους ἔχει παραμορφωθεῖ ὁλότελα ἀπὸ τὶς κάθε λογῆς ἀνοησίες ποὺ βλέπουμε στὸν κινηματογράφο. Ἡ ταινία ποὺ δὲν ἔχει μέσα της πολλὴ ἀνοησία, δὲν γνωρίζει ἐπιτυχία. Ἀνοησία, καὶ ἀκαλαισθησία, αὐτὰ τὰ δύο βασιλεύουνε σήμερα. Εἶναι ἀπίστευτο τὸ τί ἀκούγει κανένας γιὰ ἀστεῖα στὶς συναναστροφὲς ποὺ κάνουνε οἱ νέοι. Κρυόμπλαστα, ἀσυναρτησίες, μωρολογίες. Χάθηκε ἀπ’ αὐτοὺς κι ἡ πιὸ συνηθισμένη ἐξυπνάδα. Τὰ καημένα τὰ παιδιά, παίρνουνε ἀφορμὴ ἀπὸ ἕνα τίποτα, γιὰ νὰ χαχανίσουνε. Τὰ δέρνει ἡ ἀμηχανία κι ἡ βαρυεστημάρα κι αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ τὰ κάνει νὰ χοροπηδᾶνε σὰν τρελλά, νὰ τσακίζουνε ὅ,τι βροῦνε μπροστά τους, νὰ τὰ βάζουνε μὲ ἀνύποπτους ἀνθρώπους. Γι’ αὐτὰ τὰ πλάσματα ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνα ἀνιαρὸ πράγμα δίχως σκοπό, δίχως ἀληθινὴ χαρά, δίχως ἁγνὸν ἐνθουσιασμό.

Ποιὸς φταίγει γι’ αὐτὴ τὴν κατάσταση; Ὅλοι μας. Ὅλοι συνεργήσαμε γιὰ νὰ καταντήσει ἡ ζωὴ ἔτσι ποὺ κατήντησε. Ὅλοι δουλέψαμε γιὰ νὰ χτισθεῖ τοῦτος ὁ τερατώδικος πύργος τοῦ Βαβέλ. Ἄλλοι κουβαλήσανε γιὰ πέτρες τὶς πετρωμένες καὶ ἀναίσθητες καρδιές τους, ἄλλοι κουβαλήσανε λάσπη ἀπὸ τὰ κατάβαθά τους ποὺ φωλιάζουνε τὰ βρωμερὰ πάθη. Ἐκεῖνος ὁ παλιὸς πύργος τοῦ Βαβὲλ ρήμαξε κι ἐξαφανίσθηκε. Μὰ τοῦτος θὰ στέκεται ἀσάλευτος, κι οἱ ἄνθρωποι ὁλοένα θὰ τὸν κάνουνε πιὸ ψηλόν, μὲ σκοπὸ νὰ χτυπήσουνε τὸν Θεό.

Ἐσεῖς ποὺ θλιβόσαστε καὶ πονᾶτε γι’ αὐτὴ τὴν κατάσταση, καλὰ κάνετε νὰ λυπόσαστε, μὰ μὴν ὀνειρευόσαστε πὼς θάρθουνε καλύτερες μέρες γιὰ τὸν κόσμο. Ὁ κόσμος τρέχει σὰν τρελλός. Κατὰ μὲν τὴ δική του γνώμη ἀνηφορίζει στὸν θρίαμβο, κατὰ δὲ τὴ δική σας γνώμη κατηφορίζει στὰ τάρταρα καὶ στὸν χαμό. Ποιὸς ἀπὸ τοὺς δύο ἔχει δίκιο, μοναχὰ ὁ Θεὸς τὸ γνωρίζει. Αὐτὸ τὸ τρέξιμο δὲν θὰ πάψει ὡς τὴν τελευταία μέρα, ποὺ θὰ λάμψει ἡ ἀλήθεια καὶ θὰ δικαιωθοῦνε ὅσοι τὴν πιστέψανε σωστά, καὶ μαρτυρήσανε γι’ αὐτὴ καὶ ἐμπαιχτήκανε γι’ αὐτή.

Ἴσως νάρχεται κιόλας ὁ Ἀντίχριστος. Τὰ σημεῖα καὶ τὰ τέρατα ποὺ προφητεύτηκε πὼς θὰ κάνει ἀρχίσανε νὰ φανερώνουνται. Ἡ ἐπιστήμη βασιλεύει κι ἡ ἀθεΐα βασιλεύει μαζί της.

Μία βροντερὴ φωνὴ ἀκούγεται ἀπὸ πάνω, μὰ τὴν ἀκοῦνε μόνο ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουνε αὐτιὰ γιὰ νὰ τὴν ἀκούσουνε. Καὶ λέγει: «Νά, ἔρχομαι σὰν τὸν κλέφτη. Καλότυχος ἐκεῖνος ποὺ ξαγρυπνᾶ καὶ βαστᾶ καθαρὰ τὰ φορέματά του. Ὁ καιρὸς εἶναι κοντά. Ὁ ἄδικος ἂς ἀδικήσει ἀκόμα, κι ὁ βρωμερὸς ἂς βρωμισθεῖ ἀκόμα, κι ὁ δίκαιος ἂς κάνει δικαιοσύνη ἀκόμα, κι ὁ ἅγιος ἂς ἁγιάσει ἀκόμα. Νά, ἔρχομαι γρήγορα!».

Φώτης Κόντογλου


Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

 


Ἁγιότητα

Ἡμερολόγιο ἥσυχο στὸν τοῖχο,

μιὰ ἡμερομηνία κι οἱ ἅγιοι σιωπηλοί,

χλωμοὶ κι ἀναμάρτητοι,

σημειωμένοι μόνο μὲ τὸ μικρό τους ὄνομα,

ὅπως τοὺς φώναζε ἡ μητέρα τους.

Κύριε, κανεὶς δὲν ἤθελε νὰ μεγαλώσει.

Τάσος Λειβαδίτης


Κυριακή 13 Απριλίου 2025

 


Ὅ,τι κάνεις λαμβάνεις!

Ἕνας μεγάλος ἔμπορος ἐδέχθη μιὰ μέρα ἕναν πελάτη του, ποὺ τὸν παρακάλεσε πολὺ νὰ τοῦ δώσει διακόσιες χιλιάδες δραχμὲς γιὰ νὰ πληρώσει τὴν ἐφορία του, διότι κινδύνευε νὰ τὸν κλείσουν στὴ φυλακή.

Αὐτὸς ὅμως τοῦ εἶπε ὅτι δὲν εἶχε νὰ τοῦ δώσει.Το βράδυ ποὺ πῆγε στὸ σπίτι του, ὅμως, ἦταν σκεφτικὸς καὶ ἡ γυναῖκα του τὸν ρώτησε τί τοῦ συνέβαινε.

Ἐκεῖνος τῆς ἀνέφερε τὸ περιστατικὸ καὶ ἡ γυναῖκα του τοῦ εἶπε νὰ πάει, νὰ τὰ δώσει τὰ χρήματα.

Ἦταν ἕντεκα τὸ βράδυ, σηκώνεται ἀπὸ τὸ κρεβάτι του καὶ πηγαίνει στὸ σπίτι τοῦ πελάτη του ἀλλὰ βρίσκει μόνο τὴν γυναῖκα του, ποὺ τοῦ εἶπε ὅτι τὸν ἄνδρα της τὸν πιάσανε ἐκείνη τὴ μέρα καὶ τὸν βάλανε στὴ φυλακή.

Ἐκεῖνος τῆς ἔδωσε 200.000 δραχμές, γιὰ νὰ πάει τὴν ἄλλη μέρα νὰ πληρώσει τὸ χρέος καὶ νὰ τὸν βγάλει.

Ὁ ἄνθρωπος βγῆκε τελικὰ ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ σ’ ἕνα μῆνα ἐπέστρεψε ὅλα τὰ χρήματα στὸν ἔμπορο. Τὴν ἡμέρα ὅμως ποὺ συναντήθηκαν γιὰ νὰ τοῦ δώσει τὰ χρήματα, τὸν εἶδε πάρα πολὺ στεναχωρημένο.

Τὸν ρώτησε λοιπὸν τί συνέβαινε, καὶ ὁ ἔμπορος τοῦ ἀπάντησε ὅτι ἡ γυναῖκα του ἦταν πολὺ ἄρρωστη καὶ ὅτι εἶχε ὄγκο στὸ κεφάλι καὶ ἔπρεπε μέσα σὲ δυὸ μέρες νὰ χειρουργηθεῖ, διότι ἀλλιῶς θὰ πέθαινε.

Μόνο ὅμως στὸ Μόναχο τῆς Γερμανίας μποροῦσε νὰ κάνει τὴ συγκεκριμένη ἐγχείρηση, διότι ἐκεῖ ἦταν ἕνας γιατρὸς ποὺ ἔκανε τὶς ἐγχειρήσεις αὐτές. Καὶ τοῦ εἶπε μάλιστα καὶ τὸ ὄνομα τοῦ γιατροῦ.

Τότε τοῦ λέει ὁ ἀποφυλακισθείς:

«Αὐτὸν τὸν γνωρίζω πολὺ καλά, διότι ἕνα βράδυ εἶχε μείνει τὸ αὐτοκίνητό του σὲ μιὰν ἔρημη περιοχὴ καὶ ἔβρεχε κι ἐγώ, περνώντας ἀπὸ ἐκεῖ, κατέβηκα ἀπὸ τὸ αὐτοκίνητό μου, ἔδεσα τὸ δικό μου στὸ δικό του καὶ τὸν τράβηξα μέχρι τὸ σπίτι του, δίχως νὰ δεχθῶ ἀπ’ αὐτὸν οὔτε μιὰ δραχμή. Αὐτὸ συνέβη στὴν περιοχὴ τοῦ Μονάχου, στὴ Γερμανία.

Τότε, ἐκεῖνος ὁ μεγάλος γιατρὸς καθηγητής, μοῦ ἔδωσε τὴν κάρτα του καὶ μοῦ εἶπε:

«Ὅ,τι χρειαστεῖς νὰ μὲ πάρεις τηλέφωνο· νά, καὶ ἡ κάρτα μου!»

Τοῦ τηλεφώνησε ἀμέσως, κλείσανε ραντεβοῦ στὸ νοσοκομεῖο τοῦ Μονάχου γιὰ τὴν ἄλλη μέρα καὶ πῆγε καὶ ὁ ἴδιος μαζὶ μὲ τὸ ἀνδρόγυνο.

Βρήκανε τὸν καθηγητὴ ἕτοιμο στὸ χειρουργεῖο καί, ὅταν τελείωσε ὁ γιατρός, τοῦ εἶπε, ὅτι σὲ δύο ὧρες θὰ πέθαινε ἡ γυναῖκα, ἐὰν δὲν ἐγχειριζότανε.

Τελικά, σὲ αὐτὴ τὴν ζωὴ ὅ,τι κάνεις λαμβάνεις!…

Ἅγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης


Σάββατο 12 Απριλίου 2025

 


Κι ἐγὼ ἕνας ἐρωτευμένος εἶμαι

Ὅταν βρῆκα γιὰ πρώτη φορὰ τὸν π. Παΐσιο, ἤμασταν μὲ μία ὁμάδα παιδιῶν καὶ ἄρχισε νὰ λέει: 

«Ἔρχονται σὲ μένα κάποιοι ποὺ ἔχασαν αὐτὲς ποὺ ἀγαπήσανε καὶ τοὺς πονάω πολύ, γιατὶ καὶ ἐγὼ ἕνας ἐρωτευμένος εἶμαι.

Ἄν δεῖς ἕναν ποὺ κάνει ἄσκηση καὶ τρώει πέντε παξιμάδια στὴ Σαρακοστή, ἀπ' αὐτό εἶναι, ...ἀπὸ ἔρωτα».

π. Νικόλαος Λουδοβίκος


Παρασκευή 11 Απριλίου 2025

 


Νὰ προσευχώμεθα, νὰ προσευχώμεθα

«Εἴσελθε εἰς τὸ ταμιεῖον σου, ὅταν προσεύχῃ, καί... ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ». Νὰ κλείσουμε ὄχι μόνο τὴν πόρτα τοῦ δωματίου μας, ὅταν θέλουμε νὰ προσευχηθοῦμε, ἀλλὰ νὰ κλείσουμε καὶ τὰ αὐτιά μας καὶ τὴ σκέψη καὶ ὅλες τὶς αἰσθήσεις τοῦ ἑαυτοῦ μας. Νὰ τὰ ξεχάσουμε ὅλα, νὰ εἶναι νεκρὰ τὴ στιγμὴ ἐκείνη καὶ μόνο μὲ τὸν Θεὸν τὸν Ἄπειρο, τὸν Ἕνα, τὸν Πολυέλεο, τὸν Πολυεύσπλαγχνο Θεὸ νὰ μιλοῦμε. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ νὰ ζοῦμε μόνο τὸν Θεό. Κατὰ τὸ σῶμα νὰ μὴ ζοῦμε. Αὐτὸ ζητᾶ, ὅταν λέει «κλείσας τὴν θύραν σου», τὴ θύρα τῶν αἰσθήσεών μας ἐννοεῖ.

Νὰ προσευχώμεθα, νὰ προσευχώμεθα, νὰ προσευχώμεθα. Στὴν ἐργασία μας, στὸ δρόμο, στὸ αὐτοκίνητο, παντοῦ. Τὸ πρωί, ὅταν ξυπνήσουμε, πρῶτα προσευχή, πάντα προσευχή. Τὴν εὐχὴ νὰ λέμε πολλὲς φορές, στὸ δρόμο, στὸ σχολεῖο, στὴν ἐργασία μας. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν. Τότε νιώθουμε τὸν ἑαυτό μας γεμάτο καὶ ὁ Θεὸς δίνει πλούσια τὴ Χάρη Του.

Γέρων Εὐσέβιος Γιαννακάκης


Πέμπτη 10 Απριλίου 2025

 


Τὰ μπουχτίζουν στὰ γράμματα

Βλέπω παιδιὰ ποὺ ἔχουν τελειώσει ὄχι μόνο Λύκειο ἀλλὰ καὶ Πανεπιστήμιο νὰ γράφουν κάτι γράμματα, νὰ κάνουν κάτι λάθη… Ἐμεῖς τοῦ Δημοτικοῦ ἤμασταν καὶ τέτοια λάθη δὲν κάναμε. Καὶ ἂν εἶναι φοιτητὲς τῆς Φιλολογίας ἢ τῆς Νομικῆς, κάτι γίνεται. Ἂν εἶναι ἄλλης Σχολῆς, δὲν ξέρουν νὰ γράψουν. Ἐνῶ τὸ Σχολαρχεῖο παλιὰ ἦταν… (σὰν Πανεπιστήμιο). Ἐδῶ βλέπεις καὶ στὸ Δημοτικὸ πόσα μάθαιναν τότε τὰ παιδιά, πόσο μᾶλλον στὸ Σχολαρχεῖο!

Σήμερα τὰ φορτώνουν ἕνα σωρὸ καὶ τὰ μπερδεύουν. Τὰ μπουχτίζουν στὰ γράμματα χωρὶς πνευματικὸ ἀντιστάθμισμα. Στὰ σχολεῖα τὰ παιδιὰ πρέπει πρῶτα νὰ μαθαίνουν τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Μικρὰ παιδιὰ νὰ πᾶνε νὰ μάθουν ἀγγλικά, γαλλικά, γερμανικά –ἐνῶ Ἀρχαῖα νὰ μὴ μάθουν – μουσική, τὸ ἕνα, τὸ ἄλλο… Τί νὰ πρωτομάθουν; Ὅλο γράμματα καὶ ἀριθμοὺς καὶ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι νὰ μάθουν, γιὰ τὴν Πατρίδα τους κ.λπ., δὲν τὰ μαθαίνουν. Οὔτε πατριωτικὰ τραγούδια οὔτε τίποτε.

Πιάσε ἕνα ἀπὸ τὰ σημερινὰ παιδιὰ τώρα καὶ ρώτησέ το: «Σὲ ποιό νομὸ εἶναι τὸ χωριό σου; Πόσο πληθυσμὸ ἔχει;». Δὲν ξέρει νὰ σοῦ πῆ. Σοῦ λέει: «Θὰ πάω στὸ Πρακτορεῖο, θὰ πάρω τὸ λεωφορεῖο καὶ θὰ μὲ πάη στὸ χωριό. Ἀφοῦ ξέρει ὁ εἰσπράκτορας, θὰ τοῦ πῶ ὅτι θέλω νὰ πάω στὸ τάδε χωριό, θὰ πληρώσω καὶ θὰ μὲ πάη».

Ἐμεῖς στὸ Δημοτικὸ ξέραμε ὅλον τὸν κόσμο ἀπ΄ ἔξω. Γιατὶ ἔπρεπε νὰ ξέρης ἀπ΄ ἔξω τὶς πόλεις ὅλων τῶν κρατῶν ἀπὸ πεντακόσιες χιλιάδες κατοίκους καὶ ἄνω. Μετὰ ἔπρεπε νὰ ξέρης τὰ μεγαλύτερα ποτάμια στὸ φάρδος καὶ στὸ μάκρος καὶ τὰ ἀμέσως μικρότερα, τὰ μεγαλύτερα βουνὰ κ.λπ. –πόσο μᾶλλον τῆς Ἑλλάδος! Τὸ ἔχω δεῖ καὶ σὲ μεγάλους, ὄχι μόνο σὲ μικρὰ παιδιά· φοιτητὴς νὰ μὴν ξέρη πόσους κατοίκους ἔχει ἡ πόλη στὴν ὁποία σπουδάζει! Ρώτησα ἕναν ποιό εἶναι τὸ μεγαλύτερο βουνὸ τῆς Ἑλλάδος, καὶ δὲν ἤξερε. Ποιό εἶναι τὸ μεγαλύτερο ποτάμι, τίποτε. Τὸ πιὸ μικρό, οὔτε αὐτό. Φοιτητὴς καὶ νὰ μὴν ξέρη τίποτε γιὰ τὴν Πατρίδα του!

Θά΄ ρθοῦν μετὰ οἱ …«φίλοι»μας, οἱ γείτονες, καὶ θὰ τοῦ ποῦν: «Αὐτὴ δὲν εἶναι πατρίδα σου· εἶναι πατρίδα δική μας», καὶ θὰ τοὺς ἀπαντήση: «Καλὰ λέτε, ἔτσι εἶναι»! Καταλάβατε; Ἐκεῖ πᾶμε! Ἂν ρωτήσης ὅμως τὰ σημερινὰ παιδιὰ γιὰ τὸ ποδόσφαιρο ἢ γιὰ τὴν τηλεόραση, τὰ ξέρουν ὅλα καὶ ὅλους ἄπ΄ ἔξω.

Καὶ βλέπεις, ἦρθαν παιδιὰ ἀπὸ τὴν Ἀλβανία καὶ ἤξεραν γράμματα. «Ποῦ τὰ μάθατε τὰ γράμματα;» ρωτᾶς τοὺς Βορειοηπειρῶτες. «Στὶς φυλακές», σοῦ λένε. Ἐκεῖνα τὶς φυλακὲς τὶς ἔκαναν σχολεῖα. Τὰ δικά μας τὰ παιδιὰ τὰ σχολεῖα τὰ ἔκαναν φυλακές· κλείστηκαν μόνα τους μέσα μὲ τὶς καταλήψεις… Τὰ παιδιὰ σήμερα, ἰδίως στὴν ἐφηβικὴ ἡλικία, εἶναι ζαλισμένα· πιὸ πολὺ στὸ Γυμνάσιο καὶ στὸ Λύκειο. Στὸ πανεπιστήμιο εἶναι πιὸ ὥριμα. Ἐκεῖ ἄλλωστε, ὅποτε θέλουν πηγαίνουν.

Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης


Τετάρτη 9 Απριλίου 2025

 


Θεέ μου, κάνε με

Ὅλα αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἔχομε κάθε μέρα γύρω μας καὶ τὰ νομίζομε τίποτα, ἕνα ζεστὸ κρεβάτι, ἕνα καθαρὸ φαγητό, νερὸ νὰ πλυθοῦμε, ροῦχα νὰ φορέσουμε, φιλικὴ συντροφιά, τοὺς δικούς μας - Θεέ μου, κάνε μὲ νὰ καταλαβαίνω καθημερινὰ τὴν ἀξία τους, νὰ καταλαβαίνω τὸ πόσο εὔκολα μποροῦν ὅλα αὐτὰ νὰ γίνουν ἄφαντα μέσα σὲ μιὰ μέρα ἀπὸ μπροστά μου καὶ νὰ μεταμορφωθῶ σὲ ἕνα βρωμερό, πειναλέο, κουρελιασμένο ἀνθρώπινο πλάσμα, ποὺ ἄλλα ἀνθρώπινα (αὐτὸ εἶναι τὸ ἀπίστευτο) πλάσματα τὸ σπρώχνουν μὲ τὸν ὑποκόπανο ἢ μὲ κλοτσιὲς μέσα σὲ μπουντρούμια ἢ συρματοπλεγμένα στρατόπεδα, μὲ μιὰ ψωριασμένη κουβέρτα, ὡς ὅτου ἀρρωστήσει, σακατευτεῖ, ξεψυχήσει, παλαβώσει ἢ ἀποσκελετωθεῖ τῆς πείνας...

Θεέ μου, κάνε μὲ νὰ καταλαβαίνω καθημερινὰ καὶ νὰ τιμάω αὐτὰ τὰ λίγα, ἢ πολλά, ποὺ τὰ ἔχω σήμερα, ἕνα καθαρὸ κρεβάτι, μιὰ γωνιὰ ζεστή, τὸ ψωμί, τὸ κρασί, τὸ τραπέζι ἐτοῦτο μὲ τὸ χαρτὶ καὶ τὸ μολύβι... Θεέ μου, κάνε με.

Ζήσιμος Λορεντζᾶτος


Τρίτη 8 Απριλίου 2025

 


Νὰ ζεῖς εἶναι ἄλλο πρᾶγμα

Οἱ ἄνθρωποι καταντήσανε σὰν ἄδεια κανάτια, καὶ προσπαθοῦν νὰ γεμίσουν τὸν ἑαυτό τους, ρίχνοντας μέσα ἕνα σωρὸ σκουπίδια, ἐκθέσεις μὲ τερατουργήματα, μπάλλες, ὁμιλίες καὶ ἀερολογίες, καλλιστεῖα... ποὺ μετριέται ἡ ἐμορφιὰ μὲ τὴ μεζούρα, ἠλίθιους καρνάβαλους, συλλόγους λογῆς-λογῆς μὲ γεύματα καὶ μὲ σοβαρὲς συζητήσεις γιὰ τὸν ἴσκιο του γαϊδάρου, συνδέσμους ἀφιερωμένους στοὺς ἀποθεωμένους ἄνδρας τῆς Εὐρώπης κι ἕνα σωρὸ ἄλλα τέτοια.

Αὐτή, μὲ μιὰ ματιά, εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς ἀνθρωπότητας σήμερα, ποὺ νὰ μὴν ἀβασκαθῆ! Ποῦ νὰ βρεῖ κανένας καταφύγιο; Δόξα στὸν Θεό, ποὺ ὑπάρχει ἀκόμα κάποιο καταφύγιο γιὰ μᾶς ποὺ δὲν εἴμαστε σὲ θέση νὰ νοιώσουμε «τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐποχῆς μας».

Δόξα στὸν Θεὸ ποὺ ὑπάρχουν ἀκόμα κάποιοι τόποι ποὺ δὲν τοὺς ἐξήρανε αὐτὴ ἡ φυλλοξήρα ποὺ λέγεται σύγχρονος πολιτισμός.

Καλὸ εἶναι νὰ ὑπάρχεις, ἀλλὰ νὰ ζεῖς εἶναι ἄλλο πρᾶγμα.

Φώτης Κόντογλου


Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

 


Οἱ κερασιές

Ὁ χειμώνας

θὰ μᾶς κυρτώσει τὶς ράχες

καὶ θὰ χιονίσει.

Θὰ χιονίσει ἀλύπητα

πάνω ἀπ' τὰ κεφάλια μας.

Κι ὅταν θὰ φύγει κι αὐτός,

οἱ κερασιές, ναί,

θ’ ἀνθίσουν καὶ πάλι...

Μενέλαος Λουντέμης


Κυριακή 6 Απριλίου 2025

 


Ἡλικία τῆς γλαυκῆς θύμησης

Ἐλαιῶνες κι ἀμπέλια μακριὰ ὡς τὴ θάλασσα
Κόκκινες ψαρόβαρκες πιὸ μακριὰ ὡς τὴ θύμηση
Ἔλυτρα χρυσὰ τοῦ Αὐγούστου στὸν μεσημεριάτικο ὕπνο
Μὲ φύκια ἢ ὄστρακα. Κι ἐκεῖνο τὸ σκάφος
Φρεσκοβγαλμένο, πράσινο, ποὺ διαβάζεις ἀκόμη στὴν εἰρήνη τοῦ κόλπου τῶν νερῶν Ἔχει ὁ Θεός.

Περάσανε τὰ χρόνια φύλλα ἢ βότσαλα
Θυμᾶμαι τὰ παιδόπουλα, τοὺς ναῦτες ποὺ ἔφευγαν
Βάφοντας τὰ πανιὰ σὰν τὴν καρδιά τους
Τραγουδοῦσαν τὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα.
Κι εἶχαν ζωγραφιστοὺς βοριάδες μὲς στὰ στήθια.

Τί γύρευα ὅταν ἔφτασες βαμμένη ἀπ᾿ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου
Μὲ τὴν ἡλικία τῆς θάλασσας στὰ μάτια
Καὶ μὲ τὴν ὑγεία τοῦ ἥλιου στὸ κορμί - τί γύρευα
Βαθιὰ στὶς θαλασσοσπηλιὲς μὲς στὰ εὐρύχωρα ὄνειρα
Ὅπου ἄφριζε τὰ αἰσθήματά του ὁ ἄνεμος
Ἄγνωστος καὶ γλαυκός, χαράζοντας στὰ στήθια μου τὸ πελαγίσιο του ἔμβλημα.

Μὲ τὴν ἄμμο στὰ δάχτυλα ἔκλεινα τὰ δάχτυλα
Μὲ τὴν ἄμμο στὰ μάτια ἔσφιγγα τὰ δάχτυλα
Ἦταν ἡ ὀδύνη -

Θυμᾶμαι ἦταν Ἀπρίλης ὅταν ἔνιωσα πρώτη
φορὰ τὸ ἀνθρώπινο βάρος σου.
Τὸ ἀνθρώπινο σῶμα σου πηλὸ κι ἁμαρτία
Ὅπως τὴν πρώτη μέρα μας στὴ γῆ.
Γιόρταζαν τὶς ἀμαρυλλίδες - Μὰ θυμᾶμαι πόνεσες
Ἤτανε μία βαθιὰ δαγκωματιὰ στὰ χείλια
Μιὰ βαθιὰ νυχιὰ στὸ δέρμα κατὰ κεῖ ποὺ χαράζεται παντοτινά του ὁ χρόνος.

Σ᾿ ἄφησα τότες

Καὶ μιὰ βουερὴ πνοὴ σήκωσε τ᾿ ἄσπρα σπίτια
Τ᾿ ἄσπρα αἰσθήματα φρεσκοπλυμένα ἐπάνω
Στὸν οὐρανὸ ποὺ φώτιζε μ᾿ ἕνα μειδίαμα.

Τώρα θά ᾿χω σιμά μου ἕνα λαγήνι ἀθάνατο νερό
Θά ᾿χω ἕνα σχῆμα λευτεριᾶς ἀνέμου ποὺ κλονίζει
Κι ἐκεῖνα τὰ χέρια σου ὅπου θὰ τυραννιέται ὁ Ἔρωτας
Κι ἐκεῖνο τὸ κοχύλι σου ὅπου θ᾿ ἀντηχεῖ τὸ Αἰγαῖο.

Ὀδυσσέας Ἐλύτης


Τετάρτη 2 Απριλίου 2025

 


Τόν Υἱόν σου αἴτησαι ὑπέρ ἐμοῦ τοῦ δούλου σου

Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας εἶχε ἕναν Κορίνθιο ἀξιωματικό, ὑπασπιστή, ὁ ὁποῖος πῆρε τὴν εἰκόνα αὐτὴ μετὰ τὴν δολοφονία τοῦ Κυβερνήτη στὸ Ναύπλιο, στὶς 27 Σεπτεμβρίου τοῦ 1831.

Ἔπειτα, τὴ δώρησε στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴν Κόρινθο καὶ ἀργότερα ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε στὸ ἐκκλησιαστικὸ Μουσεῖο τῆς Κορίνθου πρὸς φύλαξη, ἐνῶ τέλη τοῦ 2008, ἀρχὲς τοῦ 2009, συντηρήθηκε ἐξαιρετικά, ἀπὸ τὴν φθορὰ τοῦ χρόνου.

Ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου εἶναι τοῦ τύπου τῆς «Γλυκοφιλούσας», λαϊκῆς τεχνοτροπίας, καὶ ἔχει διαστάσεις 0,40 Χ 0,54 ἑκατοστά, μὲ σαφῆ τὴν ἐπιρροὴ τῆς ἑπτανησιακῆς τεχνοτροπίας καὶ ἦταν ἡ προσωπικὴ προσκυνηματικὴ εἰκόνα τοῦ πρώτου Κυβερνήτη τῆς Ἑλλάδος Ἰωάννη Καποδίστρια. Ὁ Καποδίστριας, γνωστὸς γιὰ τὴν βαθειὰ πίστη του στὴν Ὀρθοδοξία, προσευχόταν συχνὰ γιὰ φώτιση, ὑπομονὴ καὶ δύναμη στὴν Παναγία.

Ἡ εἰκόνα ἀποτελεῖ σήμερα ἕνα ἐξαιρετικὰ σημαντικὸ θρησκευτικὸ ἀλλὰ καὶ ἱστορικὸ κειμήλιο γιὰ τὴν πίστη μας καὶ τὴν πατρίδα μας, ἐνῶ στὸ πίσω μέρος της φέρει μία ἰδιόχειρη ἐπιγραφή:

«Γλυκοφιλοῦσα Μαριάμ τόν Υἱόν σου αἴτησαι ὑπέρ ἐμοῦ τοῦ δούλου σου Ἰωάννου, βραβεῦσαι μετά σοφίας κυβερνᾶν τόν εὐσεβῆ λαόν του καί βασιλείας με Αὐτοῦ τυχεῖν δι᾿ ἔλεός του. 1829».


Τρίτη 1 Απριλίου 2025

 


Ὁ εὔκολος Χριστιανισμός

Δὲν ὠφελεῖ νὰ κάνης τὸν Χριστιανισμὸ εὔκολο κι εὐχάριστο. Τὸ πιὸ πιθανὸ εἶναι ὅτι τὰ νιᾶτα - ἢ ἡ καλύτερη μερίδα τους- θὰ ‘ρθοῦν σὲ μιὰ δύσκολη θρησκεία κι ὄχι σὲ μιὰ εὔκολη.

Μερικοὶ βρίσκουν προσφορώτερο ἕνα διανοητικὸ τρόπο προσέγγισης. Ὑπάρχει, βέβαια, ἀνάγκη γιὰ διανοούμενους λαϊκούς. Σ’ αὐτούς, καὶ στοὺς ἄλλους, πρέπει νὰ τονιστῆ ὁ δρόμος τῆς πειθαρχίας καὶ τῆς ἄσκησης. Γιατὶ καὶ ὁ τελευταῖος Χριστιανὸς μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ ζῆ μιὰ τέτοια μορφὴ ζωῆς, ποὺ γιὰ τὸν σύγχρονο κόσμο εἶναι ἀσκητική.

Ἡ πειθαρχία τοῦ συναισθήματος εἶναι στὸν κόσμο μας πιὸ σπάνια καὶ πιὸ δύσκολη ἀπὸ τὴν πειθαρχία τοῦ νοῦ. Αὐτὴ τὴ δεύτερη πειθαρχία τὴν ξέρουν μόνο μερικοὶ ἔξοχοι λαϊκοὶ κήρυκές της. Σκέψη, μελέτη, ἀπάρνηση, θυσία!

Νὰ μὲ ποιὲς ἰδέες θὰ συγκινηθοῦν οἱ νέοι - αὐτοὶ οἱ νέοι, ποὺ διαφέρουν ἀπὸ τὴ νεότητα ἄλλων ἐποχῶν, ἐπειδὴ ἔχουν πίσω τους ὥριμη γενιὰ πολὺ διαφορετική. Δὲν θὰ προσελκύσεις ποτὲ τοὺς νέους κάνοντας εὔκολο τὸν Χριστιανισμό.

Ὅμως πολλοὶ μποροῦν νὰ ἑλκυσθοῦν, ὅταν ἀνακαλύψουν πὼς εἶναι δύσκολος. Δύσκολος, τόσο γιὰ τὸν ταραγμένο νοῦ, ὅσο καὶ γιὰ τὰ ἀνυπόταχτα πάθη.

Τ. Σ. Ἔλιοτ