Νὰ εἴμαστε ὅλοι ἕνα ἐν Θεῷ
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ
φτάσει στὸν Θεό, ἂν δὲν περάσει ἀπ’ τοὺς ἀνθρώπους. Ν’ ἀγαπᾶμε, νὰ
θυσιαζόμαστε γιὰ ὅλους ἀνιδιοτελῶς, χωρὶς νὰ ζητᾶμε ἀνταπόδοση. Τότε ἰσορροπεῖ
ὁ ἄνθρωπος. Μιὰ ἀγάπη ποὺ ζητάει ἀνταπόδοση εἶναι ἰδιοτελής. Δὲν εἶναι γνήσια,
καθαρή, ἀκραιφνής.
Νὰ τοὺς ἀγαπᾶτε καὶ
νὰ τοὺς συμπονᾶτε ὅλους. «Καὶ εἴτε πάσχει ἓν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη. ὑμεῖς
δέ ἐστε μέλη Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους». Αὐτὸ εἶναι Ἐκκλησία: ἐγώ, ἐσύ, αὐτός,
ὁ ἄλλος, νὰ αἰσθανόμαστε ὅτι εἴμαστε μέλη Χριστοῦ, ὅτι εἴμαστε ἕνα. Ἡ
φιλαυτία εἶναι ἐγωισμός. Νὰ μὴ ζητᾶμε, «ἐγὼ νὰ σταθῶ, ἐγὼ νὰ πάω στὸν Παράδεισο»,
ἀλλὰ νὰ νιώθουμε γιὰ ὅλους αὐτὴ τὴν ἀγάπη. Καταλάβατε; Αὐτὸ εἶναι
ταπείνωση.
Ἔτσι, ἂν ζοῦμε ἑνωμένοι,
θὰ εἴμαστε μακάριοι, θὰ ζοῦμε στὸν Παράδεισο. Ὁ κάθε διπλανός μας, ὁ κάθε
πλησίον μας εἶναι «σὰρξ ἐκ τῆς σαρκός μας». Μπορῶ ν‘ ἀδιαφορήσω γι’ αὐτόν, μπορῶ
νὰ τὸν πικράνω, μπορῶ νὰ τὸν μισήσω; Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας
μας. Νὰ γίνουμε ὅλοι ἕνα ἐν Θεῷ. Ἂν αὐτὸ κάνουμε, γινόμαστε δικοί Του. Τίποτε
καλύτερο δὲν ὑπάρχει ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἑνότητα. Αὐτὸ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Αὐτὸ εἶναι
ἡ Ὀρθοδοξία. Αὐτὸ εἶναι ὁ Παράδεισος. Ἂς διαβάσουμε ἀπ’ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη
τὴν Ἀρχιερατικὴ Προσευχή. Προσέξτε τοὺς στίχους: «ἵνα ὦσιν ἕν, καθὼς ἡμεῖς … ἵνα
πάντες ἓν ὦσιν, καθὼς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί… ἵνα ὦσιν ἕν, καθὼς ἡμεῖς ἓν
ἐσμέν … ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν … ἵνα ὅπου εἰμί ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ’ ἐμοῦ».
Βλέπετε; Τὸ λέει καὶ
τὸ ξαναλέει. Τονίζει τὴν ἑνότητα. Νὰ εἴμαστε ὅλοι ἕνα, ἕνα μὲ κεφαλὴ
τὸν Χριστό! Ὅπως ἕνας εἶναι ὁ Χριστὸς μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό. Ἐδῶ κρύβεται τὸ
μεγαλύτερο βάθος τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Καμία θρησκεία δὲν λέει κάτι
τέτοιο. Κανεὶς δὲν ζητάει αὐτὴ τὴ λεπτότητα ποὺ ζητάει ὁ Χριστός, νὰ γίνουμε ὅλοι
ἕνα σὺν Χριστῶ. Ἐκεῖ βρίσκεται τὸ πλήρωμα. Σ’ αὐτὴ τὴν ἑνότητα, σ’ αὐτὴ τὴν ἀγάπη,
τὴν ἐν Χριστῷ. Καμία διάσπαση ἐκεῖ δὲν χωράει, κανεὶς φόβος. Οὔτε θάνατος,
οὔτε διάβολος, οὔτε κόλαση. Μόνο ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, λατρεία Θεοῦ. Μπορεῖς νὰ
φτάσεις νὰ λὲς τότε μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο: «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ
Χριστός».
Μποροῦμε πολὺ εὔκολα
νὰ φτάσουμε σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Ἀγαθὴ προαίρεση χρειάζεται κι ὁ Θεὸς εἶναι ἕτοιμος
νὰ ἔλθει μέσα μας. «Κρούει τὴν θύραν» καὶ «καινὰ ποιεῖ πάντα». Μεταβάλλεται ἡ
σκέψη μας, ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὴν κακία, γίνεται πιὸ καλή, πιὸ ἁγία, πιὸ εὔστροφος.
Ἄν, ὅμως, δὲν ἀνοίξουμε τοῦ κρούοντος τὴν θύραν, ἂν δὲν ἔχουμε ἐκεῖνα ποὺ θέλει
Αὐτός, ἂν δὲν εἴμαστε ἄξιοί Του, τότε δὲν μπαίνει στὴν καρδιά μας. Γιὰ νὰ
γίνουμε ὅμως ἄξιοί Του, πρέπει ν’ ἀποθάνουμε κατὰ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, γιὰ νὰ μὴν
ἀποθάνουμε ποτὲ πλέον. Τότε θὰ ζοῦμε ἐν Χριστῷ ἐνσωματωμένοι μὲ ὅλο τὸ σῶμα τῆς
Ἐκκλησίας. Ἔτσι θὰ ἔλθει ἡ θεία χάρις. Καὶ ἅμα θὰ ἔλθει, θὰ μᾶς τὰ δώσει ὅλα.
Στὸ Ἅγιον Ὄρος, εἶδα
κάποτε κάτι ποὺ μοῦ ἄρεσε πολύ. Μέσα σὲ μιὰ βάρκα, στὴ θάλασσα, μοναχοί,
ποὺ καταγόταν ὁ καθένας ἀπὸ διαφορετικὸ τόπο, κρατοῦσαν διάφορα ἱερὰ ἀντικείμενα.
Ἐν τούτοις ἔλεγαν «αὐτὸ εἶναι δικό μας» καὶ ὄχι «δικό μου».
Ἅγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης
Τετράδιο 164 * Δεκέμβριος 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου