Γιὰ τὴν ἀγάπη
Κανεὶς δὲν μπορεῖ
ν' ἀγαπᾶ ἕναν ἀόρατο Θεὸ ἂν πρῶτα δὲν μάθει ν' ἀγαπᾶ τὸ συγκεκριμένο, ζωντανό,
πραγματικὸ πρόσωπο τὸ ὁποῖο ἔχει ἀπέναντί του. Πρὶν λοιπὸν θέσουμε τὸ ἐρώτημά
τοῦ πῶς θὰ φτάσουμε στὸν Θεό, ἂς ρωτήσουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας ποιὰ εἶναι ἡ στάση
μας ἀπέναντι στὸν πλησίον μας· ἂν ἡ καρδιὰ μας εἶναι κρύα, ἐπιφυλακτικὴ καὶ
κλεισμένη, ἂν μᾶς τρομοκρατεῖ ἀκόμη καὶ ἡ ἰδέα ὅτι ὁ πλησίον μας μπορεῖ νὰ ἀπαιτήσει
τὴν καρδιὰ καὶ τὴν ζωή μας, δὲν ὑπάρχει κανένας λόγος νὰ ἐπιζητοῦμε συνάφεια μὲ
τὸν Θεό. Θὰ πρέπει πρῶτα νὰ μάθουμε τὸ πῶς ν' ἀποκτήσουμε μιὰ καρδιὰ ζεστή, μιὰ
καρδιὰ ζωντανή, μιὰ καρδιὰ ποὺ νὰ ἀνταποκρίνεται στὸν πλησίον μας, καὶ ἡ καρδιὰ
ἐκείνη τότε, ἀνοιγμένη, μὲ τὴν καθαρότητά της θὰ δεῖ τὸν Θεό.
Ἡ ἀγάπη δὲν
γνωρίζει ὅρια. Δὲν εἶναι ποτὲ δυνατὸ νὰ ποῦμε ὅτι ἔχουμε ἀγαπήσει, ὅτι ἔχουμε
κάνει πράξη τὴν κάθε παρακίνηση τῆς καρδιᾶς μας, ὅτι ἔχουμε ἀγαπήσει μὲ τρόπο
τέλειο γιατί τέλεια ἀγάπη ἦταν ἐκείνη μὲ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς ἀγάπησε τοὺς
μαθητές Του. Μὲ τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Εὐαγγελιστῆ: «μείζονα ταύτης ἀγάπην
οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ».
Πρὶν δοκιμάσουμε νὰ
ζήσουμε μὲ μόνη βάση τὴν ἀγάπη ἂς κάνουμε μιὰ προσπάθεια, ἂς δοκιμάσουμε νὰ
ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὸν νόμο, νὰ μὴν παραβλέπουμε δηλαδὴ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ
νόμου: τὴν δικαιοσύνη καὶ τὴν εἰλικρίνεια, ὅλες τὶς ἀπαιτήσεις τῆς φύσης ὅσον ἀφορᾶ
τὸν τομέα τῶν σχέσεων ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Τότε μόνο θὰ εἶναι δυνατὸ νὰ
φτάσουμε σ' ἕνα τέτοιο ἀνάστημα, ποὺ ἔχοντας προχωρήσει πέρα ἀπὸ τὸν νόμο θ' ἀγαπᾶμε
μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, μὲ ὅλη μας τὴν ψυχή, ὅλη τὴν δύναμη καὶ τὸ εἶναι μας, μὲ
τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατό μας.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι
ἀπέραντη καὶ βαθειὰ καὶ ἀγκαλιάζει τοὺς πάντες. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ ἀλλάξει
στὴν ἀγάπη αὐτὴ εἶναι μία κάποια ἐσωτερικὴ ἰδιότητά της: ὁ Θεὸς μπορεῖ ἀγαπώντας
νὰ χαίρεται ἤ ἀλλιώτικα νὰ πληρώνει τὸ τίμημα τῆς ἀγάπης Του πάνω στὸν σταυρό.
Πρέπει νὰ πάρουμε
φωτιὰ μὲ ὁλόκληρο τὸ εἶναι μας, μὲ μυαλὸ καὶ καρδιὰ καὶ θέληση καὶ σῶμα καὶ νὰ
γίνουμε ἡ καιόμενη βάτος τὴν ὁποία εἶδε ὁ Μωυσῆς νὰ καίγεται ὁλόκληρη χωρὶς νὰ ἀναλίσκεται.
Μόνο ἂν ἡ ἀνθρώπινη
ἀγάπη φωτιστεῖ μὲ τὸ θεϊκὸ μυστήριο θὰ πάψει νὰ καταναλίσκει τὸ ὑλικὸ τὸ ὁποῖο
τὴν τρέφει. Ἡ θεϊκὴ ἀγάπη καίει, κάνει τὸ κάθε τι μιὰ ζωντανὴ φλόγα, δὲν
τρέφεται ὅμως μὲ τὸ ὑλικό της: καταστρέφει αὐτὸ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει στὴν αἰωνιότητα·
αὐτὸ ποὺ μένει εἶναι μία καθαρὴ φλόγα ἡ ὁποία μεταμορφώνει τὸν ἄνθρωπο σὲ Θεό.
Μητροπολίτης Σουρόζ Ἀντώνιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου