Ἀλέκτορες δύο καὶ ἀετὸς
Δύο ἀλέκτορες ἀλλήλοις
ἐμάχοντο.
Καὶ ὁ μὲν εἷς ἡττηθεὶς
τόπῷ τινὶ ἐν παραβύστῳ ἀπεκρύβη, ὁ δὲ ἕτερος, τὴν νίκην ἀράμενος, ἐφ᾿ ὑψηλοῦ
τινος ἕστηκε δωματίου τὰ μεγάλα φρυαττόμενος καὶ τῇ νίκῃ ἐγκαυχώμενος, ἕως ἀετὸς
καταπτὰς τοῦτον ἐκεῖθεν ἀνήρπασεν.
Οὗτος δηλοῖ ὡς οὐ
χρῄ τινα ἐπ᾿ εὐτυχίᾳ καὶ δυνάμει μέγα φρονεῖν καὶ ἀφρόνως σοβαρεύεσθαι.
Δυὸ κόκορες ἔστησαν
ἄγριο καυγά.
Αὐτὸς ποὺ ἔχασε,
τραβήχτηκε σὲ μιὰ γωνιά.
Ὅσο γιὰ τὸν ἄλλο, τὸ
μεγάλο νικητή, ἀνέβηκε ὅσο πιὸ ψηλὰ μποροῦσε στὸ κοτέτσι καὶ φούσκωνε καὶ
κόμπαζε, ὥσπου τὸν ἅρπαξε ἕνας ἀετὸς περαστικός.
Λέει λοιπὸν ὁ
μύθος, πὼς δὲ χρειάζεται νὰ ὑπερβάλλουμε ὡς πρὸς τὶς ἐπιτυχίες μας καὶ πὼς εἶναι
μάλλον ἀπερισκεψία νὰ τὶς παίρνουμε στὰ σοβαρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου