Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου 2017


Βράδυ
Οἱ γιαγιάδες, μπρὸς στὶς θύρες καθιστές,
μοιάζουν ἥσκιοι, ὅσο σιμώνει ἀργὰ τὸ βράδυ
τὰ παιδιὰ φωνάζουν μέσα στὶς αὐλὲς
καὶ τὸ μάγγανο ὅλο τρίζει στὸ πηγάδι.
Ἡ βοδάμαξα βογγᾶ κι ἀργοπερνᾶ
φορτωμένη ἕνα σωστὸ βουνὸ δεμάτια
καὶ παραπατοῦν τὰ βόδια της τὰ ὀκνὰ
μὲ τὰ ὁλόμαυρα τὰ κουρασμένα μάτια.
Τὰ φορτώματα, ἀπὸ ξύλα καὶ κλαριά,
ἕνα ὁλόκληρο, περνοῦνε, καραβάνι,
καὶ μιὰ βέργα ἀπὸ κομμένη λυγαριὰ
στῆς γιαγιᾶς τὸ μαῦρο σκάλωσε φουστάνι.
Πῆρε βράδυ. Λιγοστεύουν οἱ φωνὲς
καὶ τὸ μάγγανο σωπαίνει στὸ πηγάδι
κι οἱ γιαγιάδες πιὰ σηκώνονται σκυφτὲς
καὶ στὸ λύχνο πᾶν νὰ σιάξουνε τὸ λάδι.

Μιχάλης Στασινόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου