Λακωνικὸν
Ὁ καημὸς τοῦ θανάτου τόσο μὲ
πυρπόλησε, ποὺ ἡ λάμψη
μου ἐπέστρεψε στὸν ἥλιο.
Κεῖνος μὲ πέμπει τώρα μέσα στὴν τέλεια σύνταξη τῆς
πέτρας καὶ τοῦ αἰθέρος,
Λοιπόν, αὐτὸς ποὺ γύρευα, ε ἶ μ α ι.
Ὢ λινὸ καλοκαίρι, συνετὸ φθινόπωρο,
Χειμώνα ἐλάχιστε,
Ἡ ζωὴ καταβάλλει τὸν ὀβολὸ τοῦ φύλλου τῆς ἐλιᾶς
Καὶ στὴ νύχτα μέσα τῶν ἀφρόνων μ' ἕνα μικρὸ τριζόνι
κατακυρώνει πάλι τὸ νόμιμο τοῦ Ἀνέλπιστου.
μου ἐπέστρεψε στὸν ἥλιο.
Κεῖνος μὲ πέμπει τώρα μέσα στὴν τέλεια σύνταξη τῆς
πέτρας καὶ τοῦ αἰθέρος,
Λοιπόν, αὐτὸς ποὺ γύρευα, ε ἶ μ α ι.
Ὢ λινὸ καλοκαίρι, συνετὸ φθινόπωρο,
Χειμώνα ἐλάχιστε,
Ἡ ζωὴ καταβάλλει τὸν ὀβολὸ τοῦ φύλλου τῆς ἐλιᾶς
Καὶ στὴ νύχτα μέσα τῶν ἀφρόνων μ' ἕνα μικρὸ τριζόνι
κατακυρώνει πάλι τὸ νόμιμο τοῦ Ἀνέλπιστου.
Ὀδυσσέας Ἐλύτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου