Ἡ μητρότητα ὡς
διακονία τῆς γυναίκας (2)
Ἔτυχε νὰ διαβάσω, ὅταν
ἤμουν νέος, κάποιες στατιστικὲς ποὺ ἔκαναν μερικοὶ Γερμανοὶ μορφωμένοι ἄνθρωποι
γιὰ τὸν ρόλο τοῦ ἄνδρα καὶ τὸν ρόλο τῆς γυναίκας στὴν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ. Οἱ
πολυμαθεῖς αὐτοὶ Γερμανοὶ παρουσίαζαν τὰ κατορθώματα τοῦ ἄνδρα ὡς ἄκρως
σημαντικὰ (παρομοιάζοντάς τα ὡς ὅρη ὑψηλά), ἐνῶ ἀπὸ τὰ κατορθώματα τῆς γυναίκας
σημείωναν μόνο μερικά, ποὺ οὕτως ἢ ἄλλως γράφτηκαν στὴν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ.
Μοῦ φαίνεται ὅτι ἡ
παρεξήγηση αὐτὴ ἐμφανίστηκε ὡς συνέπεια τῆς ἀπώλειας τῆς συνειδήσεως ἐκείνης,
ποὺ περιέχεται στὴ Γραφή: «Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα Θεοῦ… ἄρσεν
καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς». Αὐτὸ τὸ ξεχνοῦν ὄχι μόνο οἱ ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιες
οἱ γυναῖκες. Γιὰ νὰ διορθώσουμε λοιπὸν τὴ ζωή μας σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδά της, ἀρχίζοντας
ἀπὸ τὴν οἰκογένεια, ὀφείλουν οἱ γυναῖκες νὰ ἀνυψωθοῦν μὲ τὸ πνεῦμα καὶ νὰ
φανερώσουν στὸν κόσμο τὴν αὐθεντικὴ ἀξία τους, τὸν ὑψηλὸ ρόλο τους. Γιὰ τὴν
χριστιανικὴ Ἐκκλησία τὸ θέμα τοῦ ρόλου τῆς γυναίκας γίνεται κάθε χρόνο διαρκῶς ὀξύτερο.
Βλέπουμε ὅτι στὶς χῶρες
ὅπου ὁ ἄθεος κομμουνισμὸς διεξάγει ἀνοικτὴ πάλη ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν ἐφαρμογὴ
κάθε εἴδους ἐκβιασμῶν, διασώζει τὴν Ἐκκλησία ἡ ἀνδρεία τῶν γυναικών, ἡ αὐτοθυσία
τους, ἡ ἑτοιμότητά τους γιὰ κάθε εἴδους παθήματα. Παντοῦ παρατηροῦμε ὅτι οἱ
γυναῖκες στὶς Ἐκκλησίες ἀποτελοῦν τὸ μεγαλύτερο ποσοστό. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι
στὶς Ἐκκλησίες κατὰ τὶς ἀκολουθίες οἱ γυναῖκες συνιστοῦν τὴν πλειονότητα,
κάποτε τὰ τρία τέταρτα, κάποτε ὅμως καὶ περισσότερο. Ἂν τώρα ὅλες οἱ γυναῖκες ἀποχωροῦσαν
ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, τότε αὐτὴ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρχει, γιατί οἱ ἄνδρες ποὺ ἐκπληρώνουν
ὑψηλὴ ποιμαντικὴ διακονία, κατέχοντας ὑψηλὲς ἱεραρχικὲς θέσεις, θὰ ἔμεναν ὀλιγάριθμοι
καί, μὲ ἁπλὰ λόγια, θὰ ἦταν γι’ αὐτοὺς ἀπὸ ὑλικῆς πλευρᾶς ἀδύνατον νὰ
διατηρήσουν τὴν Ἐκκλησία.
Συνεπῶς ὁ ρόλος τῆς
γυναίκας στὴν Ἐκκλησία εἶναι μεγάλος, καὶ ὅλοι μας πρέπει νὰ σκεφτοῦμε τὸ
φαινόμενο αὐτό. Στὴ χριστιανική μας διδασκαλία γιὰ τὸν ἄνθρωπο, μιλώντας
θεολογικά, ἡ γυναίκα παρουσιάζεται στὸ ἴδιο ἀκριβῶς μέτρο ὡς ἄνθρωπος, ὅπως καὶ
ὁ ἄνδρας. Οἱ δυνατότητες τῆς διακονίας της μέσα στὴν ἱστορία εἶναι ἀπεριόριστες.
Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς Λόγος σαρκώθηκε ἀπὸ γυναίκα καταδεικνύει ὅτι ἡ γυναίκα δὲν
εἶναι καθόλου μειωμένη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἐδῶ ὅμως θέλω νὰ ἐκφράσω
τὸ βασικότερο νόημα τῆς ὁμιλίας μου. Ὅλα, ὅσα εἶπα μέχρι τὴ στιγμὴ αὐτή, ἦταν
μόνο εἰσαγωγικά, γιὰ νὰ σταθοῦμε ὅλοι σὲ σαφῆ πορεία σκέψεως. Ἂν μιλᾶμε γιὰ τὴ
μεγάλη σπουδαιότητα τῆς γυναίκας, τότε καὶ οἱ ἴδιες οἱ γυναῖκες ὀφείλουν νὰ
δικαιώσουν τὴ σπουδαιότητά τους αὐτὴ, νὰ δικαιώσουν τὸν ἑαυτό τους σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα
τῆς ζωῆς τῆς ἀνθρωπότητος. Τὸ οὐσιωδέστερο ὅμως γι’ αὐτὲς ἔργο, τὸ σπουδαιότερο
λειτούργημά τους, εἶναι ἡ Μητρότητα: «Καὶ ἐκάλεσεν Ἀδὰμ τὸ ὄνομα τῆς γυναικὸς αὐτοῦ
Ζωή, ὅτι αὕτη μήτηρ πάντων τῶν ζώντων». Γιὰ νὰ ἀνυψώσουν τὴν ἀνθρωπότητα οἱ
γυναῖκες, πρέπει νὰ φέρνουν στὸν κόσμο παιδιὰ μὲ τὸν τρόπο ποὺ μᾶς διδάσκει ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχουν ὅμως δύο εἴδη γεννήσεως, τὸ ἕνα κατὰ σάρκα, τὸ ἄλλο
κατὰ πνεῦμα. Ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν Νικόδημο: «Τὸ γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκὸς σάρξ ἐστι,
καὶ τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Πνεύματος πνεῦμα ἐστι. Μὴ θαυμάσης ὅτι εἶπόν σοι, δεῖ
ὑμᾶς γεννηθῆναι Ἄνωθεν». Ἐπειδὴ οἱ γυναῖκες τῆς ἐποχῆς μας ἔχασαν τὴν ὑψηλὴ αὐτὴ
συνείδηση, ἄρχισαν νὰ γεννοῦν προπαντὸς κατὰ σάρκα. Τὰ παιδιὰ μας ἔγιναν ἀνίκανα
γιὰ τὴν πίστη. Συχνὰ ἀδυνατοῦν νὰ πιστέψουν ὅτι εἶναι εἰκόνα τοῦ Αἰωνίου Θεοῦ. Ἡ
μεγαλύτερη ἁμαρτία στὶς ἡμέρες μας ἔγκειται στὸ ὅτι οἱ ἄνθρωποι βυθίστηκαν στὴν
ἀπόγνωση καὶ δὲν πιστεύουν πιὰ στὴν Ἀνάσταση. Ὁ θάνατος τοῦ ἀνθρώπου ἐκλαμβάνεται
ἀπὸ αὐτοὺς ὡς τελειωτικὸς θάνατος, ὡς ἐκμηδένιση, ἐνῶ πρέπει νὰ θεωρεῖται ὡς
στιγμὴ ἀλλαγῆς τῆς μορφῆς τῆς ὑπάρξεώς μας· ὡς ἡμέρα γεννήσεώς μας στὴν ἀνώτερη
ζωή, σὲ ὁλόκληρο πλέον τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς ποὺ ἀνήκει στὸν Θεό. Ἀλήθεια, τὸ Εὐαγγέλιο
λέει: «Ὁ πιστεύων εἰς τὸν Υἱὸν ἔχει ζωὴν αἰώνιον ὁ δὲ ἀπειθῶν τῷ Υἱῶ οὐκ ὄψεται
ζωὴν». «Ἀμήν, ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι… ὁ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον,
καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν». «Ἀμήν,
ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν τὶς τὸν λόγον τὸν ἐμὸν τηρήση, θάνατον οὐ μὴ θεωρήση εἰς τὸν
αἰώνα». Παρόμοιες λοιπὸν ἐκφράσεις μποροῦμε νὰ ἀναφέρουμε πολλές.
Συχνὰ ἀκούω ἀπὸ τοὺς
ἀνθρώπους: Πῶς ἢ γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτά; Γιατί ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων ἔχασε
τὴν ἱκανότητα νὰ πιστεύει; Δὲν εἶναι ἄραγε ἡ νέα ἀπιστία συνέπεια τῆς εὐρύτερης
μορφώσεως, ὅταν αὐτὸ ποὺ λέει ἡ Γραφὴ γίνεται μύθος, ἀπραγματοποίητο ὄνειρο;
Ἡ Πίστη, ἡ ἱκανότητα
γιὰ τὴν πίστη, δὲν ἐξαρτᾶται πρωτίστως ἀπὸ τὸν βαθμὸ μορφώσεως τοῦ ἀνθρώπου.
Πράγματι παρατηροῦμε ὅτι στὴν ἐποχή μας, κατὰ τὴν ὁποία διαδίδεται ἡ μόρφωση, ἡ
πίστη ἐλαττώνεται, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε οὐσιαστικὰ νὰ συμβαίνει τὸ ἀντίθετο· ὅσο δηλαδὴ
πλατύτερες γίνονται οἱ γνώσεις τοῦ ἀνθρώπου, τόσο περισσότερες ἀφορμὲς ἔχει γιὰ
νὰ ἀναγνωρίζει τὴ μεγάλη σοφία τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. Σὲ τί λοιπὸν
συνίσταται ἡ ρίζα τῆς ἀπιστίας;
Πρὶν ἀπ’ ὅλα ὀφείλουμε
νὰ ποῦμε ὅτι τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι πρωτίστως ἔργο τῶν γονέων, τῶν πατέρων καὶ τῶν
μητέρων. Ἂν οἱ γονεῖς φέρονται πρὸς τὴν πράξη τῆς γεννήσεως τοῦ νέου ἀνθρώπου μὲ
σοβαρότητα, μὲ τὴ συνείδηση ὅτι τὸ γεννώμενο βρέφος μπορεῖ νὰ εἶναι ἀληθινὰ «υἱὸς
ἀνθρώπου» κατ’ εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου, δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ, τότε
προετοιμάζονται γιὰ τὴν πράξη αὐτὴ ὄχι ὅπως συνήθως γίνεται αὐτό. Νὰ ἕνα ὑπέροχο
παράδειγμα· ὁ Ζαχαρίας καὶ ἡ Ἐλισάβετ προσεύχονταν γιὰ πολὺ καιρὸ νὰ τοὺς
χαρισθεῖ τέκνο… Καὶ τί συνέβη λοιπόν; «Ὤφθη δὲ αὐτῷ (τῷ Ζαχαρία) ἄγγελος Κυρίου
ἐστὼς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. Καὶ ἐταράχθη Ζαχαρίας ἰδών, καὶ
φόβος ἐπέπεσεν ἐπ’ αὐτόν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος- μὴ φοβοῦ, Ζαχαρία·
διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱὸν σοί, καὶ
καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην καὶ ἔσται χαρὰ σοὶ καὶ ἀγγαλίασις, καὶ πολλοὶ ἐπὶ
τῆ γεννήσει αὐτοῦ χαρήσονται. Ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου… καὶ Πνεύματος
Ἁγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπιστρέψει
ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν».
Βλέπουμε μάλιστα στὴ
συνέχεια ὅτι ὁ Ἰωάννης, εὑρισκόμενος ἀκόμη στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του, ἀναγνώρισε
τὴν ἐπίσκεψη τῆς μητέρας τοῦ Χριστοῦ, σκίρτησε ἀπὸ χαρὰ καὶ ἡ χαρά του
μεταδόθηκε στὴ μητέρα του. Τότε ἐκείνη γέμισε μὲ προφητικὸ Πνεῦμα. Ἄλλο
παράδειγμα εἶναι ἡ προφήτιδα Ἄννα.
Ἔτσι καὶ τώρα· ἂν οἱ
πατέρες καὶ οἱ μητέρες θὰ γεννοῦν παιδιὰ συναισθανόμενοι τὴν ἄκρα σπουδαιότητα
τοῦ ἔργου αὐτοῦ, τότε τὰ παιδιά τους θὰ γεμίζουν ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιο, ἤδη ἀπὸ τὴν
κοιλιὰ τῆς μητέρας- καὶ ἡ πίστη στὸν Θεό, τὸν Δημιουργὸ τῶν ἁπάντων, ὡς πρὸς τὸν
Πατέρα τους, θὰ γίνει γι’ αὐτὰ φυσική, καὶ καμία ἐπιστήμη δὲν θὰ μπορέσει νὰ
κλονίσει τὴν πίστη αὐτή, γιατὶ «τὸ γεννώμενον ἐκ Πνεύματος πνεῦμα ἔστιν». Ἡ ὕπαρξη
λοιπὸν τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐγγύτητά του σὲ μᾶς εἶναι γιὰ μία τέτοια ψυχὴ ὀφθαλμοφανὲς
γεγονός. Καὶ ἡ ἀπιστία τῶν πολυμαθῶν ἢ τῶν ἀμαθῶν στὰ μάτια τῶν τέκνων αὐτῶν τοῦ
Θεοῦ θὰ εἶναι ἁπλῶς ἀπόδειξη ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι δὲν γεννήθηκαν ἀκόμη Ἄνωθεν,
καὶ ἀκριβῶς ἐξαιτίας τοῦ γεγονότος αὐτοῦ δὲν πιστεύουν στὸν Θεό, διότι εἶναι ἐξ
ὁλοκλήρου σάρκα, γεννημένοι ἀπὸ σάρκα.
Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἀποτελεῖ
πραγματικὸ πρόβλημα γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τὸν προορισμό της, εἶναι τὸ πῶς νὰ πείσει
τοὺς ἀνθρώπους ὅτι εἶναι ἀληθινὰ τέκνα καὶ θυγατέρες τοῦ αἰωνίου Πατρός· πῶς νὰ
δείξει στὸν κόσμο τὴ δυνατότητα μίας ἄλλης ζωῆς, ὅμοιας πρὸς τὴ ζωὴ τοῦ ἰδίου
τοῦ Χριστοῦ, ἢ τὴ ζωὴ τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἁγίων. Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ φέρει
στὸν κόσμο ὄχι μόνο τὴν πίστη στὴν ἀνάσταση, ἀλλὰ καὶ τὴ βεβαιότητα γι’ αὐτήν.
Τότε περιττεύει ἡ ἀπαίτηση γιὰ ὁποιεσδήποτε ἄλλες ἠθικιστικὲς διδασκαλίες.
Γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου