Ἡ θεσπέσια ὑμνολογία τοῦ Πάσχα
Τὸ Ἅγιο Πάσχα εἶναι
ἡ κορυφαία ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία μᾶς πληροφορεῖ
πώς, μαζὶ μὲ τὴν ἐβδομαδιαία ἑορτὴ τῆς Κυριακῆς, ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ ἀρχαιότερη
χριστιανικὴ ἑορτή. Κατ’ αὐτὴ ἐορτάζεται τὸ μέγα γεγονός τῆς ἐκ τῶν νεκρῶν ἀναστάσεως
τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ νίκη Του κατὰ τοῦ Ἅδη καὶ τοῦ θανάτου, ἡ ἀπαρχὴ
τῆς ἡμῶν ἀναστάσεως καὶ ὁ θρίαμβος τῆς ζωῆς!
Τὸ χαρμόσυνο αὐτὸ
γεγονὸς φρόντισε ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἀνὰ τοὺς αἰῶνες νὰ τὸ ἑορτάζει μὲ ξεχωριστὴ
λαμπρότητα. Μεγάλοι ποιητὲς ὑμνογράφοι καὶ μελῳδοὶ συνέθεσαν γιὰ τὴ μεγάλη αὐτὴ
ἑορτή, ὕμνους ἄφθαστου μεγαλείου καὶ ποιητικῆς ἀξίας. Ἀπὸ τοὺς γνωστοὺς ὑμνογράφους
τοῦ Πάσχα ξεχωρίζουμε τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Δαμασκηνὸ καὶ τὸν Ρωμανὸ τὸν Μελῳδό. Ὁ
μὲν Ἰωάννης συνέθεσε τὸν κανόνα τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου καὶ ὁ Ρωμανὸς τὸ
κοντάκιο τῆς ἑορτῆς.
Ὁ πιὸ ἀγαπητὸς ἀναστάσιμος
ὕμνος εἶναι ἀναμφίβολα τὸ «Χριστὸς ἀνέστη, ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ
τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος». Πρόκειται γιὰ τὸν θριαμβευτικὸ παιάνα τῆς
πιὸ μεγάλης νίκης ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ποτὲ δὲν ἔχουν ἀποδοθεῖ τόσο πυκνὰ νοήματα,
ποὺ γιὰ νὰ ἀναλυθοῦν θὰ γράφονταν ἕνα ὁλόκληρο βιβλίο, σὲ ἕνα τόσο μικρὸ ὕμνο!
Ὁ κανόνας τῆς ἐξαίσιας
ἑορτῆς ἀποτελεῖ πραγματικὰ ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ἀριστουργήματα τῆς παγκοσμίου
λογοτεχνίας, ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ὁ μεγαλύτερος ποιητὴς καὶ μελῳδὸς τῆς Ἐκκλησίας
μας, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς (η΄ αἰών.), συνέθεσε αὐτὸ τὸ ὑπέροχο ποίημα
σαφῶς κάτω ἀπὸ θεία ἔμπνευση. Ἡ ἀξία του ἔγκειται ἀφ’ ἑνὸς μὲν στὴν καταπληκτικῆ
λογοτεχνικῆ τοῦ σύνθεση, στὸν πλοῦτο καὶ τὸ σπάνιο λεξιλόγιο, στὶς ζωηρὲς εἰκόνες,
στὴν πλοκὴ τῶν γεγονότων, καὶ ἀφ’ ἑτέρου στὰ σπουδαιότατα θεολογικὰ μηνύματα ποὺ
ὑπάρχουν σ’ αὐτόν. Εἶναι γνωστὸ πὼς ὁ μεγάλος ποιητὴς χρησιμοποίησε ὡς βάση τῶν
τροπαρίων τοῦ ἀναστάσιμου κανόνα ἀποσπάσματα ἀπὸ τοὺς πανηγυρικοὺς λόγους τοῦ ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ, τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ποιητῆ τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ ὁποίου
ἀκόμα καὶ τὰ πεζὰ κείμενα εἶναι ἀπὸ μόνα τους καταπληκτικὰ ποιήματα!
Ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν
α΄ Ὠδὴ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος παραλληλίζει τὸ Χριστιανικὸ μὲ τὸ Ἰουδαϊκὸ Πάσχα. Ὅπως
οἱ Ἰσραηλίτες μὲ τὴ θαυμαστὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ πέρασαν ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τῆς Αἰγύπτου
στὴν ἐλευθερία, ἔτσι καὶ ἐμεῖς μὲ τὴν ἁγία Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ περάσαμε ἀπὸ τὴ
σκλαβιὰ τῆς νοητῆς Αἰγύπτου, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς φθορᾶς στὴ λύτρωση καὶ τὴ
θέωση. Καλεῖται λοιπὸν ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα νὰ ἑορτάσει λαμπρὰ τὸ μεγάλο καὶ
σωτήριο αὐτὸ γεγονός. «Ἀναστάσεως ἡμέρα λαμπρινθῶμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα, ἐκ
γὰρ θανάτου πρὸς ζωὴν καὶ ἐκ γῆς πρὸς οὐρανὸν Χριστὸς ὁ Θεός, ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον
ᾄδοντας».
Στὸ δεύτερο καὶ
τρίτο τροπάριο καλοῦνται οἱ πιστοὶ νὰ καθαρίσουν τὶς αἰσθήσεις γιὰ νὰ μπορέσουν
νὰ δοῦν τὸ ἐκθαμβωτικὸ ἀναστάσιμο φῶς. Καλοῦνται ἐπίσης οἱ οὐρανοί, ἡ γῆ, ὅλος ὁ
ὁρατὸς καὶ ὁ ἀόρατος κόσμος νὰ ἑορτάσει τὸ εὐφρόσυνο γεγονὸς τῆς Ἐγέρσεως τοῦ
Κυρίου.
Στὸν εἱρμὸ τῆς γ΄ Ὠδῆς
ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος προτρέπει τοὺς πιστούς, ὅπως οἱ Ἰσραηλίτες ἤπιαν νερὸ ἀπὸ τὴν
ἄγονη πέτρα, νὰ κοινωνήσουν ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς ἀφθαρσίας, "πόμα καινόν"
ποὺ εἶναι ὁ Ἀναστὰς Χριστός. Τὸ δεύτερο τροπάριο εἶναι ἴσως τὸ πιὸ πομπῶδες καὶ
θριαμβευτικὸ ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα, « Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανὸς τε καὶ γῆ
καὶ τὰ καταχθόνια, ἐορταζέτω γοῦν πᾶσα κτίσις τὴν ἔγερσιν Χριστοῦ, ἐν ᾗ ἐστερέωται».
Ἡ Ὑπακοή, ποίημα ἀγνώστου
ποιητῆ, παρουσιάζει ἀριστοτεχνικὰ τὸ γεγονὸς τῆς ἐπισκέψεως τῶν μυροφόρων
γυναικῶν στὸ τάφο τοῦ Κυρίου καὶ τὸν περίφημο διάλογο αὐτῶν μὲ τὸν ἄγγελο τῆς Ἀναστάσεως.
Στὴν γ΄ Ὠδὴ ὁ ποιητὴς
ἀνατρέχει στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, στὸν προφήτη Ἀββακούμ, ὁ ὁποῖος προεῖδε τὴν ἀνάσταση
τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἐπίσης στὸ δεύτερο καὶ τὸ τρίτο τροπάριο τῆς ἴδιας Ὠδῆς ἀναφέρεται
σὲ προτυπώσεις τῆς ἀναστάσεως στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «ἐνιαύσιος
ἀμνός» ὁ «βροτὸς ἀμνός», ὁ «ἄμωμος καὶ ἄγευστος κηλίδος» τοῦ ἑβραϊκοῦ πάσχα.
Προτρέπονται ἐπίσης οἱ πιστοὶ νὰ σκιρτήσουν ἀπὸ χαρά, ὅπως «Ὁ θεοπάτωρ Δαυὶδ πρὸ
τῆς σκιώδους κιβωτοῦ», διότι «ἀνέστη Χριστὸς ὡς παντοδύναμος».
Στὴν ε΄ Ὠδή μᾶς
προτρέπει νὰ μιμηθοῦμε τὶς ἅγιες μυροφόρες καὶ ὅπως ἐκεῖνες, «Ὀρθρίσωμεν ὄρθρου
βαθέως καὶ ἀντὶ μύρου τὸν ὕμνον προσοίσομεν τῷ Δεσπότῃ», ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ ἥλιος
τῆς δικαιοσύνης καὶ ἀνατέλλει χάριν κάθε ζωῆς. Στὸ γ΄ τροπάριο τῆς ἴδιας Ὠδῆς
προτρέπει τοὺς πιστοὺς νὰ προσέλθουν «λαμπαδηφόροι» γιὰ νὰ συνεορτάσουν «ταὶς
φιλεόρτοις τάξεσι» τὸ σωτήριο Πάσχα τοῦ Θεοῦ.
Στὴν στ΄ Ὠδὴ ὁ ἱερὸς
ποιητὴς ἀναφέρεται στὴ θαυμαστὴ προτύπωση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου στὸ πρόσωπο
καὶ τὰ παθήματα τοῦ προφήτη Ἰωνᾶ. Στὸ δεύτερο τροπάριο παραλληλίζεται ἡ θαυμαστὴ
μετὰ τόκον παρθενία τῆς Θεοτόκου μὲ τὴ θαυμαστὴ ἔγερση τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν τάφο
χωρὶς νὰ ἀφήσει ἴχνη. «Φυλάξας τὰ σήμαντρα σῶα Χριστέ, ἐξηγέρθης τοῦ τάφου, ὁ τὰς
κλεὶς τῆς παρθένου μὴ λυμηνάμενος ἐν τῷ τόκῳ σου…».
Ὑπέροχο εἶναι
πραγματικὰ καὶ τὸ κοντάκιο τῆς ἑορτῆς, ποίημα τοῦ μεγάλου ποιητῆ τῶν κοντακίων
Ρωμανοῦ τοῦ Μελῳδοῦ (στ΄ αἰών.). «Εἰ καὶ ἐν τάφῳ κατῆλθες ἀθάνατε…» καὶ ὁ οἶκος
«Τὸν πρὸ ἡλίου Ἥλιον…» Σὲ αὐτὰ ὑμνεῖται ἡ μεγάλη νίκη τοῦ Χριστοῦ κατὰ τοῦ Ἅδη
καὶ τὸ μεγάλο θάρρος τῶν ἁγίων μυροφόρων γυναικῶν, οἱ ὁποῖες πῆγαν στὸν
ζωήβρυτο τάφο τοῦ Χριστοῦ καὶ εἶχαν τὴν ξεχωριστὴ τιμὴ νὰ δοῦν πρῶτες τὸν Κύριο
ἀναστάντα.
Ἡ ζ΄ καὶ η΄ Ὠδὴ γ΄,
ὅπως εἶναι γνωστό, ἀναφέρονται στὸ πάθος καὶ τὴ θαυμαστὴ διάσωση τῶν ἁγίων τριῶν
Παίδων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, Οἱ εὐλογημένοι ἐκεῖνοι Παῖδες εἶναι ξεκάθαρη
προτύπωση τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Πάθους καὶ τῆς Ἀναστάσεώς Του. Αὐτὸς ποὺ ἔσωσε τοὺς ἀδίκως
παθόντας Παῖδες ἀπὸ τὴν κάμινο τοῦ πυρὸς τῆς καιομένης «γενόμενος ἄνθρωπος,
πάσχει ὡς θνητὸς καὶ διὰ πάθους τὸ θνητὸν ἀφθαρσίας ἐνδύει εὐπρέπειαν». Τὸ
δεύτερο τροπάριο τῆς ζ΄ Ὠδῆς εἶναι μιὰ καταπληκτικὴ νικητήρια ὠδή, «Θανάτου ἑορτάζομεν
νέκρωσιν, ᾄδου τὴν καθαίρεσιν…». Ὑμνεῖται ἡ ἧττα τοῦ μεγαλυτέρου καὶ μέχρι τότε
ἀνίκητου ἐχθροῦ τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ θανάτου, ποὺ εἶναι προϊὸν τῆς ἁμαρτίας. Στὸν
εἱρμό της η΄ Ὠδὴς ἐξαίρεται ἡ ἁγία ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως, ὡς «Κλητὴ καὶ ἁγία ἡμέρα…βασιλὶς
καὶ κυρία, ἑορτῶν ἑορτὴ καὶ πανήγυρις ἐστὶ πανηγύρεων, ἐν ᾗ εὐλογοῦμεν Χριστὸν
εἰς τοὺς αἰῶνας».
Ἡ θ΄ Ὠδὴ τοῦ
περιφήμου αὐτοῦ κανόνα εἶναι τὸ ποιητικότερο μέρος του. Ὅπως εἶναι γνωστὸ ἡ θ΄ Ὠδὴ
τῶν κανόνων εἶναι ἀφιερωμένη στὴ Θεοτόκο. Σ’ αὐτὴ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος ἐπιστράτευσε
ὅλο τὸ ποιητικὸ τοῦ ταλέντο καὶ συνέθεσε, ὑπὸ θεία ἔμπνευση φυσικά, τροπάρια ἄφθαστου
μεγαλείου. Μὲ ἄκρατο λυρισμὸ ἀποκαλεῖ τὴν θεοδόχο Παρθένο νοητὴ «Νέα Ἱερουσαλήμ»
καὶ «Σιὼν» καὶ τὴν προτρέπει νὰ φωταγωγηθεῖ, νὰ χορέψει καὶ νὰ χαρεῖ γιὰ τὴν ἔγερση
τοῦ θείου τόκου Της. Στὸ δεύτερο τροπάριο ἐξαίρεται ἡ θεία καὶ φίλη γλυκύτατη ὑπόσχεση,
πού μας ἔχει δώσει ὁ Ἀναστὰς Χριστὸς καὶ εἶναι γιὰ μᾶς «ἄγκυρα ἐλπίδος», ὅτι θὰ
εἴμαστε ἐνωμένοι μὲ Αὐτὸν στοὺς ἀτέρμονες αἰῶνες. Ἐπίσης στὸ τρίτο τροπάριο ὑμνεῖται
τὸ ἅγιο Πάσχα καὶ ὀνομάζεται μέγα καὶ ἱερότατο καὶ δέεται ὁ ποιητὴς στὴν Σοφία
καὶ τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν Ἀναστάντα Κύριο, νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ μετάσχουμε «ἐν τῇ ἀνεσπέρῳ
ἡμέρᾳ τῆς βασιλείας» Του.
Καταπληκτικὰ καὶ
ποιητικὰ ἀριστουργήματα εἶναι ἐπίσης καὶ τὰ τέσσερα στιχηρὰ τῶν αἴνων, «Πάσχα ἱερὸν
ἡμῖν σήμερον ἀναδέδεικται…», «Δεῦτε ἀπὸ θέας, γυναῖκες εὐαγγελίστριαι…», «Αἱ
μυροφόραι γυναῖκες ὄρθρου βαθέως…» καὶ «Πάσχα τὸ τερπνόν…». Σὲ αὐτὰ ὑμνεῖται τὸ
μέγα γεγονὸς τῆς ἀναστάσεως, καθὼς ἐπίσης καὶ ὁ πρωταγωνιστής του ὁ Ἀναστὰς
Κύριος. Τὰ ἱερὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων μυροφόρων καθίστανται οἱ ἀψευδεῖς καὶ ἐνθουσιώδεις
εὐαγγελίστριές της πιὸ εὐφρόσυνης ἀγγελίας ὅλων τῶν ἐποχῶν, «τῆς ἀναστάσεως
Χριστοῦ».
Τέλος στὸ θεσπέσιο
δοξαστικὸ τῶν αἴνων «Ἀναστάσεως ἡμέρα καὶ λαμπρινθῶμεν τῇ πανηγύρει…»
καλούμαστε ὅλοι νὰ ἀφήσουμε τὴν κακία καὶ «ἀλλήλους περιπτυξώμεθα. Εἴπωμεν ἀδελφοί,
καὶ τοῖς μισοῦσιν ἡμᾶς, συγχωρήσωμεν πάντα τῇ ἀναστάσει», γιὰ νὰ μπορέσουμε ἔτσι,
μὲ ἕνα στόμα, νὰ ψάλλουμε ἄπειρες φορὲς καὶ μὲ δάκρυα χαρὰς στὰ μάτια, τὸ
νικητήριο παιάνα μας, «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοὶς
ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος».
Λάμπρος Σκόντζος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου