Θεοδωράκη, τί εἶναι αὐτὰ ποὺ εἶπες!
Ὁ Κυβερνήτης ἔρχεται
εἰς τὴν Ἑλλάδα τὸν Ἰανουάριον, πηγαίνει εἰς τὴν Αἴγιναν, ὅπου ἦτον ἡ Ἀντικυβερνητικὴ
ἐπιτροπὴ καὶ τὸ Βουλευτικόν. Ἐκεῖ ἐπῆγαν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ἔγινε δοξολογία καὶ
δὲν ἠθέλησε νὰ ὁρκωθεῖ πρὶν νὰ κάμει τὰς παρατηρήσεις του. Εἶπε ὅτι: ἂν θέλετε
νὰ διοικήσω, νὰ διαλυθεῖ τὸ Βουλευτικό, διότι ἐγὼ δὲν ἐμπορῶ νὰ δουλεύσω. Ἔχει ἡ
πατρίς μας καὶ ἐχθροὺς καὶ φίλους, ἢ ἂν καὶ δὲν θέλετε, ἐγὼ μένω καὶ θέλει
δουλεύσω ὅσο εἶναι δυνατόν, ὡς μερικός. Τοὺς εἶπε αἴτια ἐξωτερικά.
Διελύθηκε μόνον του
τὸ Βουλευτικό, καὶ ἂν ἦτον κανένας βουλευτὴς δυσαρεστημένος, ἦτον περισσότερον
διὰ τοὺς μισθούς του. Ὀργάνισε τὸ κράτος, ἔστειλε ἐπάρχους, ἐκτάκτους ἐπιτρόπους,
ἄρχισε ἀνταπόκριση τακτική, ὁ καθένας νὰ γνωρίζει τὰ χρέη του. Ὁ στρατιωτικὸς ὡς
στρατιωτικός, ὁ πολιτικὸς σὰν πολιτικός. Ἐσύστησε τὸ Πανελλήνιον καὶ τοὺς ἔβαλε
ὅλους τοὺς ἄρχοντας μέσα· τὸν Κουντουριώτην τὸν ἔκαμε πρόβουλον τῆς Οἰκονομίας,
τὸν Ζαΐμην πρόβουλον τοῦ Ἐσωτερικοῦ.
Μολαταῦτα ἄρχισαν
κάτι νὰ μιλοῦν, κάτι νὰ ἀντενεργοῦν, παρὰ μυστικά. Καὶ πρὶν νὰ ἔλθει ὁ
Κυβερνήτης, ἐγύρευαν νὰ ἀντενεργήσουν μερικοί, διατὶ ἐπρόβλεπαν ὅτι ὅταν
συστηθεῖ μία τακτικὴ Κυβέρνησις δὲν ἠμπορεῖ ὁ καθένας νὰ κάμει ὅ,τι θέλει. Ὁ
Κυβερνήτης αὐτοὺς ὁποὺ τοῦ ἀντιστάθηκαν, αὐτοὺς εἶχε ἀγκαλιάσει πρῶτα. Τὰ
ζιζάνια ἄρχισαν νὰ ἐμβαίνουν. Οἱ ἀδελφοί του, ποὺ νὰ εἶχαν κόψει τὸ ποδάρι τους
ἐκεῖ ποὺ ἐκίνησαν νὰ ἔλθουν εἰς τὴν Ἑλλάδα, ἔφθασαν καὶ ἐκεῖνοι. Ἦλθε καὶ ὁ
Ριμποπιέρος καὶ ὁ Καλεμινότ, ὁ πρέσβης ὁ Γάλλος, διὰ νὰ λάβουν πληροφορίας διὰ
τὲς γαῖες τὲς ἐθνικὲς καὶ διὰ τὰ λοιπά. Ἔκαμε ὁ Κυβερνήτης καὶ ἐπιτροπὴ διὰ νὰ ἐξετάσει
αὐτά. Ἐδιορίσθηκαν καὶ ὅλοι οἱ ἔπαρχοι διὰ νὰ δώσει ὁ καθένας πληροφορίας.
Μία ἡμέρα ἐπῆγα ἐγὼ
καὶ ὁ Ρίζος... εἰς τὸν Ριμποπιέρην. Ἐκεῖ ἦλθε ἡ ὁμιλία καὶ ὁ πρέσβης μᾶς λέει, ὅτι
τοῦ Σουλτάνου πόσον θὰ τοῦ παραξενοφαίνεται νὰ βλέπει τὴν σημαίαν τὴν Ἑλληνικὴν
νὰ περνάει ἀπὸ ἐμπρὸς ἀπὸ τὰ μάτια του, καὶ ἀπὸ τέτοια. Ἄρχισε καὶ ὁ Ρίζος νὰ
τοῦ λέγει, πλὴν φοβισμένα ἀλὰ πολίτα. Ἐγὼ τοῦ λέγω: «Κὺρ Ρίζο, ἄφησέ με νὰ εἰπῶ
καὶ ἐγώ. Ἐξοχώτατε, λέγετε πὼς θὰ ὑποφέρει ὁ Σουλτάνος νὰ βλέπει τὴν σημαίαν
μας νὰ περνάει ἀπὸ ἐμπροσθά του, καὶ ὅτι τοῦ κακοφαίνεται - καὶ δὲν μᾶς
κακοφαίνεται καὶ ἐμᾶς ὁποὺ τοὺς ὑποφέραμεν τόσον καιρὸν εἰς τὴν γῆν τῶν
προγόνων μας, καὶ κάθεται ἀκόμη εἰς τὰ πατρικά μας σπίτια καὶ τοὺς ὑποφέρομεν ἀκόμη,
καὶ ἐκεινοῦ θὰ τοῦ κακοφανεῖ διατὶ θὰ περνάει ἡ σημαία μας; Αὐτὰ ὅλα νὰ τὰ εἰπεῖς
τοῦ αὐτοκράτορος Νικολάου, σὲ ὁρκίζω εἰς τὴν τιμήν σου νὰ τοῦ τὰ εἰπεῖς».
Τὴν ἄλλην ἡμέραν ὁ
Κυβερνήτης μοῦ λέγει: «Θεοδωράκη, τί εἶναι αὐτὰ ποὺ εἶπες!»
- «Ἂν δὲν εἶναι
καλά, νὰ μὲ συμπαθήσετε, τέτοιας λογῆς εἶμαι μαθημένος».
- «Ὄχι, καλὰ ἀποκρίθηκες».
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου