Ὁ ἱεροψάλτης
Ἡ καλλιφωνία καὶ ἡ ὀρθοφωνία
ἀποτελοῦν, ἀναμφισβήτητα πολὺ σημαντικὰ προσόντα γιὰ ἕνα καλὸ ἱεροψάλτη. Ὅμως δὲν
εἶναι ἀρκετά. Χρειάζεται γνώση τῆς μουσικῆς αὐτῆς καθ᾿ ἑαυτῆς, τῆς ὑμνολογίας
καὶ τῆς λειτουργικῆς πράξεως, ποὺ θὰ τὸν βοηθήσουν νὰ κατακτήσει τὴ σοφία τῆς
μουσικῆς του παραδόσεως καὶ νὰ ἀνακαλύψει τὶς προσφορότερες μεθόδους γιὰ τὴ
σωστὴ ἄσκηση τοῦ λειτουργήματός του. Ὀφείλει ἀκόμη νὰ γνωρίζει πολὺ καλὰ τὸ χῶρο
τῆς λατρείας, τὸν Ἱερὸ Ναὸ καὶ τὰ τελούμενα σ᾿ αὐτόν, μὲ ὅλους τοὺς
συμβολισμούς τους γιὰ νὰ ξέρει ποιὰ εἶναι ἡ θέση του καὶ πῶς πρέπει νὰ
συμπεριφέρεται μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ χῶρο. Ὀφείλει ἐπίσης νὰ γνωρίζει ὁ ἱεροψάλτης ὅτι
ἡ μουσικὴ στὴ λατρεία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας δὲν ἀποτελεῖ αὐτοσκοπό, τέχνη γιὰ
τὴν τέχνη, ἀλλὰ μέσον γιὰ τὴν κατάνυξη τῶν ψυχῶν καὶ τὴν ἐπικοινωνία τους μὲ τὸ
Θεό.
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ μουσικὴ πρέπει νὰ ἐπενδύει διακριτικὰ τὸ ποιητικὸ κείμενο καὶ νὰ βοηθᾷ στὴν ἀνάδειξη τῶν βαθύτερων νοημάτων του, νὰ ἑρμηνεύει «τὴν τῶν λεγομένων διάνοιαν», ὅπως λέει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Τὸ ὑπερβολικὰ καλλωπισμένο μέλος καὶ τὰ
πολλὰ μελῳδικὰ στολίδια ἐκθηλύνουν τὴν ψαλμῳδία καὶ τὴν καθιστοῦν γλυκεῖα καί, ἑπομένως,
ἀπαράδεκτη πρὸς τὸ δωρικὸ χαρακτῆρα τῆς ὅλης λατρείας. Ἀπὸ τὴ μελέτη τῶν
συνθέσεων τῶν παλαιῶν μελοποιῶν διαπιστώνουμε ὅτι οἱ μελο3δίες εἶναι ἁπλές, χωρὶς
μουσικοὺς ἀκροβατισμοὺς καὶ μετατροπίες σὲ ἄλλους ἤχους. Οἱ πολλὲς μετατροπίες
δείχνουν ἀδυναμία τοῦ ψάλτη νὰ βρεῖ διεξόδους μέσα ἀπὸ τὸν ἴδιο ἦχο τοῦ ὕμνου. Ὀφείλει
ἐπίσης νὰ σέβεται τὶς συνθέσεις τῶν παλαιῶν μελοποιῶν καὶ νὰ μὴν τὶς ἀλλοιώνει
γιὰ νὰ τὶς φτιάξει δῆθεν καλλίτερες.
Ἡ θέση τοῦ ἱεροψάλτη
εἶναι περίοπτη καὶ εὔκολα, κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο, μποροῦν «τὰ μυαλά του νὰ
πάρουν ἀέρα». Γι᾿ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾷ ὅτι κατέχει αὐτὴ τὴ θέση ὡς ἐκπρόσωπος
τοῦ λαοῦ γιὰ νὰ ἀναφέρει τὶς προσευχὲς ὅλων τῶν πιστῶν στὸ Θεό. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι
δὲν ψάλλει γιὰ τὸν ἑαυτό του, γιὰ τὴ δική του εὐχαρίστηση, ἀλλὰ ἐξ ὀνόματος τῶν
πιστῶν, τοὺς ὁποίους ὀφείλει νὰ ὑπηρετεῖ καὶ νὰ ἐκφράζει μὲ πολλὴ σεμνότητα καὶ
φόβο Θεοῦ, ἔχοντας πάντοτε κατὰ νοῦν ὅτι, λόγω ἀκριβῶς τῆς περίοπτης θέσεώς
του, ὅλοι τὸν παρατηροῦν καὶ ὅλοι προσέχουν τὴ συμπεριφορὰ τοῦ (τὴ στάση του, τὶς
κινήσεις του, ἂν κάνει τὸ σταυρό του, ἂν κοινωνεῖ κλπ.).
Γιὰ νὰ μπορέσει ὁ ἱεροψάλτης
νὰ ὁδηγήσει τοὺς πιστοὺς σὲ κατάνυξη καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸ Θεό, πρέπει πρῶτος αὐτὸς
νὰ νοιώσει τὴν ἀληθινὴ κατάνυξη. Μὲ τὴν κατάνυξη καὶ τὴ ζεστασιὰ τῆς ψυχῆς του
θὰ ζεστάνει στὴ συνέχεια τὶς ψυχὲς ὅλων τῶν πιστῶν καὶ θὰ τὶς βοηθήσει νὰ ἀποβάλουν
τὸ «ἐγώ», δηλαδὴ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴ φιλαυτία τους καὶ νὰ γίνουν «ἐμεῖς» δηλαδὴ
νὰ γίνουν σῶμα Χριστοῦ, νὰ ἐκκλησιοποιηθοῦν καὶ νὰ ἐπιτύχουν μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο
τὴ σωτηρία τους ποὺ εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ἐκκλησίας μας. Ἔτσι ἑνωμένοι θὰ ἐπικοινωνήσουν
μὲ τὸ Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή τους. Τὸ ἔργο ἑπομένως τῆς ψαλτικῆς εἶναι ἔργο πολὺ ὑψηλό·
δὲν εἶναι ἐπάγγελμα· εἶναι λειτούργημα· καὶ αὐτὸ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ τὸ ξεχνᾷ ὁ ἱεροψάλτης.
Πρωτοπρεσβύτερος Χρῖστος Δ. Κυριακόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου