Γιατί βρισκόμαστε
τελικὰ ἐδῶ;
Ἦταν ἀμέσως μετὰ τὰ ἐγκαίνια ἑνὸς νέου ναοῦ σὲ ὑψόμετρο 1600 μ. στὴ Δυτικὴ
Κένυα. Πρὸς τὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας, ἕνας διάκονος μοῦ εἶπε ψιθυριστά: Ἡ
κόρη τοῦ π. Παύλου κατὰ τὶς 11:00 τὸ μεσημέρι πέθανε, θὰ τοῦ τὸ πεῖτε βέβαια ἐσεῖς.
Ἤξερα τὸ παιδάκι, εἴχαμε προσευχηθεῖ γι' αὐτό. Πολὺ σύντομα ἀπὸ μία ἐλονοσία εἶχε
βρεθεῖ σ' αὐτὴ τὴν δοκιμασία τὴν μεγάλη.
Ἀνεβοκατεβαίνοντας μὲ δυσκολία τοὺς ἀγροτικοὺς δρόμους τῆς ἀπομονωμένης ἐκείνης
ὀρεινῆς περιοχῆς ποὺ ἡ τροπικὴ βροχὴ τοὺς εἶχε κάνει ἰδιαίτερα λασπεροὺς καὶ ἐπικινδύνους,
φτάσαμε νύχτα στὸ σπίτι τοῦ π. Παύλου. Τὸ μικρὸ κοριτσάκι 4 ἐτῶν ἦταν ξαπλωμένο
σὲ ἕνα μεγάλο κρεβάτι σὰν νὰ κοιμόταν γαλήνια. Δίπλα του ἐκείνη ἡ μητέρα μὲ τὰ
μεγάλα καρτερικὰ μάτια καὶ ἐκείνη τὴ βαθειὰ συλλογὴ ποὺ οἱ ἀφρικανίδες γυναῖκες
ἔχουν πάντα στὰ μάτια τους. Ἦταν τόσο καλὸ παιδί, πάντα πρῶτο μὲ χαιρετοῦσε, μοῦ
ψιθύρισε στὴν ἀμηχανία του ὁ πατέρας του.
Διάβασα Τρισάγιο. Εἴπαμε μερικὰ λόγια παρηγορητικά. Πάντα ἐκεῖ, σ' αὐτὲς
τίς ὧρες εἶναι μία εὐκαιρία ἑνὸς μηνύματος. Ἡ Διονυσία πέρασε αὐτὴ τὴ θύρα καὶ
εἶναι στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ ἀγαπημένου της Χριστοῦ. Τὸ βράδυ μόνος στὸ δωμάτιο τοῦ
σχολικοῦ ξενῶνα, ποὺ μᾶς φιλοξένησε, δίπλα στὸ φῶς τῆς λάμπας, καθὼς ἡ βροχὴ ἔπεφτε
στὰ μπανανόφυλλα καὶ στὶς τσίγκινες στέγες, ἀναπολοῦσα τὴ μέρα ποὺ περάσαμε, ἐνῶ
μακρυὰ μέσα στὴ νύκτα ἠχοῦσε ἀκόμα τὸ τύμπανο. Ἦταν σύμφωνα μὲ τὰ ἔθιμα ἀπ' τὸ
σπίτι ποὺ πενθοῦσε.
Στὴν κόπωσή μου ἀναρωτήθηκα, γιατί βρισκόμαστε τελικὰ ἐδῶ; Τί κάνουμε; Ἦρθαν
ἀνακατεμένα στὴν σκέψη μου τὰ διάφορα ποὺ λέγονται γιὰ τὴν ἱεραποστολή:
κήρυγμα, ἀγάπη, ἐκπαίδευση, πολιτισμός, εἰρήνη, ἀνάπτυξη. Ἀπότομα ὅμως ἕνα φῶς ἄστραψε
καὶ ἀποσαφήνισε στὴν ὁμίχλη τοῦ κουρασμένου μου μυαλοῦ, τὴν οὐσία τοῦ
ζητήματος: "Φέρνουμε τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως"!
Κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο ἔχει μοναδικὴ ἀξία, θὰ ἀναστηθεῖ. Ἐδῶ βρίσκεται ἡ ἀνθρώπινη
ἀξιοπρέπεια, ἡ τιμὴ καὶ ἡ ἐλπίδα: Χριστός Ἀνέστη. Τοὺς μαθαίνω νὰ γιορτάζουν
τήν Ἀνάσταση, μέσα στὸ μυστήριο τῆς ἐκκλησίας καὶ νὰ τὴν προγεύονται,
χορεύοντας, χαμογελῶντας καὶ μιλῶντας.
Σὰν σὲ φευγαλέο ὅραμα εἶδα τὴν μικρὴ ἀφρικανίδα νὰ μὲ χαιρετάει πρώτη, ὅπως
τὸ συνήθιζε, βοηθῶντας νὰ καταλάβω πιὸ ἄμεσα τὸ κέντρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς.
Στήν Ἀφρικὴ καὶ στὴν Εὐρώπη καὶ ἕως ἐσχάτων τῆς γῆς. Νὰ μπολιάζεις τοὺς ἀνθρώπους
μὲ τὴν ἀλήθεια, μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως, νὰ τοὺς μαθαίνεις νὰ τὴ
γιορτάζουν μέσα στὴν ἐκκλησία.
Ἐκεῖνο ποὺ λαχταροῦν, ξέρετε, οἱ ἀδελφοί μας στὶς ἀπομακρυσμένες περιοχὲς
τῆς Ἀφρικῆς καὶ τῆς Ἀσίας ἢ ἂν θέλετε στὶς παρυφὲς τῶν μεγάλων καὶ πλουσίων
πόλεων μας, μέσα στὴν ἀποκαρδίωση καὶ τὴ μοναξιά τους, δὲν εἶναι τόσο
παρηγορητικὰ λόγια, μεγάλες κουβέντες, λίγα ὑλικὰ ἀγαθὰ ἢ πολιτιστικὰ ψίχουλα.
Ποθοῦν μυστικὰ ἢ συνειδητὰ τὴν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, τὴν ἐλπίδα, τὴν ὑπέρβαση
τοῦ θανάτου. Τελικὰ ἀναζητοῦν τὸν ζῶντα Χριστό, τὸν τέλειο ἄνθρωπο, τὸν Θεό, τὴν
ὁδὸ καὶ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ζωή.
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κάθε ἡλικίας, πτωχοὶ ἢ πλούσιοι, ἄσημοι ἢ διάσημοι, ἀγράμματοι
ἢ σοφοὶ στὰ βάθη τους λαχταροῦν νὰ γιορτάσουν τὴν ἀνάσταση. Ἐδῶ πιστεύω ὅτι
κορυφώνεται ἡ προσφορὰ τῆς Ὀρθόδοξης μαρτυρίας μας.
Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου