Τὸν ἔχασες τὸ μισθό
σου
Ὁ Γέροντας Πορφύριος, σὰν γιατρός μου, δὲν «ἔβλεπε» μόνο τὶς σωματικές μου ἀσθένειες.
Φρόντιζε καὶ γιὰ τὶς πολλὲς πνευματικὲς ἀτέλειές μου. Προσπάθειά του νὰ βρῶ τὴν
ταπείνωση.
Ἕνα ἀπόγευμα μοῦ τηλεφώνησε στὸ ἰατρεῖο, ἀκριβῶς μετὰ τὴν ὑπερβολικὴ ἐκδήλωση
ἀγάπης ἑνὸς ζεύγους ἀσθενῶν μου, ποὺ περιποιήθηκα.
Μεταφέρω τὰ λόγια του: «Γιωργάκη, εἶμαι ὁ Γέροντας. Ἐμεῖς οἱ δυὸ θὰ πᾶμε
μαζὶ στὴν κόλαση. Θὰ ἀκούσουμε: Ἄφρον, ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν
ἀπὸ σοῦ… Τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου ἀπήλαυσες, ἅ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;»
Τὸν διέκοψα: «Τί ἀπολαύσαμε, Γέροντα, σ’ αὐτὴ τὴ ζωή; Τὸ σαράβαλο αὐτοκίνητο,
τὸ ἄδειο βιβλιάριο ἢ τὸν ἀνύπαρκτο ὕπνο μας;»
Ἀπάντησε ἀπότομα: «Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ λές; Δὲν σοῦ λέει ὁ κόσμος: Τί καλὸς
γιατρὸς ποὺ εἶσαι; Μᾶς ἀγαπᾶς, μᾶς φροντίζεις, δὲν μᾶς γδέρνεις. Καὶ σὺ τὰ ἀποδέχεσαι,
τὰ χάφτεις. Ἔ! Τὸν ἔχασες τὸ μισθό σου. Τὸ ἴδιο παθαίνω καὶ ἐγώ. Μοῦ λένε πὼς ἔχω
χαρίσματα, πὼς μπορῶ νὰ τοὺς ἀκουμπήσω καὶ νὰ κάνω θαύματα, πὼς εἶμαι ἅγιος. Καὶ
τὰ χάφτω, ὁ ἀνόητος καὶ ἀδύναμος. Ἔ! Γι’ αὐτὸ σοῦ εἶπα, ὅτι μαζὶ θὰ πᾶμε στὴν
κόλαση!»
«Ἂν εἶναι νὰ πᾶμε μαζί», τοῦ ἀπάντησα, «πᾶμε καὶ στὴν κόλαση!»
Κι ἐκεῖνος ἔκλεισε τὸ τηλέφωνο, λέγοντας: «Ἐγὼ σοῦ μιλάω σοβαρὰ καὶ σὺ
πάντα ἀστειεύεσαι. Καλὴ μετάνοια καὶ στοὺς δυό μας».
Γεώργιος Παπαζάχος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου